Το άρθρο του Κορδάτου δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Νέα Εστία» στις 15 Μαρτίου του 1941 και ήταν
όλο το τεύχος (342) αφιερωμένο στον μεγάλο Ίωνα Δραγούμη.
Τον
πρωτογνώρισα στον «Εκπαιδευτικό Όμιλο». Ήταν χινόπωρο του 1911. Το
γλωσσικό ζήτημα τότε έπαιρνε και έδινε. Ήταν το ζήτημα της ημέρας και
όλοι οι μαλλιαροί, και προπάντων οι Νουμαδικοί, καμάρωναν για το
δημοτικιστή Δραγούμη και χρησιμοποιούσαν στις συζητήσεις τους τις γνώμες
του Ίδα – αυτό ήταν το ψευδώνυμο του Ίωνα Δραγούμη – σα βαρύ
πυροβολικό.
Η
αριστοκρατική γενιά του και η δράση του στο μακεδονικόν αγώνα μού είχαν
κάνει εντύπωση. Διάβασα το βιβλίο του «Όσοι ζωντανοί», που κυκλοφόρησε
τότες, και επηρεάστηκα πολύ, γι’ αυτό άρχισα να θαυμάζω τον πατριώτη και
τον αγωνιστή. Πιο πολύ όμως με έκανε να τον συμπαθήσω ο δημοτικισμός
του. Ήταν το ζήτημα που τραβούσε τότε τους νέους που είχαν εσωτερικές
ανησυχίες μέσα τους, πού λαχταρούσαν και ονειροπολούσαν κάποιαν αλλαγή.
Όταν όμως
τον είδα στα γραφεία του «Εκπαιδευτικού Ομίλου» και τον άκουσα να μιλεί,
κάτι ραγίστηκε μέσα μου. Τον ήθελα ρήτορα και μαχητή. Ωστόσο, ο
αλύγιστος δημοτικισμός του και η υστερνή σταδιοδρομία του με έκαναν πάλι
ν’ αρχίσω να τον θαυμάζω. Άμα μάλιστα δημοσιεύτηκε η μελέτη του
«Ελληνικός Πολιτισμός», άρχισα πάλι να τον προσέχω. Είχε τότε
δημιουργηθή μια μεγάλη συζήτηση γύρω στα νέα προβλήματα του Ελληνισμού.
Οι βαλκανικοί πόλεμοι του 12-13 έδωσαν ένα γερό σκούντηγμα στον τροχό
της Ελληνικής Ιστορίας. Ο ελληνικός αστισμός έκαμε ένα μεγάλο άλμα.
Έπρεπε λοιπόν να συζητηθούν τα νέα προβλήματά του. Και ήταν φυσικό οι
νέοι διανοούμενοι να μιλήσουν, να πουν τις γνώμες τους, να προτείνουν
ωρισμένες λύσεις, και να προδιαγράψουν τις κοινωνικοοικονομικές
κατευθύνσεις που θα έπρεπε να πάρη το νέο Κράτος. Και όπως συμβαίνει
πάντα σε παρόμοιες περιστάσεις, συγκρούστηκαν οι παλιές με τις νέες
αντιλήψεις, ο μιστριωτισμός και καζαζισμός με το δημοτικισμό και το νεοϊδεατισμό.
Το περιοδικό
μάλιστα «Γράμματα» της Αλεξάνδρειας, στα 1914, πήρε την πρωτοβουλία να
ζητήση γραπτές τις γνώμες όλων των διανοουμένων που ανήκανε στο
δημοτικισμό και στον πολιτικό νεοϊδεατισμό για τις μελλοντικές
κατευθύνσεις της φυλής μας. Απάντησαν πολλοί. Μα μόνο οι γνώμες του Ίωνα
Δραγούμη, του Γ. Παπανδρέου, του Χρ. Χριστουλάκη και του Γ. Σκληρού
είχαν κάποιο βαθύτερο νόημα και είχαν κάποια πρωτοτυπία. Και οι μελέτες
αυτές τυπώθηκαν και σε ξεχωριστά φυλλάδια, και του Ίωνα Δραγούμη η απάντηση πήρε τον τίτλο «Ελληνικός Πολιτισμός».
