Αρχή ήμισυ παντός, λέγει ο Αθήναιος εις τον Κλεινία, όπως διαβάζομε εις το Εκτο Βιβλίο των Νόμων του Πλάτωνος (στίχος 753e). Το αρχικό, άμα δε και καίριο, ερώτημα το οποίον ανακύπτει, εν προκειμένω, είναι: Υφίσταται, άραγε, η Ελλάς, ο Ελληνισμός -άρα και ο Νεότερος και Σύγχρονος Ελληνισμός- ως ιστορική και πνευματική οντότητα (πέραν της εν τη στενή εννοία κρατικής υποστάσεώς των, η οποία άλλωστε βαίνει διαρκώς συρρικνουμένη); Υφίσταται, λοιπόν, η Ελληνικότητα ως ταυτότητα, ως εθνικός χαρακτήρας και υφίσταται, συνεπώς, κάποια χαρακτηρολογία του Ελληνα -εντός και εις τις εκφάνσεις των οποίων- κατέχει θέση, ενδεχομένως, η έννοια της Ελευθερίας;
Α. Το ζήτημα του εθνικού χαρακτήρα και η δυτική διανόηση του 18ου και 19ου αιώνα
Το ζήτημα του εθνικού χαρακτήρα ενός λαού απασχόλησε θεωρητικούς στοχαστές, ιστορικούς, φυσιοδίφες, ακόμη και καλλιτέχνες. Συνδέθηκε με την ιδιοσυγκρασία κάθε λαού, με τα θεωρούμενα ως τυπικά γνωρίσματά του, τα οποία χαρακτηρίζουν, κατά το μάλλον ή ήττον διαχρονικά, τις πνευματικές και ψυχικές ιδιότητές του, τις στάσεις ζωής του, τις κλίσεις και τα πρότυπα συμπεριφοράς του και συνάμα τον διακρίνουν από άλλους λαούς.
Το ζήτημα αυτό συνάπτεται με το διττό ερώτημα εάν και κατά πόσον οι εθνικοί χαρακτήρες εξαρτώνται από φυσικά ή ηθικά αίτια. Στο ανωτέρω ερώτημα απεπειράθησαν να απαντήσουν πολλοί διαπρεπείς εκπρόσωποι του Ευρωπαϊκού Πνεύματος, από τον σπουδαίο Σκώτο φιλόσοφο David Hume και τους κορυφαίους στοχαστές του Γαλλικού Διαφωτισμού, κατεξοχήν τον βαρόνο Μοντεσκιέ (Montesquieu, Esprit des lοis, 1748) και τον Βολταίρο (Voltaire, Essai sur l’histoire générale et sur les moeurs et l’esprit des nations, sur les principaux faits de l’histoire depuis Charlemagne jusqu’à Louis XIII, 1756), μέχρι τον ρηξικέλευθο Γάλλο ιστορικό Hippolyte Taine (Essais de critique et d’histoire, 1858 και, μεταγενεστέρως, 1904).
Ο Hume διέκρινε τα φυσικά αίτια του εθνικού χαρακτήρα ενός λαού, δηλαδή τις κλιματολογικές και περιβαλλοντολογικές συνθήκες, από τα ηθικά αίτια αυτού, τουτ’ έστιν τα ήθη και έθιμα, την παιδεία, την οικονομία και τον τρόπο διακυβερνήσεως, δηλονότι τους ιστορικούς, κοινωνικούς, οικονομικούς, πολιτικούς και εν ευρεία εννοία πολιτισμικούς όρους, οι οποίοι διαπλάθουν την ταυτότητα ενός λαού εντός και επί ενός συγκεκριμένου γεωγραφικού χώρου. Συνηγόρησε δε, εις το ιστορικό δοκίμιό του με τίτλο «Εθνικοί Χαρακτήρες», ότι ο εθνικός χαρακτήρας ενός λαού καθορίζεται από κοινωνικά και ιστορικά αίτια και όχι από φυσικά, αντικρούοντας, μ’ αυτόν τον τρόπο, παρότι δεν αναφέρθηκε ρητώς σε αυτήν, τη θεωρία του Ιπποκράτους και της Σχολής του, συμφώνως προς την οποία το φυσικό περιβάλλον διαμορφώνει τον χαρακτήρα των ανθρώπων και, κατ’ ακολουθίαν, των λαών.
Σημειωτέον ότι η περί ης ο λόγος Ιπποκράτεια αντίληψη είχε επικρατήσει στη Δυτική Ευρώπη, με επιφανεστέρους απολογητές κατά τη νεωτέρα εποχή τον βαρόνο Montesquieu και τον Cabanis. Αυτή δε την αντίληψιν ασπάζονταν, μέχρις ενός σημείου, και ο Αδαμάντιος Κοραής εις τα Προλεγόμενα της ιδικής του εκδόσεως του έργου του Ιπποκράτους «Περί Αέρων, Υδάτων και Τόπων», καίτοι τελικώς έκλινε υπέρ της γνώμης ότι αμφότερα τα φυσικά (ήτοι γεωγραφικά) και τα ηθικά (ήτοι ιστορικοκοινωνικά) αίτια επηρεάζουν τον χαρακτήρα των ανθρώπων και των λαών.
Πέραν των κορυφαίων του Γαλλικού Διαφωτισμού, το ζήτημα του εθνικού χαρακτήρος ετέθη μετ’ επιτάσεως ιδιαίτατα κατά τον 19ον αιώνα, οπότε, υπό την επήρεια της Γαλλικής Επαναστάσεως και της Ναπολεοντείου Εποχής, τα εθνικά κράτη ανεφάνησαν ως οι μείζονες δρώντες της Ιστορίας, αντί των μεμονωμένων προσωπικοτήτων, όπως εθεωρείτο μέχρι τότε.
Οπωσδήποτε, σε τούτο συνετέλεσε το έργο του επιφανούς Γάλλου ιστορικού Amédée Thierry (Histoire des Gaulois depuis les temps les plus reculés jusqu’ à l’ entière soumission de la Gaule à la domination romaine, Paris, 1828), ο οποίος είδε την Ιστορία ως μίαν βιογραφία ουχί επιλελεγμένων προσωπικοτήτων αλλά των λαών, οι οποίοι, από κοινού, συνθέτουν τη μεγάλη οικογένεια της ανθρωπότητας.
Συνεπεία τούτου, έγινε αντιληπτή και η ύπαρξη των διακριτών χαρακτήρων κάθε λαού ως αναγομένων όχι μόνον εις τη γεωγραφία, το φυσικόν περιβάλλον, αλλ’ απότοκα επενεργείας ποικίλων ιστορικών, κοινωνικών, πολιτικών και πνευματικών διεργασιών και παραμέτρων. Ανάλογες δε προς εκείνες των Γάλλων στοχαστών είναι και οι αντιλήψεις διαπρεπών Ελλήνων ιστορικών και λογίων του 19ου αιώνος, όπως ο Κ. Παπαρρηγόπουλος, ο Π. Βράιλας – Αρμένης και ο Μ. Ρενιέρης.
Κατά τον αείμνηστο Ευάγγελον Παπανούτσον, το ερώτημα «Είναι φυσικά ή ηθικά τα αίτια που διαμορφώνουν τους εθνικούς χαρακτήρες;» οφείλει να απαντηθεί συνεκτιμωμένων τόσον του παράγοντος «φύσις» όσον και του παράγοντος «έθος», κατά το σχήμα της πολλαπλής αιτιότητος. Ενώ, κατά το σχήμα της αμφιδρόμου αιτιότητος, οφείλει να αναγνωρισθεί ότι το μεν «έθος» καθορίζεται υπό της «φύσεως», η δε «φύσις» ενεργεί διά του «έθους».
Βάσει της ανωτέρω παραδοχής δύναται ασφαλώς να θεωρηθεί ότι υφίσταται αφενός ο Ελληνας Ανθρωπος ως είδος ανθρώπου αλλά και η διακριτή υπόσταση της χαρακτηρολογίας του Έλληνα Ανθρώπου. Επίσης, να θεωρηθεί, σαφώς, η Ελλάδα ταυτοχρόνως ως ιδέα και ως ιστορική πραγματικότητα. Ας μην ακολουθήσουμε την «πεπατημένη» και παρασυρθούμε σε απόπειρα προσδιορισμού του εθνικού χαρακτήρος των νεότερων και συγχρόνων Ελλήνων διά της απαριθμήσεως των αρετών και ελαττωμάτων τους, συγκρίνοντες αυτά προς εκείνα των Αρχαίων Ελλήνων, όπως καθ’ έξιν και κατά κόρον έπρατταν (Δυτικο-)Ευρωπαίοι λόγιοι και διανοούμενοι, όπως, φέρ’ ειπείν, ο Hume, ο von Humboldt ή ο Ελβέτιος (Helvétius, De l’esprit, 1758), όστις διηρωτάτο, «εάν η φυσική (=γεωγραφική) κατάστασις των Ελλήνων είναι πάντοτε η ιδία, τότε διά τι οι τωρινοί Ελληνες διαφέρουν των προγόνων των;».
Αντ’ αυτού, ας έχομε ως πυξίδα μας τη γεωκλιματολογική θεωρία του μεγάλου H. Taine, όπως αυτός την κατέθεσε στο περίφημο «Δοκίμιον περί Κριτικής και Ιστορίας» και ας θεωρήσομε, συνεπώς, την Ελλάδα ως χώρα δύο τόπων, ενός φυσικού και ενός πνευματικού.
Οπότε ασφαλώς θα προσεγγίσομε τον Έλληνα ως είδος ανθρώπου και τον Ελληνισμό ως οντότητα, που διαμορφώθηκαν εντός του δεδομένου γεωγραφικού χώρου.
Θα διαπιστώσουμε έτσι τη συμπαρουσία των αντιθέτων, των αρετών και των ελαττωμάτων, του κλασικού (νοουμένου ως ορθολογικού) και του ρωμαντικού.
Θα δούμε τον Έλληνα του μέτρου και του λόγου, ως κατεξοχήν κοινωνικό και πολιτικό ον-πρότυπο του Δυτικού – Ευρωπαϊκού Πολιτισμού επί αιώνες, αλλά και τον Ελληνα της χαρακτηριστικής αδυναμίας να αρθεί υπεράνω του υπερτροφικού του «εγώ» και να πολιτευθεί με μέτρο και σωφροσύνη.
Θα συναντήσομε την ανδρεία και τον ηρωισμό των Ελλήνων, τις εγγενείς δυνάμεις του Έλληνα – οι οποίες του επέτρεψαν να επιβιώσει ως δρων συλλογικό ιστορικοκοινωνικό υποκείμενο, αλλά και να αποτρέψει τη συγχώνευση της Ευρώπης και της Ασίας και τη συνεπακόλουθη αφομοίωση της πρώτης από τη δεύτερη. Αλλά και θα παρατηρήσομε την παροιμιώδη, ψυχολογικής υφής, αδυναμία του Ελληνα διά πάσαν εργασίαν απρόσωπον, αφανή, μακράς υπομονής και μακράς πνοής.
Θα αντιληφθούμε την ιδιοτυπία της ψυχοσυνθέσεως του νεότερου και σύγχρονου Έλληνα, η οποία δεν είναι δυνατόν να γίνει αντιληπτή από τους άλλους. Αλλά και στοιχεία εθνικού αυτοπροσδιορισμού, όπως η Ορθοδοξία και η Παράδοση, που κράτησαν διακριτά επί αιώνες τα σύνορα μεταξύ της Ευρώπης και του Ισλαμικού Κόσμου – προστατεύοντας την Ευρώπη από τον εξισλαμισμό, σε ιστορικές εποχές όταν η Ευρώπη διέθετε ιστορική αυτοσυνειδησία, επίγνωση της ταυτότητάς της και δεν εφαίνετο έτοιμη και πρόθυμη να παραδοθεί εις τους υποψήφιους ανατροπείς της, όπως επί των ημερών μας.
Θα συναντήσομε τις ποικίλες πτυχές της ελληνικής ταυτότητος και κληρονομιάς, μέσα από τις οποίες προβάλλεται κάθε φορά και μία διαφορετική Ελλάς, η οποία, εν τούτοις, παραμένει το παράδειγμα, η βασιλεύουσα πνευματική αρχή – από τον Θωμά τον Ακινάτη ως τους τραγουδιστές της Πλειάδος και ως τον Leconte de Lisle και τον Βαλερύ.
Θα διαπιστώσομε ότι, άλλοτε μεν, ανά τους αιώνας, υπερτερούσαν οι αρετές, άλλοτε δε οι κακίες, άλλοτε μεν κατήγαγαν οι Έλληνες τις άριστες επιδόσεις και έφθαναν στην κορυφή, άλλοτε δε διήρχοντο περιόδους παρακμής και ξεπεσμού και ηπειλούντο ως και υπό αφανισμού.
Το υπόβαθρον παρέμενε το αυτό: ο ελληνικός χαρακτήρας. Και είναι αυτό που κάνει ιδιότυπη και ξεχωριστή την προσωπικότητα ακόμη και του συγχρόνου Έλληνος, ο οποίος -παρ’ όλες τις αδυναμίες του- διακρίνεται από τη δύναμη να υπερβαίνει τα εμπόδια, όταν και εφόσον το επιθυμεί, καθώς και από το διαχρονικώς χαρακτηριστικόν του έρωτα ελευθερίας. «Καλλίτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή παρά σαράντα χρόνους σκλαβιά και φυλακή» επιτάσσει ο χιλιοτραγουδισμένος Θούριος της Ελευθερίας του μεγάλου μας Ρήγα Φεραίου (1757-1798). Κατά τη διατύπωση του αειμνήστου Νικολάου Γ. Πολίτη, ο Ρήγας υπήρξε «ἐρωτομανὴς μὲ τὴν ἐλευθερίαν»! Οπως ήταν, άλλωστε, και ο Αδαμάντιος Κοραής! «Διέδιδον τῆς γαλλικῆς ἐπαναστάσεως τὰς ἀρχὰς καὶ ἐνέσπειρον εἰς τὰς καρδίας τῶν Ἑλλήνων ἀκατάσχετον πρὸς τὴν ἐλευθερίαν ἔρωτα».
Β. Η έννοια της Ελευθερίας και ο Ρήγας
Πράγματι, η έννοια της Ελευθερίας κατέχει κεντρική θέση στο έργον του Ρήγα Φεραίου. Εις το άρθρο 6 των «Δικαίων του Ανθρώπου» του κορυφαίου επαναστατικού πολιτικού έργου του «Νέα Πολιτική ∆ιοίκησις» (Νέα Πολιτική ∆ιοίκησις των κατοίκων της Ρούμελης, της Μικράς Ασίας, των Μεσογείων Νήσων και της Βλαχομπογδανίας), η Ελευθερία ορίζεται από τον Ρήγα ως «ἐκείνη ἡ δύναμις ὁπού ἕχει ὁ ἄνθρωπος εἰς τὸ νὰ κάμῃ ὅλον ἐκεῖνο ὁπού δὲν βλάπτει εἰς τὰ δίκαια τοῦ γειτόνου του. Αὐτή ἔχει ὡς θεμέλιον τὴν φύσιν, διατί φυσικά ἀγαπώμεν νὰ εἴμεθα ἐλεύθεροι· ἔχει ὡς κανόνα τὴν δικαιοσύνην, διατί ἡ δικαία ἐλευθερία εἷναι καλή· ἔχει ὡς φύλακα τὸν νόμον, διατὶ αὐτὸς προσδιορίζει ἕως ποῦ πρέπει νὰ εἴμεθα ἐλεύθεροι».
Γ. Ο Ρήγας, η Ελευθερία και ο Γαλλικός Διαφωτισμός
Είναι δε αξιοσημείωτο εν προκειμένω ότι η έννοια της Ελευθερίας, όπως διατυπώνεται από τον διαπρύσιο κήρυκα του Ελληνικού Διαφωτισμού, ευθέως συνδυάζει την αρχαία ελληνική παράδοση της Ελευθερίας και τις ιδέες του ριζοσπαστικού ρεπουμπλικανισμού της Γαλλικής Επαναστάσεως. Το ρηξικέλευθο επαναστατικό κείμενο του Ρήγα Φεραίου, η «Νέα Πολιτική Διοίκησις», κυκλοφορήσασα εν έτει 1797, δηλώνει την κορύφωση και, συνάμα, τη σαφέστερη και αριδηλότερη έκφραση του πολιτικού στοχασμού του μεγάλου ερωτομανούς της Ελευθερίας. Ήδη από έτους 1790, εις το θαυμάσιον έργον του «Φυσικῆς Ἀπάνθισμα» είναι ορατά τα πολιτικά αιτήματα και οι ιδέες του Γαλλικού ∆ιαφωτισμού και της Γαλλικής Επαναστάσεως.
Είναι γνωστό ότι ο φλογερός εκείνος κήρυξ της Ελευθερίας δεν μετέφρασε απλώς και μόνον τη γαλλική «∆ιακήρυξιν των ∆ικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτου» (Déclaration des droits de l’homme et du citoyen), αλλά προέβη εις προσωπική σύνθεση μιας πρωτότυπης ιδικής του διασκευής, εμπλουτίζοντας το θεμελιώδες κείμενο του γαλλικού ριζοσπαστικού Ρεπουμπλικανισμού με ιδικές του τολμηρές αντιλήψεις αλλά και προσαρμόζοντας το αρχικό κείμενο εις τα ιστορικοκοινωνικά και γεωπολιτισμικά δεδομένα της ΝΑ Ευρώπης. Ας μη λησμονήσουμε επίσης ότι πηγή εμπνεύσεως του δευτέρου μέρους της επαναστατικής προκηρύξεως του Ρήγα και κείμενον αφετηρίας του ιδικού του κειμένου απετέλεσε (κατά τρόπον μυστηριώδη εκ πρώτης όψεως) το αρχικό -πολύ ριζοσπαστικότερο και τολμηρότερο- κείμενο της «γαλλικής Διακηρύξεως» και όχι η τροποποιημένη εκδοχή της, η οποία και τελικώς συμπεριελήφθη στα «γαλλικά επαναστατικά Συντάγματα» του 1791 και του 1793.
Σημειωτέον ότι η γαλλική «Διακήρυξις των ∆ικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτου» εγνώριζε καταπληκτικής εκτάσεως διάδοση και απήχηση όχι μόνον σε αυτό που σήμερα αντιλαμβανόμεθα ως «ελληνικό χώρο», αλλά στο σύνολο της Βαλκανικής Χερσονήσου, όπου τότε ακόμη διαβιούσαν συμπαγείς ελληνικοί πληθυσμοί – μέχρι τις πλούσιες, ακμάζουσες και πεπαιδευμένες ελληνικές κοινότητες της Βλαχίας (σημερινής Ρουμανίας), οι οποίοι μάλιστα είχαν μεταφράσει την γαλλικήν «∆ιακήρυξιν των ∆ικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτου» σε διάφορες εκδοχές και, όπως μαρτυρείται, την απήγγελλαν από στήθους! Ευθέως ανάλογη υπήρξε και η διάδοση του Θουρίου του Ρήγα καθώς και των λοιπών επαναστατικών κειμένων του.
Μάλιστα, είναι ακόμη πιο σημαντικό ότι στα κείμενα του Ρήγα Φεραίου απαντούμε μίαν πρωτότυπη διατύπωση της αρχαιοελληνικής εννοίας της Ελευθερίας υπό νεωτερικούς όρους. Η έννοια της Ελευθερίας στον Ρήγα είναι αυτή της Ελευθερίας των ελληνικών πόλεων-κρατών, η οποία προτάσσει τη συμμετοχή των πολιτών, και ουχί υποτελών, στη διαχείριση των κοινών. Η ελευθερία του Ρήγα, πέραν της αυτονοήτου γι’ αυτόν κατοχυρώσεως των φυσικών και αναπαλλοτριώτων δικαιωμάτων του Ανθρώπου και Πολίτου, νοείται ως συμμετοχή εις την δημοκρατική διακυβέρνησι. Είναι ελευθερία ως δημοκρατική αυτοδιάθεση.
Στα επαναστατικά του έργα ο Ρήγας επέτυχε να ενσωματώσει κατά τρόπον γόνιμο και πρωτότυπο τις αρχές της αρχαίας ελληνικής Δημοκρατίας και της Γαλλικής Επαναστάσεως, όπως μάλιστα διεμορφώθησαν οι τελευταίες μέσω των αντιλήψεων του Ζαν Ζακ Ρουσσώ (Rousseau) περί Αμέσου Δημοκρατίας, ενώ ορατές είναι και οι επιρροές των ιδεών, τις οποίες εξέφρασε ο (ασφαλώς πολύ μετριοπαθέστερος) Montesquieu εις το περιλάλητο «Πνεύμα των Νόμων», καθ’ όσον αφορά την συσχέτιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με το Σύνταγμα της εκάστοτε και εκατασταχού Πολιτείας.
Υπό τη συνδυαστική επήρεια των ως άνω ιδεών, ο κορυφαίος εκπρόσωπος και συνάμα ιερομάρτυρας του Ελληνικού Διαφωτισμού ανέπτυξε και κατέθεσε μιαν έννοια Ελευθερίας, συμφώνως προς οποία «άπαντες οι πολίτες, αδιακρίτως εθνοτικής καταγωγής ή θρησκεύματος, θα έδει όπως έχουν ισότιμον θέσιν εντός του κράτους», που ο Ρήγας οραματίζονταν: της Ελληνικής Δημοκρατίας. Ούτε παρτικουλαρισμός ούτε κοινωνικός κατακερματισμός ούτε θρησκευτικός ή άλλος σεκταρισμός -όπως ζητούν σήμερα ορισμένοι εκ του πονηρού- ούτε αναπαραγωγή του οσμανικού πολιτειακού συστήματος των «Millet» υπό το δόλιο πρόσχημα της «πολυπολιτισμικότητος». Αντιθέτως: La République Une et Indivisible!
Θεμέλιο του συνταγματικού χάρτου της νέας Πολιτείας όφειλε να είναι η Αρχή της Λαϊκής Κυριαρχίας. Ο «αὐτοκράτωρ λαὸς» («peuple souveraine») κατά τον Ρήγα! Η «ἐθνικὴ παράστησις» («Representation nationale») του οποίου οφείλει να αντιπροσωπεύει το «πλῆθος του λαοῦ» και «ουχί» να περιορίζεται εις τους πυλώνες και τα όργανα του παλαιού καθεστώτος, τους «πλουσίους» ή τους «προεστούς» («κοτζιαμπασίδες»).
Άξιον επισημάνσεως είναι ότι η αρχαία ελληνική έννοια της Ελευθερίας είναι πανταχού παρούσα στις σκέψεις, στους στοχασμούς και στις προκηρύξεις όχι μόνον του Ρήγα Φεραίου αλλά και πλειάδας άλλων επιφανών Ελλήνων, από την Πελοπόννησο μέχρι τη Μολδοβλαχία και από τη Βόρειο Ηπειρο μέχρι την Κύπρο. Ο ίδιος ο Ρήγας αναφέρεται πολλές φορές σ’ αυτήν και εξηγεί ότι πρόκειται για «τὴν πολύτιμον ἐλευθερίαν τῶν ἐνδόξων προπατόρων των [Ελλήνων]».
Από αυτήν την έποψη, διαπιστούται ότι ο Έλληνας, παρά τις διάφορες όψεις και αντιφάσεις του, παραμένει ως χαρακτήρας σταθερός εις το διάβα του Χρόνου.
Ο Έλληνας της Ομηρικής και της Κλασικής Αρχαιότητος, της Ρωμαϊκής και Βυζαντινής περιόδου, των μακρών Σκοτεινών Αιώνων της Τουρκοκρατίας και της δουλείας συνιστά «κατηγορίαν ιστορικού λόγου» αντίστοιχην εκείνης του Ιουδαίου, του Ινδού Βραχμάνου, του Κινέζου ή του (Δυτικού) Ευρωπαίου.
Ο Έλληνας δεν είναι τεχνητή κατασκευή, προϊόν δήθεν του 19ου αιώνος, όπως διακηρύσσουν σήμερα οι ανιστόρητοι προπαγανδιστές της Αποδομήσεως. Οι χιλιετίες τον έχουν αναδείξει ως τον πανίσχυρο συντηρητή της ιστορικής μνήμης.
Εκείνος, όστις άνθεξε ασύλληπτης εκτάσεως βιολογικές και κοινωνικές αιμορραγίες, οι οποίες, εν τούτοις, άφησαν ορατόν το αποτύπωμά των επί του εθνικού χαρακτήρος του κατά τη μακραίωνα ιστορική διαδρομή του:
• Ο Έλληνας των Ομηρικών Επών,
• Ο Έλληνας της κλασικής πόλεως,
• Ο Έλληνας της Αλεξανδρινής και Ελληνιστικής Οικουμένης,
• Ο Έλληνας που πάντρεψε τη Χριστιανική Αγάπη με τον Ελληνικόν Λόγον,
• Ο Έλληνας , ο οποίος κατόρθωσε να διατηρήσει άχρι των καιρών μας το δυσβάστακτον βάρος μιας τοσούτω πολυσχιδούς παραδόσεως,
• Ο Έλληνας του μόχθου, της στερήσεως, του διαρκούς αγώνος επιβιώσεως αλλά και της απείρου καθημερινής αγάπης για τις μικρές καθημερινές χαρές της ζωής.
• Ο Έλληνας της ανυπομονησίας και της καρτερίας.
• Ο Έλληνας της εξάψεως και της ανοχής.
Πάντα δε ταύτα σε μίαν σχέση αλληλεξαρτήσεως και αλληλεπιδράσεως πολιτισμού και γεωγραφίας, κάτω από ένα κοινό και ενιαίο πνευματικό στέγαστρο, μια κοινή πηγή, οριζομένη από τον ελληνικό ορίζοντα, τα ελληνικά βουνά και την ελληνική μας θάλασσα (τη δική μας αρχέγονη και ιερή Κυανή Πατρίδα) – και την αδιάλειπτη συνουσία με τα στοιχεία αυτά.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, η νεότερη Ελλάδα δεν είναι απλώς και μόνον μία χώρα, αλλά δύναται να θεωρηθεί ένα «αδιάσπαστο διαλεκτικό σύστημα». Διαλεκτικό, διότι η ουσία της Ελλάδας, συμπεριλαμβανομένης κατ’ εξοχήν της Νεότερης Ελλάδας, είναι πολυσήμαντη.
Με την ιδιότητά μου του Διπλωματούχου Μηχανικού του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, επιτρέψατέ μου να χρησιμοποιήσω έναν γεωμετρικόν όρο και να παρατηρήσω ότι η ιδέα της Ελλάδας, εάν ήθελε κανείς να την αποδώσει ως γεωμετρικό σχήμα στον Χωροχρόνο, θα είχε πολυεδρικήν, διαρκώς διαστελλομένη μορφή, λόγω του είδους και του βάθους της μακράς Ιστορίας της. Και εν τούτοις, διακρίνεται για τη συνέχεια του πολιτισμού, της ιστορίας, της γλώσσης!
Είναι, τω όντι, αξιοθαύμαστον ότι οι Έλληνες είχαν και έχουν, διαμέσου των αιώνων, συνείδησιν της συνεχείας αυτής, η οποία ανιχνεύεται εις όλες τις μορφές λογοτεχνικής και καλλιτεχνικής δημιουργίας των Ελλήνων, από των Ομηρικών Επών μέχρι το Δημοτικό Τραγούδι, και από της εποχής του Καλλιμάχου μέχρις εκείνης του Καβάφη. Στα δημοτικά τραγούδια, στην ποίηση του Σολωμού και του Κάλβου, στην ποίηση του Παλαμά αλλά και του Σικελιανού διακρίνομε αυτό τον πρωταρχικό τόνο της ελληνικότητος, μίαν εξάρτησιν πνεύματος και φύσεως, εκ της οποίας αντλεί η Νεωτέρα Ελλάς τη μοναδικότητά της.
Ιδιαιτέρως στον υπέροχον Κωστή Παλαμά -και δη, στα απαράμιλλα έργα του «Η Φλογέρα του Βασιλιά» και «Η Παιδούλα στον Τάφο του Μπότσαρη»- καθίσταται ηλίου φαεινότερον ότι η Ελλάς, ο Ελληνισμός, είναι κάτι πολύ περισσότερον και από Έθνος και από Πατρίδα: Είναι αυτή ταύτη η ιδέα της ελευθερίας! Ο Ακρίτας της Ελευθερίας -της Ελευθερίας του Ανθρώπου και της Ελευθερίας του Πνεύματος- στην εσχατιά της Ευρώπης, στα σύνορα της Κοινής μας Μεγάλης Πατρίδος!
Είναι, τω όντι, συγκλονιστική η σύλληψη της ιδέας της Ελλάδος από τον Παλαμά, ως «ιδεατής Ελευθερίας»! Όχι ως υλικής οντότητος, ούτε καν ως χώρας, αλλ’ ως πνευματικής και ηθικής οντότητος και φορέως αξιών, ως ιστορικής οντότητος, η οποία, από τον Προμηθέα και τον Σωκράτη μέχρι τον Ηράκλειο, τον Βασίλειο Βουλγαροκτόνο και τον Κωνσταντίνο Κανάρη, ακολουθεί έναν ιστορικό νόμο. Έχει μίαν ιστορική αποστολή. Κατά τον Παλαμά, η Ελλάδα είναι «Μία και παντού», έχει την ίδια ψυχή, η οποία συνιστά και ένωση όλων των ελληνικών μορφών σ’ ένα ενιαίο φως, όπως ενιαία είναι η Ιστορία, ο Ουρανός και η Γη της.
Στους συγχρόνους Έλληνες αυτή η συνείδηση της ιστορικής, πολιτισμικής συνέχειας δεν είναι μόνον ένας όψιμος επίκτητος ιστορικός καλλωπισμός, όπως θαρρούν κάποιοι δοκησίσοφοι μετα-νεωτεριστές. Είναι, τουναντίον, ένα ψυχολογικό βάθρο, μια ζείδωρος πλαστουργική δύναμη της ουσίας της ψυχής της σύγχρονης Ελλάδας. Τουτ’ έστιν: του αενάου αγωνίσματος υπέρ της Ελευθερίας. Και είναι αυτονοήτως κρίσιμος, εν προκειμένω, ο ρόλος της Παιδείας στην καλλιέργεια της ιστορικής μνήμης και συνέχειας. Υπ’ αυτήν την έννοια, είναι όχι μόνον αξιοθρήνητα καταγέλαστες αλλά και κοινωνικώς άκρως επιβλαβείς οι λυσσώδεις απόπειρες των σημερινών «ακτιβιστών» του Ιστορικού Ντεκονστρουκτιβισμού να υπονομεύσουν αυτόν τον ρόλο της κλασικής Παιδείας, στην Ελλάδα αλλά και παντού ανά τη Δύση.
Τα ιδιαίτερα γνωρίσματα της ελληνικής ταυτότητας ανέφερε ο αείμνηστος Ελληνας, φιλόσοφος και τ. Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Τσάτσος στον περίφημο διάλογό του, του έτους 1938, με τον διπλωμάτη και ποιητή Γιώργο Σεφέρη:
«Άλλοι πλησιάζομε την ιδέα της ελληνικότητας από τον δρόμο της φύσης, άλλοι από τον δρόμο της ιστορίας. Άλλοι ερχόμαστε προς αυτήν από την ποίηση και την τέχνη της ή και από τη διαδοχή των θρησκειών της. Γι’ αυτό μπορεί σε πολλά να διαφωνούμε αναμεταξύ μας. Είναι όμως τόσον αδιάσειστη η εσωτερική της ενότητα που δεν μπορεί να μη συναντηθούμε σε μερικά καίρια σημεία…» (Τσάτσου, Κ., Διάλογος για την ποίηση καθώς επίσης και «Συνέντευξη για την ελληνικότητα», Ευθύνη, 132/1982, σσ. 579-583).
Ποια είναι, λοιπόν, η «ουσία» του Ελληνα, του πολιτισμικού παραδείγματος «Ελλάς»;
Ο Έλληνας μεταπηδάει στο νέο χωρίς να περάσει από την ακρότητα. Έχει την άπειρη δύναμη, ενώ γκρεμίζει, ενώ αρνείται, ενώ τραβάει τη διελκυστίνδα, να μην περνά πιο πέρα από ό,τι αρμόζει. Δεν βάζει άμετρη, αλλά μετρημένη δύναμη. (…) Και η δύναμη αυτή είναι η ελληνική ελευθερία. Η ελευθερία που είναι ορισμός και μέτρο και λόγος. Ενας Διόνυσος που σεβάζεται τον Απόλλωνα. Ενας Απόλλων που σκέπει έναν Διόνυσον. Τέτοια φανερώνεται η ιδιότυπη ουσία της ελληνικής ελευθερίας και, συνεπώς, και η ιδιότυπη ουσία του ελληνικού πολιτισμού.
Έλληνες, σε μία τέτοιαν ημέρα, κατά την οποίαν γιορτάζομε την Ελληνική Επανάσταση του 1821 και την Εθνική Παλιγγενεσία, μετά πολλούς αιώνες βάρβαρης δουλείας υπό ιδιαζόντως απεχθή Μωαμεθανό δεσπότη, φρονώ ότι δεν μου επιτρέπεται να σας αποκρύψω την ειλικρινή αγωνία μου για την τύχη του Ελληνικού Έθνους. Δύο καίρια, συνάμα δε και τραγικά, ερωτήματα καλούμεθα να απαντήσουμε: «Πρέπει να ζήσει αυτός ο τόπος; Και εάν ναι, για ποιους σκοπούς;».
Θέτοντας τα ερωτήματα αυτά, τα οποία προδήλως σχετίζονται με την ιστορική αποστολή της σύγχρονης Ελλάδας και, κατ’ ακολουθίαν, με τους όρους εκπληρώσεως της οικουμενικής αλλά και εθνικής αποστολής της, επιθυμώ αλλά και οφείλω, ως Ελληνας πολίτης και ως Ακαδημαϊκός Δάσκαλος, να συμβάλω στην προσπάθεια προσδιορισμού των αντικειμενικών και υποκειμενικών όρων εξακολουθητικής επιβιώσεως της Ελλάδας, ως δρώντος συλλογικού ιστορικοκοινωνικού υποκειμένου, ήτοι ως ελευθέρου έθνους.
Πιστεύω ακραδάντως ότι, μόνον επιδεικνύοντας τον προσήκοντα σεβασμό προς την Ιστορία μας και, επομένως, τη σιδηρά βούληση να φανούμε αντάξιοί της και να πράξουμε αναλόγως, θα μπορέσουμε να καταστούμε άξιοι και ενεργοί πολίτες της μεγάλης Συμπολιτείας των αδελφών Ευρωπαϊκών Εθνών, η οποία απετέλεσε τόσον υψηλόφρονα σκοπόν, συνάμα δε και ιστορικήν αναγκαιότητα, και η οποία, πικρόν τ’ αληθές, από μακρού διέρχεται κρίση αξιών. Και της οποίας Ευρωπαϊκής Συμπολιτείας οι βαθύτερες ιστορικές και πνευματικές ρίζες βυθίζονται σε χώμα ελληνικό…
Ομολογώ ότι προβληματίζομαι από ορισμένες ακραίες και παράλογες στάσεις και συμπεριφορές μεγάλης μερίδος των ευρωπαϊκών ιθυνουσών πολιτικών και γραφειοκρατικών ελίτ, της οργανικής διανοήσεως και των λεγομένων mainstream ΜΜΕ, τις οποίες θα χαρακτήριζα ηθελημένες, ενσυνείδητες, λογικώς οργανωμένες ανατροπές του Ορθού Λόγου και του Μέτρου – όπως ο δογματισμός, η Μοναδιαία Σκέψις (pensée unique), το έλλειμμα στρατηγικής σκέψεως αλλά και οι προδήλως ιδιοτελείς σκοπιμότητες (που φαίνεται να επικρατούν συχνάκις εις ορισμένους κύκλους της Φρανκφούρτης, του Βερολίνου και, φευ, των Βρυξελλών), οι απαράδεκτοι φραγμοί σκέψεως και πολιτικού λόγου στη δημόσια σφαίρα, η ιδιάζουσα τυραννία της Political Correctness, η αυξανομένη τάση να απαρνούμεθα τις κοινές ιστορικές και πολιτισμικές ρίζες της Ευρώπης εν ονόματι μιας κίβδηλης και ανιστόρητης «γκετοποιητικής πολυπολιτισμικότητος», και, το χειρότερο όλων, η διαρκής πολιτική και νοοτροπία Κατευνασμού έναντι του ενός νέου θρησκευτικού τύπου Ολοκληρωτισμού.
Υποστηρίζω την πανανθρώπινη σημασία της Ελλάδος -και ας είναι Small Power, με όρους Διεθνών Σχέσεων- καθώς και την ιστορική αποστολή του ελληνικού λαού. Συνδέω την εθνική ιδιοπροσωπία του νεότερου Ελληνισμού με την ιστορική και πνευματική παρουσία του έθνους στην ανθρωπότητα αλλά και με την αιωνία -δυνάμει- παρουσία της ελληνικής ελευθερίας, η οποία και μόνον δικαιώνει την αυτόνομη ύπαρξη των σημερινών Ελλήνων.
Κάθε λαός σε κάθε εποχή έχει τον «μύθον» του, υπό την έννοιαν ενός συστήματος αξιών, ιδεωδών, αφηγήσεων και συμβόλων, που τον εμπνέουν, τον φρονηματίζουν και τον παρακινούν να προσπαθεί πάντα να υπερβεί τον εαυτόν του και να επιτύχει άθλους μεγάλους. Είναι αναγκαίος, συνεπώς, όχι μόνον στη σύγχρονη Ελλάδα αλλά και στη σύγχρονη Ευρώπη ένας νέος «μύθος», υπό την ως άνω έννοιαν του όρου, ο οποίος θα αναγνωρίζει, θα προτάσσει και θα κατοχυρώνει κατά κεραίαν τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και του Πολίτου, ασφαλώς συμπεριλαμβανομένου και του δικαιώματός του στην Πατρίδα του, και θα προβάλλει τις αρετές της ελευθερίας, της Ισονομίας, της Δικαιοσύνης και της Μίας και Αδιαιρέτου Δημοκρατίας, η οποία, αυτονοήτως, δικαιούται και οφείλει να αμύνεται έναντι παντός Ολοκληρωτισμού.
Όλοι οι Ευρωπαίοι, όσοι διαθέτομε ιστορική συνείδηση, αλλά και όλοι οι ελευθέρως σκεπτόμενοι άνθρωποι, συγκλονιστήκαμε από τους φρικώδεις αποκεφαλισμούς των Γάλλων και Γαλλίδων συνανθρώπων μας, μέσα σε χριστιανικούς ναούς ή εν μέση οδώ. Ολοι οι Ευρωπαίοι, όσοι διαθέτομε ιστορική συνείδηση, αλλά και όλοι οι ελευθέρως φρονούντες άνθρωποι, συνταραχθήκαμε από τις αποτρόπαιες μαζικές σφαγές δημοσιογράφων, νέων και νεανίδων που διασκέδαζαν ανέμελα και τόσων άλλων Γάλλων και Γαλλίδων. Εγώ ως Δάσκαλος σείστηκα με το άκουσμα της φρικτής ειδήσεως του αποκεφαλισμού Γάλλου συναδέλφου εκπαιδευτικού δίπλα στο σχολείο του. Όλοι οι Έλληνες, όσοι εξακολουθούμε να διαθέτομε ιστορική συνείδηση, δακρύσαμε βλέποντας την υπέρλαμπρη Nôtre Dame (που τόσον αγαπήσαμε, από τα παιδικά μας χρόνια και διαβάσματα ακόμη!) παραδομένη στις φλόγες – όπως δακρύσαμε βλέποντας τον Ναό της Αγίας Σοφίας να ξαναγίνεται χώρος για κηρύγματα μίσους!
Η Ελληνική Ιστορία παρουσιάζει πολλές ανόδους και καθόδους, πολλές αμπώτιδες και πλημμυρίδες. Και, εν τούτοις, αναδεικνύει ενιαία πορεία και λόγο υπάρξεως αυτού του έθνους, ο οποίος, ως λόγος της Ιστορίας, ποικιλοτρόπως πραγματώνει ορισμένους σκοπούς ή αξίες, που είναι υπεράνω του χρόνου και των «εν χώρω» γεγονότων.
Αυτές οι αξίες (που ενσαρκώνονται σε απαράμιλλα επιτεύγματα τεχνών και επιστημών, αλλά και σε μείζονες πράξεις ηθικής και πολιτικής τάξεως, όπως ήταν η Ελληνική Επανάσταση του 1821 κατά του οθωμανικού τουρκικού ισλαμικού ζυγού) πραγματώνονται από λαούς, τους οποίους εγώ, τουλάχιστον, θα αποκαλούσα ιστορικούς λαούς. Λαούς οι οποίοι κατά τον ρουν της Ιστορίας έχουν την τάση να ανδραγαθούν υπέρ του Πολιτισμού και υπέρ της Ανθρωπότητος.
Εις αυτούς τους ιστορικούς λαούς κατατάσσω αυτονοήτως, μεταξύ άλλων, τους Έλληνες, τους Εβραίους και, φυσικά, τους Γάλλους. Το κριτήριόν μου είναι απλό – όσον και αν αυτό ενοχλεί ορισμένους σύγχρονους Ιεροεξεταστές της political correctness: Μπορεί κανείς να διανοηθεί, να φανταστεί, ποία θα ήτο η ιστορική εξέλιξις, η όψις της Ευρώπης (αλλά και της ανθρωπότητος) σήμερα, εάν δεν είχε αφήσει το αποτύπωμά του επάνω της, επί παραδείγματι, το Γαλλικόν Έθνος;
Η κορυφαία Γαλλίς ακαδημαϊκός Ζακλίν ντε Ρομιγύ έγραψε κάποτε: «Αναπνέομε τον αέρα της Ελλάδος κάθε στιγμή χωρίς να το γνωρίζομε»! Δεν ισχύει, όμως, αυτό ακριβώς και για τη Γαλλία;
Κάθε άνθρωπος, κάθε λαός γίνεται άξιος της ιστορικής του αποστολής όσο βαθαίνει η συνείδηση, την οποίαν διαθέτει, της ιστορίας του. Το μεγαλείο του πολιτισμού ενός έθνους είναι πάντα ανάλογο του βάθους της μνήμης του. Εμείς, ως Έλληνες, ως οι σημερινοί πρόσκαιροι, αλλά ζωντανοί φορείς της Ελλάδος των τεσσάρων χιλιάδων ετών, έχομε υπέρτατο χρέος να διαφυλάξωμε την ιστορική μας μνήμη.
Τι μπορεί να σημαίνει, άραγε, το 1821 για τη σημερινή Ευρώπη; Απέναντι σε αυτόν τον νέον Ολοκληρωτισμό, ο οποίος υπούλως διεισδύει, δολίως πλήττει και θανασίμως απειλεί την Ευρώπη μας -όσον και εάν εμείς, παραδομένοι στη νιρβάνα της «πολυπολιτισμικής» μακαριότητας, δεν θέλομε να το παραδεχθούμε (όχι δημοσίως, τουλάχιστον!)-, οφείλουμε να αντιτάξουμε μια «ελληνική ελευθερία» υπό νέα, ασφαλώς, μορφή, ωστόσο με ανεξάλειπτη ουσίαν, επικεντρωμένη στην αναντικατάστατη αξίαν του συνειδότος προσώπου και όχι της μάζας, της αγέλης ή της όποιας δυσερμήνευτης ή φαντασιακής «Κοινότητος των Πιστών».
Αν διεκδικούμε -όσοι διεκδικούμε (καθιστάμενοι λίαν δυσάρεστοι στην εκάστοτε κυβέρνησίν μας)- την προάσπιση της Ελευθερίας της Ελλάδος, γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγον τη ζητούμε.
Όχι κινούμενοι από έναν χυδαίο σωβινισμό, αλλά ορμώμενοι από την πεποίθηση ότι η ύπαρξη αυτής της «μικρής – μεγάλης» μας Πατρίδος, αυτού «του Κόσμου του μικρού, του Μέγα», έχει μίαν πανανθρώπινη σημασία.
Η Ελευθερία -στο επίπεδο του ατόμου και πολίτη και στο εθνικό επίπεδο- είναι όρος απαράβατος της αμύνης της Ευρώπης εναντίον ενός Νέου Ολοκληρωτισμού, ο οποίος την απειλεί από μια σχηματιζόμενη διαρκώς Ευρασιατική Ανατολή – αλλά και σιωπηλά την υπονομεύει εκ των ένδον. Εάν βεβαίως η Ευρώπη θέλει να αμυνθεί! Οπερ λίαν αμφίβολον!
Το «Κοινό των Γάλλων», όμως, θέλει! Και μπορεί! Είτε εξ ιδίας επιλογής είτε από ειρωνεία της Κλειούς, της Μούσας της Ιστορίας, η Γαλλία καλείται να κάμει και πάλιν αυτό που καλώς γνωρίζει να πράττει στο διάβα των αιώνων: μέσω ενός μετεξελιχθέντος κοζεβνικιανού μηχανισμού, σε συνεργασία και με τον Αιγαιακό και Μεσογειακό Ελληνισμό να λειτουργήσει υπέρ της Ιστορίας και του Πολιτισμού.
«Υπάρχει μία κρυφή Ελλάδα στην καρδιά κάθε Ευρωπαίου» είπε κάποτε ο διαπρεπής διανοούμενος και υπουργός Πληροφοριών της γκωλλικής Γαλλικής Δημοκρατίας Αντρέ Μαλρώ (1901-1976).
«Υπάρχει μία κρυφή Γαλλία στην καρδιά κάθε Ελληνα» σας διαβεβαιώ μετά λόγου γνώσεως, φίλες και φίλοι!
Και η Ελλάδα καλείται να παρακολουθήσει τη Γαλλία. Και να κάμει και πάλιν αυτό που άριστα γνωρίζει να πράττει, από εποχής των μαχών του Μαραθώνα και της Σαλαμίνας: να γίνει πρόμαχος της Ευρώπης!