H Πελοπόννησος, στά χρόνια τής οθωμανοκρατίας, αποτελούσε τό ορμητήριο όλων σχεδόν τών επαναστατικών κινημάτων. Ο ελληνικός πληθυσμός υπερτερούσε τού τουρκικού καί η μόνη δίοδος διελεύσεως τού εχθρικού στρατού ήταν ο Ισθμός τής Κορίνθου. Οι ετοιμοπόλεμοι Μανιάτες, τούς οποίους οΚολοκοτρώνης ονόμαζε φρουρά τού Μαρμαρωμένου Βασιλιά, δέν είχαν επιτρέψει σέ Τούρκο νά πατήσει τά χώματά τους. Σύμφωνα μέ τόν Διονύσιο Κόκκινο, ο Περραιβός κατόρθωσε τό 1821 νά συνενώση "τάς τρείς ισχυράς οικογενείας τής Μάνης, τούς Μαυρομιχαλαίους, τούς Τρουπάκηδες καί τούς Γρηγοράκηδες. Καί οι τρείς οικογένειαι ανήγον τήν καταγωγήν των εις ευγενείς οικογένειες τού Βυζαντίου, τών οποίων μέλη κατέφυγαν εις τήν Μάνην μετά τήν κατάκτησιν." Παρότι δέν υπήρχαν αρματολίκια, υπήρχαν χιλιάδες Κλέφτες τούς οποίους όμως η Πύλη κατόρθωσε νά εξουδετερώσει τό 1806. Τότε οι περισσότεροι διέφυγαν στά Επτάνησα, γιά νά επανέλθουν στίς παραμονές τού Μεγάλου Αγώνα.
«Υπήρχαν προσέτι εις τήν Ελλάδα καί άλλα σώματα οπλοφόρα, οι λεγόμενοι Κλέπται, οι οποίοι έζων εις τά όρη ή κατέφευγον εις τήν Επτάνησον, οσάκις κατεδιώκοντο.
Χρήστος Βυζάντιος, 1837
Ότε λοιπόν ήρχισαν αι εχθροπραξίαι κατά τών Οθωμανών, προύχοντες τινες ή κοτσαμπασίδες τών επαναστατημένων επαρχιών καί οι ρηθέντες καπεταναίοι τών αρματολών καί τών κλεπτών, υψώσαντες τήν σημαίαν τής ελευθερίας καί συλλέξαντες τούς εμπειροτέρους εις τά όπλα από τούς επαναστατημένους κατοίκους, εσχημάτισαν ένοπλα σώματα.»
Τό 1820, χιλιάδες Μωραΐτες ήταν ήδη μέλη τής Φιλικής Εταιρείας καί περίμεναν τό σύνθημα γιά νά επιτεθούν στόν κατακτητή. Καί όπως διηγείται ο Πρωτοσύγκελος Αμβρόσιος Φραντζής: "Η τοιαύτη κατάχρησις τής Φιλικής Εταιρείας κατά τό 1820 καί ο απερίγραπτος ενθουσιασμός, από τήν πολλήν τυραννίαν παραβιασμένος, κατήντησε τούς απλούς νά εκφράζωνται εν τώ μεταξύ των μέ τόσον θάρρος, ως άν νά επερίμενον καμμίαν ένδοξον καί λαμπράν πανήγυριν μέ όλας αυτής τάς δόξας καί ευτυχίας.
Η αναχώρηση τού Χουρσίτ πασά καί η άφιξη τού Παπαφλέσσα απετέλεσαν σημαντικό πλεονέκτημα γιά τήν έναρξη τών στρατιωτικών επιχειρήσεων. Υπήρξαν καί πολλές καταγγελίες πρός τίς τουρκικές αρχές γιά ξεσηκωμό τών ραγιάδων, όπως τού προκρίτου της Τριπολιτσάς Κουγιά. Ο Διονύσιος Κόκκινος αναφέρει περίπτωση στήν οποία έφθασαν ξαφνικά Τούρκοι στρατιώτες σέ σπίτι όπου ήταν μαζεμένα μέλη τής Φιλικής Εταιρείας. Ευτυχώς οι Ρωμιοί σκέφτηκαν νά εμφανίσουν τή συνάθροιση ως βάφτιση ενός παιδιού καί μέ ένα μικρό μπαχτσίσι, οι Τούρκοι αποχώρησαν άπρακτοι. Υπήρχαν βεβαίως καί οι επιφυλάξεις δημογερόντων καί μητροπολιτών, όπως ήταν ο Λόντος, ο Ζαΐμης, ο μητροπολίτης Γερμανός καί αρκετοί άλλοι.
«Κατά τάς αρχάς λοιπόν τού αωκα' ανεχώρησεν ο Χουρσίτ Πασσάς καί Μεχμέτ Πασάς καί άφησαν εις τήν Πελοπόννησον επίτροπον τόν Μεχμέτ Σαλήχ Αγάν νέον Κεχαγιάν τού Χουρσίτ Πασσά.
Έφθασεν εις τήν νήσον Σπετσών Γρηγόριος τις, Δικαίος λεγόμενος καί εκείθεν μετέβη εις τήν Πελοπόννησον, συνεπιφέρων γράμματα από μέρους τού Αλεξάνδρου Υψηλάντη πρός τούς Πελοποννησίους διαλαμβάνοντα ότι η μηχανή είναι έτοιμη καί ότι μία ισχυρά δύναμις είναι σύμμαχος καί ότι νά είναι οι πάντες έτοιμοι καί εντός ολίγου θέλει φθάσει καί ο ίδιος εκεί
Ο δέ Δικαίος, άνθρωπος απαταιών καί εξωλέστατος περί μηδενός άλλου φροντίζων ειμή τίνι τρόπω νά ερεθίση τήν ταραχήν τού Έθνους, εβεβαίωνεν ότι είναι τά πάντα έτοιμα, πλάττων μιλιούνια άπειρα κατατεθειμένα ένεκα τούτου εις διάφορα ταμεία, εφόδια πολεμικά, δυνάμεις στρατιωτικάς διωρισμένας από μέρους τής Ρωσσίας, πλοία πολλά καλώς ωπλισμένα καί εφωδιασμένα καί άλλα τοιαύτα παίγνια τής φαντασίας.»
Απομνημονεύματα Παλαιών Πατρών Γερμανού
Ότι δέν κατάφερε η συνέλευση τής Βοστίτσας, τό κατάφερε ο ίδιος ο καϊμακάμης τής Τριπολιτσάς Μεχμέτ Σαλήχ, πού ζήτησε από τούς προεστούς καί τούς αρχιερείς νά προσέλθουν στήν πόλη γιά νά τούς κρατήση ομήρους. Η τουρκική εξουσία μέ σκιά υποψίας έστελνε τούς υπόπτους στήν αγχόνη καί αυτό τό ήξεραν οι άρχοντες τής Πελοποννήσου, οι οποίοι πλέον άρχισαν νά επιδιώκουν τήν άμεση έναρξη τής εξέγερσης. Αρκετοί ήταν εκείνοι πού απέφυγαν νά πάνε στήν Τριπολιτσά ή έστειλαν δικούς τους συγγενείς.
«Εις αυτούς (προύχοντες Μωριά) εφανέρωσε (ο Παπαφλέσας) τόν ερχομόν του, τόν τίτλον του ως απεσταλμένου παρά τής Γενικής Αρχής κτλ. καί ότι η 25 Μαρτίου 1821 είναι η πρώτη ημέρα τής επαναστάσεως.
Ότα εκόντευεν η προσδιωρισμένη ημέρα νά αρχίση ο πόλεμος, οι Τούρκοι τό εμυρίσθηκαν καί άρχισαν νά λαμβάνουν τά μέτρα των. Έκαμναν κάθε ημέραν συμβούλια, καί τέλος ο τοποτηρητής τού Χουρσίτ Πασιά κατά συμβουλήν τών εντοπίων αγάδων επροσκάλεσε κατά τά μέσα Φεβρουαρίου εις τήν Τριπολιτσάν όλους τούς επισημοτέρους προκρίτους καί αρχιερείς τής Πελοποννήσου, από τούς οποίους πολλοί εξεκίνησαν καί επήγαν.
Πολλοί όμως έκαμαν τόν άρρωστον καί ανέβαλαν διά κάμποσαις ημέραις τόν πηγαιμόν των. Ο τοποτηρητής ενόμισεν ότι άν πιάση καί φέρη τούς προκρίτους καί τούς αρχιερείς εις τήν Τριπολιτσάν, ο ραγιάς δέν θά τολμήση νά κάμη κανένα κίνημα.»
Απομνημονεύματα Περί τής Ελληνικής Επαναστάσεως υπό Φωτάκου, Πρώτου Υπασπιστού τού Θεοδώρου Κολοκοτρώνου
Ο Λόντος μέ τόν Γερμανό, σύμφωνα μέ τά απομνημονεύματα τού Δεσπότη τών Παλαιών Πατρών, έκαναν ένα τέχνασμα γιά νά αποφύγουν τήν μετάβασή τους στήν Τριπολιτσά. Πήραν γιά συνοδεία έναν τάταρη (ταχυδρόμο) Τούρκο καί στόν δρόμο γιά τήν Τριπολιτσά, εμφανίστηκε σέ προκαθορισμένο σημείο ταχυδρόμος μέ πλαστό γράμμα, τό οποίο ανέφερε ότι τάχα τούς περίμενε η αγχόνη μόλις θά έμπαιναν στήν πόλη. Κάνοντας τούς ταραγμένους έδειξαν τό γράμμα στόν Τούρκο καί επέστρεψαν στή Μονή της Αγίας Λαύρας. Ο καϊμακάμης τής Τριπολιτσάς δέν κατάλαβε τό τέχνασμα καί έστειλε τόν Ανδρέα Καλαμογδάρτη νά τούς πείσει νά προσέλθουν στήν πόλη του, διότι δέν υπήρχε κανένας κίνδυνος.
Ο Καλαμογδάρτης, ο οποίος δέν ήταν μέλος τής Εταιρείας, φυσικά δέν έπεισε τούς προεστούς γιά τίς καλές προθέσεις τού Σαλήχ Αγά καί επέστρεψε άπραγος. Οι δέ προύχοντες σύμφωνα μέ τόν Κόκκινο, τήν 10η Μαρτίου 1821 βρίσκονταν στήν Αγία Λαύρα καί εκεί έκαναν διαδοχικές συζητήσεις γιά τό τί πρέπεινά πράξουν. Καί πάλι οι γνώμες γιά τήν επανάσταση ήταν διχασμένες, αλλά αυτή τή φορά επικράτησε η άποψη τού Ασημάκη Φωτήλα καί τού Σωτήρη Χαραλάμπη, ότι εδώ πού έφθασαν τά πράγματα έπρεπε νά επισπευθεί η επανάσταση.
Τήν επομένη, οι κεφαλές τής Αχαΐας ανεχώρησαν από τή Μονή της Αγίας Λαύρας Καλαβρύτων. Οι Παλαιών Πατρών Γερμανός, Κερκίνης Προκόπιος καί Ανδρέας Ζαΐμης πήγαν στά Νεζερά (χωριά τού Ερύμανθου), οι Ασημάκης Ζαΐμης καί Ασημάκης Φωτήλας στήν Κερπινή, ο Παναγιώτης Φωτήλας στό Λιβάρτζι, ο Σωτήρης Θεοχαρόπουλος στή Ζαρούχλα καί ο Ανδρέας Λόντος στά Βούρα (Διακοφτό). Τή σπίθα της ελευθερίας θά τήν άναβε ένας άσημος Καλαβρυτινός. Ένας επιστάτης τών ταχυδρομείων από τό χωριό Σόλο τής Αχαΐας. Ο Νικόλαος Χριστοδούλου ή Σολιώτης.
«Τό Ελληνικόν Έθνος αφ' ού υπέκυψεν εις τόν βάρβαρον καί σκληρότατον ζυγόν τής οθωμανικής τυραννίας, υστερήθη όχι μόνον τήν ελευθερίαν του, αλλά καί πάν είδος μαθήσεως, καί κατήντησε νά μή γνωρίζη ουδέ τήν πάτριόν του γλώσσαν, εκτός ολίγων τινών πεπαιδευμένων, οπού κατά καιρούς ήκμασαν, τών οποίων τά συγγράματα μαρτυρούσι τήν εις τάς μαθήσεις πρόοδόν τους. Καί ήταν ενδεχόμενον νά εκλείψη διόλου από τό Έθνος η Ελληνική Γλώσσα, εάν δέν τήν διέσωζεν η Εκκλησία πρός ήν οφείλεται καί κατά τούτο ευγνωμοσύνη.»
«Ο Παλαιών Πατρών εκάλεσε τόν εν Βοστίτση φίλον του Λόντον εις σύσκεψιν, καί τήν επαύριον τής αφίξεώς του επεσκέφθησαν αμφότεροι τόν διοικητήν τών Πατρών Σεκήρ Αγάν, εντόπιον, καί ηύραν παρ' αυτώ πλήρη συνέλευσιν τών εντοπίων αγάδων σκεπτομένων περί τών πραγμάτων.
Ο Λόντος ενόησεν ότι οι Τούρκοι ήσαν μάλλον φοβισμένοι ή ωργισμένοι διά τούτο τοίς ελάλησε θαρραλέως.
"Αγάδες, επανάστασις τών ραγιάδων δέν γίνεται χωρίς νά θέλωμεν ημείς οι πρόκριτοι καί ημείς, χάρις εις τόν μεγαλοδύναμον Θεόν καί εις τόν πολυεύσπλαγχνον αυθέντην μας, είμεθα πλούσιοι καί κτηματίαι ως καί σείς. Ημείς ενθυμούμεθα ότι έμειναν γυμνοί καί πεινώντες οι αποστατήσαντες πρό τινών ετών πατέρες μας, καί δέν επιθυμούμεν νά πάθωμεν τά αυτά.
Ημείς σάς εγγυώμεθα τήν ησυχίαν τού τόπου, καί σάς προσφέρομεν καί πάσαν συνδρομήν εις τήν είσπραξιν τών βασιλικών εισοδημάτων, κινδυνευόντων νά χαθώσιν."»
«Εν τώ μεταξύ ο καϊμακάμης ζητεί οδηγίας από τόν Χουρσίτ. Μετ' ολίγον φθάνει διά τού ταχυτέρου δρόμου καί τρόπου από τό στρατόπεδον τών Ιωαννίνων ο τεφτερχαγιάς τού πασσά, φέρων εις τόν καϊμακάμην τά αντίγραφα δύο φιρμανιών τού σουλτάνου, διά τών οποίων εδίδετο εις τόν Χουρσίτ πασσάν η απόλυτος εξουσία νά θανατώση τούς αρχιερείς, τούς προκρίτους καί τούς εμπόρους τής επαρχίας πού θά παρείχαν υποψίας ότι κινούνται πρός επανάστασιν.
Ο καϊμακάμης ελάμβανεν εντολήν νά καλέση εις τήν Τριπολιτσάν τούς επιφανείς εκάστης πόλεως τής Πελοποννήσου καί νά τούς φυλακίση.»
«- Αλλάχ , αλλάχ, πώς σκοτώνουν τούς αφεντάδες τους, τά σκυλιά οι ραγιάδες!
Οι Τούρκοι σφάζονται στό Μοριά καί οι Τουρκάλες θρηνούν.»
Ιωάννης Φιλήμων«Ο Κωνσταντίνος ο μικρός, κι Αλέξης ο μεγάλος
καί τό μικρό Βλασόπουλον αντάμα τρών καί πίνουν
κ' εκεί πού τρών καί πίνουνε, καί συχνοχαιρετιώνται,
φώνή τούς ήρτ' απ' ουρανούς, κ' απ' Αρχαγγέλου στόμα.
- Εσείς τρώτε καί πίνετε, κ' οι Τούρκοι σάς κουρσεύουν,
πήραν τ' Αλέξη δυό παιδιά, τού Κωσταντά τή μάνα,
πήραν καί τού Βλασόπουλου τήν ώμορφη αδερφή του.
Όσο νά στρώση ο Κωσταντάς, νά σαλιβώση ο Αλέξης,
τό άξιο τό Βλασόπουλο απάν' στή σέλλα 'βρέθη.
Τού παραγγέλνει ο Κωσταντάς, τού παραγγέλνει Αλέξης
- Άν ήναι χίλιοι σκότωσ' τους, κ' αν είναι δυό χιλιάδες,
κ' αν ήν' καί τρείς καί τέσσαρες, γύρισε, μίλησέ μας:
Ψηλή ραχούλ' ανέβαινει, κάθεται τούς μετράει,
μετράει τούς Τούρκους καί μετράει, καί μετρημούς δέν είχαν,
κάνει σταυρό σά Χριστιανός καί μέσα σ' αύτους μπαίνει.
Δύο τουφεκιαίς τωδώκανε μέσα στά σωθικά του,
η μιά τόν πέρνει στήν καρδιά, κ' η άλλη στά πλεμόνια.»
Δημοτικό γιά τό κλεφτόπουλο, Ζαμπέλιου Σπυρίδωνος, Συλλογή Δημοτικών Ασμάτων
ΑΡΧΕΙΟ ΦΩΤΙΟΥ ΣΤΑΥΡΙΔΗ
ΑΙΩΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου