Αντιγραφή/επιμέλεια: Πετροβούβαλος/Αβέρωφ
Πηγή: Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου «Γεώργιος Καραϊσκάκης κατά τους πρότερους βιογράφους, τα επίσημα έγγραφα και άλλας αξιοπίστους ειδήσεις», εκδ. τυπογραφείου Νικήτα Πάσσαρη, Αθήνα 1867, σελ. 95 – 103.
Ηλεκτρονικό αντίγραφο του έργου ΕΔΩ (αρχείο σε μορφή pdf)
Εικόνα: «Η Μάχη στην Αράχωβα», έργο του Peter von Hess απο τη Wiki
Mικρόν μετά τον θάνατον του Γιαννάκη Σουλτάνη έμαθεν ο Καραϊσκάκης ότι ο Μουσταφάμπεης (ο κατά συγκοπήν συνηθέστερον Μουστάμπεης λεγόμενος) εξέβαλεν από της Αταλάντης τους αποβιβασθέντας αύτοθι Ολυμπίους ώστε πρόδηλον ήν ήδη, ότι θέλει επέλθει κατά των λοιπών Ελληνικων στρατοπέδων επί τη ελπίδι του να διαλύση και ταύτα και εξασφαλίση ούτω καθ’ ολοκληρίαν τα νώτα του πολιορκούντος τας Αθήνας Οθωμανού στρατάρχου. Τωόντι δε, εάν ο Καραϊσκάκης περιέμενε την προσβολήν του Μουσταφάμπεη εις ήν ήτο θέσιν, ο σκοπός των πολεμίων ήθελε καθ’ όλας τας πιθανότητας επιτύχει· διότι ο Ελληνικός στρατός ήτο τήδε κακείσε εσπαρμένος και εύκολον ήτο εις τον Μουσταφάμπεη, άγοντα τα αρειμανιώτερα της Αλβανίας στίφη, να καταβάλη το έν κατόπιν του άλλου τα μεμονωμένα Ελληνικά αποσπάσματα.
Ο Γ. Δυοβουνιώτης και ο Νάκος Πανουριάς επολιόρκουν τα Σάλωνα. Ο Γαρδικιώτης εστάθμευεν εις Δίστομον, ο δε Καραϊσκάκης εξηκολούθει πολιορκών την Δοβρέναν. Αλλ’ ενταύθα έδειξεν ότι, καί τοι ανατραφείς ως απλούς ορεσίβιος κλέπτης και αρματωλός, είχεν όμως έμφυτον του αληθούς στρατηγού την ευφυΐαν και την δεξιότητα· διότι αμέσως ηννόησεν ότι, εγκαταλείπων την ματαίαν της Δοβρένας πολιορκίαν, πρέπει να συμπυκνώση τας δυνάμεις αυτού και να προκαταλάβη τα επικαιρότερα των χωρίων όσα έκειντο επί της οδού ήν αναγκαίως έμελλε να ακολουθήση ο Μουσταφάμπεης.
Τα χωρία ταύτα ήσαν το Δίστομον και η μικρόν βορειοδυτικώτερον αυτού, επί των κατωτέρων κλιτύων του Παρνασσου, κειμένη ‘Ράχοβα· διότι ο εξ Αταλάντης επερχόμενος Μουσταφάμπεης, εί μεν εσκόπευε να διαλύση πρό πάντων την πολιορκίαν των Σαλώνων, έμελλε να διέλθη δια της ‘Ραχοβας, εί δ’ επροτίμα να επέλθη το πρώτον κατά του Καραϊσκάκη, ήθελε καθ’ όλας τας πιθανότητας προοιμιάσει επιτιθέμενος κατά του εν Διστόμω αποσπάσματος. Όθεν τη 14 Νοεμβρίου, είκοσιν ημέρας αφ’ ής εστράτευσεν εξ Ελευσίνος, εκίνησεν από Δοβρέναν, ή μάλλον από Κακόσι όπου είχε το στρατηγίον αυτού, και επορεύθη κατ’ αρχάς εις Χώστια· εκίνησε δε περί τας δύο ώρας της νυκτός, ίνα μη καταδιωχθή υπό των Τούρκων, και έλαβεν ουδέν ήττον πάσαν πρόνοιαν προς την από τούτο το μέρος εξασφάλισιν του στρατού, τάξας εν οπισθοφυλακή το ιππικόν και αυτός αναλαβών την τούτου ηγεμονίαν.
Ενταύθα όμως μικρού εδέησε ν’ ανατραπή το όλον επιχείρημα, διότι οι Σουλιώται έφερον πάλιν αίφνης εις μέσον τας περί αρχηγίας αξιώσεις αυτών. Αι αξιώσεις αύται ήτο τοσούτω φυσικώτερον να κινήσωσι την αγανάκτησιν του Καραϊσκάκη και των περί αυτόν, όσω μάλλον κρίσιμος ήν η περίστασις καθ’ ήν εγίνοντο· αλλά κατασιγάζων την εύλογον αυτού οργήν προς χάριν του μεγάλου σκοπού όν επεδίωκε, διεμήνυσεν εις τους Σουλιώτας να εκλέξωσι τον αρχηγόν αυτών· οι δε ηδυνήθησαν να συμφωνήσωσι και εζήτουν προθεσμίαν· τότε ο Καραϊσκάκης, έξω εαυτού γενόμενος δια τον προύπτον κίνδυνον όν συνεπήγετο πάσα του επιχειρήματος αναβολή, ανέκραξεν ότι η μάχαιρα θέλει διαλύσει την διαφοράν, και, πορευθείς μεθ’ όλων των περί αυτόν αξιωματικών εις την οικίαν του Λάμπρου Βέϊκου, όπου ήσαν συνηγμένοι άπαντες των Σουλιωτών οι πρώτοι, πικρώς ωνείδισεν αυτούς δια το σκάνδαλον.
Κατ’ ευτυχίαν οι Σουλιώται ησθάνθησαν το βάρος της επικειμένης εις αυτούς ευθύνης και περιωρίσθησαν εις μεμψιμοιρίας κατά της κακής μοίρας, ήτις μετά τοσαύτας αυτών εκδουλεύσεις και θυσίας κατεδίκαζεν αυτούς να αγωνίζωνται υπέρ χώρας, απο της οποίας οι μεν περί τον Καραϊσκάκην έμελλον άμεσον ν’ απολαύσωσι την ωφέλειαν, αυτοί δέ μικράς ηδύναντο να προσδοκώσιν ελπίδας. Ώστε ο Καραϊσκάκης, μαλαχθείς υπό του ηπιωτέρου τούτου τρόπου, παρεμύθησεν αυτούς ειπών ότι μία είναι η Πατρίς, κοινός δέ ο αγών, κοιναί δέ, του Θεού ευδοκούντως, θέλουσι αποβή αι αμοιβαί, και κατέπεισεν αυτούς, αφέντες κατά μέρος τα παράπονα, να ακολουθήσωσιν ως αδελφοί.
Η κατασκοπεία του Διάκονου, η οχύρωση της Αράχωβας και η συγκέντρωση των Ελληνικών δυνάμεων
Ούτω κατευνασθείσης και ταύτης της καταιγίδος, μετέβη το στρατόπεδον εις το μοναστήριον του Αγίου Σεραφείμ του νέου, εις Δομπόν, τη δέ ακόλουθον ημέραν έφθασεν εις το μοναστήριον του Οσίου Λουκά, και τη 18 εστρατοπέδευσεν εις Δίστομον. Την ταύτη ημέραν ο Μουσταφάμπεης ερχόμενος εξ Αταλάντης, ενωθείς δέ καθ’ οδόν και μετά του Κεχαγιάμπεη του Κιουταχή, έφθασεν εις Δαύλειαν. Έμεινε δέ την νύκτα ταύτην εις το άνωθεν της Δαύλειας μοναστήριον, το επονομαζόμενον της Ιερουσαλήμ, και εκεί ομιλών μετά των περί αυτόν ανέφερεν, ότι την επιούσαν έμελλε να διαβή από την ‘Ράχοβαν εις Σάλωνα. Τούτο ακούσας εις των διακόνων του μοναστηρίου, όστις ήξευρε την Αλβανικήν, έσπευσε να μεταβή την νύκτα εις Δίστομον και να αναγγείλη τα μελετώμενα εις τον Καραϊσκάκην.
Μικρόν προ του μεσονυκτίου έλαβεν ούτος την είδησιν ταύτην και αμέσως διέταξε τον Γαρδικιώντην Γρίβαν και τον Γεώργιον Βάϊαν να προκαταλάβωσι μετά 500 στρατιωτών την ‘Ράχοβαν, και οχυρωθέντες εκ παντός τρόπου την διάβασιν των πολεμίων· συγρόνως δέ έπεμψεν απανταχού σκοπιάς, ίνα πληροφορηθή πότε και πόθεν έμελλον να διαβώσιν οι πολέμιοι.
Την 19 το πρωΐ ούτοι διηρέθησαν εις δύο· και το μεν πεζικόν διέβη διά στενωπού φέροντος από του μοναστηρίου εις ΄Ράχοβαν, το δέ ιππικόν και τα φορτηγά επορεύθησαν διά της ομαλωτέρας του Ζεμενού οδού. Άμα οι σκοποί ανήγγειλαν το κίνημα των εχθρών, ο Καραϊσκάκης ενίσχυσεν έτι μάλλον τους εις ΄Ράχοβαν προαποσταλέντας, πέμψας εκεί επί τούτω τον Χριστόδουλον Χ. Πέτρου, αυτός δέ παραλαβών 800 περίπου στρατιώτας, άνευ αποσκευών, εκίνησε προς το Ζεμενόν, όθεν είχον ήδη διαβή οι εχθροί διευθυνόμενοι προς την ΄Ράχοβαν· και συγχρόνως παρήγγειλε τους περί τα Σάλωνα Γ. Δυοβουνιώντην, Νάκον Πανουριάν και Γιανούσην να προσέλθωσι και αυτοί εις το κρίσιμον τούτο του όλου αγώνος σημείον.
Εκγλωβισμός των Οθωμανών και η χαμένη τους ευκαρία για απεμπλοκή.
Το πεζικόν των πολεμίων, άμα επλησίασε προς την ΄Ράχοβαν, ειδοποιήθη ότι το χωρίον φρουρείται· αλλά μαθόν συγχρόνως ότι το απόσπασμα ήτο μικρόν και επαιρόμενον ένεκα του προσφάτου περί Αταλάντην κατορθώματος, ενέπεσεν ως τυφλόν εις την παγίδα. Οι περί τον Γαρδικιώτην και τον Βάϊαν, κλεισθέντες εις την εκκλησίαν του Αγίου Γεωργίου και εις τας οχυρωτέρας οικίας, αντέκρουσαν την έφοδον επί τρείς περίπου ώρας· εισήρχοντο δέ ήδη εις την ΄Ράχοβαν και οι διά Ζεμενού διαβάντες Τούρκοι, ότε οι μεν υπό τον Χριστόδουλον επλησίαζον εις το χωρίον εκ του καταντικρύ μέρους, ο δέ Καραϊσκάκης είχε διαβή τον Ζεμενόν.
Η στρατιά των πολεμίων συνέκειτο, ως προείπομεν, εξ ανδρών λογάδων δισχιλίων περίπου τον αριθμόν και αγομένων υπό αρχηγών ονομαστών, του Μουσταφάμπεη, του αδελφού αυτού Καρυοφίλμπεη, του Ελμπάζμπεη και του Κεχαγιάμπεη· αλλά μη προσδοκώσα να απαντήση εις το μέρος τούτο τοσαύτην Ελληνικήν δύναμιν και εν αταξία προελαύνουσα, μετά βραχύν αγώνα έδειλίασε, και δεν ηδυνήθη μέν ν’ ανθέξη εν τω χωρίω, δεν ηδυνήθη δε ούτε να προχωρήση προς τα Σάλωνα, ούτε να οπισθοδρομήση προς τον Ζεμενόν· διότι όπισθεν μέν κατεδιώκετο υπό του Καραϊσκάκη, έμπροσθεν δέ απήντησεν επερχομένους τους περί τον Δυοβουνιώτην και Πανουριάν.
Όθεν οι πολέμιοι εστράφησαν προς τον Παρνασσόν και συνήλθον άπαντες, μετά των αποσκευών και των ζώων, επί λόφου κειμένου άνωθεν της ΄Ραχόβας, όστις είχε προ τινός οχυρωθή εκ του προχείρου παρά των εγχωρίων. Αν ήθελον εν τούτοις, ηδύναντο τη νύκτα εκείνην να διαφυγώσι, διότι τα πέριξ αυτών τοποθετηθέντα Ελληνικά αποσπάσματα, αναγκασθέντα υπό του υπερβολικού ψύχους, όπερ ησθάνοντο τοσούτω μάλλον όσω δεν είχον αποσκευάς, εγκατέλιπον κατά μικρόν τας θέσεις αυτών και μετέβησαν εις τας οικίας της ΄Ράχοβας. Αλλ’ οι αγέρωχοι των πολεμίων αρχηγοί δεν κατεδέχθησαν να στρέψωσιν ούτω τα νώτα, και ζητήσαντες επικουρίας αφ’ όλων των πέριξ εχθρικών στρατοπέδων και από αυτού του Κιουταχή, ήλπισαν επιμένοντες να επανορθώσωσι το συμβάν αυτοίς πταίσμα· μάλιστα δε επέμενεν ο Κεχαγιάμπεης, φιλότιμος ών και επερειδόμενος εις την προς αυτόν αγάπην του Κιουταχή.
Περικύκλωση των Οθωμανών, αποτροπή ενισχύσεων και αδιέξοδες διαπραγματεύσεις
Την επιούσαν, 20, πριν έτι ανατείλη ο ήλιος, ο Καραϊσκάκης ετοποθέτησεν αύθις περί τους εχθρούς άπαν το Ελληνικόν στράτευμα, ώστε ουδέ κεφαλήν πλέον ηδύναντο να προβάλωσιν έξω από το οχύρωμά των· συγχρόνως δε, διέταξε μέν να συναχθώσιν εις ΄Ράχοβαν και όσοι ήσαν εις την πολιορκίαν των Σαλώνων, και οι περί τον Δ. Μακρήν, εξέπεμψε δέ οχυρά αποσπάσματα εις τον Ζεμενόν, και εις την οδόν την άγουσαν από του μοναστηρίου της Ιερουσαλήμ, ίνα παρεμποδιση τας βοηθείας, αίτινες ηδύναντο να έλθωσιν εις τους εχθρούς.
Αι βοήθειαι ήρχισαν τωόντι να προσέρχωνται· αλλ’ 800 μεν Τούρκοι, δια του Ζεμενού αγωνισθέντες να διαβώσιν, ηναγκάσθησαν να τραπώσιν εις φυγήν προς την Δαύλειαν, αφού απέβαλον περί τους 80 μέν άνδρας, ικανά δέ φορτία· έτεροι διά του μοναστηρίου της Ιερουσαλήμ ερχόμενοι, ουδ’ επεχείρησαν να διαβώσιν, αλλ’ αναβάντες εις λόφον τινά, από του οποίου ηδύναντο να ιδώσιν αυτούς οι πολιορκούμενοι, επυροβόλησαν μόνον χωρίς να προχωρήσωσι.
Τότε οι πολιορκούμενοι εδοκίμασαν να εξέλθωσιν από το περίφραγμά των προς την μονήν της Ιερουσαλημ, αλλ’ ο Καραϊσκάκης, δραμών αυτοπροσώπως προς τούτο το μέρος, απέκρουσε την έξοδον. Στερούμενοι λοιπόν ύδατος και τροφών και απελπισθέντες να λάβωσι βοήθειαν από των πλησιεστέρων στρατοπέδων, οι Αλβανοί ήδη προέτειναν εις τον Καραϊσκάκην να επιτρέψη αυτοίς την εις τα ίδια επάνοδον· ο δέ, εδέχθη μεν το πρόβλημα, απήντησεν όμως να παραδώσωσι τα όπλα, και προσέτι τας πόλεις της Λειβαδιάς και των Σαλώνων, προς ασφάλειαν δε της εκτελέσεως των συμφωνηθέντων να καταλίπωσιν ως ομήρους παρ’ αυτώ τους δύο κυριωτέρους αρχηγούς, τον Μουσταφάμπεην και τον Κεχαγιάμπεην (σ.1)· αλλ’ οι όροι ούτοι εφάνησαν βαρείς εις τους πολεμίους, οίτινες ελπίζοντες έτι εις την από του Κιουταχή βοήθειαν προετίμησαν να εγκαρτερήσωσιν.
Αποδεκατισμός από το κρύο και το χιόνι και η απελπισμένη έξοδος που κατέληξε σε σφαγή.
Εν τούτοις, η προσδοκωμένη αύτη βοήθεια δεν επήρχετο, αι δε συμβάσαι τη 22, 23 και 24 Νοεμβρίου βροχαί ηύξησαν την δυσχέρειαν αυτών, διότι ήσαν εκτεθειμένοι εις το ύπαιθρον και μεμανδρευμένοι μετά των ζώων αυτών εντός στενού και βορβορώδους χώρου. Έτι από της 22 επληγώθη καιρίως ο γενναίος και συνετός Μουσταφάμπεης· πολλοί δε και εκ των του στρατού ενόσουν και απέθνησκον υπό της πείνης, της υγρασίας και του ψύχους· και τη 23 υπερβολική επιπεσούσα χιών ηπείλησε να θαψη άπαντας ζωντανούς, ώστε κορυφωθείσης της απελπισίας αυτών, απεφάσισαν περί την 3 μετά την μεσηβρίαν ώραν της ημέρας εκείνης να διαφυγώσιν εκ παντός τρόπου προς την μονήν της Ιερουσαλήμ.
Επειδή δέ η υπερβολή του χειμώνος, η τοσαύτας εις τους πολεμίους επενεγκούσα συμφοράς, είχεν αναγκάσει και των Ελλήνων τους πλείστους να καταφύγωσιν εις τας οικίας της ΄Ράχοβας, ολίγοι δε έμειναν φυλάττοντες τας τάξεις αυτών, οι Αλβανοί ηδυνήθησαν να διαπεράσωσιν. Αλλ’ αδύνατοι και τεταλεπωρημένοι κατεβάλλοντο υπό του κόπου οι πλείστοι, μόλις δε εκάθηντο ολίγον ίνα αναπαυθώσι και αμέσως απέθνησκον υπό του παγετού· και μετ’ ολίγον οι Έλληνες μαθόντες την φυγήν, επήλθον επ’ αυτούς πολυάριθμοι, φονεύοντες κατ’ εκλογήν τους μάλλον δυναμένους να σωθώσι, τους δε λοιπούς καταλείποντες έτι εις τους κατόπιν ερχομένους διώκτας και εις τον φυσικόν θάνατον. Και εγένετο η σφαγή εκείνη εν σιγή βαθεία, διότι τα πυροβόλα κατήντησαν άχρηστα διά την υπερβολήν της χιόνος, εδούλευσε δέ μόνη η σπάθη, ώστε ο Καραϊσκάκης, όστις είχε μείνει οπίσω ίνα αδιαλείπτως προεκπέμπη τον στρατόν, μη ακούων κρότον τινά ενόμισε κατ’ αρχάς ότι οι Τούρκοι διέφυγον αβλαβείς· αλλά μετ’ ολίγον εγνώρισε και αυτός την αλήθειαν.
Οι πρώτοι επανερχόμενοι στρατιώται εκόμιζον λάφυρα πλούσια· η οδός έβριθε πτωμάτων· είκοσι και τρείς σημαίαι, όλη η αποσκευή, όλα τα ζώα των εχθρών εγένοντο λεία των Ελλήνων. Εκ των δισχιλίων περίπου πολεμίων μόλις περιεσώθησαν 300 και ούτοι όχι όλοι υγιείς· απέθανον δε και οι 4 αυτών αρχηγοί.
Ο Κεχαγιάμπεης συνελήφθη μεν ζων, αλλά μη γνωρισθείς εφονεύθη· τον δε Μουσταφάμπεην, πνέοντα τα λοίσθια κατά την ώραν της εξόδου, απεκεφάλισεν ο ίδιος αυτού αδελφός Καρυοφίλμπεης, ίνα μη πέσει εις χείρας των Ελλήνων.
Το αποτρόπαιο τρόπαιο, ο απολογισμός και οι εορτασμοί.
Τοιαύτη υπήρξεν η πολυθρυλλητος εκείνη νίκη της ΄Ράχοβας. Ο Καραϊσκάκης, ευλόγως επί τω κατορθώματι αγαλλόμενος, αντήμειψε δι’ ανδρών, αναλόγως των πόρων αυτού, αμοιβών τους ανδραγαθήσαντας (σ.2) και διέταξε συγχρόνως να κατασκευασθή επί λόφου τινός εκτός της ΄Ράχοβας κειμένου από των πολεμίων κεφαλών, πύργος κωνοειδής, εφ’ ού επεγράφη «Τρόπαιον των Ελλήνων κατά βαρβάρων»· τρόπαιον ένδοξον άμα και αποτρόπαιον, διότι εμαρτύρει ου μόνον περί της νίκης, αλλά και περί του πόσον αρειμάνια εκείνα στίφη μετείχον έτι του ήθους βαρβάρων ούς κατεπολέμουν. Μη λησμονήσωμεν όμως ότι ένεκα μεν των ελαττωμάτων τούτων δεν ήσαν υπεύθυνοι οι άνδρες εκείνοι, διότι μετεδόθησαν εις αυτούς εκ δουλείας μακράς, είχον δέ αρετάς τας οποίας είθε διασώζωσιν οι απόγονοι.
Οπωσδήποτε δίκαιον είχεν ο Καραϊσκάης ονομάζων την νίκην ταύτην «λαμπροτάτην»· και υπέγραψαν εν τη εκθέσει εκείνη, παρεκτός αυτού, 94 έτι οπλαρχηγοί, αλλ’ εννοείται ότι το κατόρθωμα ωφείλετο καιρίως εις την στρατηγικήν πρόνοιαν, εις την σύνεσιν και εις την δραστηριότητα ενός και μόνου ανδρός.
Η Ελληνική Κυβέρνησις επανηγύρισε την ημέραν της 24 Νοεμβρίου επ’ εκκλησίας, ως ημέραν αναστάσεως της προ μικρού πεσούσης Στερεάς Ελλάδος. Ο δε Κιουταχής, καταπτοηθείς υπό της συμφοράς, έσπευσε να πέμψη τον Οσμάν Πασάν εις Δαύλειαν, ίνα αναλάβη την αρχηγίαν των σωζομένων αύτοθι τε και εις Ιερουσαλήμ, και εις Φοντάναν τουρκικών αποσπασμάτων, να προσκαλέση δε τον βεζύρην της Ευβοίας Ομέρ πασάν να εκστρατεύση αμέσως, ίνα σώση τα φρούρια της Λεβαδείας και των Σαλώνων.
.
Σημειώσεις
1. Εν τη από 26 Νοεμβρίου 1826 αναφορά αυτού προς την Διοίκησιν ο Καραϊσκάκης λέγει· «Εζήτησαν να τους συγχωρήσωμεν την ελευθέραν είσοδον διά να φύγωσιν εις τα ίδια και μας έδιδον εις χείρας τον Κεχαγιάμπεη και τον Μουσταφάμπεη· αλλ’ ημείς τους εζητήσαμεν τα όπλα και εχαρίζομεν εις αυτούς την ζωήν, εάν θέλωσιν να αναχωρήσωσιν εις τα ίδια, αλλά δεν εδέχθησαν το πρόβλημα«. Όσην όμως πίστιν και αν οφείλομεν εις το επισημον τούτο εγγραφον, προετιμήσαμεν την έκθεσιν του αρχαίου βιογράφου (μεθ’ ής συμφωνούσι κατά μέγα μέρος ο Γόρδων και ο Κ. Τρικούπης) καθό πιθανωτέραν· τωόντι άν οι πολέμιοι εδέχοντο να παραδώσωσι τους δύο αρχηγούς, είναι δύσκολον να παραδεχθώμεν ότι ο Καραϊσκάκης ήθελε προτιμήση τούτων την παράδοσιν των όπλων· διότι τα μεν λύτρα όσα ηδύναντο να λάβωσιν από τον Μουστάμπεη και μάλιστα τον βαθύπλουτον Κεχαγιάμπεη ήσαν βέβαια ανώτερα της αξίας των όπλων, ως προς δε την χρήσιν των όπλων τούτων αποχρώσα ήτο εγγύησις η ζωή των δύο εκείνων αρχηγών.
2. Κατά τινάς χειρογράφους σημειώσεις άς έχομεν προ οφθαλμών αφ’ εσπέρας μεν της 24. έδωκε μεγάλα 4 διπλά Ισπανικά φλωρία, εις κομίσαντα την του Μουσταφάμπεη κεφαλήν, την δε επιούσαν άλλα 4 διά την κεφαλήν του Κεχαγιάμπεη, και ανά έν Οθωμανικόν μικρόν φλωρίον (ρουμπιέν) δι’ εκάστην των λοιπών κεφαλών.