Η μελέτη αυτή διαβάστηκε πολύ από τους δημοτικιστές και συζητήθηκε από
τους νεοϊδεάτες. Ήταν καλογραμμένη. Ο Δραγούμης όμως δεν ξεκινούσε από
ωρισμένες κοινωνιολογικές αρχές. Για την κοινωνιολογία ίσα-ίσα δεν
πολυσκοτίζονταν. Αυτός έβλεπε την Ελληνική Φυλή σα μια γερή
οντότητα μέσα στη Βαλκανική και προδιέγραφε το τι πρέπει να γίνη για να
σταδιοδρομήση. Θυμότανε τα παλιά μεγαλεία της φυλής και τόνιζε
πως ο νεοελληνικός πολιτισμός σε ωρισμένες εκδηλώσεις του έχει εξελιχθή
πολύ. Εννοείται πως χτυπούσε τον ψευδοκλασσικισμό και τη λογία παράδοση.
Όπως κι αν είναι, τότε ο Δραγούμης ήτανε για μένα μια εξαιρετική φυσιογνωμία, ένας ηγέτης με μέλλον.
Πιο ύστερα,
όταν άρχισε ο διχασμός, θυμάμαι πως του έγραψα ένα γράμμα και μου
απάντησεν. Δε πέρασε όμως και πολύς καιρός που βρήκα την ευκαιρία να τον
γνωρίσω από κοντά. Να μιλήσω μαζί του πάνω στα ζητήματα του διχασμού.
Δεν μου έκρυψε καθόλου πως συμπαθούσε του Συμμάχους. Δεν ήταν όμως και
την γνώμης πως έπρεπε να φανερώση το επίσημο Κράτος την ανταντοφιλία του
με φανατισμό και πείσμα. Χρειαζόταν προσοχή και ζήγιασμα των πραγμάτων.
Από τότε με είχε καταχτήσει, αν και δεν συμφωνούσα με όλες του τις
γνώμες και με τις πολιτικές του ιδέες. Εγώ τραβούσα το σοσιαλιστικό
δρόμο και ολοένα γινόταν πεποίθηση μέσα μου πως η εργατική τάξη πρέπει
να υψωθή και να οργανωθή. Εκείνος δεν ήταν αυτής της γνώμης. Ήταν
εθνικιστής. Ωστόσο, δεν ήταν φανατικός και δεν πείσμωνε. Θυμάμαι πώς ο Ραμάς (Μ. Τσιριμώκος) κορόιδευε τις σοσιαλιστικές ιδέες και μιλούσε με περιφρόνηση για τους σοσιαλιστές. Ο
Δραγούμης όμως, αν και πολεμούσε το σοσιαλισμό, σεβόταν και τους
αγωνιστές του και τη σοσιαλιστική ιδεολογία. Προσπαθούσε να πείση, δεν
έβριζε.
Ο διχασμός
είχε όπως ξέρουμε, τις συνέπειες του και ο Ίων Δραγούμης βρέθηκε μαζί με
άλλους εξόριστος στην Κορσική. Εκεί, στο νησί της εξορίας του, ούτε μια
μέρα δεν έπαψε να κάνη τους ίδιους στοχασμούς που έκανε και όταν ήταν
στην πατρίδα του, και να ονειροπολή ένα καλύτερο μέλλον για την Ελληνική
Φυλή. Διάβαζε, συζητούσε και έγραφε υπομνήματα.
Η εποχή του
όμως ήταν πολυτάραχη και ανώμαλη. Σ’ όλη την Ευρώπη, εξόν από το
μούγκρισμα των κανονιών, ακουόταν και η ειρηνική κραυγή των σοσιαλιστών
και το επαναστατικό κήρυγμα της άκρας σοσιαλιστικής παράδοσης. Δεν ήταν
μόνο οι χώρες της Αντάντ που τραντάζονταν από τη σοσιαλιστική κίνηση και
πίεση, μα και οι χώρες των Αυστρογερμανών αισθάνονταν τη φωνή της
εργατικής τάξης για τα παγκόσμια ζητήματα.
Έπειτα, από τις αρχές του 1917, ακούστηκε ο βρυχηθμός της αρκούδας του Βορρά. Η Ρωσία των γαιοχτημόνων αιματοκυλίστηκε.
Ο Δραγούμης
στην αρχή έμεινε εκστατικός. Ήξερε τη Ρωσία. Δεν πίστευε στην ανατροπή
θεσμών και θρόνων. Μα τα γεγονότα ήταν ραγδαία, αποστομωτικά, ιστορικά
και καταπληχτικά. Ολόκληρη η Ευρώπη τραντάχτηκε, όπως πριν από εκατόν
δέκα χρόνια απ’ τη Γαλλική Επανάσταση. Ήταν φυσικό ο Ίων Δραγούμης να
επηρεασθή και να σκεφθή πολύ. Ήταν, όπως είπαμε, εθνικιστής και συντηρητικός, δεν ήταν όμως συντηρητικός και από κείνους που η σκέψη τους έχει αποστεωθή.
Ο πόλεμος τελείωσε με επίλογο όχι μόνο την ήττα της Γερμανίας, μα και
με τη γερμανική εργατική επανάσταση, ενώ η Αυστροουγγαρία διαλύονταν. Τα
γεγονότα αυτά δεν άφησαν ασυγκίνητο και αδιάφορο τον Ίωνα Δραγούμη, και
θέλησε και ο ίδιος να συγχρονισθή. Αναθεώρησε λοιπόν πολλές από τις
παλιές του βασικές πολιτικοκοινωνικές αντιλήψεις και ιδέες. Ειν΄ αλήθεια
πως δεν έκανε άλματα ιδεολογικά. Δεν πέρασε μ’ ένα πήδημα στο
σοσιαλισμό. Όχι. Έτρεξε για να τον πλησιάση. Χρειάζονται πολλές
μεταρρυθμίσεις, έλεγε, μεταρρυθμίσεις κοινωνικές, πρέπει να καλυτερέψη η
ζωή του εργάτη και του αγρότη. Πρέπει να γίνουν πολλά. Κυρίως όμως
πρέπει να καλλιεργηθή η συνεταιριστική ιδέα. Οι συνεταιρισμοί
σε πολλά έχουν να ωφελήσουν και η διοικητική αποκέντρωση (κοινοτισμό)
πρέπει να πάρη σάρκα και οστά. Ο κρατικός σοσιαλισμός, που τον είχαν
διακηρύξει σαν αποτελεσματικό φάρμακο κατά της κοινωνικής ανισότητας και
αθλιότητας μερικοί Γερμανοί οικονομολόγοι, ήταν εκείνο που χρειαζόταν
στην Ελλάδα.
Όταν έπαψαν
τα δεινά της εξορίας του και ήρθε στην Ελλάδα και μπορούσε να
επικοινωνήση με τους φίλους του και ν’ ανταλλάξη σκέψεις, πήγα και τον
βρήκα. ‘Ήταν συμπαθητικός και ευγενικός, όπως πάντα. Τώρα όμως είχε
απέναντί του ένα ομιλητή που κάτι ήξερε και μπορούσε να διατυπώση κι
αυτός δικές του απόψεις. Θυμάμαι σαν τώρα, πως άμα είδε πως είχα γνώμες
και έμαθε πως ανακατευόμουν στο εργατικό κίνημα και δημοσιογραφούσα
κιόλας, με κράτησε κοντά δύο ώρες. Είπαμε πολλά και μου ανάπτυξε
ολόκληρο πρόγραμμα. Ήταν, όπως είπα, οπαδός του κρατικού σοσιαλισμού. Εύρισκε
πως στην Ελλάδα δεν υπάρχει εργατική τάξη και πως δεν είναι ώριμη η
φτωχολογιά για να διοικήση αυτή τον τόπο. Χρειαζόταν διαπαιδαγώγηση και
προπάντων χρειάζονταν ωρισμένες μεταρρυθμίσεις που θα ανέβαζαν το λαό σε
ανώτερο βιοτικό και πνευματικό επίπεδο. Ο σοσιαλισμός όμως εδώ πρέπει
να είναι Ελληνικός και να μην ακολουθή τα δόγματα του ευρωπαϊκού
σοσιαλισμού.
Θυμάμαι
ακόμα πως ύστερ’ από λίγες μέρες έγραψε ένα μεγάλο άρθρο, που ήταν σαν
να πούμε το σοσιαλιστικό – μεταρρυθμιστικό του credo. Με κάλεσε σπίτι
και μου το διάβασε και μου το έδωσε, να το δημοσιεύσω στην εφημερίδα που
ήμουνα ο πολιτικός διευθυντής της. Δεν ήθελα να τον πικράνω και να του
πω πως η δημοσίεψη του άρθρου του δεν ήταν εύκολη. Προσπάθησα να τον
πείσω πως καλύτερα θα ήταν να δημοσιεύονταν σε μιαν άλλη εφημερίδα. Δεν
επέμεινε και πράγματι δημοσιεύθηκε στην «Αθηναϊκή», πετσοκομμένη όμως από τη λογοκρισία. Ο ίδιος μου έφερε την άλλη μέρα ένα αλογόκριτο φύλλο, που το κράτησα στο αρχείο μου. Από τότε βλεπόμαστε ταχτικά.
Προσπαθούσε,
πάντα όμως ευγενικά και συζητώντας ήρεμα, να με καταφέρη να αλλάξω
ιδέες, να μην είμαι τόσο ριζοσπαστικός… Το ίδιο έκανα κι εγώ. Του έλεγα
πως πρέπει να τρέξη ακόμα πιο πολύ για να μας φτάση. Είπαμε κι άλλα πολλά. Με κοίταζε κατάματα. Άμα τελείωσα, με κράτησε λίγο σιωπή και ύστερα μου απάντησε:
«Είστε σαν το Σκληρό, πολύ θεωρητικός. Βάνετε τα πράγματα σε καλούπια. Βλέπετε τάξεις. Ενώ υπάρχει μία τάξη – ο λαός.
Μα κι αν η θεωρία σας ήταν σωστή, πάλι δεν μπορεί να εφαρμοστή στην
Ελλάδα. Ακόμα σε μας δεν ωρίμασαν οι όροι. Ακόμα η Φυλή μας έχει πολλά
να πραγματοποιήση. Την περιτριγυρίζουν ένα σωρό εχθροί. Ο άκρατος
σοσιαλισμός θα βλάψη τον τόπο μας. Τι να σας πω, ο διεθνισμός με τρομάζει. Δεν συμφωνώ, προχωρείτε πολύ…»
Όσο όμως
διαφωνούσαμε, δεν κόψαμε τις σχέσεις. Ο Δραγούμης, αν και δεν ήταν
λαϊκός τύπος και κρατούσε πάντα το ύφος του αριστοκράτη, δεν ήταν
αντιπαθητικός. Τραβούσε το συνομιλητή του, γιατί στο βάθος ήταν ένας
ιδεαλιστής που πίστευε σ’ αυτά που σκεφτόταν και έλεγε. Προσπαθούσε όσο
μπορούσε να μην πειράξη, να μην πικράνη. Και πάντα φρόντιζε να μην του
ξεφύγει κανένας πειραχτικός λόγος. Οι ιδέες του αλλουνού του ήταν
σεβαστές. Ο Ραμάς κοίταζε να κάνη πνεύμα και να γελοιοποιήση τις
σοσιαλιστικές ιδέες, ο Δραγούμης τις συζητούσε με ηρεμία. Βέβαια, σαν
άνθρωπος, και θύμωνε και εξάπτονταν, μα δεν ήταν κακός και επιθετικός.
Και όμως ο
εξαιρετικός αυτός άνθρωπος, ο ευγενικός στοχαστής, ο τίμιος πολιτικός
και ο φανατικός ιδεαλιστής, δεν μπόρεσε να προσφέρη τις υπηρεσίες του
στον τόπο αυτόν που τόσο τον αγάπησε. Αυτός, που μέσα στον
αντιβενιζελισμό ήταν μια εξαιρετική φυσιογνωμία, έπεφτε αιματοκυλισμένος
(31 Ιουλίου/13 Αυγούστου 1920) στην οδό Κηφισιάς από το εκτελεστικό
απόσπασμα…
Ο πολιτικός
και κομματικός φανατισμός, όταν μαθεύτηκε η απόπειρα κατά του Βενιζέλου
που έγινε στη Γαλλία, διάλεξε έναν από τους καλλίτερους και τιμιώτερους
αντιπάλους του Βενιζελισμού για να τον θυσιάση στο βωμό του μίσους και
της αντεκδίκησης.
ΕΘΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ
ΑΙΩΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου