Πέμπτη 30 Μαΐου 2024

Η ΜΑΣΤΙΓΑ ΤΗΣ ΑΣΙΑΣ. «Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΠΕΝΗΝΤΑ - ΠΕΝΗΝΤΑ».

«Η καταστροφή της Σμύρνης δεν αποτελεί παρά την τελευταία πράξη του σταθερού προγράμματος εξόντωσης της χριστιανοσύνης από όλο το μήκος και το πλάτος της παλιάς Βυζαντινής Αυτοκρατορίας […]. Αυτή η διαδικασία εξόντωσης απαίτησε ένα σημαντικό χρονικό διάστημα για να συντελεστεί. Την διέκριναν προκαθορισμένοι στόχοι, σύστημα και μεγάλη προσοχή, έστω και στην πιο μικρή λεπτομέρεια. Ολοκληρώθηκε με απερίγραπτες ωμότητες, προξενώντας την καταστροφή μεγαλύτερου αριθμού ανθρώπινων υπάρξεων από οποιονδήποτε άλλο διωγμό που εξαπολύθηκε στην μετά Χριστόν εποχή».

Αυτή είναι η εκτίμηση του Τζορτζ Χόρτον για όσα συνέβησαν στη Μικρά Ασία τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Περιέχεται στο βιβλίο «Η μάστιγα της Ασίας». Το βιβλίο κυκλοφόρησε το 1926, προκαλώντας μεγάλη αίσθηση, χαρακτηρίστηκε όμως «ανάρμοστο και απρεπές» από αμερικανικούς διπλωματικούς κύκλους.

Διπλωμάτης, δημοσιογράφος, πεζογράφος και ποιητής, ο Χόρτον ήταν πρόξενος των ΗΠΑ στη Σμύρνη την περίοδο 1911-1917 και 1919-1922. «Ο ίδιος», γράφει, «όχι μόνο παρακολούθησα προσωπικά αλλά και επαλήθευσα από άλλους μάρτυρες τη φρικαλέα μεταχείριση των χριστιανικών πληθυσμών στο βιλαέτι της Σμύρνης, τόσο κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Πολέμου, όσο και πριν από την έκρηξή του». Και για την καταστροφή της Σμύρνης: «Ήμουν αυτόπτης μάρτυς στην εξέλιξη της δάντειας αυτής τραγωδίας, που όμοιά της δύσκολα θα βρεθεί στην παγκόσμια ιστορία».

Εγκαταλείποντας την πόλη, επιβιβάστηκε στο αμερικανικό αντιτορπιλικό “Simpson”. «Η τελευταία εικόνα από τη δύσμοιρη πόλη της Σμύρνης» γράφει, «χαράχτηκε στη μνήμη μου: τεράστια σύννεφα που ολοένα μεγάλωναν και ανέβαιναν στον ουρανό, μια στενή παραλία σκεπασμένη από ένα τεράστιο ανθρώπινο πλήθος με τη φωτιά στην πλάτη και τη θάλασσα μπροστά του και, αγκυροβολημένος σε μικρή απόσταση, ένας ισχυρός στόλος από διασυμμαχικά πλοία να παρακολουθεί αμέτοχος».

«Η καταστροφή της Σμύρνης» συμπληρώνει, «συνέβηκε το 1922, μόλις έξι χρόνια μετά τη μαζική σφαγή των Αρμενίων. Καμιά πράξη που διαπράχθηκε ποτέ από την τουρκική φυλή σε ολόκληρη την αιματοβαμμένη ιστορία της δεν είχε πιο βάναυσα και ακόλαστα χαρακτηριστικά, ούτε υπήρξε τόσο παραγωγική στις χειρότερες δυνατές μορφές βασανιστηρίων που επιβλήθηκαν ποτέ σε άοπλους και ανυπεράσπιστους ανθρώπους. Ήταν το μακάβριο και σατανικό τέλος που ταίριαζε στη φοβερή αυτή τραγωδία της εξόντωσης των χριστιανών της Μικράς Ασίας».


Απόσπασμα από το κεφάλαιο «Η θεωρία του πενήντα – πενήντα».
 
«Επίσης, παρ΄ όλα τα ελαττώματα των χριστιανών σε όλο τον κόσμο, σε γενικές γραμμές η διδασκαλία του Χριστού έχει επιφέρει βελτιώσεις. Σε όλες τις πρώην οθωμανικές επαρχίες που πέτυχαν να αποτινάξουν τον τουρκικό ζυγό – Ουγγαρία, Βουλγαρία, Σερβία, Ελλάδα – υπάρχουν ελάχιστα, ίσως καθόλου, περιστατικά σφαγών Τούρκων από χριστιανούς.
Σε όλο το διάστημα που συνέβαιναν οι τρομακτικές σφαγές, ενώ η Σμύρνη καιγόταν και πρόσφυγες τραυματισμένοι κακοποιημένοι και κατεστραμμένοι ξεχύνονταν σε κάθε λιμάνι της Ελλάδας, η συμπεριφορά των Ελλήνων απέναντι στις χιλιάδες των Τούρκων που κατοικούν στην χώρα έγραψε ένα από τα ωραιότερα και πιο θαυμαστά κεφάλαια της Ιστορίας της. Οι Τούρκοι που κατοικούν στην Ελλάδα δεν πειράχτηκαν καθόλου και καμιά θύελλα μίσους ή αντεκδίκησης δεν ξέσπασε στα κεφάλια τους. Αυτή ήταν μια μεγάλη , όμορφη νίκη που, με τον τρόπο της, φτάνει στο επίπεδο του Μαραθώνα και της Σαλαμίνας.
Αναρωτιέται κανείς αν άλλος χριστιανικός λαός θα μπορούσε να φερθεί καλύτερα. Πραγματικά, η όλη συμπεριφορά της Ελλάδας, τόσο κατά την διάρκεια των διωγμών των χριστιανών στην Τουρκία όσο και αργότερα, ήταν αξιοθαύμαστη. Το γεγονός αυτό μαρτυρείται η μεταχείριση των Τούρκων αιχμαλώτων πολέμου, αλλά και οι Ελληνικές προσπάθειες για την περίθαλψη των χιλιάδων προσφύγων Ελλήνων και μη, που κατέφυγαν στο έδαφος της. Ξέρω τι λέω γιατί βρισκόμουν στην Ελλάδα και τα είδα με τα μάτια μου. Δεν νομίζω ότι κανείς θα τολμούσε να αμφισβητήσει τα γεγονότα αυτά.
Αν οι Έλληνες, μετά τις σφαγές του Πόντου και της Σμύρνης, είχαν σφάξει όλους τους τούρκους που ζούσαν στην Ελλάδα, τότε ίσως ο υπολογισμός να έφτανε τους πενήντα προς πενήντα.
…………………George Horton (Πρόξενος των ΗΠΑ στην Σμύρνη το 1922).

Ο Τζορτζ Χόρτον, Αμερικανός διπλωμάτης, δημοσιογράφος, συγγραφέας, ποιητής και φιλέλληνας, γεννήθηκε στις 11 Οκτωβρίου του 1859 στο Φερβίγ της Νέας Υόρκης. Ακολούθησε κλασικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν. Μετά την αποφοίτησή του, το 1878, ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία στις εφημερίδες “Chicago Times Herald” και “Chicago American”. Η ποίηση αλλά και το μυθιστόρημα τον απασχόλησαν σε όλη τη διάρκεια της διπλωματικής του καριέρας και δημοσίευσε συνολικά δεκαοκτώ έργα. Τα περισσότερα από αυτά είναι μυθιστορήματα, η πλοκή των οποίων λαμβάνει χώρα στην Ελλάδα.

Το 1909 παντρεύεται την Αικατερίνη Σακοπούλου, κόρη του διπλωμάτη Νικόλαου Σακόπουλου και της Σμυρναίας Ουρανίας Ηλιάδη. Διατέλεσε πρόξενος των ΗΠΑ στην Αθήνα (1893-1898 και 1905-1906) –όπου προώθησε με θέρμη την αναβίωση των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων–, στη Θεσσαλονίκη (1910-1911) και στη συνέχεια στη Σμύρνη (1911-1917 και 1917-1922), όπου υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας της καταστροφής της. Παρέμεινε στη Σμύρνη μέχρι που ξέσπασε η μεγάλη φωτιά, στις 13 Σεπτεμβρίου του 1922, συνεισφέροντας στη διάσωση και μεταφορά των Μικρασιατών σε παρακείμενα ελληνικά νησιά.

Το βιβλίο του “Η μάστιγα της Ασίας” άργησε να δημοσιευτεί στη χώρα μας προκειμένου να μη διαταραχθούν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, αν και η εφημερίδα “Εστία” το δημοσίευσε σε συνέχειες τον Μάρτιο-Απρίλιο του 1927. Εκδόθηκε για πρώτη φορά τελικά το 1980 με χορηγία των σωματείων «Εστία Νέας Σμύρνης», «Ένωσις Σμυρναίων» και «Θρακικόν Κέντρον».

Η αφήγησή του στο βιβλίο είναι τρομακτική και καθηλωτική. Περιγράφει με παραστατικές λεπτομέρειες τη σφαγή στην αρμενική συνοικία της πόλης, καθώς και την κακομεταχείριση αξιωματούχων που εργάζονταν στο Αμερικανικό Κολέγιο της Σμύρνης. Παραθέτει επίσης στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η φωτιά της Σμύρνης ξεκίνησε από στρατεύματα του τακτικού τουρκικού στρατού.

Μετά την καταστροφή τοποθετείται πρόξενος των ΗΠΑ στη Βουδαπέστη, όπου παραμένει μέχρι τη συνταξιοδότησή του, το 1924.

Πέθανε στην Αμερική το 1942 και θάφτηκε στο κοιμητήριο Όουκ Χιλ στην Ουάσινγκτον Ντι Σι.


https://enosivourlioton.gr/%ce%b7-%ce%bc%ce%ac%cf%83%cf%84%ce%b9%ce%b3%ce%b1-%cf%84%ce%b7%cf%82-%ce%b1%cf%83%ce%af%ce%b1%cf%82-%ce%b7-%ce%b8%ce%b5%cf%89%cf%81%ce%af%ce%b1-%cf%84%ce%bf%cf%85-%cf%80%ce%b5%ce%bd%ce%ae%ce%bd/

ΓΙΑ ΜΙΑ ΕΥΡΩΠΗ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ


Του Γιάννη Χ. Κουριαννίδη 

Ιδρυτή και Διευθυντή του περιοδικού ''ΕΝΔΟΧΩΡΑ''

Υποψήφιου Ευρωβουλευτή με το Εθνικό Μέτωπο

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (ευρύτερα γνωστή στο κοινό ως Κομισιόν) αποτελείται από τους λεγόμενους επιτρόπους, που διορίζονται από τις κυβερνήσεις των κρατών-μελών της Ε.Ε. Είναι δηλαδή μη αιρετοί, οι οποίοι όμως λειτουργούν στο πλαίσιο μιας ευρωκεντρικής πολιτικής και προσανατολισμού, χωρίς δηλαδή να δέχονται υποδείξεις και εντολές από τις χώρες που εκπροσωπούν. Η Κομισιόν έχει την αρμοδιότητα υποβολής νομοθετημάτων στο Ευρωκοινοβούλιο, προκειμένου αυτά να ψηφιστούν και να αποτελέσουν ευρωπαϊκούς νόμους, δεσμευτικούς για όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε.

Γίνεται αντιληπτό ότι η Κομισιόν είναι αυτή που στην ουσία νομοθετεί και οι 700 ευρωβουλευτές απλώς επικυρώνουν με την ψήφο τους τις πολιτικές της, παρέχοντας με τον τρόπο αυτό μία επίφαση δημοκρατικότητας στη λειτουργία της. Δεν είναι φυσικά διόλου τυχαίο το ότι ένας κρίσιμος αριθμός ευρωβουλευτών επιλέγεται από τον χώρο του θεάματος, του αθλητισμού, της δημοσιογραφίας κ.λπ., έχοντας, δηλαδή, ελάχιστη έως και καμιά σχέση με την πολιτική. Πρόσωπα, δηλαδή, που είναι εύκολα χειραγωγήσιμα και ελεγχόμενα από αυτούς που ουσιαστικά τα τοποθέτησαν στις έδρες του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου απλώς για να ξεπλύνουν την μπουγάδα.

Πρόκειται, δηλαδή, για μία πολιτικά αρρωστημένη κατάσταση και αυτός είναι ο βασικός λόγος για τον οποίο οι Ευρωπαίοι στρέφουν την πλάτη τους στους θεσμούς διά της αποχής τους από την εκλογική διαδικασία. Αυτό, όμως, θα μπορούσε να αποτελέσει και ένα συγκριτικό πλεονέκτημα για κινήματα ευρωσκεπτικιστικά και ταυτοτικά, όπως αυτά που αναπτύσσονται τα τελευταία χρόνια σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη. Κι αυτό, διότι όσοι επιλέγουν να ψηφίσουν τα συγκεκριμένα κόμματα, που στη γενικότητά τους εκφράζουν έναν κοινό οραματισμό για μία Ευρώπη των εθνών, είναι προβληματισμένοι πολίτες που προσπαθούν να βρουν διεξόδους στα ευρωπαϊκά αδιέξοδα αποδοκιμάζοντας γερασμένες και προκλητικές πολιτικές και νοοτροπίες.

Αυτοί οι πολίτες θα συμμετάσχουν στην εκλογική διαδικασία και δεν θα απόσχουν, σε αντίθεση με τους εφησυχασμένους και συμβιβασμένους με τη σημερινή ευρωπαϊκή παθογένεια. Αυτό σημαίνει ότι αν, λ.χ., η αποχή είναι περίπου 50%, τα ποσοστά των «μικρών» αυτών κομμάτων αυτομάτως θα διπλασιαστούν, αφού θα προσέλθει ο ίδιος αριθμός ψηφοφόρων τους στον μισό πληθυσμό συνολικών ψηφοφόρων. Ετσι, ένα κόμμα που θα λάμβανε, λ.χ., 2% με αποχή μηδενική, θα λάβει 4% εφόσον προσέλθει στις κάλπες ο ίδιος αριθμός των ψηφοφόρων του και η αποχή του 50% προέλθει από τα λοιπά κόμματα. Αντιλαμβάνεται κανείς πόσο πιο ενισχυμένα θα εμφανιστούν αυτά, αν υλοποιηθεί το σενάριο που προβλέπει αποχή που μπορεί να φτάσει και μέχρι το 70%! Αρκεί οι προβληματισμένοι πολίτες που υποστηρίζουν τα εθνικού χαρακτήρα αυτά κόμματα να προσέλθουν στις κάλπες και να δώσουν έτσι την ευκαιρία στις εθνικές δυνάμεις να ανατρέψουν αυτήν την παθογένεια των ευρωπαϊκών θεσμών.

Ακούγονται ίσως υπερβολικά όλα αυτά και αρκετά απλοποιημένα. Η δυναμική, όμως, αυτών των εθνικών δυνάμεων στη σημερινή σύνθεση του Ευρωκοινοβουλίου είναι μία πραγματικότητα. Και όλα δείχνουν ότι η σύνθεσή του μετά τις εκλογές της 9ης Ιουνίου θα είναι ακόμη πιο ελπιδοφόρα για μια Ευρώπη που θα παλεύει πλέον για την ανάκτηση της φυσιογνωμίας και των αξιών της.

Η Ελλάδα δεν πρέπει να απουσιάσει από τη διαμόρφωση μιας τέτοιας προοπτικής. Ηδη έχει χαθεί πολύτιμος χρόνος και πρέπει με μεγάλες δρασκελιές να προσεγγίσουμε τις εξελίξεις που διαμορφώθηκαν στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Η πραγματική διακύβευση δεν είναι τόσο το αν καταφέρουν κάποια (από τα αρκετά, είναι αλήθεια) κόμματα με εθνικό πρόσημο να εκπροσωπηθούν στο νέο Ευρωκοινοβούλιο, όσο το να βαδίσουν συντεταγμένα και υπεύθυνα στον δρόμο για μία Ευρώπη των πατρίδων και των λαών τους.

https://www.newsbreak.gr/apopseis/602044/gia-mia-eyropi-ton-ethnon/ 

ΤΙ ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΟΝΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΚΑΙ ΤΟΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ;


Του Κωνσταντίνου Χολέβα– Πολιτικού Επιστήμων.

Στη συνείδηση των Ορθοδόξων Ελλήνων η Μονή της Χώρας στην Κωνσταντινούπολη (ορθότερα: Η Μονή του Σωτήρος εν τη Χώρα) δεν είναι μουσείο ούτε τζαμί. Ο Ναός της και το παρεκκλήσιό της είναι και παραμένουν Ορθόδοξοι Ναοί. Ό,τι κι αν κάνουν οι νεο-οθωμανοί, ο Χριστός πάντα θα είναι Η ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΖΩΝΤΩΝ  όπως αγιογραφείται στην ιστορική αυτή Μονή.

Ορθώς διαμαρτυρόμαστε για την απόφαση του Ερντογάν να λειτουργήσει  η Μονή ως ισλαμικό τέμενος. Η απόφαση για τη μετατροπή ελήφθη τον Ιούλιο του 2020, αλλά καθυστέρησε η υλοποίηση λόγω έργων. Τώρα η απόφαση είναι οριστική.

Απευθυνόμαστε στη διεθνή κοινότητα, διότι η Αγία Σοφία και η Μονή της Χώρας προστατεύονται από την ΟΥΝΕΣΚΟ. Όμως τί γνωρίζουμε εμείς οι Νεοέλληνες για τον Ελληνικό και Ορθόδοξο Πολιτισμό του Βυζαντίου/Ρωμανίας; Τι διδάσκονται οι μαθητές στα σχολεία μας για τη Βυζαντινή αγιογραφία, ναοδομία και τέχνη; Πόσα γνωρίζουμε για την ελληνική συνείδηση και την ελληνική παιδεία κορυφαίων εκφραστών του Βυζαντινού πολιτισμού; Ευτυχώς υπάρχουν ξένοι που μελέτησαν αυτή την περίοδο και κατέληξαν σε ενδιαφέροντα συμπεράσματα.

Ο Άγγλος Πάτρικ Λή Φέρμορ έγινε γνωστός ως στρατιωτικός, όταν έδρασε στην Κρήτη επί Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και μετείχε στην απαγωγή του Γερμανού Στρατηγού Κράιπε. Μελέτησε την ελληνική ιστορία σε όλη τη διαχρονία της και τα κυριώτερα συμπεράσματά του τα καταθέτει στο βιβλίο του με τίτλο «Μάνη». Εκδόθηκε στα ελληνικά από τον ΚΕΔΡΟ το 1972 και επανεκδόθηκε το 2007. Η μετάφραση είναι του πρώην Πρωθυπουργού Τζαννή Τζαννετάκη. Ο Φέρμορ αφιερώνει ένα εκτενέστατο κεφάλαιο στην Ορθόδοξη Βυζαντινή αγιογραφία και εκφράζει τη βεβαιότητα  ότι ο Βυζαντινός πολιτισμός είναι  σύνθεση της Χριστιανικής Ορθοδοξίας με το ελληνικό πνεύμα. Ο Πάτρικ Λη Φέρμορ επιβεβαιώνει με παραδείγματα την αδιάκοπη πολιτιστική συνέχεια του Ελληνισμού. Για τη Μονή της Χώρας και τις εκπληκτικές αγιογραφίες της εκφράζεται με θαυμασμό και συγκίνηση. Κάνει ιδιαίτερη αναφορά στον ανακαινιστή της Μονής, τον λόγιο και πολιτικό Θεόδωρο Μετοχίτη (1270- 1332).

Ο Γάλλος ιστορικός Συλβαίν Γκουγκενέμ μάς έδωσε το 2019 τα αποτελέσματα των ερευνών του για τον Βυζαντινό Ελληνισμό στο δεύτερο σχετικό βιβλίο  του με τίτλο: «Η Δόξα των Ελλήνων» (εκδόσεις ΕΝΑΛΙΟΣ). Ο συγγραφέας αποδεικνύει ότι οι Βυζαντινοί αγαπούσαν τα αρχαία ελληνικά κείμενα, τα αντέγραφαν, διέσωσαν πολλά από αυτά και έτσι μεταδόθηκε στη Δύση  η μελέτη των Αρχαίων. Στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου του ο Γκουγκενέμ παραθέτει μία χαρακτηριστική φράση του Θεοδώρου Μετοχίτη, του ανακαινιστή της Μονής της Χώρας. Έγραφε ο Βυζαντινός αρχαιομαθής λόγιος και πρωθυπουργός (Μέγας Λογοθέτης): «Περί Ελλήνων Έλληνες …. οί και του γένους εσμέν και της γλώττης αυτοίς  κοινωνοί και διάδοχοι». Δηλαδή : «Μετέχουμε του λαού και της γλώσσας των αρχαίων Ελλήνων και είμαστε οι διάδοχοί τους». Ο Μετοχίτης στις αρχές του ΙΔ΄ αιώνα απαντά σε εκείνους που αμφισβητούν τη συνέχεια του Ελληνισμού!

Για να προστατεύσουμε από τον φανατισμό των Νεο-οθωμανών τους Βυζαντινούς Ναούς πρέπει και εμείς να γνωρίσουμε καλύτερα και να αναδείξουμε τα κείμενα, την τέχνη το Δίκαιο, τη διπλωματία των Βυζαντινών προγόνων μας. Ας διδάξουμε στα παιδιά μας τον πολιτισμό ενός κράτους που έζησε επί 1100 χρόνια!

Άρθρο στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ, 11.5.2024

https://www.antibaro.gr/article/36706

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΕΡΝΤΟΓΑΝ ΓΙΑ ΤΑ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΑΝΑ


Χιλιάδες Ἕλληνες τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἐξεδιώχθησαν γιά νά «πέσει» ὁ Πρωθυπουργός Μεντερές καί νά ἐπικρατήσει τό πραξικόπημα τοῦ βαθέος κράτους – «Τό κουμπί τοῦ μηχανισμοῦ πατήθηκε μέ τά γεγονότα τῆς 6ης καί 7ης Σεπτεμβρίου – Ἀποτέλεσμα προβοκάτσιας τό στρατιωτικό κίνημα»

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ἐρντογάν ἀποκαλύπτει: Θύματα τῆς ἐσωτερικῆς διαμάχης τῶν Τούρκων ὑπῆρξαν οἱ Ἕλληνες τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Εὑρέθησαν τό 1955, στήν δίνη τῆς ἀντιπαραθέσεως τῶν κεμαλιστῶν μέ τήν πρώτη ἐκλεγμένη κυβέρνηση τῆς Τουρκίας, πού κλιμακώθηκε στά γεγονότα τῆς 6ης καί 7ης Σεπτεμβρίου, προκειμένου ἐν συνεχείᾳ τό βαθύ κράτος τῆς Τουρκίας νά θέσει ἐν κινήσει τόν μηχανισμό του γιά νά ἀνατρέψει τόν Πρωθυπουργό Ἀντνάν Μεντερές, ὁ ὁποῖος κατόπιν τούτου κατέληξε στήν ἀγχόνη. Τά γνωρίζαμε ὅλα αὐτά. Εἶναι ὅμως ἡ πρώτη φορά πού τά ἀκοῦμε δημοσίως ἀπό τά χείλη Τούρκου ἐπισήμου. Ἀπό τόν ἴδιο τόν Ταγίπ Ἐρντογάν. Ὁ Τοῦρκος Πρόεδρος ὅμως εἶχε ἀναφέρει κατά τό παρελθόν, μιλῶντας στόν τότε Πρωθυπουργό Ἀλέξη Τσίπρα καί τόν ὑπουργό Ἐξωτερικῶν Νῖκο Κοτζιᾶ, τήν φράση «δέν τά κάναμε ἐμεῖς». Ἐννοοῦσε δέ ὅτι τίς σφαγές τίς ἔκαναν οἱ κεμαλιστές καί ὄχι οἱ ἰσλαμιστές…

Ὁ Τοῦρκος Πρόεδρος βεβαίως προέβη στήν χθεσινή ἀποκάλυψη, σέ μία προσπάθεια νά ταυτισθεῖ ἡ πολιτική του μέ αὐτήν τοῦ Μεντερές καί νά προβληθεῖ σάν συνεχιστής τῆς προσπαθείας ἐκδημοκρατισμοῦ τῆς Τουρκίας. Αὐτός εἶναι καί ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο ἐπέλεξε τήν χθεσινή ἡμέρα, τήν 64η ἐπέτειο τοῦ πραξικοπήματος τοῦ 1096 πού ἀνέτρεψε καί ὁδήγησε στήν ἀγχόνη τόν Μεντερές, γιά νά παρουσιάσει τό πολιτικό του σχέδιο γιά τήν ἀναθεώρηση τοῦ Συντάγματος τῆς χώρας.

Χαρακτηριστικῶς ἀνέφερε ὅτι τό ἔναυσμα γιά τήν ἐκκίνηση τοῦ μηχανισμοῦ πού ὁδήγησε στό πραξικόπημα τοῦ 1960 ἐδόθη μέ τά Σεπτεμβριανά, τό πογκρόμ δηλαδή κατά τῶν Ἑλλήνων τῆς Τουρκίας στίς 6 καί 7 Σεπτεμβρίου τοῦ 1955. Εἶπε κατά λέξιν: «Τό κουμπί ἐκκινήσεως τοῦ πραξικοπηματικοῦ μηχανισμοῦ πατήθηκε μέ τά γεγονότα τῆς 6ης καί 7ης Σεπτεμβρίου». Θέλησε δέ ἐν συνεχείᾳ νά παραλληλίσει τό πραξικόπημα τοῦ 1960 μέ αὐτό πού ἐπεχειρήθη ἐναντίον του τό 2016, καί βεβαίως νά ἐπιρρίψει εἰς τό ἀκέραιον τίς εὐθῦνες στούς κεμαλιστές.

Συνεχίζοντας μάλιστα ὑπεγράμμισε: «Δέν θά ξεχάσουμε τούς πραξικοπηματίες καί δέν θά τούς συγχωρέσουμε, ὄχι μόνο στά 64 χρόνια, ἀλλά ἀκόμη κι ἄν περάσουν αἰῶνες». Αὐτά εἶπε ἀπό τό βῆμα ἐκδηλώσεως πού ἔγινε στό μικρό νησί τῆς Πλάτης τῶν Πριγκιποννήσων, ἐκεῖ ὅπου ἐφυλακίσθησαν, ἐδικάσθησαν καί ἐξετελέσθησαν ὁ Μεντερές καί οἱ ὑπουργοί του, Ἐξωτερικῶν Φατίν Ρουστού Ζορλού καί Οἰκονομικῶν Χασάν Πόλατκαν. «Αὐτό τό ἔθνος θά θυμᾶται πάντα τόν ἀείμνηστο Μεντερές καί τούς συντρόφους του μέ εὐγνωμοσύνη, καί μέ κάποια ντροπή πού δέν μπόρεσε νά ἀποτρέψει τήν ἐκτέλεσή τους.» Καί ἀφοῦ ἔκανε μία ἐκτενῆ ἀναφορά στά στρατιωτικά πραξικοπήματα πού ἠκολούθησαν τό 1971, τό 1980 καί τό 1997, ἀνέφερε: «Εἴμαστε ἡ κυβέρνησις πού ἔχει ὑποστεῖ τίς περισσότερες ἀπόπειρες πραξικοπήματος στήν πολιτική ἱστορία τῆς Τουρκίας. Πιό πρόσφατα, μέ τήν ἀπόπειρα πραξικοπήματος τῆς 15ης Ἰουλίου, εἶχαν τόσο ἀγριέψει ὥστε νά στοχεύσουν ἄμεσα τό πρόσωπό μου, τήν οἰκογένειά μου, τή Μεγάλη Ἐθνοσυνέλευση τῆς Τουρκίας, τόν τόπο ἐκδήλωσης τῆς ἐθνικῆς βούλησης, καί τό ἴδιο τό ἀγαπημένο μας ἔθνος. Ὅλα αὐτά τά ἔχουμε βιώσει. Ἐκτός ἀπό αὐτά, ὑπῆρξαν πολλές μυστικές ἤ φανερές ἀπόπειρες».

Νά θυμίσουμε ὅμως τά γεγονότα τοῦ 1955. Ἡ οἰκονομική κατάστασις στήν Τουρκία ἦταν τραγική, ὅπως ἄλλως τε εἶναι καί σήμερα. Ὁ ἐθνικιστικός πυρετός ἀνέβαινε. Ἕνα ἀνάλογο κλῖμα καλλιεργεῖ καί σήμερα ὁ Ἐρντογάν παρ’ ὅτι κάποιοι στήν Ἀθήνα ἀρνοῦνται νά δοῦν τήν πραγματικότητα. Τότε οἱ Ἑλληνοκύπριοι διεκδικοῦσαν τήν ἕνωση τῆς Μεγαλονήσου μέ τήν Ἑλλάδα, καί τοῦτο ἦταν μία καλή ἀφορμή γιά τούς Τούρκους ἡγέτες νά ἀποσπάσουν τήν κοινή γνώμη ἀπό τά προβλήματά της, στρέφοντάς την κατά τῶν Ἑλλήνων τῆς Κωνσταντινουπόλεως πού εὐημεροῦσαν.

Μάλιστα στίς 28 Αὐγούστου 1955 ὁ Μεντερές ἰσχυρίσθηκε δημοσίως ὅτι οἱ Ἑλληνοκύπριοι σχεδίαζαν σφαγές Τουρκοκυπρίων.

Ἡ ἀφορμή γιά τήν δίωξη τοῦ ἑλληνισμοῦ τῆς Πόλης ἐδόθη στίς 6 Σεπτεμβρίου, μέ τήν ἔκρηξη ἑνός αὐτοσχέδιου μηχανισμοῦ στό Τουρκικό Προξενεῖο τῆς Θεσσαλονίκης. Ὡς δράστης συνελήφθη ἀπό τίς ἑλληνικές ἀρχές ὁ Ὀκτάι Ἐγκίν, ἕνας μουσουλμᾶνος σπουδαστής ἀπό τήν Κομοτηνή, πού ἀργότερα περιεβλήθη τό φωτοστέφανο τοῦ ἥρωος. Ἐτιμήθη στήν Τουρκία καί διορίσθηκε κυβερνήτης σέ ἐπαρχία. Τό «κουμπί» εἶχε πατηθεῖ. Ἀπό τήν ἔκρηξη προεκλήθησαν μόνο μικρές ζημίες, ἀλλά οἱ τουρκικές ἐφημερίδες ἐκμεταλλεύτηκαν τό γεγονός, μεγαλοποιῶντας καί διαστρεβλώνοντάς το, κατόπιν κυβερνητικῶν ὁδηγιῶν. Πρωτοσέλιδοι τίτλοι, ὅπως «Ἕλληνες τρομοκράτες κατέστρεψαν τό πατρικό σπίτι τοῦ Ἀτατούρκ» τῆς «Ἰσταμπούλ Ἐξπρές» καί δημοσίευση μιᾶς σειρᾶς ἀπό παραποιημένες φωτογραφίες τοῦ συμβάντος, προεκάλεσαν «αὐθόρμητες» διαδηλώσεις στήν Πλατεῖα Ταξίμ τό ἀπόγευμα τῆς ἴδιας ἡμέρας. Τήν ἑπομένη οἱ ἐπιθέσεις ἐπεκτάθηκαν καί στήν Σμύρνη. Ὁ ἀπολογισμός ἦταν ὁ θάνατος 16 Ἑλλήνων καί ἑνός Ἀρμενίου, τραυματισμοί, βιασμοί καί καταστροφές, ἐκκλησιῶν, σχολείων, σπιτιῶν καί καταστημάτων.

https://www.estianews.gr/kentriko-thema/%e1%bc%b1storiki-%e1%bc%80pokalypsis-to%e1%bf%a6-proedrou-%e1%bc%90rntogan-gia-ta-septemvriana/

Τετάρτη 29 Μαΐου 2024

ΗΤΟ ΟΡΘΡΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 27ης ΜΑΪΟΥ 1453, Η ΑΠΟΦΡΑΣ ΗΜΕΡΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ (ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΤΗΣ Β’ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ Γ. ΚΑΛΑΜΑΤΙΑΝΟΥ, Θ. ΜΑΚΡΟΠΟΥΛΟΥ, Ν. ΚΟΝΤΟΠΟΥΛΟΥ 1966)

Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΝ ΤΗ, ΑΓΙΑ, ΣΟΦΙΑ, ΤΕΛΕΤΗ

῾Η πληκτικωτέρα* σκηνή, ἐξ ὅσων τὰ χρονικὰ τῆς ὀρθοδόξου ῾Ελλάδος μνημονεύουσιν, ἔλαβε χώραν ἐντὸς τοῦ τεμένους* τῆς Ἁγίας Σοφίας, ὀλίγας ὥρας πρὶν ἤ τὸ γένος τῶν Γραικῶν* παραδοθῆ εἰς τὸ τετρακοσιετὲς μαρτύριον.
Ὁ βασιλεὺς δυσελπιστῶν* ἤδη περὶ σωτηρίας, ὅμως αποφασισμένος νὰ κυρώσῃ μὲ το ἴδιον του αἷμα τὴν μέλλουσαν τῆς ελληνικῆς φυλῆς ἐξαγόρασιν*, ἀφοῦ περιῆλθε τὰς ἐπάλξεις καὶ τὰ φρούρια καὶ ἐβεβαιώθη, ὅτί πάντα εἶχον ἐν τάξει, εἰσέρχεται εἰς τὴν ἐκκλησίαν συνοδευόμενος ἀπὸ πολλοὺς στρατηγοὺς καὶ ἱερεῖς, καὶ ἀναρίθμητον πλῆθος λαοῦ, φωνάζοντος τὸ «Κύριε ἐλέησον!».
Ἦτο ὄρθρος τῆς Κυριακῆς 27ης Μαΐου 1453, ἡ ἀποφράς* ἡμέρα τῶν Ἁγίων Πάντων.
Ὁ ἦχος τῶν κλαυθμῶν, ἡ βοὴ τῶν γυναικείων γογγυσμῶν καὶ αἱ φωναὶ τῶν παίδων κατεσκέπαζον τὰς δεήσεις τῶν διακόνων, οἵτινες, ἐνώπιον τῆς Ὡραίας Πύλης ἱστάμενοι, τὴν τελευταίαν ἤδη ἀνέπεμπον ἱκεσίαν ἐν τῇ μεγάλῃ Εκκλησίᾳ ὑπὲρ τοῦ καθυποτάξαι ὑπὸ τοὺς πόδας τῶν ὀρθοδόξων πάντα ἐχθρὸν καὶ πολέμιον .
Σύνολος* ἡ κύκλῳ σκηνὴ ἐνέπνεε λύπην, πένθος, μελαγχολίαν· αἱ καρδίαι πάντων ἦσαν καταπεπιεσμέναι, ὡσανεὶ ἐτελεῖτο ἡ νεκρώσιμος κηδεία ὁλοκλήρου γενεᾶς.
Ἡ ἐθιμοταξία ἐξέλιπεν˙ αἱ κοινωνικαὶ ἀνισότητες διεσκεδάσθησαν*, οἱ δημόται συγκεχυμένως ποιοῦσι μετανοίας μετὰ τῶν πατρικίων*, οἱ πένητες μετὰ τῶν ἀρχόντων καί, ὡς ἐπὶ τὸ χεῖλος τοῦ κοινοῦ τάφου, πολῖται μετὰ πολιτῶν ἀδιακρίτως συμπεριπτύσσονται*.
Καὶ αὐτὸς ὁ πάνσεπτος Ναός, τὸ σύμβολον τῆς πάλαι ποτὲ κραταιᾶς ὀρθοδοξίας, ἡ κατοικία τῶν αἰώνων, τοῦ χριστιανισμοῦ τὸ καύχημα, νῦν γεγυμνωμένος παντὸς πολυτίμου κοσμήματος καὶ ἀπεκδεδυμένος αὐτῶν ἔτι τῶν πρὸς τὴν μυσταγωγίαν ἀναγκαίων σκευῶν, ἀφώτιστος, ἀκαλλώπιστος, σκυθρωπός, εὐτελισμένος εἰκονίζει πιστῶς τὴν ταλαίπωρον Ἑλλάδα κατὰ τὸ δούλειον ἐκεῖνο στάδιον, ἐν ᾧ μετὰ παρέλευσιν ὀλίγων ὡρῶν γεγραμμένον ἦτο νὰ εἰσέλθῃ.
Ὅσῳ πλέον ἡ λειτουργία προχωρεῖ καὶ προσεγγίζει τὴν ἀπόλυσιν, τόσῳ μᾶλλον αὐξάνει ἡ βοὴ τοῦ κλαυθμοῦ καὶ ὁ κοπετός* τοῦ λαοῦ διπλασιάζεται.
Ἐφαίνετο ὅτι ἡ ζωὴ πάντων τῶν περιεστώτων* ἦτο περιωρισμένη μόνον ἐντὸς τῆς διαρκείας ἐκείνης τῆς Εὐχαριστίας, καὶ ὅτι ἑκάστη συλλαβὴ τῶν εὐχῶν ἐκείνων, πίπτουσα ἀπὸ τοῦ στόματος τῶν ἱερέων, ἦτο νέον βῆμα πρὸς τὴν προκειμένην ἄβυσσον.
Τονιζομένου τοῦ Κοινωνικοῦ*, αἰφνιδίως σχίζονται οἱ ὄχλοι, οι σωματοφύλακες ἀναμερίζονται, ὁ δὲ Κωνσταντῖνος περιβεβλημένος τὰ βασιλικὰ μέν ἀλλἀ φεῦ! πενιχρὰ καὶ τετριμμένα ἱμάτιά του, προβαίνει πρὸς τὸ Ἅγιον Βῆμα ἀσκεπής κατηφής* μετὰ τῶν ὀφθαλμῶν δεδακρυσμένων.
Οἱ στεναγμοὶ καταπαύονται ὁ θόρυβος σιγάζει· καθ’ ὅλον ἐκεῖνον τὸν ἀπέραντον Ναὸν δὲν ἀκούεται πάρεξ*ἡ φωνὴ τοῦ λειτουργοῦ, τοῦ προσκαλοῦντος τοὺς χριστιανούς, ἵνα με τὰ πίστεως καὶ ἀγάπης προσέλθωσιν.
Ὁ Αὐτοκράτωρ, νοερῶς ἐπὶ πολλὴν ὥραν προσεύχεται, Κύριος οἶδε τίνα λυτήριον* καὶ πατριωτικὴν προσευχήν˙ προσπίπτει τρὶς ἐνώπιον τῆς εἰκόνος τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ καὶ τῆς Θεομήτορος, ἀναχαιτίζων δι’ ἑνὸς σπασμωδικοῦ κινήματος τοῦ στόματος καὶ τῶν παρειῶν τοὺς λυγμούς, οἵτινες ἀπὸ καιροῦ εἰς καιρὸν ταραχωδῶς ἀναβαίνουσιν ἀπὸ τῆς καρδίας του, εἶτα δέ, στραφεὶς πρὸς τὸν λαόν, ἀναβοᾷ γεγωνυίᾳ* τῇ φωνῇ:
«Χριστιανοί, συγχωρήσατε τὰς ἁμαρτίας μου, καὶ ὁ Θεὸς ἂς συγχωρήσῃ τὰς ἰδικάς σας!».
Παραλαμβάνων δέ, ὡς ἔθος*, παρὰ τῶν χειρῶν τοῦ ἀρχιερέως τὰ Ἄχραντα Μυστήρια, μεταλαμβάνει αὐτῶν.
«Ἔσο συγχωρημένος!».
Καὶ τῷ ὄντι ἐσυγχωρήθησαν αἱ ἁμαρτίαι τῆς μεσαιωνικῆς μοναρχίας. Ἀπὸ τοῦ νῦν κυοφορεῖται* εἰς τὴν ἱστορίαν τῆς ῾Ελλάδος νέα βασιλεία, ἡ βασιλεία τῆς Ἀναγεννήσεως!
Μετὰ ταῦτα ὁ ἁγνισμένος, καὶ ὡς πρόβατον ἐπὶ σφαγὴν ἁγόμενος τοῦ μεσαίωνος ἔσχατος βασιλεύς, ἀποτεινόμενος πρὸς τοὺς παρευρισκομένους, παραινεῖ* αὐτοὺς νὰ συγκοινωνήσωσιν* ἅπαντες˙ πρῶτον νὰ συγκοινωνήσωσιν ἀδελφικῶς, καὶ ἔπειτα νὰ ἐνθυμηθῶσιν, «ὅτι ἤγγικεν ἡ ὥρα, ὅτε μέλλουσι ν᾽ἀγωνισθῶσι τὸν ὑπὲρ πάντων ἀγῶνα, καὶ ὅτι, ἐὰν δὲν εἶναι παρὰ Θεοῦ ὡρισμένοι νὰ σώσωσι διὰ θυσίας τὴν ἀγαπητὴν πατρίδα, τουλάχιστον ὀφείλουσι νὰ καταλείψωσιν εἰς τοὺς ἀπογόνους μνήμην ἀνδρείας καὶ ἀρετῆς τοιαύτην, οἵα εἶναι ἀναγκαία, ὅπως οὗτοι διαφυλάξωσιν ἐν τῇ ἐνδεχομένη δουλείᾳ τὴν πίστιν τῶν πατἐρων καὶ τὸν σεβασμὸν πρὸς τὸ παρελθόν».
Εἰς τούτους τοὺς λόγους τοὺς λυπηρούς, οἵτινες μυριάκις ἀπὸ στόματος εἰς στόμα ἐπαναλαμβανόμενοι ἀντηχοῦσιν εἰς τὴν Ἁγίαν Σοφίαν, ὡς ἡ τῆς Πατρίδος καὶ τῆς Πίστεως τελευταία διαθήκη, μετὰ πλείονος ἢ πρότερον ὁρμῆς, ἐκρηγνύονται* οἱ κλαυθμοὶ καὶ οἱ ὀδυρμοὶ τῶν προσερχομένων εἰς τὴν μετάληψιν.
Ἡ φωνὴ τῶν αἰτούντων συγχώρησιν δὲν ἀκούεται πλέον. « Ἐν δὲ τῆ ὥρᾳ λέγει ὁ Φρανζῆς συνοπτικῶς, τίς διηγήσεται τοὺς τότε κλαυθμοὺς καὶ θρήνους; Ἐὰν ἀπὸ ξύλου ἄνθρωπος ἢ πέτρας ἦν, οὐκ ἠδύνατο μὴ θρηνῆσαι».
Ὁ ἦχος τῆς σάλπιγγος διακόπτει τὴν τραγικὴν σκηνήν. Αἱ μητέρες ἀποχαιρετῶσι τὰ τέκνα των· αἱ γυναῖκες ρίπτονται εἰς τὰς ἀγκάλας τῶν συζύγων· οἱ τελευταῖοι ἀσπασμοὶ συγχέονται μὲ τὸν κρότον τῶν σπαθιῶν καὶ τῶν ἀσπίδων.
Διότι ἄλλο τις δὲν ἤκουεν, εἰμὴ φωνὰς περὶ ἀμοιβαίας συγχωρήσεως τῶν ἁμαρτημάτων καὶ φρικτοὺς ὅρκους σταθερότητος εἰς τὰ τῆς ἐθνικῆς πίστεως δόγματα, τυχούσης αἱχμαλωσίας.
«Συγχώρησόν με ἀδελφέ!» εἷς ἐφώναζεν ὧδε* καὶ πάλιν «Ὁ Θεὸς ἂς σὲ συγχωρήσῃ!» ἀπεκρίνοντο ἕτεροι.
Ἡ ἀμοιβαία ἄφεσις τῶν πλημμελημάτων παρεξετάθη σχεδὸν μέχρις αὐγῆς. Ἤθελεν ὁ μεσαίων, φαίνεται, ν’ ἀποθάνη συγκεχωρημένος ἐν τῷ ναυαγίῳ του.
῎Ισως οὐδαμοῦ τῆς χριστιανικῆς ἱστορίας εὑρίσκεται παράδειγμα παρομοίας πνευματικῆς ἑνώσεως καὶ ὁμονοίας.
.
«Ἄσματα Δημοτικὰ τῆς Ἑλλάδος», 1852 Σπυρ. Ζαμπέλιος

ΛΕΞΙΛΟΓΙΟΝ
πληκτικὸς*- (ἐπιθ. ἐκ τοῦ πλήττω), ὁ προκαλῶν πλῆξιν, ἀνιαρός, κουραστικός, θλιβερός
τὸ τέμενος *- μέρος ἀφιερωμένον εἰς τὸν Θεόν, ναός.
οἱ Γραικοί *-παλαιοτάτη ὀνομασία τῶν Ἑλλήνων, τῶν κατοικούντων περὶ τὴν πελασγικὴν Δωδώνην καὶ τὸν Ἀχελῷον. Βραδύτερον ὴ λέξις ἦτο συνώνυμος τῆς λέξεως «῞Ελλην». Τὴν λέξιν παρέλαβεν ἡ λατινικὴ γλῶσσα (Graeci) καὶ ἐξ αὐτῆς αἱ νεώτεραι εὐρωπαϊκαὶ
δυσελπιστῶ*- δὲν ἔχω καλὰς ἐλπίδας, εἶμαι ἀπηλπισμένος
ἡ ἐξαγόρασις * -ἐξαγορά, ἀπόκτησις ὲνὸς ἀγαθοῦ ἔναντι ἀνταλλάγματος
ἡ ἀποφράς*- άδος (ἐκ τοῦ ἀπὸ καὶ φράζομαι = λέγομαι), ἡ ἡμέρα, τὴν ὁποίαν δὲν θέλει τις οὔτε ν’ ἀναφέρῃ, ὡς ἐνθυμίζουσαν θλιβερὸν γεγονός, πένθιμος, δυσοίωνος
Σύνολος*- (ἐπίθ.) ὁλόκληρος χωρὶς ἐξαίρεσιν, σύμπας
διασκεδάζω*- (ἀρχ. διασκεδάννυμι), διασκορπίζω, διαλύω διεσκεδάσθησαν= διελύθησαν, ἐξέλιπον
οἱ Πατρίκιοι* – οἱ ἀποτελοῦντες τὴν ἀνωτέραν κοινωνικὴν τάξιν ἐν τῇ ἀρχαίᾳ Ρώμη, γενικῶς οἱ εὐγενεῖς, οἱ πλούσιοι
συμπεριπτύσσομαι* – ἀνταλλάσσω ἐναγκαλιασμὸν μὲ ἄλλους
ὁ κοπετός* – θρῆνος μὲ κτυπήματα τοῦ στήθους, ὀδυρμός.
οἱ περιεστῶτες * – μετοχὴ παρακειμ. τοῦ περιίσταμαι = ἵσταμαι πέριξ τινός, περιστοιχίζω
τὸ Κοινωνικόν*- ψαλμὸς περὶ τὸ τέλος τῆς θείας λειτουργίας, κατὰ τὴν διάρκειαν τοῦ ὁποίου κοινωνοῦν οἱ ἱερεῖς
κατηφής*- (ἐπίθ.) σκυθρωπός, κατσουφιασμένος
πάρεξ*- ἐκτός, πλήν, εἱμὴ μόνον
λυτήριον* – (ἐπίθ.) ὁ ἔχων τὴν δύναμιν νὰ λύῃ, ν’ ἀπολυτρώνη· λυτήριος προσευχὴ = ἡ προσευχή, ἡ ὸποία ἀπολυτρώνει τὴν ψυχὴν ἀπὸ τὸ βάρος τῶν ἁμαρτιῶν καὶ τῶν θλίψεων
γεγωνυίᾳ τῆ φωνῇ * – (δοτ. ἐπιρρημ.) μὲ δυνατὴν φωνήν, μεγαλοφώνως (ἐκ τοῦ ἀρχαίου ρήματος γεγωνέω-ῶ = φωνάζω δυνατά)
τὸ ἔθος* – συνήθεια· ὡς ἔθος ( ἐνν. ἐστίν, εἶναι), ὅπως εἶναι συνήθεια
κυοφορῶ* – ἐγκυμονῶ, πρόκειται νὰ γεννήσω· μεταφρ. σχεδιάζω νὰ φανερώσω, ἑτοιμάζω, κυοφοροῦμαι = ἑτοιμάζομαι νὰ φανερωθῶ
παραινῶ *- συμβουλεύω, νουθετῶ
συγκοινωνῶ (-έω)* – κοινωνῶ τῶ Ἀχράντων
ἐκρηγνύομαι*  – ξεσπῶ

ΑΝΤΕΧΟΥΜΕ

22 ΜΑΪΟΥ 334 : ΤΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΤΗΣ ΑΙΩΝΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΙΣΤΗΣ ΣΤΗΝ ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΓΡΑΝΙΚΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ

(Αρριανός Α.13.-16., Διόδωρος ΙΖ.18.- 24.1, Πλούταρχος Αλέξανδρος 16., Ιουστίνος 11.6.8-13)
 

Ο Αλέξανδρος προχώρησε από την Πρίαπο προς την Ζέλεια με τη στρατιά έτοιμη για εμπλοκή. Προπορεύονταν για αναγνώριση οι σαρισσοφόροι ιππείς και περί τους 500 ψιλούς, ακολουθούσαν οι πεζοί σε διπλή σειρά και το ιππικό στα δύο άκρα της παράταξης. Στο τέλος βρίσκονταν τα σκευοφόρα. Κατά το απόγευμα συνάντησαν τους Πέρσες, που είχαν παραταχθεί πίσω από το σημαντικότερο κώλυμα της περιοχής, τον ποταμό Γρανικό (Μπιγκά, βορείως της συμβολής του με τον Κοτσαμπάς). Οι όχθες του ήταν ψηλές και απότομες, πολλά σημεία του βαθιά, τα ανοιξιάτικα νερά του αρκετά ορμητικά (ήταν τέλος Απριλίου) και το πλάτος του 25 μέτρα. Επειδή η ώρα ήταν προχωρημένη, ο Παρμενίων πρότεινε να στρατοπεδεύσουν στην όχθη και να περάσουν το ποτάμι πριν το πρώτο φως της επομένης, οπότε οι Πέρσες δεν θα είχαν προλάβει να συνταχθούν και να χρησιμοποιήσουν τον Γρανικό ως κώλυμα. Όμως ο Αλέξανδρος έκρινε πως ο ψυχολογικός παράγων ήταν καθοριστικός, τόσο για αυτήν τη μάχη όσο και για τις επόμενες. Κάθε δισταγμός και καθυστέρησή του θα ενίσχυε το ηθικό των Περσών και θα έβλαπτε τη στρατιά του. Θεωρούσε επιτακτική ανάγκη να περάσουν όπως ήταν χωρίς χρονοτριβή, για καθαρά ψυχολογικούς λόγους. Δεν ήθελε να δώσει στους Πέρσες την εντύπωση ότι αντιμετωπίζουν ένα συνηθισμένο αντίπαλο. Ήθελε να τους νικήσει από μειονεκτική θέση, ώστε να επιβεβαιώσει τον φόβο τους για την πολεμική υπεροχή των Ελλήνων και, πλήττοντας το ηθικό τους, να επιρρεάσει την έκβαση των μελλοντικών συγκρούσεων.
Κατά το Διόδωρο η μάχη έγινε την επομένη, οπότε οι Μακεδόνες πέρασαν στην απέναντι όχθη και αιφνιδίασαν τους Πέρσες. Υποτίθεται ότι η επιλογή αυτή του Αλεξάνδρου είχε σκοπό να στερήσει από τους Πέρσες το κώλυμα του Γρανικού και παράλληλα να το θέσει στα νώτα των στρατιωτών του, ώστε να μην μπορούν να υποχωρήσουν. Ωστόσο δεν υπάρχει καμία αναφορά, που να τεκμηριώνει κάποια αγωνία του Αλεξάνδρου για τη μαχητική διάθεση της στρατιάς του. Αντίθετα ο Διόδωρος αναφέρει και αλλού στρατηγήματα και στρατηγικές επιλογές, που δεν έχουν μεγάλη σχέση με τη λογική.

Ο Αλέξανδρος ανέλαβε το δεξί κέρας της παράταξης και ο Παρμενίων το αριστερό. Μπροστά από τον Αλέξανδρο παρατάχθηκε ο Φιλώτας του Παρμενίωνα με τους εταίρους, το μακεδονικό ιππικό, τους τοξότες και τους Αγριάνες ακοντιστές, δίπλα στον Φιλώτα παρατάχθηκε ο Αμύντας του Αρραβαίου με τους σαρισσοφόρους ιππείς, τους Παίονες και την ίλη του Σωκράτη. Δίπλα τους τάχθηκαν οι υπασπιστές των εταίρων υπό τον Νικάνορα του Παρμενίωνα, και πίσω του κατά σειρά οι τάξεις του Περδίκκα του Ορόντη, του Κοίνου του Πολεμοκράτη, του Κρατερού του Αλεξάνδρου, του Αμύντα του Ανδρομένη και τέλος του Φίλιππου του Αμύντα. Στο αριστερό κέρας πρώτοι ήταν οι Θεσσαλοί ιππείς υπό τον Κάλα του Άρπαλου, δίπλα τους το συμμαχικό ιππικό υπό τον Φίλιππο του Μενέλαου και μετά οι Θράκες του Αγάθωνα. Πίσω από το ιππικό του αριστερού κέρατος τάχθηκαν τρεις τάξεις πεζών, του Κρατερού, του Μελέαγρου και του Φιλίππου. Ο Αρριανός κάνει λόγο για ψιλούς, τους οποίους δεν τοποθέτησε στην αρχική παράταξη ούτε διασαφηνίζει την ειδικότητά τους. Επίσης μας δίνει τη διάταξη όλου του ιππικού όχι όμως και όλων των πεζών του Αλεξάνδρου. Οι δυνάμεις τις οποίες δεν απαριθμεί, δεν έπαιξαν (τουλάχιστον κατά τη γνώμη του) κάποιον αξιόλογο ρόλο στη μάχη. Οι πεζές αυτές δυνάμεις είναι οι 7.000 σύμμαχοι, οι 5.000 μισθοφόροι, οι 7.000 Οδρύσες, Τριβαλλοί και Ιλλυριοί. Θεωρούμε πως οι τοξότες, που αναφέρει είναι οι 1.000 Αγριάνες, του Διόδωρου.


Οι Πέρσες κατά τον Αρριανό διέθεταν 20.000 ιππείς και λιγότερους από 20.000 πεζούς μισθοφόρους, ο Διόδωρος δίνει 10.000 Πέρσες ιππείς και πάνω από 100.000 πεζούς, ενώ ο Ιουστίνος ανεβάζει το σύνολο των περσικών δυνάμεων σε 600.000. Ήταν λοιπόν τουλάχιστον ισάριθμοι με τις δυνάμεις του Αλεξάνδρου, πλεονεκτούσαν λόγω του εδάφους και δεν είχαν λόγο να κινηθούν πρώτοι. Είχαν παρατάξει πάνω στην όχθη το ιππικό και πιο πίσω τους πεζούς ως εξής: στο αριστερό κέρας βρίσκονταν ο Μέμνων, ο Αρσάμης με τους ιππείς του, μετά ο Αρσίτης με τους Παφλαγόνες ιππείς και μετά ο Σπιθριδάτης, ο σατράπης της Ιωνίας, επικεφαλής των Υρκανών ιππέων. Στο δεξί κέρας παρατάχθηκαν 1.000 Μήδοι, 2.000 ιππείς του Ρεομίθρη και 2.000 Βάκτριοι ιππείς και στο κέντρο οι ιππείς των άλλων εθνών. Δεν αναφέρονται καθόλου ψιλοί στην πλευρά των Περσών, ωστόσο είναι γνωστό πως γενικά οι Πέρσες όχι μόνο είχαν ψιλούς (και κυρίως τοξότες), αλλά τους διέθεταν και σε μεγάλο αριθμό. Οι πεζοί πίσω από τους ιππείς παρέμεναν αδρανείς. Στο σημείο, που οι Πέρσες εντόπισαν τον Αλέξανδρο, είχαν πυκνώσει πολύ τις ίλες τους. Τα δύο στρατεύματα έμειναν παρατεταγμένα στις όχθες τους αρκετή ώρα αγωνιώντας για την έκβαση της μάχης. Με τη διαταγή της εφόδου, υπό τον ήχο των σαλπίγγων και με ιαχές προς τον Ενυάλιο Άρη πρώτοι μπήκαν στο ποτάμι η ίλη του Σωκράτη υπό τον Πτολεμαίο του Φιλίππου, η οποία συμπτωματικά εκείνη την ημέρα ήταν επί κεφαλής όλου του ιππικού, οι πρόδρομοι και οι Παίονες ιππείς υπό τον Αμύντα του Αρραβαίου και μία τάξη πεζών. Προχωρούσαν λοξά μέσα στο ποτάμι όπως τους τραβούσε το ρεύμα, για να μην διασπάσουν τις γραμμές τους και τους πλευροκοπήσουν παρατεταγμένοι οι Πέρσες.


Οι Πέρσες, που κυρίως έφεραν ακόντια, έβαλλαν κατά των Μακεδόνων από όλα τα σημεία της παράταξής τους. Φαίνεται ότι θεώρησαν αυτήν την πρώτη και μικρή δύναμη ως ανιχνευτική των προθέσεών τους και γι’ αυτό θέλησαν να τους αποθαρρύνουν με τον καταιγισμό των ακοντίων. Όμως στην πραγματικότητα ο Αλέξανδρος έστειλε αυτούς τους ιππείς στους Πέρσες ως δόλωμα, το οποίο τσίμπησαν, σπατάλησαν τα σαυνία τους και οι κυρίως δυνάμεις κρούσης του μπόρεσαν να πλησιάσουν με λιγότερες απώλειες και χωρίς να διασπασθούν οι γραμμές τους. Πράγματι οι ιππείς του Αμύντα και του Σωκράτη πλησίασαν την απέναντι όχθη, αλλά υπό τα πλήγματα των Περσών άρχισαν να υποχωρούν. Τότε έφτασε ο Αλέξανδρος σχεδόν ανενόχλητος και συγκρούστηκε πρώτος με το Περσικό ιππικό στο σημείο, όπου βρισκόταν η πυκνότερη παράταξή του και οι ανώτατοι διοικητές του. Η συμπλοκή γύρω του ήταν σφοδρότατη. Το ιππικό και των δύο στρατευμάτων είχε συνωστισθεί τόσο πολύ, ώστε δεν διεξαγόταν τακτική ιππομαχία, αλλά οι ιππείς συμπλέκονταν σώμα με σώμα. Σύντομα οι Μακεδόνες πήραν το πλεονέκτημα, διότι ήταν πιο γεροδεμένοι και οπλισμένοι με δόρατα, ενώ οι Πέρσες με ακόντια. Αλλά κι οι φάλαγγες των πεζών περνούσαν πλέον με λιγότερη δυσκολία. Το υπόλοιπο ελληνικό ιππικό συνέχιζε να βγαίνει από το ποτάμι και να ενώνεται με τους πρώτους. Οι Πέρσες ιππείς και οι ίπποι τους βρίσκονταν πλέον σε δυσχερή θέση, καθώς τους χτυπούσαν οι πεζοί, οι ιππείς και οι ψιλοί, που ήταν ανακατεμένοι με το ιππικό.


Κάποια στιγμή έσπασε το δόρυ του Αλεξάνδρου (μάλλον συνέχισε να μάχεται χρησιμοποιώντας τον σαυρωτήρα αντί αιχμής) και ο Δημάρατος ο Κορίνθιος του έδωσε το δικό του. Βλέποντας τον γαμπρό του Δαρείου, τον Μιθριδάτη, να ορμά επικεφαλής ενός τμήματος ιππικού με σκοπό να διεμβολίσει τις Μακεδονικές γραμμές, ο Αλέξανδρος έτρεξε μπροστά από τους άλλους και τον χτύπησε στο πρόσωπο. Ο Ροισάκης πρόλαβε και χτύπησε τον Αλέξανδρο με την κοπίδα στο κεφάλι. Το πλήγμα ήταν τόσο ισχυρό, ώστε έσπασε το κράνος του. Ο Αλέξανδρος γύρισε και με το δόρυ του διατρύπησε το θώρακα και το στέρνο του Ροισάκη. Εν τω μεταξύ, εναντίον του Αλεξάνδρου έσπευδε κι ο Σπιθριδάτης με υψωμένη την κοπίδα, αλλά τον πρόλαβε ο Κλείτος ο μέλας, ο γιος του Δρωπίδη, που τον χτύπησε στον ώμο και του απέκοψε τον βραχίονα. Το περιστατικό αυτό έχει κι άλλες παραλλαγές εκτός από αυτήν του Αρριανού. Κατά τον Πλούταρχο, ο Αλέξανδρος χτύπησε τον Ροισάκη με το δόρυ του, που έσπασε, και έβγαλε το ξίφος του. Ο Σπιθριδάτης του κατάφερε στον Αλέξανδρο ένα ισχυρό πλήγμα με την κοπίδα, έκοψε το λοφίο του κράνους, το ένα φτερό, και έσπασε το κράνος, γδέρνοντας το τριχωτό της κεφαλής. Ο Σπιθριδάτης ετοιμαζόταν να του καταφέρει και δεύτερο πλήγμα με την κοπίδα του, όταν ο Κλείτος ο μέλας πρόλαβε και τον κάρφωσε με το δόρυ του. Ο Ροισάκης σκοτώθηκε από το ξίφος του Αλεξάνδρου. Κατά τον Διόδωρο η πίεση, που ασκούσε ο Σπιθριδάτης με τους ιππείς του ήταν αφόρητη, έτσι ο Αλέξανδρος στράφηκε ο ίδιος εναντίον του. Ο Πέρσης έρριξε το σαυνίον του εναντίον του Αλεξάνδρου, αστόχησε και όρμησε με το δόρυ (ο Πέρσης εμφανίζεται να φέρει σαυνίον και δόρυ, αντί για δύο σαυνία ή ακόντια), το οποίο διαπέρασε την ασπίδα, τη δεξιά επωμίδα και καρφώθηκε στο θώρακα του Αλεξάνδρου. Εκείνος τον χτύπησε με το δικό του δόρυ, το οποίο έσπασε στο θώρακα του Πέρση, και τελικά του επέφερε το μοιραίο πλήγμα καρφώνοντας το σπασμένο ξυστόν στο πρόσωπό του. Ο Ροισάκης, ο αδελφός του Σπιθριδάτη χτύπησε τον Αλέξανδρο στο κεφάλι με την κοπίδα, αλλά τον σκότωσε ο Κλείτος ο μέλας, αποκόπτοντας το χέρι του. Ο όρος μέλας χρησιμοποιείται αντί του πατρωνύμου, για να τον διαχωρίσει από τον άλλο Κλείτο, που ηγείται τάξης πεζών, και μπορούμε ίσως να συμπεράνουμε ότι ο ίππαρχος Κλείτος του Δρωπίδη ήταν μελαψός.


Εκείνο ακριβώς το τμήμα του Περσικού ιππικού, που είχε τη μεγαλύτερη πυκνότητα για να αποκρούσει τον Αλέξανδρο, καταπονήθηκε περισσότερο και διασπάσθηκε, όταν είχαν πέσει πια νεκροί ο σατράπης της Λυδίας και Ιωνίας, Σπιθριδάτης, ο ύπαρχος της Καππαδοκίας, Μιθροβουζάνης, ο γαμπρός του Δαρείου, Μιθριδάτης, ο γιος του Δαρείου του Αρταξέρξη, Αρβουπάλης, ο αδελφός της γυναίκας του Δαρείου, Φαρνάκης, και ο αρχηγός των μισθοφόρων, Ωμάρης. Μόλις έγινε αυτό, κατέρρευσαν και οι άλλες δύο πτέρυγες και τράπηκαν σε φυγή. Τότε ο Αλέξανδρος έστρεψε κατά των Ελλήνων μισθοφόρων των Περσών τη φάλαγγα, ενώ τους περικύκλωνε με το ιππικό. Κυριολεκτικά τους δεκάτισε και από τις αρχικές 20.000 μόνο 2.000 (το 1/10) επέζησαν, για να αιχμαλωτισθούν. Οι υπόλοιποι 18.000 εξοντώθηκαν, «εκτός από ελάχιστους, που ίσως κρύφτηκαν ανάμεσα στους νεκρούς».


Η εξόντωση των Περσών αξιωματούχων από τον Αλέξανδρο και τους περί αυτόν ήταν ο καταλυτικός παράγων, που οδήγησε σε κατάρρευση την περσική παράταξη. Όμως από μόνη της δεν θα ήταν αρκετή, όπως παρ’ ολίγον να φανεί στη μάχη των Γαυγαμήλων. Εκτός από τη μακεδονική αριστοκρατία, δηλαδή τους εταίρους ιππείς, καθοριστικό ρόλο έπαιξαν και όλοι οι υπόλοιποι ιππείς, ενώ σχεδόν αποσιωπάται ο ρόλος των πεζών, τους οποίους βλέπουμε μόνο στη θλιβερή σφαγή των Ελλήνων μισθοφόρων. Σύμφωνα με τον Αρριανό, οι Πέρσες έχασαν 1.000 ιππείς, τους Έλληνες μισθοφόρους και σχεδόν όλους τους επιφανείς άνδρες τους, οι οποίοι αναφέρονται ονομαστικά. Ο Αρσίτης, που είχε απορρίψει την τακτική του Μέμνονα, θεώρησε τον εαυτό του υπαίτιο της καταστροφής και αυτοκτόνησε στη Φρυγία, όπου κατέφυγε μετά τη μάχη. Οι Έλληνες είχαν μόνο 115 νεκρούς (90 Μακεδόνες και 25 συμμάχους). Συνολικά οι υπάρχουσες πηγές δίνουν τις ακόλουθες απώλειες: 


Αρριανός Α.16. Διόδωρος ΙΖ.20.6 Πλούταρχος Αλέξ.16.15 Ιουστίνος 11.6.12
Ιππείς 1.000 2.000 2.500
Πεζοί 18.000 10.000 20.000
Σύνολο Περσών 19.000 12.000 22.500
Αιχμάλωτοι 20.000

Ιππείς 25 120
Πεζοί 9 9
Σύνολο Ελλήνων 115 34 129

Το αποτέλεσμα της μάχης του Γρανικού ήταν αναμενόμενο και σύμφωνο με τα όσα γνωρίζουμε από τις μικρής έκτασης περιφερειακές συγκρούσεις Ελλήνων και Περσών, μόνο που στη συγκεκριμένη περίπτωση η νίκη οφειλόταν στο ιππικό και όχι στους οπλίτες. Όσον αφορά δε στο δόλωμα, που έρριξε ο Αλέξανδρος, οι σχετικές απώλειες Ελλήνων και Περσών δικαιώνουν την επιλογή του. Μετά τη μάχη έδειξε τις ικανότητες του στη διαχείριση ανθρωπίνων πόρων. Στους πρώτους αυτούς νεκρούς της εκστρατείας απέδωσε μεγάλες τιμές, ίσως διότι ήταν προφανές σε όλους ότι τους θυσίασε συνειδητά. Τους έθαψε με τον οπλισμό τους και άλλα κτερίσματα όπως άρμοζε στους γενναίους πολεμιστές, ενώ ο Λύσιππος, ο διαπιστευμένος γλύπτης του βασιλιά, κατασκεύασε προτομές τους, που στήθηκαν στην ιερή πόλη της Μακεδονίας, το Δίον. Επιπλέον, απάλλαξε τους συγγενείς των Μακεδόνων πεσόντων από κάθε εισφορά και λειτουργία. Επισκέφθηκε έναν-έναν όλους τους τραυματίες και τους άφησε να του διηγηθούν τα κατορθώματά τους. Ικανοποίησε ακόμη τον κοινό σεβασμό Ελλήνων και βαρβάρων προς τους νεκρούς, θάβοντας τους πεσόντες Έλληνες μισθοφόρους και τους επιφανείς Πέρσες. Οι απλοί Πέρσες έμειναν άταφοι σύμφωνα με τις συνήθειες της εποχής.


Τους περίπου 2.000 συλληφθέντες Έλληνες μισθοφόρους, τους έστειλε σιδηροδέσμιους στη Μακεδονία για καταναγκαστικά έργα, με το αιτιολογικό ότι «ενώ ήταν Έλληνες πολέμησαν υπέρ των βαρβάρων και ενάντια στις αποφάσεις του Κοινού Συνεδρίου των Ελλήνων». Όμως στην πραγματικότητα πρέπει να είχε εξοργισθεί, που ένα τόσο ισχυρό οπλικό σύστημα είχε στραφεί εναντίον του. Η εξόντωση των Ελλήνων μισθοφόρων των Περσών ήταν αναμφισβήτητα λάθος του και στην προσπάθειά του να τους εξοντώσει φέρεται να υπέστη τις περισσότερες απώλειες της μάχης. Επιπλέον σε όλους τους υπόλοιπους Έλληνες μισθοφόρους των Περσών, που δεν ήταν καθόλου λίγοι, έδινε το μήνυμα, ότι δεν θα τους άφηνε άλλη διέξοδο από το να αγωνιστούν λυσσαλέα για τη ζωή τους. Στη συνέχεια ο Αλέξανδρος σκέφθηκε πιο ψύχραιμα ή δέχθηκε τις συμβουλές των επιτελών του κι ευτυχώς δεν ξανάκανε αυτό το λάθος. Οι μισθοφόροι δεν πολεμούσαν από ιδεαλισμό και, εφόσον οι εργοδότες τους τρέπονταν σε φυγή, οι ίδιοι δεν είχαν κανένα λόγο να αρνηθούν συνθηκολόγηση και να προσφέρουν τις πολύτιμες υπηρεσίες τους σε νέο εργοδότη, αν τους το ζητούσε. Πράγματι, την επόμενη φορά ο Αλέξανδρος τους το ζήτησε.

Μετά την νίκη στο Γρανικό ο Παρμενίων προέλασε και παρέλαβε την πρωτεύουσα της Ελλησποντικής Φρυγίας, το Δασκύλειο, το οποίο είχε εγκαταλείψει η φρουρά του. Ο Αλέξανδρος ανέθεσε τη διοίκηση της σατραπείας στο στρατηγό Κάλα και διατήρησε τους ίδιους φόρους, που πλήρωναν οι κάτοικοι ως τότε στο Δαρείο. Έχει ήδη αποφασίσει να αφήσει αμετάβλητο τον περσικό τρόπο διοίκησης και να εξαιρέσει μόνο τις ελληνίδες πόλεις. Έστειλε ακόμη στην Αθήνα ως ανάθημα στην Παλλάδα Αθηνά 300 Περσικές ασπίδες με το επίγραμμα «ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΛΗΝ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΩΝ ΑΠΟ ΤΩΝ ΒΑΡΒΑΡΩΝ ΤΩΝ ΤΗΝ ΑΣΙΑΝ ΚΑΤΟΙΚΟΥΝΤΩΝ», δηλαδή «Ο Αλέξανδρος, ο γιος του Φιλίππου, και οι Έλληνες εκτός από τους Λακεδαιμόνιους [πήραν αυτά τα λάφυρα] από τους βαρβάρους, που ζουν στην Ασία». Ο Αρριανός κάνει λόγο για πανοπλίες, οπότε πρέπει να υποθέσουμε ότι δεν επρόκειτο για ασπίδες, αλλά για τρόπαια. Με την αποστολή των 300 ασπίδων ή τροπαίων ο Αλέξανδρος κολάκευε τους Αθηναίους τιμώντας το σημαντικότερο ιερό τους, το οποίο ήταν και ένα από τα λαμπρότερα στην Ελλάδα. Ταυτόχρονα όμως επεδείκνυε τα λάφυρά του από τον ισχυρότατο Ασιάτη εχθρό στον σημαντικότερο εν δυνάμει εσωτερικό αντίπαλό του, την Αθήνα. 
Η νίκη στον Γρανικό ίσως ήταν η σημαντικότερη όλης της εκστρατείας. Ο Αλέξανδρος επεξέτεινε το προγεφύρωμά του, απέκτησε επαρκή ζωτικό χώρο, εξασφάλισε εφόδια και ισχυροποίησε τη θέση του στην Ελλάδα γενικά και στη Μακεδονία ειδικότερα. Για τους Πέρσες οι συνέπειες της ήττας στον Γρανικό ήταν τρομερές. Όχι λόγω της ίδιας της ήττας, αφού οι τοπικές ήττες και απώλειες εδαφών ήταν συχνά φαινόμενα στην ιστορία της περσικής αυτοκρατορίας, αλλά λόγω του θανάτου ενός πολύ μεγάλου αριθμού κορυφαίων τοπικών αξιωματούχων. Χωρίς τους κατά τεκμήριο ικανότερους ηγεμόνες (διοικητές) ο Δαρείος θα ήταν πολύ δύσκολο να οργανώσει και να συντονίσει εξ αποστάσεως την άμυνα της Μικράς Ασίας. Όσοι από τους υφισταμένους των πεσόντων διοικητών επέζησαν, συγκλονισμένοι από την ήττα και την απώλεια των ανωτέρων τους, δεν θα είχαν το σθένος να αντιμετωπίσουν τον Αλέξανδρο, ενισχυμένο μάλιστα από τη νίκη του. Μετά από την απώλεια μίας ολόκληρης σατραπείας, της Ελλησποντικής Φρυγίας, δεν θα είχαν το κύρος ούτε να συσπειρώσουν γύρω τους τα εναπομείναντα σατραπικά στρατεύματα ούτε να αποτρέψουν τους κατάπληκτους μη Πέρσες υπηκόους τους να δεχθούν την απελευθέρωσή τους και να συμπαραταχθούν με τον Αλέξανδρο.


Αυτή η πρώτη νίκη ήταν ύψιστης σημασίας για τον Αλέξανδρο, διότι αν ηττώνταν, θα έπρεπε να εγκαταλείψει την Ασία από έλλειψη εφοδίων και μόνο. Επιπλέον οι ελληνίδες πόλεις όχι μόνο δεν θα πήγαιναν με το μέρος του, αλλά μάλλον θα βοηθούσαν τους Πέρσες, ώστε να μην τιμωρηθούν από τον Μεγάλο Βασιλέα. Τώρα όμως δύο όμορες σατραπείες έχασαν τους σατράπες τους και έμειναν ακέφαλες. Η πρωτεύουσα της Ελλησποντικής Φρυγίας, στην οποία υπαγόταν διοικητικά η Αιολίς, εγκαταλείφθηκε από τη φρουρά της και ήταν ζήτημα ημερών να παραδοθούν από το φρούραρχό τους και οι Σάρδεις, η πρωτεύουσα της Λυδίας, όπου υπαγόταν η Ιωνία. Οι ελληνικές πόλεις της Αιολίδας και Ιωνίας κι αν ακόμη αμφέβαλλαν για την τελική νίκη του Αλεξάνδρου (όπως η Λάμψακος και οι Κολωνές) ήταν πλέον δικαιολογημένες έναντι του Μεγάλου Βασιλέως και μπορούσαν να δεχθούν άφοβα την απελευθέρωσή τους. Άλλο όφελος του Αλεξάνδρου από την απώλεια ενός μεγάλου αριθμού αξιωματούχων ήταν ότι ασφαλώς κλόνισε τους μη Πέρσες αξιωματούχους της αυτοκρατορίας. Αυτοί θα προτιμούσαν να διατηρήσουν τη ζωή και τα προνόμιά τους δηλώνοντας πίστη σε έναν νέο κυρίαρχο, παρά να πέσουν μαχόμενοι υπέρ του παλιού.

Ο Αλέξανδρος αποφάνθηκε ότι οι κάτοικοι της Ζέλειας και της γύρω περιοχής δεν του είχαν εναντιωθεί με τη θέλησή τους, αλλά αναγκάσθηκαν από τους Πέρσες, και γι’ αυτό δεν τους τιμώρησε. Η κίνηση αυτή είχε ιδιαίτερη σημασία και εντασσόταν σ’ αυτό, που ο Διόδωρος περιγράφει ως φιλάνθρωπη τακτική. Σε όλη την Ανάβασή του θα τιμωρούσε με την προβλεπόμενη σκληρότητα όσους τον αμφισβητούν και του αντιστέκονται. Για τους υπόλοιπους θα εύρισκε κάποια περισσότερο ή λιγότερο συμβολική τιμωρία χωρίς να καταστρέφει πόλεις, να εξανδραποδίζει κατοίκους και να δημιουργεί τρόμο και δυσαρέσκεια. Η εικόνα, που είχε επιλέξει γι’ αυτή τη φάση του αγώνα ήταν του ελευθερωτή από τον σκληρό ζυγό των Περσών. 




http://www.alexanderofmacedon.info/greek/B1gr.htm#granicus_battle 


Τετάρτη 22 Μαΐου 2024

20 ΜΑΙΟΥ 1825 : ΤΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΤΗΣ ΑΙΩΝΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΙΣΤΗΣ ΣΤΗΝ ΜΑΧΗ ΣΤΟ ΜΑΝΙΑΚΙ η ΛΕΩΝΙΔΕΙΟΣ ΜΑΧΗ

Τὸ περιβόητο Ἐκτελεστικό, μὲ πρόεδρο τὸ Γ. Κουντουριώτη καὶ γραμματέα τὸν Μαυροκορδᾶτο, ἄρχισε νὰ συζητᾶ πὼς ὁ μόνος τρόπος γιὰ ν᾿ ἀντιμετωπιστεῖ ὁ Ἰμπραὴμ ἦταν νὰ σχηματιστεῖ, μὲ τὰ χρήματα τοῦ δεύτερου δανείου τῶν δυὸ ἑκατομμυρίων λιρῶν, μισθωτὸς στρατὸς στὴν Ἀμερικὴ ποὺ θὰ ἐρχόταν νὰ πολεμήσει στὴν Ἑλλάδα! Ὡσὰν ὁ Ἰμπραὴμ θὰ καρτέραγε νὰ φτιαχτεῖ πρὶν ὁ στρατός, νὰ μεταφερθεῖ, μὲ Ἱστιοφόρο τότε, ἀπὸ τὰ πέρατα τοῦ κόσμου στὸν τόπο μας κι ἔπειτα νὰ μᾶς πολεμήσει. Ἡ ἐξωφρενικὴ αὐτὴ πρόταση βρίσκει, σωστά, τούτη δῶ τὴν κριτικὴ τοῦ Κόκκινου: «Τὸ πράγμα φανερώνει μέχρι ποίου σημείου δὲν ἀντελαμβάνοντο τὴν φοβερὰ πραγματικότητα οἱ ἀποκλείοντες τὴν λῆψιν σοβαρῶν στρατιωτικῶν μέτρων ἐντὸς αὐτῆς τῆς Πελοποννήσου διὰ τῆς χρησιμοποιήσεώς των εἰς τὴν φυλακὴν ἢ ὑπὸ καταδίωξιν Πελοποννησίων ἀρχηγῶν, διότι αὐτοὶ ἦσαν οἱ συζητοῦντες τὴν μετάκλησιν ξένου στρατοῦ, ἀνυπάρκτου ἀκόμη, πρὸς ἀντιμετώπισιν τοῦ Ἰμβραήμ». Ἂν ὅμως οἱ ἀνώτατοι τότε ἄρχοντες, τὸ Ἐκτελεστικό, δὲν ἤθελε νὰ καταλάβει ὅ,τι καταλάβαιναν καὶ οἱ πιὸ ἁπλοὶ ἄνθρωποι, πὼς μπροστὰ στὸν τρομερὸ κίνδυνο ἔπρεπε νὰ ξεχαστοῦν τὰ πολιτικὰ πάθη καὶ οἱ Ἕλληνες, ἑνωμένοι, ν᾿ ἀντιβγοῦν στὸ νέο καὶ τόσο ἐπίφοβο ἐχθρό, εὐτυχῶς βρέθηκαν, μέσα στὴν ἴδια τὴν κυβέρνηση, ἄλλοι ποὺ συνειδητοποίησαν τὸ χρέος τοὺς πρὸς τὴν πατρίδα. Ἀνάμεσα σ᾿ αὐτούς, πρῶτος καὶ πιὸ δυναμικός, ξεχώρισε ὁ Παπαφλέσσας ποὺ ἦταν τότε ὑπουργὸς τῶν Ἐσωτερικῶν, ὁ ὁποῖος εἶχε βυθιστεῖ στὶς πολιτικὲς δολοπλοκίες καὶ στοὺς ἐμφύλιους σπαραγμοὺς ὡς τὸ λαιμό. Εἶχε κατεβεῖ καὶ τὸ τελευταῖο σκαλοπάτι τῆς σκάλας τοῦ κακοῦ. Μὰ μπρὸς στὴ νέα συμφορὰ ποὺ χτύπαγε τὴν ἐπανάσταση, ξαναβρῆκε τὸν καλύτερο ἑαυτό του, τὸν Παπαφλέσσα τῆς συνέλευσης τῆς Βοστίτσας. Καὶ τότε ὄχι μονάχα διακήρυξε πὼς χρειαζόταν νὰ δοθεῖ ἀμνηστία στοὺς φυγάδες - Ζαΐμη, Λόντο, Νικηταρᾶ - καὶ στοὺς φυλακισμένους, μὰ κι ἀποφάσισε πὼς τὰ λόγια δὲν ἔφταναν. Χρειαζόταν ἡ ἄμεση ἐνάντια στὸν Ἰμπραὴμ δράση. Καὶ τὴν πῆρε πάνω του. Παράτησε τὸ μικρόψυχο καὶ κολασμένο ἀπὸ τὶς ἐνέργειες τῆς ἀνάξιας κυβέρνησης Ἀνάπλι κι ἔφυγε, στὰ τέλη τοῦ Ἀπρίλη, νὰ ξεσηκώσει τὸ Μοριᾶ ἐνάντια στὸν Ἰμπραήμ.

Ἐκεῖνες τὶς μέρες εἶχε φτάσει στ᾿ Ἀνάπλι ὁ Γάλλος στρατηγὸς Ρός, σταλμένος ἀπὸ τὸ φιλελληνικὸ κομιτάτο τοῦ Παρισιοῦ. Τοῦ εἶχε ἀνατεθεῖ ἢ μυστικὴ πολιτικὴ ἀποστολὴ νὰ πείσει τοὺς Ἕλληνες, ὅταν θὰ ἀποχτοῦσαν τὴν ἀνεξαρτησία τους, νὰ γυρέψουν γιὰ βασιλιὰ τὸ δούκα τοῦ Νεμούρ. Ὁ Παπαφλέσσας φεύγοντας ἀπὸ τ᾿ Ἀνάπλι πῆρε μαζί του τὸν ὑπασπιστὴ τοῦ Γάλλου στρατηγοῦ, ἂν καὶ ἤτανε ἀντίθετος στὶς προσπάθειες ποὺ γίνονταν ν᾿ ἀποχτήσει ἡ Ἑλλάδα ξένο βασιλιά. Σύμφωνα μὲ τὸν Σπηλιάδη ἔλεγε: «Καὶ τί θὰ σημαίνω ἐγὼ πλέον εἰς τὴν Ἑλλάδα ἐὰν ἔλθει βασιλεύς; Καὶ δὲν θὰ πνίξει ὁ βασιλεὺς τὸν σπόρον τῆς ἐλευθερίας, διὰ τὴν ὁποίαν ἀπολλύμεθα οἱ Ἕλληνες; Καὶ θὰ δυνηθωσι πλέον οὖτοι ν᾿ ἀποσείσωσι τὸν ζυγὸν βασιλέως πεπολιτισμένου, καὶ νὰ μὴ διατρέξωσι κινδύνους φοβερωτέρους ἢ τοὺς σημερινούς;» Κι ὁ Σπηλιάδης προσθέτει: «Καὶ ἴσως εἶχε δίκαιον».

Ὁ Παπαφλέσσας ἀπὸ τ᾿ Ἀνάπλι τράβηξε γιὰ τὴν Τριπολιτσὰ καὶ μέσα στὶς τρεῖς μονάχα μέρες ποὺ ἔμεινε σ᾿ αὐτὴ σχημάτισε τὸν πυρήνα τοῦ ἐκστρατευτικοῦ του σώματος. Στὶς ἐκκλήσεις ποὺ ἔκανε πρόστρεξαν καπεταναῖοι κι ἀγωνιστὲς ἀπὸ τὴν Ἀργολίδα, τὸ Λεβίδι, τὶς Κερασιὲς κι ἀπὸ τὸν κάμπο τῆς Τριπολιτσᾶς. Ἦταν ἴσαμε ἑφτακόσιοι.

Ἀπὸ τὴν Τριπολιτσᾶ πῆγε στὸ Λεοντάρι, ὅπου ἔσμιξαν μαζί του ὁ ἀνεψιός του Δημήτρης Φλέσσας, μ᾿ ἑκατὸν πενήντα παλικάρια, ὁ Α. Κουμουνδοῦρος, ὁ Παν. Μπούρας, ὁ Ἀδαμάκης Ἀποστολόπουλος κι ὁ Ν. Κουλοχέρας μὲ τοὺς νταϊφάδες τους. Ὕστερα ἀπὸ δυὸ μέρες ἔφτασε στοὺς Λάκκους. Ἐκεῖ δυνάμωσαν τὸ στράτευμά του ὁ Γιώργης Μποῦτος ἀπὸ τὸ Μελιγαλᾶ κι ὁ Καρακίτσος ἀπὸ τὸ Κατσαρό. Κίνησε γιὰ τὴ Φρουτζάλα. Σ᾿ αὐτὴ συναντήθηκε μὲ τοὺς ἄοπλους ἀγωνιστὲς τοῦ Νιόκαστρου καὶ μὲ τὸν Μανιάτη Μούρτζινο. Ὁ τελευταῖος, ἂν καὶ φίλος του, ἀρνήθηκε νὰ τὸν βοηθήσει ὅπως μιὰ ἀνεψιὰ τοῦ Παπαφλέσσα, ἡ κόρη τοῦ Νικήτα, εἶχε παντρευτεῖ ἕναν ἀπὸ τοὺς θανάσιμους τοπικοὺς ἐχθρούς του, τὸν Κωνσταντῖνο Μαυρομιχάλη.

Ὁ Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης βρισκόταν στὸ χωριὸ Κουφάρι τῆς Μεσσηνίας, κατάκοιτος ἀπὸ ποδάγρα. Σὰν ἔμαθε πὼς ἔρχεται μὲ στράτευμα ὁ Παπαφλέσσας τοῦ ἔγραψε θερμὸ γράμμα, ὅπου σ᾿ αὐτὸ τοῦ ἔλεγε πὼς ὁ Ἰμπραὴμ «εἶναι ἄλλος Ναπολέων ἢ Πύρρος τῆς Ἠπείρου, καὶ τέλος, ὅτι εἶναι ἀνάγκη νὰ δυνηθεῖ κατὰ πρῶτον νὰ τὸν πολεμήσει, εἰ δὲ μὴ τετέλεσται, τὸ ἔθνος χάνεται».

Μαθαίνει πὼς ἡ κυβέρνηση ἀποφάσισε ν᾿ ἀμνηστέψει τοὺς φυλακισμένους. Κάθεται λοιπόν, στὶς 14 τοῦ Μάη, καὶ γράφει συστήνοντας νὰ τοὺς βγάλουν χωρὶς τὸ παραμικρὸ χασομέρι, καὶ ξέχωρα τὸν Κολοκοτρώνη, ποὺ ἔπρεπε νὰ τοῦ δοθεῖ ἀμέσως ἡ ἀρχιστρατηγία.

Ὁ Παπαφλέσσας τοῦ ἀποκρίνεται:

Νικήτα,

Ἔλαβα τὴν ἐπιστολήν σου καὶ εἰς ἀπάντησίν σοῦ λέγω ὅτι δὲν εἶμαι σὰν καὶ σὲ καὶ σὰν τὸν κουμπάρο σου τὸν Κεφάλα, ὅπου τρέχετε ἀπὸ ράχη σὲ ράχη στοὺς Ἁηλιάδες.

Ἐγὼ ἅπαξ ὡρκίσθην νὰ χύσω τὸ αἷμα μου εἰς τὴν ἀνάγκην τῆς πατρίδoς, καὶ αὐτὴ εἶναι ἡ ὥρα. Εὔχομαι δὲ εἰς τὸν Θεὸν πρώτη μπάλα τοῦ Ἰμβραὴμ νὰ μὲ πάρει εἰς τὸ κεφάλι, διότι σᾶς γράφω νὰ ταχύνετε τὸν ἐρχομόν σας καὶ σεῖς μοῦ γράφετε κoυρoυφέξαλα.

Νικήτα, πρώτη καὶ τελευταία ἐπιστολή μου εἶναι αὕτη. Βάστα την νὰ τὴν διαβάζεις καμία φορὰ νὰ μὲ θυμᾶσαι καὶ νὰ κλαῖς.

Παπαφλέσσας

Εἶναι φανερό, ἀπὸ τὸ γράμμα αὐτό, πὼς ὁ Παπαφλέσσας εἶχε συνείδηση πὼς τράβαγε στὸ χαμό του.

Ὁ στρατός του ἀνέβαινε τώρα σὲ 1500 ἄντρες. Δύναμη βέβαια ὁλότελα ἀσήμαντη γιὰ ν᾿ ἀντιβγεῖ στ᾿ ἀσκέρι τοῦ Ἰμπραήμ. Μὰ νά, παίρνει εὐχάριστες εἰδήσεις: ἀπὸ τὸν Δημήτρη Πλαπούτα ἀπὸ τὸν Ἀετὸ πὼς ἔρχεται νὰ τὸν συντρέξει μὲ 1600 νοματαίους, ἀπὸ τοὺς καπεταναίους τῆς Ἀρκαδίας, ἀπὸ τὸ χωριὸ Μάλι, ἑφτὰ ὦρες δρόμο ἀπὸ τὴ Δραΐνα, πὼς βρίσκονταν ἐκεῖ μὲ 2000 ἀγωνιστές, ἀπὸ τὸν ἀδερφό του Νικήτα πὼς ἔφτασε στὴ Φρουτζάλα κι ἐρχόταν μὲ 700 νοματαίους κι ἀπὸ τὸν Ἠλία Κατσάκο ἀπὸ τὴν Καλαμάτα πὼς εἶχε κάτω ἀπὸ τὶς προσταγές του 1000 πολεμιστές. Ὅλοι μαζὶ ἴσαμε πέντε χιλιάδες. Ὅσο κι ἂν τοὺς ἀριθμοὺς αὐτοὺς τοὺς λογαριάσουμε παραφουσκωμένους, στεκόταν σημαντικὴ ἐπικουρία, ὅπως τὰ στρατεύματα κι ἐμπειροπόλεμα ἦταν καὶ εἶχαν καὶ ἄξιους ἀρχηγούς. Τί θὰ ἔπρεπε λοιπὸν νὰ κάνει ὁ Παπαφλέσσας; Ὅ,τι θὰ ἔκανε κι ὅποιος ἄλλος πολεμάρχης νὰ καρτερέψει στὰ ὀρεινὰ τὶς δυνάμεις αὐτὲς ποὺ ἐρχόταν σὲ βοήθειά του. Κι ὅμως ἔπραξε τ᾿ ἀντίθετο. Μόλις ἔμαθε πὼς ξεκίνησε ἀπὸ τὸ Ναβαρίνο ὁ Ἰμπραήμ, ρωτᾶ «τοὺς ἐντοπίους ποιὸς τόπος, βουνὸν ἢ χωρίον εἶναι ὑψηλὸν ὥστε νὰ βλέπει τὸ Νεόκαστρον καὶ ὅλοι τοῦ εἶπαν, ὅτι εἶναι Παιδεμένου καὶ Μανιάκι».

Δίχως νὰ χάσει στιγμὴ φεύγει στὶς 18 τοῦ Μάη ἀπὸ τὴ Δραΐνα καὶ φτάνει, δυὸ ὧρες πρὶν ἀπὸ τὸ ἡλιοβασίλεμα, στὸ Μανιάκι.

Ἡ «Λεωνίδειος μάχη»


Τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ Παπαφλέσσας ἑτοιμαζόταν νὰ φύγει ἀπὸ τὴ Δραΐνα φτάνουν σὲ βοήθειά του ὁ Ἠλίας Κέρμας μὲ 120 Κοντοβουνίσιους, ὁ Θανασούλας Καπετανάκης μὲ 80, ὁ Π. Κεφάλας μὲ 20, ὁ Πιέρος Βοϊδὴς κι ὁ Τσαλαφατίνος μὲ 120 Μανιάτες, ὁ Στ. Καπετανάκης μὲ 20, ὁ Λίβας, ὁ Μπιτσιάνης κι ὁ ἀδερφός του Γιώργης Δικαῖος μὲ 80. Ἔτσι ὅταν ἔφτασε στὸ Μανιάκι ὁ Παπαφλέσσας εἶχε μαζί του ἴσαμε δυὸ χιλιάδες ἄντρες.

Τὴν ἄλλη μέρα τὸ πρωὶ ἔταξε καραούλια στὸ βουνὸ Μαμλαβᾶ, πάνω ἀπὸ τὸ χωριὸ Βλαχόπουλο, ἀπ᾿ ὅπου βλέπανε ὅλο τὸν κάμπο καὶ πρὸς τὸ Ναβαρίνο. Ἔπειτα κοίταξε μὲ τοὺς ἄλλους καπεταναίους τὶς θέσεις, λίγο πιὸ ψηλὰ ἀπὸ τὸ χωριὸ Μανιάκι, ὅπου λογάριαζε νὰ ταμπουρωθοῦν γιὰ ν᾿ ἀντικρούσουν τὸν ἐχθρό. Κατὰ τὸ δειλινὸ τὰ καραούλια κάνανε σημεῖα πὼς ὁ στρατὸς τοῦ Ἰμπραὴμ φάνηκε καὶ τράβαγε γιὰ τὰ Χίλια Χωριά. Ὁ Παπαφλέσσας τότε πρόσταξε ν᾿ ἀνάψουν ὅσες μποροῦσαν πιότερες φωτιὲς γιὰ νὰ νομίσει ὁ ἐχθρὸς πὼς δυνατὸ καὶ πολυάριθμο ἦταν τὸ στρατόπεδό μας. Πραγματικὰ ὁ Ἰμπραὴμ σταμάτησε καὶ πέρασε τὴ νύχτα στὰ Χίλια Χωριά.

Τὴν ἄλλη μέρα τὸ πρωί, 20 τοῦ Μάη, οἱ δικοί μας ἄρχισαν νὰ φτιάνουν τρία ταμπούρια. Τὸ πρῶτο, τὸ πιὸ βορινό, θὰ τὸ ἔπιανε ὁ Παπαφλέσσας, τὸ δεύτερο ὁ ἀνεψιός του Δημήτρης Φλέσσας καὶ τὸ τρίτο, τὸ πιὸ νότιο, ὁ Πιέρος Βοϊδὴς μὲ τοὺς Μανιάτες. «Ὁ τόπος ὅπου ἔγιναν τὰ ὀχυρώματα ταῦτα ἦσαν πλάγια, καὶ ὄχι ράχες, οὔτε κορυφή, διὰ νὰ ἐμποδίσουν τὸν ἐχθρὸν νὰ μὴ συγκεντροῦται ἐκ τῶν ὄπισθεν». Καὶ ἦταν ἀκόμα πιὸ δύσκολη ἡ ὑπεράσπισή του, ἀφοῦ ἡ ἀπόσταση ἀνάμεσα στὰ ταμπούρια καὶ στὰ μέρη ποὺ μποροῦσε νὰ προστατευτεῖ ὁ ἐχθρὸς στεκόταν μικρὴ κι ἔτσι οἱ δικοί μας «δὲν εἶχον οὐδὲ τὸν ἀπαιτούμενον χρόνον νὰ γεμίζουν δὶς καὶ τρὶς τὰ ὅπλα των».

Ἔπειτα ἀπὸ δυὸ ὧρες ποὺ βγῆκε ὁ ἥλιος τ᾿ ἀσκέρι τοῦ Ἰμπραὴμ ἔφτασε στὸ βουνὸ πάνω ἀπὸ τὸ χωριὸ Σκάρμιγκα, μισὴ ὥρα δρόμο ἀπὸ τὰ ταμπούρια μας. «Ἀφοῦ οἱ Ἕλληνες εἶδαν τὸ πολυπληθὲς στράτευμα τῶν Τούρκων, τὸ ὁποῖον ἐσκέπασεν ὅλον τὸν τόπον, ὅσον βλέπει τὸ μάτι τοῦ ἀνθρώπου, ἐνταῦθα ἄρχισαν νὰ μουρμουρίζουν καὶ κάποιος εἶπεν ὅτι:

-Ἔχετε ἄλoγoν, καβαλᾶτε ὕστερον καὶ φεύγετε !...

Τ᾿ ἀκούει ὁ Παπαφλέσσας κι ἀμέσως φωνάζει τὸν γραμματικό του Τισαμενὸ καὶ τὸν προστάζει νὰ πάρει τ᾿ ἄλογά του κι ὅλους τοὺς ψυχογιούς του ἐξὸν ἀπὸ τὸν Μιχάλη Σταϊκόπουλο καὶ νὰ πάει στὴν ἀντικρινὴ ράχη. Μὰ νά, κάμποσοι στρατιῶτες, λογαριάζοντας πὼς ἦταν χαμένοι ἂν ἔμεναν στὰ πόστα ποὺ κράταγαν, πέφτουν στὸ Κρυόρεμα κι ἀρχίζουν νὰ λακᾶνε. Τὸ σκάζει τότε, μ᾿ ὅλους τοὺς δικούς του, κι ὁ Σταυριανὸς Καπετανάκης. «Τοῦτον δὲ βλέποντες καὶ ἄλλοι φεύγοντας παρεκινήθησαν καὶ αὐτοὶ καὶ ἐδόθησαν εἰς φυγὴν διὰ τοῦ αὐτοῦ ρεύματος. Ἔφυγαν δὲ ὑπὲρ τοὺς χιλίους».

Μόλις πρόλαβαν νὰ ξεφύγουν καὶ κινήθηκε ἡ καβαλαρία τοῦ Ἰμπραήμ. Μπῆκε, ἀπὸ τὰ δεξιά, στὸ ρέμα καὶ προχώρησε πέρα ἀπὸ τὸ ταμπούρι ποὺ κράταγε ὁ Παπαφλέσσας. Ἀπὸ τ᾿ ἀριστερὰ χωρίστηκε σὲ δυὸ κολόνες. Ἐκείνη ποὺ τράβηξε πιὸ δυτικὰ εἶχε σκοπὸ νὰ ἐμποδίσει τυχὸν ἐπικουρίες ποὺ θἄφταναν. Οἱ δικοί μας βρίσκονταν πιὰ κυκλωμένοι. Ὁ Παπαφλέσσας ὅμως «νόμισε τοῦτο μεγάλον εὐτύχημα, διὰ νὰ συνέλθουν ὅλοι ὁμοῦ οἱ Ἕλληνες καὶ νὰ πολεμοῦν καλλίτερα καὶ ἀποφασιστικότερα, καὶ νὰ μὴ λιποτακτοῦν».

Διατάζει νὰ μετρήσουν πόσοι εἶχαν ἀπομείνει καὶ βρίσκονται λιγότεροι ἀπὸ χίλιοι. Καθὼς ἦταν συναγμένοι τοὺς βγάζει φλογερὸ λόγο θυμίζοντάς τους τὶς νίκες στὸ Βαλτέτσι, στὸ Λεβίδι, στὴ Γράνα, στὰ Βέρβενα καὶ τὴν καταστροφὴ τῆς στρατιᾶς τοῦ Δράμαλη.

- Ὅπου νἆναι φτάνουν, τοὺς λέει, δεκαπέντε χιλιάδες πατριῶτες σὲ βοήθειά μας, ὁ Πλαπούτας κι ὅλοι οἱ Ἀρκαδινοί, ὁ ἀδερφός μου Νικήτας, ὁ Κατσάκος κι ἄλλοι Μανιάτες. Σὲ μία ὥρα θἆναι ἐδῶ. Θὰ τριγυρίσουν τ᾿ ἀσκέρι τοῦ Ἰμπραὴμ καὶ θὰ τὸ χτυπᾶνε ἀπὸ τὶς πλάτες. Ἀδέρφια! ἡ πατρίδα καρτεράει ἀπὸ μᾶς νὰ δοξαστεῖ ξανὰ ἀπὸ τὴ νίκη μας!

Μὰ πρὶν καλὰ-καλὰ τελειώσει τὴν ὁμιλία του, μερικοὶ ἀπὸ τοὺς καπεταναίους «ἰδόντες τὸν προφανῆ κίνδυνον» παρακινοῦσαν τὸν ἀνεψιό του Δημήτρη νὰ τοῦ πεῖ νὰ κάνουνε γιουρούσι καὶ διασπώντας τὶς γραμμὲς τῆς ἐχθρικῆς καβαλαρίας νὰ γλιτώσουν ὅσοι τοὺς εὐνοήσει ἡ τύχη. «Κανείς», ὅμως, «δὲν ἐτόλμα νὰ τοῦ ἐκστομίσῃ τοιοῦτόν τι κατὰ πρόσωπον». Τὸν σιμώνουν τέλος ὁ Κεφάλας κι ὁ Παπα-Γιώργης, γνωστοὶ καὶ οἱ δυὸ γιὰ τὴν παλικαριά τους, καὶ τοῦ λένε, ἀπὸ μέρος ὅλων τῶν καπεταναίων, πὼς αὐτὴ στεκόταν ἡ τελευταία τους εὐκαιρία νὰ σωθοῦν. Τότε ὁ Παπαφλέσσας ἀποκρίνεται στὸν Κεφάλα:

- Ἔχασα τὶς ἐλπίδες ποὺ στήριζα πάνω σου. Καὶ μαζὶ μ᾿ αὐτὲς καὶ τὴν ὑπόληψη ποὺ εἶχα γιὰ σένα.

Ἔπειτα γυρνᾶ, πιάνει τὸν Παπαγιώργη ἀπὸ τὰ γένια καὶ τραβώντας τα τοῦ λέει:

- Μοῦ τὰ ντρόπιασες, Παπαγιώργη!

Σταματᾶ μία στιγμὴ καὶ ὕστερα τοῦ ξαναλέγει:

- Ποῦ νὰ πᾶμε νὰ φύγουμε; Ἔχουμε τακτικὸ στράτευμα ὅπου, ὅταν θὰ βγεῖ ἀπὸ τὰ ταμπούρια, θ᾿ ἀποτραβηχτεῖ μὲ τάξη πολεμώντας; Δὲν ξέρεις τάχα πὼς οἱ ἄτακτοι ἅμα βγοῦν ἀπὸ τὰ ταμπούρια σκορπίζουν κι ὁ καθένας παίρνει δικό του δρόμο; Τότε πέντε καβαλαραῖοι τοῦ Ἰμπραὴμ θὰ μᾶς σφάξουν ὅλους. Καὶ θ᾿ ἀκολουθήσει μεγάλο κακὸ γιὰ τὸ ἔθνος ὅπως θὰ ψυχωθοῦν οἱ ἐχθροὶ καὶ θὰ δειλιάσουν οἱ δικοί μας. Τί φοβᾶσαι, Παπαγιώργη; Ἐσὺ ξέρεις τὰ γράμματα ποὺ ἔγραψα καὶ πῆρα. Σὲ ρωτῶ, ἔχεις ἀμφιβολίες πὼς μέσα σὲ δυὸ ὧρες πέντε χιλιάδες δικοί μας δὲ θὰ χτυπᾶνε ἀπέξω τὸν Ἰμπραήμ; Ἀκόμα κι ἄλλοι νὰ μὴν ἔρθουν ὁ Πλαπούτας δὲ θὰ λείψει. Εἶμαι βέβαιος πὼς θὰ νικήσουμε. Ἂν ὅμως, ὃ μὴ γένοιτο, νικηθοῦμε, θ᾿ ἀδυνατίσουμε τὴ δύναμη τοῦ ἐχθροῦ καὶ ἡ ἱστορία θὰ ὀνομάσει τοῦτον τὸν πόλεμο Λεωνίδειον μάχην, Παπαγιώργη!

Ἴσως ἡ τελευταία αὐτὴ φράση νὰ κρύβει ὅλο τὸ μυστικὸ τῆς ὑποσυνείδητης παρόρμησής του ν᾿ ἀντιμετωπίσει, κάτω ἀπὸ τόσο ἀπελπιστικὲς συνθῆκες, τὸν ἐχθρό. Ἔταξε στὸν ἑαυτό του νὰ νικήσει ἢ νὰ πεθάνει. Ἡ Ῥούμελη εἶχε τὸ «νέο Λεωνίδα της», τὸν Ἀθανάσιο Διάκο, ποὺ κάτω ἀπὸ παρόμοιες συνθῆκες δὲν πισωδρόμησε στὴν Ἀλαμάνα. Τώρα, στὸ πρόσωπο τοῦ Παπαφλέσσα, θ᾿ ἀποχτοῦσε στὸ Μανιάκι κι ὁ Μοριᾶς τὸν Λεωνίδα του.

Ὅταν ἔπαψε νὰ μιλάει ὁ Παπαφλέσσας, ὁ Μανιάτης Βοϊδὴς εἶπε τὰ ἀξιομνημόνευτα τοῦτα λόγια:

- Πᾶμε στὰ ταμπούρια μας κι ὅποιος θὰ μείνει γιαμά, ἂς ἀκούει τῶν γυναικῶν τὰ μοιρολόγια!...

Καὶ τράβηξαν στὰ ταμπούρια τους ξέροντας πὼς τὸ μόνο ποὺ τοὺς ἀπόμενε ἦταν νὰ θυσιαστοῦν. Μόλις πρόλαβαν νὰ φτάσουν σ᾿ αὐτὰ κι ὁ Ἰμπραὴμ ξαπολᾶ τὴν ἐπίθεσή του. Τὰ τάγματα τοῦ τακτικοῦ στρατοῦ του προχωροῦσαν χωρὶς νὰ λογαριάζουν τὸ θάνατο ποὺ σκόρπιζαν τὰ καριοφίλια τῶν Ἑλλήνων. Ὁ Παπαφλέσσας, καθὼς εἴπαμε, κράταγε τὸ βορινὸ ταμπούρι «τὸ μᾶλλον ἀδύνατον καὶ ἐπικίνδυνον». Φορώντας τὴν περικεφαλαία του στεκόταν ὄρθιος πάνω σὲ μιὰ πέτρα πιὸ ψηλὴ ἀπὸ τὶς ἄλλες, ποὺ «εἶχε προσέτι καὶ μίαν μικρὰν ἀχράδα (γκορτζούλα), ἀπὸ ἐκεῖ διεύθυνε τὸν ἀγώνα, δίνοντας μὲ τὸ παράδειγμά του θάρρος στοὺς δικούς μας. Δίπλα του στεκόταν ὁ νεαρὸς Γάλλος ἐθελοντὴς πού, εἶχε κατέβει πρὶν ἀπὸ λίγο καιρὸ στὴν Ἑλλάδα μαζὶ μὲ τὸν στρατηγὸ Ρός. Καμία βέβαια εὐγνωμοσύνη δὲν τρέφει ἡ πατρίδα μας γιὰ τὸ στρατηγὸ Ρός. Ἀντίθετα ὅμως μὲ σεβασμὸ μνημονεύει τὸν ἀνώνυμο νεαρὸ Γάλλο, ποὺ πολεμώντας παλικαρίσια βρῆκε τὸ θάνατο κείνη τὴ μέρα δίπλα στὸν Παπαφλέσσα.

Τὸ μεσημέρι κάλεσαν οἱ σάλπιγγες τοῦ ἐχθροῦ τὸν αἰγυπτιακὸ στρατὸ νὰ πάψει τὴν ἐπίθεσή του καὶ ν᾿ ἀποσυρθεῖ γιὰ νὰ κολατσίσει. Ὅσο ποὺ «οἱ νεροκουβαλητάδες ἐπήγαινον καὶ ἤρχοντο δίδοντες νερὸν εἰς τοὺς διψώντας στρατιῶτας», οἱ καπεταναῖοι μας τρέξανε νὰ βροῦνε τὸν Παπαφλέσσα.

- Καλὸ εἶναι, τοῦ λένε, νὰ φύγουμε τώρα ποὺ οἱ Τοῦρκοι ξαποσταίνουν καὶ τρῶνε ψωμί. Νὰ τραβήξουμε κατὰ τὴν Ἁγιά, γιατὶ, καθὼς θἄχουμε βοηθὸ τὸ βουνό, οἱ καβαλαραίoι τους λίγους θὰ σκοτώσουνε. Τὸ πολὺ θὰ φᾶνε πενήντα ὡς ἑκατὸ ἀπὸ μᾶς; μὰ οἱ ἄλλοι θὰ σωθοῦνε καὶ θὰ σώσουμε κι ἐσένα γιὰ νὰ φανεῖς, σ᾿ ἄλλη περίσταση, χρήσιμος στὴν πατρίδα. Ὁ Παπαφλέσσας τοὺς ἀποκρίθηκε:

-Ἐγὼ σᾶς εἶπα καὶ πρῶτα καὶ τώρα σᾶς τὸ λέγω τὴ φευγάλα νὰ μὴν τὴ βάζετε διόλου στὸ νοῦ σας, γιατὶ ἐμεῖς χανόμαστε ἄδικα ἂν πέσουμε πάνω στὴ φωτιὰ τοῦ ἐχθροῦ. Ὄχι, δὲ θὰ παραδώσω τοὺς Ἕλληνες μόνος μου στ᾿ ἀδιάκοπο ντουφέκι τοῦ τακτικοῦ! Ἔπειτα ἐμεῖς καρτερᾶμε τὴ βοήθεια πού, καθὼς γνωρίζετε, θὰ φτάσει ὥρα τὴν ὥρα. Παγαίνετε τώρα στὰ πόστα σας!..

Γύρισαν στὰ ταμπούρια τους καὶ σὲ λίγο ἐξαπολύθηκε τὸ γενικὸ γιουρούσι τοῦ ἐχθροῦ. Δυὸ φορὲς ἔφτασαν ἴσαμε τὶς θέσεις ποὺ κράταγαν οἱ Ἕλληνες, μ᾿ ἀναγκάστηκαν νὰ πισωδρομήσουν. Κι ἐνῶ ἑτοιμάζονταν νὰ ξεχυθοῦν σὲ τρίτο γιουρούσι, ἀκούστηκε βορινὰ μία μπαταριά. Ἦταν ὁ Πλαπούτας ποὺ ἔφτανε μὲ χίλια πεντακόσια παλικάρια. Ὁ Ἰμπραὴμ τότε, γυρεύοντας νὰ προλάβει τὴ βοήθεια ποὺ ἐρχόταν, ρίχνει ὅλες του τὶς δυνάμεις πάνω στοὺς δικούς μας. Οἱ ἐχθροὶ πάτησαν πρῶτο τὸ ταμπούρι τοῦ Παπαφλέσσα. Ὁ ἀνεψιός του Δημήτρης παρατάει τὸ πόστο του καὶ τρέχει νὰ βοηθήσει τὸ θεῖο του. Τὸν βλέπει ὁ Παπαφλέσσας καὶ τὸν προστάζει νὰ γυρίσει πίσω καὶ νὰ ὑπερασπιστεῖ τὴ δική του θέση. Μὰ ὅταν ἔφτασε σ᾿ αὐτὴ βρῆκε νὰ τὴν ἔχουν πατήσει οἱ ἐχθροί. «Ἐκεῖ κτυπῶν καὶ κτυπούμενος ὑπὸ πολλῶν Τούρκων ἐχάθη καὶ αὐτὸς καὶ οἱ στρατιῶται του».

Στὸ ταμπούρι τοῦ Παπαφλέσσα ἀνακατώθηκαν τοῦρκοι κι Ἕλληνες καὶ γίνηκαν ὅλοι ἕνα. Ὅπως οἱ ἐχθροὶ φόραγαν κόκκινες στολές, «ὁ τόπος ὅλος ἐκοκκίνισεν ἀπὸ αὐτὲς κι ἀπὸ τὰ αἵματα». Ὁ σημαιοφόρος τοῦ Παπαφλέσσα, ὁ Δημήτρης ἀπὸ τὴ Χίο, γιὰ νὰ μὴν πέσει ἡ σημαία στὰ χέρια τοῦ ἐχθροῦ τὴν σκίζει, τὴ χώνει στὸ στῆθος του, σπάζει καὶ τὸ σταυρὸ τοῦ κονταριοῦ καὶ τὸν βάζει στὸ σελάχι του, καὶ μὲ τὸ σπαθὶ στὸ χέρι σὰν ἀστραπὴ χιμᾶ πάνω στὸ τούρκικο ἀσκέρι καὶ φεύγει. «Ἡ παλικαριά του εἶναι ἀμίμητος», γράφει ὁ Φωτάκος.

Τελευταῖο ἔπεσε τὸ ταμπούρι τοῦ Πιέρου Βοϊδη, ποὺ κράταγαν οἱ Μανιάτες, καθὼς ἦταν τὸ πιὸ δυνατὸ ἀπ᾿ ὅλα. Ὅσoι ἀπὸ τοὺς δικούς μας ἀπόμεναν ἀκόμα ζωντανοὶ ρίχνονται μέσα στὸ ρέμα καὶ κάνουνε νὰ φύγουν κατὰ τὴν Ἀνδροῦσα. Τίποτ᾿ ἄλλο δὲν ἀκουγόταν πιὰ «ἀπὸ τὰ λιανίσματα τῶν σπαθιῶν καὶ τῶν γιαταγανιῶν».

Στὴν ἔξοδο τῆς ρεματιᾶς ἕνα τάγμα τοῦ ἐχθροῦ καρτέραγε τοὺς ἑκατὸν πενήντα δικούς μας ποὺ ἦταν ἀκόμα ζωντανοί. Δὲν τοὺς ἀπόμενε παρὰ ν᾿ ἀνοίξουν δρόμο μὲ τὸ σπαθὶ στὸ χέρι. Τὸ κατόρθωσαν μὰ οἱ πιότεροι ἀπόμειναν γιὰ πάντα ἐκεῖ.

Σιγὰ-σιγὰ σκόρπαγε ὁ καπνὸς τῆς μάχης. Οἱ νικητὲς τότε βάλθηκαν νὰ σκυλεύουν τοὺς σκοτωμένους. Ὕστερα ἄρχισαν νὰ κόβουν τ᾿ αὐτιά τους, νὰ τὰ πάνε στὸν Ἰμπραὴμ νὰ πάρουνε μπαξίσι. Τότε τσακώθηκαν «μεταξὺ των ποιὸς ἀπὸ αὐτοὺς νὰ ἔχει περισσότερα».

Κατέβηκε τέλος κι ὁ Ἰμπραὴμ στὸ ταμπούρι τοῦ Παπαφλέσσα. Ἀφοῦ ἔκανε ντουάδες στὸν Ἀλλὰχ γιὰ τὴ νίκη, πρόσταξε τὸ στρατό του νὰ ρίξει τρεῖς νικητήριες μπαταριές. Μετὰ παράγγειλε νὰ τοῦ φέρουν τὸ κουφάρι τοῦ Παπαφλέσσα. Βρῆκαν τὸ ἀκέφαλο κορμί του. Δίπλα του κείτονταν νεκρὸς ὁ νεαρὸς Γάλλος κι ὁλόγυρα πλῆθος τὰ κουφάρια τῶν ἐχθρῶν. Λίγο πιὸ πέρα πέτυχαν καὶ τὸ κεφάλι τοῦ ἥρωα. Τὸ ἔφεραν στὸν Ἰμπραήμ· τοὺς εἶπε νὰ χώσουν στὴ γῆ ἕνα ψηλὸ παλούκι καὶ νὰ στήσουν ὄρθιο τὸν σκοτωμένο δένοντάς τον πάνω σ᾿ αὐτό. Ὕστερα στερέωσαν στὸ κορμὶ καὶ τὸ κεφάλι, ἀφοῦ πρὶν πλύνανε τὰ αἵματα ἀπὸ τὰ γένια του. Τότε «ὁ νεκρὸς ἐφαίνετο ὡς νὰ ἦτο ζωντανός».

Ὁ Ἰμπραήμ, ἀφοῦ «ἀκίνητος κι ἄφωνος τὸν παρετήρησεν ὀλίγον», γυρνᾶ καὶ λέει στοὺς ἀξιωματικούς του:

- Πραγματικά, στάθηκε ἕνας ἱκανὸς καὶ γενναῖος ἄνθρωπος. Καὶ καλύτερο θὰ ἦταν, κι ἂς παθαίναμε ἄλλη τόση ζημιά, νὰ τὸν πιάναμε ζωντανό, γιατὶ πολὺ θὰ μᾶς χρησίμευε.

«Ἡ Λεωνίδειος μάχη» εἶχε τελειώσει. Τὸ Μανιάκι πῆρε τὴ θέση του, στὶς σελίδες τῆς Ἱστορίας μας, δίπλα στὶς Θερμοπύλες καὶ στὴν Ἀλαμάνα.

Τώρα, ἀνατολικὰ ἀπὸ τὸ χωριὸ Μανιάκι, στὸ ξωκλήσι «Ἁγία Ἀνάσταση», βρίσκονται τὰ κόκαλα ἐκείνων ποὺ πέσανε σὲ τούτη τὴ μάχη, θυμίζοντας, σ᾿ ἐμᾶς τοὺς μεταγεγέστερους, πὼς ἡ λευτεριά μας, καθὼς λέει στὸν ἐθνικό μας ὕμνο ὁ Σολωμός, εἶναι ἀπ᾿ τὰ κόκαλα βγαλμένη τῶν Ἑλλήνων τὰ Ἱερά.



http://users.uoa.gr/~nektar/history/3contemporary/maniaki_1825.htm


ΤΙ ΕΣΤΙ ΕΘΝΟΣ

Το ΕΘΝΟΣ σχηματιζεται απο δυο βασικους παραγοντες,την ΦΥΛΗ και την ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ.Λεγοντας <φυλη>,εννοουμε την<καταγωγη>-οτι πρεπει δηλ.τα ατομα του Εθνους να εχουν κοινη καταγωγη.Δεν αρκει να εχουν αυτα<συνειδηση>
περι κοινης καταγωγης.Δεν αρκει δηλ.να πιστευουν στην κοινη τους καταγωγη,αλλα να εχουν πραγματι κοινη καταγωγη.Διοτι ΜΟΝΟΝ η κοινη καταγωγη-η κοινη<φυλετικη υπαγωγη>-συνεπαγεται ΚΟΙΝΟΥΣ κληρονομικους χαρακτηρες,αρα κοινα πνευματικα στοιχεια.Οταν υπαρχει κοινη καταγωγη,τοτε υπαρχουν κατα το μαλλον η ηττον κοινη γλωσσα,κοινος πολιτισμος,κοινη θρησκεια,κοινα ηθη,κοινη ιστορια.Αυτα τα δευτερογενη στοιχεια δεν αποτελουν,το καθενα ξεχωριστα,απαραιτητο στοιχειο συγκροτησεως Εθνους.Εν τουτοις ολα αυτα,οταν συνυπαρχουν,συντελουν στην συνοχη της κοινοτητος,στην δημιουργια δηλ.ΕΝΙΑΙΑΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΕΩΣ-του δευτερου παραγοντος συγκροτησεως του ΕΘΝΟΥΣ.ΕΘΝΟΣ ειναι επομενως ο ομοειδης φυλετικως λαος,που εχει συνειδηση της υπαρξεως του.
''Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ''

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΣ

Η ΣΗΜΑΙΑ ΜΑΣ

Αυτή η σημαία στα μάτια τα δικά μας συμβολίζει τους Αγώνες όσων πολέμησαν, εργάστηκαν,θυσιάστηκαν, δολοφονήθηκαν, σκοτώθηκαν και έζησαν με πρώτιστες αξίες εκείνες της Ελευθερίας, της Δικαιοσύνης και της Πατρίδας. Αυτούς που έβαλαν το δικό τους λιθαράκι στην αιώνιο πανύψηλο φρούριο του Ελληνικού Πολιτισμού. Δεν είναι ικανή καμία βουλή, κανένα κράτος και κανένας πολιτικός ή κεφάλαιο να την ξεφτιλίζει και να την ξεπουλάει καθημερινά. Οι δειλοί τη βλέπουν με φόβο. Οι προδότες σαν πανί. Οι αστοί σαν ύφασμα. Οι άνανδροι την καίνε. Μα εμείς τη βλέπουμε σαν τη Μάνα που καρτερεί να μας δεί να εκπληρώνουμε τα όνειρα μας. Τα δικά μας,τα δικά της, του Γένους.

ΛΟΓΙΑ ΙΩΝΟΣ ΔΡΑΓΟΥΜΗ




















"Από στενός πατριώτης, γίνομαι εθνικιστής, με τη συνείδηση του έθνους μου και όλων των άλλων εθνών, γιατί οι διαφορές των εθνών πάντα θα υπάρχουν, και έχω τη συνείδησή τους και χαίρομαι που υπάρχουν αυτές οι διαφορές, που με τις αντιθέσεις τους, με τις αντιλήψεις τους, υψώνουν την ανθρώπινη συνείδηση και ενέργεια. Από άτομο γίνομαι άνθρωπος." (ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ. ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ 18-3-1919)

ΕΘΝΙΚΟ ΠΕΙΣΜΑ

ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ

''Δεν θελω να πεθανει το Εθνος μου,το Εθνος αυτο, που τοσα εκαμε στην ζωη του, το εξυπνο,το τοσο ανθρωπινο. Για να το φυλαξω απο τον θανατο πρεπει τωρα να το καμω πεισματαρικο στην ΕΘΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ,στον ΕΘΝΙΣΜΟ, ας ειναι και υπερβολικο το αισθημα που θελω να δωσω στους Ελληνες. Μονον ετσι θα ζησει το ΕΘΝΟΣ.''

''Σε οποιους με κατηγορουν η με περιγελουν, γιατι τους κεντρω το Εθνικο τους αισθημα και τους μιλω αποκλειστικα,θα λεγω:Λοιπον θελετε να πεθανει το Εθνος σας;Αν το θελετε,πεστε το καθαρα,μην κρυβοσαστε''

ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ

Η ΡΗΣΗ ΠΟΥ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΞΕΧΝΑΜΕ



πισταμνους πρς εδτας τι δκαια μν ν τ
νθρωπείῳ λγ π τς σης νγκης κρνεται, δυνατ δ
ο
προχοντες πρσσουσι κα ο σθενες ξυγχωροσιν.

κατά την συζήτησιν των ανθρωπίνων πραγμάτων το επιχείρημα του δικαίου αξίαν έχει, όπου ίση υπάρχει δύναμις προς επιβολήν αυτού, ότι όμως ο ισχυρός επιβάλλει ό,τι του επιτρέπει η δύναμίς του και ο ασθενής παραχωρεί ό,τι του επιβάλλει η αδυναμία του"

ΘΟΥΚΥΔΙΔΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑΙ Ε89

Μετάφραση Ελ. Βενιζέλου


28η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940 - ΔΙΑΓΓΕΛΜΑ Ι. ΜΕΤΑΞΑ

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEi9AYAjQboFh1_5M3bFMvoiwdv6qY5bDyiuBuwvPV3Yjtp1ZG3BAXNnY5CWdpxeWu7FvNRIyWEpe_RHBqBZHx93XDCYKW4LJe3j_4jgmwduvaKGVqaTsCSNu7bWjJSewd6rxVoBPh5kloo/s400/%CE%99%CE%A9%CE%91%CE%9D%CE%9D%CE%97%CE%A3+%CE%9C%CE%95%CE%A4%CE%91%CE%9E%CE%91%CE%A3.jpg

“Η στιγμή επέστη που θα αγωνισθώμεν διά την ανεξαρτησίαν της Ελλάδος, την ακεραιότητα και την τιμήν της.
Μολονότι ετηρήσαμεν την πλέον αυστηράν ουδετερότητα και ίσην προς όλους, η Ιταλία μη αναγνωρίζουσα εις ημάς να ζήσωμεν ως ελεύθεροι Έλληνες, μου εζήτησε σήμερον την 3ην πρωινήν ώραν την παράδοσιν τμημάτων του Εθνικού εδάφους κατά την ιδίαν αυτής βούλησιν και ότι προς κατάληψιν αυτών η κίνησις των στρατευμάτων της θα ήρχιζε την 6ην πρωινήν. Απήντησα εις τον Ιταλόν Πρεσβευτήν ότι θεωρώ και το αίτημα αυτό καθ’ εαυτό και τον τρόπον με τον οποίον γίνεται τούτο ως κήρυξιν πολέμου της Ιταλίας κατά της Ελλάδος.
Έλληνες
Τώρα θα αποδείξωμεν εάν πράγματι είμεθα άξιοι των προγόνων μας και της ελευθερίας την οποίαν μας εξησφάλισαν οι προπάτορές μας. Όλον το Έθνος θα εγερθή σύσσωμον. Αγωνισθήτε διά την Πατρίδα, τας γυναίκας, τα παιδιά μας και τας ιεράς μας παραδόσεις. Νυν υπέρ πάντων ο αγών.


Η ΕΞΟΝΤΩΣΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΟΥΣ

Το πρώτο βήμα για να εξοντώσεις ένα έθνος
είναι να διαγράψεις τη μνήμη του.
Να καταστρέψεις τα βιβλία του,
την κουλτούρα του, την ιστορία του.
Μετά να βάλεις κάποιον να γράψει νέα βιβλία,
να κατασκευάσει μια νέα παιδεία,
να επινοήσει μια νέα ιστορία.
Δεν θα χρειαστεί πολύς καιρός
για να αρχίσει αυτό το έθνος
να ξεχνά ποιο είναι και ποιο ήταν.
Ο υπόλοιπος κόσμος γύρω του
θα το ξεχάσει ακόμα πιο γρήγορα.


Μ. Κούντερα

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΣΕ 10 ΛΕΠΤΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΕΛΑΣΓΟΣ: 26 ΧΡΟΝΙΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΑΣ ΣΤΗΝ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ.

free counters