Τοῦ Μάνου Ν. Χατζηδάκη, Προέδρου Δ.Σ τοῦ ΕΠΟΚ
Κατά τήν διάρκεια των 1129 ἐτῶν βίου τοῦ Κράτους πού συμβατικά ἀποκαλοῦμε «Βυζαντινή Αὐτοκρατορία», οἱ «Βυζαντινοί» οὐδέποτε αὐτοπροσδιορίσθηκαν ἔτσι. Ὁ ὅρος ἴσχυε μόνο γιά τούς κατοίκους τῆς Πρωτεύουσας (Βασιλεύουσας) πού ἱδρύθηκε στήν ἀρχαία ἑλληνική πόλι τοῦ Βυζαντίου. Ὅπως γράφει ὁ Διονύσιος Ζακυθηνός «Κατ’ αὐτούς, Βυζάντιον, Βυζαντίς, Βυζαντίων πόλις ἦτο ἡ Κωνσταντινούπολις, Βυζάντιος δέ ὁ κάτοικος αὐτῆς».[1]
Ἀπό τούς Λατίνους Romani στούς Ἕλληνες “Ρωμαίους”
Ὅταν τό ἔτος 212, ὁ Ρωμαῖος Αὐτοκράτωρ Καρακάλας ἀπένειμε μέ νόμο τήν ἰδιότητα τοῦ “Ρωμαίου πολίτου” σέ ὅλους τούς ἐλευθέρους ὑπηκόους τῆς Αὐτοκρατορίας ἀνεξαρτήτως ἐθνικῆς καταγωγῆς, ὁ ὅρος “Ρωμαῖος” ἔπαυσε νά ἀποτελῆ ἐθνικό αὐτόπροσδιορισμό του λαοῦ ἀπό τό Λάτιον πού εἶχε ἕδρα τήν Ρώμη. “Ρωμαίοι” πλέον ὀνομάσθηκαν ὅλοι οἱ ἐλεύθεροι κάτοικοι τῆς Αὐτοκρατορίας, εἴτε ἦσαν Λατίνοι, εἴτε Ἕλληνες, Γαλάτες, Αἰγύπτιοι, Σύριοι κ.ο.κ. Ὁ ὅρος ἀπεθνικοποιήθηκε καί ἔλαβε πολιτική σημασία. Παράλληλα, ὁ ὅρος «Ἕλλην» ἀπό τόν 1ο μ.Χ. αἰώνα ἤδη ἀπώλεσε παντελῶς τό ἐθνικό νόημά του καί ἄρχισε νά προσλαμβάνη θρησκευτικό χαρακτήρα καί νά χαρακτηρίζη τούς εἰδωλολάτρες ἀνεξαρτήτως φυλῆς ἤ γλώσσας καί νά «διαγράφεται σιγά - σιγά ἀπό τά πάτρια καί τίς μνῆμες» .[2]
Μέ τήν ἵδρυσι τῆς Κωνσταντινουπόλεως - «Νέας Ρώμης» στό ἑλληνικό Βυζάντιο τό 324, τό ἀνατολικό τμῆμα τῆς Αὐτοκρατορίας διαχωρίσθηκε διοικητικά ἀπό τό δυτικό. Ἡ ἐπικράτειά του ταυτίσθηκε μέ τήν Αὐτοκρατορία τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου καί τά βασίλεια τῶν ἐπιγόνων του. Δηλαδή μέ τόν Ἑλληνιστικό Κόσμο. Τόν 5ο αἰώνα ἐπῆλθε ἡ κατάλυσις τῆς Ρώμης καί τοῦ δυτικοῦ τμήματος τῆς Αὐτοκρατορίας ἀπό τά γερμανικά φύλα.
