Του Ἀρχιμανδρίτη π. Κύριλλου Κεφαλόπουλου, Ἱστορικού, D.S.Litt., Διδάκτωρ Ἀρχαίας Ἱστορίας Παν/μίου B.I.U. Μαδρίτης, Ἐφημέριου Ἱ.Ν. Ἁγίου Μάρκου Εὐγενικοῦ Κάτω Πατησίων
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ὁ Ἀριστομένης, ὁ θρυλικός ἣρωας τῶν
Μεσσηνίων, ἡ ἐμβληματικὴ μορφὴ καὶ τὸ σύμβολον τοῦ ἀγῶνος γιὰ ἐλευθερία, ἀποτελεῖ
μὶα προσωπικότητα ἱστορικὴ καθοριστικὴ γιὰ τὴν διαμὸρφωση τῆς ἀρχαῖας
μεσσηνιακῆς ταυτότητος, ὃπως αὐτὴ διεμορφώθη μέσῳ τῶν ἀγώνων γιὰ ἀνεξαρτησία καὶ
ἀξιοπρέπεια ἐναντίον τῆς σκληρᾶς καὶ ἀτιμωτικῆς δουλεὶας ποῦ τοὺς εἶχαν ἐπιβάλλει
οἱ Σπαρτιάτες. Ἡ μορφὴ του προβὰλλει μέσα ἀπὸ τὸν Β' Μεσσηνιακὸν πὸλεμον ὡς ἀρχηγὸς
τῆς μεσσσηνιακῆς ἀντιστὰσεως, γιὰ νὰ καταστεῖ τὸ ἡρωικὸ πρότυπο ὃλων τῶν Μεσσηνίων
καὶ ὑποκείμενο ἡρωολατρείας καὶ ἀποδόσεως τιμῶν στὴν ἐλεύθερη Μεσσήνη μετὰ το
369 μ.Χ.
Ὁ ἀρχικὸς πυρήνας τῶν ἱστορικῶν γεγονότων των
σχετιζομένων μὲ τὴν ζωὴ καὶ τὴν δράση τοῦ Ἀριστομένους περιεβλήθη μὲ στοιχεῖα
τοῦ θρύλου ποῦ προσέδωσαν στὸν Ἀριστομένη διαστάσεις πλέον μυθολογικὲς. Αὐτὸ
καθίσταται φανερὸ στὴν περιγραφὴ τοῦ Παυσανία στὸ ἒργο του " Ἑλλάδος
Περιήγησις" καὶ εἰδικώτερον στὸ μὲρος ποῦ ἀφορὰ τὰ "Μεσσηνιακὰ" του. Αὐτὴ ἡ ἀνάμειξη στοιχείων ἱστορικῶν καὶ θρυλι
κῶν ἀπηχεῖ τὶς ἱστορικὲς μνήμες καὶ λαϊκὲς παραδόσεις τῶν Μεσσηνίων εἱλώτων, ὃπως
αὐτὲς διεμορφώθησαν κατὰ τὴν διάρκειαν τῶν τριῶν περίπου αιώνων τῆς σκληρᾶς σπαρτιατικῆς δουλείας. Ὃπως πολύ
χαρακτηριστικῶς περιγράφει τὶς συνθήκες ζωῆς των ὑποδούλων Μεσσηνίων, ὁ Τυρταῖος
στοὺς στίχους του, " ὣσπερ ὂνοι μεγάλοις ἂχθεσι τειρόμενοι,
δεσποσύνοισι φέροντες ἀναγκαίης ὑπὸ λυγρῆς ἣμισυ πᾶν ὃσσων καρπὸν ἂρουρα φέρει"
(= σὰν γαϊδούρια ἐξαντλημένα ἀπὸ τὸ βαρὺ φορτίο, παραδίδουν στοὺς ἀφέντες τους ἐξαιτίας
τῆς βαριᾶς δουλείας τὸ μισὸ ἀπὸ τοὺς καρποὺς ποὺ παράγει ἡ γῆ)- (Παυσανίας
4.14.5).
Οἱ μνήμες τῶν ἡρωικῶν κατορθωμάτων
τοῦ Ἀριστομένους βοήθησαν τοὺς ὑποδούλους Μεσσηνίους νὰ ἀνθέξουν τὸν
καταπιεστικὸν ζυγὸν τῶν Σπαρτιατῶν καὶ νὰ διαμορφώσουν μία λαϊκὴ αὐτοσυνείδηση ἀντιστάσεως.
Ὡστόσον, ἡ μορφὴ τοῦ Ἀριστομένους δὲν
ἒτυχεν τῆς ἀναλόγου προσοχῆς τῆς ἀρχαῖας ἑλληνικῆς γραμματείας, μὲ τὴν ἀξιοσημείωτον
ἐξαίρεσιν τοῦ Παυσανία. Ἀνάλογη ἒλλειψη ἐνδιαφέροντος παρατηρεῖται καὶ μεταξὺ τῆς
νεωτέρας ἐπιστήμης, καθὼς οἱ σύγχρονοι ἱστορικοὶ καὶ μελετητὲς δὲν ἒχουν ἀσχοληθεῖ
ἐπισταμένως μὲ τὴν μορφὴ τοῦ Ἀριστομένους. Καίτοι αὐτὴ παρουσιάζει ἐξαιρετικὸν ἐνδιαφέρον, ἒχει παραμεληθεῖ ἡ μελέτη αὐτῆς ἀπὸ
τὴν σύγχρονη ἱστορική καὶ φιλολογικὴ ἐπιστήμη. Αὐτὸ ἀποτελεῖ ἓνα ἐπιστημονικὸ
παράδοξο, ἐὰν ἀναλογισθοῦμε ὃτι ἀρκετὰ ἒχουν γραφεῖ γιὰ τοὺς Μεσσηνιακοὺς
πολέμους, τίποτε ὃμως ἐξειδικευμένο γιὰ τὸν Ἀριστομένη. Εἶναι χαρακτηριστικὸν ὃτι στην διεθνῆ
βιβλιογραφία ὑπάρχει ἓνα παλαιὸν ἆρθρον ἀπὸ τὸ ἒτος 1938 τοῦ Shero, L.R., " Aristomenian
the Messenian", (Transactions of the American Philological
Association), TAPA 69 (1938), 500-531, καὶ ἡ μοναδικὴ μονογραφία γιὰ τὸν Ἀριστομένη γραφεῖσα ὑπὸ
τοῦ Ogden, D., Aristomenes of Messene. Legends of
Sparta' s Nemesis, The Classical Press of Wales, Swansea, 2004, ἡ ὃποῖα ἀπετέλεσεν οὐσιώδη
συνεισφορά διά τήν μελέτην τῆς μορφῆς τοῦ Ἀριστομένους καί πολύτιμον βοήθημα
διά τήν παροῦσαν ἐργασίαν. Εἰς ὃ, τι ἀφορᾶ τὴν ἑλληνικὴ βιβλιογραφία, ὑπάρχει
μία γενικὴ προσέγγιση τῆς μορφῆς τοῦ Ἀριστομένους κυρίως ἐν σχέσει πρὸς τὰ μὲρη
τὰ σχετιζόμενα μὲ τὴν λατρεία τοῦ ἣρωος Ἀριστομένους, γραφεῖσα ἀπὸ τὸν ἀρχαιολόγον
Πέτρον Θέμελη, ποὺ ἀνέσκαψε τὴν ἀρχαῖα Μεσσήνη, στὸ ἒργο του " Ἣρωες καὶ
Ἡρῶα στὴ Μεσσήνη", (Ἀθῆνα 2000), ἰδίως στὶς σελίδες 28-40.
Ἒτι περαιτέρω, παραμένει ἀνεξήγητη ἡ
ἒλλειψη ἐνδιαφέροντος γιὰ τὸν Ἀριστομένη ἐκ μέρους τῶν μελετητῶν τῆς Σπαρτιατικῆς
ἱστορίας καὶ τῶν ἐρευνητῶν τοῦ ἒργου τοῦ Παυσανία, ὃπως παρατηρεῖ καὶ ὁ Ogden.1
Ὃταν ἐκκινούμενος ἀπὸ ἱστορικὸν ἐπιστημονικόν
ἀλλὰ καὶ προσωπικὸν ἐνδιαφέρον λόγῳ
τῆς μεσσηνιακῆς μου καταγωγῆς, πρὸς μεγάλη
μου ἒκπληξη διεπίστωσα αὐτὸ τὸ κενὸ στὴν διεθνῆ καὶ ἑλληνικὴ βιβλιογραφία. Ἒτσι,
κατέληξα στὴν ἀπόφαση νὰ ἀσχοληθῶ μὲ τὴν συγγραφὴ μιᾶς μονογραφίας ἀφιερωμένης
στὸ πρόσωπο τοῦ Ἀριστομένους, μὲ σκοπὸν ὂχι ἁπλῶς νὰ ἐπαναλάβουμε τὰ ὃσα
ἢδη γνωστὰ καὶ ἀναγραφόμενα στὸν Παυσανία (ἀν καὶ αὺτὸ δὲν μποροῦμε νὰ τὸ ἀποφύγουμε
ἐντελῶς καθὼς τὰ "Μεσσηνιακὰ" τοῦ Παυσανία ὰποτελοῦν τὴν βασικὴ πηγὴ
πληροφοριῶν γιὰ τὀν Ἀριστομένη), ἀλλὰ μὲ τὴν ἐπιδίωξη νὰ συνδυάσουμε τὶς λιγοστὲς
ἀναφορὲς τῆς ἀρχαῖας κλασσικῆς γραμματείας μὲ τὰ σύγχρονα ἀρχαιολογικὰ
δεδομένα.
Στὰ πλαίσια λοιπὸν τῆς παρούσης
μονογραφίας θὰ ἐπιχειρήσουμε μία προσέγγιση στὸν ἱστορικὸ πυρήνα τῆς ζωῆς καὶ τῆς
δράσεως τοῦ Ἀριστομένους, θὰ ἐμβαθύνουμε στὰ στοιχεία τοῦ θρύλου καὶ τοῦ μύθου
ποὺ περιβάλλουν τὸ πρόσωπο τοῦ Ἀριστομένους, μὲ ἀνάλυση αὐτῶν. Τέλος, θὰ ἐπικεντρώσουμε
τὸ ἐνδιαφέρον μας στὰ στοιχεία ποὺ διαθέτουμε γιὰ τὴν ἡρωικὴ λατρεὶα τοῦ Ἀριστομένους
καὶ θὰ ἀναδείξουμε τὴν ἱερὰ καὶ θρησκευτικὴ διάσταση τοῦ βίου καὶ τοῦ θρύλου τοῦ
ἐθνικοῦ ἣρωος τῶν Μεσσηνίων.
Μὲ τὴν ἐλπίδα ὃτι ἡ παροῦσα ἐργασία
θὰ ἀνταποκριθεῖ στὶς στοχεύσεις της καὶ θὰ συμβάλλει στὴν ἐκδήλωση περαιτέρω ἐνδιαφέροντος
καὶ ἐνασχολήσεως μὲ τὴν προσωπικότητα τοῦ Άριστομένους, τὴν παραδίδουμε στὸ ἀναγνωστικὸ
κοινὸ, εὐχόμενοι νὰ τύχη εὐμενοῦς ἀποδοχῆς.
Ἀρχιμανδρίτης π.
Κύριλλος Κεφαλόπουλος,
Νοέμβριος
2014, Ἀθῆναι.
1. Ogden, D.,
ὃ.π., σελ. xv.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΠΡΩΤΟΝ.
Ο ΑΡΙΣΤΟΜΕΝΗΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΜΥΘΟ.
Ἡ βασικὴ μας πηγὴ γιὰ τὸν Ἀριστομένη
εἶναι τὰ "Μεσσηνιακὰ" τοῦ Παυσανία. Ὁ Παυσανίας ἀπὸ τὴν
Μαγνησία τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ἒζησεν τὸν 2ο μ.Χ. αἰ. (110-180 μ.Χ.). Κατέγραψε τὶς
ταξιδιωτικὲς του ἐμπειρίες ἀπὸ τὰ πολλὰ του ταξίδια στὸ ἒργο του "Ἑλλάδος
Περιήγησις", τὸ ὁποῖο συνέγραψε καὶ δημοσίευσε στὸ δεύτερον ἣμισυ του
2ου μ.Χ. αἰ. Τὸ ἒργον του προσφέρει ἂφθονο ὑλικὸ καὶ ἀποτελεῖ πολύτιμη πηγὴ
πληροφοριῶν γιὰ τὴν μυθολογία, τὴν ἱστορία καὶ τὸν πολιτισμὸν κάθε περιοχῆς, ὃπως
καὶ χρήσιμος ὁδηγὸς γιὰ τοὺς ἀρχαιολόγους, καθὼς περιγράφει οἰκήματα, δημόσια
κτίρια, μνημεία καὶ ἀγάλματα. Τὸ τέταρτο βιβλίο τοῦ Παυσανία εἶναι ἀφιερωμένο
στὴν Μεσσηνία, καὶ οὐσιαστικῶς ἀποτελεῖ τὴν βασικὴ μας πηγὴ γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἀριστομένους.
Ἀπὸ τὰ 37 κεφάλαια τῶν "Μεσσηνιακών", τὰ κεφάλαια 14-27 ἐπικεντρώνονται
στὴν δράση τοῦ Ἀριστομένους κατὰ τὸν Β' Μεσσηνιακὸν πόλεμον.
Ὃπως ὁ ἰδιος ὁ Παυσανίας ἀναφέρει,
στὴν συγγραφὴ τῶν "Μεσσηνιακῶν" του χρησιμοποίησε ὡς πηγὲς τὰ ἒργα τοῦ
Ῥιανοῦ τοῦ Βηναίου ἀπὸ τὴν Κρήτη, ὁ ὁποῖος συνέγραψε ἓνα ἐπικὸ ποίημα γιὰ τὸν Β' Μεσσηνιακὸν Πόλεμον, καὶ εἰδικῶς ἐγκωμιαστικὸν
γιὰ τὸν Ἀριστομένη, καὶ τὴν ἱστορία τοῦ Μύρωνος τοῦ Πριηνέως. Ἀπὸ τὰ "Μεσσηνιακὰ"
τοῦ Ῥιανοῦ, ποὺ ἒζησε τὸν 3ο π.Χ. αἰ., συμφώνως πρὸς τὸ λεξικὸ τοῦ Σοῦδα ἢ
Σουϊδα, ἀποσπάσματα διεσώθησαν ἀπὸ τὸν Στέφανο Βυζάντιο (6ος μ.Χ. αἰ.), ἐνῶ καὶ
τὰ "Μεσσηνιακὰ" τοῦ Μύρωνος (μέσα 3ου π.Χ. αἰ.), κυρίως ἀναφερόμενα
στὸν Α' Μεσσηνιακὸν Πόλεμον καὶ ἐτελείωναν μὲ τον θάνατο τοῦ Ἀριστοδήμου, δὲν
διεσώθησαν παρὰ ἀποσπασματικῶς. Ὁ Παυσανίας εἶχε ὑπ΄ ὂψιν τὰ δὐο αὐτὰ καὶ τὰ
χρησιμοποίησε ὡς πηγὲς ἀντλήσεως πληροφοριῶν (Παυσ. 4.6.1-5).
Οἱ άρχαῖοι συγγραφεῖς δὲν συμφωνοῦν
γιὰ τὴν ἀκριβὴ χρονολόγηση τοῦ Β' Μεσσηνιακοῦ Πολέμου. Ὁ Παυσανίας δίνει ἀκριβὴ
χρονολόγηση τὴς ἐνάρξεως του: τὸ 685 π.Χ., τὸ τριακοστὸ ἓνατο ἒτος μετὰ τὴν λῆξη τοῦ Α' Μεσσηνιακοῦ Πολέμου (743-724
π. Χ.) μὲ τὴν ἃλωση τῆς Ἰθὠμης καὶ τὸ τέταρτο ἒτος τῆς 23ης Ὀλυμπιάδος (Παυσ.
