Του Αλεξάνδρου Τάρκα
Εκδότη του περιοδικού «Αμυνα & Διπλωματία» και συμβούλου ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη
Το αίτημα της κυβέρνησης προς τον γ.γ. του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ (που αποκάλυψε η «δημοκρατία» την περασμένη Παρασκευή) να μην αποστείλει επίσημη πρόσκληση ένταξης στα Σκόπια μέχρι να διευκρινιστεί οριστικά η νομική εγκυρότητα και δεσμευτικότητα των συνταγματικών αλλαγών και της κύρωσής τους από τον πρόεδρο του Κοινοβουλίου της ΠΓΔΜ Τ. Τζαφέρι, αντί του προέδρου της δημοκρατίας Γκ. Ιβανόφ, εξακολουθεί να παραμένει σε ισχύ. Νεότερες πληροφορίες μάλιστα αναφέρουν ότι εκτός του κ. Στόλτενμπεργκ υπήρξε σχετική ενημέρωση και των ΗΠΑ.
Οι λεπτομέρειες εξετάστηκαν κατά τη διάρκεια συνάντησης του αναπληρωτή υπουργού Εξωτερικών Γ. Κατρούγκαλου με τον πρεσβευτή των Ηνωμένων Πολιτειών Τζ. Πάιατ λίγες ημέρες μετά την επιστροφή του στην Αθήνα από χριστουγεννιάτικο ταξίδι στην Καλιφόρνια και πριν από την αναχώρησή του στην Ουάσινγκτον την περασμένη εβδομάδα, για να συμμετάσχει σε υπηρεσιακές συσκέψεις με τον υπουργό Εξωτερικών Μ. Πομπέο και άλλους αξιωματούχους με αρμοδιότητα την περιοχή της ΝΑ Μεσογείου.
Χαρακτηριστικά έχει αναφερθεί ότι υπάρχει «κίνδυνος χάους» στα Βαλκάνια με κόστος που θα πληρώσει και η Ελλάδα. Προς το παρόν, βέβαια, η μόνη χαοτική κατάσταση που έχει προκύψει από τη Συμφωνία των Πρεσπών είναι ο διχασμός της ελληνικής κοινωνίας και τα διαλυτικά φαινόμενα στην εσωτερική πολιτική σκηνή, αποσταθεροποιώντας τη -χρήσιμη για ολόκληρη τη Δύση- θέση της χώρας στην κρίσιμη ευρύτερη περιοχή. Παρόμοιες συζητήσεις για αναβολή στην αποστολή της πρόσκλησης ένταξης έχουν γίνει και στις Βρυξέλλες, στο επίπεδο μόνιμων αντιπροσώπων του ΝΑΤΟ.
Αρκετά μέλη της Συμμαχίας συμφωνούν, διά της σιωπής τους, με το ελληνικό αίτημα, ενώ άλλα (με πρώτη την Τουρκία) διαφωνούν και άλλα θα τοποθετηθούν τις επόμενες ημέρες μετά την κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών. Διαβουλεύσεις, επί του θέματος, αναμένονται και κατά τη σύνοδο των υπουργών Αμυνας του ΝΑΤΟ στις 13 και τις 14 Φεβρουαρίου. Ασφαλώς το ερώτημα είναι για πόσο καιρό μπορεί, πράγματι, να καθυστερήσει η διαδικασία, καθώς η συμφωνία των πρωθυπουργών Α. Τσίπρα και Ζ. Ζάεφ προέβλεπε την ταυτόχρονη κατάθεση και του συνοδευτικού πρωτοκόλλου για το ΝΑΤΟ. Στο πλαίσιο αυτό ο κ. Ζάεφ έχει σπεύσει, ταυτόχρονα με την αποστολή της δήθεν διευκρινιστικής (στην πραγματικότητα πολύ προβληματικής) ρηματικής διακοίνωσης, να εκφράσει την ελπίδα ότι «η φίλη Ελλάδα θα γίνει η πρώτη που θα υπογράψει το πρωτόκολλο προσχώρησης της χώρας μας στο ΝΑΤΟ και με τον τρόπο αυτό θα υποκινήσει και τις άλλες 28 χώρες της Συμμαχίας να πράξουν το ίδιο».
Παράλληλα, στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η Ελλάδα έχει ήδη δεχθεί ανεπίσημες παροτρύνσεις από στελέχη της Κομισιόν να ταχθεί υπέρ της έναρξης των ενταξιακών συνομιλιών της ΠΓΔΜ μετά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του προσεχούς Ιουνίου. Η Αθήνα, ακριβώς λόγω του ανεπίσημου χαρακτήρα των νύξεων, δεν έχει ανοίξει τα χαρτιά της αναμένοντας να αξιολογήσει τη «διαγωγή» των Σκοπίων ως τον Ιούνιο και, κυρίως, να διαπιστώσει αν θα υπάρξει σύγκρουση Γερμανίας - Γαλλίας μετά τις αντιρρήσεις του Παρισιού για την ενταξιακή προοπτική, γενικότερα, των χωρών των δυτικών Βαλκανίων.
Ανεξάρτητα από τις ισορροπίες μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας το γεγονός είναι ότι η ίδια η Αθήνα, ακόμα και αν καταλήξει σε θετική στάση υπέρ των Σκοπίων, δεν μπορεί να πράξει το ίδιο για τα Τίρανα. Κατόπιν της κατάρρευσης των σχεδιασμών του πρώην υπουργού Εξωτερικών Ν. Κοτζιά για επίσκεψη του κ. Τσίπρα στα Τίρανα πέρυσι ανήμερα το Πάσχα και την οριστικοποίηση διμερών συμφωνιών ως τον περασμένο Ιούλιο, η Αθήνα τώρα τονίζει ανεπίσημα προς την Ε.Ε. ότι η Αλβανία είναι προκλητική και δεν θέλει να αξιοποιήσει καν τη θετική στάση της Ελλάδας απέναντί της.
Η αναβάθμιση των υποδομών αυτών εξυπηρετεί την ελληνική οικονομία, αλλά ως προς τη λεγόμενη «μεγάλη εικόνα», που κυρίως παρακολουθείται από το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ, διευκολύνει σε μέγιστο βαθμό τα σχέδια της Κίνας (πρωτοβουλία OBOR και συνεργασία του Πεκίνου με 16 ευρωπαϊκές χώρες) για οικονομική και στρατηγική διείσδυση στα Βαλκάνια και στην κεντρική Ευρώπη.
Ως προς τη Ρωσία, η Αθήνα εξακολουθεί να μη γνωρίζει (και μετά την επίσκεψη του υφυπουργού Εξωτερικών Αλ. Γκρούσκο την περασμένη Παρασκευή) τον χρόνο και την ένταση της αντίδρασής της στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών, ενώ τουλάχιστον επιβεβαιώθηκε ότι δεν υπάρχει μεταβολή της πολιτικής της Μόσχας στο Κυπριακό.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΑΙΩΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου