Η αλήθεια για τον διοικητή της Μεραρχίας
Θεσσαλονίκης συνταγματάρχη Γαλάτη που ανέλαβε φρούραρχος του ΕΛΑΣ όταν η
μακεδονική πρωτεύουσα απελευθερώθηκε από τους Γερμανούς το 1944
Απόσπασμα από το βιβλίο του Δημοσθένη Κούκουνα "Η υπόθεση Μέρτεν και η σύγκρουση με τον Καραμανλή", που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Ariston Books.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Δημοσθένη Κούκουνα "Η υπόθεση Μέρτεν και η σύγκρουση με τον Καραμανλή", που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Ariston Books.
Θα αναρωτιούνται πολλοί γιατί η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από
τους Γερμανούς γιορτάζεται "επισήμως" ότι έγινε στις 30 Οκτωβρίου και
όχι στις 28 Οκτωβρίου 1944 και γιατί τιμάται ως απελευθερωτής της ο
στρατηγός Ευριπίδης Μπακιρτζής (διοικητής της Ομάδας Μεραρχιών
Μακεδονίας, απών από τη Θεσσαλονίκη τις μέρες εκείνες) και όχι ο
συνταγματάρχης Ευστάθιος Γαλάτης, ο οποίος ήταν - όταν έφευγαν οι
Γερμανοί - ο διοικητής της Μεραρχίας Θεσσαλονίκης του ΕΛΑΣ και ο πρώτος
φρούραρχος της πόλης. Απλούστατα, γιατί ο συνταγματάρχης Γαλάτης έχει
σιωπηρώς "εξαφανιστεί" από την επίσημη ιστοριογραφία, προφανώς για
κομματικούς λόγους.
Την αποκάλυψη κάνει ο ιστορικός συγγραφέας Δημοσθένης Κούκουνας στο
νέο βιβλίο του για την Υπόθεση Μέρτεν, δίνοντας στη δημοσιότητα νέα
στοιχεία ως προς την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης. Γράφει συγκεκριμένα:
Κατά την Κατοχή ο κατά τεκμήριο κορυφαίος αντιστασιακός
της Θεσσαλονίκης – και μάλιστα στις τάξεις του ΕΑΜ – ήταν ένας απόστρατος
συνταγματάρχης του ιππικού, ο Ευστάθιος Γαλάτης, ο οποίος κατά την απελευθέρωσή
της στις 30 Οκτωβρίου 1944 ήταν διοικητής της Μεραρχίας Θεσσαλονίκης του ΕΛΑΣ
και φρούραρχος. Γεννημένος το 1890 στην Ιθάκη, γόνος της ομώνυμης ιστορικής
οικογένειας, έλαβε μέρος στους πολέμους 1912-22, τραυματίστηκε επανειλημμένα
και έφθασε στον βαθμό του επιλάρχου, με τον οποίο αποστρατεύθηκε το 1927.
Υπήρξε ένας από τους πρώτους αξιωματικούς που εκπαιδεύθηκε ως χειριστής
αεροπλάνων στο Σέδες το 1918. Σύζυγός του ήταν η αδελφή του μεγάλου
Θεσσαλονικού ζωγράφου Πολύκλειτου Ρέγκου.
Ανακλήθηκε στην ενέργεια και έλαβε μέρος στον πόλεμο
1940-41, οπότε στη συνέχεια αποστρατεύθηκε με τον βαθμό του συνταγματάρχη
ιππικού και επανήλθε στην οικογένειά του στη Θεσσαλονίκη. Στη συνέχεια έλαβε
μέρος στην Εθνική Αντίσταση ως ηγετικό στέλεχος του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ
Θεσσαλονίκης, όπως και οι τρεις γιοι του που υπηρέτησαν επίσης στον ΕΛΑΣ ή στην
ΕΠΟΝ. Υπήρξε μεταξύ άλλων ο οργανωτής του σαμποτάζ στο αεροδρόμιο του Σέδες που
τότε το χρησιμοποιούσαν οι Γερμανοί και τελικά τον συνέλαβαν έπειτα από πληροφορίες
που είχαν σε βάρος του.
Αμέσως μετά τη σύλληψή του, κινητοποιήθηκε η σύζυγός
του για να ενεργήσει για την αποφυλάκισή του, οπότε ο αδελφός της, ο
Πολύκλειτος Ρέγκος, επισκέφθηκε τον Άρθουρ Μάισνερ, τον άμεσο υφιστάμενο του
Μέρτεν, και του ζήτησε να τους βοηθήσει. Γνωρίζονταν από την εποχή που
σπούδαζαν και οι δύο στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας κατά τη δεκαετία του
1920. Πράγματι, ο Μάισνερ, αφού εξασφάλισε τη συγκατάθεση του Μέρτεν, βοήθησε
αποφασιστικά. Ο τρόπος που εφηύραν για να τον απαλλάξουν από τα χέρια των Ες Ες
και της Γκεστάπο ήταν να τον παρουσιάσουν ως τρελό. Για να το επιτύχουν αυτό,
ανέλαβε ο ιατρός των φυλακών Παύλου Μελά, όπου εν τω μεταξύ είχε μεταφερθεί ο
Γαλάτης, να τον παρουσιάσει ως νευρασθενή και να ζητήσει τον εγκλεισμό του στο
ψυχιατρείο Βαγιανού.
Μετά από μερικούς μήνες, ο Γαλάτης κατόρθωσε να βγει
και να συνεχίσει την αντιστασιακή του δραστηριότητα. Στις παραμονές της
γερμανικής αποχώρησης, σχημάτισε τη Μεραρχία Θεσσαλονίκης του ΕΛΑΣ, της οποίας
ανέλαβε τη διοίκηση. Όταν έφευγαν οι Γερμανοί, ο μέραρχος Ε. Γαλάτης απηύθυνε
την ακόλουθη προκήρυξη:
Ε.Λ.Α.Σ.
ΜΕΡΑΡΧΙΑ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΠΡΟΚΗΡΥΞΙΣ
ΤΟΥ ΣΥΝΑΓΩΝΙΣΤΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΑΡΧΗ ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ
ΓΑΛΑΤΗ
Προς τον Λαόν Θεσσαλονίκης
Αναλαμβάνων
την διοίκησιν της Μεραρχίας του ΕΛΑΣ πόλης Θεσσαλονίκης απευθύνω θερμόν
χαιρετισμόν.
Ι. Προς
τους αξιωματικούς, Καπετανέους και Μαχητάς του ΕΛΑΣ, που με την ηρωική πάλη
τους εναντίον των καταχτητών και ταγμάτων ασφαλείας, εξεκαθάρισαν την πόλιν από
το άγος της προδοτικής αντιδράσεως και τας σκοτεινάς δυνάμεις της αλητοκρατείας
που κυνηγημένες κατέφυγαν εις τα γύρω χωριά της πόλεως, έτοιμες να επαναλάβουν
την ληστρική δράση τους την οποίαν όμως θα κατασυντρίψωμεν.
ΙΙ. Προς
τας Εθνικοαπελευθερωτικάς Οργανώσεις, που με την βοήθεια και σκληρή πάλη κατά
τα τρία χρόνια της σκλαβιάς, εστάθησαν καθοδηγηταί του αγώνος.
ΙΙΙ. Προς
τον ηρωικό λαό της πόλεως Θεσσαλονίκης, που μέχρι σήμερα συνέτρεξε τον ΕΛΑΣ-ΕΑΜ
και ενισχύει, με την συμβολή του τον τιτάνιο αγώνα εναντίον των κατακτητών και
εθνοπροδοτών.
ΙV. Στους Αλησμονήτους δολοφονημένους του αγώνος μας, εις
μνήμην των οποίων κλίνω ευλαβικώς το γόνυ.
Και
υπόσχομαι να αγωνισθώ διά την τελικήν απελευθέρωσιν του Λαού της πόλεως,
βοηθώντας αυτόν με τας ενόπλους δυνάμεις εις την λύσιν όλων των προβλημάτων του
και την ολοκλήρωσιν της Λαοκρατικής Δημοκρατικής Ζωής.
Λαέ της
πόλεως. Θάρρος εις τας αποφάσεις σου.
Ο ΕΛΑΣ
επί κεφαλής σου είναι άγρυπνος εγγυητής της Ζωής και υτης Ασφαλείας σου.
Ο Διοικητής Μεραρχίας Θεσσαλονίκης
ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΓΑΛΑΤΗΣ
Συν)χης Ιππικού
Την ίδια ημέρα (28 Οκτωβρίου 1944) στην εφημερίδα Εθνική Φωνή, το επίσημο όργανο του ΕΑΜ
Θεσσαλονίκης, δημοσιευόταν η ακόλουθη συνέντευξή του:
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΜΕΡΑΡΧΙΑΣ ΤΟΥ Ε.Λ.Α.Σ.
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΣΥΝΑΓΩΝΙΣΤΗΣ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΑΡΧΗΣ ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ
ΓΑΛΑΤΗΣ
ΓΙΑ ΤΑ ΚΑΤΟΡΘΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΘΡΥΛΙΚΟΥ ΜΑΣ ΣΤΡΑΤΟΥ
Ε.Λ.Α.Σ. ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΕΙΘΑΡΧΙΑ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ ΜΑΣ
Συνέντευξή
του με απεσταλμένους
του
εθνικοαπελευθερωτικού τύπου
Εκπρόσωποι του Εθνικοαπελευθερωτικού
Τύπου μάς μεταδίδουν από το Στρατηγείο της Μεραρχίας του ΕΛΑΣ Θεσσαλονίκης τις
ακόλουθες εντυπώσεις των από μια συνέντευξη που είχαν χθες, με τον Διοικητή της
Μεραρχίας συνταγματάρχην του ιππικού Ευστάθιο Γαλάτη:
Σ’ ένα
απλό και απέριττο σπίτι συναντούμε το Μέραρχο. Είναι πρώτα πρώτα ένας μαχητής.
Ζωηρός, παρά τα 54 του χρόνια, γεμάτος νεανική φλόγα και ορμή. Μόνιμο στέλεχος
του στρατού από το 1912 ως το 1927, αποτάχτηκε τότε, σαν προοδευτικό στοιχείο.