Ἔκτοτε τό ἀνατολικό τμῆμα ἔμεινε ἡ μόνη “Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία” καί οἱ Ἕλληνες ἤ ἐξελληνισμένοι ὑπήκοοί του, οἱ μόνοι «Ρωμαῖοι». Ὅπως τό διετύπωσε ὁ Ἰωάννης Καραγιαννόπουλος, ἐπρόκειτο γιά αὐτοκρατορία «ἑλληνική συγχρόνως καί ρωμαϊκή, ὕστατη κατάληξη τόσο τῆς ἑλληνικῆς ὅσο καί τῆς ρωμαϊκῆς ἱστορίας…».[3]
Παρά τόν ὁλοκληρωτικό ἐξελληνισμό τοῦ Κράτους οἱ Βυζαντινοί Αὐτοκράτορες παρέμειναν πεισματικά προσκολημένοι στήν διατήρησι τοῦ “ρωμαϊκοῦ κεκτημένου”. Ὁ Ἡράκλειος καί οἱ διάδοχοί του ὑπέγραφαν σέ ἄπταιστα ἑλληνικά «Πιστός ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ βασιλεύς καί αὐτοκράτωρ Ρωμαίων». Καί γιά τήν κρατική ἐπικράτεια ἐπικράτησε ὁ ἐξελληνισμένος ὅρος «Ρωμανία» ἀπό τό ἀρχικό λατινικό «Romania».
Καί ὅπως παρατηρεῖ ὁ Nikolae Iorga «ἐκείνη τήν ἐποχή γεννήθηκε τό ἑλληνικό κράτος, διότι οἱ ρωμαϊκές ἀναμνήσεις ὁλοένα καί χάνονταν καί ἀπέμενε μόνο τό ὄνομα ὡς εἰρωνεία».[4] Ἐπεξηγεῖ ὁ Διον. Ζακυθηνός: «Σύμφωνα πρός τήν θεμελιώδη περί κράτους καί οἰκουμένης θεωρίαν των, οἱ Βυζαντινοί ὑπελάμβανον ἐαυτούς διαδόχους ἀμέσους τοῦ Ρωμαϊκοῦ Κράτους καί συνεχιστᾶς τῆς Ρωμαϊκῆς παραδόσεως».[5]
Ἡ “ὡραία ἐκδίκηση τοῦ Ἑλληνισμοῦ πάνω στόν Ρωμαῖο κατακτητή”
Ὁ κάτοχος τοῦ τίτλου τοῦ Βασιλέως «τῶν Ρωμαίων», ἀπηχοῦσε τήν κεντρική κρατική ἰδεολογία τοῦ νομίμου κληρονόμου τῆς αὐτοκρατορικῆς οἰκουμενικῆς ἰδέας πού μεταβιβάσθηκε ἀπό τήν Ρώμη στήν Κωνσταντινούπολι ἀπό τόν Μέγα Κωνσταντῖνο.
Ἐπρόκειτο βέβαια γιά ξεκάθαρα πολιτικό καί ὄχι ἐθνικό προσδιορισμό, ἀφοῦ καί κατά τόν H. G. Wells: «Τό κράτος αὐτό ἦταν ἑλληνικό καί ὄχι λατινικό. Οἱ Ρωμαῖοι εἶχαν ἔλθει καί εἶχαν παρέλθει».[6] Κατά τήν ἐπιτυχή λοιπόν διατύπωσι τοῦ καθηγητοῦ Ἰωάννου Καραγιαννόπουλου τό Κράτος αὐτό «ἀποτελεῖ τήν ὡραία ἐκδίκηση τοῦ Ἑλληνισμοῦ πάνω στόν Ρωμαῖο κατακτητή: Graecia capta, ferum victorem cepit.[7] Τά λόγια τοῦ ποιητῆ εἶναι σωστά, κυριολεκτοῦν ὅμως κυρίως γιά τό Βυζάντιο».[8]
Κατά τόν Veyne οἱ Ἕλληνες οἰκειοποιήθηκαν τό ὄνομα «Ρωμαῖος» ὅταν ἡ Αὐτοκρατορία ἐξελληνίσθηκε πολιτιστικά καί πολιτικά.[9] Ὅπως προσπάθησαν νά τό οἰκειοποιηθοῦν οἱ Φράγκοι τοῦ Καρόλου Α’ (800) καί τοῦ Ὄθωνος Α’ (962) πού στέφθηκαν «Imperatores Romanorum» (Αὐτοκράτoρες Ρωμαίων) καί ὁ δεύτερος ἵδρυσε τήν «Ἁγία Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία». Ἀκόμη καί οἱ Βούλγαροι τοῦ Συμεών[10] ἤ οἱ Σελτζούκοι[11] τό σφετερίσθηκαν.
