ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΦΑΝΗ ΧΑΜΟΔΡΑΚΑ ΤΟΥ ΟΠΟΙΟΥ Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΜΑΡΤΥΡΗΣΕ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΩΝ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΩΝ ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΩΝ
Την ιστορία πρέπει όλοι να τη σεβόμαστε. Στις, 5 Δεκεμβρίου 2010, ήταν το μνημόσυνο, όπως κάθε χρονιά, για τους πεσόντες στου Μακρυγιάννη…
Πριν τη σύγκρουση εκεί, είχε προηγηθεί όμως μία καθοριστική 48ωρη μάχη στο Θησείο, που στοίχισε τη ζωή σε 28 στελέχη της Χ. Πολλοί Χίτες είχαν βέβαια ήδη δολοφονηθεί (αλλά δολοφονήθηκαν και αργότερα), από την ΟΠΛΑ. Οι κομμουνιστές πρώτα προσπάθησαν να προσεταιριστούν τα στελέχη της Χ και όταν απέτυχαν, προσπάθησαν να τους εξοντώσουν, όπως και τις οικογένειές τους.
Ο Φάνης Α. Χαμόδρακας, ένας επιφανής συμπολίτης μας, προέρχεται από μια οικογένεια ηρώων, οι οποίοι μαρτύρησαν στα χέρια των κομμουνιστών στη διάρκεια των Δεκεμβριανών. Ο πατέρας, ταγματάρχης Αριστείδης Χαμόδρακας και οι υιοί του Ιωάννης Χαμόδρακας φοιτητής Νομικής, Κωνσταντίνος Χαμόδρακας, φοιτητής Νομικής και Οδυσσέας Χαμόδρακας απόφοιτος Βαρβακείου. Ήταν όλοι τους Χίτες, στελέχη της πρώτης μαχητικής πατριωτικής οργάνωσης του Γεωργίου Γρίβα, που πρέσβευε την ιδέα της Μεγάλης Ελλάδος.
Των Ελλήνων που μάχονταν από την πρώτη στιγμή κατά των κατακτητών, όταν τα ενεργούμενα του ΚΚΕ, «παρέμεναν αδρανή λόγω του γνωστού συμφώνου Μολότοφ-Ρίμπεντρομπ», όπως μας λέει ο ίδιος ο Φάνης Χαμόδρακας, στο εξαιρετικό βιβλίο του-απάντηση στα ψεύδη και την προπαγάνδα της αριστεράς, «Θησείο-Ιούνιος 1941, Δεκέμβριος 1944» (Αθήνα, 2009). Υπόψη, ότι η Χ συνεστήθη τον Ιούνιο του 1941… Ο Φάνης Χαμόδρακας, οικονομολόγος με μεταπτυχιακά, επί σειρά ετών στέλεχος της ΔΕΗ, αλλά στο παρελθόν και αναπληρωτής πρόεδρος της ΕΑΒ (Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία) και εντεταλμένος αντιπρόεδρος στην ΕΑΣ (Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα), δέχθηκε επ’ ευκαιρία της επετείου, να μιλήσει στην «Ε.Ω.Κ.» για τα φοβερά γεγονότα των ημερών εκείνων.
4 Κύριε Χαμόδρακα, η οικογένειά σας πλήρωσε βαρύ φόρο αίματος στο βωμό της προσπάθειας που κατέβαλε για την απελευθέρωση και αργότερα για την προστασία της χώρας από την κομμουνιστική ανταρσία. Αν και σας γυρίζω πίσω και σας εξαναγκάζω να θυμηθείτε τραυματικές εμπειρίες, θα ήθελα να μας πείτε, γιατί ο κόσμος πρέπει να μάθει, τι έγινε εκείνες τις μέρες.Νομίζω ότι η ιστορία έχει αποκρυφτεί, έχει αλλοιωθεί και την ευθύνη δεν τη φέρνουν οι αριστεροί, κατά τη δική μου άποψη. Αυτοί καλά κάνουν, διότι παίζουν το παιχνίδι τους. Για μένα υπεύθυνοι είναι όλοι εκείνοι οι οποίοι, εμφανίζονται ως δήθεν δεξιοί για να εκμεταλλευθούν τη μεγάλη μάζα του κόσμου και στη συνέχεια αποφεύγουν να κάνουν οποιαδήποτε μνεία στα εγκλήματα που έγιναν την εποχή εκείνη και που ξεπέρασαν τις 65.000 νεκρούς. Μέσα σε αυτούς ήταν και ο πατέρας μου και τα τρία μου αδέλφια.
4Πόσο εύκολο είναι μετά από μια τέτοια εμπειρία, ένας άνθρωπος, πρώτον να συγχωρήσει και δεύτερον να ξεχάσει; Πόσο εφικτή είναι η εθνική συνεννόηση, μετά από τέτοια συμβάντα; Πρώτα απ’ όλα, για να ξεχάσει, είναι αδύνατον να ξεχάσει. Πρέπει να έχει πάθει εγκεφαλικό, ή Αλτσχάιμερ. Όσο διατηρεί σώας τας φρένας του, δεν πρόκειται να ξεχάσει το αίμα που χύθηκε. Τώρα, πόσο εφικτή είναι η συγχώρεση: το συγχωρείν, Θείον. Επομένως, δε νομίζω κανένας άνθρωπος να έχει φτάσει στην τελειότητα του Θείου για να συγχωρέσει. Απλά, με το χρόνο, με τις διάφορες οικογενειακές και κοινωνικές σχέσεις, δείχνει μια κάποια ανοχή και τίποτα παραπάνω. Δεν θα ήθελε κάποιος και να πω για τον εαυτό μου, να οδηγήσω τα παιδιά μου να πάρουν ένα πιστόλι και να τινάξουν τα μυαλά κάποιου στον αέρα.
4Η αριστερή ιστοριογραφία, έχει καταβάλει μια συστηματική προσπάθεια, να παρουσιάσει την οργάνωση Χ, για την οποία εσείς γράψατε ένα πολύ καλό βιβλίο, ως δωσιλογική. Ποια είναι η αλήθεια γύρω από τη Χ; Τη Χ την έζησα στην ηλικία των έξι ετών. Και είναι παράξενο ίσως να λέμε «σιγά ρε, έξι χρονών και είναι έτσι»; Γιατί; Ο πατέρας μου υπηρετούσε στη Δράμα από το 1938 ως το 1941, όταν και τον κράτησαν αιχμάλωτο ένα μήνα οι Γερμανοί. Όταν το Μάιο του 1941 κατέβηκε από τη Δράμα, γιατί εμάς με την κήρυξη του πολέμου, μας είχε στείλει κάτω στην Αθήνα, πήρε μια μέρα τη μητέρα μου και μένα και πήγαμε να κάνουμε μια βόλτα μέχρι την Ακρόπολη. Στην πλατεία του Θησείου, όπως περπατάγαμε, μας πλησιάζει ένας μετρίου αναστήματος άνθρωπος και λέει στον πατέρα μου «Αριστείδη, μπορώ να σου μιλήσω;». Ο πατέρας μου απάντησε «μάλιστα συνταγματάρχα μου». Δεν είναι αυτό που μου έχει μείνει, γιατί μπορεί να το ξανάκουσα από τον πατέρα μου, από τη μητέρα μου. Εκείνο που μου έχει μείνει, είναι ότι αυτός ο άνθρωπος μου χάιδευε το κεφάλι την ώρα που μίλαγε στον πατέρα μου. Πήγανε λίγο παραπέρα, μιλήσανε, γύρισε ο πατέρας μου και συνεχίσαμε να ανεβαίνουμε την Αποστόλου Παύλου προς την Ακρόπολη. Εκεί ακούω τη μητέρα μου να τον ρωτάει: «Αριστείδη, ποιος ήταν ο κύριος;». «Ήταν ο συνταγματάρχης ο Γρίβας», της απάντησε. «Και τι σε ήθελε;», ρώτησε ξανά εκείνη. «Μου ζήτησε να κάνουμε μια οργάνωση κατά των Γερμανών», της είπε. «Μωρέ Αριστείδη», του λέει η μάνα μου, «έχεις τέσσερα παιδιά, τέσσερα αγόρια, μην ανακατευτείς». Και η απάντηση που μου έχει μείνει χαραγμένη στο μυαλό μου, ήταν: «Μια ζωή την έχουμε, αν δεν τη δώσουμε για την Ελλάδα, για ποιον θα τη δώσουμε;»
4Πώς μπόρεσε η μητέρα σας να αντιμετωπίσει το χαμό των αγαπημένων της προσώπων; Απ’ ό,τι δείχνουν τα πράγματα, μόνο εσείς μείνατε μετά τη σφαγή…Η μητέρα μου για τρία-τέσσερα χρόνια, κυμαινόταν μεταξύ της νηφαλιότητας και της τρέλας. Το ξεπέρασε γιατί είχε εμένα και ήθελε να επιβιώσω εγώ. Και πράγματι ήταν αξιοθαύμαστη, γιατί ήταν και μάρτυς και ηρωίδα. Λέω δε ηρωίδα, γιατί τον μικρό μου αδερφό που του βγάλανε τα μάτια και τον πετάξανε στο ρέμα της Χαμοστέρνας, το έκανε άνθρωπος που τον είχε βγάλει από τη φυλακή ο πατέρας μου. Κι όταν έγινε η δίκη του και όλοι λέγανε αυτός σκότωσε και τον Οδυσσέα τον Χαμόδρακα, ήρθε η στιγμή να καταθέσει και η μητέρα μου. Και ρωτήθηκε από τον στρατοδίκη: «κυρία Χαμόδρακα, σκότωσε το παιδί σας;» Και η μητέρα μου απάντησε: «κύριε στρατοδίκα, ορκίστηκα να πω την αλήθεια. Δεν τον είδα, εάν σκότωσε το παιδί μου, ας τον τιμωρήσει ο Θεός». Η κατάθεση της μητέρας μου, τον έσωσε από το εκτελεστικό απόσπασμα. 4Στις 4 Δεκεμβρίου, οι Έλληνες πατριώτες τιμούν τη μνήμη των νεαρών χωροφυλάκων, οι οποίοι έπεσαν τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι, για να σώσουν την πατρίδα από τον κόκκινο ολοκληρωτισμό. Η θυσία τους δεν πήγε χαμένη. Ποια είναι τα συναισθήματα που σας πλημμυρίζουν εκείνη τη μέρα; Τα συναισθήματα είναι πάρα πολύ δυνατά, δεδομένου ότι, ίσως φανεί λίγο παράξενο αυτό που θα πω, ότι προηγήθηκε του Μακρυγιάννη 48ωρη μάχη στο Θησείο, από μια χούφτα 100 παιδιών και δέκα αξιωματικών, που συγκράτησαν πάνω από 1000 αντάρτες και που είχε σαν αποτέλεσμα πολλούς νεκρούς, μεταξύ των οποίων και τους δικούς μου. Του Μακρυγιάννη, πολεμήσανε σκληρά, αλλά είχε προηγηθεί, επαναλαμβάνω, η μάχη του Θησείου, που τους έδωσε, πρώτον, τη δυνατότητα να οργανωθούν και δεύτερον, παιδιά που σωθήκανε από τη μάχη του Θησείου, πήγανε αμέσως στο Σύνταγμα και πολεμήσανε και εκεί. Επομένως, για μένα είναι τα δύο αυτά γεγονότα συνυφασμένα και δεν μπορώ να πω τίποτα πέρα από το ότι, κάθε φορά που αναλογίζομαι εκείνες τις μέρες, νιώθω συγκλονισμένος. 4Γιατί η σημερινή Δεξιά, δεν υπερασπίζεται τα τότε παιδιά της, τους ανθρώπους που έδωσαν τη μάχη για να είμαστε σήμερα ελεύθεροι; Το κακό δεν άρχισε τώρα. Το κακό άρχισε από το ’50 και μετά, διότι κάποιοι βολεμένοι δεξιοί, κάποιοι διαφόρων, ας το πούμε, διαφόρων «ελιτίστικων» οικογενειών, θέλανε να το παίξουν, να πω «μεγαλόψυχοι»... Αλλά, επιτρέψτε μου να πω προσωπικά, ότι όλοι αυτοί φοβήθηκαν ότι αν προβληθούν τα θύματα της εποχής εκείνης, αν προβληθούν οι επιζώντες των αγώνων εκείνων, τα παιδιά εκείνων που σκοτώθηκαν την εποχή εκείνη, θα υπήρχε κίνδυνος να χάσουν κάποιοι από αυτούς κάποιες θέσεις. Είτε στο κοινοβούλιο, είτε αλλού.
4Δηλαδή επικράτησαν οι άκαπνοι και αυτοί που δεν πολέμησαν…Αυτό είναι σίγουρο. Οι άκαπνοι… Εγώ θα πω ένα απλό παράδειγμα, το έζησα. Στις εκλογές, αν δεν με απατά η μνήμη μου, του 1956 και του 1961, η Αθήνα γέμισε με φωτογραφίες των νεκρών των Δεκεμβριανών. Στις παραμονές των εκλογών… Την επομένη των εκλογών, είχαν εξαφανιστεί.
«Πολιτισμένοι οι Γερμανοί; Ποιος είπε αυτό το ψέμα;
Που στην Ελλάδα χίμηξαν, σαν όρνια αρπακτικά
Και μας ρουφήξαν άπληστα και αχόρταγα το αίμα
Και έφεραν στην Πατρίδα μας αφάνταστα κακά.
Κατάρα και ανάθεμα και μαύρη να’ ναι η ώρα
Που πάτησαν το πόδι τους, τα μανιασμένα κτήνη
Αρπάξανε, σκοτώσανε ρημάξανε τη χώρα
Τίποτα δεν αφήσανε, ωραίο ν’ απομείνη.
Κτήνη μ’ ανθρώπινη μορφή, που χαν καθοδηγήτρια
Μονάχα την εκδίκηση στο νου, και στην καρδιά
Τέσσερα χρόνια ολόκληρα, πληρώνουμε τα λύτρα
Της δόξας που στεφάνωσε τα ανδρεία μας παιδιά» *Από το ημερολόγιο του Κωνσταντίνου Χαμόδρακα,
Αθήνα 12 Οκτωβρίου 1944
ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΩΡΑ
ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ ΠΡΟΜΑΧΟΥΝΤΕΣ ΧΙΤΕΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΟΣΥΜΜΟΡΙΤΩΝ ΠΟΥΛΗΜΕΝΩΝ ΚΑΘΗΡΕΣΑΝ ΕΠΑΡΣΙΝ
ΑπάντησηΔιαγραφή