Πολέμησε, σαν εθελοντής στον πόλεμο του 1912, σαν αεροπόρος έπειτα τους
Γερμανούς στον παγκόσμιο πόλεμο, πολέμησε στη Μικρά Ασία και στον τελευταίο πόλεμο
ήταν διοικητής τμήματος αρμάτων μάχης. Τα τρία παιδιά του ανήκουν από πολύ
καιρό στον ΕΛΑΣ. Με κόπο τον απομονώνουμε λίγα λεπτά από τους συνεργάτας του
αξιωματικούς, καπεταναίους για να του υποβάλουμε μερικές ερωτήσεις:
–Πώς βρίσκετε συναγωνιστή Μέραρχε τα
τμήματά σας από άποψη μαχητικότητας και φρονήματος;
–Δε
βρίσκω λόγια να εξάρω τη μαχητικότητα και τον ενθουσιασμό των ηρωικών παιδιών
του ΕΛΑΣ. Όλοι, αξιωματικοί, καπεταναίοι και στρατιώτες με αυθόρμητο
ενθουσιασμό και απόλυτη πειθαρχία παλεύουν αδιάκοπα.
–Ποια γνώμη έχετε για την τήρηση της
τάξης και πειθαρχίας στις απελευθερωμένες περιοχές της πόλης μας;
–Η τάξη
στις περιοχές που απελευθερώσαμε είναι υποδειγματική. Ποτέ δεν υπήρχε τόση
ησυχία, πραγματική και ασφάλεια. Παρά τον μεγάλο ενθουσιασμό και τις χαρμόσυνες
εκδηλώσεις πατριωτισμού που έχουμε καθημερινά κανένα έκτροπο δεν παρατηρείται.
Εδώ βλέπει κανείς αυτό που λέμε πολιτισμένη ζωή.
–Πώς βλέπετε τον ΕΛΑΣ σε σύγκριση με τον
παλιό Ελληνικό στρατό;
–Εδώ θ’
αφήσω να μιλήσει ο ίδιος ο λαός με το στόμα απλοϊκών ανθρώπων. Πριν από καιρό
ήρθε απ’ το χωριό Θοδωράκι στο σπίτι μου γνωστή μας χωρική. Μας είπε πως στο
χωριό της πήγαν τμήματα του ΕΛΑΣ της ΧΙ Μεραρχίας. Ώρες ολόκληρες καθόταν και
μου διηγότανε με τα θερμότερα λόγια επεισόδια και γεγονότα με τη μεγαλύτερη
συγκίνηση. «Δεν έχουμε δει ποτέ έτσι συγκροτημένα τμήματα. Τέτοιος πολιτισμός.
Τίποτε από κείνα που περιμέναμε άλλοτε σαν έμπαινε στρατός σε χωριό».
Τα ίδια,
συνεχίζει ο συναγωνιστής Μέραρχος, με είπαν άλλες χωρικές από το Βλάτσι. «Ο
ΕΛΑΣ, μου είπαν, τους έκανε τους άνδρες μας άλλους ανθρώπους. Όσοι δεν τους
είδατε δύσκολα θα πιστέψτε σ’ αυτό το θαύμα».
–Ποια η διαπίστωσή σας από τη στάση και
τη συμμετοχή του Λαού στο πλευρό του ΕΛΑΣ;
–Σύσσωμος
ο Λαός, όπως άλλωστε απλούστατα μπορεί να διαπιστώσει ο καθένας, βρίσκεται στο
πλευρό του ΕΛΑΣ και τον θεωρεί δικαιολογημένα δικό του Λαϊκό Στρατό, φρουρό της
ζωής του, της τιμής και της ελευθερίας του.
–Ποια η συμμετοχή του σώματος των Ελλήνων
αξιωματικών στον αγώνα του Έθνους;
–Στον
αγώνα του Έθνους όλοι οι άριστοι αξιωματικοί πήραν μέρος αυθόρμητα και με
ενθουσιασμό. Τα ανώτερα στελέχη του ΕΛΑΣ είναι αξιωματικοί που προέρχονται από
τη Σχολή των Ευελπίδων και μάλιστα οι καλύτεροι.
Τους
αξιωματικούς που δεν ανταποκρίθηκαν στη φωνή του Έθνους πρέπει να τους χωρίσουμε
σε κατηγορίας. Πρώτα είναι εκείνοι που δουλικά υποτάχτηκαν στην κατάσταση,
επηρεασμένοι απ’ την Κυβέρνηση Τσολάκογλου που με μια διαταγή που εξέδωσε
έστειλε υποχρεωτικά τους ευέλπιδες στο Πανεπιστήμιο και με την αντεθνική του
αυτή πράξη διέλυσε τον ελληνικό στρατό. Τότε Φρούραρχος ήταν ο Δημάρατος που
ύστερα από λίγες μέρες με χαρά μου έμαθα πως πέρασε στις γραμμές μας. Και
κείνος τότε με αγανάκτηση μίλησε για το μέτρο αυτό του Τσολάκογλου.
Εγώ ο
ίδιος στον γιο μου που είναι εύελπις τον απαγόρευσα να υπακούσει.
Άλλοι
μόνιμοι αξιωματικοί, επηρεασμένοι από τις δύσκολες στιγμές στα χρόνια της
κατοχής, ως μόνη τους φροντίδα είχαν να παίρνουν έγκαιρα το μισθό τους. Αυτό το
εκμεταλλεύθηκε ο συνταγματάρχης Βίμπλης φρούραρχος τότε διάδοχος του Δημάρατου,
ο οποίος διέταξε να πληρώνονται κατά προτεραιότητα όσοι είχαν ιδιαίτερα
σημειώματά του. Τέτοια έπαιρναν μόνο όσοι δεχότανε να οργανωθούν στην ΠΑΟ.
Η τρίτη
κατηγορία για την οποία με κόπο συγκρατώ την αγανάκτησή μου αφορά τους
αξιωματικούς που ντρόπιασαν και εξευτέλισαν το σώμα των αξιωματικών και
δέχτηκαν να γίνουν ελεύθεροι λησταί,
δηλαδή εννοώ τους αξιωματικούς (ευτυχώς λίγους) που πήγαν στα Τάγματα Αλητείας,
στον Πούλο κλπ.
Σε μένα
τον ίδιο τόλμησαν τα κτήνη να παρουσιασθούν και να ζητήσουν ν’ αναλάβω στη Γκιουβέζνα
τμήμα 300 αλητών δίνοντάς μου 100 λίρες σε μια εποχή που, όπως ολόκληρος ο
Ελληνικός Λαός, βρισκόμουνα σε τραγική οικονομική και επισιτιστική κατάσταση.
Στο
σημείο αυτό στράφηκε ο συναγωνιστής Μέραρχος προς τη γυναίκα του που ήταν εκεί
κοντά.
–Θυμάσαι,
της λέγει συγκινημένος και τα μάτια τού γηραιού αγωνιστή βουρκώνουν, υποφέραμε
αλλά κρατήσαμε την τιμή μας.
–Ποιο νομίζετε ότι ήταν το καθήκον των
Ελλήνων Αξιωματικών στα τρία χρόνια της σκλαβιάς του Ελληνικού Λαού;
–Φυσικά
να τρέξουν στη φωνή του Έθνους με το όπλο στο χέρι, όπως είπα, η αναλογία
συμμετοχής στον αγώνα απ’ την αρχή, ήταν ικανοποιητική. Η ποιοτική αναλογία
είναι αρίστη. Ακόμη και σήμερα, μόλις έμαθαν, πως εγώ ανέλαβα τη Μεραρχία,
έρχονται συνεχώς επιτροπές αξιωματικών για να με συγχαρούν.
–Ποια νομίζετε πως είναι η θέση του ΕΛΑΣ
απέναντι στην εθνοπροδοτική αντίδραση και τα Τάγματα Ασφαλείας;
–Η θέση
του ΕΛΑΣ απέναντι στους εθνοπροδότες και τους ταγματασφαλίτες είναι εκείνη που
διατυπώθηκε με τις δηλώσεις του Πρωθυπουργού.
Ο Λαός
είναι εκείνος που έχει και το καθήκον και το δικαίωμα να δικάσει και να
τιμωρήσει τους εχθρούς του.
–Τι γνώμη έχετε για τον Χρυσοχόου;
–Ο
κατάπτυστος αυτός άνθρωπος είναι ο αρχηγός κάθε μορφής αντίδρασης. Παντού σε
κάθε βρωμιά τον βλέπει κανείς μέσα. Αρχηγός της ΥΒΕ, ΠΑΟ, ΠΕΚ, μυστικοσύμβουλος
των Γερμανών. Ο γενικός καθοδηγητής των Ταγμάτων Ασφαλείας και κάθε αντεθνικής
συνωμοσίας. Είναι στίγμα για το Σώμα των τιμίων αξιωματικών.
Συγκινημένοι από τον ενθουσιασμό του γηραιού συναγωνιστού τον
συγχαρήκαμε και τον αποχαιρετίσαμε γιατί στο μεταξύ συγκεντρωθήκανε επιτελείς
και οι καπεταναίοι της Μεραρχίας για συνεργασία.
Ωστόσο, μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης και
την εν συνεχεία εμφάνιση του στρατηγού Ευριπίδη Μπακιρτζή, ως διοικητή της
Ομάδας Μεραρχιών Μακεδονίας του ΕΛΑΣ, ο μέραρχος Θεσσαλονίκης Γαλάτης
αποστασιοποιήθηκε ως μετριοπαθής και ο ίδιος δεν είχε καμιά δραστηριότητα στις
εμφύλιες συγκρούσεις που ακολούθησαν. Μόνο στις εκλογές του Μαΐου 1958 δέχθηκε
να πολιτευθεί με την ΕΔΑ, σε μια φάση που ως γνωστόν η Αριστερά είχε διευρύνει
την πολιτική της βάση.
Εν τω μεταξύ, καθώς επρόκειτο να διεξαχθεί η δίκη του
Μαξ Μέρτεν ως εγκληματία πολέμου, θεώρησε χρέος του να προσέλθει αυτοβούλως ως
μάρτυς υπεράσπισής του για να καταθέσει ότι του όφειλε τη ζωή. Ο Μέρτεν δεν τον
είχε θυμηθεί ώστε να τον προτείνει ως μάρτυρα. Προσήλθε πράγματι ενώπιον του
στρατοδικείου, αλλά ουσιαστικά ο πρόεδρός του στρατηγός Ι. Κοκορέτσας, που
φυσικά διηύθυνε τη διαδικασία, δεν τον άφησε καν να μιλήσει.
Ένας απεσταλμένος του γερμανικού περιοδικού Neue Illustrierte, αφού
πλέον είχε ολοκληρωθεί η δίκη και είχε καταδικασθεί ο Μέρτεν, τον αναζήτησε και
του πήρε συνέντευξη. Έγραψε:
Η σιωπή
της νύχτας διακόπτεται από δυνατά χτυπήματα. Η ώρα είναι τέσσερις. Το δωμάτιο
είναι τυλιγμένο στο σκοτάδι.
Ένας
ταξίαρχος των ανταρτών ταράζεται μέσα στο όνειρό του. Κι άλλα χτυπήματα στην
πόρτα. Ξυπνάει απότομα.
«Ανοίξτε!
Αστυνομία!» φωνάζει κάποιος στα ελληνικά. Οι αστυνομικοί ανεβαίνουν από τις
σκάλες. Με διαταγή της δύναμης κατοχής, οι πόρτες εισόδου δεν επιτρέπεται να
παραμένουν κλειστές κατά τη διάρκεια της νύχτας.
Ο Γαλάτης
σηκώνεται από το κρεββάτι και σπεύδει να καθησυχάσει τη γυναίκα του, που τον
κοιτάζει με τρόμο.
«Έρχομαι
αμέσως», λέει ο Γαλάτης. «Μη χτυπάτε την πόρτα».
Κουμπώνει
το σακάκι του, κατευθύνεται προς την πόρτα, γυρίζει το κλειδί και την ανοίγει.
Τρεις
αστυνομικοί εισβάλλουν στο σπίτι, ενώ ένας τέταρτος στέκεται μπροστά στην
πόρτα, με το χέρι στη σκανδάλη.
«Ελάτε!»
διατάζει ο ψηλότερος από τους αξιωματικούς, ένας αξιωματικός.
Ήμουν απερίσκεπτος...
σκέφτεται ο Γαλάτης. Θα έπρεπε να είχα φυλαχτεί. Κάποιος κατάσκοπος θα με
πρόδωσε.
Στρέφεται
στη γυναίκα του, που στέκεται με το νυχτικό στην πόρτα του υπνοδωματίου, θέλει
να της σφίξει το χέρι.
Ο
αξιωματικός της αστυνομίας τον απομακρύνει, του βάζει τα χέρια πίσω από την
πλάτη. Του περνάνε χειροπέδες.
Οι
αστυνομικοί τον τραβάνε προς την πόρτα. Δεν μπορεί παρά να φωνάξει: «Θα
επιστρέψω, εις το επανιδείν!» Στην πραγματικότητα, σκέφτεται ότι δεν θα ξαναδεί
ποτέ τη γυναίκα του...
Τον
σπρώχνουν στις σκάλες βρίζοντάς τον, κάποιος του δίνει μια κλωτσιά στα πλευρά.
Η γκρίζα
πρωινή ομίχλη καλύπτει τις στέγες των λευκών σπιτιών της Θεσσαλονίκης, ενώ τα
μαύρα παράθυρα σαν να αναστενάζουν.
«Εμπρός,
μέσα στο αυτοκίνητο!» διατάζει ο αξιωματικός.
Το αυτοκίνητο,
ένα σαράβαλο γερμανικής κατασκευής, κατευθύνεται προς το φρουραρχείο.
Κανένας
δεν μιλάει με τον Γαλάτη.
Για τον
ίδιο ένα πράγμα είναι καθαρό: Ότι θα τον εκτελέσουν...
Μοιάζει
με θαύμα το γεγονός ότι αυτός ο ηγέτης της αντίστασης τελικά σώθηκε. Για τον
ίδιο, το θαύμα αυτό συνδέεται με ένα όνομα, αυτό του Δρος Μαξ Μέρτεν...
Ο Γαλάτης
συναντήθηκε πρόσφατα με τον συνεργάτη μας Heinz Altmeyer στη Θεσσαλονίκη.
Αυτή η
συνάντηση δεν ήταν τυχαία, καθώς ο Γαλάτης, που κατά τη διάρκεια του πολέμου
ήταν οργανωμένος στην αντιστασιακή οργάνωση ΕΛΑΣ, παρουσιάστηκε στη δίκη του
Μέρτεν ως μάρτυρας υπεράσπισης του άλλοτε εχθρού του.
Ο Γαλάτης
είναι ένας μικρόσωμος, νευρώδης άνδρας, του οποίου δύσκολα μπορούμε να
μαντέψουμε την ηλικία. Είναι 69 ετών. Το φρέσκο πρόσωπό του είναι διάστικτο από
μερικούς κόκκινους λεκέδες.
Κατάγεται
από την Ιθάκη, το νησί του πολυμήχανου Οδυσσέα, αλλά έχει ζήσει για πολλές
δεκαετίες στη Θεσσαλονίκη. Τώρα είναι ένας αξιοσέβαστος συνταξιούχος που ζει με
την ταπεινή σύνταξη συνταγματάρχη εν αποστρατεία που του καταβάλλει το ελληνικό
κράτος.
Αυτός
ήταν ο τελευταίος του βαθμός όταν διαλύθηκαν οι ελληνικές δυνάμεις το 1941. Ο
Γαλάτης κατά τη διάρκεια της θητείας του έλαβε 16 μετάλλια ανδρείας, τα οποία
φιγουράρουν τώρα στη στρατιωτική του στολή.
Ο Γαλάτης
μιλάει ανοιχτά για τις συνθήκες που είχαν επικρατήσει το 1942 έως την αναχώρηση
των Γερμανών το 1944.
Σύμφωνα
με τον Γαλάτη, υπήρχε ένας αριθμός αντιστασιακών οργανώσεων, που εκπροσωπούσε
όλες τις τάσεις των παλαιών κομμάτων. Ανάμεσά τους, η ΠΑΟ, η Πανελλήνια
Απελευθερωτική Οργάνωση, της οποίας ο Αργυρόπουλος ήταν δευτερεύων ηγέτης, και
η οργάνωση υπό τη διοίκηση του ενός άγνωστου τότε συνταγματάρχη, του Γρίβα.
Σήμερα αυτός θεωρείται λαϊκός ήρωας των Κυπρίων.
Κατά τη
διάρκεια των πρώτων ετών, καμία οργάνωση δεν ανέλαβε δράση εναντίον των
δυνάμεων κατοχής. Φυσικά, εκδικούμασταν όταν οι Γερμανοί πυροβολούσαν ομήρους ή
ανατινάσσαμε κανένα γεφύρι εδώ κι εκεί, πράγμα που δεν ήταν εντελώς χωρίς
αντίκτυπο.
Πάντως,
για τις περισσότερες ενέργειες, δεν είχαμε ιδέα. Αυτές κατευθύνονταν από
Βρετανούς πράκτορες.
Λυπάμαι
που το λέω, αλλά σπαταλούσαμε την ενέργειά μας στο να μαχόμαστε μεταξύ μας οι
αντιστασιακές οργανώσεις για το ποια θα επικρατήσει.
Υπήρξαν
αμέτρητοι θάνατοι σ’ αυτό τον αγώνα. Και ξέρω ότι οι Γερμανοί εκμεταλλεύτηκαν
αυτά τα πάθη με μαεστρία.
Ο
Γερμανός στρατηγός Φον Κρένσκι ήταν πολύ επιδέξιος σ’ αυτό. Μέσω επαφών,
εξόργιζε τους έλληνες αντάρτες, που μάχονταν σαν τους δαίμονες. Πρέπει να πω
εδώ – όσο κι αν με πληγώνει αυτό – ότι οι αντάρτες πολλές φορές δεν δίσταζαν να
καταγγείλουν τους συναγωνιστές τους. Ο σκοπός ήταν προφανής: οι πληροφοριοδότες
πίστευαν ότι κατά τις ομηρίες, μόνο αυτοί των αντίπαλων οργανώσεων θα
εκτελούνταν.
Έτσι
συνέβη και με μένα. Μέχρι σήμερα ακόμη δεν ξέρω ποιος ήταν ο υπεύθυνος. Το μόνο
που μπορώ να πω είναι ότι οι Γερμανοί κατόρθωσαν να με εντοπίσουν.
Η
ελληνική αστυνομία με παρέδωσε στη Γκεστάπο. Μετά από πολλές ανακρίσεις,
βρέθηκα στη διαβόητη διώροφη φυλακή «Παύλος Μελάς», που βρισκόταν κοντά στον
σιδηροδρομικό σταθμό. Εκείνη την εποχή, κρατούνταν εκεί περίπου 500 άτομα. Μετά
από κάθε σαμποτάζ, 50 άνθρωποι επιλέγονταν μεταξύ των κρατουμένων και
εκτελούνταν.
Έφτασα σε
ένα από αυτά τα κελιά του θανάτου. Έπρεπε να γεμίσω ένα σακκί με χορτάρια, κι
αυτό θα ήταν στο εξής το στρώμα μου. Το φαγητό ήταν κακό, αλλά αρκετό. Πάντως,
αν υποφέραμε, γι’ αυτό λίγο έφταιγαν οι Γερμανοί. Οι βασανιστές μας μας ήταν
κυρίως Έλληνες που φορούσαν ένα κόκκινο περιβραχιόνιο με μια νεκροκεφαλή.
Έχασα
κάθε ελπίδα. Μολονότι δεν ομολόγησα τίποτα για την αντιστασιακή μου δράση, οι
Γερμανοί δεν χρειάζονταν αποδείξεις. Αλλά τι σημασία είχε; Αν κάτι συνέβαινε σε
κάποιον Γερμανό κάπου σ’ ένα βουνό, θα μπορούσα να είμαι ανάμεσα σ’ αυτούς που
θα εκτελούνταν.
Φυσικά, η
σύλληψή μου έγινε γνωστή στους φίλους μου. Αλλά πώς θα μπορούσαν να με
βοηθήσουν;
Μια φορά
ήρθε ένας Έλληνας γιατρός συνοδευόμενος από έναν άνδρα της Γκεστάπο για τη
συνηθισμένη εβδομαδιαία ιατρική εξέταση. Η δική μου υγεία ήταν καλή και σταθερή
και το γεγονός ότι ο γιατρός με εξέταζε προσεκτικά στο κεφάλι με έκανε να
αναρωτιέμαι.
Ξαφνικά ο
γιατρός μου είπε: «Είστε πολύ άρρωστος, συνταγματάρχα. Σοβαρή νευρασθένεια...»
Ενστικτωδώς
σκέφτηκα ότι θα μπορούσα να στηριχτώ σ’ αυτόν τον άνθρωπο για να σωθώ.
Συγκατάνευσα με υπακοή, ενώ ταυτόχρονα σκεφτόμουν ποια θα έπρεπε να είναι τα
σημάδια της νευρασθένειας.
Ο Έλληνας
γιατρός αντάλλαξε μερικές κουβέντες με τον άνδρα της Γκεστάπο. Σήκωσε τους
ώμους με αδιαφορία.
«Πρέπει
να σε δηλώσω ασθενή», μου είπε στο τέλος ο γιατρός. «Πρέπει να βγείτε απ’ αυτό
το στρατόπεδο. Θα σας πάω στην κλινική Βαγιάνου. Εκεί θα λάβετε την κατάλληλη
φροντίδα».
Ήμουν
ακόμη καχύποπτος. Αλλά τι θα μπορούσα να κάνω; Είτε με εκτελούσαν εδώ στο
«Παύλος Μελάς» είτε κατά τη μεταφορά μου στο νοσοκομείο, ήταν το ίδιο.
Σε λίγη ώρα ετοιμάστηκα. Τελικά, έφτασα στο νοσοκομείο.
Έμεινα εκεί μερικές εβδομάδες, λαμβάνοντας τη φροντίδα Ελλήνων γιατρών. Εν τω
μεταξύ, φρόντιζα με επιμέλεια να δείχνω συμπτώματα νευρασθένειας, έτσι ώστε να
μην υποψιαστούν οι Γερμανοί. Τότε σκεφτόμουν ότι κάποιος φίλος αντιστασιακός
είχε φροντίσει για να με σώσει.
Τελικά,
με απελευθέρωσαν. Και αργότερα μόνο συνειδητοποίησα ποιος με είχε σώσει: ο
Μέρτεν.
Γιατί ο
Μέρτεν με βοήθησε;
Ένας
κουνιάδος μου ήταν στην ίδια σχολή με τον διερμηνέα του Μέρτεν, τον Μάισνερ.
Αυτός ο κουνιάδος μου πήγε στον Μάισνερ μετά τη σύλληψή μου. Του είπε ότι ήμουν
ένας θερμός πατριώτης, που αν και ευχόμουν οι Γερμανοί να φύγουν αμέσως, ήμουν
επίσης από αυτούς τους Έλληνες που μπορούσαν να ασκούν τη μετριoπαθή επιρροή
τους πάνω στις ριζοσπαστικές δυνάμεις.
Αυτό είπε
ο Μάισνερ στον προϊστάμενό του, τον Μέρτεν.
Ο Μέρτεν
δεν ήταν φίλος του ΕΛΑΣ. Το αντίθετο. Ωστόσο, μπόρεσε να κατανοήσει τα
επιχειρήματα του κουνιάδου μου.
Το να με
βγάλει κατευθείαν από το «Παύλος Μελάς», αυτό ήταν κάτι που δεν είχε την
εξουσία να το κάνει. Έτσι, ζήτησε απ’ αυτόν τον γιατρό να με γλιτώσει από την
εκτέλεση, αρχικά ως ασθενή.
Θα ήθελα
επίσης να σημειώσω ότι είχα ήδη ακούσει για τον Μέρτεν. Τον έχω σε εκτίμηση,
γιατί πολλές φορές άσκησε την επιρροή του υπέρ κρατουμένων. Μέχρι εκείνη τη
στιγμή – ως Έλληνας – πίστευα ότι δεν θα έκανε κάτι τέτοιο χωρίς αντάλλαγμα. Η
περίπτωσή μου όμως είναι ενδεικτική. Με απελευθέρωσε χωρίς να ζητήσει ούτε μία
δραχμή.
Τού
χρωστάω τη ζωή μου.
Ήμουν
έτοιμος να τα κατεθέσω όλα αυτά στο δικαστήριο. Αλλά ο πρόεδρος Κοκορέτσας δεν
με άφησε να μιλήσω όπως θα έπρεπε. Γι’ αυτό σας τα εκθέτω εδώ με ακρίβεια. Ο
Κοκορέτσας δεν κάλεσε κι άλλους μάρτυρες που ήθελαν να καταθέσουν υπέρ του
Μέρτεν. Θα ήθελα να αναφέρω μόνο τον φίλο μου Μενσαλόπουλο, που ήταν επικεφαλής
των αποθηκών των τραμ στη
Θεσσαλονίκη από το 1942 έως το τέλος του πολέμου. Ο ίδιος εξεπλάγη που δεν
έλαβε κλήτευση.
Μου είπε:
«Θα ήθελα να πω ότι χάρη στον Μέρτεν 250 οικογένειες εργαζομένων στους
τροχιοδρόμους σώθηκαν από την πείνα, ίσως ακόμη κι απ’ τον θάνατο από πείνα. Αν
δεν είχε λάβει τότε την απόφαση να πληρωνόμαστε σε είδος αντί σε δραχμές που
δεν είχαν καμία αξία, πολλοί από μας θα είχαν πεθάνει. Του το προτείναμε και το
έκανε».
Μπορείτε
να γράψετε τα πάντα και να αναφέρετε το όνομά μου. Σας είπα την πλήρη αλήθεια.
Η γνώμη
πολλών ανθρώπων, μεταξύ των οποίων πολλές σημαίνουσες προσωπικότητες στη
Θεσσαλονίκη, είναι η εξής: Το δικαστήριο καταδίκασε τον Μέρτεν στη θέση άλλων
ενόχων, γιατί αυτός πιάστηκε. Πλήρωσε για άλλους...
Στις 23
Σεπτεμβρίου, ο αντιστασιακός συνταγματάρχης Ευστάθιος Γαλάτης έγραψε την
ακόλουθη επιστολή στον Μέρτεν, ο οποίος μετρούσε ήδη 18 μήνες προσωρινής
κράτησης:
«Η
επιθυμία μου είναι να ξεπληρώσω μια πράξη σας που μου έσωσε τη ζωή και γλίτωσε
τη γυναίκα μου από το μαρτύριο. Μπορεί να μη θυμάστε πια αυτή την πράξη.
Μάθετε
ότι ήμουν ηγέτης της αντίστασης και επικεφαλής της μεραρχίας του ΕΛΑΣ που είχε
οργανωθεί στην πόλη. Έχω για την υπεράσπισή σας σημαντικά έγγραφα, τα οποία
αποδομούν τις εναντίον σας κατηγορίες.
Τώρα
είμαι επιλαχών βουλευτής του κόμματός μου στο ελληνικό κοινοβούλιο και είμαι
αποφασισμένος να πράξω το καθήκον μου ως μάρτυρας, παρά τις αντιρρήσεις του
κόμματός μου».
Ο Γαλάτης
κράτησε τον λόγο του και εμφανίστηκε αυτοβούλως στο δικαστήριο.
Στο
δικαστήριο, είχε μια σύντομη συνομιλία με τον πρόεδρο Κοκορέτσα.
Ο
Κοκορέτσας ρώτησε απότομα τον Γαλάτη: «Τι θέλεις να πεις; Θέλεις να πεις ότι ο
Μέρτεν σε έβγαλε από τη φυλακή και σε πήγε στο νοσοκομείο;»
Ο Γαλάτης
απάντησε: «Ναι, θέλω. Θέλω να πω ότι υπάρχουν και ευπρεπείς Γερμανοί. Άνδρες
που δεν επέτρεψαν απερίσκεπτα να εκτελεστούν ασθενείς και εμπύρετοι».
Και ο
Κοκορέτσας πολύ θυμωμένος: «Είστε κομμουνιστής! Δεν σας χρειάζομαι».
Σ’ αυτό
το σημείο ο πρόεδρος διατάσσει να σταματήσει η εξέταση του μάρτυρα.
Φυσικά, ο
Γαλάτης δεν είναι κομμουνιστής. Το κόμμα στο οποίο ανήκει, η ΕΔΑ, είναι όντως
ένα αριστερό κόμμα, αλλά όχι κομμουνιστικό.
Στη
συνέχεια ζητάμε από τον Γαλάτη να μας εξηγήσει αυτή τη σκηνή στο δικαστήριο.
Μας λέει:
«Επίτηδες διάλεξα τη διατύπωση περί εκτελέσεων ασθενών και εμπύρετων. Είμαι
ανιψιός του παλαιού Έλληνα στρατηγού Παπούλα. Το 1935 ο Κοκορέτσας τον σήκωσε
από το κρεββάτι με 41 πυρετό, έναν άνθρωπο 78 ετών, που είχε κάνει πολλές φορές
περήφανη τη χώρα του. Τον καταδίκασε σε θάνατο και αμέσως τουφεκίστηκε».
«Γιατί;»
τον ρωτάμε.
«Υποτίθεται
ότι ο θείος μου είχε εμπλακεί στο βενιζελικό κίνημα του 1935. Ο Κοκορέτσας ήταν
ήδη μέλος ενός στρατοδικείου και οι περί δικαιοσύνης αντιλήψεις του δεν άλλαξαν
από τότε... όπως δείχνει και η υπόθεση Μέρτεν.
Αυτή είναι η
ιστορία του αντιστασιακού συνταγματάρχη Γαλάτη, που θέλησε με ιπποτικό τρόπο να
υποστηρίξει τον άλλοτε εχθρό του... Και που δεν τού επετράπη.
Ένα χρόνο αργότερα, το 1960, ο Ευστάθιος Γαλάτης
πέθανε σε ηλικία 70 ετών.
ΑΙΩΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου