ΣΗΜΕΡΑ ΘΑ ΑΣΧΟΛΗΘΟΥΜΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΚΡΗΞΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
ΚΑΛΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ
ΑΙΩΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ
3ο.Μέρος...έκρηξις του πρώτου βαλκανικού πολέμου
«Πρός τόν λαό μου,Αι ιεραί υποχρεώσεις πρός τήν φιλτάτην πατρίδα, πρός τούς υποδούλους αδελφούς μας καί πρός τήν ανθρωπότητα επιβάλλουσιν εις τό Κράτος, μετά τήν αποτυχίαν των ειρηνικών προσπαθειών του πρός επίτευξιν καί εξασφάλισιν των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των υπό τόν τουρκικόν ζυγόν Χριστιανών, όπως διά των όπλων θέση τέρμα εις τήν δυστυχίαν ήν ούτοι υφίστανται από τόσων αιώνων.
Η Ελλάς πάνοπλος μετά των συμμάχων αυτής εμπνεομένων υπό των αυτών αισθημάτων καί συνδεομένων διά κοινών υποχρεώσεων, αναλαμβάνει τόν ιερόν αγώνα του δικαίου καί της ελευθερίας των καταδυναστευομένων λαών της Ανατολής.
Ο κατά ξηράν καί θάλασσαν στρατός ημών εν πλήρει συναισθήσει του καθήκοντος αυτού πρός τό έθνος καί τήν Χριστιανοσύνην, μνήμων των εθνικών αυτού παραδόσεων καί υπερήφανος διά τήν ηθικήν αυτού υπεροχήν κατ' αξίαν αποδύεται μετά πίστεως εις τόν αγώνα όπως διά του τιμίου αυτού αίματος αποδώση τήν ελευθερίαν εις τούς τυραννουμένους.
Η Ελλάς μετά των αδελφών συμμάχων κρατών θά επιδιώξη πάση θυσία τόν ιερόν αυτόν σκοπόν.
Επικαλούμεθα δέ τήν αρωγήν του Υψίστου εν τω δικαιωτάτω τούτω αγώνι του πολιτισμού καί ανακράζομεν
Ζήτω η Ελλάς!
Ζήτω τό Εθνος!»
Αθήναι 5 Οκτωβρίου 1912
ΓΕΩΡΓΙΟΣ
Τό υπουργικόν συμβούλιον
Ελευθέριος Βενιζέλος
Λ.Α. Κορομηλάς
Κ.Δ. Ρακτιβάν
Εμμ. Ρεπούλης
Ιω.Δ. Τσιριμώκος
Αλ.Ν. Διομήδης
Ανδρ. Μιχαλακόπουλος
Τό παραπάνω είναι τό άγγελμα του βασιλέως Γεωργίου Α' μέ τό οποίο κήρυξε τόν πόλεμο στόν προαιώνιο εχθρό του Γένους μας. Στό άγγελμα αυτό διαφαίνεται τό κύρος, η φιλοπατρία καί η υπερηφάνεια πού είχαν κάποτε οι ηγέτες της πατρίδας μας. Δέν είναι άλλωστε τυχαίο ότι μέ τέτοιους ηγέτες είχαμε νίκες μέ τίς οποίες απελευθερώσαμε ένα μέρος των υπόδουλων περιοχών μας. Μέχρι σήμερα στά 2009, καί στά τελευταία εξήντα χρόνια οι αμερικανόδουλοι, δειλοί καί τιποτένιοι πολιτικοί ταγοί μας μόνο ραπίσματα δέχονται καί ταπεινώσεις, οι οποίες έχουν οδηγήσει σέ συνεχόμενες ήττες (Πόλις 1955, Πόλις 1964, Κύπρος 1974, Ίμια 1996, Αιγαίο, Θράκη).
Τόν Οκτώβριο του 1912, τά σύμμαχα βαλκανικά κράτη πού επιτέθηκαν στήν Τουρκία ήταν η Σερβία, η Ελλάδα, τό Μαυροβούνιο καί η θεωρητικώς ισχυρότερη όλων Βουλγαρία. Είχε προηγηθεί κοινό τελεσίγραφο πρός την Πύλη με το οποίο απαιτούσαν, πέρα από την άμεση ανάκληση των τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων από τις παραμεθόριες περιοχές, και άλλες ρυθμίσεις και μεταρρυθμίσεις όπως ήταν η επικύρωση της εθνικής αυτονομίας των εθνοτήτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μέ την αναλογική τους αντιπροσώπευση στο τουρκικό κοινοβούλιο, η αναγνώριση των χριστιανικών σχολείων ως ισοτίμων των μουσουλμανικών, ο διορισμός χριστιανών σε δημόσιες θέσεις κτλ. Τό τελεσίγραφο απορρίφθηκε από τήν Πύλη καί οι παραπάνω βαλκανικές χώρες κήρυξαν τόν πόλεμο στήν Τουρκία.
Η συνολική δύναμις του ελληνικού στρατού ανήρχετο σέ 100.000 περίπου άνδρες καί 100 πυροβόλα. Επτά μεραρχίες συγκεντρώθησαν στή Θεσσαλία υπό τή διοίκηση του διαδόχου Κωνσταντίνου, με διοικητές τους υποστράτηγους Εμμ. Μανουσογιαννάκη, Κ. Καλλάρη, Κ. Δαμιανό, Κ. Μοσχόπουλο και τους συνταγματάρχες Δ. Ματθαιόπουλο, Κ. Μηλιώτη-Κομνηνό και Κλεομένη Κλεομένους. Κι ακόμη, ένα ανεξάρτητο σώμα υπό τη διοίκηση του συνταγματάρχη του Μηχανικού Στεφάνου Γεννάδη, μια ανεξάρτητη ταξιαρχία ιππικού, υπό τον υποστράτηγο εν εφεδρεία Αλέξανδρο Σούτσο, και το Σώμα των Γεφυροποιών. Μία μεραρχία, υπό τόν στρατηγό Κωνσταντίνο Σαπουντζάκη ανέλαβε τό βάρος του μετώπου της Ηπείρου.
Η κατάσταση του ελληνικού στρατού είχε βελτιωθεί κατά πολύ από τήν εποχή του 1897. Στίς διοικήσεις των συνταγμάτων υπήρχαν απόφοιτοι της Σχολής Ευελπίδων, εκπαιδευμένοι από Γάλλους ανώτερους αξιωματικούς, ενώ τό πεζικό ήταν εφοδιασμένο μέ τό καινούργιο όπλο τύπου Μάνλιχερ - Σενάουερ καί πολυβόλο τύπου Σαρτλόζε. Αρχηγός του επιτελείου ορίσθηκε ο σουλιώτης Παναγιώτης Δαγκλής γιός του αγωνιστή της επαναστάσεως του 1821 Γεωργίου Δαγκλή, υπαρχηγός τοποθετήθηκε ο Βίκτωρ Δούσμανης, μέ βοηθούς τούς Ιωάννη Μεταξά, Κωνσταντίνο Πάλλη καί Ξενοφώντα Στρατηγό. Από τίς 30 Σεπτεμβρίου ο αρχιστράτηγος μέ τό επιτελείο του είχαν εγκατασταθεί στήν Λάρισα. Απέναντί του ο απελευθερωτικός στρατός είχε νά αντιμετωπίσει τουρκική δύναμη 50000 ανδρών υπό τόν Ταξίν πασά.
Στίς 5 Οκτωβρίου 1912, ο Κωνσταντίνος έδωσε εντολή στον αρχηγό του Γενικού Επιτελείου του, υποστράτηγο Δαγκλή, να εκδώσει το πρώτο πολεμικό ανακοινωθέν: «Τύρναβος, Παρασκευή 4 μ.μ. Πέντε μεραρχίαι διήλθον από πρωίας τα σύνορα, εισβαλούσαι άνευ σχεδόν αντιστάσεως εις το τουρκικόν έδαφος. Η Πρώτη μεραρχία έφθασε μέχρι τριών χιλιομέτρων βορείως της Τσαριτσαίνης, η Δευτέρα μέχρι της Σκόμπας, η Τρίτη μέχρι Δομενίκου, η Τετάρτη δι' Ελευθεροχωρίου, μέχρι Βλαχογιάννη και η Πέμπτη εν δευτέρα γραμμή μέχρι Ρεθωνίου».
Δημοσιογράφος, που ακολουθούσε τον ελληνικό στρατό στην εξόρμησή του, έγραφε: «Από της προηγουμένης ημέρας, μεθ' όλην την τηρουμένην αυστηροτάτην εχεμύθειαν υπό του Γεν. Επιτελείου, είχον πληροφορηθή ότι η προέλασις είχεν ορισθή διά την επαύριον. Πράγματι, περί το μεσονύκτιον, μου ανηγγέλθη εμπιστευτικώς ότι, την 2αν ώραν της πρωίας θα ανεκοινούτο εις τους Μεράρχους η διαταγή της προελάσεως. Και περί την 3ην ώραν της πρωίας, εισελθών εις άμαξαν, διηυθύνθην εις τον Τύρναβον. Καθ' όλον το διάστημα της μεταβάσεώς μου, συνήντων μακράς και ατελευτήτους σειράς εφοδιοπομπών... Η οδός κατελαμβάνετο υπό παντός είδους ζώων, ίππων, ημιόνων και όνων φορτωμένων με σάκκους άρτου, τυρού, με βαρέλια ελαιών, με βαρέλια πλήρη ύδατος, με κιβώτια φυσιγγίων, με παντοειδή εφόδια. Εν μέσω δε αυτών, ποίμνια βοών και προβάτων, καθώς και πλήρων αμαξών.
Στον Τύρναβον, ο στρατός είχεν ήδη εξυπνήσει και πυρετωδώς προητοιμάζετο διά την προέλασιν. Ζωηροί και εύθυμοι οι άνδρες συνεπλήρουν τον καθαρισμόν του ιματισμού και του οπλισμού των, εδίπλωναν τα αντίσκηνα, και μετ' ολίγον εν αδιαπτώτω ευθυμία έτρωγον το συσσίτιόν των, επαναλαμβάνοντες εν μέσω ακρατήτου ενθουσιασμού την φράσιν, ην είπεν εις λοχαγός του πεζικού και ήτις είχε μεταδοθή ως αστραπή:
Η τελευταία κουραμάνα που τρώμε στη Θεσσαλία!
Διέρχομαι τας γραμμάς των στρατιωτών και μένω έκπληκτος προ του ενθέου ενθουσιασμού όστις κατέχει αυτούς. Η συγκίνησίς μου κορυφούται και δάκρυα χαράς αναβλύζουσιν εκ των οφθαλμών μου, εκ της πεποιθήσεως ήτις γεννάται παρ' εμοί, ότι αδύνατον τοιούτος στρατός να μη νικήση. Προχωρώ, και παρά την είσοδον παλαιού οικοδομήματος προχείρως επισκευασθέντος, διακρίνω υψηλόν κοντόν, και επ' αυτού ανεμίζον το σήμα του Αρχηγού, το οποίον επέπρωτο, μετά είκοσι μόλις ημέρας να εισέλθη θριαμβευτικόν εις την πρωτεύουσαν της Μακεδονίας... Συναντώ τον Μέραρχον της Α' Μεραρχίας κύριον Μανουσογιαννάκην, όστις μου λέγει:
Τους βλέπεις τους άνδρας αυτούς; Ή θα φθάσωσιν νικηφόροι εις Θεσσαλονίκην ή ουδείς εξ αυτών θα επανίδη την πατρίδα του. Δεν το λέγω αυτό ως αρχηγός των, αλλ' ως διερμηνεύς πιστός των αισθημάτων των».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου