Του Μάνου Ν. Χατζηδάκη, Προέδρου Δ/Σ του Ε.ΠΟ.Κ.
Στίς 15 Δεκεμβρίου 1025 πέθανε σέ ἡλικία 69 ἐτῶν ὁ Αὐτοκράτορας Βασίλειος Β’, ἔχοντας ζήσει ὅλη του τήν ζωή ὡς ἁπλός στρατιώτης. Ἡ βασιλεία του διήρκεσε 49 χρόνια. Ὑπῆρξε ἡ μακροβιότερη ἀλλά καί ἡ ἐνδοξότερη στήν ἱστορία τῆς Αὐτοκρατορίας. Ἡ λεγομένη «Βυζαντινή Ἐποποιία» θά ἀποκορυφωθῆ στήν ἐποχή του καί ἡ 50ετία του θά σηματοδοτήση τήν ἀνύψωσι τῆς Ἑλληνο-Χριστιανικῆς Αὐτοκρατορίας τῆς “Ρωμανίας” στό ἀπώγειο τῆς πολιτικῆς καί στρατιωτικῆς ἀκμῆς της.
Ἡ ἑλληνική καταγωγή του
Ὁ Βασίλειος Β’ ἦταν πρωτότοκος υἱός τοῦ Αὐτοκράτορος Ρωμανοῦ Β’ καί τῆς λακώνισσας Αὐτοκράτειρας Ἀναστασίας - Θεοφανούς.
Προπάππος του ἦταν ὁ Αὐτοκράτωρ Λέων ΣΤ’ ὁ Σοφός. Τυπικά ὁ Λέων θεωρεῖται υἱός τοῦ Βασιλείου Α’ πού γεννήθηκε στήν Χαριούπολι τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης. Τήν ἄποψι περί ἀρμενικῆς καταγωγῆς τοῦ τελευταίου, καθιέρωσαν ἀρμένιοι ἱστορικοί, γεγονός πού δέν κάνει τήν πηγή ἀπόλυτα ἀξιόπιστη,[1] χωρίς καί νά τήν ἀποκλείη ἀφοῦ ἐπί Μαυρικίου ἔγινε ἐγκατάστασις Ἀρμενίων στήν Θράκη πού ἀφομοιώθηκαν πλήρως ἀπό τό ἑλληνικό στοιχεῖο τῆς περιοχῆς. Ἡ μητέρα του λεγόταν Παγκαλῶ καί ἀπό αὐτό τό, κατά τήν Αἰκ. Χριστοφιλοπούλου «καθαρά ἑλληνικό ὄνομα»[2] εἶναι ἐμφανές ὅτι ἦταν ἑλληνικῆς καταγωγῆς.[3] Ὁ Κ. Ἄμαντος ἐπιβεβαιώνει ὅτι «ἦτο Ἑλληνίς».[4]
Ἐπικρατέστερη πάντως εἶναι ἡ θεωρία ὅτι ὁ Λέων ΣΤ’ ἦταν υἱός τοῦ Μιχαήλ Γ’ καί ὄχι τοῦ Βασιλείου Α’![5] Συνεπῶς ὁ Βασίλειος Β’ ἦλκε τήν καταγωγή ἀπό τήν ἐξ’ Ἀμορίου (ἤ φρυγική) δυναστεία. Τό Ἀμόριο ἦταν ἡ γενέτειρα τοῦ Αἰσώπου καί οἱ Φρύγες (Βρύγες), λαός πελασγικῆς - πρωτοελληνικῆς προελεύσεως τῶν ὁποίων ἡ γλῶσσα ἦταν «πολύ συνδεδεμένη μέ τήν ἑλληνική»[6] Ὁ ἐξελληνισμός τους ξεκίνησε στούς ἀρχαϊκούς χρόνους καί ἀφομοιώθηκαν πλήρως ἀπό τούς Ἕλληνες κατά τούς ἑλληνιστικούς χρόνους.
Ἡ μητέρα τοῦ Βασιλείου Β’ λεγόταν Ἀναστασῶ καί μετονομάσθηκε Θεοφανῶ. Ἐπρόκειτο γιά «κόρη τοῦ Κρατεροῦ, ἑνός πτωχοῦ ταβερνιάρη λακωνικῆς καταγωγῆς»,[7] ἡ ὁποία ἔφερε μαζί της «τήν ἀνεκτίμητη ἑλληνική ὀμορφιά της».[8] Γιά τήν ἑλληνική καταγωγή καί τήν ὀμορφιά της μιλοῦν ὅλες οἱ ἱστορικές πηγές.[9]
Συνεπῶς ὁ Βασίλειος Β’: Ἀπό πατρός, εἶχε κατά τό μέγιστο ποσοστό ἑλληνογενή καταγωγή. Ἀπό μητρός, εἶχε καθαρόαιμη ἑλληνική - λακωνική καταγωγή. Ἐν ὀλίγοις, ἦταν Ἕλληνας.
Ὁ χαρακτήρας καί ἡ μορφή του
Τό 976 πού ἀνέλαβε ὁ Βασίλειος Β’ ἦταν μόλις 18 ἐτῶν. Τά πρῶτα 13 δύσκολα χρόνια (976 - 989) καταστολῆς ἀλλεπαλλήλων στάσεων τῶν στρατηγῶν Βάρδα Φωκᾶ και Βάρδα Σκληροῦ, ἀπαλλαγής του ἀπό τόν εὐνοῦχο Βασίλειο Λακαπηνό, ἀλλά καί ἡ νεανική -πρώτη καί τελευταία- ἧττα τῆς ζωῆς του κατόπιν προδοσίας στις Πύλες τοῦ Τραϊανοῦ, ἑδραίωσαν τήν ἐξουσία καί διαμόρφωσαν τόν χαρακτήρα του.
Τόν ὡρίμασαν καί τόν μεταμόρφωσαν σέ ἕναν ἐξαίρετο πολιτικό καί ἕναν ἰδιοφυῆ στρατιωτικό. Ἐξελίχθηκε κατά τόν Μιχαήλ Ψελλό σέ ἄνθρωπο «λιτοδίαιτο καί ἐνεργητικό στό ἔπακρο», ὁ ὁποῖος «μέ θέληση ἀδάμαστη δόθηκε στό καθῆκον».[10]
Ὅπως γράφει ὁ Ostrogorsky «Εἶχε χάσει πιά κάθε διάθεση γιά τίς ἀπολαύσεις τῆς ζωῆς, πού εἶχε γευθεῖ στή νεότητά του μέ ἀχαλίνωτο πάθος… Ὁ αὐτοκράτορας αὐτός ἔμεινε σέ ὅλη του τή ζωή ἀνύπαντρος… Ὁ τρόπος τῆς ζωῆς του ἦταν ὁ τρόπος ζωῆς τοῦ ἀσκητῆ ἤ τοῦ πολεμιστῆ… Ὅλη του ἡ φιλοδοξία στράφηκε στήν αὔξηση τῆς δυνάμεως τοῦ κράτους καί στόν ἀγώνα ἐναντίον τῶν ἐξωτερικῶν καί ἐσωτερικῶν ἐχθρῶν τῆς αὐτοκρατορίας».[11]
Ὁ Βασίλειος Β’ ἦταν καστανόξανθος, μέ γαλανά φωτεινά μάτια, τοξωτά φρύδια, στρογγυλοπρόσωπος καί μᾶλλον κοντός ἀλλά πολύ ἀρρενωπός καί γεροδεμένος, μέ παράστημα ὑπερήφανο καί εὐθυτενές. Μία ὡραία περιγραφή του μᾶς ἄφησε ὁ Μιχαήλ Ψελλός: «Τά μάτια του ἦταν γαλανά καί λαμπερά καί τά φρύδια του… μέ μία ἐλαφρή καμπύλη πού ἔδειχνε τήν περηφάνειά του. Τά μάτια του… ἀκτινοβολοῦσαν ἀρρενωπό φῶς. Ὁλόκληρο τό πρόσωπό του ἦταν σάν ἕνας τέλειος κύκλος σχεδιασμένος μέ διαβήτη καί στηριζόταν πάνω στούς ὤμους του μέ ἕνα εὔρωστο καί ἀρκετά μακρύ λαιμό… Τό ἀνάστημά του ἦταν κάτω ἀπό τό μέτριο, ἀλλά ἀπόλυτα εὐθυτενές… πάνω στ’ ἄλογο ὅμως ἦταν ἀσύγκριτος. Μέ τόν κορμό του σάν προέκταση τῆς σέλας, θύμιζε τά ἀγάλματα πού οἱ μεγάλοι γλύπτες ἔχουν φιλοτεχνήσει σ΄αὐτή τή στάση».
Ὡς ὁμιλητής «δέν φρόντιζε γιά τήν κομψότητα τοῦ λόγου του… ἀλλά τό ὕφος τοῦ ἦταν κοφτό, μέ μικρές παύσεις ἀνάμεσα στίς φράσεις». Εἶχε «γέλιο δυνατό πού ἔκανε ὅλο τό σώμα του νά τραντάζεται» καί ὅταν σκεπτόταν συνήθιζε «νά στριφογυρίζει κάποια τούφα» ἀπό τά γένειά του. Συχνά ἔβαζε «τά χέρια του στή μέση μέ τούς ἀγκῶνες ἀκοικτούς».[12]
Ὁ ἀήττητος Στρατηλάτης σέ Βορρᾶ, Ἀνατολή καί Δύσι
Ὡς στρατηγός, διέθετε ἐξαιρετική τακτική καί στρατηγική εὐφυία. Ἐφήρμοσε ἀριστοτεχνικά μεθόδους κεραυνοβόλου πολέμου καί ἐξουθενώσεως τοῦ ἀντιπάλου, τακτικές αἰφνιδιασμοῦ καί νυκτερινῶν ἐπιχειρήσεων, ἐπιτυχεῖς ἐλιγμούς ὑπερκεράσεως, ἀκόμη καί ψυχολογικό πόλεμο. Μετακινούμενος μέ ἐκπληκτική ταχύτητα ἀπό τό ἕνα μέτωπο στό ἄλλο, ὑπῆρξε ἱκανότατος στήν διεξαγωγή διμετώπου ἀγῶνος.
Στόν πόλεμο κατά τῶν Βουλγάρων, τήν περίοδο 990 - 994 ἐφήρμοσε τήν στρατηγική τῆς ἐξουθενώσεως τοῦ ἐχθροῦ, μέ ἀλλεπάλληλες αἰφνιδιαστικές ἐπιθέσεις καί ἀναδιπλώσεις στά ὀχυρά.
Μέ τήν ἐξέγερσι τῶν Φατιμίδων τῆς Αἰγύπτου (994) συγκέντρωσε κεραυνοβόλα στρατιά, μέ ταχύτητα προελάσεως πού κάλυπτε 100 μίλια τήν ἡμέρα! Μέσα σέ 16 ἡμέρες κατέφθασε στό Χαλέπι μέ 40.000 στρατό! Πρόκειται γιά στρατιωτικό ἐπίτευγμα μοναδικό στά χρονικά. Ἡ ἐμφάνισις του αἰφνιδίασε τόσο τούς Φατιμίδες, πού ἐτράπησαν σέ φυγή. Παράλληλα, τό 997 ὁ στρατηγός Νικηφόρος Οὐρανός, κατά τήν μάχη τοῦ Σπερχειοῦ ἔσωσε τήν Ἑλλάδα ἀπό τήν βουλγαρική εἰσβολή συγκαταλεγόμενος κατά τόν Gustave Schlumberger «μεταξύ τῶν σωτήρων τοῦ Ἑλληνισμοῦ».[13]
Διεξάγωντας διμέτωπο ἀγώνα και μετακινούμενος μέ ἐκπληκτική ταχύτητα ἀπό τό ἕνα μετωπο στό ἄλλο, ὁ Ἕλλην Αὐτοκράτωρ κατακτοῦσε τό ἕνα μετά τό ἄλλο, φρούρια καί κλεισοῦρες τῆς Ἀνατολικῆς Μακεδονίας ἀπό τούς Βουλγάρους τοῦ Σαμουήλ (998) καί παράλληλα μέ τήν συνήθη κεραυνοβόλα ταχύτητα διεξήγαγε δεύτερη ἐκστρατεία στήν Συρία (999-1001) με σαρωτικές νίκες (συριακή Λάρισα, Ἔμεσα, Καισάρεια τοῦ Φιλίππου, Ἄκρα, Ἡλιούπολι), κατόπιν ὑπέταξε τόν Καύκασο και ἵδρυσε τό Θέμα Ἰβηρίας!
Χωρίς ανάπαυλα, την περίοδο 1001 - 1004 διεξήγαγε σαρωτική ἐκστρατεία κατά τῶν Βουλγάρων (Σερδική, Παραδουνάβιες περιοχές, Πλίσκα, Μεγάλη Πρεσλάβα, Βέροια, Σέρβια, Κολυνδρό, Ἔδεσσα, Δορύστολον, Βιδίνιον, Σκόπια, Πέρνικον κ.α.), πέτυχαίνοντας νά ξεπεράση τίς κτήσεις τοῦ Ἰωάννου Α’ Τσιμισκῆ.
Ἔκτοτε κάθε ἔτος προέβαινε σέ κεραυνοβόλες εἰσβολές στά βουλγαρικά ἐδάφη καί κατέστρεφε τά πάντα στό πέρασμά του. Τό καταλυτικό κτύπημα ἦλθε στίς 29 Ἰουλίου 1014 μέ τήν θρυλική μάχη τοῦ Κλειδίου, στήν οποία μέ εὐρύ ὑπερκερωτικό ἑλιγμό τοῦ στρατηγοῦ Νικηφόρου Ξιφία συνέτριψε τούς Βουλγάρους καί χρησιμοποιώντας πρακτική ψυχολογικοῦ πολέμου διέταξε τήν τύφλωσι 7.000 ἕως 15.000 αἰχμαλώτων, ἀφήνοντας ἀνά 100, ἕναν μονόφθαλμο γιά νά τούς καθοδηγῆ καί τούς ἄφησε ἐλεύθερους![14] Ἡ μέθοδος ὁλοκληρωτικής καταρρακώσεως τοῦ ἠθικοῦ τοῦ ἐχθροῦ ὑπῆρξε λίαν ἐπιτυχής ἀφοῦ μόλις ὁ Σαμουήλ ἀντίκρυσε τό θέαμα ὑπέστη καρδιακό ἐπεισόδιο καί πέθανε ἐντός δύο ἡμερών!
Τό 1018 συνέτριψε τελειωτικά κάθε βουλγαρική ἀντίστασι (Μοναστήριον, Πρίλαπο, Μελένικο, Ἄστυβο, Μόγλενα, Ἔδεσσα) καί εἰσῆλθε τροπαιοῦχος στήν ἕδρα τοῦ βουλγαρικοῦ κράτους, Ἀχρίδα!
Το 1019 ὁ ἀήττητος Στρατηλάτης - Αὐτοκράτωρ ἐπανεντάσει ὅλη τήν Χερσονήσο τοῦ Αἵμου στήν Αὐτοκρατορία γιά πρώτη φορά μετά τήν ἐγκατάστασι τῶν Σλαύων τόν 6ο καί 7ο αἰώνα (κατάληψις Σιρμίου, ὑποταγή Σερβίας καί Κροατίας).
Παράλληλα, τό 1018 ἀποστέλλει τόν στρατηγό Βασίλειο Βοϊωάννη, ὁ ὁποίος στίς Κάννες Ἀπουλίας συντρίβει Νορμανδούς καί Λομβαρδούς ἀποκαθιστώντας κατά τόν Charles Diehl «τό βυζαντινό γόητρο ἀπό τό Ρέτζιο καί τό Μπάρι μέχρι τίς πύλες τοῦ παπικοῦ Κράτους» κάνοντας καί πάλι τήν Νότιο Ἰταλία «μία πραγματική Μεγάλη Ἑλλάδα…».[15]
63χρονος πλέον, ὁ ἀκατάβλητος Αὐτοκράτωρ τό 1021 προχωράει σέ δεύτερη ἐκστρατεία στόν Καύκασο. Νίκησε σέ ἐπανειλημμένες συγκρούσεις τίς δυνάμεις τοῦ Giorgi καί ἐντός 3 μηνῶν καταλαμβάνει ὅλη τήν Ἀβασγία (Γεωργία), ὑποτάσσει τήν Ἀρμενία καί τό ἀνεξάρτητο Βασπουρακάν «στήν Ἑλληνική Αὐτοκρατορία»[16], καί τό 1024 -ἕνα ἔτος πρό τοῦ θανάτου του- ἐπιδράμει στό Θέμα Δαλματίας…
“Ἡγετική φυσιογνωμία καί ἀληθινά μεγάλος πολιτικός”
Δέν ὑπάρχει ἄλλο παράδειγμα Αὐτοκράτορος πού νά ἀντιμετώπισε νικηφόρα τόσους ἐχθρούς: Βούλγαρους στόν βορρᾶ, Ἄραβες στήν Ἀνατολή, Σαρακηνούς καί Νορμανδούς στήν Δύσι, Ἴβηρες καί Ἄβασγους στόν Καύκασο, στασιαστές στό ἐσωτερικό.
Ὁ στρατός -τόν ὁποῖο ἀναδιοργάνωσε προσωπικά- τόν λάτρευε καί ἐκείνος ἔθετε πάντα ὑπό τήν προστασία του τά παιδιά τῶν πεσόντων. Πολεμώντας πάντα στήν πρώτη γραμμή, ἀπεχθανόταν τίς πολυτέλειες καί φορούσε πάντα τήν στρατιωτική του στολή.
Διακρίθηκε ὅμως κατά τόν Georg Ostrogorsky καί «ὡς ἡγετική φυσιογνωμία καί ὡς ἀληθινά μεγάλος πολιτικός».[17]
Ἱκανότατος διπλωμάτης πέτυχε μέ εἰρηνικά μέσα:
-Tόν ἐκχριστιανισμό τῆς Ρωσίας: Ἡ Ρωσική Ἐκκλησία ὀργανώθηκε ἀπό Ἕλληνες Μητροπολίτες καί τελοῦσε ὑπό τήν ἐξάρτησι τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως καί τήν πολιτική σφαίρα ἐπιρροῆς τῆς Αὐτοκρατορίας. Κατά τόν Alphonse Couret: «Ἡ Ρωσία ἔγινε ὁ ἐνδιάμεσος σταθμός μεταξύ τῆς Σκανδιναυίας καί τῆς Ἑλλάδος (entre la Grece et la Scandinavie)».[18] Ὅπως γράφει ὁ Νικόλαος Οἰκονομίδης: «Μέ τόν ἐκχριστιανισμό τῶν Ρῶς, κορυφώθηκε ἡ πολιτιστική ἀκτινοβολία τοῦ Βυζαντίου»[19]
- Τήν συμμαχία τῆς Βενετίας: Διαβλέπωντας ὁ Βασίλειος Β’ τήν στρατηγική ἀξία τοῦ ἀναπτυσσόμενου στόλου της, τό 992 φρόντισε νά τῆς παραχωρήση εἰδικά ἐμπορικά προνόμια. Ἡ διπλωματική κίνησις ὑπῆρξε ἄκρως ἐπιτυχημένη διότι πράγματι, ἡ πρωτεύουσα τοῦ Θέματος Λογγιβαρδίας Βάρις (Bari) σώθηκε τό 1003 - 1004 ἀπό πολιορκία τῶν Σαρακηνῶν χάρις στήν ἐπέμβασι τοῦ Ἑνετικοῦ στόλου.
- Tήν προσχώρησι τῆς Σερβίας καί τῆς Κροατίας καί τήν κυριαρχία τῆς Δαλματίας.
Μέ τό ἐπινίκιο προσκύνημα στήν Ἀθήνα μετά τήν συντριβή τῶν Βουλγάρων, ἀνῆλθε στόν Παρθενώνα, ὅπου πλέον βρισκόταν ἐνσωματωμενη ἡ Ἐκκλησία τῆς Παναγίας τῆς Ἀθηνιώτισσας, ἀντικαταστάτριας τῆς Ἀθηνᾶς Παλλάδος. Ὅπως οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες προσέφεραν κατά τίς νίκες τους ἀναθήματα στήν Παλλάδα, ἔτσι καί αὐτός συμβολικά, ὅπως γράφει ὁ Ἰωάννης Σκυλίτζης «τή Θεοτόκω τά τῆς νίκης εὐχαριστήρια δούς καί ἀναθήμασι λαμπροῖς καί πολυτέλεσι κοσμήσας τόν ναό».
Ἡ ἐπίσκεψις ἐκείνη εἶχε κορυφαία συμβολική καί πολιτική σημασία. Συμπίπτει μέ ἐποχή κατά τήν ὁποία «τό λαμπρό ἀθηναϊκό παρελθόν πού δέν ἔπαψε νά ζῆ στήν συνείδηση κάθε καλλιεργημένου βυζαντινοῦ καί μετά τήν ὁριστική λήξη τῆς εἰκονομαχίας (843) ἔπαιρνε ὅλο καί μεγαλύτερη θέση…».[20]
Ὅπως γράφει ὁ Gustave Schlumberger: «Ἤθελε νά πανηγυρίση ἐπί τῆς Ἀκροπόλεως τόν θρίαμβόν του καί νά τελέση εὐλαβές προσκήνυμα εἰς τήν ἑστίαν τοῦ ἀρχαίου Ἑλληνισμοῦ, πρίν ἤ ἐπιστρέψη εἰς τήν Κωνσταντινούπολιν, τήν πρωτεύουσαν τοῦ νεωτέρου Ἑλληνισμοῦ…».[21]
Ὀρθῶς λοιπόν συλλαμβάνει ὁ Κώστας Κυριαζῆς τήν στιγμή πού ὁ Αὐτοκράτορας: «μέ δύναμη πάτησε τό χῶμα πού πατούσανε κάποτε οἱ ἱεροφάντηδες τῆς Ἀθηνᾶς. Ρωμιός ἦταν ἐκεῖνος, κληρονόμος τῶν Ἑλλήνων. Τούτη τή στιγμή τήν ἔνιωθε περισσότερο ἀπό ποτές. Πρόγονοι δικοί του, ἴδια φάρα, ἴδια φυλή, αὐτοί πού χτίσανε τόν Παρθενώνα».[22]
Ἄφησε μία πανίσχυρη οἰκονομία πού διασφάλισε 50ετή εὐημερία. Ὅταν πέθανε τά θησαυροφυλάκια τοῦ Κράτους ἦσαν πλήρη, ἐνῶ οἱ ἐξαγωγές ἦσαν πολλαπλάσιες ἀπό τίς εἰσαγωγές.
Ὑπῆρξε ἐπίσης, κατά τήν Judith Herrin «πάτρωνας τῆς τέχνης καί τῶν γραμμάτων καί προστάτης τῶν φτωχῶν»[23], ἀφοῦ μέ ἐντολή του ἐξεδόθη τότε ἐξαίσιο «Μηνολόγιον», ἀποτέλεσμα ἐργασίας 8 ζωγράφων, ἀντίγραφο τοῦ ὁποίου διεσώθη στά λατινικά ὡς «Menologiun Graecorum, jussu Basilii imperatoris Graec» (Μηνολόγιον Ἑλλήνων, τή ἐντολή Βασιλείου, Ἕλληνος Αὐτοκράτορος).
Ἔλαβε μέτρα κοινωνικῆς πολιτικῆς πού προστάτευαν τήν ἀγροτική ἰδιοκτησία. Ὅπως γράφει ὁ Ι. Καραγιαννόπουλος, κατά τίς ἐκστρατεῖες του «εἶχε κάθε εὐκαιρία νά ἀντιληφθεῖ τό μέγεθος τῆς δύναμης τῶν μεγαλογαιοκτημόνων, τῶν Φωκάδων, τῶν Μαλεϊνῶν, τῶν Σκληρῶν, αὐτῶν πού ἐπιχείρησαν μέ τά ὅπλα νά τοῦ διεκδικήσουν τό θρόνο, καί εἶχε κάθε δυνατότητα νά δεχτεῖ τά παράπονα καί τίς καταγγελίες τῶν ταπεινῶν μικροκαλλιεργητῶν, μέ τίς θυσίες τῶν ὁποίων πετύχαινε τίς νίκες του…».[24]
Μέ τήν περίφημη «Νεαρά» τοῦ 996 «Περί τῶν δυνατῶν τῶν ἀπό πενήτων ἐπκτωμένων» κατήργησε τήν 40ετή χρησικτησία καί ἐπανέφερε τήν γῆ στούς μικροϊδιοκτῆτες. Τό 1002 ἐξέλιξε τό «Ἄλληλέγγυον», μέ πληρωμή τῶν φόρων τῶν πτωχῶν ἀπό τούς μεγαλογαιοκτήμονες. Κατά τόν Μιχαήλ Ψελλό, τήν «ἀριστοκρατία καθαιρέσας ἰσότιμον πρός τάς ἄλλας κοινωνικάς τάξεις κατέστησε…».
“Ἦταν καί ἔμεινε φαινόμενο μοναδικό”
Κατά τήν 50ετία τοῦ Βασιλείου Β’ ἀποκορυφώθηκε ἡ λεγομένη «βυζαντινή ἐποποιία». Τό 1025 ἡ Ἑλληνο-Χριστιανική Αὐτοκρατορία τῆς “Ρωμανίας” βρισκόταν στό ἀπώγειο τῆς ἀκμῆς της:
Ἁπλωνόταν ἀπό τόν Δούναβη μέχρι τήν Κρήτη. Ἀπό τήν Καυκάσια Ἰβηρία μέχρι τόν Εὐφράτη τῆς Συρίας. Ἀπό τίς δαλματικές ἀκτές μέχρι τά ὀροπέδια τῆς Ἀρμενίας. Κατεῖχε τήν Κάτω Ἰταλία, ἐνῶ ὁ Αὐτοκράτορας σχεδίαζε «ἐκτεταμένη ἐκστρατεία γιά τήν ἐπανάκτηση τῆς Σικελίας».[25] Εἶχε ὑπό τήν σφαίρα ἐπιρροῆς της τήν Ρωσία, τήν Σερβία, τήν Κροατία καί τήν Βενετία.
Ἐνῶ ὑπῆρξε ὁ πρῶτος “Μακεδονoμάχος”, ἀφοῦ εἶναι ἐκεῖνος πού πρῶτος διέσωσε τήν ἑλληνικότητα τῆς Μακεδονίας ἀπό τήν βουλγαροσλαυϊκή ἐπιβουλή. Ὅπως ἔγραψε ὁ F. Gregorovius: «Γνώριζε ὅτι κατάστρέφοντας τό Βουλγαρικό κράτος θά ἦταν ἀποφασιστικῆς σημασίας νίκη τοῦ Ἑλληνικοῦ Πολιτισμοῦ (sieg des Griechentums) ἐπί τῶν Σλαύων».[26]
Ἡ -κατά τόν Charles Diehl- «ἑλληνική αὐτοκρατορία»[27], εἶναι τό ἰσχυρότερο καί πιό πολιτισμένο Κράτος τῆς Οἰκουμένης. Γράφει ὁ G. Schlumberger «Οὐδέποτε ἀπό πολλῶν αἰώνων, ἀπό τῆς ἐποχῆς τοῦ Ἰουστινιανοῦ καί τῆς ἐνδόξου βασιλείας τοῦ Ἡρακλείου, ἡ βυζαντινή αὐτοκρατορία ὑπῆρξε τόσον ἰσχυρά».[28]
Παράλληλα, ὁ Βασίλειος Β’ ἄρχισε νά σχεδιάζη μία μεγάλη ἀμφίβια ἐκστρατεία γιά ἀνακατάληψι τῆς Σικελίας! Ἀρχικά ἀπέστειλε ἐκεῖ τόν “πρωτοσπαθάριο” Ὀρέστη γιά νά προλειάνη τό ἔδαφος. Ἐπεδίωκε ὅμως νά ἡγηθῆ ὁ ἴδιος. Δυστυχῶς δέν πρόλαβε νά πραγματοποιήση τό σχέδιό του.
Ὁ Βασίλειος Β’ λοιπόν δικαιοῦται ἀναμφισβήτητα τόν χαρακτηρισμό τοῦ «Μέγα», ἴσως μάλιστα περισσότερο ἀπό τόν Ἰουστινιανό Α’[29].
Κατά τόν Steven Runciman «Ποτέ ἄλλοτε ἡ Αὐτοκρατορία, ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Ἡρακλείου, δέν εἶχε τήν ἔκταση πού εἶχε στό τέλος τῆς βασιλείας τοῦ Βασιλείου καί ποτέ δέν εἶχε γνωρίσει τέτοια εὐημερία».[30] Εἶναι ἀλήθεια ὅτι στήν συνείδησι τῶν Ἑλλήνων τοῦ 12ου αἰῶνος δύο ἐθεωροῦντο οἱ πραγματικά μεγάλοι: Ὁ Ἡράκλειος καί ὁ Βασίλειος Β’.
Ὁ Μιχαήλ Χωνιάτης ἔγραφε ἀργότερα στόν Αὐτοκράτορα τῆς Νικαίας Θεόδωρο Α’ Λάσκαρι «οὐδένα τῶν βασιλέων τῶν ἐπί τῆς Πόλεως βασιλευσάντων ἰσοστάσιον σοί νομίζω, ἀλλ’ ἐν μέν νεωτέροις τόν μέγαν Βασίλειον τόν Βουλγαροκτόνον, ἐν δέ τοῖς ἀρχαιοτέροις τόν γενναῖον Ἡράκλειον. Οὗτοι γάρ μόνοι μέχρι μακροῦ τοῖς πολεμίους κατηγωνίσαντο καί τά μέγιστα τῶν ἐθνῶν δουλωσάμενοι ἀήττητοι διαμεμενήκασι».[31]
Τοῦτο ἐπιβεβαιώνει ὁ G. Ostrogorsky τονίζοντας: «Τά δύο αὐτά ὀνόματα πού εἶναι χωρίς ἀμφιβολία τά μεγαλύτερα τῆς βυζαντινῆς ἱστορίας, συμβολίζουν τήν ἡρωϊκή ἐποχή τοῦ Βυζαντίου, ἡ ὁποία ἄρχισε μέ τόν πρῶτο καί ἔκλεισε μέ τόν δεύτερο».[32]
Ὅπως γράφει ὁ Henri Gregoire γιά τά προσόντα του «ἡ ἀκατάλυτη ἀποφασιστικότητα τοῦ ἀφοσιωμένου ἡγεμόνα, ἡ στρατηγική ἑτοιμότητα τοῦ ἀρχιστρατήγου καί ἡ σχολαστική ἀκρίβεια τοῦ ἐκπαιδευτῆ - λοχία, τό πρακτικό ταλέντο καί ἡ διορατικότητα τοῦ πολιτικοῦ, ἡ φιλόπονη φροντίδα τοῦ κυβερνήτη καί πάνω ἀπ’ ὅλα ἡ φυσική ἀντοχή ἑνός σώματος ἀκαταπόνητου ἀπό κούραση καί στερήσεις - ἦταν πάρα πολλά γιά νά βρεθοῦν ξανά συγκεντρωμένα σέ ἕνα ἄτομο… Ἦταν καί ἔμεινε φαινόμενο μοναδικό».[33]
Ὅπως ἔγραψε ὁ Gustave Schlumberger: «Μέ τόν θάνατον τοῦ Βασιλείου Β’ ἐξέλιπεν ἡ μεγαλυτέρα καί ἐνδοξωτέρα φυσιογνωμία τοῦ μεσαιωνικοῦ Ἑλληνισμοῦ».[34]
Ζήτησε νά ταφῆ χωρίς πομπές, στόν ναό Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου στό προάστιο Ἕβδομον τῆς Βασιλεύουσας καί ὅπως ἔλεγε ἡ ἐπιγραφή τοῦ τάφου του «οὐ γάρ τίς εἶδεν ἠρεμοῦν ἐμόν δόρυ… ὁτέ στρατεύων ἀνδρικῶς πρός ἑσπέραν, ὁτέ πρός αὐτούς τούς ὅρους τούς τῆς ἔω, ἱστῶν τρόπαια πανταχοῦ γῆς μυρία».[35]
Διαβάστε περισσότερα στο βιβλίο του Μάνου Ν. Χατζηδάκη "ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΚΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ 324-1081: Από τον Μέγα Κωνσταντίνο έως την άνοδο των Κομνηνών (Εκδόσεις ΠΕΛΑΣΓΟΣ, Χαρ.Τρικούπη 14 Αθήνα. Τηλ. 2106440021
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Σαμουήλ τοῦ Ἀνί (12ος αἰ.) καί Στέφανος τοῦ Ταρῶν (11ος αἰ.).
[2] «Βυζαντινή Ἱστορία», Β2 σελ. 14.
[3] C. Toumanoff «Les dynasties de la Caucasie chretienne de l'Antiquite jusqu'au XIXe siecle: Tables genealogiques et chronologiques» σελ. 346, Ch. Settipani «Continuite des elites a Byzance durant les siecles obscurs. Les princes caucasiens et l'Empire du VIe au IXe siecle» σελ. 308, Ἐμμ. Καρακώστα «Ἡ Καταγωγή τῶν Βυζαντινῶν Αὐτοκρατόρων» σελ. 31, Κ. Ἄμαντου «Ἱστορία τοῦ Βυζαντινοῦ Κράτους», Τόμος πρῶτος, σελ. 438, Σάρ. Καργάκου «Ἡ Αὐτοκρατορία τῆς Κωνσταντινουπόλεως», Τόμος Δεύτερος σελ. 242.
[4] «Ἱστορία τοῦ Βυζαντινοῦ Κράτους» Τόμος πρῶτος, σελ. 16.
[5] Ὁ Μιχαήλ Γ’ εἶχε ἐρωμένη τήν Εὐδοκία Ἰγγερίνα, τήν ὁποία ἀνάγκασε παραδόξως νά νυμφευθῆ τόν Βασίλειο Α’! Ποιοί λόγοι μπορεῖ νά ἀνάγκασαν τόν βασιλέα νά ζητήση ἀπό τόν Βασίλειο νά νυμφευθῆ τήν ἐρωμένη του; Ἡ μόνη ἐξήγησις εἶναι ὅτι ἡ Εὐδοκία ἦταν ἔγγυος ἀπό τόν Μιχαήλ Γ’ μέ τόν Λέοντα ΣΤ’ καί ἕνα “λευκός” γάμος μέ τόν Βασίλειο Α’ θά συγκάλυπτε τό σκάνδαλο! Κατά τόν W. Treadgold, ὁ Μιχαήλ συνέχισε νά ἔχη ἐρωμένη τήν “νυμφευμένη” Εὐδοκία. («A History of the Byzantine State and Society» σελ. 453). Ὅταν γεννήθηκε ὁ Λέων ΣΤ’, ὁ Μιχαήλ Γ’ ἑόρτασε τό γεγονός σάν νά ἦταν υἱός του, διεξάγωντας ἁρματοδρομίες! Ἀντιθέτως ὁ Βασίλειος Α’ τόν Λέοντα δέν τόν συμπάθησε ποτέ, τόν κατηγόρησε γιά συνομωσία, τόν φυλάκισε γιά ἕνα διάστημα καί πρίν πεθάνει ἰσχυρίσθηκε ὅτι ὁ Λέων εὐθυνόταν γιά τόν τραυματισμό του! Ἐνδεικτικό εἶναι ὅτι μέ τήν ἐνθρόνισί του, ὁ Λέων ΣΤ’ πραγματοποίησε μεγάλη τελετή ἀνακομιδῆς τῶν λειψάνων τοῦ Μιχαήλ Γ’ στούς Ἁγίους Ἀποστόλους, γεγονός πού τονίζει ἀκόμη περισσότερο τήν ἐκδοχή νά τόν θεωροῦσε βιολογικό πατέρα του. Μέ τήν ἄποψι αὐτή συντάχθηκαν καί οἱ: G. Finlay («History of the Byzantine Empire from DCCXVI to MLVII» σελ. 306), J. B. Bury («Basil I’», Encyclopaedia Britannica 11th ed. 1911), J. J. Norwich («Byzantium: The Apogee» σελ. 102), T. E. Gregory («A History of Byzantium» σελ. 225).
[6] Roger D. Woodard «The Ancient Languages of Asia Minor» σελ. 72.
[7] «The Cambridge medieval history» Cambrιdge Univercity Press σελ. 67 - 68.
[8] George Η. Goodacre «A handbook of the coinage of the Byzantine Empire» σελ. 203.
[9] Charles Diehl «Ἱστορία τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας», Τόμος Ε’ σελ. 812, Will Durant «The Story of Civilization: The age of Faith» σελ. 429, Diacre - Talbot - Sullivan «The History of Leo the Deacon: Byzantine Military Expansion in the Tenth Century» σελ. 99 - 100, Joseph Mc Cabe «The empresses of Constantinople» σελ. 140, R. Hyslop «Varangian» σελ. 545.
[10] «Χρονογραφία» σελ. 69.
[11] «Ἱστορία τοῦ Βυζαντινοῦ Κράτους», Τόμος Δεύτερος σελ. 187 - 188.
[12] «Χρονογραφία» σελ. 87 - 88.
[13] «Ἡ Βυζαντινή Ἐποποιϊα: Βασίλειος ὁ Βουλγαροκτόνος» σελ. 75.
[14] Πέραν τῆς ψυχολογικῆς ὑπῆρξε κίνησις σαφῶς πολιτική ἀφοῦ ἡ ἐπιβολή τῆς τυφλώσεως προβλεπόταν ἀπό τούς νόμους γιά τούς ἐνόχους στάσεως κατά τῆς νομίμου αὐτοκρατορικῆς ἐξουσίας. Ἔτσι, κατεδείκνυε ὅτι ἡ Βουλγαρία ἐθεωρεῖτο κράτος ὑποτελές της Αὐτοκρατορίας καί ὄχι ἀνεξάρτητο ἐμπόλεμο κράτος. Ἑπομένως, κατά τόν Διονύσιο Ζακυθηνό μεταχειρίσθηκε τούς αἰχμαλώτους «οὐχί ὡς ἐμπολέμους ἀλλ’ ὡς στασιαστάς». («Βυζαντινή Ἱστορία 324 - 1071» σελ. 441).
[15] «Ἱστορία τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας», Τόμος Α’ σελ. 55.
[16] Alfred Rambaud «L’ Empire Grec au X siècle» (1870).
[17] «Ἱστορία τοῦ Βυζαντινοῦ Κράτους», Τόμος Δεύτερος σελ. 181.
[18] «La Russie contre l’Empire Grec». Ὅταν γράφει «Grece», ἐννοεῖ ὅλη τήν ἐπικράτεια τῆς βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας.
[19] «Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους», Τόμος Η’ σελ. 125
[20] Αἰκ. Χριστοφιλοπούλου «Βυζαντινή Ἱστορία», Β2 σελ. 172.
[21] «Ἡ Βυζαντινή Ἐποποιία: Βασίλειος ὁ Βουλγαροκτόνος» σελ. 149 - 150.
[22] «Βασίλειος ὁ Βουλγαροκτόνος».
[23] «Τί εἶναι τό Βυζάντιο» σελ. 314.
[24] «Τό Βυζαντινό Κράτος» σελ. 165
[25] A. A. Vasiliev «Ἱστορία τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας», Τόμος πρῶτος σελ. 395.
[26] «Geschichte der Stadt Athen im Mittelalter. Von der Zeit Justinians bis zur türkischen Eroberung», 1889.
[27] «Ἱστορία τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας», Τόμος Α’ σελ. 56.
[28] «Ἡ Βυζαντινή Ἐποποιία: Βασίλειος ὁ Βουλγαροκτόνος» σελ. 151.
[29] Θυμίζουμε ὅτι ὁ Ἰουστινιανός Α’ παρέμεινε ὅλη του τήν ζωή στήν Κωνσταντινούπολι καί ὅλες οἱ κατακτήσεις του βασίσθηκαν στήν ἱκανότητα τῶν στρατηγῶν του, Βελισσαρίου καί Ναρσῆ.
[30] «Βυζαντινός Πολιτισμός» σελ. 56.
[31] «Τά Σωζόμενα» Τόμος Β’ σελ. 354.
[32] «Ἱστορία τοῦ Βυζαντινοῦ Κράτους», Τόμος δεύτερος σελ. 197.
[33] Πανεπιστημίου τοῦ Καίμπριτζ: «Ἡ Ἱστορία τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας», Μέρος Α’ «Τό Βυζάντιο καί οἱ γείτονές του», σελ. 157.
[34] «Βασίλειος ὁ Βουλγαροκτόνος» σελ. 192. Βλπ. καί Αἰκ. Χριστοφιλοπούλου «Βυζαντινή Ἱστορία», Β2 σελ. 261.
[35] Ἑρμηνεία: «Ποτέ κανείς δέν εἶδε νά ἠρεμῆ τό δικό μου δόρυ… ἄλλοτε ἐκστράτευα ἀνδρείως πρός βορρᾶ καί δύσι καί ἄλλοτε πρός τά ὄρη τῆς ἀνατολῆς, στήνωντας παντοῦ στήν γῆ χιλιάδες τρόπαια».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου