Τετάρτη 1 Ιουνίου 2022

ΑΦΙΕΡΩΜΑ: Η ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ "Ἀνδρεῖος ὁ περὶ τὸν καλὸν θάνατον ἀδεής "

Τῆς Ἰωάννας Γ. Καραγκιούλογλου 

νομικού και επιστήμων οικονομικής και κοινωνικής διοικήσεως

 
1453. Ἀνήμερα τῆς Μνήμης τῶν Μεγάλων Βασιλέων Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης, τὴν πεντηκοστή ἡμέρα τῆς πολιορκίας, ὁ Μεχμὲτ στέλνει πρέσβεις στὸν Κωνσταντῖνο Παλαιολόγο. Τοῦ παραχωρεῖ προνόμια καί τοῦ δίνει διαβεβαιώσεις πὼς δὲν θὰ πειράξει τὸν πληθυσμὸ μέσα στὰ Τείχη. Ζητᾶ νά τοῦ παραδώσει τὴν Πόλη.
Ἡ ἀπάντηση τοῦ Κωνσταντίνου ἦταν σαφής. Δὲν δεχόταν νὰ πληρώσει ὑψηλότερους φόρους ὑποτέλειας. Ἃς κρατήσουν οἱ βάρβαροι ὅλα τὰ κατακτημένα ἐδάφη.
Ἀλλὰ τὴν Κωνσταντινούπολη; Ὄχι. Δὲν μποροῦσε νά τὴν παραδώσει.
"Τὸ δὲ τὴν Πόλιν σοι δοῦναι, οὔτ’ ἐμόν ἐστιν οὔτ’ ἄλλου τῶν κατοικούντων ἐν ταύτῃ· κοινῇ γὰρ γνώμῃ πάντες αὐτοπροαιρέτως ἀποθανοῦμεν καὶ οὐ φεισόμεθα τῆς ζωῆς ἡμῶν."
Ὁ Κωνσταντῖνος εἶχε ἐκφράσει τὴν γνώμη ὅλων.
Στὶς 28 Μαΐου, τὴν τελευταία ἡμέρα τῆς πολιορκίας, στὶς φρικτὲς ἐκεῖνες κρίσιμες ὧρες λίγο πρὶν ἀπὸ τὴν τελευταῖα μεγαλοπρεπῆ λειτουργία ποὺ ἔμελλε νὰ τελεσθεῖ στὴν Ἁγία Σοφία, ὁ Βασιλέας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἀπευθύνεται στοὺς ἄνδρες του. Στοὺς τελευταίους πιστούς. Τοὺς ὑπενθυμίζει ὅτι εἶναι οἱ ἀπόγονοι τῶν μεγάλων Ἑλλήνων Ἡρώων. Καὶ ὅτι εἶχε ἀποφασίσει νὰ πεθάνει Ὑπὲρ τοῦ Λαοῦ, μαζὶ μὲ τὸν Λαό.
“(..)Καλῶς λοιπόν γιγνώσκετε, Ἀδελφοί, ὅτι διὰ τέσσαρά τινα ὀφείλομεν κοινῶς πάντες νὰ προτιμήσωμεν τὸν θάνατον μᾶλλον ἥ τὴν ζωήν.
Πρῶτον μὲν ὑπὲρ τῆς Πίστεως ἡμῶν καὶ εὐσεβείας.
Δεύτερον δὲ ὑπὲρ τῆς Πατρίδος.
Τρίτον δὲ ὑπέρ τοῦ Βασιλέως ὡς Χριστοῦ τοῦ Κυρίου.
Καὶ τέταρτον ὑπέρ Συγγενῶν καὶ Φίλων..."
Ἦταν πιὰ φανερό. Κάθε πολεμικὴ ἐπιτυχία, κάθε κατόρθωμα, κάθε πράξη Ἀντίστασης εἶχε ἀποκτήσει ἄλλο Νόημα. Τὸ Πνεῦμα εἶχε κυριαρχήσει ἐπὶ τῆς Ὕλης. Ἡ ἐπιλογή τοῦ μαρτυρίου, ἡ ἐπιλογή τῆς Ἐλευθερίας, ἡ προσμονὴ τῆς Ἀνάστασης θὰ ἔσωζε παντοτινὰ τὴν Πόλη.
Πρώτη ὥρα πρωϊνή. Τρίτη, 29 Μαΐου 1453.
Ἡ ἔφοδος εἶχε ὀργανωθεῖ κατὰ κύματα καὶ κατὰ τάγματα. Πρῶτα ἔφθασαν οἱ χιλιάδες ἄτακτοι Βασιβουζοῦκοι, τοῦρκοι καὶ χριστιανοὶ μισθοφόροι, ἀνεμομαζώματα καὶ τυχοδιῶκτες. Γιὰ νὰ μὴν ὑποχωρήσουν, παρέταξε πίσω τους μία σειρὰ στρατονόμους. Τὰ ἐπίλεκτα τάγματα καὶ οἱ γενίτσαροι περίμεναν ἀκόμη πιὸ πίσω. Τὸ πλῆθος ἦταν τόσο πολυάριθμο ὥστε δύσκολα μποροῦσε νὰ ἀναπτυχθεῖ μπροστὰ στὰ Τείχη. Οἱ πέτρες, τὰ ξύλα καί τὰ σίδερα πού πετοῦσαν ἀπό τοὺς Πύργους πάνω, θέριζαν πολὺ κόσμο μαζί.
Μέχρι τὶς 5 τὸ πρωί ἡ δεύτερη ἔφοδος εἶχε ἀποκρουσθεῖ, καὶ οἱ ὀθωμανικὲς ἀπώλειες ἦταν μεγάλες. Ὁ Ἰσαὰκ Πασᾶ μέ τὸ ἀσκέρι του εἶχαν ἀποτύχει μπροστὰ στὶς κεντρικὲς πύλες τῶν Τειχῶν. Οἱ ἄνδρες τοῦ Ζαγανὸς καί τοῦ Καρατζὰ Πασᾶ δὲν εἶχαν καταφέρει νὰ καταβάλουν τὴν ἄμυνα στὶς Βλαχέρνες. Τὰ πλοῖα τοῦ Χάμζα Μπέη ποὺ χτύπησαν τὰ Τείχη τοῦ Μαρμαρᾶ δὲν πέτυχαν νὰ ἀποβιβάσουν στὴν ξηρὰ στρατιῶτες γιατὶ τὸ τάγμα ποὺ συγκρότησαν οἱ μάχιμοι καλόγηροι τῆς Πόλης, πολέμησε λυσσαλέα καὶ κράτησε μακρυά τὰ πλοῖα.
Λίγο πρὶν ξημερώσει, τὸ πελώριο κανόνι ποὺ εἶχε στηθεῖ κοντὰ στὴν Πύλη τοῦ Ἁγίου Ρωμανοῦ, γκρέμισε ἕνα μεγάλο μέρος τοῦ Ἐξωτειχίου. Τὰ σύννεφα τῆς σκόνης καὶ ἡ μαύρη κάπνα ποὺ ἁπλώθηκε, τύφλωσε τοὺς ὑπερασπιστές. Τριακόσιοι ὀθωμανοὶ ὅρμησαν νὰ μποῦνε μέσα στὸ γκρεμισμένο Τεῖχος κραυγάζοντας πὼς ἡ Πόλη εἶναι δική τους.
Ὁ Κωνσταντῖνος Παλαιολόγος καὶ οἱ ἄντρες του περικύκλωσαν τοὺς ἀνατολίτες. Ὁ σουλτᾶνος διατάσσει νὰ ὑποχωρήσει ὁ στρατός στὶς θέσεις του, γιὰ νὰ ξεκινήσει ἡ τρίτη ἐπίθεση. Οἱ γενίτσαροι ἦταν ἕτοιμοι καί τὸ ἕνα κῦμα ἀκολουθοῦσε τὸ ἄλλο, καὶ γύρω στὶς 6 τὸ πρωΐ, ὅλα ἔδειχναν ὅτι ἡ Ἑλληνική ἄμυνα εἶχε νικήσει. Ὥσπου, κάποιος εἰδοποιεῖ τὸν Βασιλέα ὅτι ὁ Τζουστινιάνι λαβώθηκε ἄσχημα. Τρέχει ὁ Κωνσταντῖνος καί τὸν ἐκλιπαρεῖ νὰ κάνει ὑπομονή. Ὁ νεαρὸς Γενοβέζος δὲν ἄντεχε ἄλλο. Ἕνας ἄντρας τὸν μεταφέρει ὡς τὸ λιμάνι καί τὸν βάζει σἐ ἕνα γενοβέζικο πλοῖο. Πολλοὶ δικοὶ του, νόμισαν πὼς ἐγκαταλείπει τὴν μάχη καὶ ἔτρεξαν νὰ περάσουν ἀπό τὴν πυλίδα ποὺ εἶχε ἀνοίξει καὶ νὰ ἀνέβουν στὸν κοντινὸ Πύργο τοῦ Ἐσωτειχίου.
Στὸ Ἐξωτείχιον τώρα ἔμειναν μόνον οἱ Ἕλληνες μέ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν Κωνσταντῖνο.
Ὁ σουλτᾶνος παρακολουθεῖ τὴν ἀναταραχή στὸ Ἐξωτείχιο καὶ, ἀμέσως διατάσσει τὴν ὁμάδα τοῦ φοβεροῦ γίγαντα γενίτσαρου Χασάν, νὰ ὁρμήσει σὲ ἐκεῖνο τὸ σημεῖο. Ὁ Χασὰν καὶ δεκαεπτὰ γενίτσαροι χάνουν τὴν ζωὴ τους. Οἱ ὑπόλοιποι δεκατρεῖς κατόρθωσαν νὰ ἀνέβουν στὸν περίβολο τοῦ Ἐξωτειχίου. Τὴν ὥρα της σφαγῆς, κάποιος εἶδε ἕνα ὀθωμανικὸ μπαϊράκι νὰ ἀνεμίζει στὰ Τείχη.
Ὁ Κωνσταντῖνος, μαζὶ μέ τὸν Θεόφιλο Παλαιολόγο, τὸν Ἰωάννη Δαλματὸ καί τὸν Δὸν Φρανσίσκο, προσπάθησαν νὰ συγκρατήσουν ἐκείνους ποὺ πανικόβλητοι ἐγκατέλειπαν τὸ Ἐξωτείχιο. Ἑκατοντάδες γενίτσαροι εἶχαν περάσει τὸν περίβολο.
Στὴν θέα τῶν Ἀγαρηνῶν νὰ εἰσέρχονται ἀπὸ τὸ ρῆγμα, βγαίνει μιὰ κραυγὴ ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς τοῦ Κωνσταντίνου.
"Ἡ Πόλις ἐκυριεύθη καὶ ἀκόμη ζῶ ; Ἤ Ἐλευθερία ἤ Θάνατος."
Ὁ Κωνσταντῖνος βγάζει τὰ Βασιλικά Διάσημα.
"(..)Σῶσόν με ἐκ στόματος λέοντος καὶ ἀπὸ κεράτων μονοκερώτων τὴν ταπείνωσίν μου..."
Ἀνώνυμος μέσα στὸ πλῆθος τῶν ἀνωνύμων συμπολεμιστῶν του, Ἐλεύθερος, ὁ Βασιλεύς τῶν Ἑλλήνων χάνεται μπροστὰ στὴν Πύλη τοῦ Ἁγίου Ρωμανοῦ.
Τὸ κῦρος τοῦ Ἑλληνικοῦ Κόσμου εἶχε σωθεῖ.
Ἡ Πόλη τῆς Θεοτόκου, ἡ ἀπροσμάχητος, ἀνυψώθηκε πάνω ἀπό τὸ Τεῖχος τὸ Τρανὸν. Ἡ Βασιλεύουσα ἐντάχθηκε στὴν Χώρα τοῦ Ἀχωρήτου.
Ὁ Ἑλληνικὸς Λαὸς εἶπε.
"Ἄγγελοι τῆς Θείας παντοδυναμίας ὑπηρέται, ἔλαβον αὐτὸν ἐκ μέσου τῶν κατακειμένων συμπολεμιστῶν του, ἔλουσαν αὐτὸν ἐν ὕδατι πηγῆς ζωῆς, μύροις ἤλειψαν τὰς πληγὰς αὐτοῦ φαεινὴν ἐσθῆτα βασίλειον περιέβαλον, μὲ στέμμα λίθων τιμίων ἀνέδυσαν τὸ μέτωπον αὐτοῦ τὸ εὐγενὲς καὶ ἥπλωσαν ἐπὶ κλίνης πορφύρας καὶ βύσσου. Λυχνίαι καίουσι φῶς μᾶλλον ἁγνόν, μᾶλλον τῶν ἡλιακῶν ἀκτίνων.
Ἀρχάγγελοι δὲ φλογίνας κρατοῦντες ρομφαίας φρουροῦσι παρὰ τὰς μαρμαρίνας πύλας τοῦ τάφου, ὅπου καθεύδει γαλήνιος ὁ μάρτυς, ὁ τελευταῖος βασιλεύς μας, ὁ Παλαιολόγος.
Κοιμᾶται καὶ θὰ ἔλθη ὥρα, καθ' ἤν θὰ ἠχήσει ἀργυρόφωνος ἡ σάλπιγξ τῶν δικαίων τῆς Ἑλληνικῆς φυλῆς, αἱ μαρμάριναι πύλαι τοῦ τάφου βρέμουσαι θ΄ἀναπετασθῶσι, καὶ ὁ βασιλεὺς ἡμῶν, αἴγλην θείαν περιβεβλημένος ἐκ τοῦ μακροῦ ἀνεγειρόμενος ὕπνου θὰ προφανῆ ἀγλαόθρονος ἄναξ κραταιοῦ λαοῦ."
Στὴν Συνείδηση τοῦ Γένους, ἡ Ἅλωση δὲν ἔγινε ποτέ.
Φίλτατε Ἀναγνώστη.
Τὸ Μήνυμα ποὺ ἐκπέμπει ἡ Συνείδηση τοῦ Γένους, ξεπερνᾶ τὰ γεγονότα ποὺ καταγράφονται στὰ βιβλία τῆς πολιτικῆς Ἱστορίας.
Μπορεῖ τὸ καράβι τοῦ Ἀγῶνος νὰ εἶναι σήμερα δίχως ἱστία, κατάρτια καὶ σχοινιά. Μπορεῖ μπροστά μας νὰ ἔχουμε φτώχεια, φόβο καὶ θάνατο. Πίσω μας ἀντενέργειες καὶ ἀλλότριες πολιτικές.
Ὅμως. Ὁ Γαλαξίας τῶν ἐπιφανῶν τοῦ Γένους, ζώντων καὶ νεκρῶν, δὲν παύει νὰ μεταλαμπαδεύει τὸν Τρόπο.
Ἀπέναντι στὴν Τυραννία ποὺ φοβερίζει τὴν Ἀνθρωπότητα, ὁ Ἑλληνισμός καλεῖται νὰ σαρκώσει τὸν προαιώνιο ρόλο. Τὴν πραγμάτωση τοῦ Ἀνέφικτου.
569 ἔτη ἀπό τὴν Μάχη στὸ Μέγα Κάστρο, εἰς Μνήμην τῶν ἠρωϊκῶς πεσόντων καὶ θυσιασθέντων Ἑλλήνων, ἀποτίουμε τὸν ἐλάχιστο φόρο Τιμῆς σὲ Ἐκείνους ποὺ μετουσιώνουν τὸν Λόγο σὲ Πράξη.
Ὅσο ὑπάρχει Συνείδηση Ἑλληνική, ἡ Ἰδέα παραμένει ζωντανή.

[Δημοσιεύθηκε στὴν ἐφημερίδα Δημοκρατία τοῦ Σαββάτου, ΑΡ.ΦΥΛ. 3.370, σ.03]


Ι.ΚΑΡΑΓΚΙΟΥΛΟΓΛΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου