Το άλλο μεγάλο κακό, που επικρέμεται πάνω από τη χώρα, εκτός από την επιδημία και την αναγκαία οικονομική επανεκκίνηση και ανασυγκρότηση, είναι η απειλή στην εθνική της ασφάλεια και άμυνα. Γιατί τώρα αυτή η συζήτηση, όταν η προσοχή μας είναι στραμμένη αναγκαστικά προς την αντιμετώπιση του κορονοϊου και των συνεπειών του; Γιατί η άμυνα δεν αναβάλλεται, όταν η ετοιμότητα είναι επιτακτική και απορρέει από την αντικειμενική εκτίμηση της καταστάσεως και από στοιχειώδη συνετή πρόνοια. Η εκτίμηση για τις Τουρκικές προθέσεις είναι ανησυχητική. Ο Τούρκος Πρόεδρος Ερντογάν δεν αποκρύπτει τα σχέδια και τους στόχους του. Αντιθέτως, τα εξαγγέλλει, γιατί επιδιώκει να τα προπαγανδίσει διεθνώς και να τα παρουσιάσει ως δήθεν «δίκαιες» διεκδικήσεις μιας μεγάλης χώρας, που «ασφυκτιά» από τα Ελληνικά νησιά και νησίδια. Επιδιώκει, ταυτοχρόνως, να εκφοβίσει την Ελλάδα, με τον κίνδυνο του πολέμου και να την εξαναγκάσει να δεχθεί συζήτηση για «συνεκμετάλλευση» της δικής της υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, υπό την απειλή της επιβολής των διεκδικήσεών της στο ακέραιο, δια της ισχύος.
Οι Τουρκικές απειλές και βλέψεις δεν είναι κενές περιεχομένου. Αποκορύφωμα της Τουρκικής προκλητικότητας είναι η υπογραφή του γνωστού μνημονίου με την Κυβέρνηση Αλ Σάρατζ της Λιβύης, με το οποίο η Άγκυρα «οριοθετεί» θαλάσσιες ζώνες με τη Λιβύη, μέχρι και νότια της Κρήτης. Φοβούμενη όμως ότι είναι πιθανόν να καταρρεύσει η κυβέρνηση Αλ Σάρατζ στην Τρίπολη, την οποία προσπαθεί να ενισχύσει στρατιωτικά με κάθε τρόπο, έσπευσε να υποβάλει μονομερώς στον ΟΗΕ, κατά τις προηγούμενες μέρες,, συντεταγμένες για τη “δική” της υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ στην περιοχή, ώστε ακόμη και αν καταγγελθεί και ακυρωθεί η συμφωνία της με τη Λιβύη, να έχει κατατεθειμένες συντεταγμένες στον ΟΗΕ, που να στηρίζουν τις διεκδικήσεις της.
Αντιλαμβάνεται κανείς πόσο σημαντικό, απαραίτητο και επείγον είναι να μην επαναπαυθεί η Ελληνική Κυβέρνηση μόνο σε επιστολές στον ΟΗΕ και σε δηλώσεις στον Τύπο. Είναι άκρως επείγον και επιτακτικό να καταθέσει η Ελλάδα τις δικές της συντεταγμένες, εντός των προβλεπομένων προθεσμιών, όσο παράλογη και παράνομη, με βάση το διεθνές δίκαιο, και αν φαίνεται η Τουρκική ενέργεια και η προβολή γενικά της λεγόμενης «Γαλάζιας Πατρίδας».
Η Τουρκική πλευρά θέλει να προκαταλάβει εκ νέου την Ελλάδα και να ναρκοθετήσει την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ της με την Αίγυπτο και τη Λιβύη, υπολογίζοντας ότι δεν έχει συμφωνηθεί ακόμη μεταξύ Ελλάδας και των δύο αυτών χωρών η οριογραμμή τους. Επιδίδεται μάλιστα στο ίδιο δόλιο παιχνίδι που ακολουθεί και στην ΑΟΖ της ελεύθερης Κύπρου. Προβάλλει τον ισχυρισμό ότι η Κύπρος, ως νησί, δεν έχει, σύμφωνα με τη δική της θεωρία, υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, πέρα από τα χωρικά της ύδατα. Προσπαθεί, λοιπόν, να δελεάσει τις γειτονικές χώρες, προσφέροντάς τους μεγάλα κομμάτια της Κυπριακής ΑΟΖ ως δήθεν «δικά τους», με βάση την Τουρκική θεωρία για την ΑΟΖ της Κύπρου. Κατά τον ίδιο τρόπο, προπαγανδίζει προς την Αίγυπτο και τη Λιβύη ότι η οριογραμμή που προτείνει η Ελλάδα για την οριοθέτηση της ΑΟΖ, «αρπάζει» μεγάλα κομμάτια από τη «δική» τους ΑΟΖ και ότι έχουν συμφέρον να δεχθούν οριοθέτηση με τη δήθεν Τουρκική ΑΟΖ της «Γαλάζιας Πατρίδας».
Το αρμόδιο Υπουργείο Εξωτερικών πρέπει να ενεργήσει τάχιστα και να καταθέσει, μονομερώς στην ανάγκη, συντεταγμένες, εάν δεν μπορεί να ολοκληρώσει, εντός των απαιτουμένων προθεσμιών, την οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Κύπρο και την Αίγυπτο, τουλάχιστον. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να χειρισθεί το θέμα με την Αίγυπτο με όλη την απαιτούμενη λεπτότητα και διπλωματικότητα, εντός του πλαισίου των φιλικών και συμμαχικών σχέσεων της Ελλάδας με τη χώρα αυτή.
Ο ευκολότερος δρόμος θα ήταν, βεβαίως, η οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Κύπρο, που θα ξεκλείδωνε και την οριοθέτηση με την Αίγυπτο. Η Άγκυρα απειλεί ότι εάν γίνει μια τέτοια κίνηση, θα αντιδράσει βιαίως, γιατί θα ελάμβανε υπόψιν την επήρεια του νησιωτικού συμπλέγματος του Καστελορίζου.Αυτή όμως υπερφαλάγγισε το Καστελόριζο και έφτασε μέχρι νότια της Κρήτης, αμφισβητώντας την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ όλων των νησιών, ακόμη και της Κρήτης. Πολύ χειρότερα ακόμη, η Άγκυρα σχεδιάζει να προχωρήσει και στο επόμενο βήμα, των ερευνών και των γεωτρήσεων στην Ελληνική ΑΟΖ, την οποία παρουσιάζει ως Τουρκική, με την κατάθεση στον ΟΗΕ συντεταγμένων. Που οδηγεί, λοιπόν, ή μη κατάθεση συντεταγμένων από την Ελληνική πλευρά και η μη οριοθέτηση ΑΟΖ με την Κύπρο; Ανακόπτει ή παγώνει τις Τουρκικές διεκδικήσεις; Ασφαλώς, όχι. Αντιθέτως, επιτείνεται ο κίνδυνος δημιουργίας τετελεσμένων γεγονότων, υπό την απειλή της χρήσεως βίας και της ισχύος.
Ο Ερντογάν έχει σχεδιάσει από χρόνια την αρπαγή του φιλέτου της ΑΟΖ της Ελλάδος και της Κύπρου, σε συνδυασμό με τα σχέδιά του για γεωπολιτικό έλεγχο της Κύπρου, γεωπολιτική συρρίκνωση της Ελλάδος και επιδίωξη της ηγεμονίας στην Ανατολική Μεσόγειο. Άρχισε να επιδίδεται γι’ αυτό σε μεγάλους εξοπλισμούς και σε συστηματική ανάπτυξη της Τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας. Οι εξοπλισμοί αυτοί δεν παρακολουθήθηκαν από την Ελληνική πλευρά, σχεδόν για μια ολόκληρη 15ετία. Αυτό επέτρεψε στην Άγκυρα να προηγηθεί και να αποκτήσει πλεονεκτήματα σε σημαντικούς τομείς. Αναλογίζεται κανείς ποια θα ήταν, π.χ., η ισορροπία στην αεροπορική ισχύ, εάν η Άγκυρα παρελάμβανε κανονικά τα αεροσκάφη 5ης γενεάς F35.
Η κρίση στις Τουρκο –Αμερικανικές σχέσεις, όπως και η κρίση στις σχέσεις με το Ισραήλ, βοήθησε την Ελλάδα, γιατί, π.χ., ανέστειλε και ενδεχομένως ματαίωσε, μεταξύ άλλων, οριστικά την παραλαβή από την Τουρκία των F35. Άλλαξε επίσης πολύ σημαντικά τα διπλωματικά δεδομένα στις σχέσεις με τις δύο αυτές χώρες. Δεν πρέπει όμως η Ελληνική πολιτική να επαναπαύεται, να υπερεκτιμά και να αμελεί υπό οποιεσδήποτε περιστάσεις και δυσκολίες, την ισορροπία της ισχύος, που είναι η βάση για την εγγύηση της ασφάλειας κάθε χώρας.
Υπήρξε μεγάλη αμέλεια της Ελληνικής πλευράς επί πολλά χρόνια και οι πολιτικές ηγεσίες που άσκησαν την εξουσία αυτή την περίοδο έχουν πολύ μεγάλες ευθύνες, γιατί η αμέλειά τους ισούται με απραξία ενώπιον καταφανούς εθνικού κινδύνου. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς μάντις για να εκτιμήσει και να προβλέψει ότι ο Ερντογάν, που έχει ως κεντρικό στόχο να επιτύχει εθνικά επιτεύγματα μέχρι το 2023, εκατονταετή επέτειο της δημιουργίας του τουρκικού κράτους, δεν θ’ αποπειραθεί να έχει επιτυχίες κατά της Ελλάδος. Πιστεύει ότι από στρατιωτική άποψη έχει το πλεονέκτημα, γιατί η Ελλάδα δεν έχει παραλάβει ακόμη τα αναβαθμισμένα αεροσκάφη F16 Viper, τα οποία θα δώσουν υπεροχή στην Ελληνική Αεροπορία, για μια τουλάχιστον περίοδο. Αντιθέτως, επενδύει πολύ στο Ρωσικό σύστημα S400, το οποίο θέλει να αξιοποιήσει επιχειρησιακά στη μάχη του Αιγαίου και της ΑΟΖ.
Η Τουρκική πλευρά, φοβούμενη την Ελληνική Αεροπορία, έχει καταβάλει, κατά τα τελευταία χρόνια, πολλές προσπάθειες να καλύψει τα κενά που είχε σε αντιαεροπορικά συστήματα βραχέος, μέσου και μακρού βεληνεκούς. Ανέπτυξε δικά της αυτοκινούμενα αντιαεροπορικά συστήματα μικρού και μεσαίου βεληνεκούς για την κάλυψη κρισίμων στόχων και τη συνοδεία πεζικού και τεθωρακισμένων δυνάμεων και προμηθεύθηκε, με πολύ υψηλό πολιτικό τίμημα, το σύστημα S400 για τη στρατηγική άμυνα.
Κατόρθωσε επίσης να επιτύχει μεγάλες προόδους σε πολλούς και κρίσιμους τομείς: στους βαλλιστικούς πυραύλους και στα πολυπυραυλικά συστήματα, στα μαχητικά και μεταφορικά ελικόπτερα, στα μαχητικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη, ένα τουλάχιστον από τα οποία, το «Ακιντζί», μπορεί να εκτοξεύει τον Τουρκικής κατασκευής πύραυλο αέρος-επιφανείας SOM, που έχει βεληνεκές 240 χλμ, πυραύλους κάθε είδους, όπως o SOM, που αναφέρθηκε παραπάνω, ο πύραυλος επιφανείας –επιφανείας Atmaca, πυραύλους αέρος –αέρος και αέρος –εδάφους, βαλλόμενους από ελικόπτερα και κατευθυνόμενους με λέιζερ. Έκανε επίσης σημαντική πρόοδο στον ηλεκτρονικό πόλεμο, στις ναυτικές κατασκευές κάθε είδους και στην παραγωγή συγχρόνων πυρομαχικών.
Οι νέες Τουρκικές παραγωγές και προμήθειες βελτιώνουν αναμφισβήτητα τη μαχητική ικανότητα των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων, όσο και αν έχουν αυτές επηρεασθεί αρνητικά από τις μαζικές εκκαθαρίσεις που έγιναν, μετά το αποτυχόν πραξικόπημα του 2016.
Η στασιμότητα και η απραξία επί χρόνια στην Ελληνική πλευρά, που συνδυάσθηκε με την οικονομική καταστροφή των μνημονίων, έφεραν στα όριά τους τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις. Δεν είναι δυνατόν να έχει η Ελλάδα, που αντιμετωπίζει την Τουρκική επιβουλή, αμυντικό προϋπολογισμό Λιθουανίας. Οι αμυντικές δαπάνες, με βάση το άρθρο 346, της Συνθήκης της Λισσαβώνος, δεν περιλαμβάνονται στην Ευρωπαϊκή Κοινή Αγορά και κάθε χώρα μπορεί να δαπανά αυτό που θεωρεί αναγκαίο για την άμυνά της. Είναι εκπληκτικό ότι βρέθηκε υπουργός Άμυνας, ο οποίος δέχθηκε να παρακαμφθεί το άρθρο αυτό και να περιληφθούν οι αμυντικές δαπάνες στα μνημόνια.
Σε κάθε περίπτωση, οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις διατηρούν, σε πολύ σημαντικό βαθμό, τη μαχητικότητά τους και την ετοιμότητά τους, χάρις στις μεγάλες προσπάθειες, τον πατριωτισμό και τον ζήλο του προσωπικού τους. Η βεβαίωση όμως αυτή δεν πρέπει να γίνει κούφια ρητορική. Οι Ένοπλες Δυνάμεις χρειάζονται ενίσχυση σε όλους τους τομείς. Πρωτ΄απ’ όλα στο προσωπικό τους. Η ανεύθυνη μείωση της θητείας στους 9 μήνες, σε περίοδο μάλιστα δημογραφικής στασιμότητας, αν όχι συρρικνώσεως, επέφερε πλήγμα στη συμπλήρωση των μονάδων, στην επαρκή εκπαίδευση και στην κάλυψη των υπαρχουσών αναγκών. Το λάθος αυτό πρέπει να επανορθωθεί τώρα, για να σταλεί ένα μήνυμα, μεταξύ άλλων, ετοιμότητας και αποφασιστικότητας.
Ο εκσυγχρονισμός του Ναυτικού έχει καθυστερήσει πέρα από κάθε ανεκτό όριο. Δεν είναι δυνατόν να αμελείται η ενίσχυση του Ναυτικού, όταν διακυβεύεται η ισορροπία και η ασφάλεια στο Αιγαίο και η ΑΟΖ. Η Ελλάδα δέχθηκε παθητικά το κλείσιμο των ναυπηγείων της και δεν ανέλαβε δράση να βρει διεξόδους για την επαναλειτουργία και την εξυγίανσή τους. Δεν είναι δυνατόν να κλείσουν στην Ελλάδα τα ναυπηγεία του Σκαραμαγκά και να αφεθεί το Πολεμικό Ναυτικό χωρίς το στήριγμα και την υποστήριξή τους. Δεν είναι δυνατόν οι δυο τελευταίες πυραυλάκατοι που παρήγγειλε το Ναυτικό στα Ναυπηγεία Ελευσίνος, να μην έχουν ακόμη παραδοθεί, μετά από τόσα χρόνια καθυστέρηση.
Η Ελλάδα, όχι μόνο για τις ανάγκες του Πολεμικού Ναυτικού της, αλλά και της οικονομίας και της τεχνολογίας της, πρέπει να προχωρήσει τάχιστα σε ανασυγκρότηση και αναγέννηση της ναυπηγικής της βιομηχανίας. Με την ίδια λογική, πρέπει να ανασυγκροτηθεί η πολεμική βιομηχανία της χώρας, να διαμορφωθεί ολοκληρωμένη και μακροπρόθεσμη στρατηγική για την ανάπτυξή της, με συγκεκριμένα προγράμματα, και να οργανωθεί συστηματικά η έρευνα και η ανάπτυξη σ’ αυτό τον τομέα.
Η άμυνα, δυστυχώς, δεν μπορεί να περιμένει. Ο Τούρκος Πρόεδρος πιστεύει ότι σήμερα, με καθηλωμένη την Ελλάδα από τα μνημόνια και τον κορωνοϊό, έχει ένα παράθυρο ευκαιρίας. Νομίζει ότι η Τουρκία θα βγει εύκολα και γρήγορα από την κρίση του κορονοϊού και ότι θα είναι σε θέση να προχωρήσει στη μεγάλη πρόκληση : να στείλει στην Ελληνική υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, που διεκδικεί, Τουρκικό σκάφος ερευνών και γεωτρύπανο.
Η Ελλάδα πρέπει, επομένως, όσο ζοφερή και αν είναι η κατάσταση με τον κορονοϊό και τη νέα οικονομική καταστροφή που φέρνει, να βρει τρόπους να ενισχύσει την άμυνά της και να κλείσει τα πιο επικίνδυνα κενά. Ένα από αυτά είναι τα μη επανδρωμένα μαχητικά αεροσκάφη. Όταν θα παραλάβει η Ελλάδα τα ετοιμαζόμενα μη επανδρωμένα μαχητικά αεροσκάφη Euron,που κατασκευάζονται στη Γαλλία, θα έχει τότε, το πλεονέκτημα. Προς το παρόν όμως, έχει ανάγκη να προμηθευθεί άμεσα από τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, όχι μόνον μη επανδρωμένα αεροσκάφη επιτηρήσεως αλλά και μαχητικά. Είναι άκρως αναγκαία ενδιάμεση λύση. Η αναγκαιότητα αυτή δεν αφορά μόνο τα μη επανδρωμένα μαχητικά αεροσκάφη. Αφορά και μια σειρά άλλα οπλικά συστήματα: ηλεκτρονικού πολέμου, πυραύλους για το Ναυτικό, την Αεροπορία και το Στρατό Ξηράς, εκσυγχρονισμό πολυπυραυλικών συστημάτων, εκσυγχρονισμό ραντάρ, νεώτερα αντιαρματικά όπλα, αυτοπροστασία των αρμάτων κ.α.
Η αποφασιστική στάση στον Έβρο έδειξε στον υπερφίαλο Ερντογάν ότι η Ελλάδα δεν είναι ο αδύνατος κρίκος, που θα τον έσπαζε εύκολα, για να αποσταθεροποιήσει την Ελλάδα και να εκβιάσει την Ευρώπη, μ’ ένα παιχνίδι υβριδικού πολέμου, με όπλο τους παράνομους μετανάστες. Η επιδημία του κορωνοϊού και η ομοθυμία, η πειθαρχία και η εθνική αλληλεγγύη που έδειξε ο Ελληνικός λαός, είναι ένα παράδειγμα των λύσεων που μπορούν να βρεθούν και των επιτυχιών που μπορούν να επιτευχθούν, με κοινό αγώνα, μπροστά στον κίνδυνο. Η Ελλάδα, παρά τα προβλήματά της, βρίσκεται σε πολύ καλύτερη θέση απ’ότι άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, σε ό,τι αφορά τον κορωνοϊό.
Όπως αναφέρθηκε όμως, η Ελλάδα δεν αντιμετωπίζει, δυστυχώς, μόνο τον κορωνοϊό και τις συνέπειές του. Αντιμετωπίζει επίσης έναν άλλο μεγάλο εθνικό κίνδυνο. Την επιβουλή κατά του εθνικού της χώρου. Πρέπει να μην αιφνιδιασθεί και να μη βρεθεί απροετοίμαστη. Πρέπει να κερδίσει και αυτή τη μάχη και να κατοχυρώσει την εθνική της ασφάλεια και την υπεράσπιση των ζωτικών της συμφερόντων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου