Δευτέρα 3 Ιανουαρίου 2022

1ος ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ : ΕΛΑΣΣΩΝ, ΣΑΡΑΝΤΑΠΟΡΟ, ΣΕΡΒΙΑ, ΚΟΖΑΝΗ, ΓΙΑΝΝΙΤΣΑ

Οι Τούρκοι είχαν οργανώσει την αμυντική τους γραμμή στα υψώματα βορείως της 
Ελασσόνας. Τήν 6η Οκτωβρίου οι ελληνικές δυνάμεις επετέθησαν κατά των τουρκικών θέσεων. Οι Τούρκοι ήταν πρόχειρα οχυρωμένοι στά υψώματα βορείως της Ελασσόνας καί η 1η καί 2η μεραρχία κινήθηκαν κυκλωτικά μέ ταυτόχρονο σφυροκόπημα των εχθρικών θέσεων από τό πυροβολικό. Μετά από τετράωρη μάχη οι Τούρκοι υποχώρησαν καί κατευθύνθηκαν προς τα στενά του ΣαρανταπόρουΤα στενά αυτά, γνωστά από τά βυζαντινά χρόνια, όπου ο Βουλγαροκτόνος κατετρόπωσε τούς Βούλγαρους, ήταν από μόνα τους απόρθητο φρούριο. Οι Τούρκοι, με τη βοήθεια γερμανών αξιωματικών, τα είχαν οχυρώσει υποδειγματικά καί ο Γερμανός στρατηγός Φόν Ντέρ Γκόλτζ Πασά πίστευε ότι θά γίνονταν τό νεκροταφείο του ελληνικού στρατού.

Τό σχέδιο του Γενικού επιτελείου προέβλεπε τήν κατά μέτωπο επίθεση στά στενά Σαρανταπόρου, μέ ταυτόχρονη καί από τά δύο πλευρά υπερκερωτική ενέργεια πρός τά Σέρβια, γιά τήν κατάληψη της γέφυρας του Αλιάκμονα καί τήν αποκοπή της συμπτύξεως του εχθρού. Στα βορειοανατολικά του χωριού Σαραντάπορο, το ύψωμα Σκοπιά ήλεγχε όλη την περιοχή από τον ποταμό Σαραντάπορο ως τον δρόμο Ελασσόνας - Σερβίων, στα δυτικά. Στη φυσική οχύρωση των στενών συνέβαλλαν τα υψώματα νοτιοδυτικά της Σκοπιάς και η δύσβατη περιοχή στα βόρεια του χωριού Σαραντάπορο. H προσέγγιση της περιοχής μπορούσε να γίνει μόνο μέσα από εξαιρετικά δύσβατες ορεινές διαβάσεις.

Το σχέδιο των Τούρκων ήταν να κρατήσουν σταθερή άμυνα ώστε να εμποδίσουν την προέλαση των Ελλήνων προς τα βόρεια. Το πρωί της 9ης Οκτωβρίου ο ελληνικός στρατός εξαπέλυσε επίθεση κατά μέτωπον. H προέλαση των μεραρχιών του κέντρου (1η, 2α και 3η) έγινε με δύο συντάγματα από κάθε μεραρχία. Πλησιάζοντας σε απόσταση 1.000 μέτρων, οι Ελληνες δέχθηκαν καταιγισμό εχθρικών πυρών αλλά, παρά τις σοβαρές απώλειες, συνέχισαν την προέλασή τους. Παράλληλα η 4η και η 5η Μεραρχία κινήθηκαν από τα πλάγια. H 5η επιτέθηκε ανοίγοντας δρόμο προς τις τοποθεσίες Λαζαράδες και Βογγόπετρα μέ προορισμό τήν Κοζάνη και η 4η προέλασε μέσω των χωριών Λιβαδερό - Μεταξάς - Τριγωνικό, μέ σκοπό νά βρεθεί στά νώτα της εχθρικής παράταξης στα Σέρβια. Τα αποτελέσματα της πρώτης ημέρας της μάχης ήταν μάλλον δυσμενή για τον ελληνικό στρατό. Η 6η Μεραρχία παρέμεινε στό χωριό Πετρωτό ως γενική εφεδρεία Οι απώλειες ήταν μεγάλες, ο καιρός άσχημος, το έδαφος δύσβατο, το ηθικό των ανδρών μάλλον πεσμένο.

Για την επομένη τα ξημερώματα το Γενικό Στρατηγείο είχε προγραμματίσει οι τρεις μεραρχίες του κέντρου να συνεχίσουν την προσπάθειά τους να καταλάβουν τις θέσεις των Τούρκων αλλά, ενώ όλα ήταν έτοιμα για την επίθεση, στα γύρω υψώματα βασίλευε απόλυτη ησυχία. Οι Τούρκοι κατά τη διάρκεια της νύχτας, αντιλαμβανόμενοι την πρόθεση της 4ης Μεραρχίας να τους κυκλώσει, προτίμησαν να υποχωρήσουν προς τα Σέρβια αλλά εκεί τους περίμενε η 4η Μεραρχία, η οποία τους αιφνιδίασε και τράπηκαν σε φυγή, αφού εκτέλεσαν 75 Ελληνες προκρίτους των Σερβίων καί αφού εγκατέλειψαν πίσω τους δεκάδες πυροβόλα και άφθονο πολεμικό υλικό. Κατά τή διάρκεια της καταδίωξης η 4η μεραρχία απελευθέρωσε τά Σέρβια. Στη συνέχεια ο Ελληνικός Στρατός προωθήθηκε προς τον Αλιάκμονα ενώ το απόγευμα της 12ης Οκτωβρίου ένα τμήμα της ταξιαρχίας ιππικού απελευθέρωσε την Κοζάνη. H γρήγορη και νικηφόρα έκβαση της μάχης του Σαρανταπόρου τόνωσε το ηθικό του στρατού και άνοιξε τον δρόμο για την απελευθέρωση της Μακεδονίας. Ωστόσο οι απώλειες σε έμψυχο υλικό ήταν βαριές: 182 νεκροί και 1000 τραυματίες.

Ακολουθεί απόσπασμα από τό βιβλίο του αντιστράτηγου Γεωργίου Κοσμά, ο οποίος πολέμησε στούς Βαλκανικούς πολέμους:


«Μεγάλη ήτο η συγκίνησίς μας κατά. την διάβασιν μας εκ της Έλληνοτουρκικής τότε, εν Θεσσαλία, μεθορίου. Ολοι οι λόχoι οι διερχόμενοι ταύτην εζητωκραύγαζον μετ' ενθουσιασμού καί συγκινήσεως....

Μετα. ταύτα εισήλθομεν εις τήν κοιλάδα του Τιταρησίου ποταμού καί μετά διήμερον πορείαν διά τών Καμβουνίων ορέων εφθάσαμεν εις χωρίον Μεταξάδες (πατρίς του παλαιού καί λίαν ικανού, προ του 21, οπλαρχηγού Νικοτσάρα), εκείθεν, νύχτα, εβαδίσαμεν προς την βορείαν εξοδον της στενωπού Πόρτας (μεταξυ Καμβουνίων καί Πιερίων ορέων), εις την έξοδον της στενωποϋ Πόρτας προς Σέρβια.

Κατά τήν έξοδον, το 9ον Πεζικόν, συνήψε τήν πρώτην συμπλoκήν του μετά του εχθρού, αποτελουμένου εξ ενός καί πλέον Τάγματος, ερχομένου εκ της κατευθύνσεως της Δεσκάτης, είς πυκνούς σχηματισμούς καί αλλαλάζον δια τουρκικών εκφράσεων, παροτρύνσεως. Επιτυχής βολή πεζικού καί πολυβόλων, διέλυσε, μέ μεγίστας απωλείας, τον ούτως ακαλύπτως βαδίζοντα εχθρόν, καί μεταξύ των πτωμάτων ανευρέθη, φερομένη υπό τινός Τούρκου Δερβίση (κληρικού Οθωμανού), μία σημαία ιερά Τουρκική, ήτις μετά τον Πόλεμον παρεδόθη καί ευρίσκετο εις το εν Αθήναις Έθνολογικον Μουσείον. Τήν επομένην διερχόμεθα τον Αλιάκμονα. διά της γεφύρας των Σερβίων καί παρεμείναμεν εις την διασταύρωσιν τών οδών Θεσσαλονίκης - Κοζάνης.....»

Υστερα από αυτή την εντυπωσιακή επιτυχία, το Γενικό Στρατηγείο εγκαταστάθηκε στην Κοζάνη από όπου ο αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος σκόπευε να βαδίσει προς το Μοναστήρι για να ενωθεί με τον σερβικό στρατό. Ο Βενιζέλος ωστόσο είχε διαφορετική γνώμη. Ηθελε ο Ελληνικός Στρατός να συνεχίσει την πορεία του στη Μακεδονία και να μπει στη Θεσσαλονίκη προτού προλάβουν να το κάνουν οι Βούλγαροι, όπως σχεδίαζαν. Απέστειλε λοιπόν επείγον τηλεγράφημα στόν αρχιστράτηγο μέ τήν προτροπή νά καταλάβει χωρίς χρονοτριβή τή Θεσσαλονίκη (13 Οκτωβρίου 1912):

«Αναμένω να μοι γνωρίσετε την περαιτέρω διεύθυνσιν, ην θα ακολουθήση η προέλασις του στρατού Θεσσαλίας. Παρακαλώ μόνον να έχετε υπ' όψιν ότι σπουδαίοι πολιτικοί λόγοι επιβάλλουσι να ευρεθώμεν μίαν ώραν ταχύτερον εις την Θεσσαλονίκην».

Κωνσταντίνος προς Βενιζέλο:

«Ο στρατός δεν θα οδεύση κατά της Θεσσαλονίκης. Εγώ έχω καθήκον να στραφώ κατά του Μοναστηρίου, εκτός αν μου το απαγορεύετε».

Βενιζέλος προς Κωνσταντίνο:

«Σας το απαγορεύω».


Στίς 14 Οκτωβρίου έγιναν αναγνωριστικές επιχειρήσεις των θέσεων του εχθρού. Τό απόγευμα έφθασε στό στρατηγείο ο βασιλιάς Γεώργιος καί εκδόθηκε η διαταγή πορείας του στρατού μέ κατεύθυνση Βέροια καί κατόπιν Θεσσαλονίκη. Η 2η καί 3η μεραρχία ξεκίνησαν πρώτες καί πέρασαν τά στενά του Τριπόταμου πού χωρίζει τό υψίπεδο της Κοζάνης από τήν πεδιάδα της Βέροιας. Η 7η μεραρχία ξεκίνησε γιά τήν Κατερίνη καί στίς 15 Οκτωβρίου συνάντησε ισχυρή αντίσταση του εχθρού στό χωριό Κολοκούρι. Τό απόσπασμα προσκόπων (εθελοντών) πού ακολουθούσε τήν 7η μεραρχία τίς νυχτερινές ώρες ανατίναξε τή σιδηροδρομική γραμμή Θεσσαλονίκη - Βέρροια. Τό ίδιο βράδυ έφθανε στό Γενικό Στρατηγείο τηλεγράφημα του υπουργού Εξωτερικών, τό οποίο πληροφορούσε ότι οι Σέρβοι είχαν καταλάβει τό Ιστίπ καί οι Βούλγαροι από τό Νευροκόπι προέλαυναν πρός τή Δράμα καί τίς Σέρρες.

Στίς 16 Οκτωβρίου 1912, η 7η μεραρχία εισήλθε στήν Κατερίνη καί η 2η στή Βέροια, ενώ η 5η μεραρχία ήταν καθηλωμένη έξω από τό χωριό Πέρδικα, όπου 1.000 περίπου Τούρκοι μέ έξι ορειβατικά πυροβόλα αντιστέκονταν λυσσαλέα. Τήν 18η Οκτωβρίου ο αρχιστράτηγος εγκαταστάθηκε στή Νάουσα.

Ο Τούρκος αρχιστράτηγος Χασάν Ταξίν πασάς, μετά τήν ήττα στό Σαραντάπορο καί τήν ουσιαστική διάλυση του στρατού του κατά τίς υποχωρητικές κινήσεις είχε στή διάθεσή του 25.000 άνδρες καί 30 πυροβόλα. Αποφάσισε νά οχυρώσει τά υψώματα δυτικά των Γιαννιτσών, ανάμεσα στήν ομώνυμη λίμνη καί τό όρος Πάϊκον, γιά νά προστατεύσει τήν ιερή γιά τούς μουσουλμάνους αυτή πόλη, η οποία φιλοξενούσε τους τάφους του Γαζή Εβρενός Μπέη, του πρώτου Τούρκου κατακτητή της Ευρώπης και των απογόνων του.


Στις 19 Οκτωβρίου οι ελληνικές δυνάμεις κατευθύνθηκαν βορείως της λίμνης των Γιαννιτσών μέ εξαίρεση τήν 7η μεραρχία η οποία κινήθηκε ανατολικά από τή λίμνη μέ κατεύθυνση τόν Λουδία ποταμό. Η κύρια όμως μάχη δόθηκε στό Μελίσσι (Μπαλίντζα) όπου ο κύριος όγκος του στρατού μας καθηλώθηκε από τό σφυροκόπημα του τουρκικού πυροβολικού. Οι στρατιώτες μας ήταν φοβερά ταλαιπωρημένοι από την εξαντλητική πορεία τόσων ημερών, κάτω από δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Είχαν προβλήματα εφοδιασμού, το ηθικό τους όμως ήταν υψηλό, ύστερα από τις μεγάλες νίκες συγχρόνως τους πυράκτωνε την ψυχή η θέληση να προλάβουν να ελευθερώσουν τη Θεσσαλονίκη πριν από τους Βουλγάρους.

Κάτω από συνεχή κανονιοβολισμό καί υπό δυνατή βροχή οι μονάδες της τρίτης και δεύτερης μεραρχίας περνούσαν τη γέφυρα και έπαιρναν θέσεις στο πεδίο μεταξύ Μελισσίου και Γιαννιτσών. Με το πρώτο φως της 20ης Οκτωβρίου ξανάρχισαν οι κανονιοβολισμοί αλλά οι εύζωνοι προχωρώντας κάτω από τίς συνεχείς βολές καί εφ'όπλου λόγχης κατελάμβαναν μετά από μάχες σώμα μέ σώμα τό ένα μετά τό άλλο τά εχθρικά οχυρώματα. Γύρω στις 8:45 το ένατο ευζωνικό τάγμα, με διοικητή τον αντισυνταγματάρχη Κωνσταντίνο Παπαδόπουλο κατόρθωσε να καταλάβει το ύψωμα των νεκροταφείων της πόλης. Με τα τέσσερα πυροβόλα που ήταν οχυρωμένα σ' αυτό, κυνήγησε τους υποχωρούντες Τούρκους ανατολικά. Οι υπόλοιπες γραμμές, με κίνδυνο να περικυκλωθούν, ύστερα από την είδηση ότι στα βόρεια έσπασε το μέτωπο από τους τσολιάδες, παράτησαν τά πυροβόλα και τράπηκαν σε φυγή προς Θεσσαλονίκη.

Οι απώλειες του στρατού μας ήταν 200 νεκροί καί 800 τραυματίες ενώ 3.000 Τούρκοι στρατιώτες είχαν αιχμαλωτισθεί μαζί μέ δύο πολεμικές σημαίες. Τα πρώτα τμήματα που μπήκαν στην πόλη, από το δρόμο της Αξού ήταν της δεύτερης μεραρχίας με μέραρχο τον Καλάρη. Γύρω στις 11:00 από τον ίδιο δρόμο μπαίνει και ο αρχιστράτηγος διάδοχος Κωνσταντίνος με το επιτελείο του. Στήν ημερήσια διαταγή της 21ης Οκτωβρίου ο Κωνσταντίνος ΙΒ' θά δήλωνε: «..η νίκη των Γιαννιτσών συμπληροί τήν του Σαρανταπόρου καί αποτελεί διά τόν Ελληνικό Στρατόν νέον τίτλον τιμής καί δόξης»

Δημογέροντες της ελληνικής κοινότητας και πλήθος κόσμου, υποδέχτηκαν τούς ελευθερωτές μέσα σε παραλήρημα χαράς και ζητωκραυγών. Επακολούθησε νεκρώσιμη ακολουθία στον ιερό ναό της Παναγίας, για τους νεκρούς. Γυναίκες τους καθάρισαν, τους έπλυναν με κρασί και τους στόλισαν με λουλούδια. Μετά τον ενταφιασμό των ηρώων, εψάλλει μεγάλη δοξολογία μπροστά στον αρχιστράτηγο, για τη νικηφόρα έκβαση της μάχης. 600 χρόνια σκλαβιάς, 600 χρόνια ξενικής κατοχής, 600 χρόνια ατελείωτης αναμονής αυτής της άγιας ημέρας. Η εθνική μας συνείδηση καί η θρησκεία μας ήταν αυτά πού κράτησαν τό όνειρο ζωντανό γιά έξι αιώνες. Καί όταν τό όνειρο μένει ζωντανό ...κάποτε γίνεται καί πραγματικότητα όσοι αιώνες καί αν περάσουν. Αυτός είναι ο λόγος πού οι εσωτερικοί μας εχθροί κατά παραγγελία των εξωτερικών μας εχθρών προσπαθούν νά αφανίσουν τή μνήμη μας, τήν αγάπη μας γιά τήν πατρίδα καί τό έθνος καί τή λατρεία μας πρός τήν Ορθοδοξία. Αλλά εμείς συνεχίζουμε νά τιμούμε τούς νεκρούς των μαχών καί νά λέμε «πάλι μέ χρόνια καί καιρούς πάλι δικά μας θάναι».


Βιβλιογραφία

Ambassador Morgenthau's Story 1918
Μεγάλη Αμερικανική Εγκυκλοπαίδεια 1971
The Blight of Asia - GEORGE HORTON 1926
Μαύρη Βίβλος (1914-1918) - Οικουμενικό Πατριαρχείο
Το νούμερο 31328 - Ηλίας Βενέζης
1922 Μαύρη Βίβλος - Γιάννης Καψής 1992
Χαμένες Πατρίδες - Γιάννης Καψής 1992
Τοπάλ Οσμάν - Λαμψίδης Γεώργιος, 1969
Χρονικόν Μεγάλης Τραγωδίας - Χρήστος Αγγελομάτης
Η Ελλάς εν Μικρά Ασία - Ξενοφών Στρατηγός 1925
Ιστορία του Ελληνικού Εθνους - Παπαρρηγόπουλου, Καρολίδη
Ιστορία του Ελληνικού Εθνους - Εκδοτική Αθηνών  

 

ΑΡΧΕΙΟ ΦΩΤΙΟΥ ΣΤΑΥΡΙΔΗ

ΑΙΩΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου