Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2025

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΕΠΟΣ ΤΟΥ '40 : Ο ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ ΣΤΙΣ 31 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940 - ΤΑ ΑΝΤΙΤΟΡΠΙΛΙΚΑ ''ΣΠΕΤΣΕΣ'' ΚΑΙ ''ΨΑΡΑ'' ΚΥΡΙΑΡΧΟΥΝ ΕΠΙ ΤΩΝ ΙΤΑΛΩΝ

Σαν σήμερα στις 31 Οκτωβρίου του 1940 τα αντιτορπιλικά μας "Σπέτσες" και "Ψαρά" καταφτάνουν στα αλβανικά παράλια, απέναντι από την Κέρκυρα, όπου αποβιβάζονται ιταλικά στρατεύματα. και τους βομβαρδίζουν για μιάμιση ώρα.

Στις 30 Οκτώβρη, τρίτη μέρα του πολέμου ο ελληνικός στρατός πιέζονταν από τους ιταλούς στο νότιο αριστερό τομέα του μετώπου και το Γενικό Στρατηγείο, προκειμένου να ανακουφίσει τα αμυνόμενα τμήματα ζήτησε τη συνδρομή του Ναυτικού.

Παράλληλα με τη βοήθεια που θα παρεχόταν στο στρατό ξηράς, σημαντική θα ήταν η ηθική ενίσχυσή του και η κατάδειξη ότι ο ελληνικός στόλος μπορούσε να κινηθεί ελεύθερα στο στενό της Κέρκυρας, παρά την κατοχή από τον αντίπαλο της ηπειρωτικής ακτής.

Το ελαφρό καταδρομικό ΕΛΛΗ, το οποίο τορπιλλίστικε στην Τήνο το 1940, αγκυροβολημένο στα κερκυραϊκά νερά

Για το σκοπό αυτό, στις 14.15’ της 30ης Οκτώβρη απέπλευσαν από το ναύσταθμο τα αντιτορπιλικά «Ψαρά» και «Σπέτσες». Επρόκειτο για νέα σχετικά σκάφη ( 7 ετών) τύπου Dardo ιταλικής ναυπήγησης, αλλά με προβληματικό υλικό και πανομοιότυπα με τα «Ύδρα» και «Κουντουριώτης».

Στο «Ψαρά» επέβαινε αντισυνταγματάρχης του Γενικού Στρατηγείου προκειμένου με τη συνεργασία του να καθοριστούν με ακρίβεια οι εχθρικοί στόχοι που θα βομβαρδίζονταν. Τα πλοία, πέρασαν τον Ισθμό, τον Κορινθιακό κόλπο, τα φράγματα του Πατραϊκού και 16 ώρες αργότερα, ξημερώματα 31 Οκτώβρη, μέσω του στενού της Λευκίμμης έπλεαν πολύ κοντά στην ηπειρωτική ακτή για να πετύχουν αιφνιδιαστική εμφάνιση.

Στις 06.15’, βρίσκονταν απέναντι από τους στόχους Αρκούδι, Κονίσπολη, Σαγιάδα δυστυχώς υπό δυσμενείς καιρικές συνθήκες και με περιορισμένη ορατότητα. Ο βομβαρδισμός άρχισε στις 06.45΄ και έληξε στις 07.30’.

Τα δύο πλοία, πλέοντας με μέση ταχύτητα 8 κόμβων και σε αποστάσεις 10-17000 μέτρων, έβαλαν συνολικά 238 εκρηκτικά βλήματα (188 ρίχτηκαν από το «Σπέτσες» και 50 από το «Ψαρά») με ακαθόριστα αποτελέσματα. Από την ιταλική πλευρά δεν εκδηλώθηκε καμία ενέργεια και ο ένας βασικός σκοπός που ήταν η τόνωση του ηθικού των μαχόμενων ελληνικών τμημάτων και του πληθυσμού της Κέρκυρας επιτεύχθηκε.


 
Κέρκυρα, λίγο πριν το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο: Τα τέσσερα αντιτορπιλλικά τύπου Dardo: Κουντουριώτης, Ύδρα, Σπέτσες και Ψαρά τα οποία είχε το ελληνικό ναυτικό, αγκυροβολημένα στην Κέρκυρα μαζί με άλλα μικρότερα πλοία. Στο κέντρο της φωτογραφίας, πλησιέστερα προς την ακτή, το Α/Τ Κουντουριώτης και στο βάθος σέρβικο τουριστικό. Το τέταρτο από τα Dardo μόλις που διακρίνεται αριστερά καλυπτόμενο από τα κτίρια κοντά στο Καφέ Γυαλί.

Στις επόμενες εβδομάδες του πολέμου, μοίρες αντιτορπιλικών έκαναν τρεις φορές επιδρομές στην Αδριατική, παρά την εκεί κοντά ισχυρότατη παρουσία του Ιταλικού Στόλου, ενώ τα υποβρύχια είχαν αναλάβει συστηματικές και επιτυχείς προσβολές κατά εχθρικών πλοίων που μετέφεραν εφόδια στον ιταλικό στρατό στην Αλβανία. 
Από τα δύο αντιτορπιλικά που εκτέλεσαν το βομβαρδισμό στις 31 Οκτώβρη, το «Ψαρά» βυθίστηκε στον κόλπο των Μεγάρων από γερμανικά αεροπλάνα την Κυριακή του Πάσχα 20 Απρίλη 1941, ενώ το «Σπέτσες» διέφυγε στην Αίγυπτο, και παρέμεινε εν δράσει σε όλη τη διάρκεια του πολέμου.

Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΝΕΡΑΪΔΑΣ ΣΤΙΣ 30-31 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1943 - ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΛΕΟΝ ΓΝΩΣΤΕΣ ΜΑΧΕΣ ΚΑΙ ΤΡΑΓΙΚΕΣ

Του Ιωάννη Αθανασόπουλου

Ιστορικού, Πτυχιούχου της Φιλοσοφικής σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, τμήμα Ιστορίας-Αρχαιολογίας, κατεύθυνση Ιστορίας.

Πρόκειται για μια από τις πλέον γνωστές μάχες και τραγικές, ελέω του κατοχικού εμφυλίου, όπου δυνάμεις του Εκστρατευτικού Σώματος Ηπείρου του ΕΛΑΣ, υπό την διοίκηση και καθοδήγηση του Άρη Βελουχιώτη επιτέθηκαν στον ΕΔΕΣ, την ίδια στιγμή που η γερμανική μεραρχία Αλπινιστών της Εντελβάϊς στρεφόταν κατά των δυνάμεων του ΕΔΕΣ με σκοπό την πλήρη εξολόθρευσή του.

Η μάχη της Νεράιδας αποτέλεσε μια από τις μαύρες στιγμές της κατοχής και της εθνικής αντίστασης. Υπήρξε η πιο τραγική στιγμή της διάρκειας του κατοχικού εμφυλίου. Έλαβε χώρα στις 30-31 Οκτωβρίου 1943. Το τραγικότερο της όλης υπόθεσης είναι πως παρόλο που υπήρξαν αλλεπάλληλες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των Γερμανών, αυτή έλαβε χώρα κανονικά σαν να μην υπήρχαν κατοχικά στρατεύματα.
Όπως είναι ευρέως γνωστό, ο κατοχικός εμφύλιος ξεκίνησε αποφασιστικά και προμελετημένα από την ηγεσία του ΚΚΕ-ΕΑΜ-ΕΛΑΣ στις 9 Οκτωβρίου 1943. Στράφηκε προς όλες τις αντιστασιακές οργανώσεις, σε όλη την επικράτεια της χώρας, με στόχο την απόκτηση της εξουσίας, καθώς η ηγεσία του ΚΚΕ θεώρησε πως οι Γερμανοί ετοιμάζονταν προς αποχώρηση και ήθελαν να προλάβουν τις εξελίξεις.
Η κεραυνοβόλος επίθεση του Εκστρατευτικού Σώματος Ηπείρου του ΕΛΑΣ, υπό την διοίκηση του Άρη Βελουχιώτη, απέτυχε παταγωδώς, όπως γράφει ο ίδιος ο Βελουχιώτης στην έκθεσή του: «Το βασικό στοιχείο του πρώτου μας σχεδίου ήτανε ο αιφνιδιασμός. Σ’ αυτόν βασίζαμε και την σύλληψη του Ζέρβα και γι’ αυτό τη σύλληψη τη βάλαμε σα σκοπό, ένα από τους σκοπούς. Απ’ τη στιγμή όμως του δικού μας αιφνιδιασμού απ’ τον Ζέρβα – αιφνιδιασμός και διάλυση 3/40 – άλλαξε κάπως η κατάσταση. Απ’ τη σύμπτυξή μας και έπειτα (μάχη προς Πράμαντα) άλλαξε εντελώς. Στο μυαλό μας βάλαμε από τότε τούτες τις αλήθειες: Πρώτη: ο αγώνας μας για τη διάλυση του ΕΔΕΣ θα χρόνιζε και θα απαιτούσε πολλές δυνάμεις γερά οπλισμένες, ανεφοδιασμό μας συνεχή από άλλες Μεραρχίες και το Γεν. Στρατηγείο, δημιουργία Κλιμακίου με Επιτελείο και κάπως ευρύτερη δικαιοδοσία, κατοχή για αρκετό χρόνο από σημαντικά ξένα τμήματα της περιοχής Ηπείρου, άμεση ενίσχυση σε πολιτικά και στρατιωτικά στελέχη της ΥΙΙΙης και των Συνταγμάτων της. Δεύτερη: ο Ζέρβας δεν θα πιανόταν, ούτε θα σκοτωνόταν εκτός από «παλαβή» σύμπτυξη» (ολόκληρη η έκθεση εδώ).
Από τα ανωτέρω είναι ξεκάθαρος ο στόχος του Βελουχιώτη και του ΚΚΕ, η διάλυση ή δολοφονία του Ζέρβα και κατ’ επέκταση του ΕΔΕΣ. Οι Γερμανοί δεν αναφέρονται καν… Αντ’αυτού όμως, ο ΕΔΕΣ στάθηκε ικανοποιητικά απέναντι στον αιφνιδιασμό του ΕΛΑΣ και από τα μέσα Οκτωβρίου αντεπιτέθηκε, πετυχαίνοντας τον αφοπλισμό του τάγματος Τζουμερκιώτη («Μαλτέζου»). Παρόλα αυτά, η διοίκηση του ΕΔΕΣ (Ζέρβας, Πυρομάγλου) προσπάθησε να πετύχει σημείο επαφής με το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ ώστε να συναφθεί ανακωχή για να στραφούν από κοινού στον αγώνα κατά των κατακτητών. Ο Ζέρβας μάλιστα προς ένδειξιν καλής θέλησης έκανε συμφωνία με τον Τζουμερκιώτη που προέβλεπε τον πλήρη εξοπλισμό του αιχμάλωτου 3/40 Συντάγματος του ΕΛΑΣ Ηπείρου, με αντάλλαγμα τον από κοινού πόλεμο κατά των Γερμανών. Η συμφωνία αυτή έλαβε χώρα την 22α Οκτωβρίου, αν και από την μεριά του ΕΛΑΣ εν τέλει δεν τηρήθηκε. Ο Πυρομάγλου, μετά από εντολή του Ζέρβα, τηλεφώνησε στο Γ.Σ του ΕΛΑΣ και συνομιλώντας με τους Βελουχιώτη και Κόζιακα, ζήτησε κοινή σύμπραξη κατά των ναζί. Η άρνηση των ηγετών του ΕΛΑΣ ήταν κατηγορηματική, όπως επιβεβαιώνει και ο ίδιος ο Βελουχιώτης. Αναπάντητη έμεινε και η επιστολή του Ζέρβα, την ίδια ημέρα, προς τον Άρη:
«Προς: Άρη, Κόζιακαν.
Υπέρτατον, προς την Πατρίδα και Εθνικόν Αγώνα καθήκον επιτάσσει την ένωσιν όλων των Εθνικών δυνάμεων προς αποτελεσματικήν αντιμετώπισιν των Γερμανών.
Κάμνομεν ύστατην έκκλησιν πατριωτισμού και ανθρωπισμού σας. Να δώσωμεν τα χέρια και να κτυπήσωμεν από κοινού τους Γερμανούς.
Δεν υπάρχουν διαφοραί που να μας κάνουν να αλληλοεξοντωθούμεν . Αυτό πιστεύομεν.
Εάν σεις έχετε άλλην γνώμην τότε σας προτείνω να κρατήσητε την γνώμην σας και να λύσωμεν τας διαφοράς μας μετά την απόκρουσιν κοινού εχθρού.
Εδώσαμεν πρώτοι παράδειγμα. Από σήμερον ο Αρχηγός ΕΑΜ Τζουμέρκων Μαλτέζος και όλοι οι συλληφθέντες κατά την μάχην αξιωματικοί και αντάρται αφεθέντες ελεύθεροι αγωνίζονται μαζί μας κατά Γερμανών.
Εξεδώσαμεν κοινήν προκήρυξιν και υπεγράψαμεν κοινόν συμφωνητικόν, δια του οποίου καλούμεν όλους τους Έλληνας και τους αντάρτας να ενωθώμεν αφίνοντας διαφοράς μας.
Ας ακολουθήσωμεν παράδειγμα τόσων προγόνων μας οι οποίοι σε στιγμάς κινδύνου πατρίδος μας έδωσαν τα χέρια σε μία ιεράν ένωσιν.
     Αναμένομεν απάντησίν σας.
                                            Σ.Δ.Γ.Α   22.10.1943   ώρα 15.00
                                                                Ν. Ζέρβας
Την ίδια περίοδο, μέσα Οκτωβρίου, ξεκινούν και οι εκκαθαριστικές επιθέσεις των Γερμανών, που είχαν διακοπεί για περίπου δύο βδομάδες. Τη διεύθυνση της επιχείρησης είχε ο στρατηγός Χούμπερτ Φον Λανζ, διοικητής του 22ου Σώματος Στρατού. Τον καίριο ρόλο είχε αναλάβει η γνωστή για τη δράση της στο Ανατολικό μέτωπο, μεραρχία Εντελβάϊς. Οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις έλαβαν χώρα στην Ήπειρο και στη Θεσσαλία κατά των οργανώσεων. Στην Ήπειρο ο ΕΛΑΣ είχε συμφωνήσει για δεκαπενθήμερη ανακωχή με τους Γερμανούς (6-20 Οκτωβρίου) και γενικότερα δεν ανέλαβε επιθετικές ενέργειες κατά των Γερμανών ακόμη και μετά την λήξη της ανακωχής, όπως αναφέρει ο Άρης Βελουχιώτης.
Οι Γερμανοί στράφηκαν, ως επί το πλείστον, κατά του Ζέρβα και του ΕΔΕΣ. Η άποψη αυτή τεκμηριώνεται και από αριστερούς συγγραφείς (βλ. Σόλωνα και Φοίβο Γρηγοριάδη, ηγετικά στελέχη του ΕΛΑΣ, επιπλέον βλ. Χάιντς Ρίχτερ).  Οι επιθέσεις στρέφονταν κατά της έδρας του κράτους του Ζέρβα στο Βουλγαρέλι. Μεταπολιτευτικά, δημοσιεύθηκαν κάποιες απόψεις που ούτε λίγο ούτε πολύ, υποστήριξαν πως οι Γερμανοί επεδίωξαν να μη χτυπήσουν τον ΕΔΕΣ, με στόχο μελλοντική σύμπραξη. Και πως οι μεγάλες συγκρούσεις έγιναν επειδή οι Γερμανοί «μπέρδεψαν» τον ΕΔΕΣ με τον ΕΛΑΣ. Η πληθώρα πηγών, εκθέσεων και μαρτυριών όλων των χώρων αναιρούν την εν λόγω άποψη. Χαρακτηριστικό είναι και ένα έγγραφο των Γερμανικών αρχείων, που αποδεικνύει πως οι Γερμανοί γνώριζαν ξεκάθαρα ποιόν είχαν απέναντί τους (Βλ. Πολυχρόνη Ενεπεκίδη, Η Εθνική Αντίστασις 1941-1944, σ. 135):
Διοίκησις ΧΧΙΙ Ορεινής Πυροβολαρχίας, 22 Οκτωβρίου 1943
«Κατά την διάρκειαν της επιχειρήσεως «Λεόπαρδος» αντέταξαν αι εθνικαί συμμορίαι 30 χιλμ. Α. της Άρτας καθ΄ομάδας εκ 50 περίπου ανδρών, εν μέρει εκ χαρακωμάτων, και δι΄οπλοπολβόλων, επιδεξίαν αντίστασιν διαρκείας»
Το έγγραφο αυτό είναι αποκαλυπτικό και αναφέρεται στη δράση του ΕΔΕΣ-ΕΟΕΑ, τον οποίο αποκαλούσαν «εθνικαί συμμορίαι» ενώ το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ «ερυθραί συμμορίαι».
Καθ’ όλη την διάρκεια του Οκτωβρίου συνεχίστηκαν οι επιθέσεις των Γερμανών κατά του ΕΔΕΣ καθώς και οι αψιμαχίες του ΕΛΑΣ με την οργάνωση του Ζέρβα. Αποκορύφωμα όλων υπήρξε η 30η και η 31η Οκτωβρίου, όπου έλαβε χώρα η μάχη της Νεράιδας, στο ομώνυμο χωριό των Τρικάλων, χτισμένο σε υψόμετρο 1.020 μέτρων στις πλαγιές των Τζουμέρκων. Η μάχη αυτή, απέναντι σε δύο εχθρούς, υπήρξε καίρια για τα γεγονότα της αντίστασης. Και οι δύο επιτιθέμενοι εχθροί είχαν ως στόχο τον αφανισμό του Ζέρβα, ο καθένας για τους δικούς του λόγους και σκοπούς. Ενδεχόμενος αφανισμός του ΕΔΕΣ θα άλλαζε τις ισορροπίες εν όψει της απελευθέρωσης όποτε και αν λάμβανε χώρα. Οι δυνάμεις των Εθνικών Ομάδων βρέθηκαν στο εγκλωβισμένες στο μέσο, βαλλόμενες από ταυτόχρονα πυρά των ανδρών της Έντελβάϊς και των ανδρών του Άρη Βελουχιώτη. Ο Ευάγγελος Αβέρωφ περιέγραψε συνοπτικά αλλά και κατατοπιστικά τα γεγονότα εκείνων των ημερών (βλ. Φωτιά και τσεκούρι, σ. 110): «Οι άνδρες του Ζέρβα αναγκάσθηκαν να πολεμήσουν σε δύο μέτωπα: προς ανατολάς, εναντίον ανδρών που είχαν το ίδιο αίμα με αυτούς, εναντίον αδελφών. Προς δυσμάς, εναντίον ανδρών που είχαν αίμα βορείων φυλών, εναντίον ξένων. Επί τέσσερις ημέρες διεξήχθη μάχη σκληρότατη, για να φθάσει στο αποκορύφωμά της την 30ή Οκτωβρίου, όταν κυκλωμένοι επάνω σε μια ψηλή βραχώδη ράχη, όλοι οι άνδρες, ανεξαρτήτως βαθμού, πολέμησαν ως ακροβολισταί τον τελικό αγώνα της απελπισίας και της τιμής».
Ο ΕΔΕΣ επέζησε αποκλειστικά εξαιτίας της οξυδέρκειας και της στρατιωτικής ικανότητας του αρχηγού του. Ενώ οι δυνάμεις του είχαν διασκορπιστεί και διαλυθεί σε μεγάλο βαθμό, ο Ζέρβας με 85 μόνον αντάρτες και με μια φάλαγγα αιχμαλώτων Ιταλών και αμάχων γυναικόπαιδων, κυνηγημένος από Γερμανούς και Ελασίτες, με ελιγμό καταφέρνει να απαγκιστρωθεί από το τέλμα και να ξεφύγει προς τους Μελισσουργούς και από εκεί στα Πράμαντα – Άγναντα.
Οι μαρτυρίες των πρωταγωνιστών
Την επομένη οι τραγικές στιγμές γιγαντώθηκαν με το όσα φρικτά συνέβησαν στο χωριό των Τζουμέρκων. Οι μαρτυρίες όσων συμμετείχαν στη μάχη δεν αφήνουν πολλά περιθώρια αμφισβήτησης. Ο Ναπολέων Ζέρβας έγραφε την 30η Οκτωβρίου στο Ημερολόγιό του:
«… την 10.15 ώρα, κατερχόμενος από το Βουλγαρέλι, συνηντήσαμε ένα νέον ο οποίος έλεγε ότι έρχονται οι Γερμανοί και ειδοποιούσε όλο τον κόσμο να φύγη. Δεν επιστρέψαμε και την 11.15 ώρα εφθάσαμε στο Βουλγαρέλι. Στην πλατεία ήλθαν οι σύνδεσμοι οι οποίοι μας είπαν ότι οι Γερμανοί έρχονται. Πραγματικά, δεν προφθάσαμε να πάμε προς το Γραφείο, ότε ‘αρχισε να μας βάλη πυροβολικό και όλη η γραμμή άναψε από τα πυροβόλα… Πολλές οβίδες έπεσαν κοντά μου. Η επίθεσις ήταν αιφνιδιαστική, ουδείς την ανέμενε. Μας επετέθησαν εξ όλων των μερών, μέτρα δεν είχαν ληφθή, λόγω δε της επιθέσεως των εαμιτών εκ των Πηγών, όλοι οι άνδρες είχαν σταλή προς Τετράκωμον. Ο αιφνιδιασμός υπήρξε πλήρης, με αποτέλεσμα να διασκορπισθούν οι πάντες και να αναμιχθούν τα τμήματα. … Όλοι ετράπησαν προς Θεοδώριανα και ούτω διέταξα γενικήν συγκέντρωσιν προς Νεράιδα. Την 17 ώρα ξεκινήσαμε μια ατελείωτη φάλαγξ ιδιωτων και ανταρτών. Το θέαμα ήτο τραγικόν. Το κακό οφείλεται εις την άνευ προηγουμένου προδοσίαν του ΕΑΜ».
  Και συνεχίζει για την επομένη 31η Οκτωβρίου 1943:
«[…] Οι Γερμανοί έχουν εισέλθει την 8ην πρωινήν εις Θεοδώριανα διά μικρών φαλάγγων. Η κάθοδός των συνεχίζεται. Την αυτήν ώραν οι εαμίτες αρχίζουν να βάλλουν, από τα υψώματα Γκορτζιάς, κατά των τμημάτων του Χονδρού. […]
Οι Γερμανοί αρχίζουν την 9ην ώραν να ανέρχωνται προς τον Προφήτη Ηλία. Διατάσσω τα τμήματα να βαστάξουν μέχρι τέλους. Βάλλουν με όλμους. Οι εαμίτες πυροβολούν στο χωριό. Δύο φορές οι σφαίρες έπεσαν πλάι μου. Η μάχη με τους εαμίτας συνεχίζεται σκληρά. […]
[…] Την 11ην ώραν από τον Προφήτην Ηλίαν ειδοποιούν ότι οι Γερμανοί εξακολουθούν ανερχόμενοι και ότι τα φυσίγγια ετελείωσαν. Τότε διατάσσω αναχώρησιν. Τα πυρά των εαμιτών καθίστανται ισχυρότερα. Οι πυροβολισμοί πυκνούνται, βάλλουν τους αναχωρούντας. Οι Γερμανοί εξακολουθούν βολήν όλμων προς Νεράιδαν»
Ο υπασπιστής του Ζέρβα, Μιχάλης Μυριδάκης, παρευρισκόμενος στη μάχη έγραψε τις αναμνήσεις του (Αγώνες της Φυλής, 1948, σ. 118-120):
«… Τα ξημερώματα της 31 Οκτωβρίου ευρέθησαν αι εθνικαί αυταί δυνάμεις περικυκλωμέναι και βαλλόμεναι πανταχόθεν από Γερμανούς και Ελασίτας. Από τας 6.30 το πρωί τα πυρά των δύο και συγχρόνως βαλλόντων εχθρών των εθνικών ομάδων πίπτουν διασταυρωνόμενα επ’ αυτών. Στιγμάς μαύρας, στιγμάς τραγικάς και φρικώδεις επέρασαν οι κακή τη μοίρα παρευρεθέντες τότε εκεί.
{…} Την εσπέραν τέλος της 31ης Οκτωβρίου, ο Ζέρβας, από δύναμιν 10.500 ανδρών, τους οποίους διέθετε πρό της συγκρούσεως, ευρίσκεται να έχη πλησίον του μόνον 79 αξιωματικούς και οπλίτας. Με την κατάστασιν αυτήν, ακολουθούν τον Ζέρβαν και περί τα 3.000 γυναικόπαιδα και περί τους 800 Ιταλοί»
Ο Καπετάνιος του ΕΛΑΣ, Άρης Βελουχιώτης στην Έκθεσή του αναφέρει πως οι Γερμανοί κυνηγούσαν τους «Ζερβικούς» και πως υπήρξε διμέτωπος πόλεμος:
«Στις 31-10-43 το προγεφύρωμα Μεσούντας – Τετρακώμου δεν είχε γίνει, έτσι πέρασε απ’ εκεί μια φάλαγγα Γερμανών. Κατέβηκαν χαμηλά στο ρέμα του Αχελώου και βγήκανε στη Λαφίνα. Σύγχρονα φτάσαν στα Θεοδώριανα και κυνηγώντας τους Ζερβικούς βγήκαν στον Προφήτη Ηλία.
Ένα τμήμα Ζερβικών προς το οποίον είχαν εμπλακεί οι δικοί μας εν τη προσπαθεία των προς την Νεράϊδα και Προφήτη Ηλία, συνεπτύχθη.
Ο Ζέρβας ο ίδιος ήτανε στη Νεράϊδα κι’ όλοι μαζί, μεταγωγικά, στρατός κλπ περί τους 300, δια της ράχης Νεράϊδας ριχτήκανε στο δρόμο Θεοδωριάνων – Μελισσουργών δια «Αυτί» αλλά βορείως «Αυτί» προς Μελισσουργούς. […]
  Η περιγραφή του Έντυ Μάγιερς

Ο πρώτος αρχηγός της Βρετανικής Συμμαχικής Αποστολής, Έντυ Μάγιερς, έγραψε σχετική έκθεση (η οποία υπάρχει στα αρχεία της ΔΙΣ, φάκελος 956/Γ/4) για τις ημέρες εκείνες του κατοχικού εμφυλίου που ανέφερε:
«Ενώ ο εκ των Γερμανών κίνδυνος εφαίνετο απομακρυνθείς, η διοίκησις των ΕΟΕΑ κατόπιν της εκδηλωθείσης την 27ην Οκτωβρίου επιθέσεως τμήματος του ΕΛΑΣ εκ περιοχής Πηγών, διέταξε την συγκέντρωσιν εις περιοχήν Βουλγαρελίου των δυνάμεων της περιοχής Τζουμέρκων εκ 2000 περίπου ανταρτών και την συγκρότησιν τμήματος κρούσεως εκ τεσσάρων Ταγμάτων με αποστολήν ενεργείας αντεπιθέσεως κατά την 30ην Οκτωβρίου κατά των εις περιοχής Τετρακώμου προωθηθέντων ελασιτών.
Την πρωϊαν εντούτοις της ιδίας ημέρας εξεδηλούτο αιφνιδιαστική επίθεσις των Γερμανών, δια τεσσάρων Ταγμάτων και Πυροβολικού επί του μετώπου Βουλγαρελίου – Λειψούς, με αποτέλεσμα την αποκοπήν και πλήρη διάλυσιν των κινούμενων προς τας θέσεις εξορμήσεως τμημάτων των ΕΟΕΑ. Τα υπόλοιπα εν αμυντική διατάξει ευρεθέντα ολίγα τμήματα του Αρχηγείου Τζουμέρκων, κατόπιν σκληρού αγώνος, καθ΄όν πολλά υψώματα περί ήλθον εναλλάξ εις τας χείρας των αντιμαχομένων, επέτυχον όπως συγκρατήσωσι τους Γερμανούς μέχρι του τελευταίου φωτός.
Ακολούθως κατά την νύκτα συνεπτύχθησαν προς τα υψώματα Θεοδωριάνων – Νεράϊδας μετά των πανικοβλήτων κατοίκων της περιοχής. Κατά τη μάχη του Βουλγαρελίου αι απώλειαι των αντιπάλων υπήρξαν σοβαρώταται. Μόνον οι νεκροί των ΕΟΕΑ υπερέβησαν τους 50, κατά το πλείστον του 3/40 Συντάγματος και Σχολής Αξιωματικών, εξ ών 2 Αξιωματικοί ο Έφεδρος Ίλαρχος Ζησόπουλος Πέτρος και ο Ανθυπολοχαγός Μπάλλας Μιλτιάδης.
Η Γερμανική φάλαγξ προελαύνουσα προς Ανατολάς προσέβαλε την επομένην τα υπολείμματα των ΕΟΕΑ επί του αντερείσματος νοτιοανατολικώς του χωρίου Νεράιδα, εντός του οποίου είχον καταφύγει χιλιάδες γυναικοπαίδων και περί τους 300 Ιταλοί, το Αρχηγείον των ΕΟΕΑ και ο Σύνδεσμος Αξιωματικός της ΒΣΑ. Συγχρόνως σοβαραί δυνάμεις του ΕΛΑΣ ελιχθείσαι από της προτεραίας είχον καταλάβει τα ανατολικώς Νεράιδας υψώματα. Την μεσημβρίαν η θέσις των αμυνομένων, ευρεθέντων μεταξύ δύο πυρών και εξαντλησάντων τα πυρομαχικά των κατέστη κρισιμωτάτη. Προ του κινδύνου τελείας εξοντώσεώς των, ο Αρχηγός των ΕΟΕΑ διέταξε την διάσπασιν του κλοιού και την αποχώρησιν, επιτευχθείσης της διαφυγής προς Δυσμάς προς το χωρίον Μελισσουργοί δια των αποκρήμνων κορυφών των Τζουμέρκων.
Υπό την κάλυψιν των πυρών των ανταρτών ηδυνήθησαν να εκκενώσωσι την περιοχήν και τα συγκεντρωμένα γυναικόπαιδα με αρκετάς απωλείας. Η Βρεττανική Αποστολή κινηθείσα προς την κατεύθυνσιν των ελασιτών συνελήφθη αιχμάλωτος. Αι απώλειαι των τμημάτων του Αρχηγείου Τζουμέρκων κατά τας επιχειρήσεις από 10-31 Οκτωβρίου εναντίον των Γερμανών και ελασιτών ανήλθον εις 150 νεκρούς, τραυματίας και σφαγιασθέντας. Γενικώς εκ του διμετώπου αγώνος της 31ης Οκτωβρίου αι ΕΟΕΑ υπέστησαν πλήρη εξάρθρωσιν, πλείσοτν δε των Αξιωματικών και ανταρτών θεωρήσαντες άσκοπον τον περαιτέρω αγώνα απεχώρησαν εις τας υπό των Γερμανών και ελασιτών κατεχομένας περιοχάς».  
Αρχές Νοεμβρίου και ενώ οι ΕΟΕΑ ήταν σχεδόν διαλυμένες μετά από τα ισχυρά χτυπήματα Γερμανών και ελασιτών, οι τελευταίοι αρχίζουν ένα κύμα πρωτοφανούς αγριότητας και εκδιώξεων αμάχων που δεν ήταν ενταγμένοι στον ΕΛΑΣ γιατί προτιμούσαν τον ΕΔΕΣ. Αυτόπτες μάρτυρες, όπως ο Μυριδάκης, αναφέρουν πως ο ίδιος ο Βελουχιώτης πραγματοποίησε άγρια εγκλήματα και βασανιστήρια σε ανθρώπους που μερικοί εξ αυτών επέζησαν και έδειχναν τα σημάδια στο σώμα τους σε όσους τα διηγούνταν. Βρέθηκαν κεφάλια χωρίς σώματα και το ανάποδο. Τα ανωτέρω επιβεβαίωσαν και οι Βρετανοί Σύνδεσμοι στον Γουντχάουζ, ο οποίος ενημέρωσε το Στρατηγείο Μέσης Ανατολής τόσο για τη διμέτωπη μάχη όσο και για τα εγκλήματα πολέμου του Άρη Βελουχιώτη και των μαυροσκούφηδών του κατά Ελλήνων «αντοφρονούντων» και αμάχων.
Αποτέλεσμα αυτών ήταν τα συγχαρητήρια του Μάγιερς για τη στάση του ΕΔΕΣ κατά των κατακτητών, με ραδιοτηλεγράφημα την 1/11/1943:
Παρακαλώ διαβιβάσατε εις τους συμπολεμιστάς σας τον εξαιρετικόν θαυμασμόν διά τους προσφάτους σας άθλους κατά των Γερμανών. Υμέτερον παράδειγμα θέλει εμπνεύσει όλους τους πειθαρχικούς, οι οποίοι μάχονται και θέλουν να μάχονται υπέρ της Ελλάδος, των Ηνωμένων Εθνών και των δικαιωμάτων της Ελευθερίας. ΣΤΟΠ. Υγιαίνετε. Συνεχίσατε μάχην κατά Γερμανών παρά τας τραγικάς δυσκολίας. ΣΤΟΠ. Απηύθυνα έκκλησιν προς τον ΕΛΑΣ όπως παύση αιματοχυσίαν ακολουθών μεγάλον παράδειγμά σας. Χαίρε. ΣΤΟΠ
                     
Αυτή ήταν συνοπτικά η αναφορά για τα γεγονότα της μάχης της Νεράιδας, που ενώ υπάρχουν τόσα τεκμήρια και αναφορές για την κρισιμότητά της καθώς και για τον πραγματικό ρόλο σημαντικών προσωπικοτήτων της αντίστασης, αυτή αποσιωπάται εντέχνως και συνειδητά από την πλειονότητα των στρατευμένων ερευνητών.


ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ

Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2025

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ''ΕΠΟΣ ΤΟΥ 40'' ΑΓΝΩΣΤΟΙ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ : Η ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗ ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΑΣΤΕΛΛΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΜΑΧΗ ΣΤΟΥΣ ΒΟΥΛΙΑΡΑΤΕΣ

από το βιβλίο - προσωπική μαρτυρία του Δημήτριου Γ. Μαστέλλου
"Οδοιπορικό του έπους 1940", Εκδόσεις ΠΕΛΑΣΓΟΣ
 
 
Η βροχή συνεχίστηκε μέχρι τις 7 η ώρα το πρωί. Ξημέρωσε μία θολή συννεφιασμένη ημέρα αλλά επιτέλους η βροχή είχε κοπάσει.
Τότε ακούσαμε βόμβο αεροπλάνων. Ήτο ένα ανιχνευτικό Ελληνικό. Μετά παρέλευσιν δευτερολέπτων άρχισε μπαράζ βαρέως πυροβολικού και δικού μας εχθρικού: προοίμιον επιθέσεως.

Κατά τις 7:45 π.μ. ο λοχαγός διέταξε να βγάλουμε ανιχνευτάς προς αναγνώρισιν εδάφους...
...Τότε προχωρήσαμε ο Νικολάου και εγώ με κάθε επιφύλαξη και προσοχή, δεδομένου ότι στα εκατό μέτρα βασίλευε πανδαιμόνιο από τις οβίδες. Χαλούσε ο κόσμος! Ήτο αδύνατον να προχωρήσουμε από τα διασταυρούμενα πυρά!
Ήτο η ώρα οκτώ παρά ένα λεπτό. Ο λοχαγός μας με το επιτελείο του ήτο πίσω μας, επάνω σε μία μεγάλη πέτρα. Καθώς ήτο ψηλός και λεβέντης εφάνταζε ωσάν Ολύμπιος Ζευς!

5 Δεκεμβρίου 1940, ώρα 8 το πρωί! Αριστερά μας, ψηλά στο ύψωμα ήτο το 12ο Σύνταγμα Πατρών και δεξιά μας προς Κακαβιά το 39ο Σύνταγμα Μεσολογγίου.                   

Οκτώ η ώρα ακριβώς ακούστηκε η βροντερή φωνή του λοχαγού: «Εφ’ όπλου λόγχη!» και ταυτοχρόνως είχε δοθεί η ίδια εντολή σε όλη τη γραμμή από κορυφής έως Κακαβιάς από το στρατηγείο.
Την ίδια στιγμή οι σαλπιγγταί έδιναν με τις σάλπιγγες το σύνθημα «προχωρείτε – προχωρείτε»!!! Ανατρίχιασα! Ανάμικτα συναισθήματα κυριαρχούσαν μέσα μου. Ενθουσιασμός, συγκίνηση κι αυτό το δυνατό συναίσθημα ότι υπερασπιζόμουν αυτήν την στιγμή ότι ιερότερο είχα: την τιμή και το δίκαιο της πατρίδας μου! Όλα αυτά με γέμισαν έναν αυθορμητισμό, που πιστεύω ότι όλοι μας έτσι σκεπτόμαστε: να ριχτούμε στη μάχη και να νικήσουμε με κάθε τρόπο τον εχθρό!

Οι αλαλαγμοί μας έφθαναν στον ουρανό. Κι έτσι μ’ αυτό το σύνθημα ξεκινήσαμε αλαλάζοντες συνθήματα ενθουσιώδη όπως: «Αέρα – αέρα! Στην θάλασσα τους Ιταλούς! Ζήτω η Ελλάς! Ζήτω η Βόρειος Ήπειρος!» και προχωρούσαμε προς κατάληψη του χωριού.

Όταν φθάσαμε στα πρώτα σπίτια του χωριού Βουλιαράτες, απευθύνεται σε μένα αγριεμένος ο ανθυπολοχαγός Καρβέλης και μου λέει:
«Προχώρα στο κέντρο του χωριού και εγώ πάω δεξιά να πιάσω τα μεταγωγικά με κανόνια ορειβατικού πυροβολικού που είχαν κυκλώσει οι δικοί μας».
Ήτο η τελευταία στιγμή που είδα τον Καρβέλη. Χάθηκε τρέχοντας από τα μάτια μου, καθώς προχωρούσα προσεκτικά προς το κέντρο του χωριού εκτελώντας τη διαταγή του. Οι άνδρες είχαν μοιραστεί. Κάποιοι τον ακολούθησαν, άλλοι προχωρούσαμε μαζί ακροβολισμένοι, κοντά στα σπίτια, στον δρόμο του χωριού, προς τα εκεί που πιστεύαμε ότι θα βρούμε την πλατεία. Νοιώθαμε πίσω από τα παραθυρόφυλλα μάτια να μας παρακολουθούν... Ελπίζαμε ότι θα ήταν φιλικά... και τότε άρχιζαν να τερετίζουν τα μυδραλιοβόλα.                             

Όλμοι έπεφταν από παντού, εμείς προσπαθούσαμε να καλυφθούμε χωρίς να διαλυθούμε, να οχυρωθούμε κάπου και να απαντήσουμε στα πυρά. Με κοφτές διαταγές ένας λοχίας μας οδήγησε προς το ύψωμα Άγιος Αθανάσιος από τη μια πλαγιά του χωριού. Πυροβολούσαμε προς το σημείο που φαίνονταν τα εχθρικά πυρά. Κάποιοι από τους δικούς μας που είχαν προηγηθεί και βρίσκονταν στην άλλη πλευρά του χωριού χωρίς να τους έχουν πάρει είδηση οι Ιταλοί, έκαναν αιφνιδιαστική έφοδο. 

Το τι έγινε δεν περιγράφεται! Μπροστά στα μάτια μας καθώς ξεχυθήκαμε και εμείς με «Αέρα, Αέρα!», ξετυλίχθηκαν στιγμές ηρωισμού. Η μάχη προχωρούσε, εμείς προωθούμεθα για να ενωθούμε με τους υπολοίπους. Ένας δικός μας, τόσο μπαρουτοκαπνισμένος, ώστε δεν μπορούσα να διακρίνω τα χαρακτηριστικά του, είχε πιάσει κάποιους Ιταλούς αιχμαλώτους. Υπό την απειλή του όπλου του, οδηγούσε τρεις – τέσσερις φρατέλλους προς ένα δίπατο σπίτι. Ήσαν αξιοθρήνητοι. Με τα χέρια ψηλά έκλαιγαν και κάτι έλεγαν σιγανά. Σαν παρακάλια μου φάνηκαν. Όλα αυτά τα είδα και τα αντελήφθην με την άκρη των ματιών μου σε κλάσματα δευτερολέπτων. Συνέχισα να τρέχω μαζί με τους άλλους κρατώντας το όπλο μου στο χέρι στο ύψος του ποδιού μου. 
Εκείνη τη στιγμή έκρηξη, λάμψη, πόνος, όλα μαζί και μετά σκοτάδι...

Όταν συνήλθα, ο πόνος μου τρύπαγε το μυαλό. Ήμουν μόνος, δεν ήξερα τι είχε γίνει στη μάχη και το πόδι μου αιμορραγούσε και πονούσε αβάσταχτα. Είχα παγώσει και με δυσκολία προσπάθησα να τραβήξω από το γυλιό μου κάτι από το κουτί πρώτων βοηθειών για να δέσω το πόδι μου. Βλέποντας το αίμα να τρέχει ένοιωσα στο στόμα μου μία λιγούρα, στα μάτια μου μία θολούρα, μία ζάλη... Μόνος εκεί, μέσα στη λάσπη στην παγωνιά, έκλαψα καθώς θυμώμουν τα λόγια του πατέρα μου για τις κακουχίες... Τότε άκουσα λίγο πιο πέρα βογγητά. Και συνειδοτοποίησα ότι η μάχη είχε σταματήσει, δεν ακούγονταν ούτε πυροβολισμοί, ούτε όλμοι, ούτε τίποτα. Αγωνία με κυρίευσε για την έκβαση της. Κοίταξα γύρω μου για το όπλο μου. Ήτο πιο πέρα διαλυμμένο. Ο όλμος το είχε διαλύσει πριν με κτυπήσει...

-Συνάδελφε, με ακούς; Άκουσα λίγο πιο κάτω μία φωνή. Τα χείλη μου ήταν ξερά, προσπάθησα να μιλήσω, μα η φωνή μου δεν έβγαινε.
-Ζεις ρε; Ξαναφώναξε πάλι.
-Ζω! Απάντησα με κόπο. Προσπάθησα να κουνηθώ λίγο αλλά ο πόνος μου έκοψε την ανάσα.
Άκουγα τον άλλον να έρχεται σκυφτά προς το μέρος μου βογγώντας σιγανά.
-Που κτύπησες εσύ; Τον ρώτησα χαμηλόφωνα.
- Στο χέρι. Εσύ;
- Στο πόδι!
Είχε πια πλησιάσει.
-Συνάδελφε! Αφού δεν μας φάγανε οι παλιομακαρονάδες, πάλι καλά!
Τον ρώτησα για τη μάχη. Δεν ήξερε κι αυτός σίγουρα.
-Μάλλον νικήσαμε, μου απάντησε, αφήνοντας έναν βαθύ αναστεναγμό.

Το χέρι του κρεμόταν και μία άσχημη πληγή φαινόταν μέσα από το σκισμένο και καμμένο του μανίκι. Τον βοήθησα να το δέσει, ώστε να σταματήσουμε την αιμορραγία. Τον έλεγαν Κώστα κι ήταν από ένα χωριό της Κορίνθου. Τότε, αφού δέσαμε το χέρι του όσο καλύτερα μπορούσαμε, σχίσαμε με την ξιφολόγχη του τη σκελέα μου. Το πόδι αιμορραγούσε συνεχώς. Έπρεπε να το δέσουμε. Από το γυλιό τραβήξαμε μία φανέλλα. Την κόψαμε στα δύο και δέσαμε το πόδι επάνω και κάτω από το γόνατο σφιχτά. Προσπάθησα να τεντώσω λίγο το πόδι μου κρατώντας το με το χέρι μου, μήπως έτσι αντιληφθώ το μέγεθος της... ζημιάς. Τότε ένοιωσα έναν πόνο οξύ, διαπεραστικό και ταυτοχρόνως, κάτι να πέφτει στη χούφτα μου...

Ήτο το βλήμα που με είχε κτυπήσει! Από μία παραξενιά της τύχης κρατούσα στο χέρι μου το γύρισμα της ζωής μου! Το έβαλα μ’ ένα μικρό, ίσως μοιρολατρικό χαμόγελο στον γυλιό μου... Ήθελα να το φυλάξω αυτό το βλήμα, που είχε απ’ ότι φαίνεται εξοστρακιστεί στο όπλο μου – το οποίον και διέλυσε – πριν με κτυπήσει, ως ενθύμιον αυτής της μάχης, ως παράσημο της δικής μου συνεισφοράς αίματος για την αγαπημένη μου πατρίδα και την ελευθερία της, για τα ιερά μου ιδανικά!

Το έφερα μαζί μου σαν γύρισα ζωντανός αργότερα και το έχω για να θυμάμαι τα γεγονότα αυτά, να το δείχνω στα παιδιά μου και τα εγγόνια μου και να τους διηγούμαι αυτή την ιστορία, όπως έφερε ο μακαρίτης ο πατέρας μου τα παράσημα του από τις νίκες που του θύμιζαν τις ηρωικές και συνάμα τραγικές στιγμές εκείνων των μαχών το 1912, 1913 έως και το 1917... Όστροβον, Σόροβιτς, Κορυτσά! Κιλκίς – Λαχανά, Κρέσνα – Τσουμαγιά! Δάκρυα κυλούσαν στα μάτια μου, συναισθανόμενος την συνέχεια, την αλυσίδα, την διάρκεια των υπέρ της Πίστεως και της Πατρίδος Αγώνων των Ελλήνων!
Ήτο η σειρά της δικής μου της γενιάς!!!

Τότε από το ύψωμα ακούσαμε ελληνικές φωνές και είδαμε δικούς μας στρατιώτες να προχωρούν παρατεταγμένοι προς το χωριό. Φωνάξαμε να μας βοηθήσουν, μα οι φωνές μας από την αιμορραγία, τον πόνο είχαν εξασθενήσει... Αλλά και από την φασαρία που έκαναν οι ίδιοι δεν ήτο δυνατόν να μας ακούσουν.
Τους βλέπαμε να απομακρύνονται και απογοητευθήκαμε!

-Μήπως σε κρατάνε τα πόδια σου να πας εσύ να τους φθάσεις; Ρώτησα τον συνάδελφο. Κούνησε το κεφάλι του αρνητικά.
- Δεν σ’αφήνω μόνο σου, μου είπε. Με συγκίνησε η αυταπάρνηση και η ευγένεια της ψυχής του! Δεν κοίταξε τον εαυτό του όπως ίσως θα έκαναν οι περισσότεροι... Έμεινε πίσω για μένα!
Ειλικρινώς, τα πιο ζεστά και βαθειά ανθρώπινα αισθήματα ευγνωμοσύνης κατέκλυσαν την ψυχήν μου! Τότε ο συνάδελφος Κώστας, έσκυψε και δείχνοντας μου την πλάτη του μου είπε:
-Ανέβα Μίμη στην πλάτη μου και κρατήσου καλά. Αν μείνουμε εδώ να περιμένουμε, θα παγώσουμε από το κρύο. Ας προσπαθήσουμε μόνοι μας να πάμε σε κάποιο σπίτι και μετά βλέπουμε... 
Είχε δίκαιο. Με κόπο και πόνο και μετά από πολλές αποτυχημένες προσπάθειες κατόρθωσα να ανέβω στην πλάτη του. Το χέρι του πονούσε, το πόδι μου το ίδιο και είχαμε αρχίσει να μουδιάζουμε από το κρύο, αλλά τα καταφέραμε... 

Η βροχή είχε ξαναρχίσει... Τα γκρίζα σύννεφα και η ομίχλη μας τριγύριζαν σαν σάβανο. Σαν μεθυσμένοι κατηφορήσαμε προς το χωριό... Το θέαμα για κάποιον τρίτο θα ήτο κωμικοτραγικό. Οι πόνοι μας γίνονταν αβάσταχτοι. Ο Κώστας είχε λαχανιάσει. Η αιμορραγία στο χέρι του, το βάρος μου και το κρύο τον είχαν εξουθενώσει... Το καταλάβαινα και η ευγνωμοσύνη μου για την πράξη του πλημμύριζε την ψυχή μου. Θα μπορούσε να με είχε αφήσει εκεί που με βρήκε... Ή να φύγει μόνος του και να προσπαθήσει να ειδοποιήσει για μένα... Ή... Πολλά τα «ή»... Όμως όχι! 
Βρισκόμαστε κι οι δυο, ο ένας επάνω στον άλλον σ’ ένα λασπωμένο χωματόδρομο, ενός Βορειοηπειρωτικού χωριού, τραυματισμένοι, εξαντλημένοι, ανήμποροι πλέον μα όμως αλληλέγγυοι και Δόξα τω Θεώ, ζωντανοί! Η Μεγαλόχαρη μας είχε σκεπάσει και μας είχε σώσει.

Μπροστά μας υψωνόταν ένα μεγάλο πέτρινο σπίτι με πολλά παράθυρα από την πλευρά του δρόμου και μία τεράστια ξύλινη αυλόπορτα. Κτυπήσαμε δυνατά και κροταλίσαμε το σιδερένιο ζεμπερέκι. Σε λίγο ακούστηκαν βήματα στην εσωτερική αυλή και σύρτες να τραβιούνται. Η πόρτα μισάνοιξε, ένα κεφάλι πρόβαλε λίγο διστακτικά πίσω από το πορτόφυλλο και αμέσως, ω του θαύματος, η πόρτα άνοιξε!
Μία ψηλή, γεροδεμένη αρχοντογυναίκα στεκόταν στην είσοδο. Μας κοίταξε καλά και σταδιακά πέρασαν από το πρόσωπο της διάφορες εκφράσεις. Συγκινημένη γονάτισε επάνω στις λασπωμένες πέτρες της αυλής κι έσκυψε το αρχοντικό της μαντηλοφορεμένο κεφάλι και φίλησε τα πόδια μας.

- Μα τι κάνετε εκεί; Ρωτήσαμε με όση φωνή μας είχε απομείνει μ’ ένα στόμα κι οι δυο.

- Είχα ορκιστεί να φιλήσω τα πόδια των ελευθερωτών μας! Τα πόδια των πρώτων Ελλήνων στρατιωτών που θα έφθαναν στο χωριό μας, στο σπιτικό μας ελευθερωτές!

Τα μάτια μας έσταζαν δάκρυα. Τέτοια υποδοχή δεν τη φανταζόμαστε. Δάκρυα κυλούσαν κι από τα δικά της μάτια... Σηκώθηκε, άνοιξε διάπλατα την πόρτα της κι άπλωσε τα χέρια της σε μια κίνηση, σε μια αγκαλιά να περάσουμε.
 - Περάστε παλληκάρια μας! Περάστε αδέρφια μας! Περάστε ελευθερωτές μας!

Τότε κατάλαβε το πόσο τραυματισμένοι είμαστε. Έβαλε μια φωνή και μας βοήθησε να φθάσουμε στη σκάλα. Εκεί έγειρε ο Κώστας και με ακούμπησε όσο πιο σιγά μπορούσε στα σκαλοπάτια. Έβγαλε ένα βαθύ αναστεναγμό και σωριάστηκε πλάι μου ξέπνοος από την τόση υπεράνθρωπη προσπάθεια που είχε καταβάλει!
Για πότε γέμισε η σκάλα, η αυλή φωνές και πρόσωπα δεν καταλάβαμε. Σαν να σήμανε συναγερμός! Μας ελευθέρωσαν από τους γυλιούς, τις μουσκεμένες χλαίνες, τα κράνη και τα αμπέχωνα...

Σε λίγο ο ψυχογυιός της αρχόντισσας έκοβε μ’ ένα ψαλίδι το παντελόνι μου. Η εικόνα που παρουσίαζε το πόδι μου με άφησε άφωνο. Ήτο καταμέλανο κι αιμορραγούσε σε πολλά σημεία. Αλλά το κυρίως τραύμα ήτο στο γόνατο. Το κοίταζα κι έκανα το σταυρό μου... «Παναγία μου! Άγιε μου Γεράσιμε κι Άγιε μου Βλάση!» ψιθύρισα. Θα ξαναπερπατήσω; Θα μείνω κουτσός ή μήπως και μου κόψουν το ποδι; Οι σκέψεις θόλωσαν το μυαλό μου. Ανησύχησα πολύ για το πόδι μου. Μα οι περιποιήσεις και η αγάπη με την οποία μας περιέβαλαν αυτοί οι άνθρωποι μας έκαναν τόση εντύπωση. 

Σε λίγο μας έπλυναν με ζεστό νερό, μας έδωσαν καθαρά ρούχα να φορέσουμε και μας έβαλαν σε κρεβάτια να αναπαυθούμε και να κοιμηθούμε. Τα λευκά σεντόνια έτριζαν από καθαριότητα, κολλαρισμένα και μοσχοβολούσαν λεβάντα. Μας σκέπασαν με υφαντές κουβέρτες. Το πόδι μου το είχαν τυλίξει με επιδέσμους και ένα αφέψημα που μου είχαν δώσει είχε λιγοστέψει τους πόνους μου.

Ο Νικολιός ο παραγυιός είχε πάει στην πλατεία να ειδοποιήσει τον στρατό για μας. Το τι γινόταν στην πλατεία, μας είπε όταν γύρισε, χαλασμός! Γλέντι τρικούβερτο! Οι χωριανοί πανηγύριζαν την ελευθερία τους! Μα και στο σπίτι του νοικοκύρη Γιάννη Ζιόγκα που ήτο στην Αμερική και είμαστε φιλοξενούμενοι του καθώς μας είπαν, έγινε μεγάλο γλέντι! Αργότερα μας έφεραν να φάμε. 

Ω Θεέ μου μεγαλεία! Από μία μεγάλη πορσελάνινη σουπιέρα μας σέρβιραν αχνιστή κοτόσουπα με τραχανά, αυγοκομμένη! Με λεμόνι και πιπεράκι! Τρώγοντας κάναμε κι εμείς γλέντι! Νηστικοί, πεινασμένοι, κακοπαθημένοι, μας φάνηκε ότι δεν είχαμε ξαναφάει πιο νόστιμη σούπα! Αλολούθησε ο μεζές... πανδεσία! Ούτε στα πλουσιότερα ανάκτορα, ούτε τα πολυτελέστερα εδέσματα δεν θα μας έκαναν τόση ευχαρίστηση κι εντύπωση! 
Ποτέ δεν θα ξεχάσω τη φιλοξενία τους, την αγάπη τους, την προσφορα τους, τον Ελληνισμό τους! Ας είναι καλά όσοι απ’ αυτούς τους ανθρώπους ζούνε, κι ο Κύριος ας αναπαύει τις ψυχές των κεκοιμημένων... που μας άνοιξαν το σπίτι τους και την καρδιά τους.

Η οικοδέσποινα έδωσε το πρόσταγμα να μας αφήσουν να κοιμηθούμε. Πριν φύγει μας έδωσε πάλι το αφέψημα και πράγματι κοιμηθήκαμε βαριά σαν μολύβι! Ήτο η κούραση, ήτο η αϋπνία τόσων ημερών, το αίμα που είχα χάσει, ο πόνος που με κατέβαλε, η συγκίνηση; Δεν ξέρω... Κοιμήθηκα σαν μωρό!

Το πρωί μας ξύπνησαν οι ζητοκραυγές απ’ το δρόμο. Μπήκε η νοικοκυρά και άνοιξε διάπλατα τα παράθυρα. Του Αγίου Νικολάου σήμερα και οι καμπάνες κτυπούσαν χαρμόσυνα! Σύρθηκα μέχρι το παράθυρο.  Ο Κώστας είχε ήδη πιάσει θέση. Τι ήταν εκείνο που αντικρύσαμε Θεέ μου; Όλο το χωριό είχε ξεχυθεί στους δρόμους! 
Σε κάθε παράθυρο ανέμιζε από μία ελληνική σημαία! Τις είχαν υφάνει στους αργαλειούς, τις φύλαγαν στην κασέλα τους γι’ αυτήν την ώρα, την ώρα της λευτεριάς! Μ’ αυτό τον βαθιά κρυφό πόθο ζούσαν οι Βορειοηπειρώτες! Και τώρα βίωναν οι άνθρωποι σαν σε όνειρο, αυτό που χρόνια περίμεναν: την λευτεριά τους!!!
Στο αρχοντόσπιτο, οι περιποιήσεις έδιναν και έπαιρναν. Μας έφεραν ζεστό, φρεσκοαρμεγμένο γάλα, καφέ, χονδρές φέτες ψωμί, τουλουμίσιο τυρί και μέλι. Όταν αποφάγαμε και πήραμε και πάλι το ευπρόσδεκτο πια αναλγητικό αφέψημα, η οικοδέσποινα μας είπε ότι περίμεναν με λαχτάρα να μας δουν κάποιοι συγχωριανοί της.
- Εμάς;
- Ναι! Διοτί σε σας βλέπουμε τους ελευθερωτές! Τα παιδιά μας! Αυτούς που τραυματίστηκαν απελευθερώνοντας το χωριό μας!
Αυτό που ακολούθησε ήτο πάνω από τη φαντασία μας. Παρέλασε όλη η γειτονιά να μας ευχηθεί τα δέοντα. Με περηφάνια και συγκίνηση δεχθήκαμε τις εκδηλώσεις αγάπης και πατριωτικού ενθουσιασμού των κατοίκων του χωριού... 
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα έφθασαν και οι τραυματιοφορείς του λόχου να μας μεταφέρουν στο πρόχειρο ιατρείο που είχε συσταθεί για την περίθαλψη των τραυματιών. Έτσι με συγκίνηση και αισθήματα ευγνωμοσύνης, αποχαιρετίσαμε την φιλόξενη ευεργέτιδα μας, την οικογένεια της και το σπιτικό της που μας αγκάλιασε με τόση στοργή και φροντίδα. Ποτέ δεν θα ξεχάσω αυτούς τους ανθρώπους. Θα τους ευγνωμονώ όσο ζω και θα προσεύχομαι γι’ αυτούς.
Το μικρό διάλλειμα της ανάπαυλας, των περιποιήσεων, της ζεστασιάς, της οικογενειακής θαλπωρής τελείωσε... Πίσω στη ζωή του πολεμιστού τώρα. 
Στο αντίσκηνο που λειτουργούσε σαν ιατρείο ο γιατρός μας εξέτασε. Έβγαλε την σφαίρα από το χέρι του Κώστα, τον έρραψε, τον περιποιήθηκε και τον έστειλε να του γράψουν αναρρωτική άδεια. Μετά γύρισε σ’ εμένα. Με κατάπληξη με άκουσε να του διηγούμαι για το πως έπεσε το θραύσμα της οβίδας μέσα στη χούφτα μου. Και με ακόμα μεγαλύτερη κατάπληξη διεπίστωσε ότι το γόνατο και τα κόκκαλα δεν είχαν πειραχτεί! Έκανε τον σταυρό του! Δεν είχε ξαναδεί τέτοιο διαμπερές τραύμα που να μην έχουν πειραχτεί τα οστά ή τα νεύρα! Μου είπε ότι ήμουν τυχερός στην ατυχία μου και με περιποιήθηκε με μεγάλη προσοχή.
- Άγιο είχες! μου ειπε χαμογελώντας. Με καθησύχασαν τα λόγια και η συμπεριφορά του κι ευχαρίστησα και πάλι την Παναγία, τον Άγιο Γεράσιμο και τον Άγιο Βλάσιο, πολιούχους του Ξυλοκάστρου και προστάτες μου. Και βέβαια τον Άγιο Σάββα που γιόρταζε την ημέρα που τραυματίστηκα!
Από κει και μετά οι διαδικασίες ακολούθησαν τον δρόμο τους με ρυθμούς χελώνας, πολλά εμπόδια και δυσκολίες λόγω των συνθηκών πολέμου και του χειμώνα που έπεφτε βαρύς. Διακομισθήκαμε στο Στρατιωτικό Νοσοκομείο Ιωαννίνων και από κει στο Μεσολόγγι.
Εδώ θα ήθελα να σταθώ στον αποχαιρετισμό μου με τον Κώστα, ο οποίος έφυγε από τα Γιάννενα για το σπίτι του με άδεια ενός μηνός. Πέσαμε ο ένας στην αγκαλιά του άλλου και κλαίγαμε σαν μικρά παιδιά. Είναι αλήθεια ότι ο τραυματισμός μου με είχε κάνει πολύ ευσυγκίνητο.
- Μου έσωσες τη ζωή, ο Θεός να σου δίνει πάντα υγεία κι ευτυχία κι ότι   άλλο επιθυμείς, του ευχήθηκα με ευγνωμοσύνη. Καλήν αντάμωσιν!
- Το ίδιο θα έκανες κι εσύ, μου απάντησε ταπεινά. Περαστικά! Και καλήν αντάμωσιν!
-Στη Ρώμη! του φώναξα, καθώς ανέβαινε στο καμιόνι που θα τον κατέβαζε πιο κάτω.
-Στη Ρώμη! φώναξε κι εκείνος κουνώντας μου το γερό του χέρι σε αποχαιρετισμό.
Αυτή ήτο και η τελευταία φορά που τον είδα. Ο Κώστας, ο σωτήρας μου, μετά την ανάρρωση ξαναγύρισε στο μέτωπο και όπως έμαθα αργότερα από την οικογένεια του όταν τον αναζήτησα μετά το πέρας του πολέμου, σκοτώθηκε από τους Γερμανούς κατά την εαρινή επίθεση τον Απρίλιο του 1941. Αιωνία του η μνήμη! Άγιο το χώμα που τον σκέπασε, αυτόν τον καλό Σαμαρείτη, τον απλό Έλληνα Στρατιώτη με την μεγάλη καρδιά! Τον ήρωα της πατρίδος!



ΑΙΩΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ




ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΕΠΟΣ ΤΟΥ ''40 : ΘΕΙΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ...ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΒΟΜΒΕΣ - ''ΕΚΕΙΝΕΣ ΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ΠΕΡΠΑΤΗΣΕ Ο ΘΕΟΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΜΑΣ''

Στρατιωτικός ιερέας ευλογεί τους οπλίτες πριν από τη μάχη
Από το νεανικό περιοδικό Προς τη Νίκη

Περίοπτη θέση μέσα στην πολλαπλή προσφορά της Εκκλησίας στον Αγώνα του ‘ 40 κατέχει ή δράση τών στρατιωτικών ιερέων στο μέτωπο. Δεκάδες ιερείς φορώντας το χακί διέσχισαν τη γραμμή του πυρός, παρηγορώντας τους τραυματίες και σκορπώντας τόν ενθουσιασμό μέ τά φλογερά τους κηρύγματα. Εξομολογούσαν πολλές φορές ολόκληρο τό στράτευμα και τόνωναν τήν πίστη τών στρατιωτών. Και λειτουργώντας αδιάκοπα, πολλές φορές και σέ ώρα βομβαρδισμού, χάριζαν ώρες πνευματικής ανάτασης στους γενναίους πολεμιστές μας.

Άπό τις μαρτυρίες πού υπάρχουν, ξεχωρίζουμε δύο, χαρακτηριστικές γιά τήν ατμόσφαιρα στό μέτωπο.

*Γράφει ό στρατιωτικός ιερέας Αρχιμανδρίτης π. Χρυσόστομος Δεληγιαννόπουλος1 ότι κατά τήν Εαρινή επίθεση του Μουσολίνι, τό Σύνταγμα όπου υπηρετούσε βαλλόταν άπό οβίδες. Ό συνταγματάρχης απελπισμένος του είπε ότι δεν έπρεπε νά γίνει Θεία Λειτουργία, γιατί ήταν επικίνδυνο. Εκείνος όμως του απάντησε ότι γι’ αυτόν ακριβώς τό λόγο έπρεπε νά γίνει! Καί πράγματι έγινε. Στή διάρκεια της Λειτουργίας ό τόπος αυλακωνόταν άπό τις οβίδες. Μιά οβίδα έγλειψε τόν τοίχο του μικρού δωματίου πού τους χρησίμευε ώς ναός, αλλά δεν έσκασε. Μιά άλλη είχε βυθισθεί πιό πέρα στό χώμα, χωρίς κι αυτή νά κάνει ζημιά. Μιά τρίτη όμως έσκασε λίγο πιό κάτω άπ’ τό δωμάτιο, μέσα σ’ ένα αμπρί2. Καί αύτη σκότωσε τέσσερις άνδρες καί τραυμάτισε άλλους τρεις, πού πήγαν εκεί νά φυλαχθοΰν καί δεν έμειναν στή Θεία Λειτουργία… Τό απόγευμα τους διάβασε τή νεκρώσιμη ακολουθία.

Τήν ίδια εκείνη μέρα ό ιερέας έγραψε μέ συγκίνηση στό ημερολόγιο του: «Τά αεροπλάνα νά μουγγρίζουν… καί ατάραχοι νά τελούμε τήν Θείαν Λειτουργίαν. Ποιον θάρρος μας έδινες, Κύριε, τότε!».

Ό Ανθυπολοχαγός του Πυροβολικού Γεώργιος Παυλίδη ς3 καταθέτει καί τή δική του μαρτυρία γιά τή δράση του ίδιου ιερέα:
«Πρό της εοπιθπέσεως τών Ιταλών της 9ης Μαρτίου 1941 είχαμε καταυλισθεί λίγο πιό κάτω άττ’ τό χωριό Τόσκεσι… Κάναμε τεχνητή άπόκρυψη τών σκηνών καί τών πυροβόλων μέ κλαδιά δέντρων. Μιά βραδιά είχε βρέξει καί δεν ρίξαμε κλαδιά στή σκηνή μας. Τό πρωί ερχόταν ένα αναγνωριστικό (ιταλικό) αεροπλάνο… έπαιρνε φωτογραφί&ς… καί αν άνακά-
λυπταν παραλλαγή του χώρου, έρχονταν και βομβάρδιζαν. Έτσι και τήν ήμερα εκείνη ήλθε, βρήκε τή σκηνή χωρίς καμουφλάζ, τή φωτογράφισε και μετά μιάμιση ώρα… ήλθαν 15-20 στούκας, που κατέβηκαν στά 3Ο-35 μ. χαμηλά… και άρχισαν νά σπέρνουν βόμβες.

…Τρέξαμε νά κρυφτούμε… Έγώ χώθηκα σε ένα σωρό από τσουβάλια… Οι κρότοι ήταν εκκωφαντικοί… Είχε καλυφθεί από καπνούς όλος ο καταυλισμός…

Όπως ήμουνα ξαπλωμένος (ανάσκελα), έβλεπα καθαρά τό αεροπλάνο, τόν αεροπόρο… τά χέρια τον, τις βόμβες. Είπα μέσα μον: Τώρα πιά, «νυν άπολύεις τόν Δουλον σου, Δέσποτα». Επιτέλους, κάποτε …τά αεροπλάνα εφυγαν…
Με δισταγμό σηκώθηκα… Δεν ακουγόταν κανένας θόρυβος. Ησυχία θανάτου. Μονολόγησα: «Έγώ μόνο ζώ». “Ομως, σιγά σιγά έβλεπα νά σηκώνονται μερικά κουρέλια… Λίγο λίγο γέμισε ο τόπος…
Ζητωκραυγές, σταυροκοπήματα παντού. Ό Διοικητής διατάσσει προσκλητήριο. Και τό θαύμα: Μέσα σ΄αυτή τή φωτιά του σιδήρου δέν είχαμε ούτε ενα στρατιώτη… νεκρό ούτε και πληγωμένο…
Ό Διοικητής… δέχθηκε τήν πρόταση μου νά κάνονμε μιά ευχαριστήρια Θεία Λειτουργία. Κοντά μας ήταν ο στρατιωτικός Ιερέας… Συγκεντρωθήκαμε και αποφασίσαμε νά γίνει πρώτα εξομολόγηση… Πράγματι… εξομολογήθηκαν αξιωματικοί και οπλίτες και τό πρωί σε μιά μεγάλη σπηλιά ο π. Χρυσόστομος λειτούργησε. Πρίν άπό τή Θεία Λειτουργία μας μίλησε… Και στό «Μετά φόβου Θεού»… κοινωνήσαμε όλοι.

Δέν θά λησμονήσω εκείνη τή Θεία Λειτουργία. Καθώς προσέρχονταν οί στρατιώτες γιά νά κοινωνήσουν, έκλαιγαν. Και τά δάκρυα τους έπεφταν στην άγια λαβίδα. Ετσι τό Σώμα και τό Αίμα του Χρίστου αναμειγνυόταν μέ τά δάκρυα των στρατιωτών… “Εκείνες τις μέρες περπάτησε ο Θεός ανάμεσα μας…».

Στόν πόλεμο του ’40 μέ ενθουσιασμό προχώρησαν οί φαντάροι μας στή μεγαλειώδη τους επέλαση. Ούτε οι βόμβες και η φρίκη τού πολέμου, ούτε οί στερήσεις ή τό κρύο μπόρεσαν νά τους ανακόψουν. Γιατί οί ιερείς τής Εκκλησίας μας τους κάλυπταν μέ τό τιμημένο ράσο τους. Ζέσταιναν τά παγωμένα τους κορμιά. Καί τόνωναν τίς φοβισμένες τους καρδιές, σταλάζοντας μέσα τους πίστη και θάρρος.



1. Μετέπειτα Μητροπολίτης Αργολίδος
2. Υπόγειο χαράκωμα γιά στρατιώτες της πρώτης γραμμής
3. Μετέπειτα Μητροπολίτης Νικαίας
Πηγή
Ί. Μ. Χατζηφώτη, Ή Εκκλησία στόν αγώνα τοΰ Σαράντα, Έκδ. «Ατλαντίς», Αθήναι, σ. 98-99,154-155.


ΑΙΩΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ  
ΑΝΤΕΧΟΥΜΕ



ΤΙ ΕΣΤΙ ΕΘΝΟΣ

Το ΕΘΝΟΣ σχηματιζεται απο δυο βασικους παραγοντες,την ΦΥΛΗ και την ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ.Λεγοντας <φυλη>,εννοουμε την<καταγωγη>-οτι πρεπει δηλ.τα ατομα του Εθνους να εχουν κοινη καταγωγη.Δεν αρκει να εχουν αυτα<συνειδηση>
περι κοινης καταγωγης.Δεν αρκει δηλ.να πιστευουν στην κοινη τους καταγωγη,αλλα να εχουν πραγματι κοινη καταγωγη.Διοτι ΜΟΝΟΝ η κοινη καταγωγη-η κοινη<φυλετικη υπαγωγη>-συνεπαγεται ΚΟΙΝΟΥΣ κληρονομικους χαρακτηρες,αρα κοινα πνευματικα στοιχεια.Οταν υπαρχει κοινη καταγωγη,τοτε υπαρχουν κατα το μαλλον η ηττον κοινη γλωσσα,κοινος πολιτισμος,κοινη θρησκεια,κοινα ηθη,κοινη ιστορια.Αυτα τα δευτερογενη στοιχεια δεν αποτελουν,το καθενα ξεχωριστα,απαραιτητο στοιχειο συγκροτησεως Εθνους.Εν τουτοις ολα αυτα,οταν συνυπαρχουν,συντελουν στην συνοχη της κοινοτητος,στην δημιουργια δηλ.ΕΝΙΑΙΑΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΕΩΣ-του δευτερου παραγοντος συγκροτησεως του ΕΘΝΟΥΣ.ΕΘΝΟΣ ειναι επομενως ο ομοειδης φυλετικως λαος,που εχει συνειδηση της υπαρξεως του.
''Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ''

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΣ

Η ΣΗΜΑΙΑ ΜΑΣ

Αυτή η σημαία στα μάτια τα δικά μας συμβολίζει τους Αγώνες όσων πολέμησαν, εργάστηκαν,θυσιάστηκαν, δολοφονήθηκαν, σκοτώθηκαν και έζησαν με πρώτιστες αξίες εκείνες της Ελευθερίας, της Δικαιοσύνης και της Πατρίδας. Αυτούς που έβαλαν το δικό τους λιθαράκι στην αιώνιο πανύψηλο φρούριο του Ελληνικού Πολιτισμού. Δεν είναι ικανή καμία βουλή, κανένα κράτος και κανένας πολιτικός ή κεφάλαιο να την ξεφτιλίζει και να την ξεπουλάει καθημερινά. Οι δειλοί τη βλέπουν με φόβο. Οι προδότες σαν πανί. Οι αστοί σαν ύφασμα. Οι άνανδροι την καίνε. Μα εμείς τη βλέπουμε σαν τη Μάνα που καρτερεί να μας δεί να εκπληρώνουμε τα όνειρα μας. Τα δικά μας,τα δικά της, του Γένους.

ΛΟΓΙΑ ΙΩΝΟΣ ΔΡΑΓΟΥΜΗ




















"Από στενός πατριώτης, γίνομαι εθνικιστής, με τη συνείδηση του έθνους μου και όλων των άλλων εθνών, γιατί οι διαφορές των εθνών πάντα θα υπάρχουν, και έχω τη συνείδησή τους και χαίρομαι που υπάρχουν αυτές οι διαφορές, που με τις αντιθέσεις τους, με τις αντιλήψεις τους, υψώνουν την ανθρώπινη συνείδηση και ενέργεια. Από άτομο γίνομαι άνθρωπος." (ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ. ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ 18-3-1919)

ΕΘΝΙΚΟ ΠΕΙΣΜΑ

ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ

''Δεν θελω να πεθανει το Εθνος μου,το Εθνος αυτο, που τοσα εκαμε στην ζωη του, το εξυπνο,το τοσο ανθρωπινο. Για να το φυλαξω απο τον θανατο πρεπει τωρα να το καμω πεισματαρικο στην ΕΘΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ,στον ΕΘΝΙΣΜΟ, ας ειναι και υπερβολικο το αισθημα που θελω να δωσω στους Ελληνες. Μονον ετσι θα ζησει το ΕΘΝΟΣ.''

''Σε οποιους με κατηγορουν η με περιγελουν, γιατι τους κεντρω το Εθνικο τους αισθημα και τους μιλω αποκλειστικα,θα λεγω:Λοιπον θελετε να πεθανει το Εθνος σας;Αν το θελετε,πεστε το καθαρα,μην κρυβοσαστε''

ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ

Η ΡΗΣΗ ΠΟΥ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΞΕΧΝΑΜΕ



πισταμνους πρς εδτας τι δκαια μν ν τ
νθρωπείῳ λγ π τς σης νγκης κρνεται, δυνατ δ
ο
προχοντες πρσσουσι κα ο σθενες ξυγχωροσιν.

κατά την συζήτησιν των ανθρωπίνων πραγμάτων το επιχείρημα του δικαίου αξίαν έχει, όπου ίση υπάρχει δύναμις προς επιβολήν αυτού, ότι όμως ο ισχυρός επιβάλλει ό,τι του επιτρέπει η δύναμίς του και ο ασθενής παραχωρεί ό,τι του επιβάλλει η αδυναμία του"

ΘΟΥΚΥΔΙΔΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑΙ Ε89

Μετάφραση Ελ. Βενιζέλου


28η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940 - ΔΙΑΓΓΕΛΜΑ Ι. ΜΕΤΑΞΑ

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEi9AYAjQboFh1_5M3bFMvoiwdv6qY5bDyiuBuwvPV3Yjtp1ZG3BAXNnY5CWdpxeWu7FvNRIyWEpe_RHBqBZHx93XDCYKW4LJe3j_4jgmwduvaKGVqaTsCSNu7bWjJSewd6rxVoBPh5kloo/s400/%CE%99%CE%A9%CE%91%CE%9D%CE%9D%CE%97%CE%A3+%CE%9C%CE%95%CE%A4%CE%91%CE%9E%CE%91%CE%A3.jpg

“Η στιγμή επέστη που θα αγωνισθώμεν διά την ανεξαρτησίαν της Ελλάδος, την ακεραιότητα και την τιμήν της.
Μολονότι ετηρήσαμεν την πλέον αυστηράν ουδετερότητα και ίσην προς όλους, η Ιταλία μη αναγνωρίζουσα εις ημάς να ζήσωμεν ως ελεύθεροι Έλληνες, μου εζήτησε σήμερον την 3ην πρωινήν ώραν την παράδοσιν τμημάτων του Εθνικού εδάφους κατά την ιδίαν αυτής βούλησιν και ότι προς κατάληψιν αυτών η κίνησις των στρατευμάτων της θα ήρχιζε την 6ην πρωινήν. Απήντησα εις τον Ιταλόν Πρεσβευτήν ότι θεωρώ και το αίτημα αυτό καθ’ εαυτό και τον τρόπον με τον οποίον γίνεται τούτο ως κήρυξιν πολέμου της Ιταλίας κατά της Ελλάδος.
Έλληνες
Τώρα θα αποδείξωμεν εάν πράγματι είμεθα άξιοι των προγόνων μας και της ελευθερίας την οποίαν μας εξησφάλισαν οι προπάτορές μας. Όλον το Έθνος θα εγερθή σύσσωμον. Αγωνισθήτε διά την Πατρίδα, τας γυναίκας, τα παιδιά μας και τας ιεράς μας παραδόσεις. Νυν υπέρ πάντων ο αγών.


Η ΕΞΟΝΤΩΣΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΟΥΣ

Το πρώτο βήμα για να εξοντώσεις ένα έθνος
είναι να διαγράψεις τη μνήμη του.
Να καταστρέψεις τα βιβλία του,
την κουλτούρα του, την ιστορία του.
Μετά να βάλεις κάποιον να γράψει νέα βιβλία,
να κατασκευάσει μια νέα παιδεία,
να επινοήσει μια νέα ιστορία.
Δεν θα χρειαστεί πολύς καιρός
για να αρχίσει αυτό το έθνος
να ξεχνά ποιο είναι και ποιο ήταν.
Ο υπόλοιπος κόσμος γύρω του
θα το ξεχάσει ακόμα πιο γρήγορα.


Μ. Κούντερα

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΣΕ 10 ΛΕΠΤΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΕΛΑΣΓΟΣ: 26 ΧΡΟΝΙΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΑΣ ΣΤΗΝ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ.

free counters