4.15.1) καὶ μέγα μέρος του , τὰ ἓνδεκα ἒτη ἐσχετίζοντο μὲ τὴν πολιορκίαν τῆς
Εἲρας, μιᾶς ὀχυρᾶς θέσεως βορειότερα τῆς Ἰθώμης στὰ σύνορα Μεσσηνίας καὶ Ἠλείας
ἀπὸ τοὺς Σπαρτιάτες (Παυσ. 4.17). Ὡστόσο, ὁ Παυσανίας δίνει διαφορετικὲς
χρονολογίες γιὰ τὴν λῆξη του, ὃπως τὸ 668 π.Χ., τὸν πρῶτον χρόνον τῆς 28ης Ὀλυμπιάδος
(Παυσ. 4.23.4), ἢ τὸ 657 π.Χ., ὃταν τοποθετεῖ τὴν ἐπιστροφὴ τῶν Μεσσηνίων τὸ
370 π.Χ., 287 ἒτη μετὰ τὴν πτώση τῆς Ἰθώμης (Παυσ. 4.27.9). Ὃμως, ἐδῶ ὁ
Παυσανίας σφάλλει ὡς πρὸς τοὺς χρονικοὺς του ὑπολογισμοὺς. Ἑπομένως, μποροῦμε νὰ
δώσουμε ἓνα χρονολογικὸ πλαίσιο γιὰ τὸν Β' Μεσσηνιακὸν Πόλεμον (685-668 π.Χ.).
Ὃμως οἱ Πλούταρχος (Ἠθικὰ 194b) καὶ Αἰλιανὸς (Ποικίλη Ἱστορία 13.42) τοποθετοῦν τὴν λῆξη
τοῦ Β' Μεσσηνιακοῦ Πολέμου περὶ τὸ 600 π.Χ., ἀναφερόμενοι στὴν ἀπελευθέρωση τῆς
Μεσσηνίας ἀπὸ τὸν Ἐπαμεινώνδα 230 ἒτη μετὰ τὴν ὑποδούλωσὴ τους στοὺς
Σπαρτιάτες. Σύμφωνα μὲ τὴν μαρτυρία τοῦ Τυρταίου, ποὺ ἒζησε περὶ τὰ μέσα τοῦ
7ου αἰ.1 καὶ ἡγήθη τῶν Σπαρτιατῶν κατὰ τὸν Β' Μεσσηνιακὸν Πόλεμον2,
ὃτι αὐτὸς ἒλαβε χώρα δύο γενεὲς μετὰ τὴν λήξη τοῦ Α' Μεσσηνιακοῦ, ὁδηγούμεθα σὲ
μίαν χρονολόγηση μετὰ τὸ 640 π.Χ. Ἡ νεωτέρα ἱστορικὴ ἐπιστήμη δέχεται τὴν
πληροφορία τοῦ Παυσανία περί τῆς δεκαεπτοῦς διαρκείας τοῦ Β΄ Μεσσηνιακοῦ
Πολέμου (Παυσ. 4.15.1), ὃμως τὴν λῆξη του τοποθετοῦν στο 620 ἢ κατὰ τὰ ὀλυμπιακὰ ἒτη του 616 ἢ 612 π.Χ.3
Πρωταγωνιστὴς καὶ νέος ἣρωας τῶν
Μεσσηνίων ἀνεδείχθη ὁ Ἀριστομένης ἀπὸ τὴν Ἀνδανία, κοντὰ στὰ ἀρκαδικὰ σύνορα καὶ
βορειότερα τοῦ σημερινοῦ Μελιγαλᾶ καὶ τοῦ Ζευγολατιοῦ. Ὁ Παυσανίας ἀρχίζει τὴν ἀφήγησὴ
του γιὰ τὸν Β' Μεσσηνιακόν Πόλεμον μὲ ἀναφορὰ στὴν προτέρα ζωὴ τοῦ Ἀριστομένους.
Γράφει λοιπὸν ὃτι ὁ Ἀριστομένης ἐγεννήθη στὴν Ἀνδανία, ὢν υἱὸς τοῦ Νικομήδους
καὶ τῆς Νικοτελείας, ἂν καὶ ἀναφέρει τὸν θρύλον ὃτι ἡ Νικοτέλεια συνέλαβεν τὸν Ἀριστομένην
ἀφοῦ συνευρέθη μὲ ἓνα θεὸν μεταμορφωμένον σὲ δράκοντα (Παυσ. 4.14.7). Αὐτὸς ὁ Ἀριστομένης,
γενναῖος καὶ μὲ τὴν τόλμη τῆς νεότητος, μαζὶ μὲ ἂλλους ἐπιφανεῖς νέους, ἀπεφάσισαν
νὰ ἐπαναστατήσουν κατὰ τοῦ σπαρτιατικοῦ ζυγοῦ, καθὼς ἡ δουλεία ἦταν βαρειὰ, οἱ
συνθῆκες ζωῆς σκληρὲς καὶ δὲν ὑπῆρχε προοπτικὴ στὸ μέλλον οἱ Σπαρτιάτες νὰ
χαλαρώσουν τὸν ζυγὸν. Προετίμησαν λοιπὸν νὰ ἐπαναστατὴσουν μὲ κάθε τρόπον καὶ νὰ
πεθάνουν ἐλεύθεροι παρὰ ζῶντες ὡς σκλάβοι (Παυσ. 4.14.6).
Κατὰ τὸ πρῶτον ἒτος τῆς μεσσηνιακῆς ἐξεγέρσεως,
οἱ Μεσσήνιοι πολεμοῦσαν μὲ τοὺς Λακεδαιμονίους καὶ ἡ πρώτη μάχη ἐδόθη στὴν
περιοχὴ Δέραι, χωρὶς ὃμως κανεὶς νὰ ἐπικρατήσει. Ὁ Ἀριστομένης ἀνεδείχθη γενναῖος
πολεμιστὴς καὶ οἱ συμπατριῶτες του ἐθέλησαν νὰ τὸν ἀνακηρύξουν βασιλέα, καθὼς
κατήγετο ἀπὸ τὸ εὐγενικὸ γένος τῶν Αἰπυτιδῶν. Αὐτὸς ὃμως ἀρνήθηκε καὶ ἒτσι οἱ
συμπατριῶτες του τὸν ἀνεκήρυξαν στρατηγὸ μὲ ἀπεριόριστη ἐξουσία (Παυσ. 4.15.4).
Ὁ Ἀριστομένης, θέλων νὰ σκορπίσει τὸν
πανικὸν στοὺς Σπαρτιάτες, συνέλαβε τὸ παράτολμο σχέδιο νὰ εἰσέλθει κρυφίως καὶ
τὴν διάρκεια τῆς νυκτὸς στὴν χῶρα τῆς Λακεδαίμονος καὶ νὰ ἀφιερώσει τὴν ὰσπίδα
του στὸν ναὸν τῆς Ἀθηνᾶς Χαλκιοίκου, μὲ τὴν ἐπιγραφὴ ὃτι προσφέρετι στὴν θεὰ ἀπὸ
τὰ λάφυρα ἀπὸ τοὺς Σπαρτιάτες (Παυσ. 4.15.5). Οἱ Λακεδαιμόνιοι ἐζήτησαν χρησμὸν
ἀπὸ τοὺς Δελφοὺς, ποὺ τοὺς συνέστησε νὰ ζητήσουν ἀπὸ τοὺς Ἀθηναίους ἓναν σοφὸν ἂνδρα
ὡς ἡγέτη τους. Οἱ Ἀθηναῖοι, ἐπειδὴ δὲν ἢθελαν νὰ βοηθήσουν τοὺς Σπαρτιάτες ἀλλὰ
οὒτε νὰ φανοῦν ἀσεβεῖς πρὸς τὸν χρησμὸν τοῦ Ἀπόλλωνος, ἒστειλαν στοὺς
Σπαρτιάτες τὸν χωλὸ διδάσκαλο Τυρταῖον, ὁ ὁποῖος μὲ τοὺς ἐλεγειακοὺς στίχους ποὺ
συνέθεσε, ἐνέπνευσε θάρρος στοὺς Σπαρτιάτες νά συνεχίσουν τὸν πόλεμον.
Κατὰ τὸ δεύτερον ἒτος τοῦ πολέμου ἒλαβε
χῶρα ἡ μάχη στὴν περιοχὴ Κάπρου Σῆμα, στὴν
πεδιάδα τῆς Στενυκλὰρου. Αὐτὴν τὴν
φορὰ οἱ δύο πλευρὲς εἶχαν συμμάχους στὸ πλευρὸ τους, οἱ Μεσσήνιοι ἀπὸ τὴν Ἠλεία,
Ἀρκαδία, τὸ Ἂργος καὶ τὴν Σικυώνα, ἐνῶ οἱ Λακεδαιμόνιοι ἒλαβαν βοἠθεια ἀπὸ τοὺς
Κορινθίους (Παυσ. 4.15.7-8). Πρὶν τήν μάχη, οἱ δύο πλευρὲς προσέφεραν θυσίες γιὰ
νὰ λάβουν οἰωνοὺς. Οἱ Μεσσήνιοι, μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τοὺς Ἀριστομένη, Φίντα καὶ Ἀνδροκλῆ,
πολέμησαν γενναίως. Ἀπὸ τὴν πλευρὰν τῶν Λακεδαιμονίων, ὁ βασιλεὺς τῶν Σπαρτιατῶν
Ἀνάξανδρος, ἀνυπομονοῦσε νὰ ῥιχθεῖ στὴν μάχη. Ὁ Τυρταῖος, ἂν καὶ παρὼν στὸ
πεδίο τῆς μάχης, δὲν συμμετεῖχε ἀλλὰ παρώτρυνε τοὺς Σπαρτιάτες νὰ πολεμήσουν
γενναίως.
Ὁ Ἀριστομένης παρατάχθηκε με ὀγδόντα
ἐπιλέκτους Μεσσηνίους ἀπέναντι στὸν Ἀνάξανδρον καὶ τοὺς γενναιοτέρους τῶν Λακεδαιμονίων.
Οἱ ἐπίλεκτοι τοῦ Ἀριστομένους ἐπολέμησαν γενναἰως, μὴν ὑπολογίζοντες τὰ τραύματὰ
τους, καὶ μὲ τὸλμη καὶ πολεμική ὁρμὴ ἒτρεψαν τοὺς ἂνδρες τοῦ Ἀναξάνδρου σὲ φυγὴν.
Ὁ Ἀριστομένης διέταξε τοὺς ἂνδρες του νὰ καταδιώξουν τοὺς Σπαρτιάτες, καὶ ὁ ἲδιος
ἐστράφη ἐναντίον τῶν λοιπῶν λακεδαιμονίων ποὺ ἀκόμη ἀντιστέκονταν, ἐπέπεσεν μὲ
μανία, τοὺς κατενίκησε καὶ ἒτρεψε καὶ αὐτοὺς σε φυγήν (Παυσ. 4.16.3-4).
Ὁ Ἀριστομένης, παρασυρθεὶς ἀπὸ τὴν ὁρμητικότητα
τῆς μάχης, συνέχισε μὲ ἀπερισκεψία τὴν καταδίωξη παρὰ τὴν συμβουλὴν τοῦ
Μεσσηνίου μάντη Θεόκλου, γιατὶ στὸ μὲρος ἐκεῖνο, πλησὶον μιᾶς ἂγριας ἀχλαδιᾶς,
στέκονταν οἱ Διόσκουροι. Ὁ Ἀριστομένης δὲν ἂκουσε τὸν Θέοκλον μὲ ἀποτέλεσμα κατὰ
τὴν καταδίωξη νὰ χάσει τὴν ἀσπίδα του. Ἒτσι, οἱ Λακεδαιμόνιοι, ντροπιασμένοι καὶ
ἡττημένοι, ηὗραν χρόνον νὰ διαφύγουν καὶ να διασωθοῦν. Οἱ Σπαρτιάτες, μετὰ τὴν ἧτταν
τους, ἒχασαν τὸ θάρρος τους, ἀλλὰ ὁ Τυρταῖος μὲ τοὺς ἐλεγειακοὺς του στίχους ἀνεπτέρωσεν
τὸ ἠθικόν τους. Ὁ Ἀριστομένης, μὲ τὴν ἐπιστροφὴν του στὴν Ἀνδανία, ἒγινε δεκτὸς
μὲ τιμὲς ἣρωος, καὶ οἱ γυναῖκες τὸν ὑπεδέχθησαν ῥαίνοντές τον μὲ ἂνθη καὶ
στολίζοντές τὸν μὲ στεφάνους, ἐνῶ τὸν ἐπευθυμοῦσαν τραγουδώντας τὸ ἑξῆς
δίστιχο:
"ἒς τε μέσον πεδίον
Στενυκλήριον ἒς τ'ὂρος ἂκρον
εἳπετ' Ἀριστομένης τοῖς
Λακεδαιμονίοις"
(=
ὡς τὴ μέση τοῦ κάμπου τῆς Στενυκλάρου καὶ στὴν κορυφὴν τοῦ ὂρους ὁ Ἀριστομένης
κυνήγησε τοὺς Λακεδαιμονίους). (Παυσ. 4.16.5-6).
Ὁ Ἀριστομένης κατώρθωσε νὰ ἀποκτήσει
πάλι τὴν ἀσπίδα του. Ἀκολουθώντας τὸν δελφικὸν χρησμὸν τῆς Πυθίας, κατέβη στὸ ἂδυτον
ἱερὀν σπήλαιον τοῦ Τροφωνίου4 στὴν Λειβαδειὰ, ὃπου θαυματουργικῶς
παρέλαβε τὴν ἀσπίδα του καὶ τὴν ἀφιέρωσε στὸ ἱερὀν, ὃπου διεσώζετο ἓως τῶν ἡμερῶν
τοῦ Παυσανία ποὺ τὴν εἶδε καὶ τὴν περιέγραψε (Παυσ. 4.16.7).
Ἐν συνεχείᾳ, ὁ Ἀριστομένης διἀλεξε
μερικοὺς ἐπιλέκτους Μεσσηνίους καὶ ἐπεχείρησε νυκτερινὴ καταδρομικὴ ἐπιδρομὴ στὶς
Φαρὲς, τοὺς αἰφνιδίασε, σκότωσε τοὺς ἐνόπλους ποὺ συνήντησε καὶ ἒλαβε λάφυρα,
ποὺ τὰ ἀφιέρωσε στὴν Μεσσήνη. Ὃταν ὁ Ἀνάξανδρος τὸν κατεδίωξε, ὁ Ἀριστομένης τὸν
ἒτρεψε σὲ φυγήν, ἀλλὰ κατὰ τὴν διάρκειαν τῆς καταδιώξεως τραυματίσθηκε στὸν
γλουτὸν ἀπὸ ἀκόντιο (Παυσ. 4.16.8).
Μετὰ τὴν ἐπούλωση τοῦ τραύματός του,
ὁ Ἀριστομένης ἐπανέλαβε τὶς νυκτερινὲς
καταδρομικὲς ἐπιδρομὲς στὴν χῶρα τῆς
Λακεδαίμονος. Σὲ μία τέτοιαν ὲπιδρομὴ, ἒφθασε μέχρι τὴν Σπὰρτη, ὃμως ἐμποδίσθηκε
νὰ προχωρήσει ἀπὸ τὴν παρουσία τῆς Ἑλένης καὶ τῶν Διοσκούρων. Ὃταν ξημέρωσε,
παραφύλαξε τὶς παρθένες κοπέλλες πού χόρευαν πρὸς τιμὴν τῆς Ἀρτέμιδος στις Καρυὲς,
τὶς συνέλαβε καὶ τὶς ὁδήγησε στὴν μεσσηνιακὴ χῶρα. Κάποιοι ὃμως νέοι ἂνδρες πού
εἶχαν ἀναλάβει τὴν φύλαξή τους, ὑπὸ τὴν ἐπήρειαν μέθης, προσπάθησαν νὰ τὶς
βιάσουν. Ὁ Ἀριστομένης ἐπέπληξε τοὺς ἂνδρες του γιὰ τὴν ἀπαράδεκτη συμπεριφορὰ
τους καὶ μάλιστα ἀναγκάσθηκε νὰ σκοτώσει μερικοὺς ἀπὸ αὐτοὺς, τὶς δὲ παρθένες
κόρες ἐλευθέρωσε ἒναντι λύτρων (Παυσ. 4.16.9-10).
Ὁ Ἀριστομένης ἐν συνεχείᾳ ἐπετέθη στὴν
Αἲγιλα τῆς Λακωνίας, ὃπου ὑπῆρχεν ἱερὸν τῆς Δήμητρας. Ἐκεῖ εἶχαν συγκεντρωθεῖ
γιὰ τὴν ἑορτὴ γυναῖκες, στὶς ὁποῖες ὁ Ἀριστομένης μὲ τοὺς ἂνδρες του ἐπεχείρησαν
νὰ τὶς αἰχμαλωτίσουν ἐκεῖνες ὃμως ἀντεστάθησαν, καὶ μάλιστα ἀμυνόμενες μὲ τὰ
τελετουργικὰ μαχαίρια ποὺ χρησιμοποιοῦσαν γιὰ τὶς θυσίες τῶν ζώων, τραυμάτισαν
πολλοὺς Μεσσηνίους. Καὶ ὁ ἲδιος ὁ Ἀριστομένης συνελήφθη ζωντανὸς ἀπὸ τὶς γυναῖκες,
γεγονὸς μᾶλλον ἐξευτελιστικὸ γιὰ τὸν γενναῖον πολεμιστήν. Κατώρθωσε ἐν μέσῳ τῆς
νυκτὸς νὰ διαφύγει μὲ τὴν βοὴθεια τῆς ἱέρειας τῆς Δήμητρας Ἀρχιδάμειας, ἡ ὁποὶα
εἶχε γοητευθεῖ ἀπὸ τὸν Ἀριστομένην (Παυσ. 4.17.1).
Μετὰ τὴν περιπέτειὰν του αὐτὴν, καὶ
καθὼς ὁ πόλεμος εἶχεν εἰσέλθει στὸ τρίτον του ἒτος, οἱ δύο ἀντιμαχόμενες πλευρὲς
ἑτοιμάζονταν νὰ πολεμήσουν στὴν λεγομένη Μεγάλη Τάφρο. Οἱ Ἀρκάδες ἦλθαν σὲ
βοήθεια τῶν Μεσσηνίων. Οἱ Λακεδαιμόνιοι χρησιμοποίησαν πανουργία γιὰ νὰ
νικήσουν τοὺς Μεσσηνίους' ἦλθαν σὲ κρυφὴ συνεννόηση μὲ τὸν ἀρχηγὸν τῶν Ἀρκάδων,
τὸν Ἀριστοκράτην, καὶ μὲ χρήματα τὸν δωροδόκησαν. Ἒτσι, τὴν κρίσιμη στιγμὴν τῆς
μάχης, ὁ Ἀριστοκράτης ἀπέσυρε τοὺς Ἀρκάδες
ἀπὸ
τὴν μάχη ἀφήνοντας τὸ ἀριστερὸ πλευρὸ καὶ τὸ κέντρο τῆς παρατάξεως τῶν
Μεσσηνίων εὐάλωτο στὴν ἐπίθεση τῶν Λακεδαιμονίων. Οἱ Μεσσήνιοι αἰφνιδιάστηκαν ἀπὸ
τὴν ἀποχώρηση τῶν Ἀρκάδων ἀπὸ τὸ πεδίον τῆς μάχης καὶ οἱ Λακεδαιμόνιοι ἐκμεταλλεύθησαν
τὴν σύγχιση γιὰ νὰ περικυκλώσουν τοὺς Μεσσηνίους, ἐλπίζοντες σὲ μία εὒκολη
νίκη. Ὁ Ἀριστομένης καὶ οἱ ἂνδρες παρέμειναν συμπαγεῖς, ἀμυνόμενοι σθεναρῶς ἒναντι
τῶν ἀριθμητικῶς ὑπερτέρων Λακεδαιμονίων. Οἱ Μεσσήνιοι ὑπέστησαν βαρειὲς ἀπώλειες,
μεταξὺ αὐτῶν καὶ οἱ Ἀνδροκλῆς καὶ Φίντας ἒπεσαν μαχόμενοι (Παυσ. 4.17.6-9).
Μετὰ τὴν βαρειὰ ἧττα, ὁ Ἀριστομένης
συνεκέντρωσε τοὺς διασωθέντες Μεσσηνίους καὶ τοὺς ἒπεισε νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν Ἀνδανία
καὶ τὰ πεδινὰ μέρη, καὶ νὰ ὀχυρωθοῦν στὸ ὂρος Εἶρα. Οἱ Λακεδαιμόνιοι τοὺς
πολιόρκησαν σὲ μία μακρὰ πολιορκία ποὺ διήρκεσε ἓνδεκα χρόνους. Οἱ Μεσσήνιοι, ἀποκλεισμὲνοι
πλὲον στὸ ὂρος Εἶρα, ἀναγκάσθησαν νὰ καταφεύγουν σὲ ἐπιδρομὲς καὶ λεηλασίες τῆς
Λακωνίας καὶ τῆς κατεχομένης πλέον Μεσσηνίας γιὰ νὰ ἐξασφαλίσουν τὰ ἀναγκαία
τρόφιμα, σιτάρι, ζῶα, κρασὶ, ὃπως καὶ ἀντικείμενα καὶ ἀνθρώπους γιὰ τὴν ἐξασφάλιση
χρημάτων. Τὶς ἐπιδρομὲς αὐτὲς διηξῆγε ὁ Ἀριστομένης μὲ τριακοσίους ἐπιλέκτους ἂνδρες.
Οἱ
Λακεδαιμόνιοι,
γιὰ νὰ στερήσουν τοὺς Μεσσηνίους ἀπὸ τὸ σιτάρι, ἀπεφάσισαν νὰ ἀφήσουν τὰ
μεσσηνιακὰ ἐδάφη ἀκαλλιέργητα, μὲ ἀποτέλεσμα καὶ ἡ ἲδια ἡ Σπάρτη νὰ ἀντιμετωπίσει
ἒλλειψη σιταριοῦ καὶ κοινωνικὴ ἀναταραχὴ, τὴν ὁποῖαν ὁ Τυρταῖος κατώρθωσε νὰ
κατευνάσει (Παυσ. 4.17.10-18.3).
Ὁ Ἀριστομένης συνέχισε τὴν τακτικὴν
τῶν νυκτερινῶν ἐπιδρομῶν, καὶ σὲ μίαν ἀπὸ αὐτὲς
ἒφθασε μέχρι τὶς Ἀμύκλες, βαθειὰ
μέσα στὴν Λακωνικὴ γῆ, τὶς κατέλαβε καὶ λεηλάτησε. Σὲ μίαν ἂλλην ἐπιδρομὴν, ἒπεσε
πάνω σὲ ἰσχυρὲς δυνάμεις Λακεδαιμονίων ποὺ εἶχαν ἐπὶ κεφαλῆς καὶ τοὺς δύο
βασιλεῖς τῆς Σπάρτης. Σὲ αὐτὴν τὴν μάχην, ὁ Ἀριστομένης ἐδέχθη χτύπημα ἀπὸ
πέτρα στὴν κεφαλὴν του, ζαλίσθηκε καὶ ἒπεσεν. Ἒτσι, οἱ Λακεδαιμόνιοι κατώρθωσαν
νὰ τὸν αἰχμαλωτίσουν μαζὶ μὲ πενήντα ἀπὸ τοὺς ἂνδρες του, καὶ ἐρρίφθησαν στὸν
Καιάδα. Ὡστόσον, ὁ Ἀριστομένης ἐπέζησεν τῆς πτώσεως στὸ βάραθρο. Ὁ Παυσανίας
καταγράφει τὴν παράδοση ὃτι κάποιος θεὸς τὸν προστάτευσε, καὶ ὃτι ἓνας ἀετὸς τὸν
μετέφερε πάνω στὶς φτερούγες του ὡς τὸ βάθος τοῦ βαράθρου, χωρὶς νὰ πάθει
τίποτε. Ἐκεῖ, ὁ Ἀριστομένης ἒμεινε
ξαπλωμένος ἐπὶ τριήμερον ἀναμένων τὸν θάνατόν του. Τότε, τὴν τρίτην ἡμέραν
παρετήρησε μία ἀλεποῦ μέσα στὸ σκοτάδι νὰ κινεῖται. Σκεπτόμενος ὃτι ἀπὸ κάποιαν
εἲσοδον θὰ πρέπει νὰ πέρασε, ἂφησε τήν ἀλεποῦ νὰ πλησιάσει, καὶ τότε τὴν ἃρπαξε.
Ἠ ἀλεποῦ τὸν ὁδήγησε σὲ ἓνα ἂνοιγμα, ποὺ ὁ Ἀριστομένης διηύρυνε μὲ τὰ χέρια του
ὣσπου κατώρθωσε νὰ περάσει, καὶ νὰ ἐπιστρέψει στὴν Εἶρα (Παυσ. 4.18.4-7).
Τὸ γεγονὸς καθ' ἑαυτὸν τῆς θαυμαστῆς
διασώσεως τοῦ Ἀριστομένους εἶναι ἐκπληκτικὸν ὃσον καὶ παράδοξον. Ὁ Παυσανίας
σχολιάζει ὃτι πὼς ὃσον ἀπίστευτο ἦταν τὸ γεγονὸς τῆς συλλήψεως τοῦ Ἀριστομένους
λόγῳ τῆς ἀνδρείας καὶ τῆς εὐφυίας του, πολλὰ περισσότερον καταπληκτικὸν ἦταν τὸ
γεγονὸς τῆς διασώσεώς του ἀπὸ τὸν Καιάδα (Παυσ. 4.18.7).
Οἱ Λακεδαιμόνιοι ἐθεώρησαν τὴν εἲδηση
ἀπίστευτη, ὃπως καὶ τὴν φήμη ὃτι νεκραναστήθηκε. Ὁ Ἀριστομένης ἐφρόντισε νὰ
καταστήσει φανερὰν τὴν παρουσίαν του, ὃταν ἐπετέθη στὴν στρατιωτικὴ δύναμη ποὺ ἀπέστειλαν
οἱ Κορίνθιοι ὡς σύμμαχοι τῶν Λακεδαιμονίων. Τοὺς ἐπετέθη τὴν νύκτα, αἰφνιδιάζοντάς
τους, πολλοὺς σκότωσε καὶ ἂλλους συνέλαβεν αἰχμαλώτους. Γιὰ τὴν νίκην του αὐτήν,
ὁ Ἀριστομένης θέλησε νὰ εὐχαριστήσει τὸν Ἰθωμάτα Δία καὶ προσέφερεν τὴν θυσία τὴν
ὀνομαζομένην "ἑκατομφόνια". Ὃπως ἀναφέρει ὁ Παυσανίας, ἐπρόκειτο γιὰ ἀρχαιοτάτη
θυσία ποὺ προσέφεραν οἱ Μεσσήνιοι ὃταν ἐφόνευαν στὴν μάχη ἑκατὸν ἐχθρούς.
Τὴν
συγκεκριμένην θυσίαν ὁ Ἀριστομένης προσέφερε τρεῖς φορὲς, πρῶτον μετὰ τὴν μάχη
στὸ Κάπρου Σῆμα, δεύτερον μετὰ τὴν μάχην
μὲ τοὺς Κορινθίους, καὶ τρίτον, σὲ κάποιαν ἂλλην περίσταση, μετὰ ἀπὸ μίαν ἐπιτυχημένη
ἐπιδρομὴν (Παυσ. 4.19.1-3). Στὸ ζήτημα αὐτὸ θὰ ἐπανέλθουμε ἀργότερον, σὲ ἂλλον
κεφάλαιον.
Σὲ μίαν ἂλλην περίπτωση, σὲ ἓνα μικρὸ
ἀνακωχῆς 40 ἡμερῶν ποὺ ἐζήτησαν οἱ Λακεδαιμόνιοι γιὰ νὰ ἑορτάσουν τὰ Ὑακίνθια, ὁ
Ἀριστομένης ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὴν Εἶρα, ἀλλὰ ἒπεσε σὲ ἐνέδρα Κρητῶν τοξοτῶν,
μισθοφόρων συμμάχων τῶν Σπαρτιατῶν. Τὸν ἒδεσαν καὶ τὀν κράτησαν σὲ κάποια ἀγροικία.
Μία κοπέλλα ὃμως, ποὺ τῆν προηγουμένην νύκτα εἶχε δεῖ ἓνα συμβολικὸ ὂνειρο, ὃτι
ἓνα λιοντάρι ἦταν ἁλυσσοδεμένο καὶ χωρὶς νύχια΄ ἡ κοπέλλα τὸ ἐλευθέρωσε, ἐπανηῦρε
τὰ νύχια του καὶ κατεσπάραξε τοὺς λύκους. Ἡ κοπέλλα κατάλαβε ὃτι τὸ συμβολικὸ ὂνειρο
ἀνεφέρετο στὸν Ἀριστομένη' ἒτσι, ἒρριξε κρασί στοὺς Κρῆτες, αὐτοὶ μέθυσαν καὶ ἀποκοιμήθησαν.
Τότε, ἡ κοπέλλα αὐτὴ ἒκοψε τὰ δεσμὰ τοῦ Ἀριστομένους, τὸν ἐλευθέρωσε, καὶ ὁ Ἀριστομένης
σκότωσε τοὺς Κρῆτες. Ἐν τέλει, ἡ κοπέλλα αὐτὴ ἒγινε νύφη τοῦ Ἀριστομένους, καθὼς
παντρεύθηκε τὸν υἱὸν τοῦ Ἀριστομένους, Γόργον (Παυσ. 4.19.4-6).
Τὸν
ἑνδέκατον χρόνον τῆς πολιορκίας τῆς Εἲρας, τὸ τέλος τοῦ πολέμου ἦταν πλησίον. Οἱ
Μεσσήνιοι εἶχαν δελφικόν χρησμὸν ἀπὸ τὴν Πυθία ὃτι ὁ θεὸς πλέον δὲν σώζει τὴν
Μεσσηνία, καὶ ἡ καταστροφὴ ἐγγίζει (" εὖτε τράγος πίνῃσι Νέδης ἑλικόρροον
ὓδωρ, οὐκέτι Μεσσήνην ῥύομαι' σχεδόθεν γὰρ ὂλεθρος"- Παυσ.
4.20.1). Ὁ μάντης Θέοκλος ἑρμήνευσε ὀρθῶς
τὸν χρησμόν, τὸν ἐξήγησε στὸν Ἀριστομένη, καὶ τότε ἐπίστεισαν ὃτι πλέον δέν ὑπῆρχεν
σωτηρία γιὰ τοὺς Μεσσηνίους. Ἡ πτώση τῆς Εἲρας ἦταν βεβαία καὶ προφητευμένη ἀπὸ
τὴν Πυθία. Ὑπῆρχεν ὃμως καὶ χρησμός τοῦ Λύκου, υἱοῦ τοῦ Πανδίονος5,
ὃτι οἱ Μεσσήνιοι θὰ ἐπέστρεφαν στὴν πατρίδα τους, ἐὰν κάποιο ἱερὸ ἀντικείμενο
ἐθάπτετο καὶ δὲν ἒπεφτε στὰ χέρια τῶν Λακεδαιμονίων. Τότε ὁ Ἀριστομένης,
κρυφίως ἀπὸ τοὺς ἂλλους, τὸ ἒλαβεν καὶ τὸ ἒθαψε στὴν Ἰθώμη, σὲ κὰποιο ἀπόμερο
καὶ μυστικὸ μέρος, μέχρι τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Μεσσηνίας μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ Ἰθωμάτα
Διὸς, προστάτου τῶν Μεσσηνίων (Παυσ. 4.20.4).
Τελικῶς, ἡ ἀκρόπολη τῆς Εἲρας ἒπεσεν
μὲ προδοσία. Ἓνας βοσκὸς ποὺ εἶχε συνάψει παράνομον δεσμὸν μὲ τὴν γυναῖκα ἑνὸς
Μεσσηνίου ἀπὸ τὴν φρουρὰ τῆς Εἲρας, κρυφάκουσε ὃτι λόγῳ δυνατῆς νεροποντῆς ἡ
φρουρὰ τῶν Μεσσηνίων εἶχε ἐγκαταλείψει τὶς θέσεις της ἀφήνοντας ἀφύλακτον τὸ
μέρος, (ὁ βοσκὸς αὐτὸς) αὑτομόλησε στὴν πλευρὰ τῶν Λακεδαιμονίων, καὶ τοὺς ὁδήγησεν
ἀπὸ τὸ ἀφύλακτον μέρος. Οἱ ἐχθροὶ ἂρχισαν νὰ σκαρφαλώνουν στὴν ἀκρὸπολη τῆς Εἲρας
κατὰ νύκτα, ὃμως ἒγιναν ἀντιληπτοὶ ἀπὸ τοὺς Μεσσηνίους, οἱ ὁποῖοι ἐμπρὸς στὸν ἂμεσον
κίνδυνον βιαστικῶς ἀνέλαβαν τὰ ὃπλα τους γιὰ νὰ ἀμυνθοῦν. Τῆς μεσσηνιακῆς ἀντεπιθέσεως
ἡγήθησαν οἱ Ἀριστομένης, ὁ μάντης Θέοκλος καὶ ὁ υἱὸς του Μάντικλος, ἐνθαρρύνοντες
τοὺς Μεσσηνίους νὰ ἀντισταθοῦν (ἂν καὶ οἱ ἲδιοι ἐγνώριζαν τοὺς δυσμενεῖς χρησμοὺς,
ἀλλὰ τοὺς εἶχαν κρατήσει κρυφοὺς). Ἡ νύκτα, ἡ ἂγνοια τῆς μορφολογίας τοῦ ἐδάφους,
καὶ ἡ γενναῖα ἀντίσταση τοῦ Ἀριστομένους ἐμπόδισαν τοὺς Σπαρτιάτες νὰ
προχωρήσουν (Παυσ. 4.20.5- 21.4).
Ὃταν ξημέρωσε, ὁ Ἀριστομένης καὶ ὁ
Θέοκλος ἀπευθύνθησαν μὲ λόγους ἐνθαρρυντικοὺς πρὸς τοὺς ὑπερασπιστὲς τῆς Εἲρας,
οἱ ὁποῖοι ἒλαβαν θάρρος, καὶ μὲ μεγάλη προθυμία ἐπετίθεντο στοὺς Λακεδαιμονίους.
Ἀκόμη καὶ οἱ γυναῖκες χτυποῦσαν τοὺς ἐχθροὺς μὲ τὰ κεραμίδια ἀπὸ τὶς στέγες καὶ
ὃ,τι ἂλλο εὓρισκαν πρόχειρο. Τὸ θάρρος τῶν γυναικῶν ποὺ προτιμοῦσαν νὰ πεθάνουν
ἐλεὺθερες γιὰ τὴν πατρίδα παρὰ νὰ ζοῦν σκλάβες στοὺς Λακεδαιμονίους, ἐνθάρρυνε
τοὺς Μεσσηνίους. Ἀλλὰ τὴν στιγμὴν ἐκείνην ἒπεφτε καταρρακτώδης βροχὴ μὲ ἰσχυρὲς
βροντὲς καὶ ἀστραπὲς. Αὐτὸ ἐθεωρήθη ἀπὸ τοὺς Λακεδαιμονίους ὡς εὐνοϊκὸς οἰωνὸς ἀπὸ
τὸν θεόν (Παυσ. 4.21.6-7).
Οἱ Λακεδαιμόνιοι ὑπερτεροῦσαν ἀριθμητικῶς
καὶ ἒτσι μποροῦσαν νὰ ξεκουράζονται καὶ νὰ ἀντικαθιστοὺν τοὺς ἂνδρες τῆς πρώτης
γραμμῆς, ἐνῶ οἱ Μεσσήνιοι ἐμάχοντο διαρκῶς καὶ ὑπὸ δυσμενεῖς ὃρους. Ὁ μάντης
Θέοκλος εἶπεν στὸν Ἀριστομένην ὃτι ματαίως μάχεται καθὼς ὁ χρησμὸς τῆς Πυθίας εἶχε
προφητεύσει τὴν μοίρα τῶν Μεσσηνίων. Συνέστησε στὸν Ἀριστομένην νὰ διαφύγει
σώζων τὸν ἑαυτὸν του καὶ τοὺς Μεσσηνίους, ἐνῶ ὁ Θέοκλος ὃρμησε στὶς γραμμὲς τοῦ
ἐχθροῦ καὶ ἒπεσεν μαχόμενος (Παυσ. 4.21.8-11).
Ὁ Ἀριστομένης ὀργάνωσε τὴν
συντεταγμένη ὀπισθοχώρηση τῶν Μεσσηνίων. Στὸ μέσον ἒβαλε τὰ γυναικόπεδα, καὶ
τοποθέτησε στὴν ὀπισθοφυλακὴ τοὺς Γόργον καὶ Μάντικλον, ἐνῶ ὁ ἲδιος ὁ Ἀριστομένης
ὑπεράσπιζε τὴν ἐμπροσθοφυλακή. Οἱ Σπαρτιάτες προτίμησαν νὰ ἀφήσουν διέξοδον
διαφυγῆς στοὺς Μεσσηνίους.
Οἱ
σύμμαχοι τῶν Μεσσηνίων, Ἀρκάδες, πληροφορηθέντες τὴν ἃλωση τῆς Εἲρας, θέλησαν νὰ
ἀποστείλουν βοήθεια στοὺς Μεσσηνίους, ἀλλὰ ὁ Ἀριστοκράτης, ποὺ εἶχε δωροδοκηθεὶ
ἀπὸ τοὺς Λακεδαιμονίους ἒδειξεν ἀπροθυμία. Ὃταν οἱ Ἀρκάδες ἒμαθαν ὃτι οἱ
διασωθέντες Μεσσήνιοι ἀπὸ τὴν Εἶρα πλησίαζαν στὸ ὃρος Λύκαιο, ἒσπευσαν νὰ τοὺς
συνδράμουν μὲ ῥοῦχα καὶ τροφὲς, καὶ νὰ τοὺς φιλοξενήσουν (Παυσ. 4.22.1-2).
Ἀλλὰ ὁ Ἀριστομένης δὲν ἢθελε νὰ ἀποδεχθεῖ
τὴν ἧττα στὴν Εἶρα, καὶ πλήρης μίσους κατὰ
τῶν Λακεδαιμονίων, κατέστρωσε νέα
σχέδια. Ἐπέλεξε 500 γενναίους καὶ ἐξέχοντες νέους Μεσσηνίους ἂνδρες, τοὺ ἐρώτησε
ἂν ἦσαν πρόθυμοι νὰ πεθάνουν γιὰ τὴν πατρίδα, καὶ ὃταν ἒλαβε θετικὴ ἀπάντηση,
τοὺς ἀπεκάλυψε τὸ σχέδιόν του νὰ τοὺς ὁδηγήσει τὴν ἑπομένην νύκτα αἰφνιδίως ἐναντίον
τῆς Σπάρτης, τὴν ὁποῖαν μὲ εὐκολία θὰ καταλάμβαναν ἀφοῦ θὰ τὴ εὓρισκαν ἀφὐλακτη
ἐν τῃ ἀπουσίᾳ τῶν Λακεδαιμονίων στὴν Εἶρα. Ὁ ἀρχηγὸς τῶν Ἀρκάδων, Ἀριστοκράτης,
παρὼν στὴν συζήτηση, ἐφρόντισε νὰ προδώσει τὰ σχέδια τοῦ Ἀριστομένους στὸν
βασιλέα Ἀνάξανδρο τῶν Λακεδαιμονίων. Οἱ Ἀρκἀδες ἐπληροφορήθησαν τὴν προδοσία τοῦ
Ἀριστοκράτους, συνέλαβαν τὸν δοῦλόν του ποὺ μετέφερε μήνυμα τοῦ Ἀναξάνδρου πρὸς
τὸν Ἀριστοκράτην, καὶ τὸν ὁδήγησαν στὴν συνέλευση τῶν Ἀρκάδων. Οἱ τελευταῖοι ἐφόνευσαν
τὸν Ἀριστοκράτην διὰ λιθοβολισμοῦ καὶ ἂφησαν τὸ πτῶμα του ἂταφον (Παυσ.
4.22.3-7).
Μετὰ τὴν ἧττα τῶν Μεσσηνίων στὴν Εἶρα,
ὃσοι συνελήφθησαν καὶ οἱ λοιποὶ αἰχμαλωτισθέντες στὴν μεσσηνιακὴ χῶρα, ὑπήχθησαν
στὴν τάξη τῶν εἱλώτων, δηλ. δουλοπαροίκων τῶν Λακεδαιμονίων, χωρὶς δικαιώματα
καὶ ἀναγκασμένοι νὰ ζοῦν ὑπὸ σκληρὲς συνθῆκες. Ἡ Μεσσηνία διεμοιράσθη σὲ ἀγροτικοὺς
κλήρους καὶ οἱ Μεσσήνιοι κατέστησαν σκλάβοι στὴν ἲδια τους τὴν πατρίδα (Παυσ.
4.24.4-5). Ἒτσι ἒλαβεν τέλος ὁ Β' Μεσσηνιακὸς Πόλεμος.
Μετὰ τὴ ἃλωση τῆς Εἲρας, οἱ
Μεσσήνιοι ποὺ κατοικοῦσαν στὴν Πύλο, τὴν Μοθώνη καὶ στὰ παραθαλάσσια μέρη, ἐπιβιβασθέντες
σὲ πλοῖα, κατέφυγαν στὴν Κυλλήνη, καὶ ἦρθαν σὲ συνεννοήσεις μὲ τοὺς Μεσσηνίους
ποὺ εἶχαν καταφύγει στὴν Ἀρκαδία, μὲ σκοπὸν νὰ ἀναζητήσουν νέον τόπον ἐγκαταστάσεως
καὶ νὰ ἱδρύσουν μία νὲα ἀποικία. Ὁ Ἀριστομένης ἀπεφάσισε νὰ μείνει πίσω καὶ νὰ
συνεχίσει τὸν ἀγῶνα ἐναντίον τῶν Λακεδαιμονίων. Δήλωσε πὼς ὃσον ζοῦσε, θὰ
πολεμοῦσε τοὺς Λακεδαιμονίους. Γιὰ ἀρχηγοὺς τοῦ ἀποικισμοῦ ὣρισε τὸν υἱόν του
Γόργον καὶ τὸν Μάντικλον, τὸν υἱὸν τοῦ μάντεως Θεόκλου. Ὃλοι οἱ δυνάμενοι
Μεσσήνιοι, πλὴν τῶν ἡλικιωμένων ποὺ παρέμειναν στὴν Ἀρκαδία, ἑνώθησαν μὲ αὐτοὺς
ποὺ εὑρίσκοντο στὴν Κυλλήνη. Ὁ ἲδιος ὁ Ἀριστομένης ὡδήγησε 50 Μεσσηνίους στὴν Εἶρα,
ὃπου αἰφνιδίως ἐπετέθησαν στοὺς ἀνυποψίαστους Λακεδαιμονίους ποὺ ἑόρταζαν τὴν
νίκην τους, καὶ ἐφόνευσε πολλοὺς (Παυσ. 4.23.1-4).
Οἱ Μεσσήνιοι ἂποικοι ὑπὸ τοὺς Γόργον
καὶ Μάντικλον εὑρισκόμενοι στὴν Κυλλήνη, ἐνῶ συζητοῦσαν νὰ κατευθυνθοῦν πρὸς τὴν
Ζάκυνθον καὶ νὰ τὴν κάνουν βάση καὶ ὁρμητήριο γιὰ ἐπιθέσεις στὴν Λακωνία ἢ νὰ
κατευθυνθοῦν πιὸ μακρυὰ στὴν Σαρδηνία, ἒλαβαν πρόσκληση ἀπὸ τὸν τύραννο τοῦ Ῥηγίου,
Ἀναξίλα, ὁ ὁποῖος ἦταν ἐκ καταγωγῆς Μεσσήνιος τετάρτης γενεᾶς, ἀπὸ ἐκείνους τοὺς
Μεσσηνίους ποὺ μὲ τὸν Ἀλκιδάμα εἶχαν μεταναστεύσει στὴν Σικελία μετὰ τὴν λήξη
τοῦ Α' Μεσσηνιακοῦ Πολέμου, μὲ τὸν θάνατον τοῦ Ἀριστοδήμου καὶ τὴν κατάληψη τῆς
Ἰθώμης, καὶ εἶχαν ἀποικήσει μαζὶ μὲ τοὺς Χαλκιδεῖς τὸ Ῥήγιον (&20 π.Χ.). Ὁ Ἀναξίλας
ἐκάλεσε τοὺς Μεσσηνίους στὴν Σικελία γιὰ νὰ τὸν βοηθήσουν στὴν κατάληψη τῆς
Ζάγκλης. Ὁ Ἀναξίλας διὰ θαλάσσης καὶ οἱ Μεσσήνιοι διὰ ξηρᾶς κατενίκησαν τοὺς
Ζαγκλαίους, ἀλλὰ τελικῶς ὁ Γόργος καὶ ὁ Μάντικλος ἀρνήθηκαν νὰ σκοτώσουν τοὺς
κατοίκους τῆς Ζάγκλης, ἦλθαν σὲ συνεννόηση μαζὶ τους καὶ ἀπὸ κοινοῦ κατῳκησαν τὴν
Ζάγκλη ποὺ μετωνομάσθη σὲ Μεσσήνη (Παυσ. 4.23.4-10).
Ἐπανερχόμενοι στόν Ἀριστομένην, ἀφοῦ
ἀρνήθηκε νὰ ἡγηθεῖ τοῦ μεσσηνιακοῦ ἀποικισμοῦ, πάντρεψε τὴν ἀδελφήν του Ἁγναγόρα
μὲ τὸν Θάρυκα τῆς Φιγαλίας, καὶ τὶς δύο κὸρες του. Μετὰ ἐζήτησε χρησμὸν ἀπὸ τὸ
μαντείον τῶν Δελφῶν, τὸ περιεχόμενο τοῦ ὁποίου δὲν εἶναι γνωστόν. Τὴν ἲδιαν
περίοδο, ὁ βασιλεύς τῆς Ἰαλύσου, ὁ Δημάγητος ὁ 'Ρόδιος, ἐπίσης ἐζήτησε χρησμὸν ἀπὸ
τὸν Ἀπόλλωνα, ἡ Πυθία τοῦ ἀπήντησε νὰ λάβει ὡς
σύζυγον τὴν κόρην τοῦ
γενναιοτέρου τῶν Ἑλλήνων. Ἒτσι, ὁ Δημάγητος ἐνυμφεύθη τὴν τρίτην κόρην τοῦ Ἀριστομένους,
καὶ ὁ τελευταῖος μετῳκησε στὴν Ῥόδον, ὃπου συνέβη νὰ ἀρρωστήσει καὶ νὰ ἀποθάνει.
Ὁ γαμβρὸς του, Δημάγητος, ἒθαψε τὸν Ἀριστομένην στὴν 'Ρόδον σὲ περίλαμπρον
ταφικὸν μνημεῖον, καὶ οἱ Ῥόδιοι ἀπέδιδαν τιμὲς στὸν Μεσσήνιον ἣρωα. Ἀπὸ τὸν
γάμον τοῦ Δημαγήτου καὶ τῆς κόρης τοῦ Ἀριστομένους, προῆλθεν τὸ γένος τῶν
Διαγοριδῶν, μὲ τὸν περίφημον ὀλυμπιονίκην Διαγόρα (Παυσ. 4.24.1-3).
Προφανῶς, ὁ τάφος τοῦ Ἀριστομένους
στὴν Ῥόδον, ἂν ἀκολουθήσουμε τὴν μαρτυρίαν τοῦ Παυσανία, ἀπετέλεσε κέντρο
λατρείας τοῦ Ἀριστομένους καὶ ὁπωσδήποτε συνετέλεσε στὸν μῦθον τοῦ Μεσσηνίου ἣρωος
καὶ μέσῳ τῆς διασυνδέσεως του μὲ τὴν ἒνδοξον γενεὰ τῶν Διαγοριδῶν.
Πέραν τῆς ἀφηγήσεως τοῦ Παυσανία, ὑπάρχουν
καὶ κάποιες ἂλλες ἀναφορὲς σὲ ἂλλους συγγραφεῖς ποὺ διαφοροποιοῦνται ἀπὸ αὐτὴν
τοῦ Παυσανία. Λ.χ. ὁ Πολύαινος ὰναφέρει ἓνα περιστατικὸ ποὺ ὁ Ἀριστομένης καὶ ἓνας
του συμπολεμιστὴς μεταμφιεσμένοι ὡς Διόσκουροι ἐνεφανίσθησαν σὲ μία ἑορτὴ
Σπαρτιατῶν καὶ ἐφόνευσαν πολλοὺς μεθυσμένους Σπαρτιάτες (Πολύαινος, Στρατηγήματα
2.31). Κάποιοι ἂλλοι ἀρχαῖοι συγγραφεῖς δίνουν ἓνα διαφορετικὸ τέλος γιὰ τὸν Ἀριστομένην,
ὃπου συλλαμβάνεται ἀπὸ τοὺς Σπαρτιάτες, θανατώνεται καὶ ἀνοίγουν τὸ στῆθος του
γιὰ νὰ ἀνακαλύψουν τὸ μυστικὸν τῆς δυνάμεως αὐτοῦ, ὁπότε καὶ ἀνακαλύπτουν ὃτι εἶχε
μία τριχωτὴ καρδιά (Πλίνιος, Φυσικὴ Ἱστορὶα 11.185, Δίων Χρυσόστομος, Λόγοι
35.3).
Ὁμοίως καὶ ὁ Πολύαινος σημειώνει ὃτι
καὶ οἱ Σπαρτιάτες ἐθεώρουν ὃτι ὁ Ἀριστομένης ὑπερέβαινε τὰ ὃρια τῆς θνητῆς
φύσεως (Πολύαινος, Στρατηγήματα 2.31).
Μάλιστα, γιὰ νὰ ἐπιβεβαιώσουν τὶς ὑποψίες τους, ὃταν τὸν συνέλαβαν, ἂνοιξαν
τὸ στῆθος του καὶ ἀνεκάλυψαν ἒκπληκτοι τὴν
δασύτριχη καρδία του, ποὺ ἐπεβεβαίωνε τὴν ὑπεράνθρωπη καὶ ὑπερφυσικὴ διάσταση
τοῦ ἣρωος. Ἒχουμε διάφορες μαρτυρίες γιὰ τὸ θαυμαστὸν (θρυλικὸν) γεγονὸς ὃτι ὁ Ἀριστομένης
εἶχε δασύτριχη καρδία, τὸ ὁποῖον ἐθεωρήθη καὶ τὸ μυστικὸν καὶ πηγὴ δυνάμεως γιὰ
τὰ ὑπερφυσικὰ ἀνθραγαθήματα τοῦ Ἀριστομένους.
Γράφει ὁ Στέφανος Βυζάντιος στὸ ἒργον
του "Τὰ Ἐθνικὰ" (ἒργο τοῦ βυζαντινοῦ λογίου τοῦ 6ου μ.Χ. αἰ. μὲ
πολλὲς πληροφορίες γιὰ τὴν γεωγραφία καὶ τὴν θρησκεία τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδος) καὶ
στὸ λῆμμα "Ἀνδανία" = "ἐκ ταύτης (ἐνν. τῆς Ἀνδανίας) Ἀριστομένης
ἐγένετο, ὲπιφανέστατος στρατηγός. Τοῦτον οἱ Λακεδαιμόνιοι πολλάκις αὐτοὺς
νικήσαντα θαυμάσαντες, ὡς μόλις ἐκράτησαν ὲν τοῖς Μεσσηνιακοῖς, ἀνατεμόντες ἐσκόπουν
εἰ παρὰ τοὺς λοιποὺς ἐστί τι, καὶ εὗρον σπλάγχνον ἐξηλλαγμένον καὶ τὴν καρδίαν
δασεῖαν, ὡς Ἡρόδοτος καὶ Πλούταρχος καὶ Ῥιανός".
Ἐπίσης, τὸ ἲδιο ἀξιοθαύμαστον
μαρτυρεῖ καὶ ὁ Δίων ὁ Χρυσόστομος (φιλόσοφος καὶ ῥήτωρ τοῦ 1ου μ.Χ. αἰ. ἀπὸ τὴν
Προῦσσα τῆς Βιθυνίας) :
"οὐδ΄ἂν τὴν καρδίαν αὐτὴν
γένωνται δασεῖς, καθάπερ Ἀριστομένην τὸν Μεσσήνιον φασιν, ὃς πλεῖστα
Λακεδαιμονίοις πράγματα παρέσχε, καὶ πολλάκις ἁλοὺς ἀπέδρα παρ' αὐτῶν, τοῦτον, ἐπεὶ
δή ποτε ἀπέθανεν, οὓτως ἒχοντα εὑρεθῆναι" (Δίων ὁ Χρυσόστομος, Λόγοι 35.3). Ἀλλὰ καὶ ὁ
Πλίνιος γράφει σχετικῶς ὃτι ὃταν οἱ Λακεδαιμόνιοι συνέλαβαν γιὰ τρίτην φορὰν τὸν
Ἀριστομένην, τοῦ ἂνοιξαν τὸ στῆθος μὲ τομὴ ἐν ὃσῳ ἦτο ἀκόμη ζωντανὸς καὶ ἀνεκάλυψαν
τὴν δασύτριχη καρδία του (Πλίνιος, Φυσικὴ Ἱστορία 11. 185).
Εἶναι προφανὲς ὃτι τέτοιες ὑπερφυσικὲς
καὶ παράδοξες ἀναφορὲς σχετικῶς μὲ τὸν Ἀριστομένην, φανερώνουν ὃτι ὁ ἀρχικὸς ἱστορικὸς
πυρήνας τῆς ἀφηγήσεως γιὰ τὴν δράση καὶ τὸν βίον τοῦ Ἀριστομένους περιεβλήθη
στοιχεῖα ἀπὸ τὴν σφαῖρα τοῦ μύθου καὶ τοῦ θρύλου, ὃπως καὶ ἂλλες παραδόσεις, οἱ
ὁποῖες ἀπὸ γενεὰ σὲ γενεὰ διεμόρφωσαν μία προφορικὴ παράδοση ποὺ ἀργότερον ηὗρε
τὴν ἒκφρασή της στὴν ἀρχαῖα γραμματεία, κάτι ποὺ διαφαίνεται καὶ στὴν ἀφήγηση
τοῦ Παυσανία. Οἱ διασωθεῖσες
μαρτυρίες τῆς ἀρχαίας γραμματείας μὲ ἀναφορὲς στὸν Ἀριστομένην φέρουν τὴν σφραγῖδα
τῶν λαϊκῶν παραδόσεων καὶ τῶν προφορικῶν ἀφηγήσεων ποὺ μεταδίδοντο ἀπὸ γενεὰ σὲ
γενεὰ καὶ ἀπὸ στόμα σὲ στόμα τῶν Μεσσηνίων εἱλώτων. Ὁ πυρήνας αὐτῶν τῶν
παραδόσεων ἦσαν ἀπηχήσεις ἀρχαίων παραδόσεων ἢδη ἀπὸ τοὺς χρόνους τῆς
μακραίωνης δουλείας τῶν Μεσσηνίων στοὺς Σπαρτιάτες 6. Αὐτὲς τὶς
προφορικὲς παραδόσεις μεταδιδόμενες ἀπὸ γενεὰ σὲ γενεὰ ἐγνώριζε καὶ διέσωσε ὁ
Παυσανίας .
Τὰ πολεμικὰ ἀνθραγαθήματα τοῦ Ἀριστομένους
τὸν κατατάσσουν μεταξὺ τῶν μεγάλων Ἑλλήνων ἡρῳων. Γράφει ὁ Παυσανίας σχετικῶς:
"οἱ δὲ πρότερον Μιλτιάδου λαμπρὰ
ἒργα ἀποδειξάμενοι, Κόδρος τε ὁ Μελάνθου καὶ ὁ Σπαρτιάτης Πολύδωρος καὶ Ἀριστομένης
ὁ Μεσσήνιος καὶ εἰ δὴ τις ἂλλος, πατρίδας ἓκαστοι τὰς αὑτῶν καὶ οὐκ ἀθρόαν φανοῦνται
τὴν Ἑλλάδα ὠφελήσαντες" (Παυσ. 8. 52.1).
Σὲ
ἂλλες περιπτώσεις ὁ Παυσανίας ἐκφραζεται μὲ θαυμασμὸν γιὰ τὰ κατορθώματα
τοῦ Ἀριστομένους (Παυσ. 4.15.4 καὶ
4.16.4). Ὁ Παυσανίας ἐπίσης ἀφήνει νὰ ἐννοηθεῖ
ὃτι τοὐλάχιστον ὁ Ἀριστομένης ἀξίζει νὰ παραβληθεῖ ἰσαξίως μὲ τοὺς ὁμηρικοὺς ἣρωες,
ἰδίως τὸν Ἀχιλλέα. Αὐτὴν τὴν διασύνδεση πρῶτος ἒκανε ὁ Ῥιανὸς στὸ ἒπος που
συνέγραψε, ὃπου καὶ παρουσιάζει τὸν Ἀριστομένην τὸ ἲδιο ἒνδοξον μὲ τὸν Ἀχιλλέα
στὴν Ἰλιάδα τοῦ Ὁμήρου (Παυσ. 4.6.3). Ὁ Πλούταρχος ἐπίσης συγκαταλέγει στὴν ἲδια
ὁμάδα ἡρῳων τὸν Ἀχιλλέα, τὸν Ἀριστομένην καὶ τὸν Ἐπαμεινώνδα (Πλουτ., Ἠθικὰ
761d).
Ἐπὶ πλέον, οἱ Μεσσήνιοι ἐφρόντισαν μὲ
κάθε δυνατὸν τρόπον νὰ ἐξυψώσουν τὸ κῦρος καὶ τὴν ἀξίαν τοῦ ἐθνικοῦ τους ἣρωος,
τοῦ συμβόλου τῆς ἐθνικῆς τους ὑπερηφανείας, τοῦ "ἀρίστου τῶν Μεσσηνίων"
(αύτὸ ἂλλωστε σημαίνει καὶ τὸ ὂνομα τοῦ Ἀριστομένους), σὲ ἀντιστοίχηση μὲ τοὺς ἂλλους
μεγάλους ἣρωες τῶν Ἑλλήνων. Αὐτὸ ὑποδηλώνεται ἀπὸ τὰ ἀρχαιολογικὰ ἀνασκαφικὰ
δεδομένα τῆς ἀρχαίας Μεσσήνης, ὃπου ἡ βάση τοῦ χαλκίνου ἀνδριάντος τοῦ Ἀριστομένους
ἦτο ἀκριβῶς ἀπέναντι ἀπὸ μία παρόμοια βάση χαλκίνου ἀγάλματος τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου,
ἀμφοτέρων χρονολογημένων στὸν 2ον μ.Χ. αἰ., καὶ δεικνύει μία ἐνσυνείδητη
προσπάθεια τῶν Μεσσηνίων νὰ ἐξισώσουν τὸν ἐθνικόν τους ἣρωα μὲ τὸν Μακεδόνα
βασιλέα, ὃπως πολὺ προσφυῶς σχολιάζει ὁ
Π. Θέμελης7.
Ἡ διασύνδεση Ἀριστομένους καὶ Ἀλεξάνδρου
γίνεται ἐπίσης ἀντιληπτὴ ἀπὸ τὴν ἀναφορὰ τοῦ Παυσανία στὸ κοινὸ ὑπερφυσικὸ
στοιχεῖον τῆς γεννήσεως ἀμφοτέρων ἀπὸ τὴν συνεύρεση τῶν μητέρων τους μὲ κάποιον
θεὸν μεταμορφωθέντα σὲ ὂφιν, τῆς Νικοτελείας, μητρὸς τοῦ Ἀριστομένους, καὶ τῆς Ὀλυμπιάδος,
μητρὸς τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου ἀντιστοίχως (Παυσ. 4.6.7-8).
Ἓνα ἂλλο στοιχεῖον ἐνδεικτικὸν τῆς
μεγάλης ἀνδρείας καὶ τῶν σπουδαίων πολεμικῶν
ἀνδραγαθημάτων ποὺ συνέβαλε στὴν
πανελλήνια φήμη τοῦ Ἀριστομένους ὡς σπουδαίου πολεμιστοῦ ἀποτελεῖ τὸ γεγονὸς ὃτι
ὁ ἣρωας τῶν Μεσσηνίων προσέφερε στοὺς θεοὺς τὴν ἐξαιρετικῶς σπανία θυσία, τὰ
λεγόμενα "ἑκατομφόνια", καὶ μάλιστα ὂχι μία φορὰ ἀλλὰ σὲ τρεῖς
διαφορετικὲς περιστάσεις. Ἀλλὰ καὶ αὐτὸ
τὸ ἱστορικὸν γεγονὸς ἒλαβεν θρυλικὲς διαστάσεις καὶ ἐπηύξησε τὸν μῦθον τοῦ Ἀριστομένους.
Ἀναφέρει ὁ Παυσανίας ὃτι ὁ Ἀριστομένης προσέφερε στὸν Ἰθωμάτα Δία τὴν παλαιὰν
κατ' ἒθος τῶν Μεσσηνίων τὴν θυσίαν τὴν ὀνομαζομένην "ἑκατομφόνια", ἐπειδὴ
εἶχε σκοτώσει στὴν μάχη ἑκατὸν ἐχθρούς. Καὶ αὐτὸ τὸ ἒπραξεν τρεῖς φορὲς, μετὰ τὴν
νίκην στὸ Κάπρου Σῆμα, ὃταν ἐνίκησεν τοὺς Κορινθίους σὲ νυκτερινὴν ἐπίθεση, καὶ
ἀργότερον, ὃταν ἐφόνευσεν Σπαρτιάτες σὲ μία νυκτερινὴν ἐπιδρομήν (Παυσ.
4.19.3).
Ὑποχρεούμεθα νὰ μείνουμε ὀλίγον ἐπὶ
τοῦ θέματος. Τὰ ἑκατομφόνια προσεφέροντο ὡς θυσία εὐχαριστήριος στοὺς θεοὺς ἀπὸ
ἐκεῖνον ποὺ διεκρίθη στὸ πεδίον τῆς μάχης φονεύων ἑκατὸν ἐχθρούς. Ἂν καὶ δὲν ἒχουμε
σαφεῖς ἀναφορὲς γιὰ τὸ περιεχόμενον τῆς θυσίας αὐτῆς, πιθανότατα περιελάμβανε
θυσία ἑκατὀν ζώων (κάτι ἀνάλογον μὲ τὶς ἑκατόμβες, τὴν θυσία ἑκατὀν βοῶν).
Πέραν τῆς ἀναφορᾶς τοῦ Παυσανία, ἒχουμε καὶ ἂλλες μαρτυρίες ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους
συγγραφεῖς, ποὺ ὃμως δὲν διευκρινίζουν τὸ περιεχόμενον τῆς θυσίας. Ἁπλῶς ἀναφέρουν
τὸ γεγονὸς τῆς τριπλῆς προσφορᾶς θυσίας τῶν ἑκατομφονίων ἀπὸ τὸν Ἀριστομένην
κατὰ τὸ ἒθος τῶν Μεσσηνίων ( Πολύαινος, Στρατηγήματα 2. 31, Πλουτ., Ρωμύλος
25, Πλουτ., Ἑπτὰ Σοφῶν Συμπόσιον, Ἠθικὰ 159 e-f).
Ἡ σύγχιση ὀφείλεται στὶς μαρτυρίες
χριστιανῶν συγγραφέων ποὺ, κατὰ πὼς φαίνεται, παρεννόησαν τὴν ἒννοιαν τῆς
λέξεως ἑκατομφόνια καὶ θεώρησαν μὲ φρίκην καὶ ἀποτροπιασμὸν πὼς ἐπρόκειτο
κυριολεκτικῶς γιὰ ἀνθρωποθυσία ἑκατὸν ἀνδρῶν
στοὺς εἰδωλολατρικοὺς θεούς. Γράφει λοιπὸν ὁ Κλήμης ὁ Ἁλεξανδρεὺς:
"ἢδη δὲ κατὰ πόλεις καὶ ἒθνη,
οἱονεὶ λοιμοὶ ἐπισκήψαντες, σπονδὰς ἀπῃτησαν ἀνημέρους. Ἀριστομένης γοῦν ὁ
Μεσσήνιος τῶ Ἰθωμήτῃ Διὶ τριακοσίους ἀπέσφαξεν, τοσαύτας ὁμοῦ καὶ τοιαύτας
καλλιερεῖν οἰόμενος ἑκατόμβας' ἐν οἷς καὶ Θεόπομπος ἦν ὁ Λακεδαιμονίων
βασιλεύς, ἱερεῖον εύγενές" (Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεύς, Προτρεπτικὸς πρὸς
Ἓλληνας 35). Τὸ ἲδιον καταγράφει καὶ
ὁ Εὐσέβειος Καισαρείας (Εὐαγγελικὴ Προπαρασκευὴ 4.16.12), ὁ ὁποῖος ἐπαναλαμβάνει τὴν μαρτυρίαν τοῦ Κλήμεντος.
Ἐπίσης, ἡ γοητεία τοῦ Ἀριστομένους
καὶ ἡ σαγηνευτικὴ του ἐπίδραση ποὺ ἀσκεῖ ἐπὶ τῶν γυναικῶν ἀποτελεῖ ἀναπόσπαστο
μέρος τοῦ μύθου τοῦ ἣρωος. Ὁ Πλούταρχος μάλιστα μᾶς πληροφορεῖ ὃτι ὁ Ἀριστομένης
εἶχε, κατὰ τὴν παράδοση, τὴν φήμη μεγάλου ἑραστοῦ:
"οὐ
μόνον τοίνυν τὰ μαχιμώτατα τῶν ἐθνῶν ἐρωτικώτατα, Βοιωτοὶ καὶ Λακεδαιμόνιοι καὶ
Κρῆτες, ἀλλὰ καὶ τῶν παλαιῶν ὁ
Μελέαγρος, ὁ Ἀχιλλεύς, ὁ Ἀριστομένης, ὁ Κίμων, ὁ Ἐπαμεινώνδας" (Πλουτ. Περί Ἒρωτος, Ἠθικὰ 761d).
Ἐπὶ τοῦ συγκεκριμένου ἒχουμε ἐπαναλαμβανόμενες ἀναφορὲς ἀπὸ
τὸν Παυσανία, ὃταν λ.χ.
ὁ Ἀριστομένης ἐπιστρέφει θριαμβευτὴς ἀπὸ τὴν μάχη στὸ
Κάπρου Σῆμα, οἱ γυναῖκες τῆς Ἀνδανίας ἐκστασιασμένες τὸν στολίζουν μὲ στεφάνους
καὶ τὸν ῥαίνουν μὲ ἂνθη (Παυσ. 4.16.6), ἢ σὲ δύο ἂλλες περιπτώσεις κατορθώνει νὰ
διαφύγει ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσία χάριν τῆς γοητείας του. Ἒτσι, ἡ ἱέρεια τῆς
Δήμητρας, Ἀρχιδάμεια, γοητευθεῖσα ἀπὸ τὸν Ἀριστομένην, τὀν βοήθησε νὰ λύσει τὰ
δεσμὰ του καὶ νὰ δραπετεύσει (Παυσ. 4.17.1), ἐνῶ καὶ πάλι, ὃταν οἱ Κρῆτες
τοξότες εἶχαν συλλάβει τὸν Ἀριστομένην, μία κοπέλλα μέθυσε τοὺς φρουροὺς, ἒλυσε
τὰ δεσμά του καὶ τὸν ἐφοδίασε μὲ ξῖφος. Ἡ κοπέλλα αὐτη τελικῶς ἒγινε νύμφη τοῦ
υἱοῦ του ἣρωος, Γόργου (Παυσ. 4.19.5-6). Ἡ ἀφήγηση τοῦ Παυσανία γιὰ τὸν Ἀριστομένην
διακόπτεται στὸ κεφάλαιο 24 γιὰ νὰ συνεχισθεῖ στὸ κεφάλαιο 26 τῶν
"Μεσσηνιακῶν"μὲ ἓνα χρονολογικὸ ἃλμα ἀπὸ τὸν θάνατον τοῦ Ἀριστομένους
τὸν 7ο αι. στὸ ἓτος 371 π.Χ., στοὺς χρόνους τῆς Θηβαϊκῆς ἡγεμονίας καὶ μετὰ τὴν μάχη τῶν Λεύκτρων.
Ἀναφέρει συγκεκριμένως ὁ Παυσανίας ὃτι
ὃταν ὁ Θηβαῖος Ἐπαμεινώνδας ἢθελε νὰ συγκεντρώσει τοὺς Μεσσηνίους τῆς διασπορᾶς
καὶ νὰ τοὺς ἐπαναγκαταστήσει στὴν Μεσσηνία ἱδρύων μία νέα πόλη, τοῦ φανερώθηκε
καθ' ὓπνον ἓνας ἡλικιωμένος ἂνθρωπος, ποὺ ὁμοίαζε μὲ τὸν ἀρχαῖον ἱεροφάντη,
μάντη καὶ μύστη τῶν μυστηρίων τῆς Ἀνδανίας Καύκωνα, καὶ τὸν προέτρεψε νὰ δώσει
πίσω στοὺς Μεσσηνίους τὴν γῆ, τὴν πατρίδα καὶ τὶς πόλεις τους. Ἐπίσης, ἡ ἲδια
μορφὴ φανερώθηκε καὶ στὸν Ἀργεῖο στρατηγὸν Ἐπιτέλη καὶ τοῦ ὑπέδειξε σημεῖον νὰ
σκάψει. Ὂντως, ὁ Ἐπιτέλης ἒσκαψε στὸ σημεῖο καὶ ξέθαψε μία χάλκινη ὑδρία, τὴν ὁποῖαν
ἀμέσως μετέφερε στὸν Ἐπαμεινώνδα, ποὺ, μετὰ ἀπὸ προσφορὰ θυσίας, τὴν ἀπεσφράγισε.
Ἐντὸς αύτῆς ηὗρε ἓνα φύλλο ἀπὸ κασσίτερο σφυρηλατημένο, ἐξαιρετικῶς λεπτὸ καὶ
τυλιγμένο ὃπως ἓνα βιβλίο. Ἦταν τὸ ἱερὸν ἀντικείμενο ποὺ εἶχε θάψει ὁ Ἀριστομένης
(Παυσ. 4.20.4) καὶ εἶχε χαραγμένο τὸ τελετουργικὸν τῶν Μεγάλων θεῶν ποὺ ἐτιμῶντο
στὰ μυστήρια τῆς Ἀνδανίας (Παυσ. 4.26.6-8).
Ἡ ἀνεύρεσή του συνέβαλε στὴν ἀναβίωση
τῶν Μυστηρίων καὶ ἀπετέλεσε μία θρησκευτικὴ διασύνδεση τῶν ἐλευθερωμένων πλέον
Μεσσηνίων μὲ τὸ παρέλθόν τους, ἓνα σημαντικό στοιχεῖο τῆς μεσσσηνικῆς
ταυτότητος καὶ αὐτοσυνειδησίας, ποὺ παρέπεμπε στὸν ἐθνικό τους ἣρωα Ἀριστομένην.
Οἱ ἐλεύθεροι Μεσσήνιοι στὴν νέα πόλη τους, τὴν Μεσσήνη, ποὺ ἲδρυσε ὁ Ἐπαμεινώνδας
τὸ 369 π.Χ., προσέφεραν θυσίες στοὺς Μεγάλους θεοὺς τῆς Ἀνδανίας ἀκολουθοῦντες
τὸ παλαιὸν τυπικὸ, καὶ ἐπίσης ἒγινε ἐπίκληση στὸν Ἀριστομένην. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀπαρχὴ
τῆς ἀποδόσεως τιμῶν καὶ τῆς ἡρωολατρείας τοῦ Ἀριστομένους (Παυσ. 4,27.5-6). Ἀργότερον,
οἱ Μεσσήνιοι μετέφεραν τὰ ὀστὰ τοῦ Ἀριστομένους ἀπὸ τὴν Ῥόδον καὶ τὰ
τοποθέτησαν σὲ λαμπρὸν ταφικὸν μνημεῖον στὴν πόλη τῆς Μεσσήνης. Ἐπάνω στὸ ταφικὸν
μνημεῖον τοῦ Ἀριστομένους οἱ Μεσσήνιοι ἑτησίως θυσίαζαν ἓνα ταῦρον. Ἐπίσης, ὁ
Παυσανίας ἀναφέρει ὃτι εἶδε καὶ χάλκινον ἀδριάντα τοῦ Ἀριστομένους στὸ στάδιον
τῆς Μεσσήνης (Παυσ. 4..32. 3, 6).
Στὴν ἐπένδυση τῆς ἀρχικῆς ἱστορίας
τοῦ Ἀριστομένους μὲ στοιχεῖα μυθικὰ καὶ θρυλικὰ συνέβαλε τὸ γεγονὸς ὃτι οἱ
Μεσσήνιοι ἐφρόντισαν νὰ ἀποδώσουν στὸν ἐθνικὸν του ἡγέτην τιμὲς ἣρωος καὶ
καθιέρωσαν ἐπισήμως τὴν ἡρωολατρεία τοῦ Ἀριστομένους. Ὁ Παυσανίας ἒχει ἀρκετὰ καὶ σημαντικὰ στοιχεῖα
νὰ εἰσφέρει ἐπὶ τοῦ θέματος. Μὲ τὴν ἀποκατάσταση
τῶν Μεσσηνίων στὴν πατρογονική τους γῆ ἀπὸ τὸν Ἐπαμεινώνδα καὶ τὴν ἳδρυση τῆς
Μεσσήνης, τιμὲς ἀπεδὀθησαν σὲ ὃλους τοὺς παλαιοὺς Μεσσηνίους ἣρωες καὶ στὸν Ἀριστομένην:
" ἐπεκαλοῦντο δὲ ἐν κοινῶ καὶ
ἣρωάς σφισιν ἐπανανήκειν συνοίκους, Μεσσήνην μὲν τὴν Τριόπα μάλιστα, ἐπὶ ταύτῃ
δε εὒρυτον καὶ Ἀφαρέα τε καὶ τοὺς παῖδας, παρὰ δε Ἡρακλειδῶν Κρεσφόντην τε καὶ
Αἲπυτον΄ πλείστη δὲ καὶ παρὰ πάντων ἀνάκλησις ἐγίνετο Ἀριστομένους"
(Παυσ. 4.27.6).
Ἐπὶ πλέον, ὁ Παυσανίας μᾶς πληροφορεῖ
ὃτι στοὺς χρόνους του ὑπῆρχεν ὀργανωμένη λατρεία τοῦ Ἀριστομένους. Ὁ Παυσανίας ἀναφέρει
ὃτι εἶδεν στὴν Μεσσήνην λαμπρὸν ταφικὸν μνῆμα τοῦ Ἀριστομένους, ποὺ δὲν ἦταν
κενοτάφιο, ἀλλὰ περιεῖχεν τὰ ὀστὰ τοῦ ἣρωος ποὺ εῖχαν μετακομισθεῖ ἀπὸ τὴν Ῥόδον,
ὃπου ὑπῆρχεν περιφανὲς μνῆμα καὶ οἱ Ῥόδιοι ἢδη εἶχαν καθιερώσει ἀπόδοση
λατρευτικῶν τιμῶν στὸν Μεσσήνιον ἣρωα (Παυσ. 4.23.3). Ἐπὶ τοῦ τάφου οἱ
Μεσσήνιοι προσέφεραν ἓνα ταῦρον γιὰ θυσία, ποὺ τὸν ἒδεναν σὲ ἓνα κίονα τοῦ
τάφου, καὶ ἂν αὐτὸς ἐκινεῖτο ἀπὸ τὰ ἂγρια τινάγματα τοῦ ταύρου, ἐθεωρεῖτο αἲσιος
οἰωνός (Παυσ. 4.32.3)8. Στὴν ἀνασκαφὴ
τῆς ἀρχαίας Μεσσήνης ὁ ὰρχαιολόγος Π. Θέμελης
ταυτοποίησεν τὸν χῶρον τοῦ ἡρῳου (ἱεροῦ) τοὺ Ἀριστομένους πλησίον τοῦ γυμνασίου τῆς πόλεως9.
Ὁ Παυσανίας ἐπίσης μᾶς πληροφορεῖ ὃτι ὑπῆρχεν ἓνας
χάλκινος ἀνδριάντας τοῦ Ἀριστομένους στὸ στάδιον τῆς Μεσσήνης (Παυσ. 4.32.6).
Δυστυχῶς, ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα δὲν διεσώθη οὒτε αὐτὸς ὁ χάλκινος ἀνδριάντας οὒτε
κὰποια ἂλλη παράσταση ποὺ νὰ ἀπεικονίζει τὸν Ἀριστομένην. Ὁ Π. Θέμελης εἰκάζει
πὼς τὸ ἂγαλμα θὰ πρέπει νὰ εἰκόνιζε τὸν Ἀριστομένην ὡς ὁπλίτην μὲ ἀσπῖδα, λόγῳ
τῆς ἰδιαζούσης σημασίας ποὺ διεδραμάτισε ἡ ἀσπῖδα στὸν θρύλο τοῦ Μεσσηνίου ἣρωος10.
Ὡστόσο, διεσώθη μία βάση ἀγάλματος μὲ τὴν ἐπιγραφὴν ΑΡΙΣΤΟΜΕΝΗΣ, καὶ βάσει τῶν
γραμμάτων τῆς ἐπιγραφῆς χρονολογεῖται στον 2ον ἢ 3ον μ.Χ. αἰ. Πιθανῶς νὰ ἦτο ἡ ἲδια
ἡ βάση τοῦ ἀγάλματος ποὺ εἶδεν ὁ Παυσανίας.
Τὰ
θρυλικὰ καὶ ὑπερφυσικὰ στοιχεῖα ποὺ συνοδεύουν τὰ ἱστορικὰ γεγονὸτα τοῦ βίου τοῦ
Ἀριστομένους, ὃπως τὰ ἐξετάσαμεν ἀνωτέρω, συνέβαλαν σὲ μεγάλον βαθμὸν ὁ
Μεσσήνιος ἣρωας, "ὁ ἂριστος τῶν Μεσσηνίων", νὰ ἐξυψωθεῖ στὴν σφαῖρα
τοῦ μύθου καὶ νὰ ἀποκτήσει πανελλήνια φήμη.
1.
Parker, V., " The dates of the Messenian wars", Chiron
21 (1991), pp. 35-38.
2.
Στράβων, Γεωγραφικὰ 8.4.10,362.
3.
Γιὰ μία διαπραγμάτευση τῆς χρονολογήσεως τοῦ Β' Μεσσηνιακοῦ Πολέμου, βλ.
Μεϊδάνη, Κατερίνα, Ἀρχαϊκὴ Ἑλλάδα καὶ Πόλεμος, ἐκδ. Ἰνστιτοῦτο τοῦ
Βιβλίου-Α. Καρδαμίτσα, Ἀθῆνα, 2010, σσ. 69-70.
4.
Ὁ Τροφώνιος ἦταν μυθικὸς ἀρχιτέκτονας τῆς ἀρχαιότητος. Μαζὶ μὲ τὸν ἀδελφόν του Ἀγαμήδη
χρησιμοποίησε τὸν λίθον στὴν κατασκευὴ μνημείων, εἰς ἀντικατάσταση τῶν πλίνθων
καὶ τῶν ξύλων. Ἀνάμεσα στὰ μνημεία ποὺ τους ἀποδίδονται εἶναι ὁ ναὸς τοῦ Ἀπόλλωνος
στοὺς Δελφοὺς, ἡ οἰκία τοῦ Ἀμφιτρύωνος καὶ τῆς Ἀλκμήνης στὴν Θῆβα καὶ οἹ
θησαυροὶ τοῦ Αὐγείου. Στὴν Λιβαδειὰ ὁ Τροφώνιος εἶχε τὸ δικό του μαντεῖο καὶ ἱερὸ
ὃπου λατρεύθηκε ὡς χθόνιος θεὸς καὶ μάντης. Συμφώνως πρὸς τὸν Παυσανία, ὁ
θνητός του πατέρας ἦταν ὁ Ἐργῖνος καὶ θεϊκὸς του πατέρας ὁ Ἀπόλλων. Τὸ σπήλαιον
τοῦ Τροφωνίου ἐλησμονήθη καὶ ἀνεκαλύφθη ἐκ νέου ὃταν οἱ κάτοικοι τῆς Λιβαδειᾶς ὑπέφεραν
ἀπὸ λιμὸν καὶ ἐζήτησαν χρησμὸν ἀπὸ τὸ μαντεῖον τῶν Δελφῶν. Ἡ Πυθία τοὺς ἀπεκάλυψε
ὃτι ἓνας ἀνώνυμος ἣρωας εἶχε θυμώσει γιατὶ ἦταν παραμελημένος. Ἒπρεπε, λοιπόν,
νὰ εὓρουν τὸν τάφον του καὶ νὰ του προσφέρουν λατρεία. Ὁ λιμός ἒπαυσε καὶ τὸ μαντείον
τοῦ Τροφωνίου ἀπέκτησε μεγάλη φήμη. Οἱ φιλολογικὲς μαρτυρίες γιὰ τὸ μαντείον εἶναι
πολλὲς καὶ σημαντικές. Ἀναφορὲς ἒχουμε στὸν Ἡρόδοτον, Ἀριστοφάνην, Παυσανίαν,
Πλούταρχον καὶ Στράβωνα. Ὁ προσκυνητὴς ἒπρεπε πρῶτον νὰ καθαρθεῖ μὲ λουτρὰ καὶ ἁγνεία,
καὶ μετὰ νὰ καταβεῖ στὸ σπήλαιον, νὰ προσφέρει θυσία καὶ νὰ λάβει τὸν χρησμόν.
5.
Ὀ Πανδίων ἦτο βασιλεὺς τῶν Ἀθηνῶν, υἱὸς τοῦ Κέκροπος. Ὃταν ἐξεδιώχθη ἀπὸ τὸν
θρόνον του, κατέφυγε στὰ Μέγαρα, ἐνυμφεύθη τὴν κόρη τοῦ βασιλέως τῶν Μεγάρων,
Πυλία, καὶ ἀπέκτησεν τέσσερεις υἱούς, μεταξὺ αὐτῶν τὸν Λύκο καὶ τὸν Αἰγέα,
πατέρα τοῦ ἣρωος Θησέως.
6.
Ogden, D., Aristomenes of Messene. Legends of Sparta' s Nemesis,
Swansea 2004, σ. 19.
7.
Θέμελης, Π., ὃ. π., σσ. 28-32.
8.
Ogden D., ὃ.π.,
σελ. 25.
9. Θέμελης, Π., ὃ. π., σσ. 34-40.
10.
Θέμελης, Π., ὃ.
π. σσ. 28-32. Πρβλ. Ogden D., ὃ. π., σ. 36.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΔΕΥΤΕΡΟΝ.
ΑΡΙΣΤΟΜΕΝΗΣ Ο "ΧΘΟΝΙΟΣ"
(Η ΜΥΘΙΚΗ ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΗΡΩΟΣ
ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΤΩ ΚΟΣΜΟ).
Ὁρισμένα γεγονότα στὸν βίο τοῦ Ἀριστομένους
ἀποτελοῦν βασικὰ στοιχεῖα ποὺ διασυνδέουν τόν Ἀριστομένην μὲ τὸν Κάτω Κόσμον καὶ
προσδίδουν μία ἰδιαιτέρα σχέση τοῦ ἣρωος μὲ τοὺς χθόνιους θεοὺς. Ἡ κατάβασή του
στὸν Καίαδα, ὃπως καὶ ἡ ἀντίστοιχη
κατάβαση στὸ σπήλαιον τοῦ Τροφωνίου, φανερώνουν μία ἂλλην ἰδιότητα καὶ ἱκανότητα
τοῦ Ἀριστομένους νὰ "συνδιαλέγεται" μὲ τὰ χθόνια στοιχεῖα τοῦ Κάτω
Κόσμου σὲ μία προνομιακὴ σχέση μὲ τὰ ἱερὰ καὶ θεῖα, κάτι ποὺ μόνον ἓνας ἣρωας
δύναται νὰ ἒχει (πρβλ. τὴν εἰς Ἃδου κάθοδον ἂλλων ἡρώων, ὃπως τοῦ Ὀρφέως καὶ τοῦ
Ὀδυσσέως). Στὸ παρὸν κεφάλαιον θὰ προσεγγίσουμε καὶ αὐτὴν τὴν πλευρὰ τοῦ
Μεσσηνίου ἣρωος.
Ἓνα ἀπὸ τὰ πιο χαρακτηριστικὰ καὶ
συγκλονιστικὰ περιστατικὰ στὸν βίον τοῦ Ἀριστομένους ὰποτελεῖ ἡ θαυμαστὴ
διάσωσή του ἀπὸ τὸν Καιάδα. Ὃπως ἀφηγεῖται ὁ Παυσανίας, σὲ μίαν ἐπιδρομὴ στὴν
Λακωνικὴ χῶρα, ὁ Ἀριστομένης ἐδέχθη ἐπίθεση ἀπὸ ἰσχυρὲς δυνάμεις τῶν
Λακεδαιμονίων, καὶ κατὰ τὴν συμπλοκὴ μία πέτρα τὸν ἐχτύπησε στὴν κεφαλὴ.
Ζαλισμένος ἀπὸ τὸ χτύπημα, ὁ Ἀριστομένης ἒπεσεν καὶ οἱ Λακεδαιμόνιοι κατώρθωσαν
νὰ τὸν συλλάβουν μαζὶ μὲ ἂλλους πενήντα συμπολεμιστές του. Ὃλοι ἐρρίφθησαν στὸ
βάραθρον τοῦ Καιάδα καὶ σκοτώθηκαν ἀμέσως, πλὴν τοῦ Ἀριστομένους ποὺ ἐπέζησεν τῆς
πτώσεως. Ὁ Παυσανίας μεταφέρει τὸν ἰσχυρισμὸν ὃτι ἓνας ἀετὸς ἃπλωσε τὰ φτερά
του καὶ τὸν ἐκράτησεν κατὰ τὴν πτώση, ὣσπου
τὸν κατέβασε σῶον καὶ ἀβλαβῆ στὸ βάθος τοῦ Καιάδα, καὶ κάποιος θεὸς τὸν διέσωσε
δείχνοντὰς του ὁδὸν διαφυγὴς (Παυσ. 4.18.4-5).
Εἶναι γνωστὸν τὸ περιστατικὸ ὃπου ὁ Ἀριστομένης
εὑρισκόμενος στὸ βάθος τοῦ σκοτεινοῦ βαράθρου τοῦ Καιάδα, παρετήρησε μία ἀλεποῦ,
τῆς ὁποίας ἒπιασε τὴν οὐρὰ, καὶ αὐτὴ τὸν ὁδήγησεν σὲ μία διέξοδον, τὴν ὁποῖαν ὁ
Ἀριστομένης διάνοιξε μὲ τὰ χέρια του καὶ ἒτσι κατώρθωσε νὰ βγεῖ ἀπὸ τὸν Καιάδα,
ἐπιστρέφων στὴν Εἶρα μὲ ἀσφάλεια. Ὁ Παυσανίας καταλήγει τὴν ἀφήγησή του γιὰ τὸ
περιστατικὸ μὲ τὸ ἑξῆς σχόλιο :
"οἱ περιστάσεις ἦταν παράδοξες, καὶ γιὰ τὴ σύλληψή του, ἡ ἐξυπνάδα
καὶ ἡ τόλμη του ἦταν τόσο μεγάλες ποὺ κανεὶς δὲν μποροῦσε νὰ διανοηθεῖ ὃτι θὰ ἒπιαναν
αἰχμάλωτο τὸν Ἀριστομένη' ἡ σωτηρία του ὃμως ἀπὸ τὸν Καιάδα ἦταν ἀκόμη πιο
παράδοξη καὶ ἦταν ὁλοφάνερο ὃτι ὀφειλόταν σὲ κάποιο θεό" (Παυσ. 4.18.7- μτφρ. ἐκδ.
Κάκτος).
Ὁ Πολύαινος σὲ γενικὲς γραμμὲς ἀκολουθεῖ
τὴν ἀφήγηση τοῦ Παυσανία, ὃμως μὲ μίαν ἐξαιρετικῶς σημαντικὴν διαφοροποίηση σὲ
μία λεπτομέρεια. Ὁ Πολύαινος ἀποδίδει τὴν διάσωση τοῦ Ἀριστομένους ἀπὸ τὴν
πτώση στὸν Καιάδα στὴν ἀσπῖδα τοῦ ἣρωος ποὺ, ὃπως φαίνεται, διέθετε ὑπερφυσικὲς
δυνάμεις. Γράφει λοιπὸν ὁ Πολύαινος:
"τοῦ δὲ Ἀριστομένους ἡ
ἀσπὶς ἐφελκομένη τὸν ἀέρα ἐλαφρῶς αὐτὸν ἐπὶ τὴν γῆν κατήνεγκεν" (Πολύαινος,
Στρατηγήματα 2.31.2). Οἱ Λακεδαιμόνιοι, ὃταν ἒμαθαν ὃτι ὁ Άριστομένης
διεσώθη καὶ εὑρίσκετο στὴν Εἶρα, θεώρησαν ὃτι ὁ Ἀριστομένης ἦταν ἀνώτερος ἀπὸ τὴν
θνητὴ ἀνθρώπινη φύση: "οἱ δὲ Λάκωνες Ἀριστομένην πάλιν ἰδόντες ἐν τοῖς ὃπλοις,
πάλιν ἀριστεύοντα, πάλιν διώκοντα, τὸν βεβλημένον κατὰ τῶν κρημνῶν, ἀφ'ὧν οὐδεὶς ἐσώθη πώποτε, πάντες ἐνέκλιναν εἰς
φυγὴν θνητῆς φύσεως μείζονα εἶναι τὸν ἂνδρα ἡγούμενοι" (Πολύαινος, Στρατηγήματα
2.31.2).
Πάντως, ὁ Ἀριστομένης κατώρθωσε νὰ
διασωθεῖ, ἂφησε ὃμως πίσω τὴν ἀσπῖδα του μὲ τὶς ἰδιαίτερες φυλακτήριες καὶ ὑπερφυσικὲς
δυνάμεις, γιὰ νὰ τὴν ξαναβρεῖ πάλι θαυμαστῶς στὸ σπήλαιον τοῦ μαντείου τοῦ
Τροφωνίου στὴν Λειβαδιὰ. Ἐκεῖ τὴν εἶδε ὁ Παυσανίας καὶ τὴν περιέγραψεν ὡς ἒχουσα
ἒμβλημα εἰκονίζων ἀετὸν μὲ ἁπλωμένα τὰ
φτερά (Παυσ. 4.16.8). Ὁ D. Ogden ἐπισημαίνει τὴν ταυτότητα τῆς ἀσπῖδος μὲ τὸν ἀετὸν, ἐπιλύων
τὴν διαφοροποίηση τῶν ἀφηγήσεων Παυσανία καὶ Πολυαίνου, καὶ προσθέτει ὃτι ὁ ἀετὸς
ἦταν τὸ ἱερὸν σύμβολον τοῦ Διός, τὸν ὁποῖον οἱ Μεσσήνιοι καὶ ἰδίως ὁ Ἀριστομένης
εὐλαβοῦντο καὶ ἐπεκαλοῦντο ὑπὸ τὴν μορφὴν τοῦ Ἰθωμάτα Διός1.
Διαπιστώνουμε ὃτι ὑπάρχει μία
διασύνδεση δύο σκοτεινῶν καὶ καταχθονίων τόπων, τοῦ Καιάδα καὶ τοῦ ἂνδρου τοῦ
Τροφωνίου, μὲ συνδετικὸν κρῖκον τὸν Ἀριστομένην καὶ τὴν ἀσπῖδα του. Μία
σημειολογικὴ ἀνάλυση ἀμφοτέρων τῶν περιστατικῶν καταδεικνύει ἀξιοσημείωτες ὁμοιότητες.
Καὶ τὰ δύο περιστατικὰ ἀφοροῦν κατάβαση τοῦ ἣρωος σὲ ἓνα σκοτεινὸ μέρος, ποὺ
συμβολίζει τὴν κατάβαση στὰ χθόνια μέρη τῆς γῆς, τὴν θαυμαστὴ παρέμβαση τοῦ
θείου παράγοντος, στὴν πρώτη περίπτωση ἀφορῶσα τὴν διάσωση τοῦ ἣρωος, στὴν δὲ
δευτέρα περίπτωση τὴν ἐπικοινωνία τοῦ ἣρωος μὲ τὀν χθόνιο θεό Τροφώνιο καὶ τὴν
θαυμαστὴ ἐπανάκτηση τῆς ἀπωλεσθείσης ἀσπῖδος (Παυσ. 4.16.7).
Τὸ σαφὲς μήνυμα εἶναι ὃτι ὁ Ἀριστομένης
ἒχει ὑπερβεῖ τὸ πεπερασμένον τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως καὶ ἒχει ἀνυψωθεῖ στὸν
κόσμον τῶν ἡρώων ὃπου ἒχει τὴν ἂνεση καὶ τὴν δυνατότητα νὰ συνομιλεῖ μὲ τοὺς
θεοὺς, ἀκόμη καὶ αὐτοὺς τοὺς χθονίους, νὰ τοὺς ἐπικαλεῖται καὶ νὰ ἐπιτυγχάνει τὴν
εὐνοϊκή τους ἐπέμβαση.