Ὅσο Ρωμαῖοι ἦσαν οἱ Γερμανοί Καρολίδες καί Ὀθωνίδες τῆς “Ἁγίας Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας”, ἄλλο τόσο ἦσαν οἱ Ἕλληνες τῆς “Βυζαντινῆς” Αὐτοκρατορίας. Γι΄αὐτό ἀπό τό ἔτος 812 ὁ τίτλος «Βασιλεύς τῶν Ρωμαίων» ἀπό περιστασιακός, γίνεται μόνιμος καί συστηματικός, ὥστε νά διακρίνη τούς βυζαντινούς Αὐτοκράτορες ἀπό τούς “σφετεριστές” Φράγκους ἡγεμόνες τῆς Δύσεως. Μάλιστα, ὅπως ἐπισημαίνει ἡ Αἰκ. Χριστοφιλοπούλου: «Τήν ἀντιπαράθεσιν τῶν ὅρων Ἕλληνες - βάρβαροι, συμβολίζουσαν εἰς τόν ἀρχαῖον ἑλληνικόν κόσμον τήν ἀντίθεσιν πολιτισμοῦ καί ἀπαιδευσίας ἐν εὐρείᾳ ἐννοία, διεδέχθη εἰς τόν βυζαντινόν κόσμον ἡ ἀντίθεσις Ρωμαῖοι - βάρβαροι».[12]
Ρωμαϊκή κατ’ ὄνομα, Ἑλληνική κατ’ οὐσίαν
Ὁ αὐτοπροσδιορισμός λοιπόν τῶν βυζαντινῶν ὡς «Ρωμαίων» δέν ἦταν ἐθνικός ἀλλά ἰδεολογικοπολιτικός. Αὐτό ἀδυνατεῖ νά ἀντιληφθῆ ὁ A. Kaldellis, ὁ ὁποῖος ἀποκαλεῖ τό Βυζάντιο, «ἔθνος - κράτος τῶν Ρωμαίων»[13], γεγονός πού, κατά τήν καθηγήτρια Averil Cameron: «ὑποστηρίζει ἐριστικά ἀλλά ὄχι καί πειστικά» καί τοῦ ἁπαντά ἡ ἴδια ὅτι ἕνας τέτοιος ἰσχυρισμός «θά ἐξέπληττε τούς ἴδιους τούς Βυζαντινούς».[14]
Παρατηρεῖ ὁ Georg Ostrogorsky: «Ὅσο καί ἄν τό Βυζάντιο γαντζωνόταν στήν ρωμαϊκή κληρονομιά γιά λόγους ἰδεολογικούς ἀλλά καί ἰμπεριαλιστικούς, δέν παύει ν’ ἀπομακρύνεται ὁλοένα στό κύλισμα τῶν αἰώνων ἀπό τίς ἀρχικές ρωμαϊκές τοῦ βάσεις, ἐνῶ ὁ ἐξελληνισμός του στήν κουλτούρα καί στή γλῶσσα συνεχίζεται θριαμβευτικά».[15]
Ὅπως μάλιστα προσθέτει ἡ Averil Cameron, παρότι οἱ βυζαντινοί «συνέχισαν νά αὐτοαποκαλούνται Ρωμαίοι… ἡ πλειονότητά τους ἦταν Ἕλληνες καί ἡ ἄκρως ἐκλεπτυσμένη γλῶσσα τῆς λογοτεχνίας καί τῆς διοίκησής τους ἦταν τά ἑλληνικά… Τό ἐκπαιδευτικό τους σύστημα βασιζόταν σχεδόν ἀποκλειστικά σέ ἑλληνικά πρότυπα».[16]
Τό ἴδιο ἐπισημειώνει ὁ Sylvain Gouguenheim γράφοντας ὅτι: «ἡ ὀνομασία “Ρωμαίοι” παραπέμπει σέ ἕνα πολιτικό πρόγραμμα καί σέ μία πολιτική κληρονομιά, πού υἱοθέτησαν οἱ ἡγέτες μίας αὐτοκρατορίας πού εἶχε καταστεῖ ἑλληνική λόγω γλώσσας καί κουλτούρας».[17]
Ἔτσι, κατά τόν Edwin Pears ἐνῶ ἡ Αὐτοκρατορία παρέμενε «Ρωμαϊκή κατ’ ὄνομα», δέν μπορεῖ νά ἀγνοηθῆ «σέ πόσο μεγάλο βαθμό ἡ Νέα Ρώμη καί τά ἐδάφη τῆς εἶχαν ἐξελληνιστεῖ». Καί συνεχίζει: «Ὡς ἐκ τούτου, δέν εἶναι ἐκπληκτικό ὅτι γιά τή Δύση στή διάρκεια ὀλόκληρου τοῦ Μεσαίωνα ἡ Αὐτοκρατορία ἦταν ἡ Ἑλληνική Αὐτοκρατορία, ὅπως καί ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἦταν ἡ Ἑλληνική Ἐκκλησία».[18]
Τα θεμέλια της νέας “βυζαντινής” ταυτότητος: ἑλληνισμός & ὀρθοδοξία
Ὁ Charles Diehl πρῶτος θά ἐπισημάνη ὅτι «περί τά μέσα τοῦ 9ου αἰώνα ὑπῆρχε πραγματικά μία βυζαντινή ἐθνικότητα πού εἶχε διαμορφωθεῖ ἀργά μέσα ἀπό τά γεγονότα» ἡ ὁποία βασίσθηκε σέ δύο στοιχεῖα: «τήν κοινή σφραγίδα τοῦ ἑλληνισμοῦ καί τήν κοινή ὁμολογία τῆς ὀρθοδοξίας»[19]
Αὐτό -κατά τήν Gill Page- δημιούργησε μία νέα «ἐθνοτική ρωμαϊκή ταυτότητα» γιά τήν ὁποία ἡ Ὀρθοδοξία ἀποτελοῦσε «σημαντικότατο συστατικό» καί «ἡ ἑλληνομάθεια εἶχε θεμελιακό χαρακτήρα»[20]. Αὐτήν λοιπόν τήν νέα ταυτότητα ἐξέφρασε πλέον ὁ ὅρος «Ρωμαῖος» (ἤ «Ρωμιός» κατά δημώδη ἑλληνική παραφθορά) πού κατά τόν Διονύσιο Ζακυθηνό προσδιόριζε «τόν ἐπικρατέστερον ἐθνικῶς, γλωσσικῶς καί πολιτιστικῶς λαόν τῆς πρωϊμου Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας, τούς Ἕλληνας».[21]
Ἔτσι, κατά τήν περίοδο τῆς μακεδονικῆς δυναστείας ἀναπτύχθηκε κατά τόν Sylvain Gouguenheim «ἕνας “ἑλληνοβυζαντινός πατριωτισμός”, βασιζόμενος στίς δύο θεμελιώδεις ἀρχές τῆς ἑλληνικότητας καί τῆς ὀρθοδοξίας».[22]
Ὁ ὅρος «Ρωμαῖος» προσέλαβε σταδιακά ἐθνικό περιεχόμενο. Δέν ἐξέφραζε τόν ὁποιοδήποτε ὑπήκοο τῆς Αὐτοκρατορίας. Ὅπως ἐξηγεῖ ἡ Αἰκατερίνη Χριστοφιλοπούλου: «Δηλώνονται ἔτσι οἱ Ἕλληνες καί οἱ ἀπό τό παλαιό πληθυσμικό ὑπόστρωμα ἐξελληνισμένοι καί πολιτισμικά ἀφομοιωμενοι, ὄχι ὅμως καί οἱ ξένες ἐθνότητες, χριστιανικές καί μή, πού ἐγκαταστάθηκαν στά αὐτοκρατορικά ἐδάφη».[23]
Ἀρμενιοι, Σύριοι, Ἴσαυροι, Βούλγαροι ὑπήκοοι κ.λπ. ἀπεκαλοῦντο «μιξοβάρβαροι». Μόνο οἱ ὀρθόδοξοι πού εἶχαν μητρική γλῶσσα τά ἑλληνικά ἀπεκαλοῦντο Ρωμαίοι.
«Ἄν λοιπόν τό κράτος τοῦ Βοσπόρου ξεκίνησε τή ζωή του μ’ ἔνα ρωμαϊκό κρατικό σκελετό, ἡ ψυχή του ὅμως, τό πολιτιστικό του κλίμα ἦταν κατ’ ἐξοχήν ἑλληνικό»[24]
Ἐν τέλει, κατά τόν Karl Krumbacher ὁ ὅρος «ἐσήμαινε τόν Ἕλληνα καθόλου, τόν χριστιανόν φυσικά Ἕλληνα».[25] Εὐφυῶς λοιπόν ὁ August Heisenberg χαρακτήρισε τήν Βυζαντινή Αὐτοκρατορία ὡς «τό ἐκχριστιανισθέν Ρωμαϊκό Κράτος τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους».[26]
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] «Βυζαντινή Ἱστορία 324 - 1071» σελ. 10. Μέ εὐρεία ἔννοια ὁ ὅρος «Byzantinus» χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά, γιά νά περιγράψη τούς διαφυγόντες Ἕλληνες λογίους στήν Ἰταλία, μετά τήν ἅλωσι τῆς Κωνσταντινουπόλεως τό 1453. Ἔτσι, ὁ νεολογισμός «Βυζάντιο» - «Βυζαντινός» χρησιμοποιήθηκε ὡς ἐπιστημονικός ὅρος γιά πρώτη φορά ἀπό τόν Hieronymus Wolf τό 1562 (Byzantinae Historiae). Σταδιακά ὁ ὅρος ἐπικράτησε στήν ἐπιστημονική κοινότητα. Θεωροῦμε ὅτι -ἄν καί εἰσαγόμενος- ὁ ὅρος «Βυζαντινός» δέν εἶναι ἀπόλυτα ἀδόκιμος Διότι παράγεται ἀπό τήν ὀνομασία τῆς ἑλληνικῆς πόλεως ἡ ὁποία ὑπῆρξε τό ἐπίκεντρο τοῦ πολιτισμοῦ του. Ὅπως π.χ., οἱ Μυκηναῖοι Ἕλληνες οὐδέποτε αὐτοαπεκλήθησαν ἔτσι. Ὀνόμαζαν τούς ἑαυτούς τούς Ἀργείους, Δαναούς ἤ Ἀχαιούς. Ὁ πολιτισμός τους ἀπεκλήθη “Μυκηναϊκός” διότι ἐπίκεντρο καί ἄτυπη πρωτεύουσά του ὑπῆρξαν οἱ Μυκῆνες, ὅπως ἀκριβῶς συνέβη καί μέ τό Βυζάντιο.
[2] Ἑλένη Γλύκατζη - Ἀρβελέρ «Ἑλληνισμός καί Βυζάντιο» Γενική Εἰσαγωγή στήν «Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους», Τόμος Ζ’. Τόν 6ο αἰώνα ὁ Ἰωάννης Μόσχος χαρακτηρίζει ἔτσι τούς Ἄραβες, τόν 9ο αἰώνα ὁ Φώτιος ἀναφέρει ἔτσι τούς παγανιστές Ρῶς (πρίν ἐκχριστιανισθοῦν). Καί τόν 11ο αἰώνα ὁ Μιχαήλ Ψελλός ἀποκαλεῖ ἔτσι τούς Κινέζους (!).Ὅπως γράφει ὁ Διον. Ζακυθηνός: «τό ὄνομα Ἕλλην, συνδεθέν ἀπό τῶν πρώτων χριστιανικῶν χρόνων μετά τῆς θρησκευτικῆς ἐννοίας… περιέπεσεν εἰς ἀφάνειαν» («Βυζαντινή Ἱστορία 324 - 1071» σελ. 14 – 15) 12).
[3] «Τό Βυζαντινό Κράτος» σελ. 124.
[4] «Histoire de la vie byzantine - Empire et civilisation» Vol. 1, σελ 294.
[5] «Βυζαντινή Ἱστορία 324 - 1071» σελ. 13.
[6] «The Outline of History» (1920).
[7] Πρόκειται γιά τά λόγια τοῦ Ρωμαίου ποιητοῦ Ὀρατίου (65 π.Χ. - 8 π.Χ.) πού σημαίνουν: «Ἡ ὑποδουλωθεῖσα Ἑλλάς, τόν ἄγριο νικητή της ἐδάμασε».
[8] «Τό Βυζαντινό Κράτος» σελ. 57 - 58.
[9] P. Veyne «L'empire gréco-romain», Éditions du Seuil, Paris, 2005.
[10] Ὑπενθυμίζουμε ὅτι ὁ Συμεών αὐτοανακηρύχθηκε «βασιλεύς Ρωμαίων καί Βουλγάρων» ἀναγκάζοντας τόν Αὐτοκράτορα Ρωμανό Α’ νά τοῦ γράψη: «Ποίων δέ Ρωμαίων ἑαυτόν ἀποκαλεῖς βασιλέα; Τῶν παρά σοῦ κρατηθέντων ἤ ἀπίστοις ἔθνεσιν ἐκδοθέντων καί πρός δουλείαν κατακριθέντων;»
[11] Τό πρῶτο Σελτζουκικό Κράτος πού ἱδρύθηκε τό 1077 καί διήρκεσε μέχρι τό 1307 στήν Μικρά Ἀσία ὀνομάσθηκε χαρακτηριστικά «Σουλτανᾶτο τοῦ Ρούμ». Καί ὅρος "Ρούμ" προέρχεται ἀπό τήν ἀραβική λέξι γιά τούς Ρωμαίους. Ἀκόμη καί οἱ Σελτζοῦκοι Τοῦρκοι λοιπόν προσπάθησαν νά ἐκμεταλλευθοῦν πολιτικά τήν ρωμαϊκή κληρονομιά…
[12] «Βυζαντινή Ἱστορία», Β1 σελ. 242 - 243. Τοῦτο ἐπιβεβαιώνει καί ἡ Gill Page ἡ ὁποία γράφει ὅτι στήν «διχοτομία Ρωμαίων/βαρβάρων» κυρίαρχο ρόλο διεδραμάτιζαν «ἡ Ὀρθοδοξία, τά ἑλληνικά ὡς πρώτη γλῶσσα» («Οἱ Ἕλληνες πρίν τοῦ Ὀθωμανούς - Ὁ ἐθνισμός στό ὕστερο Βυζάντιο» σελ. 60).
[13] «Hellenism in Byzantium: The Transformations of Greek Identity and the Reception of the Classical Tradition». Εἶναι πράγματι νά ἀπορῆ κανείς πῶς ἕνας ἐπιστήμων υἱοθετεῖ τόσο ἀντιεπιστημονικές θέσεις, ἀποκαλώντας «ἔθνος - κράτος τῶν Ρωμαίων» μία οἰκουμενική αὐτοκρατορία, στήν ὁποία δέν ὑπῆρχε πλέον ἴχνος ἐθνοτικά Ρωμαίων καί σχεδόν πλήρης ἄγνοια τῆς λατινικῆς, ἀρκούμενος μόνος στό ὅτι γιά πολιτικούς λόγους οἱ βυζαντινοί ἀποκαλοῦσαν τούς ἑαυτούς τους ἔτσι…
[14] «Ἡ ἀξία τοῦ Βυζαντίου» σελ. 132.
[15] «Ἱστορία τοῦ Βυζαντινοῦ Κράτους» Τόμος πρῶτος, σελ. 90.
[16] «Ἡ ἀξία τοῦ Βυζαντίου» σελ. 150 - 151.
[17] «Ἡ Δόξα τῶν Ἑλλήνων» σελ. 57.
[18] «Ἡ Καταστροφή τῆς Ἑλληνικῆς Αὐτοκρατορίας» σελ. 23, 24, 25.
[19] «Ἱστορία τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας», Τόμος Α’ σελ. 45, 59.
[20] «Οἱ Ἕλληνες πρίν τοῦ Ὀθωμανούς - Ὁ ἐθνισμός στό ὕστερο Βυζάντιο» σελ. 75, 77.
[21] «Βυζαντινή Ἱστορία 324 - 1071» σελ. 13.
[22] «Ἡ Δόξα τῶν Ἑλλήνων» σελ. 71 - 72.
[23] Αἰκ. Χριστοφιλοπούλου «Βυζαντινή Ἱστορία», Β2 σελ. 267 - 268.
[24] Πανεπιστημίου τοῦ Καίμπριτζ «Ἡ Ἱστορία τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας» Μέρος Πρῶτο: «Τό Βυζάντιο καί οἱ γείτονές του», Πρόλογος, σελ. 14
[25] «Ἱστορία Βυζαντινῆς Λογοτεχνίας», Ι’ σελ. 24.
[26] «Staat und Gesellschaft des byzantinischen Reiches, Die Kultur der Gegenwart» σελ. 364.
Διαβάστε περισσότερα στο βιβλίο του Μάνου Ν. Χατζηδάκη "ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΚΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ 324-1081: Από τον Μέγα Κωνσταντίνο έως την άνοδο των Κομνηνών (Εκδόσεις ΠΕΛΑΣΓΟΣ, Χαρ.Τρικούπη 14 Αθ'ηνα. Τηλ. 2106440021
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου