Μόλις όμως έφτασαν κάτω από το ακρωτήριο και μπήκαν στον βαθύ κόλπο, που είχε σχήμα μισοφέγγαρου, οι φωνές των κωπηλατών ακούγονταν πιο δυνατά, ενώ τα τραγούδια του κελευστή έφταναν στη στεριά καθαρά…
Γιατί ένα φαράγγι εκτεινόταν από την παραλία ως τον κάμπο και δεχόταν σα μουσικό όργανο τους ήχους, αναπαράγοντάς τους όλους πεντακάθαρα, ιδίως τον ήχο των κουπιών και τη φωνή των ναυτών. Ήταν πραγματικά ευχάριστο να τ’ ακούς…
«Επεί δε άκρα τινί υποδραμόντες εις κόλπον μηνοειδή και κοίλον εισήλασαν, μείζων μεν ηκουέτο βοή, σαφή δε εξέπιπτεν εις την γην τα των κελευσμάτων άσματα… Κοίλος γαρ τω πεδίω αυλών υποκείμενος και τον ήχον εις αυτόν ως όργανον δεχόμενος πάντων των λεγομένων μιμητήν φωνήν απεδίδου, ιδία μεν των κωπών τον ήχον, ιδία δε την φωνήν των ναυτών. Και εγίνετο άκουσμα τερπνόν.»
(Λόγγου, Δάφνις και Χλόη, Γ’ 21)
ΑΙΩΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