Υπέρ της επανάληψης της «δίκης των έξι» τάχθηκε η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, σε διάσκεψη κεκλεισμένων των θυρών, κάνοντας δεκτή εισήγηση του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθαν.Κονταξή. Σύμφωνα με τον Αρειο Πάγο, εσφαλμένα παραπέμφθηκε η υπόθεση και ζήτησε την ισχύ της απόφασης του Ποινικού Τμήματος.
Συγκεκριμένα, ο κ. Κονταξής έχει υποστηρίξει ότι εσφαλμένα παραπέμφθηκε από το Ποινικό Τμήμα στην Ολομέλεια, λόγω της διαφοράς μιας ψήφου, το ζήτημα της επανάληψης της «δίκης των έξι» που έγινε το 1922, μετά την Μικρασιατική καταστροφή.
Κατά συνέπεια αναβιώνει η απόφαση του Ποινικού Τμήματος και η «δίκη των έξι» θα επαναληφθεί, ενώ αναμένεται να οριστεί η ημερομηνία της δίκης.
Ειδικότερα, η υπόθεση της «δίκης των έξι» απασχόλησε την Ολομέλεια του ΑΠ μετά από παραπομπή από το Ποινικό Τμήμα, καθώς οι αρεοπαγίτες του εν λόγω Τμήματος αποφάσισαν για το θέμα αυτό με διαφορά μιας ψήφου (3-2). Η πλειοψηφία είχε ταχθεί υπέρ της επανάληψης της δίκης, καθώς έχουν αποκαλυφθεί νέα άγνωστα γεγονότα, σύμφωνα με τα οποία οι έξι ήταν αθώοι, ενώ η μειοψηφία είχε προτείνει να απορριφθεί η αίτηση επανάληψης της δίκης, υποστηρίζοντας ότι τα στοιχεία που προσκομίστηκαν δεν θεμελιώνουν την βασιμότητα της επανάληψης της «δίκης των έξι».
Η Ολομέλεια έκρινε ότι εσφαλμένα παραπέμφθηκε το ζήτημα λόγω της διαφοράς μιας ψήφου, καθώς αυτό ισχύει μόνο στις περιπτώσεις των αναιρέσεων και όχι για τις αιτήσεις επανάληψης των δικών. Στον Αρειο Πάγο αίτηση επανάληψης της δίκης υπέβαλε τον Ιανουάριο του 2008 ο Μιχάλης Πρωτοπαδάκης ο οποίος είναι εγγονός Πέτρου Πρωτοπαδάκη, υποστηρίζοντας ότι υπάρχουν νέα γεγονότα και νέες αποδείξεις που καθιστούν πρόδηλη την πλάνη περί των πραγμάτων κατά την διεξαγωγή της δίκης το 1922.
Το 1922 μετά την Μικρασιατική Καταστροφή εκδηλώθηκε στρατιωτικό κίνημα υπό τους συνταγματάρχες Πλαστήρα και Γονατά και τον αντιπλοίαρχο Φωκά, που προκάλεσε την παραίτηση της κυβέρνησης Τριανταφυλλάκου και του Βασιλιά Κωνσταντίνου (14 Σεπτεμβρίου 1922) υπέρ του υιού του Γεωργίου Β'. Στη συνέχεια, συγκροτήθηκε στην Αθήνα Επαναστατική Επιτροπή, η οποία έκανε εκτεταμένες συλλήψεις αντιβενιζελικών πολιτικών. Σε διαδήλωση 100.000 ανθρώπων στην Πλατεία Συντάγματος, στις 9 Οκτωβρίου, ζητήθηκε η εκτέλεση των υπευθύνων της τραγωδίας. Οι Πάγκαλος, Οθωναίος, Χατζηκυριάκος αλλά και ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου απαίτησαν εκτελέσεις. Οι Πλαστήρας, Δαγκλής, Γονατάς θέλησαν κανονική δίκη. Οι δύο πλευρές συμβιβάστηκαν και αποφασίστηκε η ίδρυση Εκτάκτου Στρατοδικείου.
Επικεφαλής της ανακριτικής επιτροπής ανέλαβε ο υποστράτηγος Θεόδωρος Πάγκαλος. Με το πόρισμα της Επιτροπής (24 Οκτωβρίου), παραπέμφθηκαν να δικαστούν στο Έκτακτο Στρατοδικείο με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας οκτώ πρόσωπα, που έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο την περίοδο 1920-1922, οι Δημήτριος Γούναρης, Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης και Νικόλαος Στράτος(πρώην πρωθυπουργοί), Νικόλαος Θεοτόκης, υπουργός Στρατιωτικών στην Κυβέρνηση Πρωτοπαπαδάκη, Γεώργιος Μπαλτατζής, υπουργός Εξωτερικών στις κυβερνήσεις Γούναρη και Πρωτοπαπαδάκη, Ξενοφών Στρατηγός, υπουργός Συγκοινωνιών στην κυβέρνηση Γούναρη, Μιχαήλ Γούδας, υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση Γούναρη και Γεώργιος Χατζηανέστης, αντιστράτηγος, 59 ετών, Αρχιστράτηγος Μικράς Ασίας και Θράκης.
Η δίκη διεξήχθη από τις 31 Οκτωβρίου έως τις 15 Νοεμβρίου 1922 στην Παλαιά Βουλή. Το Στρατοδικείο παμψηφεί επέβαλε στους μεν Γεώργιο Χατζηανέστη, Δημήτριο Γούναρη, Νικόλαο Στράτο, Πέτρο Πρωτοπαπαδάκη, Γεώργιο Μπαλτατζή και Νικόλαο Θεοτόκη την ποινή του θανάτου και στους Μιχαήλ Γούδα και Ξενοφώντα Στρατηγό την εσχάτη των ποινών. Διέταξε την στρατιωτική καθαίρεση του αρχιστράτηγου Γεωργίου Χατζηανέστη, του υποστράτηγου Ξενοφώντος Στρατηγού και του υποναυάρχου Μιχαήλ Γούδα, ενώ τους επέβαλε και χρηματικές ποινές.
Αμέσως μετά, ο επαναστατικός επίτροπος Νεόκοσμος Γρηγοριάδης μετέβη στις φυλακές Αβέρωφ, όπου κρατούντο οι έξι και τους ανακοίνωσε την καταδικαστική απόφαση και ότι η εκτέλεση θα γινόταν σε δύο ώρες. Δύο φορτηγά τους παρέλαβαν και τους μετέφεραν στο Γουδή, όπου εκτελέστηκαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου