Στις 2 Νοεμβρίου τα ιταλικά στρατεύματα μετά
καταιγισμό πυροβολικού και αεροπορική συνεργασία άσκησαν πίεση στον υποτομέα
Σουδενών και Καλπακίου και το απόγευμα κατάφεραν να καταλάβουν το σημαντικό
ύψωμα Γκραμπάλα (υψόμετρο 1201 μέτρα). Ωστόσο, την επόμενη ημέρα με σφοδρή
αντεπίθεση του 15ου Συντάγματος υπό τον ταγματάρχη Κωνσταντίνο
Πανταζή έγινε ανακατάληψη του υψώματος. Την ίδια ημέρα οι ιταλοί επαναλαμβάνουν
την πίεση στο υποτομέα αλλά οι επιθέσεις τους αποκρούονται. Ειδικότερα στις 3
το απόγευμα τάγμα Βερσαλλιέρων με γύρω στα 65 άρματα μάχης επιτίθεται στο ύψωμα
Καλπακίου που υπεράσπιζε το 1ο τάγμα του 40ου Συντάγματος
Ευζώνων με έδρα την Άρτα και επικεφαλής τον Tαγματάρχη Αλέξανδρο Χρυσοχόου. Μετά την αποτυχία τους τα επιστρέφοντα άρματα δέχονται
ομοβροντίες από επτά πυροβολαρχίες εγκαταστημένες στη Γκρίμπιανη με διοικητή
τον ταγματάρχη πυροβολικού Δημήτριο Κωστάκη γνωστό για την ευστοχία του.
Στις 7 Νοεμβρίου οι Ιταλοί εξαπέλυσαν και
νέα επίθεση κατά του υποτομέα Σουδενών και κατέλαβαν τη Γκραμπάλα που ωστόσο
ανακαταλήφθηκε με κεραυνοβόλο αντεπίθεση των Ελλήνων. Στις 8 Νοεμβρίου η
κατάσταση είχε σταθεροποιηθεί και ο Χ. Κατσιμήτρος διέταξε την διενέργεια
αντεπιθέσεων ευρείας κλίμακας που θα άρχιζαν στις 14 του ίδιου μήνα και θα
μετέτρεπαν τον αγώνα από αμυντικό σε επιθετικό για την εκδίωξη των εισβολέων
πέραν των συνόρων αλλά και την καταδίωξη τους εντός του αλβανικού εδάφους.
Ειδικότερα η μεραρχία ακολούθησε στο σύστημα της προσβολής των πλευρών και
νότων του εχθρού μέσω ελιγμών από ελαφρά οπλισμένα και επομένως ευκίνητα τμήματα.
Μια από τις κατευθύνσεις ήταν αυτή του άξονα Δολιανά-Κουτσόκρανο που προϋπέθετε
την εκκαθάριση της περιοχής Βήσσανης-Ρονίτσας-Δελβινακίου. Η Ρονίτσα είναι ύψωμα
νοτιοδυτικά της Βήσσανης (βλ. χάρτη).
Σύνθεση δυνάμεων που έλαβαν μέρος στη μάχη της Βήσσανης
Επικεφαλής της διλοχίας του Ανεξάρτητου Τάγματος
προκαλύψεως Δελβινακίου ήταν ο ταγματάρχης Τζανής Αλιβιζάτος. Ο 3ος
λόχος είχε επικεφαλής τον Λοχαγό Χρήστο Παπακώστα και διέθετε διμοιρία πολυβόλων
στο Σταυροσκιάδι και φυλάκια στους Δρυμάδες και Μακρύκαμπο. Διοικητής του 2ου
λόχου ήταν ο λοχαγός Κωνσταντίνος Γιαννόπουλος και διέθετε διμοιρία πολυβόλων
στους Ποντικάτες και φυλάκια στο Ορεινό, Σκίπη, Παναγιά, Κακαβιά και Κατούνα. Ο
1ος λόχος με επικεφαλής τον υπολοχαγό Κωνσταντίνο Παπαδήμα με
διμοιρία πολυβόλων στην Καστάνιανη και φυλάκια από την Αγία Μαρίνα μέχρι τη
Βάλτιστα (ανατολικά της Μουργκάνας) δεν ενεπλάκη στη μάχη της Βήσσανης.
Στη μάχη της Βησσάνης έλαβαν μέρος εκτός
από την προαναφερόμενη διλοχία, ένας Λόχος του 1ου Τάγματος του 40ου
Συντάγματος και ο προσκολληθείς και
διαδραματίσας κρίσιμο ρόλο 6ος Λόχος του 15ου Συντάγματος
Πεζικού με έδρα τα Γιάννενα και επικεφαλής τον Λοχαγό Δημήτριο Καραχάλιο. Η συνολική δύναμη του σχηματισμού ανερχόταν
περίπου σε 400 μαχητές.
Στο Ανεξάρτητο Τάγμα συμμετείχαν από τη
Βήσσανη 30 άνδρες και συγκεκριμένα ο ανθυπολοχαγός Στέφανος Βοσινάκης, οι λοχίες
Μιχαήλ Μέντζος, Ελευθέριος Μαρούκης, Παναγιώτης Μπούτζος, Απόστολος Κωτσάκης,
Φίλιππος Γκαμπάλιος, Σταύρος Βασαγιάννης, οι δεκανείς Γεώργιος Στάθης, Νικόλαος
Βαϊμάκης, Ανδρέας Πατσούρας, Χρήστος Αρχιμανδρίτης, Απόστολος Τζάκος και οι
οπλίτες Παντελής Άρμπυρος, Θωμάς Κωτσάκης, Ευάγγελος Ράπτης, Όμηρος
Παπαγεωργίου, Χρήστος Χατζής, Κων/νος Χαρισιάδης, Γεώργιος Νεοφώτιστος, Νικόλαος
Μπούσιας, Χριστόφορος Τσάτσικας, Δημοσθένης Στούπης, Παντελής Κασιάνης, Ιωάννης
Ράπτης, Παντελής Καββάκος, Αλέξανδρος Τζάκος, Ματθαίος Βαϊμάκης, Βασίλειος Μηλιώνης,
Ιωάννης Βέης, και Κωνσταντίνος Γκορίτσας.
Στην παραπάνω δύναμη συμμετείχαν και
στρατιώτες από άλλα χωρία και συγκεκριμένα Λίμνη 6, Λαχανόκαστρο 10, Άγιος
Κοσμάς 6, Γεροπλάτανος 8, Μερόπη 7, Καστάνιανη 12, Περιστέρι 15, Αγία Μαρίνα
16, Κοσοβίτσα Βορείου Ηπείρου 1, Βασιλικό 16, Λάβδανη 18, Κρυονέρι 3, Δρυμάδες
4, Κακόλακκος 2, Φαράγγιον 8, Ξηρόβαλτος 2, Άνω Ραβένια 7, Κάτω Ραβένια 9,
Αργυροχώριο 9, Κτίσματα 9, Σιταριά 9, Στρατινίστα 4, Σταυροσκιάδι 3,
Ψηλόκαστρο 4, Μαυρονόρος 2, Ποντικάτες 5, Βάλτιστα 6, Μαυροβούνι 2,
Παλαιόπυργος 4, Παρακάλαμος 9, Κάτω Μερόπη 6, Ορεινό 3, Πωγωνιανή 8. Εξάλλου
από την επαρχία Δωδώνης συμμετείχαν στρατιώτες από Δολιανά 4, Ασπροχώρι 2, Ελευθεροχώρι
4, Βαρνάδες 1 και Πετροβούνι 1. Επίσης
από Μεσολόγγι 2, Τριχωνίδα 1 και Κέρκυρα
1.
Για τους τόπους προέλευσης των ανδρών του
Λόχου της 1ου Τάγματος του 40ου Συντάγματος Ευζώνων και του
6ου λόχου του 15ου Συντάγματος δεν υπάρχουν στοιχεία.
Η μάχη της Βήσσανης
Η Βήσσανη και τα γύρω υψώματα είχαν
καταληφθεί από ιταλικά στρατεύματα δυνάμεως Τάγματος κατά της πρώτες ημέρες
υποχωρητικών ελιγμών των ελληνικών τμημάτων προκαλύψεως που διήρκεσαν από τις
28 Οκτωβρίου μέχρι τις 13 Νοεμβρίου 1940 δεδομένου ότι την επόμενη μέρα άρχισε
η νικηφόρα αντεπίθεση των ελληνικών δυνάμεων. Τα ιταλικά τμήματα ανήκαν στην
23η Ορεινή Μεραρχία Πεζικού «Φερράρα» με επίστρατους κυρίως από το
Μπάρι και τη γειτονική περιοχή του οροπεδίου Murge και επικεφαλής τον Στρατηγό Λυκούργο Ζανίνι. Η
Μεραρχία είχε δύναμη 16.000 ανδρών από τους οποίους 3.500 αλβανοί και είχε
υπαχθεί σε ευρύτερο στρατιωτικό σχηματισμό που για προπαγανδιστικούς λόγους είχε
ονομαστεί Σώμα Στρατού Τσαμουριάς. Στο σχολείο, το παρθεναγωγείο και τη στέρνα
δίπλα στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου της Βήσσανης οι Ιταλοί είχαν εγκαταστήσει
μονάδες ορεινού πυροβολικού και πολυβόλων για τον έλεγχο της ευρύτερης περιοχής.
Στις 19 Νοεμβρίου και περί ώρα 2:00 πρωινή
η διλοχία του ανεξάρτητου Τάγματος Δελβινακίου και ο 6ος λόχος του 15ου Συντάγματος Πεζικού διατάχθηκαν
από τον Αντισυνταγματάρχη Μαρδοχαίο Φριζή που είχε την ευθύνη όλων τμημάτων
πεζικού και πυροβολικού της περιοχής Δελβινακίου να διέλθουν τον ποταμό Γορμό που
αποτελεί παραπόταμο του Καλαμά και να ανακαταλάβουν τη Βήσσανη και τα γύρω
υψώματα. Στο πλαίσιο αυτής της διαταγής αποφασίστηκε η διέλευση του ποταμού
από ανατολή προς δύση από δύο σημεία. Έτσι
ο 6ος Λόχος του 15ου Συντάγματος μαζί με διμοιρία
πολυβόλων διήλθε τον ποταμό σε θέση κατά τη γραμμή Κάτω Ραβένια-Άγιος Βασίλειος
και κατέλαβε υψώματα δεσπόζοντα της δυτικής όχθης του ποταμού και με τον τρόπο
αυτό διευκόλυνε τη διάβαση και της υπόλοιπης δύναμης από το προβλεπόμενο σημείο
στο ύψος του χωριού Λίμνη. Ωστόσο τούτο δεν ήταν ευχερές αφού το ύψωμα Ψηλή
Ράχη και το χωριό κατέχονταν από ιταλικές δυνάμεις. Πράγματι και στις δύο
προσπάθειες διάβασης το Τάγμα είχε απώλειες 4 νεκρούς και περί τους 20
τραυματίες. Ωστόσο η Διοίκηση Πεζικού της 8ης Μεραρχίας αρνήθηκε να επιτρέψει
στο υπόλοιπο του Τάγματος να διέλθει από άλλη διάβαση καλυμμένη από βλάστηση
και ως εκ τούτου μη προσβαλλόμενη ευχερώς από τον εχθρό. Προφανής αιτία της
άρνησης ήταν το γεγονός ότι η εναλλακτική αυτή διάβαση δεν ήταν σημειωμένη στο
χάρτη και υπήρχε κίνδυνος το βάθος του ποταμού να προκαλούσε πνιγμούς ενώ στις
σημειωμένες διαβάσεις το βάθος δεν υπερέβαινε το ένα μέτρο. Κατόπιν τούτου
μέρος του τάγματος είχε καθηλωθεί ανατολικά του ποταμού ενώ το τμήμα που είχε
διέλθει παρέμενε στις θέσεις του σφυροκοπούμενο από πυρά πυροβολικού, όλμων και
αυτομάτων όπλων των ιταλικών δυνάμεων που βρίσκονταν στο ύψωμα Ψηλή Ράχη.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο 6ος
Λόχος αντί να διέλθει τον ποταμό στο σημείο για το οποίο είχε διαταχθεί,
παρεξέκλινε λόγω εσφαλμένου προσανατολισμού του οπλίτη από τη Βήσσανη που είχε
ζητήσει ως οδηγό και τούτο εξαιτίας του σκότους. Η απόκλιση αυτή προκάλεσε
αραίωση των ελληνικών δυνάμεων και δυσχέρανε την ανακατάληψη της Βήσσανης.
Συγκεκριμένα η διέλευση έγινε δύο χιλιόμετρα βορειότερα και όταν τούτο έγινε αντιληπτό ο λόχος έκανε
λοξή στροφή αριστερά προς την κατεύθυνση του υψώματος Καγιούνενα οπότε όμως
δέχθηκε πλευρικά πυρά αντεπίθεσης από εχθρική δύναμη ενός Τάγματος. Την 8:30 πρωινή
ώρα ο λόχος κατέλαβε το εν λόγω ύψωμα που βρίσκεται Βόρειο-ανατολικά της
Βήσσανης όπου ακολούθησε συμπλοκή με δύναμη του εχθρού αποτελούμενη από δύο
λόχους που εκδιώχθηκαν από την τοποθεσία αυτή. Έτσι διευκολύνθηκε η διάβαση
του ποταμού από τις υπόλοιπες δυνάμεις του ανεξαρτήτου Τάγματος που κατέλαβε
και άλλα υψώματα βορειότερα αυτού που βρίσκεται κοντά στο εξωκλήσι του Αγίου
Αθανασίου.
Οι απώλειες του 6ου Λόχου ήταν
μόνο ένας ελαφρά τραυματισμένος και τούτο οφείλεται μάλλον στην ταχύτητα της
πορείας και τον αιφνιδιασμό του εχθρού που κατά τη φάση αυτή είχε 20 νεκρούς
από τους οποίους δύο αξιωματικοί και 30 αιχμάλωτοι που παραδόθηκαν προς φύλαξη
στο ανεξάρτητο Τάγμα Δελβινακίου.
Στη συνέχεια ο Λόχος
απέκρουσε βέβαια την αντεπίθεση των Ιταλών αλλά καθηλώθηκε στη θέση αφού
υφίστατο αρκετές απώλειες δεδομένου ότι τραυματίστηκε ο διοικητής του Δ.
Καραχάλιος, δύο αξιωματικοί διμοιρίτες και 40 οπλίτες από τους οποίους τέσσερις
θανάσιμα. Ωστόσο, το αίτημα του 6ου Λόχου προς το ανεξάρτητο Τάγμα
που εκείνη τη στιγμή δεν υφίστατο πίεση, για ενίσχυση των νώτων του δεν
φαίνεται να βρήκε ανταπόκριση αλλά μόνο παρότρυνση για παραμονή στα
καταληφθέντα υψώματα. Και ναι μεν οι εχθρικές επιθέσεις αποκρούονταν αλλά οι
απώλειες του λόχου αυξάνονταν και τα πυρομαχικά εξαντλούνταν χωρίς και πάλι
ανταπόκριση από το ανεξάρτητο Τάγμα με συνέπεια ο διοικητής του Λόχου να
συστήσει οικονομία και εκδίωξη του εχθρού με τη φωνή «εφ’ όπλου λόγχη – Αέρα».
Η θέση εξακολούθησε να
κατέχεται μέχρι το απόγευμα και σ’ αυτό συνέτεινε η παραμονή στο πεδίο της
μάχης του τραυματισμένου Λοχαγού Δ. Καραχάλιου που δήλωσε στους στρατιώτες του
ότι δεν εννοεί να εγκαταλείψει το ύψωμα λέγοντας επί λέξει «εγώ θα μείνω εδώ
και αν θέλετε να αφήσετε τον λοχαγό σας να τον συλλάβουν αιχμάλωτο φύγετε». Η απάντηση
των στρατιωτών ήταν με μια κραυγή «Όχι δεν θα τον εγκαταλείψουμε, εδώ θα
πεθάνουμε όλοι» και πυροβολούσαν όρθιοι.
Όταν τελικά ο διοικητής του Τάγματος ήλθε
αυτοπροσώπως στο ύψωμα συνειδητοποίησε τη δυσχερή θέση στην οποία είχε περιέλθει
ο 6ος Λόχος και διέταξε την ενίσχυσή του με πυρομαχικά. Επίσης
διέταξε τον διοικητή του 3ου Λόχου Ευζώνων Λοχαγό Λέανδρο Δασκαλόπουλο
προκειμένου με ένα ουλαμό του Λόχου του να διαβεί τον ποταμό και να προστρέξει
προς ενίσχυση του 6ου Λόχου στο δεξιό του οποίου ο ουλαμός πράγματι
έφθασε τις απογευματινές ώρες. Έτσι ο 6ος Λόχος όχι μόνο απέφυγε να
συμπτυχθεί λόγω των απωλειών από τις συχνές επιθέσεις αλλά και να συγκρατηθεί
στις θέσεις του επιφέροντας σοβαρές απώλειες στον εχθρό.
Τελικά παρά την άρνηση της Μεραρχίας και
προκειμένου να ανακουφιστεί η δύναμη που είχε ήδη διέλθει τον Γορμό, έγινε
διάβαση και της υπόλοιπης δύναμης από το μη χαρτογραφημένο σημείο και περί
την 1:00 πρωινή ώρα της 20ης Νοεμβρίου άρχισε η κατάληψη των
υψωμάτων νότια της Βήσσανης.
Οι συγκρούσεις αυτής της ημέρας προκάλεσαν
αυξημένες ελληνικές απώλειες. Για το λόγο αυτό εκδόθηκε διαταγή για την ταφή
των νεκρών ελλήνων και ιταλών. Στη συνέχεια μετά από διαταγή του Αποσπάσματος
έγινε συνένωση της εναπομείνασας δύναμης του 6ου Λόχου με το ΙΙ
Τάγμα του 15ου Συντάγματος με επικεφαλής τον Ταγματάρχη Μάρκο Καραμαλέγκο.
Με τη συνεργασία του ουλαμού του 3ου Λόχου Ευζώνων συνεχίστηκε η
επίθεση και καταλήφθηκε η Βήσσανη και Λίμνη και τα γύρω υψώματα ενώ το Τάγμα
κατέλαβε τα υψώματα Κουγιούνενα, Προφήτης Ηλίας και την περιοχή νότια της
Βήσσανης. Συνελήφθησαν πολλοί αιχμάλωτοι και άφθονο πολεμικό υλικό. Οι εναπομείναντες
Ιταλοί για να αποφύγουν περικύκλωση και επωφελούμενοι από το εν τω μεταξύ
επελθόν σκότος κατέφυγαν στους Ποντικάτες αφήνοντας πίσω τους τμήματα θυσίας.
Επίσης καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας το πυροβολικό τους έβαλε κατά τακτά
χρονικά διαστήματα.
Ο ουλαμός υπό τον Λ. Δασκαλόπουλο κατέλαβε
και τα αντερείσματα βόρεια του χωριού Λίμνη, καθώς και το χωριό όπου συνέλαβε
περισσότερους από 100 Ιταλούς αιχμαλώτους.
Απώλειες μάχης
Στους νεκρούς της μάχης της Βήσσανης
εξέχουσα θέση κατέχει ο επικεφαλής Ταγματάρχης Τζαννής Αλιβιζάτος που είχε γεννηθεί
στα Δαμολιανάτα της Κεφαλλονιάς το 1899 και από μικρή ηλικία είχε την επιθυμία
να καταταγεί στο στράτευμα. Έτσι μετά τις γυμνασιακές σπουδές του εισήλθε στο Πολυτεχνείο,
το οποίο εγκατέλειψε για να καταταγεί ως εθελοντής στο Στρατό της Εθνικής
Άμυνας το 1917. Μετά από εξάμηνο ονομάστηκε έφεδρος ανθυπολοχαγός και τραυματίστηκε
στη μάχη του Σκρα (διαμπερές τραύμα δεξιού μηρού από θραύσμα οβίδας). Προτού
αναρρώσει τελείως επανήλθε στο Λόχο του και τοποθετήθηκε στο τμήμα στρατού κατοχής
Κωνσταντινουπόλεως. Στη συνέχεια ως Υπολοχαγός τοποθετήθηκε στη Μεραρχία Αρχιπελάγους
και πολέμησε σχεδόν σε όλες τις μάχες της Μικράς Ασίας όπου τραυματίστηκε τρεις
φορές
Το
1924 προήχθη σε λοχαγό και μονιμοποιήθηκε. Φοίτησε στη Σχολή Εφαρμογής Πεζικού
και κατόπιν στην Ακαδημία Πολέμου.
Τον Αύγουστο του 1940 τοποθετήθηκε από το
επιτελείο του Α΄ Σώματος Στρατού όπου είχε υπηρετήσει επί σειρά ετών ως επικεφαλής
του ανεξάρτητου Τάγματος Δελβινακίου υπαγόμενου στην 8η Μεραρχία. Έλαβε μέρος
στη μάχη Καλπακίου και του υψώματος Προφήτης Ηλίας Δολιανών. Εφονεύθη στο
εξωκλήσι Άγιοι Απόστολοι γύρω στις 2:00 το μεσημέρι στις 20 Νοεμβρίου τη στιγμή
που παρακολουθούσε με διόπτρα Zeiss
Ikon τις κινήσεις των
ιταλικών δυνάμεων στο ύψωμα απέναντι από το εξωκλήσι Αγίου Κοσμά δεχθείς σφαίρα
από ριπή πολυβόλου στον αριστερό οφθαλμό που διήλθε πρώτα από τον αριστερό αντικειμενικό
φακό της διόπτρας από παρακείμενη ακατοίκητη οικία όπου ενέδρευαν τρεις Ιταλοί
στρατιώτες. Ενταφιάστηκε στο χωριό Δολιανά.
Τη διοίκηση του Tάγματος ανέλαβε προσωρινά
παρά τον τραυματισμό του ο Λοχαγός Χρήστος Παπακώστας που ήταν επικεφαλής του 3ου
Λόχου προκαλύψεως. Ο Χ. Παπακώστας είχε γεννηθεί το 1900 στον Καταρράκτη Αγνάντων
Άρτης και πολεμήσει στην εκστρατεία της Μικράς Ασίας. Έλαβε μέρος μεταξύ άλλων
στη μάχη Σταυροσκιαδίου-Δρυμάδων και τη γενική αντεπίθεση Καλπακίου. Κατά τις
επιθετικές ενέργειες του λόχου ετίθετο επικεφαλής και παρέμενε πάντοτε όρθιος
κινούμενος προς τα τμήματα του εχθρού εμψυχώνοντας τους άνδρες του με τα λόγια
«Παιδιά όλες οι σφαίρες δεν σκοτώνουν». Εφονεύθη στις 28 Δεκεμβρίου 1940 κατά
τη διάρκεια επίθεσης επί αλβανικού εδάφους προς κατάληψη του υψώματος 1730
ανατολικά του χωριού Λέκλη (Lekël). Συγκεκριμένα εβλήθη στο στήθος από ριπή πολυβόλου στο ύψωμα
1615 Χόρμοβο (έκτοτε ύψωμα «Παπακώστα») νοτιοανατολικά του Τεπελενίου και ενταφιάστηκε
στο χωριό Λάμποβο (Ζάππα) που βρίσκεται βόρεια του Αργυροκάστρου.
Ο 2ος Λόχος είχε 10 νεκρούς από
τους οποίους ο διμοιρίτης ανθυπολοχαγός Κωνσταντίνος Παπαγεώργης της τάξης
1940 της Σχολής Ευελπίδων από τα Γαϊτανάκια Ζακύνθου που έπεσε στο ύψωμα του
Αγίου Αθανασίου στις 19 Νοεμβρίου. Στο ύψωμα Άγιος Σπυρίδων έπεσε στις 20
Νοεμβρίου ο μόνιμος επιλοχίας Θεμιστοκλής Βαβουράκης από το χωριό Βισταγή
Ρεθύμνου. Επίσης εφονεύθησαν, προερχόμενοι από άλλα χωριά του Πωγωνίου και
διάφορες περιοχές της χώρας, οι μαχητές Σπυρίδων Δάκας από Αγία Μαρίνα, τραυματιστείς
θανάσιμα στη θέση Μαντριά του υψώματος ΄Αγιος Αθανάσιος, Νικόλαος Χαρίσης από
Σιταριά, τραυματισθείς θανάσιμα στο ύψωμα Άγιος Κοσμάς και αποβιώσας στο Στρατιωτικό
Νοσοκομείο Ιωαννίνων στις 25 Νοεμβρίου, Χρήστος Καρράς από Στρατινίστα, στα υψώματα
Βήσσανης, Γεώργιος Παπαγιάννης από Λάβδανη, στο άλσος της Μονής ‘Αβελ, Ευάγγελος
Λάππας από Μουκοβίνα Λάκκας Σουλίου, στο ύψωμα Αγίου Κοσμά, Πέτρος Κεφαλάς από
Πετροβούνι Δωδώνης, στα υψώματα Βήσσανης, Βασίλειος Ράμμος από Καστάνιανη, στο ύψωμα
Άγιος Σπυρίδων και Δημήτριος Παπαγρηγορίου από Καστρί Ηγουμενίτσας, στα
υψώματα Βήσσανης.
Ο 3ος Λόχος είχε 9 νεκρούς
μεταξύ των οποίων ο Βησσανιώτης οπλίτης Όμηρος Παπαγεωργίου που εφονεύθη στη
θέση Μαντριά του υψώματος Αγίου Αθανασίου στις 19 Νοεμβρίου. Από άλλα χωριά του
Πωγωνίου και διάφορες περιοχές της χώρας εφονεύθησαν οι Παναγιώτης Κολίτας,
δεκανέας από το Περιστέρι, στα υψώματα Βήσσανης, Κωνσταντίνος Νταβέλης από
Μαυρονόρος, στα υψώματα Βήσσανης, Βασίλειος Δελάρης δεκανέας από Άγιο Κοσμά, στη
θέση Μαντριά του υψώματος ΄Αγιος Αθανάσιος, Γρηγόριος Ζυγούνας από το Κεφαλόβρυσο,
στη θέση Μαντριά του υψώματος Αγίου Αθανασίου, Μιλάνος Φωτιάδης από Φαράγγι,
στο ύψωμα ΄Αγιος Αθανασιος, Λεβής Σαμουήλ από Κέρκυρα, στη θέση Μέγα Δένδρο, Θεοφάνης Τσατής από Αγία Μαρίνα, στο
ύψωμα Άγιος Κωνσταντίνος και Θωμάς Σκέρλος
από Λάβδανη, στο ύψωμα Άγιος Κωνσταντίνος.
Σ’ αυτούς θα πρέπει να
προστεθούν και οι προερχόμενοι από χωριά της Άρτας στρατιώτες Χρήστος Κακοχρήστος
από Μαρκινάδα, Αγαθοκλής Τσάκας από Τετράκωμο και Κωνσταντίνος Δάσκαλος από Μεσόπυργο και
υπηρετούντες στο 1ο Τάγμα του 40ου Συντάγματος Ευζώνων
που εφονεύθησαν στη σύγκρουση στα υψώματα Αγίας Τριάδας.
Επίσης, όπως
προαναφέρθηκε, έπεσαν στο ύψωμα Αγίου Αθανασίου 4 στρατιώτες από τον 6ο
λόχο του 15ου Συντάγματος Πεζικού. Πρόκειται για τους Τιμολέοντα Βάρδα
από Δίλοφο Ζαγορίου, Γεώργιο Ευθυμίου από Κυραβγένα Τριχωνίδας, Νικόλαο Καλογιάννη
από Βαρνάδες Δωδώνης και Δημήτριο Μέγγουλη από Λίππα Δωδώνης.
Οι τραυματίες αξιωματικοί ήταν
εκτός από τον Χρήστο Παπακώστα, οι Λοχαγοί Κωνσταντίνος
Γιαννόπουλος και Δημήτριος Καραχάλιος, ο υπολοχαγός Βασίλειος Μπουζάνας, οι
Ανθυπολοχαγοί Θεόδωρος Καλλικάντζαρος και Ελευθέριος Οικονόμου και οι Ανθυπασπιστές
Βασίλειος Ευφραιμίδης και Στασινόπουλος. Οι οπλίτες τραυματίες ανήλθαν σε 36 μεταξύ
των οποίων οι Βησσανιώτες Απόστολος Κωτσάκης, Βασίλειος Μηλιώνης, Κωνσταντίνος
Χαρισιάδης και Κωνσταντίνος Τσέλιος.
Από τους αμάχους η Άννα
Χανδάνου εφονεύθη στις 20 Νοεμβρίου εντός της οικίας της από οβίδα πυροβόλου.
Πηγές
Το παρόν σημείωμα κατέστη δυνατό να γραφεί
κυρίως στη βάση του αρχείου που είχε συγκεντρώσει με προσπάθεια πολλών ετών ο
πατέρας μου Μιχαήλ με την προοπτική συγγραφής λευκώματος πεσόντων στη μάχη της
Βήσσανης και άλλες συγκρούσεις στην ευρύτερη περιοχή του Πωγωνίου.
Οι κυριότερες
πηγές για την περιγραφή των επιχειρήσεων που εξιστορούνται είναι ατελείς και προέρχονται
από πολεμικές αναφορές των Α. Χρυσοχόου μετέπειτα Ταξίαρχου σε πολεμική διαθεσιμότητα
και Δ.Καραχάλιου, καθώς και σημειώσεις του διμοιρίτη του 6ου Λόχου
του 15ου Συντάγματος Ανθυπολοχαγού Αλέξανδρου Σίτα, μετέπειτα Αντισυνταγματάρχη
σε πολεμική διαθεσιμότητα. Αντίθετα δεν υπάρχουν πηγές από υπηρετήσαντες στη
διλοχία του ανεξάρτητου Τάγματος Πωγωνίου με συνέπεια την έλλειψη περισσότερο ολοκληρωμένης
αντίληψης των γεγονότων.