Τὴν ἀνύψωση τοῦ Ἀριστομένους στὸν
κόσμον τῶν ἡρώων καὶ τῶν θεῶν, τὸ πέρασμά του στὴν σφαῖρα τοῦ θρύλου, βεβαιώνει
καὶ τὸ γενονὸς ὃτι, συμφώνως μὲ τὸν χρησμὸν ποὺ ἒδωσε ὁ Τροφώνιος στοὺς
Θηβαίους πρὶν τὴν μάχην στὰ Λεύκτρα, ἒπρεπε νὰ μεταφέρουν στὸ πεδίον τὴν ἀσπῖδα
τοῦ Ἀριστομένους ἀπὸ τὸ μαντεῖον τῆς Λειβαδιᾶς, καὶ νὰ ἐπεκαλεσθοῦν τὴν βοήθεια
τοῦ Μεσσηνίου ἣρωος. Ἒτσι, ὁπως μᾶς διαβεβαιώνει ὁ Παυσανίας, τὸ πνεῦμα τοῦ Ἀριστομένους,
ἡ ἀθάνατη ψυχή του, ἀκόμη καὶ ἡ καθ'ἑαυτὴ ὑπερφυσικὴ παρουσία τοῦ Ἀριστομένους
στὸ πεδίον τῆς μάχης συνετέλεσεν ἀποφασιστικῶς στὴν νίκην τῶν Θηβαίων ἐπὶ τῶν
Λακεδαιμονίων (Παυσ. 4.32.4-6). Εἶναι σαφὲς ὃτι ἒχουμε ἀναφορὰ σὲ μία ἡρωοφάνεια,
σὲ μία ἐνεργή ὃσον καὶ ὑπερφυσικὴ (θαυματουργὸν) ἀνάμειξη τοῦ Μεσσηνίου ἣρωος, ὁ
ὁποῖος ἀκόμη καὶ ἐκ τοῦ τάφου, ἐπανέρχεται γιὰ νὰ πολεμήσει γιὰ μίαν ἀκόμη φορὰν
κατὰ τῶν Λακεδαιμονίων. Ὁ Ἀριστομένης παραμένει ὁ ὑπέρμαχος τῆς μεσσηνιακῆς ἐλευθερίας
καὶ ἐκ τοῦ τάφου. Ὁ Ἀριστομένης ὁ "χθόνιος" ἐπανέρχεται στὸν ἂνω
κόσμον καὶ βοηθεῖ τοὺς συμπατριῶτες του. Σὲ ἓναν τέτοιον ἣρωα ἁρμόζει ἡ ἀπόδοση
τιμῶν καὶ λατρείας, ὃπως βεβαίως ἐφρόντισαν οἱ ἐλεύθεροι Μεσσήνιοι μετὰ τὴν
μάχην τῶν Λεύκτρων καὶ τὴν ἳδρυση τῆς πόλεως τῆς Μεσσήνης (Παυσ. 4.32.3).
1. Ogden, D., ὃ. π., σσ. 72-73.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΤΡΙΤΟΝ.
Ο ΑΡΙΣΤΟΜΕΝΗΣ ΚΑΙ ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ
ΤΗΣ ΑΝΔΑΝΙΑΣ.
Μία ἂλλη πλευρὰ τοῦ χθονίου
στοιχείου στὴν ἱστορία τοῦ Ἀριστομένους ἀποτελοῦν τὰ μυστήρια τῆς Ἀνδανίας,
δηλ. ἡ μυστηριακὴ λατρεία με χθόνια στοιχεῖα ποὺ προήρχοντο, ὂχι συμπτωματικῶς ἀπὸ
τὴν ἲδια περιοχὴ ποὺ κατήγετο ὁ Ἀριστομένης. Μάλιστα, ὁ Μεσσήνιος ἣρωας
συνδέεται ἀμεσότατα μὲ τὴν ἀναβίωση τῶν Ἀνδανίων μυστηρίων στὴν ἐλεύθερη
Μεσσηνία μετὰ τὰ Λεῦκτρα (471-469 π.Χ.).
Ὃπως
ἀφηγεῖται ὁ Παυσανίας, ὀλίγον πρὸ τῆς κρισίμου μάχης στὸ τελευταῖον στάδιον τὴς
πολιορκίας τῆς Εἲρας, καὶ ἐνῶ ὁ Ἀριστομένης καὶ ὁ μάντης Θέοκλος, ἑρμηνεύοντες
τους χρησμοὺς ποὺ προέβλεπαν τὴν ἦτταν τῶν Μεσσηνίων. Ἡ μοναδικὴ ἐλπίδα στὸ
μέλλον οἱ Μεσσήνιοι νὰ ἐπανακτήσουν τὴν ἐλευθερία τους καὶ νὰ ἐπανέλθουν στὴν γῆ
τους, ἦταν νὰ θάψουν ἓνα ἱερὸν ἀντικείμενον ποὺ οἱ Μεσσήνιοι κρατοῦσαν ἀπόρρητον
ὣστε νὰ μὴν πέσει στὰ χέρια τῶν Σπαρτιατῶν (Παυσ. 4.20.3-4).
Γράφει λοιπὸν ὁ Παυσανίας:
"καὶ ἦν γάρ τι ἐν ἀπορρήτῳ τοῖς
Μεσσηνίοις, ἒμελλε δὲ ἀφανισθὲν ὑποβρύχιον τὴν Μεσσήνην κρύψειν τὸν πάντα αἰῶνα,
φυλαχθὲν δὲ οἱ Λύκου τοῦ Πανδίονος χρησμοὶ Μεσσηνίους ἒλεγον χρόνῳ ποτὲ ἀνασώσεσθαι
τὴν χώραν' τοῦτο δὴ ὁ Ἀριστομένης ἃτε ἐπιστάμενος τοὺς χρησμοὺς, ἐπεὶ νὺξ ἐγίνετο,
ἐκόμιζε, παραγενόμενος δὲ ἒνθα τῆς Ἰθώμης ἦν τὸ ἐρημότατον, κατώρυξεν ἐς Ἰθώμην
τὸ ὂρος, καὶ Δία Ἰθώμην ἒχοντα καὶ θεοὺς οἳ Μεσσηνίους < ἐς> ἐκεῖνο ἒσωζον
φύλακας μεῖναι τῆς παρακαταθήκης αἰτούμενος, μηδὲ ἐπὶ Λακεδαιμονίοις ποιῆσαι τὴν
μόνην καθόδου Μεσσηνίοις ἐλπίδα" (Παυσ. 4.20.4).
Μετὰ τὴν μάχην τῶν Λεύκτρων, ὁ Ἐπαμεινώνδας
ἠθέλησεν νὰ συνοικήσει τοὺς ἐξορίστους Μεσσηνίους, ἐφάνη καθ' ὓπνον στὸν ἲδιον
καὶ τὸν Ἀργεῖον στρατηγὸν Ἐπιτέλη ὁ ἀρχαῖος μάντης καὶ ἱεροφάντης τῶν Ἀνδανίων
μυστηρίων, Καύκων, καἰ τοὺς ὑπέδειξεν τὸ μέρος ποὺ ἒπρεπε νὰ σκάψουν. Πράγματι,
ἒσκαψαν στὸ ὑποδειχθὲν σημεῖον γιὰ νὰ εὓρουν τὸ ἱερὸν ἀντικείμενον ποὺ εἶχεν
θάψει ὁ Ἀριστομένης: μία χάλκινη ὑδρία ποὺ ἐμπεριεῖχεν ἓνα φύλλο κασσίτερο
σφυρηλατημένο, ἐξαιρετικῶς λεπτὸ καὶ τυλιγμένο ὃπως ἓνα βιβλίο, ἒχον ἐπάνω του
χαραγμένον τὸ τελετουργικὸν τῶν Μεγάλων θεῶν τῶν Ἀνδανίων μυστηρίων (Παυσ.
4.26.6-8).
Ὁ Παυσανίας γράφει μὲ πολὺ σεβασμὸν
γιὰ τὸν ἀπόρρητον χαρακτήρα τῶν Ἀνδανίων μυστηρίων ποὺ τὰ θεωρεῖ δεύτερα μόνον
μετὰ τὰ Ἐλευσίνια μυστήρια, μὲ τὰ ὁποῖα ὑπαινίσσεται κάποια διασύνδεση (Παυσ.
4.33.5. Πρβλ. καὶ Παυσ. 4.26.8, ὃπου ἀναφέρει ὃτι ὁ Καύκων εἶχε φέρει τὰ
μυστήρια ἀπὸ τὴν Ἀθῆνα. Πρβλ. ἐπίσης Παυσ. 4.2.6). Σὲ αὐτὰ τὰ μυστήρια ἐλατρεύοντο
ἡ Ἁγνή, ἐπωνυμία τῆς Κόρης/Περσεφόνης τῆς Δήμητρας (Παυσ. 4.33.4), οἱ Μεγάλες
θεὲς (Δήμητρα καὶ Περσεφόνη), καὶ οἱ
Μεγάλοι θεοὶ, προσωνυμία ἀποδιδομένη στοὺς Καβείρους, (ἀρχικῶς ἡ λατρεία τους εἰσήχθη
ὑπὸ τὴν Θηβαϊκὴν ἐπιρροὴν , ἀργότερον δὲ οἱ Μεγάλοι θεοὶ ἐταυτίσθησαν μὲ τὴν
λατρεία τῶν Διοσκούρων)1, ὁ Ἑρμῆς καὶ ὁ Κάρνειος Ἀπόλλων. Ἀξίζει στὸ
σημεῖον αὐτὸ νὰ ὑπενθυμίζουμε ὃτι τὸ ὂνομα τῆς ἀδελφῆς τοῦ Ἀριστομένους, Ἁγναγόρα,
συνδέεται μὲ τὴν λατρεία τῆς Κόρης/Περσεφόνης καὶ μὲ τὰ Ἀνδάνια μυστήρια.
Φαίνεται πὼς τὰ Ἀνδάνια μυστήρια εἶχαν
χθόνιο χαρακτήρα, καὶ ἡ διασύνδεση τῆς μορφῆς τοῦ Ἀριστομένους τόσον μὲ τὰ
μυστήρια ὃσον καὶ μὲ χθόνια στοιχεῖα ὃπως εἲδαμε στὸ τρίτον κεφάλαιον,
παρουσιάζει ἐξαιρετικὸν ἐνδιαφέρον. Ἡ διασύνδεση ἐνισχύεται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὃτι ὁ
Ἀριστομένης θάπτει στὴν γῆ (χθόνιο στοιχείο) τὸ σφυρήλατον βιβλίον μὲ τὸ
τελετουργικὸν τῶν μυστηρίων. Μάλιστα, ὁ Ogden φθάνει στὸ σημεῖον νὰ ὑποστηρίξει ὃτι
κατὰ κάποιον τρὸπον ὁ Ἀριστομένης ὑπῆρξεν ἱεροφάντης τῶν Ἀνδανίων μυστηρίων2.
Ὃπως καὶ νὰ ἒχει ἡ πραγματικότητα, τὸ μόνον βέβαιον εἶναι ὃτι ἡ ἀναβίωση τῶν Ἀνδανίων
μυστηρίων συνδέεται μὲ τὸν ἐθνικὸν ἣρωα τῶν Μεσσηνίων, τὸ σύμβολον τῆς
μεσσηνιακῆς ψυχῆς, ταυτότητος, κέντρον τῆς ἐθνικῆς καὶ θρησκευτικῆς ζωῆς τῶν
Μεσσηνίων μετὰ τὸ 369 μ.Χ.
1.
Luraghi, ὃ. π.,
σσ. 236-237. Πρβλ. Ogden D., ὃ.π., σελ. 99.
2. Ogden, D., ὃ. π., σ. 99.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
(Α) Ἀρχαῑοι συγγραφεῑς
Αἰλιανός,
Ποικίλη Ἱστορία, ἐκδ. Κάκτος, Ἀθῆνα 1996.
Δίων Χρυσόστομος,
Λόγοι, ἐκδ. , Ἀθῆνα.
Εὐσέβιος
Καισαρείας, Εὐαγγελικὴ Προπαρασκευὴ (Praeparatio
Evangelica), ΒΕΠΕΣ (Βιβλιοθήκη Ἑλλήνων Πατέρων καὶ Ἐκκλησιαστικῶν
Συγγραφέων), τόμ. 25, ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Άθῆναι.
Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεὺς,
Προτρεπτικὸς πρὸς Ἓλληνας, ΒΕΠΕΣ, τόμ. 7, Ἀθῆναι.
Παυσανίας,
Ἑλλάδος Περιήγησις, τόμος 4, Μεσσηνιακὰ, ἐκδ. Κάκτος, 1992.
Πλίνιος, Φυσικὴ
Ἱστορία (Naturalis Historia), Loeb Classical Library (transl.
by H. Rackham), Cambridge, MA, Harvard University Press, 1938.
Πλούταρχος,
Ἠθικὰ, ἐκδ. Κάκτος, Ἀθῆνα 1996.
Πολύαινος,
Στρατηγήματα, ἐκδ. Κάκτος, Ἀθῆνα 1994.
Στράβων, Γεωγραφικὰ, ἐκδ. Κάκτος, Ἀθῆνα 1994.
(Β) Σύγχρονη Βιβλιογραφία
Auberger, J., "Pausanias
romancier? Le temoinage du livre IV", DHA 18.1 (1992), pp. 257-280.
Cartledge, P.A., Sparta and
Laconia, London 1979.
-//- -//-, Spartan Reflections, London
2001.
Γεωργοῦντζος, Π.Κ., "Τὰ μυστήρια τῆς Ἀνδανίας",
Πλάτων 31, (1979), σσ. 3-43.
Figueira, T., " The
evolution of the Messenian identity", in S. Hodkinson and A. Powell
(eds.,), Sparta. New perspectives, London 1999.
Frazer, James, Pausanias'
Description of Greece, 6 vols., London 1913.
Θέμελης, Π., Ἣρωες καὶ Ἡρῶα στὴ Μεσσήνη, Βιβλιοθήκη
τῆς έν Ἀθήναις Ἀρχαιολογικῆς Ἑταιρείας 210, Ἀθῆνα, 2000.
Luraghi,
Nino, The Ancient Messenians. Constructions of Ethnicity and Memory,
Cambridge University Press, 2008.
Marinescu- Himu, " Les
sources d' inspiration de Pausanias dans le livre iv de la periegese",
in Actes de la xii conference internationale d' etudes classiques, Eirene
(Cluj- Napoca 2-7 Oc. 1972), Bucharest and Amsterdam, 2975, pp. 251-257.
Meier, "Aristomenes 1" , Der
neue Pauly 1 (1996) , 1115.
Μεϊδάνη,
Κατερίνα, Ἀρχαϊκὴ Ἑλλάδα καὶ Πόλεμος, Ἰνστιτοῦτο τοῦ Βιβλίου-Α.
Καρδαμίτσα, Ἀθῆνα 2010.
Ogden, D., Aristomenes
of Messene. Legends of Sparta' s Nemesis, The Classical Press of Wales,
Swansea, 2004.
Παπαχατζῆς,
Ν., Παυσανίου Ἑλλάδος Περιήγησις. ΙΙΙ. Μεσσηνιακὰ καὶ Ἠλιακὰ, Ἐκδοτικὴ Άθηνῶν, Ἀθῆναι, 1979.
Parker, V., "The dates of the
Messenian wars", Chiron 21 (1991), pp. 25-47.
Pearson, L., "The
Pseudo-History of Messenia and its authors" , Historia 11 (1962),
pp. 397-426.
Roebuck, C., A History of Messenia
from 369-146 B.C., Chicago 1941.
Shero, L.R., " Aristomenes
the Messenian" , TAPA 69, (1938), 530-531.
Στυλιανόπουλος,
Περικλῆς, Ἱστορία τῆς Μεσσηνίας στὸ πλαίσιο τῆς συνολικῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας,
Ἐλεύθερη Σκἐψις, Ἀθῆνα 1992.
Zunino, M.L., Hiera Messeniaka:
la storia religiosa della Messenia dall' eta` micenea all' eta` ellenistica,
Udine 1997.
ΘΕΜΑΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
ΑΙΩΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου