«Χώρες ανήμπορες να ανταποδώσουν, έστω καί μέ λίγα, αλλα έπώδυνα πλήγματα από μακριά, τα πολλά πλήγματα πού θα δέχονταν από κοντά, θα ήσαν αθύρματα στα χέρια του̃ πλανητικου̃ ήγεμόνα καί θα μεταβάλλονταν σέ πεδίο ασκήσεων καί δοκιμών της στρατιωτικής του τεχνολογίας και τής πολεμικής του έτοιμότητας. Έτσι, σύντομοι καί έντατικοί, οἰονεί «χειρουργικοί» πόλεμοι, όπου ή ὐψηλή στρατιωτική τεχνολογία θα έκδιπλώνει ανεμπόδιστα τίς δυνατότητές της καί θα κρίνει αποκλειστικά την έκβαση του πολέμου, εἶναι πιθανοί μονάχα όταν ὁ ένας από τούς δύο ἐμπολέμους, ὁ «χειρούργος» δηλαδή, ὐπερέχει λίγο πολύ συντριπτικά· ὅσοι λοιπόν προβλέπουν ότι στό μέλλον θα έπικρατήσει αὐτή ή μορφή πολέμου, στήν πραγματικότητα έχουν απλώς κατά νου̃ν έναν ορισμένο συσχετισμό δυνάμεων. Μέ δεδομένον αὐτόν τόν συσχετισμό, ὁ ασθενέστερος μόνο μία δυνατότητα έχει να μεταφέρει (ἐν μέρει) τόν πόλεμο στό έδαφος του̃ ἰσχυροτέρου, να έπιτύχει δηλαδή μέ αλλα μέσα ὅ,τι μια μεσαία ή μείζων Δύναμη θα κατάφερνε μέ τούς βαλλιστικούς της πυραύλους· ή δυνατότητα αὐτή εἶναι ή τρομοκρατία καί η δολιοφθορα. Οἱ Δυναμεις, οί ὁποίες διεκδικούν αύτονόητα για τόν ἑαυτό τους τό δικαίωμα ἐπεμβασεως όπου καί όποτε θέλουν, έπικαλούμενες και αὐτό ούτε καν παντα «ανθρωπιστικούς» καί «είρηνευτικούς» σκοπούς, θα μαθουν σέ διαφορες περιπτώσεις στό μέλλον ότι επέμβαση δέν έξαγεται μόνον ὑπό μορφή στρατιωτικών ἐπιχειρήσεων αλλα καί είσαγεται ὑπό μορφή τρομοκρατικών ἐνεργειῶν. “Οπου αύτές έχουν πολιτικά κίνητρα, μπορούν να χαρακτηρισθου̃ν ὡς ή απαντηση του̃ φτωχού στή στρατιωτική ίσχύ του̃ πλουσίου· πρόκειται δηλαδή για μια πολιτική βούληση πού δέν έχει τα πολεμικά μέσα για να έκφρασθεί πλήρως καί ανοιχτα σέ έπίπεδο ισοτιμίας μέ τον αντίπαλο. Ώστόσο κάθε γενικός ὁρισμός τής τρομοκρατίας είναι επισφαλής, όχι μόνον ἐξ αίτίας του̃ πλήθους τών μορφών καί τών πηγών της, αλλά καί γιατί δύσκολα αποφεύγει κανείς, ὡς φίλος, τόν ἐξωραισμό ή, ὡς έχθρός, τό ανάθεμα. Ἄς μείνουμε λοιπόν σέ κριτήρια πιό χειροπιαστα κι ας παρατηρήσουμε ότι τρομοκρατία ασκούμενη ὡς ὑποκαταστατο πολεμικής πραξης έναντια σέ μια μεγαλη Δύναμη δέν είναι πιθανό να προσλαμβανει τή μορφή τής δολοφονικής απόπειρας κατά μεμονωμένων προσώπων, όπως γινόταν τόν 19ο αί. καί στίς αρχές τοῦ 20ου̃ στή Ρωσσία, αλλα καί στήν ὑπόλοιπη Εύρώπη, καί όπως έν μέρει ξαναγινε κατα τή δεκαετία του̃ 1970 καί του̃ 1980, κυρίως στή Γερμανία καί στήν Ἱταλία. Σε όλες αύτές τίς περιπτώσεις, φορείς τών τρομοκρατικών πραξεων ήσαν μικρές όμαδες έξεγειρόμενες έναντίον του̃ έσωτερικου̃ καθεστώτος τής χώρας τους, τό ὁποῖο στα ματια τους τό συμβόλιζαν κατά τόν ένα ή τόν άλλο τρόπο τα δολοφονούμενα πρόσωπα.
Ἄν όμως οί τρομοκρατικές ἐνέργειες κατευθύνονται από ἔνα εξωτερικό κέντρο καί σκοπεύουν να βλάψουν μια ξένη Δύναμη, εί δυνατόν όσο θα τήν έβλαπτε καί ένας κανονικός πόλεμος, τότε πρέπει ν” αναζητήσουν άλλο πεδίο. Αύτό τό προσφέρει ή ἴδια ή ὑφή τής υψηλα ἐκτεχνικευμένης κοινωνίας, ή ὁποία από πρώτη όψη είναι απείρως περίπλοκη, διακλαδωμένη καί κατακερματισμένη, ἐνώ στην πραγματικότητα ή λειτουργία της ἐξαρτάται από σχετικά ὀλιγαριθμα ἐνεργειακα καί πληροφορικα κέντρα. Γι” αὐτό καί εἶναι στό σύνολό της τόσο τρωτή όσο δέν ήταν καμμία κοινωνία του̃ παρελθόντος. Ένας αξιωματούχος της Ἀμερικανικής Ύπηρεσίας Πληροφοριών εἶπε πρόσφατα ότι αν είχε στή διαθεσή του ένα δισ. δολλαρια καί 20 ὶκανούς hackers θα μπορου̃σε να παραλύσει τίς Ἡνωμένες Πολιτεἰες. Σίγουρα δέν πρόκειται για κομπορρημοσύνη, αλλά για δήλωση βασιζόμενη σέ βαθειά γνώση τών πραγμάτων καί τών συσχετισμών τους. Έάν οι τρομοκρατικές ένέργειες έπικεντρωθου̃ν μέ τήν ἴδια γνώση καί μέ τήν αναλογη επιμονή σέ τέτοιους κρίσιμους κόμβους, τότε είναι βέβαιο ότι μποροῦν να γονατίσουν μια σύγχρονη δυτική κοινωνία. Καί κρίσιμοι κόμβοι δέν είναι μόνον τα παντοειδή ηλεκτρονικα συστήματα, αλλά καί οἱ μεγαλοι ένεργειακοί σταθμοί ή τα αποθέματα νερου̃, πού προσβαλλονται εύκολα μέ ίούς· η χρήση χημικών καί βιολογικών μέσων μπορεί ἐπίσης να έχει σαρωτικα αποτελέσματα, αν σκεφθου̃με λ.χ. ότι μέ 30 κιλα ανθρακος σκοτώνονται 30.000 άνθρωποι. Τό μεγαλο μειονέκτημα μικρών, καί μάλιστα μή δυτικών χωρών, οί ὁποίες θα έπιθυμου̃σαν να καμουν έξαγωγή τρομοκρατικών ἐνεργειών στίς δυτικές μητροπόλεις, είναι ή έλλιπής γνώση του̃περιβαλλοντος καί ή οργανωτική αδεξιότητα, ίδιαίτερα σέ σύνθετα καί φιλόδοξα έγχειρήματα, όπως έπίσης καί η σχετική ανικανότητα αριστου συσχετισμου̃ μέσων καί σκοπών, έτσι ὥστε να έπιτευχθεί τό μέγιστο πολιτικό καί ψυχολογικό αποτέλεσμα· αλλωστε ή πρόκληση γενικής ὑστερίας σέ κοινωνίες έθισμένες στήν ευημερία καί στήν ασφαλεια δέν αποτελεί καθί έαυτήν δύσκολη ὑπόθεση, απεναντίας μαλιστα: φαίνεται ὅτι ακριβώς σέ τέτοιες κοινωνίες η ροπή πρός τήν ὑστερία είναι ίδιαίτερα έντονη.
Έφ’ όσον ἐδώ δέν έξετάζουμε τήν τρομοκρατία γενικά, αλλά μονάχα ὡς ὑποκαταστατο ή ὡς συνέχιση ένός πολέμου μεταξύ κρατών, μιλούμε όχι για γηγενή, αλλα για είσαγόμενη τρομοκρατία (έστω καί αν γηγενείς συνεργάζονται μέ τό ξένο κρατος πού ύποκινεί τίς τρομοκρατικές ἐνέργειες). Ἡ διακριση είναι κρίσιμη ὡς πρός τήν πιθανή έκταση καί τίς πιθανές προοπτικές τής τρομοκρατικής δρασης. Ἡ είσαγόμενη τρομοκρατία μπορεί να έπιφέρει αξιόλογα αποτελέσματα, ὅμως προφανώς δέν είναι δυνατόν να παρει αξιόλογες διαστασεις, τουλαχιστον μέ τήν έννοια ὅτι θα βρεί έρείσματα σα έναν ευρύτερο κύκλο συμπαθούντων. Ἀπεναντίας, φιλοδοξία καθε γηγενούς τρομοκρατίας, αν καί συνήθως απραγματοποίητη, εἴτε να μετεξελιχθεί σέ ανταρτοπόλεμο μέ απόρθητες βασεις έξορμήσεως καί μέ πληθος υποστηρικτών ή συνοδοιπόρων. “Οπως βέβαια διδασκει ή ίστορική έμπειρία, ή διεξαγωγή ανταρτοπολέμου συνεπάγεται κατά κανόνα πράξεις τρομοκρατίας, ὡστόσο αναμεσα σέ ανταρτοπόλεμο καί τρομοκρατία μπορούμε να χαραξουμε μια ἐννοιολογική διαχωριστική γραμμή λέγοντας ότι ανταρτοπόλεμος είναι μια ένοπλη αμφισβήτηση της κατεστημένης έξουσίας, η οποία λόγω της πραγματικής έκτασης καί του ὁρατου̃ ή λανθάνοντος δυναμικού της θέτει απτά ζήτημα αλλαγής του̃ κατόχου της έξουσίας, ἐνώ από τήν τρομοκρατία, ὅσο έπιδεικτικα κι αν αμφισβητεί αὐτή τήν κατεστημένη ἐξουσία, λείπει ακριβώς τούτη η διασταση.» … «διαφορισμένη καί περίπλοκη κοινωνία, της όποίας η λειτουργία, καθώς είπαμε, εξαρτάται από σχετικά λίγα κέντρα τους στόχους της τρομοκρατίας στό μέλλον, συγκεντρώνει ταυτόχρονα τούς ανθρώπους στίς πόλεις, κάνει τήν ύπαιθρο πληθυσμιακά, οίκονομικά καί πολιτικά αμελητέα. Καθώς η διαδικασία αὐτή επιτελείται σέ παγκόσμιο επίπεδο, ό ανταρτοπόλεμος χάνει τό πεδίο της εκδίπλωσής του ακόμα καί στήν Ἀσία ή στή Λατινική Ἀμερική· αλλωστε ή ήδη αποψιλωμένη ύπαιθρος εἶναι όσο ποτέ άλλοτε εκτεθειμένη στα όπλα καί προσιτή στα μεταφορικά μέσα του̃ τακτικου̃ στρατου̃. Έτσι, τα μειονεκτήματα τῶν ανταρτικῶν σωματων εναντι του̃ τελευταίου επαυξανονται, ενῶ παραλληλα εκλείπουν όλο καί περισσότερο οί ἱστορικές προϋποθέσεις πού εξεθρεψαν τα ανταρτικα κινήματα, πρό παντός ὁ εθνικοαπελευθερωτικός καί αντιαποικιακός αγώνας. Μπορούμε λοιπόν να επαναλαβουμε εμφατικα τή θέση ότι ὁ ανταρτοπόλεμος σήμερα ἔχει προοπτικες μόνον εκεί όπου ταυτίζεται με ένα πανεθνικό κίνημα εναντίον μιας ξένης Δύναμης ή όπου δεν συνοιντα καμμιαν αντίσταση γιατί τό εσωτερικό καθεστώς έχει καταρρεύσει· …»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑ
ΑΙΩΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου