Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2024

ΕΓΚΛΗΜΑ ΕΙΝΑΙ Η ΠΑΡΑΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ: ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΟΝ κ. ΝΙΚΟ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΑΚΗ


του Μάνου Ν. Χατζηδάκη

Στις 7.11.2024, η εφημερίδα «Καθημερινή» δημοσίευσε μία συ­­νέ­­ντευ­ξη του κ. Νίκου Χριστοδουλάκη, πρώην υπουργού οικονομίας και οι­κο­νο­­μι­κών (2001-2004) και συμβούλου του Κώστα Ση­μί­­τη, ο οποίος επι­μελήθηκε την έκδοση των πρα­­κτι­κών ενός συνε­δρί­ου υπό την αι­γί­­δα της Βουλής με τίτλο «Τα Οικο­νο­μικά της Δικτα­το­ρίας 1967-19­­74». Τα κύρια επιχειρήματα που προβάλλονται στο Συνέδριο αυ­­­­­τό έρ­χο­νται σε απόλυτη διάσταση με τις επίσημες εθνικές και διε­θνείς οικονομικές αναλύσεις και πηγές.

Σε αυτήν την δημοσίευση όμως θα σχολιάσουμε τους βασικό­τε­­­ρους ισ­χυ­­ρισμούς που διατύπωσε ο κ. Χριστοδου­λά­κης στην συ­νέ­ντευ­ξή του, με τίτλο «Τα οικονομικά εγ­­κ­λήματα της xού­ντας»[1]:

1) Χαρακτήρισε τα στελέχη των Κυβερνήσεων εκείνων με την φράση: «ένα μάτσο αγράμματοι και άσχετοι με τα οικονομικά». Και ισ­χυρίστηκε ότι «τα πρώτα χρόνια διατήρησαν σε πολ­λές θέσεις-κλει­­διά τους ίδιους επικεφαλής και έτσι συνεχίστηκε η στα­θερό­τη­τα και η ανάπτυξη της προηγούμενης περιόδου».

Ο συγκεκριμένοι χαρακτηρισμοί δεν αρμόζουν σε επίπεδο πα­νε­πιστη­­μια­­κό ή επιστήμονα και σε αυτούς καταφεύγουν συνή­θως όσοι έχουν έλ­λεί­ψη ουσιωδών επιχειρημάτων.

Οι κα­­­θη­γητές Ηλίας Μπαλόπουλος, Ιωάννης Κούλης, Λουκάς Πά­­­τρας, Ηλί­ας Δη­μητράς, Κωνστα­ντίνος Θάνος, Ιωάννης Χο­λέ­βας, Δημ. Τσά­­κωνας δεν ήταν «ένα μάτσο αγράμματοι ή διατηρημένοι». Οι οικονομολόγοι Ιούλιος Ευλάμ­πιος, Ιω­αν­­νης Ρο­δι­νός-Ορλάνδος, Εμ­­μ­ανουήλ Φθενά­κης, Αρι­στείδης Δημό­που­λος, Ορέ­­­στης Γιάκας, Νι­κόλαος Εφέ­σιος δεν μπορούν να χαρακτηριστούν «άσ­χε­τοι με τα οικονομικά». Προσωπικότητες όπως οι Παν. Πι­­­πι­νέλης, Κωνστα­ντί­­­νος Βο­βο­λίνης, Απόστολος Βογιατζής, Επα­μει­­νώνδας Τσέλλος, Πα­ν. Παπαπαναγιώτου, Άγγελος Τσου­­καλάς κάθε άλλο παρά «κα­ρα­βανάδες, ήταν.[2] Ακόμη βέβαια και ο «καρα­βα­νάς» Νικό­λα­ος Μα­κα­­ρέζος είχε τρία οικονομικά πτυχία…

2) Ο κ. Χριστοδουλάκης δήλωσε ότι το δικτατορικό καθεστώς της 21ης Απ­ρι­λίου: «σχεδόν σε όλους τους το­­­μείς πήγε πίσω την οι­κο­νομία». Η δήλωση αυτή δεν υποστηρίζεται από κανένα βασικό οι­κονομικό δεί­κτη. Ενδεικτικά αναφέρουμε τον πιο βασικό οι­κο­νο­μικό δεί­κτη που είναι το Α.Ε.Π. Η μέση ετή­σια αύ­ξη­ση ανά κυ­βε­ρνη­τικές περιό­δους σε πο­σο­στιαίες μο­νά­δες κατά την 40ετία 1953-1993, υπή­ρξε η εξής:

- Κυβέρνηση Αλ. Παπάγου (Ελλ. Συναγερμός) 1953 - 1955: …..7,76%

- Κυβέρνηση  Κων/νου Καραμανλή (Ε.Ρ.Ε.) 1956 - 1963:……….5,99%

- Κυβερνήσεις Γ. Παπανδρέου - “αποστατών” (Ε. Κ.) 1964-1967.6,68%

- Κυβέρνηση Γεωργίου Παπαδοπούλου 1968 - 1973:............8,1%

- Κυβερνήσεις Καραμανλή - Ράλλη (Ν.Δ.) 1975 - 1981:............3,7%

- Κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου (ΠΑ.ΣΟ.Κ.) 1982 - 1989:…....2,1%

- Κυβερνήσεις Τζανετάκη - Γρίβα - Ζολώτα 1989 - 1990:…….....1,5%

- Κυβέρνηση Κ. Μητσοτάκη (Ν.Δ.) 1990 - 1993:…...................0,75%

Συγκριτικά, ο μέσος ετήσιος ρυθμός αυξήσεως του Α.Ε.Π. την περίοδο 1968-1973 ήταν 8,1%. Υπήρξε ο υψη­λό­τε­ρος πού πρα­γμα­τοποιήθηκε στην οικονομική μας ιστο­­ρία.[3] Και σχεδόν ο διπλά­σιος των χωρών της ΕΟΚ που ήταν 5,1%. Η Χώρα κατέλαβε την δεύτερη θέση των χωρών-με­λών του Ο.Ο.Σ.Α. σε ρυθμό αυξή­σεως, μετά την Ιαπωνία.

Οι «Fi­nancial Times» απένειμαν στην Χώρα μας δυό συ­νεχό­με­νες φορές τό “OSCAR Οικονομίας”. Μία για το έτος 1971 και μία για το έτος 1972. Στο φύλλο της 15.1.1973 έγραφαν: «Για την κα­λύ­­τερη γενική (all round) επίδοση: Το πρώτο βρα­βείο των Χω­ρών “υψηλής αυξήσεως εισοδήματος”, απονέ­με­ται στην Ελ­λά­δα, για την επί­τευξη ενός ρυθμού ανα­πτύξεως 8,5%, με πα­ράλληλη ισχυ­ρή θέ­ση ως προς την νομισ­ματική σταθε­ρότη­τα, επίτευγμα για το οποίο απέ­σπασε δί­καια τον έπαινο του Ο.Ο.Σ.Α. Την δεύτερη θέση κατέ­λα­βε η Γαλ­λία και την τρί­τη η Αυστραλία».

Πέραν των αστηρίκτων ισχυρισμών του κ. Χριστοδουλάκη σχε­­τικά με τις οικονομικές επιδόσεις του δικτατορικού καθεστώ­τος θεωρώ ότι ο ίδιος θα ήταν πιό χρήσιμος αν μας ανέλυε το πώς κατάφεραν οι –κατά την κρίση του- ικανώτεροι οικονομολόγοι της μεταπολιτεύσεως, του ιδίου περιλαμβανομένου, να έχουν τις ση­μαντικά χειρότερες επιδόσεις που αναφέρονται ανωτέρω. Επι­πρόσθετα, να μας εξηγήσει το πώς, αυτά τα «λαμπερά μυαλά» κα­τάφεραν να χρεωκοπήσουν την χώρα το 2010, παρ’ όλες τις εξαι­ρε­τικά σημαντικές χρηματοδοτήσεις της Ε.Ο.Κ./Ε.Ε. κατά το ίδιο διά­στημα.

3) Κατά τον κ. Χριστοδουλάκη, η δικτατορία «άνοιξε τις πύ­λες για μια ασύδοτη εισβολή Ελλήνων και ξένων επιχειρηματιών στη βιομηχανία». Από που συνάγεται ότι ήταν ασύδοτη εισβολή και όχι προγραμματισμένη προσέλκυση επενδύσεων;

Οι επιχειρήσεις αλλοδαπών κεφαλαίων που έλα­βαν άδεια εγ­κα­­ταστάσεως από Απρίλιο 1967 μέχρι Απρίλιο 1973 ήταν 683: 522 ναυτιλιακές και 161 εμποροβιομηχανικές. Εάν το ζητού­με­νο ήταν το μεταπολιτευτικό πρότυπο αναπτύξεως της πλή­ρους από­επενδύσεως και αποβιομηχανοποιήσεως, θα μπορού­σα­με όν­τως να χαρακτηρίζουμε τις συγκεκριμένες επενδύσεις ως ει­σβο­­λή.

Ενδεικτικά αναφέρουμε, μερικούς από αυτούς τους «εισβο­λείς» που μετά το 1974 υπουργοί και οικονομικοί σύμβουλοι «η­ρω­ϊ­­­κά» εκδίωξαν α­πό την Ελλάδα, αφήνωντας χιλιάδες εργαζό­με­νους στον δρόμο: Έλαια ΔΑΝΕΞ, Ιντέαλ Στα­ν­ταρτ (2 εργοστά­σια), U­nion Carbide Hellas, Ελληνικά Υαλου­ργεία Ελευσίνος Α.Ε., ΑΚ­ΜΗ Α.Ε., Επιχειρήσεις εν Ελλάδι Α.Ε. (με 100.000 τόν­νους δι­πύρου μαγνησίας ετη­σί­ως), Hellatex Α.Ε., Mo­nyal, Hen­nin­­­ger-Ελλάς, Τσι­μέ­ντα Χαλκί­δος, Βιοφάρμ Α.Ε., Ho­echst Ελ­λάς Α.Β.Ε­.Ε., Αθη­ναϊκή Χαρτο­ποιϊα Α.Ε., Motor Oil, Ura­nya Hel­las, Lan­dis & Gyr Hellas, Εργοστάσιο Σκα­λι­στή­ρη πυ­ριμάχων πλίν­­θων, Μεταλλουργική-Χάλυψ, Σωληνου­ργεί­α Α­θη­νών Α.Ε. (δύο μονάδες), Νεστλέ-Ελλάς, Dogasi, ΑΝΕΜΗ Α.Ε., Μ.Ε.Β.Ε.Α., Ελλη­νική Εταιρεία Κα­τασκευής Αυτοκινήτων Α.Ε., Peugeot–Re­nault, Steyer-Hellas.

Αυτές οδήγησαν την πε­ρίο­δο 1967-1973 σε δεί­κτη όγκου βιο­μηχανικής παραγω­γής 10,47%, ενώ την πε­ρίο­δο 1958-1966 ή­ταν 9,91%, την περίο­δο 1975-1981 (Ν.Δ.) έπε­σε στο 4,29% και την περίοδο 1982-1989 (ΠΑ.ΣΟ.Κ.) καταβαραθρώθηκε στο 0,60%.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η κατηγορία του κ. Χριστοδουλάκη σχε­­τικά με την «ασύδοτη εισβολή» δεν γίνεται -προφανώς- από­δεκτή από τα σύγχρονα «λαμπερά οικονομικά μυαλά» τα οποία έχουν αναδυθεί σε μία πολυετή προσπάθεια προσελκύσεως ξένων επενδύσεων στην χώρα μας, προσφέροντας μάλιστα παντός εί­δους διευκολύνσεις σε όσους προβούν σε αυτές. Το γεγονός μάλι­στα ότι οι επενδύσεις αυτές καρκινοβατούν παρ’ όλη την πα­ροχή κινήτρων (π.χ. Golden Visa) μάλλον κατυχυρώνει την «ασύδοτη ει­σβολή Ελλήνων και ξένων επιχειρηματιών στη βιο­μηχανία» ως μία μεγάλη επιτυχία των «αγραμμάτων και ασχέτων με τα οικονομικά» παραγόντων της επταετίας.

4) Επί του θέματος της ΔΕΗ:

Από την ίδρυση της τό 1950 μέχρι το 1967 (επί 17 χρό­νια), εί­χαν ηλε­κτροδοτηθεί 3.281 χωριά καλύπτοντας το 73,4% της επι­­­κρατείας. Την περίοδο 1967-1973 (εντός 6ετί­ας), ηλε­κτρο­­δο­τη­­θη­καν 5.634 χωριά καλύπτοντας το 98,7% της επικρα­τείας. Η πο­σο­στιαία αύξ­ηση ήταν 300% ένα­ντι της προηγού­με­νης 6ετίας 1961-1966. Η εγκατεστημένη ισ­χύς από 1.385 MWH το 1967, έφτα­σε τις 3.443 MWH το 1973, ση­­μειώ­­νοντας αύξηση 148,59%.

Από το 1971 η χώρα κατατά­χθη­κε από τον ΟΟΣΑ στην πρώτη θέση διε­θνώς σε ρυθμό αυξήσεως ηλε­­κτρι­κής ενερ­γεί­ας.[4]

5) Επί της τουριστικής αναπτύξεως: O κ. Χριστοδουλάκης θεω­­ρεί ότι έγιναν «μεγα­θή­­ρια ξενοδοχείων» που κατέστρεψαν «τα ήπι­α πρότυπα τουρι­στι­­κής ανάπτυξης που είχαν ξεκινήσει τη δεκαετία του 1950». Αγνοεί εσκεμμένα ότι η «ήπια ανά­πτυ­ξη» των 996.473 τουριστών τό 1967, τριπλασιάστηκε σε 2.731­­.5­87 περιη­γητές τό 1972, σημειώνοντας ποσοστιαία αύξηση πε­ρί­που 130%.

-Εντός της 6ετίας 1967-1973, έγι­ναν 421 νέες ξενοδοχεια­κές μονάδες πού προσέθεσαν 81.249 νέ­ες κλίνες (διπλα­σια­σμός).

-Το τουριστικό συνάλλαγμα από 126.­800­.­000 δολλάρια τό 1967, έφτασε τα 401.050.000 δολλάρια τό πρώτο 9μηνο τοῦ 1973, (υπερτρι­πλα­σιασμός). Σύμφωνα με τον Ο.Ο.Σ.Α., η χώρα μας κατέλαβε από τον την πρώτη θέση σε ρυθ­μό τουρι­στι­κής αναπτύξεως από το 1971 και έπειτα.[5]

6) Ο ισχυρισμός του ότι τό­τε καθιερώθηκαν οι «ανεξέλε­γ­κτοι όρο­φοι και ότι «η ζημιά στο πε­ρι­βάλλον δεν ακυρώνεται πλέον» είναι ανυπόστατος. Η πολεο­δο­μική αναρχία της πε­ριόδου 1956-63, η σωρεί­α των αυ­θαι­ρέτων και η αστυφιλία της περιόδου Καραμανλή είναι αρκούντως τεκμηριωμένη ώστε να μην χρειάζε­ται περαιτέρω ανάλυση.

-Με το Ν.Δ. 10­33/1971 γιά πρώτη φο­ρά εισήχθη στην Ελλά­δα ο θεσμός της Ενεργού Πολεο­δο­μίας με τον οποίο δημιουργή­θη­καν οι Ζ.Ε.Π. (Ζώνες πολεο­δο­μι­κών συγ­κρο­­τημάτων).

-Με το Ν.Δ. 1262/1972 θεσμοθετή­θηκε η σύνταξη Ρυθμιστι­κών Σχεδίων Πόλεων.

-Με το Ν.Δ. 8/1973 συντάχθηκε νέος Γενι­κός Οικοδομικός Κανονισμός.

Τέλος στις 8.11.1972 υπογράφηκαν δύο Συμ­­­­­βάσεις με τον οί­κο Δοξιάδη. «Δια την εκπόνησιν Εθνικού Χω­­­­­­ρο­ταξικού Σχε­δίου και Προγράμματος της Ελλάδος» και «Δια την εκπό­νησιν Χω­ρο­ταξικού Προγράμματος περιοχής Πρω­­τευ­ού­σης»….

7) Κατά τον κ. Χριστοδουλάκη «στην κρίση του δο­λα­ρίου το 1972, τα έκαναν μαντάρα» και «“κατάφεραν” να πλημ­­­μυ­ρίσουν την Ελλάδα με πληθωρισμό που κράτησε αρκετά χρό­­νια». Τα στοι­χεία όμως καταρρίπτουν τους ισχυρισμούς του:

Στο Μηνιαίο Στατιστικό Δελτίο του Απριλίου 1971, ο Ο.Ο.Σ.Α. συμπέρανε ότι η Ελλάδα πέτυχε τόν μι­κρότερο μέσο ετήσιο ρυθμό ανόδου τιμών των χωρών-μελών του καθ’ όλη την 4ετία 1967-19­70. Η οικονομική επιθεώρηση «Vision», στις 14.1.1972, ανέφε­ρε: «Η Ελλάδα διατήρησε και κατά την διάρκεια του 1971, με ση­­μαντική μάλιστα διαφορά, την πρώτη θέση διεθνώς από πλευ­­ράς νομισματικής σταθε­ρό­τη­τος». Το πρώτο OSCAR Οικο­νο­μίας που έλαβε η Χώρα το 1971, ανέ­φερε συν τοις άλλοις ως αιτιολογία και το ότι πέ­τυχε «την καλ­ύτερη αντιπλη­θω­ριστική πολιτική του έτους 1971».[6]

Στά Δελτία Φεβρουα­ρίου και Ιουλίου 1972 του Ο.Ο.Σ.Α, βλέ­πουμε ότι και το διά­στημα Μαρτίου 1971-Μαΐου 1972 η Χώρα μας διατηρούσε την πρώτη θέση σε χαμηλό τιμά­ρι­θμο, με δεύ­τε­ρες τις Η.Π.Α. Τo 1972 ο διεθνής πληθωρισμός εκτοξεύθηκε. Στην Χώρα μας το τελευταίο τρίμηνο του έτους εκείνου, ανέβηκε στό 4,3% που ήταν το χαμη­λό­τερο της Ευρώπης.[7] Στην ετήσια έκθε­ση του Ο.Ο.Σ.Α. τον Ιούνιο του 1975 ανα­φε­ρόταν: «Η Ελλά­δα παρου­σία­σε κατά την περίοδο 1967-1972 τον μικρότερο ρυθμό αυ­ξή­σεως του τι­μαρίθμου από όλες τις χώρες του Ο.Ο.­Σ.Α.».

Τό 1973 ξέσπασε η πετρελαϊκή κρίση που οδήγησε σε τε­τρα­­­­πλασιασμό της τιμής του πετρελαίου. Κατηγορείται η τότε Κυ­βέ­­ρνηση ότι έμεινε προσδεδεμένη στο δολλάριο. Και όμως:

Ο Ο.Ο.Σ.Α. («Main Economic Indi­ca­tors», τεύχος Ιουλίου 1973), συμπέρανε ότι η Χώρα μας κατείχε και πάλι την πρώτη θέ­ση σε χαμηλό τιμάριθμο το πρώτο τρίμηνο του 1973. Ο Gordon Tether, στο φύλλο της 14.4.1973 των «Financial Times», έγραφε: «Η χώρα αυτή, σημείωσε προσφάτως το καλύ­τερο αντι­πλη­θω­­ριστικό επίτευγμα έναντι οποιασδήποτε άλλης ευρω­παϊ­κής χώρας και εισήλθε στην διανυόμενη δε­καε­τία με την φή­μη της πλέον συναγωνιστικής χώρας…».

Στην Σύνοδο Υπουργών του Ο.Ο.Σ.Α. (6-8 Ιουνίου 1973), δια­­πι­­στώθηκε οτι η Ελλάδα βρίσκε­ται σε πολύ καλύτερη κα­τά­στα­­­ση αυξήσεως τιμών από οποια­δήποτε άλλη χώρα-μέλος του.[8] Μέχρι τον Οκτώβριο του 1973, ο τιμάριθμος σημείωσε άνο­­δο 9,2% και η Χώρα συνέχιζε να κατέχει την πρώτη θέση σε χαμηλό τιμά­ρι­θμο σε παγ­κόσμια κλίμακα.

Μόνο μετά το πραξικόπημα της 25ης Νοεμβρίου 1973 και την ανατροπή του Παπαδόπουλου η δημοσιονομική κατάσταση ανα­τρά­πηκε: Το τελευταίο δίμηνο του 1973 ο τιμάριθμος σημείωσε μεγάλη άνοδο 25,1%. Έτσι το 1973 έκλεισε με τελική άνοδο του τιμαρίθμου στο 15,5% (σύμμειξη του 9,2% μέχρι Οκτωβρίου καί του 25,1% μέχρι Δεκεμ­βρίου).[9]

Ο πληθωρισμός όμως και πάλι αναχαιτίσθηκε πριν την μετα­πο­­λίτευση και συγκεκριμένα τον Απρίλιο του 1974. Το 4μηνο Απ­ριλίου-Μαΐου 1974 περιορίσθηκε στο 3,7%.[10] Αυτό σε ετήσια βά­ση αναλογούσε στο 11,1, ποσοστό μικρότερο από το 13,4 με το οποί­­ο τελικά έκλεισε το έτος 1974 υπό την Κυ­βέ­ρνη­ση Καραμαν­λή, που κατείχε την εξουσία το τελευταίο 5μηνο του 1974.

8) Σύμφωνα με τον κ. Χριστοδουλάκη το καθεστώς «μεί­ωσε το βιοτικό επίπεδο των μισθωτών».

Ισχυρίζεται συγκεκριμένα ότι «η χούντα κρα­τού­σε παγωμέ­νους» τους μισθούς. Οι νόμοι της περιόδου τον διαψεύδουν. Συντε­λέ­σθηκαν δύο με­γά­λες αυ­ξή­σεις κατωτάτων μισθών και ημε­ρομισθίων όλων των ερ­γαζομένων: Η πρώτη κατά 15% έγινε σε δύο δόσεις: 7% από 1.10.1968 και 8% από 1.5.1969. Η δεύτερη κατά ακόμη 12% έγινε επίσης σε δύο δόσεις: To 6% από 1.10.­1971 και το υπό­λοιπο 6% από 1.7.1972.

Τα ποσοστά «συρρικνώ­σεως» του εισοδήματος των μισθωτών επί του ΑΕΠ που αναφέρει είναι τουλάχιστον αμφισβη­τή­σιμα.  Σύμ­φωνα με το Διεθνές Γραφείο Εργασίας η Ελλάς κα­τείχε από το 1969 την πρώτη θέση μεταξύ 180 χωρών σε ποσο­στό αυξή­σε­ως αμοιβής των εργαζομένων.[11] Εξάλλου, σύμφω­να με στα­τι­­στική του Ο.Ο.Σ.Α., η χώρα κατέλαβε την πρώτη θέση στην Ευ­ρώ­πη και την δεύτερη παγκοσμίως σε αύξηση του πρα­­γμα­τι­κού εργατικού εισοδήματος.[12]   

Ενδεικτικό είναι ότι οι μηνιαίες αποδοχές των εργαζομένων από 4.522 δρχ. το 1966 έφτασαν σε 10.619 δρχ. το 1973 σημειώ­νο­ντας συνολική αύ­­ξηση 134,8% και μέση ετησία αύξηση περί­που 14%. Τότε δη­λα­δή επι­τεύχθηκε για πρώτη φορά σύνδεση α­μοι­βής εργα­σίας και πα­­ρα­­­γωγικότητος.

9) Κατά τον κ. Χριστοδουλάκη: «με τη χούντα… η απασχόληση μειώθηκε ακόμη πιο γρήγορα, επει­δή έφευγαν πολλοί, λόγω των διώ­ξεων του καθε­στώ­τος». Εν ολίγοις ισχυρίζεται ότι η εξάλειψη της ανεργίας οφειλόταν στην με­­τανάστευση.

Το μεταναστευτικό ρεύμα έχει ως εξής:

Τήν διετία 1965-1966 μετ­α­νά­­στευσαν στο εξωτε­ρι­­κό 204.063 Έλληνες.

Τα ρεύ­μα­τα μεταναστεύσεως-παλλινοστήσεως την πε­ρίο­­δο 1969-1973, είναι τα ακό­­λουθα:

1969: Μετανάστευσαν 91.552. Παλλινόστησαν 18.132. Καθα­ρή με­τανάστευση 73.420.

1970: Μετανάστευσαν 92.684. Παλλινόστησαν 22.665. Καθα­ρή μετανάστευση 70.019. (μείωση 4,6%)

1971: Μετανάστευσαν 61.748. Παλλινόστησαν 24.709. Καθα­ρή μετανάστευση 37.039 (μείωση 47,1%)

1972: Μετανάστευσαν 43.397. Παλλινόστησαν 27.552. Καθα­ρή μετανάστευση 15.875 (μείωση 57,2%)

Δηλαδή, η καθαρή μετανάστευση από 73.420 άτομα το 1969 μειώθηκε σε 15.875 άτομα το 1972.

Η μείωση της μεταναστεύσεως οφειλόταν τόσο στην διεύρυν­ση της αγοράς εργασίας όσο και στην οικονομική ευμάρεια στην αντίστοιχη οικονομική περίοδο.

10) Κατά τον κ. Χριστοδουλάκη «η έξω­σή μας από το Συμβού­λιο της Ευρώπης» προκάλεσε «διακοπή της εντα­ξια­κής πορείας προς την τότε ΕΟΚ». Μετά την έξοδό μας από το Συμ­βού­λιο της Ευ­ρώπης το 1969:

- Ιδρύθηκε Επιτροπή Ευρωπαϊκής Συνεργασίας και στις 20.­2.­1970 επετεύχθη η σύγκληση του Συμβουλίου Συνδέ­σεως Ελ­λά­δος - Ε.Ο.Κ.  με εφαρμογή του νέου δασμολογίου.

- Στις 4.9.1970 ανακοινώθηκαν νέα μέτρα που εκφράσθηκαν με την 1574/70 απόφαση της Νομισματικής Επιτροπής που έκ­το­­τε απετέλεσε τον κύριο άξονα συστήματος προωθήσεως των εξα­γωγών ελληνικών βιομηχανικών προϊόντων στην ΕΟΚ.

- Ολοκληρώθηκαν δύο θεσμικά επιτεύγματα προσαρμο­γής στα ευρωπαϊκά επίπεδα: Η ίδρυση των ΚΑΤΕΕ και το Ν.Δ. 400/1970 «περί ιδιωτικής ασφαλίσεως».

- Με το Ν.Δ. 136/69 ιδρύθηκε το Συμβούλιο Οικονομι­κώς Ενε­ργού Πληθυσμού πού αποτελούσε εισαγωγή θεσ­μού αντι­στοί­χου με την Οικονομική και Κοινωνική Επι­­τροπή της Ε.Ο.Κ. και θεωρήθηκε ο πρώ­τος θε­σμός ευρω­παϊ­κού μέλλο­ντος. Στις 15 συ­νε­­δριάσεις του έκα­νε όλη την προε­ργασία για την με­τέπειτα πλή­­ρη ένταξή μας στην Ε.Ο.Κ.

- Τον Φεβρουάριο του 1971 η ευνοϊκή για την ελληνική οικο­νο­μία, Έκθεση του ΟΟΣΑ, οδήγησε την Ε.Ο.Κ. στην επανε­ξέ­ταση της ενεργοποιήσεως του Πρωτοκόλλου 19 για την χρη­ματο­δό­­τηση έργων υποδομής στην Ελλάδα.

- Με το Ν.Δ. 1080/1971 «περί φόρου κύκλου εργασιών». ετέθη σε εφαρμογή ο μεταβατικός νόμος για την πρώτη εισαγωγή του Φ.Π.Α. στην Ελλάδα, όπως προέβλεπε η Ε.Ο.Κ. για όλα τα κρά­τη-μέλη της.

- Τον Ιούλιο του 1973, ετέθη πρός υπογραφή το Πρό­σθετο Πρω­­­τόκολλο Ελλάδος-Ε.Ο.Κ. με το οποίο αναγνω­ρι­ζό­ταν η αδια­τάρακτη ισχύς της Συμφωνίας Συνδέσεως και η επέ­­κ­τα­­σή της.

Σφάλλει λοιπόν ο κ. Χριστοδουλάκης όταν γράφει ότι «Λόγω της χούντας, οι διαδικασίες (ένταξης) καθυστέρησαν έως το 1975». Συνέβη ακριβώς το αντί­θετο. Η συμφωνία σύνδεσης που υπέγρα­ψε η κυβέρνηση Καραμανλή το 1962, προέβλεπε 22ετή προ­θε­­σμί­α προσαρμογής με πλήρη ένταξη στην ΕΟΚ το 1984. Το 1967 το Α.Ε.Π. βρισκόταν στο 34,8% του Α.Ε.Π. των Χωρών της Ε.Ο.Κ. Και το 19­73 βρισκόταν στο 42,7%. Δηλαδή κάλυψε την διαφορά κα­τά 7,9% μέσα σε έξη χρόνια.[13] Αυτός είναι ο λόγος που ο Κ. Κα­ρα­μαν­λής, επανερχόμενος, ζή­τησε από το έτος 1975, την άμεση έντα­ξή μας στην Ε.Ο.Κ., 9 χρόνια νωρίτερα από την λήξη της συμφωνημένης προ­θε­­σμί­ας.   

11) Σύμφωνα με τον κ. Χριστοδουλάκη «η χούντα μείω­σε τους πόρους του προϋπολογισμού για την παιδεία κατά 15%».

Συνέβη όμως ακριβώς το αντίθετο: Οι δαπάνες τήν π­ερίο­δο 1968-19­72 στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, ανήλ­­θαν στά 5.­651.­­000.000 δρχ, ποσό τετραπλάσιο της 5ετί­ας 1962-1967.

Επιλεκτικά αναφέρω ότι:

- Με το άρθρο 17 του Συντάγματος 1968/­73, κα­θιε­ρώθηκε για πρώτη φορά η Παιδεία να «παρέχε­ται δα­πά­ναις» του Κράτους.

- Τήν περίοδο 1967-1973 ανεγέρθηκαν 739 σχο­λεί­α σε όλη την Ελλάδα, με 6.194 νέες αίθουσες διδασκα­λίας. Ποσοστιαία δη­λα­δή έγι­ναν κατά 65% περισσότερα σχολεία, απ’ όσα στα προη­γούμενα 139 έτη ελευθέρου Ελληνικού Κρά­τους.

- Καθιερώθηκε νο­μο­θετικά γιά πρώτη φορά (Α.Ν. 96/1967, 550/1968, Ν.Δ. 95/­1969 και Ν.Δ. 160/1973), η δω­ρεάν χορή­γη­ση όλων των ανα­­γκαίων βι­βλί­­ων και συγγραμμάτων για τις σπουδές μα­θη­τών καί φοι­τη­τών,.

- Θεσπί­σθηκε ο θε­σμός των ατόκων φοιτητικών δα­νεί­ων (Α.Ν. 550/1968 και Ν.Δ. 253/­1969).

- Ιδρύθηκαν τα Πανεπιστήμια Θρά­κης καί Κρή­­της (Ν.Δ. 87/1973), ανεγέρθηκε η Πανεπιστημιούπολη Α­θη­­­νών, θεμελιώθη­κε το Πα­νε­­πιστήμιο Πατρών και επεκτάθηκε το Πα­νεπιστή­μιο Ιω­αν­­νί­νων.

- Έγινε η Φοιτητική Εστία Αθηνών, ο Οίκος Φοιτητού στην Καισαριανή, η Πολυτεχνική Φοιτητική Εστία, η Φοιτητική Εσ­τί­α Θεσ/νίκης και η Φοιτητική Εστία Ιωαν­νί­νων.

- Ιδρύθηκαν τα Κ.Α.Τ.Ε.Ε. (Ν.Δ. 652/­19­70), που ήταν οι πρώ­τες Τεχνικές Σχολές Ανωτέρας Παιδείας στην Ελ­λά­δα (τα μετέ­πειτα ΤΕΙ).

- Καθιερώθηκε το μειωμένο εισιτήριο σε με­τα­­φορικά μέσα και θεάματα, η π­αροχή πλήρους ιατρο­φα­ρμα­­κευτικής και νοσο­κο­μειακής πε­ρι­θάλψεως προς τους φοι­τη­τές, η δωρεάν χορή­γη­­ση εισιτηρίων για κινημα­το­γρά­φο και Θέατρα και η πα­ροχή τρίτης εξεταστικής περιό­δου.

12) Λέει τέλος ο κ. Χριστο­δου­λάκης: «Μη φανταστείτε ότι αγό­ρασε αμυ­ντικό υλικό για να προ­στατεύσει την πατρίδα, γιατί οι πιο πολ­λές αποθήκες οπλισμού βρέ­θηκαν άδειες στην επιστράτευση του 1974».

Η αλήθεια, ως συνήθως είναι εκ διαμέτρου αντίθετη.

Με την ολοκλήρωση του 5ε­τούς Προ­γράμματος Εξοπλισμών 1968-1972 δα­­πανήθη­καν για τις Ένο­πλες Δυνάμεις 4.500­.000.­000 δρχ. με κυ­ριότερες προμήθειες:

- 60 Άρματα Μάχης ΑΜΧ-30.

- Η πρώτη δόση φορητού οπλισμού FN, για τις Ειδικές Δυ­νάμεις.

- Μία Μοίρα Α/Τ πυραύλων ΧΩΚ.[14]

- Τηλεκατευθυνόμενα Α/Τ SΑCLOS.

- Κινητά Ραντάρ και Ραντάρ Ταγμάτων Πεζικού.

- 4 Υποβρύχια τύπου 209: Τα ΓΛΑΥΚΟΣ S-110, ΝΗΡΕΥΣ S-111, ΠΡΩΤΕΥΣ S-112 καί ΤΡΙΤΩΝ S-113.[15]

- 4 Πυραυλάκατοι COMBATTANTE II: Οι ΚΥΜOΘΟΗ P-53, ΚΑ­­ΛΥΨΩ P-54, ΕΥΝΙΚΗ P-55 και ΝΑΥΣΙΘΟΗ P-56.[16]

- 7 Τορπιλλάκατοι από την Γερμανία, 5 Αντιτορπιλλικά και 4 Ναρκαλιευτικά.

- Το νέο Δεξαμενόπλοιο ΝΑΥΚΡΑΤΟΥΣΑ L-153 που έγινε έδ­ρα της Διοικήσεως Πλοίων Αποβάσεων, το Αρματαγωγό ΚΡΗ­ΤΗ L-171 και το Πετρελαιοφόρο ΑΡΙΑΔΝΗ Α-414.

- 36 αεροσκάφη F-4E Phantom ΙΙ, τα πιο σύγχρονα μα­χη­τι­κά δευτέρας γενεάς.[17]

- Ελικόπτερα ALOUETTE ΙΙΙ, για το Π.Ν., AB205 HUEY για την Π.Α. 4 Agusta-Bell 206A Jetranger και 6 Agusta-Bell ΑΒ­47­G5 καί OH-13H.

- 160 Shelters (Καταφύγια Αεροσκαφών).

Οι ανωτέρω προμήθειες απετέλεσαν το μεγαλύτερο μέχρι τότε εξοπλι­στι­­κό πρόγραμμα του Ελληνικού Κράτους εξ εθνικών πό­ρων παρέχοντας στην Ελλάδα ισορροπία χερσαίων δυνάμεων και ποιοτική αεροναυτική υπεροπλία έναντι της Τουρκίας.

Εκείνη την περίοδο άρχισε και η ανάπτυξη Πολεμικής Βιομη­χα­­νίας. Στις 2.10.1971 υπεγράφη σύμβαση, για ανέγερση Πυριτι­δο­ποι­εί­ου στην Λαυρεωτική και Εργοστασίου Νιτροκυττα­ρί­νης στην Ελευ­­σί­να. Οι Ένοπλες Δυνάμεις αποκτούσαν επάρκεια σε πυροσωλήνες, κάλυκες Πυροβολικού και τροτύλη.

Το 1972 άρ­χι­­­σε η ανέγε­ρση του 304 Προκεχωρημένου Ερ­γο­­­στασίου Βά­­σε­ως στο Βελεστί­νο για επι­σ­κευ­ή αρμάτων μάχης και της Ελ­λη­νι­κής Αεροπορικής Βιο­μηχα­νίας Α.Ε. (Ε.Α.Β.) για επι­­σκευ­ές αε­ρο­σκαφών παντός τύπου και παραγω­γή αε­ρο­πο­ρι­κού υλι­κού.

Οι ανωμαλίες της Επιστρατεύσεως του 1974, κ. Χριστο­δου­λά­κη, δεν οφείλονται στις «άδειες αποθήκες», όπως ισχυρίζεστε. Ο­φεί­­λονταν στο γεγονός ότι το Σχέ­­­­διο Επιστρατεύσεως δεν τηρή­θη­κε από το καθεστώς Ιωα­ν­νί­δη, όπως ομολόγησαν οι τότε υπεύ­θυ­νοι. Γε­νική επιστράτευση κηρύσσεται αφ’ ότου έχει συμ­πλη­­ρω­θεί η πολεμική οροφή δυνάμεων στο 100%. Σκοπός της η δη­μιου­ργί­α υπε­ρε­φε­δρείας προς αναπλήρωση απωλειών. Η αναί­­­τια κή­ρυ­ξή της λοιπόν, σήμα­νε πρόσκληση δυνά­με­ως 6 φορές με­γα­λύ­­τερης από αυ­τήν που χρειαζόταν για επάνδρωση των επι­στρα­­­τευο­με­νων Μο­νά­δων.

Επιφυλάσσομαι να απαντήσω με λεπτομερή στοιχεία στα πρα­­­­κτι­κά του Συνεδρίου για τα οικονομικά της περίοδου 1967-1973.

Κλείνω επισημαίνοντας πόσο λυπηρό είναι να διαστρέφεται η ιστορική αλήθεια στον βωμό της πολιτικής σκοπιμότητος.


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

[1] Είναι ιστορικό λάθος να εκλαμβάνεται ως ενιαία, η περίοδος 1967-1974, παρότι υπήρχε άλλη Κυβέρνηση και καθεστώς το διάστημα 1967-1973 καί άλλες Κυβερνήσεις τό 1974. Η ταύτιση είναι παραπλα­νη­τική. Απο­σκοπεί στην στατιστική μείωση των δεικτών της πε­ριό­δου 1967-1973. Το έτος 1974, κατά το πρώτο ήμισυ κατείχε την εξου­­σία το κάθε­στώς Δ. Ιωαννίδη και το δεύτερο ήμισυ, η Κυβέρνηση Κ. Καραμανλή. Η παρούσα εργασία ασχολείται κυρίως με το τι έγινε την περίοδο του κα­θεστώτος Γ. Παπαδοπούλου (1967-1973).

[2] Ο κ. Χριστοδουλάκης περιορίζεται μόνο στην περίπτωση του στρατη­γού Καρδαμάκη και του Χρήστου Αχή που αναφέρει μόνο ως πλοία­ρχο αλλά όχι και ως εγνωσμένου κύρους οικονομολόγο, που ήταν.

[3] Πηγές: Εθνικοί Λογαριασμοί 1958-1975, σελ. 140, 197, 228. Εθνικοί Λο­­γα­ρια­σμοί έτους 1987 σελ. 44, έτους 1989 σελ. 48 και ετών 1990-91-92 σελ. 52-53. Τράπεζα της Ελλάδος: «Η Ελληνική Οικονομία» Τόμος ΙΙΙ, σελ. 181, 184. Τράπεζα της Ελλάδος «Τα πρώτα 50 χρόνια» σελ. 497, 630. Εκθέσεις Δ/τού Τραπέζης Ελλάδος ετών 1961-1990. Ο.Ο.Σ.Α.: «Οι-κο­­νομικές Προβλέψεις» 1993.

[4] Στατιστικό Δελτίο Ο.Ο.Σ.Α. «Industrial Production 1971-IΙI» & «Indu­stri­al Production 1972 Ι & ΙΙ».

[5] Ο.Ο.Σ.Α. «Επιτροπή Τουρισμού» 1971, Υπ. Εθνικής Οικονομίας «Οικο­νο­­μικαί Ειδήσεις» τεύχος 46, Φεβρουάριος 1972 και τευχος 66, Οκτώ­βρι­ος-Νοέμβριος 1973.

[6] «TIMES» Λονδίνου, 10 Ιανουαρίου 1972.

[7] Έκθεση Δ/τού Τραπέζης Ελλάδος για το 1972, σελ. 66 και 72. Επίσης Τράπεζα της Ελλάδος «Ελλ. Οικονομία για το 1972» σελ. 66 και 70.

[8] «Οικονομικαί Ειδήσεις» τεύχος 64, Αύγουστος 1973, έκδοση ΥΠ.ΕΘ.Ο.

[9] Τράπεζα της Ελλάδος: Μηνιαίο Στατιστικό Δελτίο Απριλίου 1974, σελ. 100.

[10] Πηγές: Μηνιαίο Στατ. Δελτίο Τρ. Ελλάδος, Ιούλιος 1975, σελ. 100, Έκθεση Δ.Ν.Τ. 1975, σελ. 28, Έκθεση Ο.Ο.Σ.Α. 1975, σελ. 19.

[11] Organisation International du Travail «Ετήσια Έκθεση για το 1969» Υπ. Συντονισμού «Οικονομικαί Ειδήσεις» τεύχος 23, Μάρτιος 1970 και τεύχος 25, Μάϊος 1970.

[12] ΟΗΕ «Monthly Bulletin of Statistics» Νοεμβρίου 1969, Ιουλίου 1970, Ετή­σια Έκθεση Ο.Ο.Σ.Α. 23 Δεκεμβρίου 1972.

[13] Ο.Ο.Σ.Α.-Εθνικοί Λογαριασμοί 1960-1989 (βλπ. «Οικονομικό Ταχυ­δρό­μο» 13.2.1992)

[14] Η Τουρκία δεν διέθετε ούτε μία.

[15] Μέχρι το 1967 η Ελλάς διέθετε δύο Υποβρύχια. Το ΠΟΣΕΙ­ΔΩΝ, ναυ­­­­πη­γημένο το 1942 και το ΤΡΙΑΙΝΑ, ναυπηγημένο το 1944.

[16] Παρελήφθησαν την περίοδο 1978-1980 και έλαβαν τα ονόματα ΠΟ­ΣΕΙ­ΔΩΝ, ΑΜΦΙΤΡΙΤΗ, ΩΚΕΑ­ΝΟΣ και ΠΟΝΤΟΣ.

[17] Η Τουρκία διέθετε ακόμη μόνο πρώτης γενεάς μαχητικά.


Ε.ΠΟ.Κ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου