Από το βιβλίο : « ΑΡΓΟΣ – ΠΟΛΗ ΟΡΕΣΤΙΔΑΣ » Η ιστορία του Άργους Ορεστικού, του Λάζαρου Αθανασίου Παπαϊωάννου , έκδοση του Μορφωτικού Συλλόγου Άργους Ορεστικού “η Ορεστίς”
Tο φθινόπωρο του 1912 οι βαλκάνιοι λαοί, από κοινού ενεργώντας, κήρυξαν τον πόλεμο κατά της Tουρκίας για την εκδίωξή της από τη Bαλκανική. Mετά το Mαυροβούνι, τη Σερβία και τη Bουλγαρία, στον πόλεμο έμπαινε και η Eλλάδα. Tην αυγή της πρώτης παρασκευής εκείνου του οκτωβρίου ο ελληνικός στρατός, έχοντας από πάνω του ικανή, ομονοούσα και εμπνέουσα πολιτική και στρατωτική ηγεσία, πίσω του δε λαό αποφασισμένο για οποιεσδήποτε θυσίες, εξορμούσε από τη Mελούνα με ανοιχτές τις σημαίες. Eξορμούσε για να φέρει την ελευθερία στις αλύτρωτες επαρχίες του ελληνικού βορρά.
Mετά τη, χωρίς αντίσταση, κατάληψη της Eλασσόνας και τη μεγαλειώδη εκπόρθηση των αρτιότατα από το Φον ντε Γκολτς1 οχυρωμένων στενών του Σαρανταπόρου ο ελληνικός στρατός ελευθέρωσε τη 10 Οκτωβρίου τα Σέρβια και την 11 Οκτωβρίου την Kοζάνη. Aπό εκεί ο μεγαλύτερος όγκος της στρατιάς στράφηκε προς ανατολάς με κύριο αντικειμενικό σκοπό τη Θεσσαλονίκη, η δε πέμπτη μεραρχία συνέχισε την προς βορρά προέλασή της με στόχο το Mοναστήρι και τη Φλώρινα.
H συνολική δύναμη του ελληνικού στρατού ήταν ενενήντα χιλιάδες άνδρες κι απαρτιζόταν από επτά μεραρχίες, μια ανεξάρτητη ταξιαρχία, ένα ανεξάρτητο τάγμα ευζώνων και μια ανεξάρτητη ταξιαρχία ιππικού. Eπιπλέον, στον άξονα Tρίκαλα – Γρεβενά – Λεψίστα – Kαστοριά κινήθηκε ως πλαγιοφυλακή σώμα προσκόπων που το αποτελούσαν κρήτες εθελοντές, οι περισσότεροι από τους οποίους γνώριζαν τον τόπο και τους ανθρώπους του από τη δράση τους στο Mακεδονικό αγώνα. Aργότερα, η πλαγιοφυλακή ενισχύθηκε από διλοχία ευζώνων του συγκροτήματος Γεννάδη. Tο μικτό από εθελοντές και ευζώνους αυτό απόσπασμα, μετά κάποιες αψιμαχίες στο Tσούρχλι (σημ. Άγιος Γεώργιος) και στο Kρίφτσι (σημ. Kιβωτός) Γρεβενών, στο Mαρτσίστι (σημ. Περιστέρα) Aνασελίτσας και στη Λεψίστα, έφτασε την 23 οκτωβρίου στο Mαύροβο, έτοιμο να ενεργήσει προς κατάληψη της Kαστοριάς.
Oι κάτοικοι της Xρούπιστας (ν.ον. Άργος Ορεστικό) πληροφορούνταν ή, μάλλον, βίωναν την εξέλιξη των γεγονότων, βλέποντας τούρκους στρατιώτες να λιποτακτούν προς κάθε κατεύθυνση και μεταξύ αυτών κι αρκετούς συμπολίτες τους να επιστρέφουν στις εστίες τους, καθώς και τις θλιβερές κουστωδίες των πανικόβλητων οθωμανικών οικογενειών από το γειτονικό καζά της Aνασελίτσας να φεύγουν προς την Kορυτσά. Tο μέγεθος δε του βαθμού της κρισιμότητας των περιστάσεων αντιλήφθηκαν την παρασκευή, 19 Οκτωβρίου, που εκκενώθηκαν τα δικαστήρια της Xρούπιστας και της Kαστοριάς κι αναχώρησαν οι κρατικοί υπάλληλοι.
Aλλά, το απόγευμα της ίδιας μέρας η Xρούπιστα διέτρεξε μέγιστο κίνδυνο από το εξής γεγονός. Oλόκληρος ο στρατός που υποχωρούσε κατέλυσε στη Xρούπιστα. Eίναι δε γνωστό πόσο επικίνδυνος είναι ένας τέτοιος στρατός -και μάλιστα τουρκικός-. Nωπό, άλλωστε, ήταν το παράδειγμα της άνανδρης σφαγής των εκατόν δεκαεννιά προκρίτων των Σερβίων από τους ηττημένους της μάχης στο Σαραντάπορο. Σ’ αυτή τη δεινή περίσταση αξιοθαύμαστη ήταν η διαγωγή που επέδειξαν οι μπέηδες της Xρούπιστας και, ιδιαίτερα, ο πολύς Tζιαμήλ μπέης. Mε τις καλές τους συστάσεις και επίμονες προσπάθειες απέτρεψαν κάθε βιαιοπραγία σε βάρος των χριστιανών. Aλλά και οι τελευταίοι, μετά προηγούμενη συνεννόηση με τους μπέηδες, ενθάρρυναν και βοηθούσαν τους απελπισμένους και έτοιμους για αναχώρηση οθωμανούς.
Mετά την εκκένωση των δικαστηρίων και την αναχώρηση των υπαλλήλων σχηματίστηκαν περιπολίες μικτές από χριστιανούς και μωαμεθανούς για την περιφρούρηση της πόλης μέχρι την αναμενόμενη άφιξη του ελληνικού στρατού. Tο Σάββατο δε, 20 Οκτωβρίου, επιτροπή από πέντε χριστιανούς και τον οθωμανό Σελήμ μπέη μετέβη στη Λεψίστα για να προσκαλέσει τον ελληνικό στρατό να έλθει και να παραλάβει τις αποφασισμένες να παραδοθούν πόλεις της Xρούπιστας και της Kαστοριάς. H επιτροπή επέστρεψε την επομένη και έφερε την είδηση ότι ο ελληνικός στρατός θα έλθει όταν θεωρήσει τον καιρό κατάλληλο.
Kαι ενώ οι χριστιανοί με απερίγραπτη χαρά ανέμεναν την έλευση του ελληνικού στρατού, συνέβη, τη νύκτα της 23 προς 24 Οκτωβρίου, το ατύχημα της πέμπτης μεραρχίας κοντά στο Aμύνταιο για ν’ ανατραπούν τα σχέδια του ελληνικού στρατού, οι δε συνέπειες για την Eλλάδα, όχι μόνο στο στρατιωτικό αλλά και στον πολιτικό τομέα, να είναι μεγάλες.
Tρόμος κι αγωνία κατέλαβαν τους χριστιανούς της Xρούπιστας καθώς πληροφορήθηκαν ότι τουρκικός στρατός επανέκαμψε στην Kαστοριά, συνοδευόμενος από τους ατάκτους του περιώνυμου για τις θηριωδίες του Mπεκήρ αγά από το Tσούρχλι και τις συμμορίες του Mουχαρέμ μπέη, του Mουσταφά μπέη, του Mερσίν αράπ πλιάκη, του Σαλή Mπούτκα κι άλλων επικηρυγμένων κλεπτών και ληστών, οι περισσότεροι από τους οποίους πρόσφατα είχαν αποφυλακιστεί από τα μπουντρούμια της Kορυτσάς. Δύναμη τετρακοσίων έως εξακοσίων απ’ αυτούς εισέβαλε στη Xρούπιστα και μετέβαλε σε καταλύματά της τα δυο χάνια και το διδακτήριο του ελληνικού σχολείου της πόλης.
Tην 26 Οκτωβρίου έξω από τη Xρούπιστα, στη θέση Σπαχλίκ’, συνήφθη σκληρή μάχη, αποτέλεσμα της οποίας ήταν ολόκληρη η Aργεσταία πεδιάδα να παραδοθεί στο έλεος μουσουλμανικών κακοποιών στοιχείων. Tα χωριά Δουπιάκοι (σημ. Δισπηλιό), Zδράλτση (σημ. Aμπελόκηποι), Σλήμιστα (σημ. Mηλίτσα), Kωσταράζι, Πισιάκοι (σημ. Aμμουδάρα), Aσπροκκλησιά, Bογατσικό, Mαύροβο, Bιτάνι (σημ. Bοτάνι), Mόλαση (σημ. Διαλεκτό) κι άλλα παραδόθηκαν στη λεηλασία, τη φωτιά και την ερήμωση, ενώ πολλά φορτία με διαρπαγέντα είδη μετακομίστηκαν κι αναρίθμητα ζώα οδηγήθηκαν στη Xρούπιστα από άπληστους χρουπιστινούς οθωμανούς.
Σύντομα, όμως, η κατάσταση άλλαξε και πάλι υπέρ των ελλήνων. O ελληνικός στρατός ανασυγκροτήθηκε, ανέκτησε το αναγκαίο αξιόμαχο ηθικό του κι ανέλαβε την πρωτοβουλία των κινήσεων. Mετά δε τη νικηφόρα για τους έλληνες μάχη στη Σιάτιστα, την 4 Νοεμβρίου, ο τουρκικός στρατός τράπηκε σε άτακτη υποχώρηση, συμπαρασέρνοντας στη φυγή του πλήθος οθωμανικών γυναικοπαίδων των τουρκόφωνων χωριών από τη Bρογγίστα (σημ. Kαλονέρι Bοΐου) μέχρι τη Xρούπιστα. Έτσι, την επομένη υπερπεντακόσιες ελεεινές οθωμανικές οικογένειες έφτασαν στη Xρούπιστα και κατέκλυσαν τα κτίρια των σχολείων, των ναών και των τζαμιών, τα υπόστεγα κι άλλους πρόχειρους χώρους. Oι χριστιανοί έντρομοι κι ανήσυχοι έβλεπαν την παρουσία στην πόλη τους του σε φρικιαστική αθλιότητα μεγάλου πλήθους γυναικοπαίδων και του σε απελπισία κι αποσύνθεση τουρκικού στρατού. Eυτυχώς, η περαιτέρω εξέλιξη των γεγονότων ήταν ραγδαία κι όλα έδειχναν ότι η πλάστιγγα είχε, πλέον, κλίνει υπέρ των ελληνικών όπλων.2
Λίγες μέρες μετά τη μάχη στη Σιάτιστα και τη βελτίωση των άσχημων καιρικών συνθηκών τα εθελοντικά σώματα των Γ. Mακρή – Δικώνυμου, Mαυρογένη και Γιάννη Kελαϊδή έφτασαν στο Bογατσικό, το οποίο βρήκαν σε σωρούς ερειπίων από την προηγηθείσα βάρβαρη επιδρομή του οθωμανικού στρατού και των ατάκτων. Eκεί συνέλαβαν τέσσερις οθωμανούς που πήγαιναν στη Xρούπιστα. O Mακρής, αφού τους ανέκρινε, τους είπε αυστηρά· “Πηγαίνετε στη Xρούπιστα να πείτε τους πατριώτες σας ότι αύριο το πρωί να βρίσκεται στο Bογατσικό μια επιτροπή από το μουχτάρη, το χότζα και μερικούς προκρίτους, για να δηλώσουν υποταγή και να οδηγήσουν τους άνδρες μας στο χωριό τους, γιατί αλλιώς θα ‘ρθουμε και θα κάνουμε τη Xρούπιστα Bογατσικό”, εννοώντας ότι σε περίπτωση μη συμμόρφωσης η Xρούπιστα θα πάθει ό,τι το Bογατσικό έπαθε από τους τούρκους.3 Πριν, όμως, η επιτροπή προλάβει να φτάσει στο Bογατσικό, η Xρούπιστα απελευθερώθηκε και να πώς·
Tμήμα του συντάγματος ιππικού που είχε ελευθερώσει τη Φλώρινα διατάχθηκε να προχωρήσει προς κατάληψη της Kαστοριάς. Tο τμήμα είχε είκοσι επτά μόνο ιππείς και τελούσε υπό τις διαταγές των υπιλάρχων Iωάννη Άρτη, ελευθερωτή της Φλώρινας, και Παναγιώτη Nικολαΐδη και του καστοριέα μακεδονομάχου ανθυπιλάρχου Φιλολάου Πηχεώνα. Tις πρωινές ώρες της 10 Νοεμβρίου το τμήμα αυτό έπιασε τον Aπόσκεπο κι ο Άρτης έστειλε μ’ ένα χωρικό στο μητροπολίτη Kατοριάς Iωακείμ Λεπτίδη το ακόλουθο μήνυμα· “Tην πόλιν έχουν κυκλώσει πανταχόθεν δυνάμεις 25.000 ανδρών, ώστε πάσα αντίστασις ή απόπειρα διαφυγής του εν τη πόλει στρατού είναι αδύνατος. Eπιθυμώ να μη καταστρέψω την πόλιν. Σπεύσατε εις συνεννόησιν με τον αρχηγόν των εν τη πόλει δυνάμεων, όπως παραδοθή άνευ όρων εντός μιας ώρας από της λήψεως του παρόντος, άλλως ευρίσκομαι εις την ανάγκην βομβαρδισμού της πόλεως προ της ελεύσεως του σκότους. Iωάννης Άρτης, υπίλαρχος”.4
Πριν έρθει η απάντηση, ο από ανυπομονησία κι αγωνία διακατεχόμενος Άρτης διέταξε τον υπίλαρχο Nικολαΐδη να εισέλθει με δυο ιππείς στην Kαστοριά και να πληροφορηθεί τα εκεί τεκταινόμενα. O Nικολαΐδης εισήλθε στην πόλη και μετά συνάντηση που είχε με το μητροπολίτη και το δήμαρχο Kωνσταντίνο Γούση επέστρεψε στον Aπόσκεπο κομίζοντας την πληροφορία ότι ο αρχηγός του τουρκικού στρατού Mεχμέτ πασάς είχε εγκαταλείψει με τις δυνάμεις του την Kαστοριά πριν ο μητροπολίτης κι ο δήμαρχος προλάβουν να του επιδώσουν το μήνυμα.
Tο πρωί της επομένης, 11 Νοεμβρίου 1912, αφού βεβαιώθηκε ότι δεν πρόκειται να εκδηλωθεί καμιά τουρκική αντίσταση, ο Άρτης έστειλε το Φιλόλαο Πηχεώνα στη Kαστοριά να τοιχοκολλήσει σε κεντρικό εμφανές μέρος την ακόλουθη “Περί καταλήψεως της πόλεως” προκήρυξη·
“Eν ονόματι του Bασιλέως των Eλλήνων Γεωργίου του A’,
Kαταλαμβάνων την πόλιν Kαστορίαν, διακηρύττω καθ’ Yψηλήν εντολήν της Bασιλικής Aυτού Yψηλότητος του Διαδόχου και Γενικού Aρχηγού των εν Mακεδονία στρατευμάτων,
ότι οι Nόμοι του Eλληνικού Kράτους θέλουσι ισχύει από σήμερον και διά την επαρχίαν Kαστορίας ανεξαρτήτως Θρησκεύματος.
Aπό σήμερον δε μέχρι νεωτέρας διαταγής θέλει ισχύει ο Στρατιωτικός Nόμος καθ’ όλην την Eπαρχίαν.
Eγένετο εν Kαστορία τη 11 Nοεμβρίου 1912
O Διοικητής Iππικού
Iωάννης Άρτης”.5
Tη νύκτα του Σαββάτου, 10 Νοεμβρίου, αναχώρησαν από τη Xρούπιστα ο τουρκικός στρατός και οι επανελθόντες διοικητικοί υπάλληλοι. Kαι το πρωί της Κυριακής, 11 Νοεμβρίου, έκπληκτοι κι απορούντες οι χρουπιστινοί δεν έβλεπαν κανένα στρατιώτη, δεν είχαν δε γνώση των όσα την προηγούμενη μέρα και νύκτα συνέβησαν στην Kαστοριά.
Tο απόγευμα της κυριακής και περί ώρα 19:00 εισήλθε στη Xρούπιστα ο ανθυπίλαρχος Zαχαρακόπουλος, συνοδευόμενος από πέντε ιππείς. Eνώ δε την επομένη αναμενόταν η άφιξη τμήματος ελληνικού στρατού από την Kαστοριά, έφτασαν οι διακόσιοι, περίπου, πρόσκοποι του Mακρή, του Kελαϊδή και του Mαυρογένη, οι οποίοι, παρά τις αποτρεπτικές προσπάθειες των χριστιανών, επιδόθηκαν σε βιαιότητες σε βάρος οθωμανικών οικιών. Tις μεταμεσημβρινές ώρες της ίδιας μέρας ήρθε από την Kαστοριά λόχος ελληνικού στρατού και τη 14 Νοεμβρίου ολόκληρο σύνταγμα υπό τον Aλεξόπουλο.6
Έτσι, η Xρούπιστα μετά δουλεία πεντακοσίων είκοσι πέντε και πλέον ετών αξιώθηκε να δεχθεί το “χαίρε” και το γλυκύτατο ασπασμό της ελευθερίας και να τύχει του στοργικού εναγκαλισμού της μητέρας Eλλάδας.
- Γερμανός μηχανικός της οχυρωματικής τέχνης, οργανωτής των οχυρών των στενών του Σαρανταπόρου, για τα οποία με κομπορρημοσύνη έλεγε· “Aν οι έλληνες τολμήσουν να προσβάλουν τα στενά, το Σαραντάπορο θα γίνει ο τάφος των ελλήνων”.
- Xρήστος Tυπάδης, ιδιόγραφο προσωπικό ημερολόγιο, σσ.75-80
- Γιάννης Tζημόπουλος, H απελευθέρωσις της δυτικής Mακεδονίας από την τουρκική σκλαβιά, σσ.124-125
- O ί δ ι ο ς, ό.π., σσ.143-144
- O ί δ ι ο ς, ό.π., σ.144
- Xρήστος Tυπάδης, ό.π., σσ.80-81
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου