Τετάρτη 9 Μαρτίου 2022

Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΣΙΑΤΙΣΤΑΣ ΓΝΩΣΤΗ ΚΑΙ ΩΣ Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΦΑΡΔΥΚΑΜΠΟΥ ΣΤΙΣ 4 ΜΑΡΤΙΟΥ 1943

Η μάχη της Σιάτιστας γνωστή και ως μάχη του Φαρδύκαμπου [1] που άρχισε στις 3 [2] ή 4 Μαρτίου [3] και διήρκησε ως το απόγευμα της 6ης ή της 8ης Μαρτίου [4] του 1943 υπήρξε μια από τις σημαντικότερες μάχες, πιθανώς η σημαντικότερη σελίδα της Ελληνικής Εθνικής Αντιστάσεως της περιόδου 1941-44, με τη συμμετοχή 500 ανδρών της εθνικιστικής αντιστασιακής οργανώσεως Π.Α.Ο./ Y.B.E. και 100 περίπου ΕΛΑΣιτών εναντίον ενός ολοκλήρου Τάγματος των Ιταλικών δυνάμεων Κατοχής της Ελλάδος, με νικηφόρο αποτέλεσμα για τις Ελληνικές Εθνικές δυνάμεις. Τη μάχη αυτή την αποκάλεσαν «στρατιωτικό παράδοξο» και «θαύμα» για το απρόσμενη μαζικότητα της συμμετοχής των απλών πολιτών και το αποτέλεσμα της ενώ άλλοι τη χαρακτήρισαν αυθόρμητο εθνικιστικό κίνημα του λαού της περιοχής. Σύμφωνα με τον Τέως Δ/ντή της Μανουσείου Δημόσιας Βιβλιοθήκης και λαογράφο της Σιάτιστας Γεώργιο Μ. Μπόντα: «Η μάχη της Σιάτιστας και οι πρωταγωνιστές της είναι βέβαιο ότι έσωσαν την πόλη μας από την βέβαιη καταστροφή, μιας και ο σκοπός των εκ Γρεβενών πορευομένων Ιταλικών στρατευμάτων ήταν να την κάψουν ολοσχερώς» [5]

Γενικό πλαίσιο

Την 15η Μαΐου 1941 ιδρύθηκε στην Θεσσαλονίκη η Επιτροπή Εθνικής Απελευθερώσεως «Ελευθερία» από τον απότακτο Συνταγματάρχη Δημήτριο Ψαρρό ο οποίος για το σκοπό αυτό συνεργάστηκε και με μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος. Στις αρχές του καλοκαιριού του 1941 δημιουργήθηκε, από την κυβέρνηση του εθνικιστή στρατηγού-τότε πρωθυπουργού Γεωργίου Τσολάκογλου, η Γενική Επιθεώρησις Νομαρχιών με έδρα την Θεσσαλονίκη, ως κλάδος της Γενικής Διοικήσεως Μακεδονίας, με επικεφαλής τον εθνικιστή συνταγματάρχη Αθανάσιο Χρυσοχόου. Η υπηρεσία αυτή είχε ως καθήκον και έργο της να συγκεντρώνει τις αναφορές των κατά τόπους Διοικήσεων της Χωροφυλακής και των Νομαρχιών, την παρακολούθηση της εχθρικής και με επεκτατικές βλέψεις προπαγάνδας, αλλά και την αποστολή επίσημων εγκυκλίων και προκηρύξεων με θεωρητικές οδηγίες αντιδράσεως στη Βουλγαρική και Ρουμανική προπαγάνδα. Στις 10 Ιουλίου του ίδιου χρόνου από αξιωματικούς που υπηρετούσαν στη Γενική επιθεώρηση Νομαρχιών δημιουργήθηκε η Εθνική αντιστασιακή οργάνωση Υπερασπισταί Βορείου Ελλάδος [Υ.Β.Ε.]. Ιδρυτές της ήταν οι αξιωματικοί, Ταγματάρχες Ιωάννης Παπαθανασίου, Ευάγγελος Δόρτας, Θωμάς Μπάρμπας και ο λοχαγός Αναστάσιος Σακελλαρίδης και τα μέλη της ήταν σχεδόν αποκλειστικά αξιωματικοί του Ελληνικού Στρατού, με σκοπό την αποτροπή απασπάσεως εδαφών από την Ελληνική επικράτεια. Η οργάνωση δεν υποστηρίζει -αρχικά- την ένοπλη δράση όμως τα μέλη της συμβάλλουν στο διαφωτισμό και στην αντιμετώπιση της Βουλγαρικής προπαγάνδας, φροντίζουν για τη φυγάδευση Ελλήνων ή Βρετανών που βρίσκονται εγκλωβισμένοι στην κατεχόμενη Ελλάδα και αποστέλλουν κάθε πληροφορία που διαθέτουν στην εξόριστη κυβέρνηση και το Συμμαχικό Στρατηγείο Μέσης Ανατολής.

Υ.Β.Ε.-Ε.Κ.Α. / Π.Α.Ο.

Η Υ.Β.Ε./Ε.Κ.Α. [6] μετονομάστηκε σε Πανελλήνια Απελευθερωτική Οργάνωση [Π.Α.Ο.] το καλοκαίρι του 1942 και με βεβαιότητα πριν τις αρχές του χειμώνα εκείνου του έτους [7]. Η «Εθνική Κοινωνική Άμυνα» [8], που τα κομμουνιστικά έντυπα μέσα άλλαξαν το όνομα της σε «Ένωσις Κοινωνικής Αμύνης», έτσι ώστε το επίθετο εθνικός να ανήκει μόνο στο κομμουνιστικό Ε.Α.Μ., ιδρύθηκε ως «άμεσο αποτέλεσμα της δυναμικής εμφάνισης οπλοφόρων στα όρη της περιοχής, η οποία στενοχωρούσε (διότι τους έπληττε οικονομικά) τους εμπόρους της Κοζάνης και ερέθιζε τους επαγγελματίες του πολέμου Αξιωματικούς». Πολλοί Αξιωματικοί της Υ.Β.Ε. ήταν και μέλη της Ε.Κ.Α. όπως οι Ταγματάρχες Ανδρέας Λαλόπουλος, Δημήτριος Χατζής, Λάζαρος Μάντζιος και Γεώργιος Μαρωνίδης. Η ιδιαιτερότητα που παρουσίαζε η Ε.Κ.Α. και λόγω του σκοπού της, ήταν ότι υποστηρίζονταν από τους εμπόρους της περιοχής, ενώ αναφέρονται ως συνιδρυτές οι Νικόλαος και Κωνσταντίνος Γκέκας και ο δικηγόρος Κοζάνης Αλέκος Βαζάκας. Είναι γνωστό ότι τα Εθνικιστικά τμήματα των Ταγματάρχη Χρήστου Παπαβασιλείου, Ταγματάρχη Μιλτιάδη Πόρτη, Υπολοχαγού Σταύρου Πόρτη, Ανθυπολοχαγού Αριστείδη Ελευθεριάδη και του Υπολοχαγού Κοσμά Μπουλογιάννη έδρασαν ως τμήματα της Εθνικής Κοινωνικής Άμυνας πριν την μετονομασία της.

Το φθινόπωρο του 1942 βολιδοσκοπήθηκαν οι διαμένοντες στο Βόιο μόνιμοι και έφεδροι αξιωματικοί και ανατέθηκε η οργάνωση του Αρχηγείου Βοΐου της Υ.Β.Ε./Π.Α.Ο. στον εν τιμητική αποστρατεία ταγματάρχη Δημήτριο Παναγιωτίδη, με αρχηγούς των ομάδων τον απόστρατο Ταγματάρχη (ΠΒ) Μιλτιάδη Πόρτη από τον Πεντάλοφο, τον υπολοχαγό της Σχολής Ευελπίδων Κοσμά Μπουλογιάννη από τον Πεντάλοφο, τον έφεδρο ανθυπολοχαγό Ιωάννη Τσουκνίδη από τη Ζώνη, τον έφεδρο ανθυπολοχαγό Θεόδωρο Σιδηρόπουλο από τη Βροντή, τον έφεδρο ανθυπολοχαγό Νικόλαο Παπαθανασίου από το Σκαλοχώρι, τον έφεδρο ανθυπολοχαγό Ιωάννη Παναγιωτόπουλο από την Ανθούσα και άλλους. Το σύνολο των ανταρτών της ΠΑΟ ανερχόταν σε 300-400 άνδρες, οι οποίοι ήταν κατανεμημένοι στα γύρω από τον Αυγερινό ορεινά χωριά. Οι αντάρτες των ομάδων αυτών δεν είχαν εξέλθει στα βουνά, αλλά ήταν ενήμεροι για τα καθήκοντά τους, είχαν παραλάβει τον ανάλογο οπλισμό και ήταν έτοιμοι να δράσουν την κατάλληλη στιγμή.

Στην ευρύτερη περιοχή της Σιάτιστας η Π.Α.Ο. συγκρότησε, μέχρι το τέλος του Φεβρουαρίου 1943, τρία τμήματα δυνάμεως 400 ανδρών συνολικά.

  • Στην περιοχή Πενταλόφου-Αυγερινού το τμήμα του Υπολοχαγού Κοσμά Μπουλογιάννη δυνάμεως 120 ανδρών.
  • Στην περιοχή Τσοτυλίου-Νεαπόλεως το τμήμα του εφέδρου Ανθυπολοχαγού Θεόδωρου Σιδηρόπουλου [9] δυνάμεως 150 ανδρών.
  • Στην περιοχή Καστανοχωρίων το τμήμα του Ανθυπολοχαγού Στέφανου Καραμπέρη δυνάμεως 130 ανδρών. Σύμφωνα με την καταγεγραμμένη μαρτυρία του Καραμπέρη 100 άνδρες ακόμη δήλωσαν πρόθυμοι, στην δική του περιοχή, να ενισχύσουν την μονάδα του καθώς διέθεταν εμπειρία, όπλο και κάποια ποσότητα πυρομαχικών [10].

Το ένοπλο τμήμα της Υ.Β.Ε., ως Ελληνικός Στρατός [Ε.Σ.], ιδρύθηκε την 7η Μαρτίου 1943, αφού δέχθηκε οικονομική ενίσχυση από τους συμμάχους, με χώρο δράσεως τις υπώρειες των Πιερίων. Σύμφωνα με την αναφορά του Ταγματάρχη Θωμά Μπάρμπα προς τον Πρωθυπουργό της Ελληνικής Κυβερνήσεως στο Κάιρο την 28η Οκτωβρίου 1943, η οργάνωση έφτασε να αριθμεί περισσότερους από 1.800 μόνιμους και εφέδρους αξιωματικούς στα βουνά της Μακεδονίας, οι οποίοι είχαν μυηθεί με διαδικασίες ανάλογες αυτών της Φιλικής Εταιρείας [11].

Τι προηγήθηκε

Την άνοιξη του 1942 εγκαταστάθηκε φρουρά Ιταλικού στρατού στη Σιάτιστα, η «Φινάντσα». Το βράδυ της 3ης Μαρτίου 1943 στη Σιάτιστα ήρθε τηλεγράφημα από το Ταχυδρομείο-Τηλεγραφείο Αμυνταίου, από τον προϊστάμενο Μανώλη Δαμουλάκη που προσέφερε πολύτιμες υπηρεσίες με τους υπαλλήλους του, ότι Ιταλική φάλαγγα κινείται προς τα Γρεβενά, όμως οι Ιταλοί δεν εμφανίστηκαν, γιατί διανυκτέρευσαν στην Κοζάνη. Ανάμεσα στις Νότιες υπώρειες του όρους Σινιάτσικο ή Άσκιο και Βόρειες του Βούρινου ή Βέντζια σχηματίζονται τα στενά Μπογάζι -γνωστά στους ντόπιους με την ονομασία Μπάρα- στον δρόμο προς Γρεβενά. Την επόμενη μέρα, 4 Μαρτίου, η Ιταλική φάλαγγα κινήθηκε στον προορισμό της όμως έπεσε σε ενέδρα στη θέση «Βίγλα». Εκεί οι εθνικιστές αντάρτες της περιοχής, με την συνδρομή ελάχιστων ΕΛΑΣιτών, οργάνωσαν και έστησαν επιτυχημένη ενέδρα στη φάλαγγα των Ιταλών στο γεφύρι της Βίγλας. Στις 8 το πρωί η φάλαγγα εμφανίστηκε στον ορίζοντα. Στη μάχη σώμα με σώμα που ακολούθησε και διήρκησε τρεις ώρες αιχμαλωτίστηκαν 132 Ιταλοί στρατιώτες μαζί και ο φρούραρχος Νεάπολης, που τουφεκίσθηκε αυθημερόν ενώ οι αντάρτες απέκτησαν πολεμικά εφόδια όπως αυτοκίνητα, οπλοπολυβόλα και πυρομαχικά. Το τελευταίο όχημα της φάλαγγας, που βρέθηκε έξω από τον ανταρτικό κλοιό, έκανε στροφή επί τόπου, επέστρεψε στην Κοζάνη και από εκεί ενημέρωσε το Τάγμα Γρεβενών και στη συνέχεια ενημερώθηκε το Σύνταγμα Καστοριάς. Η αντίδραση των κατοχικών δυνάμεων ήταν άμεση καθώς την ίδια μέρα Ιταλικές δυνάμεις κινήθηκαν από τα Γρεβενά με κατεύθυνση το πεδίο της μάχης και τελικό στόχο τη Σιάτιστα έχοντας σκοπό να ελευθερώσει τους Ιταλούς αιχμαλώτους και να καταστρέψει την πόλη. Στις 5 Μαρτίου 1943 το τάγμα στρατοπέδευσε πριν την γέφυρα του Αλιάκμονα στον Φαρδύκαμπο και το μεσημέρι ήταν έτοιμο να επιτεθεί στη Σιάτιστα.

Μάχη του Φαρδύκαμπου (Μάρτιος 1943)

Η τοποθεσία του Φαρδύκαμπου Σιάτιστας της πρώην Επαρχίας Βοΐου του νομού Κοζάνης, στους νότιους πρόποδες του Ασκίου όρους γνωστή ως ο κάμπος-σταυροδρόμι που οδηγεί προς τα βουνά της Πίνδου, βρίσκεται 4 χιλιόμετρα Νότια-Νοτιοδυτικά της Σιάτιστας. Είναι περίπου πεδινή με μικρές διακυμάνσεις του εδάφους και διατέμνεται από μικρούς χειμάρορυς, που βοηθούν την προσέγγιση ατάκτων και την αιφνιδιαστική προσβολή. Δυτικά και με κατεύθυνση από Βορρά προς Νότο ρέει ο Αλιάκμονας ποταμός με απότομες όχθες, ο οποίος τις εποχές Φθινόπωρου και Χειμώνα κάθε έτους καθίσταται αδιάβατος καθιστώντας αδύνατη την ανάπτυξη τμημάτων για επίθεση. Οι Έλληνες αντάρτες μπορούσαν να αναπτυχθούν αμυντικά μόνο στη δυτική όχθη του Αλιάκμονα στα υψώματα της Κοκκινιάς, απ' όπου μπορούσαν να εμποδίσουν εχθρικές κινήσεις από τα Γρεβενά προς τη γέφυρα Γιαγκόβου. Στην ανατολική πλευρά του Αλιάκμονα βρίσκεται η στενωπός Μπουγαζίου-Σιάτιστας, μήκους 9 χιλιομέτρων, απ' όπου οι Έλληνες αντάρτες μπορούσαν να εμποδίσουν την άφιξη εχθρικών ενισχύσεων από την Κοζάνη. Ανάλογη δυνατότητα παρεμποδίσεως ενισχύσεων από την Καστοριά στο Φαρδύκαμπο, προσφέρει στους αμυνόμενους η μικρή στενωπός που υπάρχει κατά μήκος του δρομολογίου Κωσταράζι-Βογατσικό. όσοι κατέχουν τα βραχώδη υψώματα της Σιάτιστας, πάνω από την πεδινή έκταση του Φαρδυκάμπου, διατηρούν το πλεονέκτημα της καλής παρατηρήσεως και βολής, όμως μειονεκτούν καθώς είναι δύσκολη η απόκρυψη και η κάλυψη τους από τα πυρά του πυροβολικού και των όλμων.

Το αρχηγείο των εθνικιστών ανταρτών εγκαταστάθηκε στην Μονή Μικροκάστρου, όπου υπήρχε τηλέφωνο και μπορούσε να επικοινωνήσει με Νεάπολη-Τσοτύλι-Γρεβενά-Σιάτιστα. Επικεφαλής ανέλαβε ο Ταγματάρχης Πολεμικής Διαθεσιμότητος Ιωάννης Κοντονάσης και επιτελείςο μόνιμος Υπολοχαγός Κοσμάς Μπουλογιάννης και ο ΕΛΑΣίτης (έφεδρος ανθυπολοχαγός) Φωτεινός (Δημήτριος Κυρατζόπουλος). Συντονιστής των επιχειρήσεων ανέλαβε ο Ταγματάρχης (ΠΖ) Ιωάννης Χατζής ενώ οι Ταγματάρχες Δημήτριος Τσαμπουράς και Μιλτιάδης Πόρτης ανέλαβαν την προώθηση των τμημάτων προς Αμμουδάρα και πέραν της Δαμασκηνιάς για την αμυντική οργάνωση της στενωπού της Σιατίστης. Οι Ανθυπολοχαγοί Νικόλαος Γκαντώνας, Παπαϊωάννου και Γεώργιος Δεμίρης ανέλαβαν την ενεργοποίηση των μελών της Π.Α.Ο. στην περιοχή Σιατίστης. Ο Ταγματάρχης Λάζαρος Μάντζιος με ένα τμήμα ανέλαβε την πεδινή περιοχή Νεαπόλεως προς Κοζάνη, ενώ οι Γκαντώνας και Δεμίρης με ένοπλους χωρικούς αναχώρησαν για την φύλαξη των ορεινών διαβάσεων Κοζάνης-Γαλατινής, οι οποίες υπερκερούσαν την στενωπό της Σιατίστης.

Παραμονές της μάχης μετά από διαταγή του Κοντονάση, σύμφωνα με την οποία Ιταλικά τμήματα κινούνταν σε δύο κατευθύνσεις: Γρεβενά-Νεάπολη και Καστοριά-Άργος-Τσοτύλι, προς απομόνωση της περιοχής του Βοΐου και εξόντωση των ανταρτικών τμημάτων τοποθετήθηκε ο τότε Ανθυπολοχαγός Στέφανος Καραμπέρης, προσωπικός φίλος του Γεωργίου Παπαδόπουλου και εκ των πρωταγωνιστών της Επαναστάσεως της 21ης Απριλίου του 1967 που δραστηριοποιούνταν στην περιοχή των Καστανοχωρίων, ως επικεφαλής του τμήματος που απέκοψε την ενίσχυση των Ιταλών από το Άργος Ορεστικό, στην περιοχή των υψωμάτων Αμμουδάρας. Η ομάδα αυτή ενισχύθηκε από εθελοντές των περιοχών του Βογατσικού και του Κωσταραζίου, ανεξαρτήτως φρονημάτων [12]. Γράφει ο Καραμπέρης: «Η δική μου συμμετοχή σ' αυτήν τη μάχη, ήτο η σταθερά άμυνα επί της γραμμής Αμμουδάρας-Βογατσικού, νοτίως Άργους Ορεστικού με τα τμήματα μου και η απαγόρευσις τυχόν ενισχύσεως των Ιταλών από την κατεύθυνσιν Άργος Ορεστικό-Σιάτιστα. Έτσι με την κατάλληλον διάταξιν των τμημάτων μου δυνάμεως 200 περίπου ανδρών, σε ζωτικά υψώματα της περιοχής και εκμεταλλεύομενοι τα φυσικά κωλύματα Στραβοποτάμου και Αλιάκμονος παραπλανήσαμε τους Ιταλούς για το μέγεθος της δυνάμεως μας...» [13]. Τα ξημερώματα της 5ης Μαρτίου οι Ιταλοί έλαβαν επαφή με το τμήματα που αμύνονταν τόσο στη Γραμμή του Αλιάκμονα, όσο και στη διάβαση του Βογατσικού.

Συνθήκες διεξαγωγής

Στο Φαρδύκαµπο οι Έλληνες αντάρτες διατηρούσαν σημαντικά πλεονεκτήματα έναντι των Ιταλικών δυνάμεων.

  • Υψομετρική εύνοια καθώς οι Ιταλοί επιτίθονταν από χαμηλά ενώ το ασβεστολιθικό τοπίο καλύπτονταν µε χαμηλό χόρτο κι έτσι η παρατήρηση ήταν άριστη και το πεδίο βολής απολύτως καθαρό. Η διαφορά ύψους βοήθησε στην επιτυχή ρίψη χειροβομβίδων. Κεντρικός ήρωας της Μάχης φέρεται να ήταν ο, κοντός κι αδύνατος, οπωροπώλης Ιωάννης Στεργίου, γνωστός ως ο «Γιάνν(η) τς φακής».
  • Πολεμικό θάρρος διότι είχαν αποφασίσει µμάχη μέχρι εσχάτων προς υπεράσπιση των οικιών τους.
  • Ασφάλεια διότι οι Έλληνες μάχονταν πίσω από πέτρες κι εδαφικές καλύψεις, ενώ οι Ιταλικές δυνάμεις ήταν ακάλυπτες.
  • Γνώση της μορφολογίας του εδάφους αλλά και γενικότερα του ανάγλυφου της περιοχής.
  • Βάθος μετόπισθεν.
  • Ισχυρό και ικανό επιτελείο μονίμων αξιωματικών.

Αξιωματικοί που συμμετείχαν

Στη μάχη, αποκλειστικώς και πλήρως Ελληνικό κατόρθωμα, συμμετείχαν ικανός αριθμός μονίμων καθώς και δεκαοκτώ έφεδροι Αξιωματικοί του Ελληνικού Στρατού και της Ελληνικής Χωροφυλακής:

  • Ταγματάρχες: Ιωάννης Σιδέρη Κοντονάσης [14] (ΠΖ) π.δ. από την Περιστερά Βοΐου, Δημήτριος Χατζής, Λάζαρος Μάντζιος [15], Δημήτριος Τσαμπουράς [16] και Μιλτιάδης Πόρτης (ΠΒ) [17] [18].
  • Υπολοχαγοί: Κοσμάς Μπουλογιάννης [19] (ΠΖ) από το Δίλοφο, Σταύρος Πόρτης (ΠΖ) αδελφός του Μιλτιάδη Πόρτη (για την συμμετοχή στη μάχη προτάθηκε να τιμηθεί με τον πολεμικό σταυρό Γ' τάξεως), Κοσμάς Τζουρελλάς (για τη συμμετοχή του στη Μάχη προτάθηκε να τιμηθεί με το μετάλλιο του Πολεμικού σταυρού Γ' Τάξεως).
  • Ανθυπολοχαγοί: Στέφανος Καραμπέρης & Νικόλαος Γκαντώνας -δύο από τους στενότερους φίλους του Γεωργίου Παπαδόπουλου και πρωταγωνιστές της επικρατήσεως της Επαναστάσεως της 21ης Απριλίου 1967, Γεώργιος Δεμίρης, Νικόλαος Καναβάς, Σταύρος Κυριακίδης [20], Αντώνιος Νούλας, Νικόλαος Παπαθανασίου, Παπαϊωάννου.
  • Ανθυπίλαρχος: Ιωάννης Κανάβας από την Κοζάνη,
  • Ανθυπασπιστής Χωροφυλακής: Βασίλειος Αγγελόπουλος από τη Μεσσηνία.
  • Εύελπις: Επαμεινώνδας Γρηγορίου [21] [22] [23].
  • Έφεδροι:
- Αθανάσιος Δάφνης Λοχαγός (ΠΖ) από την Εράτυρα,
- Ιωάννης Αντζάρης Υπολοχαγός (ΠΖ) από τη Νεάπολη,
- Γεώργιος Ζήσης Υπολοχαγός (ΠΖ) από τη Ζώνη,
- Νικόλαος Μπόροβας Υπολοχαγός (ΠΖ) από τη Σιάτιστα,
- Θωμάς Τζορέλας Υπολοχαγός (ΠΖ) από τον Πεντάλοφο,
- Χρήστος Καλογερόπουλος Υπολοχαγός (ΠΒ) από το Ροδοχώρι,
- Κωνσταντίνος Μπέντας Υπολοχαγός (ΠΒ) από τη Σιάτιστα,
- Νικόλαος Ευαγγελόπουλος Ανθυπολοχαγός (ΠΖ) από το Αξιόκαστρο,
- Κωνσταντίνος Καλογερόπουλος Ανθυπολοχαγός (ΠΖ) από το Ροδοχώρι,
- Νικόλαος Καραμπέρης Ανθυπολοχαγός (ΠΖ) από την Περιστέρα,
- Γεώργιος Λάτσιος Ανθυπολοχαγός (ΠΖ) από τη Γαλατινή,
- Θωμάς Μπέρδας Ανθυπολοχαγός (ΠΖ) από τη Νεάπολη,
- Νικηφόρος Νικόδημος Ανθυπολοχαγός (ΠΖ) από την Εράτυρα,
- Μιχαήλ Παπαγιαννόπουλος Ανθυπολοχαγός (ΠΖ) από τον Πολύλακκο,
- Βασίλειος Παπαδόπουλος Ανθυπολοχαγός (ΠΖ) από το Τσοτύλι,
- Θεόδωρος Σιδηρόπουλος Ανθυπολοχαγός (ΠΖ) από τη Βροντή,
- Ιωάννης Παναγιωτόπουλος Ανθυπολοχαγός (ΔΒ) από την Ανθούσα,
- Ιωάννης Ζηκόπουλος Ανθυπολοχαγός (ΟΧ) από την Ανθούσα.

Αξιωματικοί, μόνιμοι και έφεδροι, μέλη των συμμοριών του κομμουνιστικού ΕΛΑΣ που συμμετείχαν στη μάχη ήταν οι:
Στέλιος Κατσόγιαννος (Γιάγκοβας), μόνιμος Ανθυπολοχαγός (ΠΒ) από τη Λαμία, Δημήτριος Κυρατζόπουλος (Φωτεινός) έφεδρος Υπολοχαγός (ΠΖ) από τις Κυδωνιές, έφεδρος Ανθυπολοχαγός (ΠΒ) Νικόλαος Θεοχαρόπουλος (Σκοτίδας) από το Κυπαρίσσι, Δημήτριος Ζυγούρας (Παλαιολόγος) έφεδρος Ανθυπολοχαγός (ΠΖ) από τη Βουχωρίνα, Αλέξανδρος Ρόσιος (Υψηλάντης) έφεδρος Ανθυπολοχαγός (ΠΖ) από τη Σιάτιστα, Δημήτριος Χαρισιάδης (Καραϊσκάκης) έφεδρος Ανθυπολοχαγός (ΠΖ) από το Καλονέρι, Αριστοτέλης Χοτούρας (Αρριανός) έφεδρος Ανθυπολοχαγός (ΠΖ) από τη Λευκοθέα, Θωμάς Βενετσανόπουλος Υπομοίραρχος Χωροφυλακής από τη Μεσσηνία.

Επιχειρήσεις

Η μάχη του Φαρδυκάμπου διεξήχθη στην ιταλοκρατούμενη ζώνη της Δυτικής Μακεδονίας καθώς οι Ιταλοί, όπως και οι Βούλγαροι συνεργάτες τους, ήταν ευεπίφοροι στην προπαγάνδα και κατέφευγαν συχνά στον προσωπικό εξευτελισμό των υπόδουλων Ελλήνων, κάτι που απέφευγαν με κάθε τρόπο τα Γερμανικά στρατεύματα Κατοχής. Οι συγκρούσεις ξεκίνησαν στα αντερείσματα της Σιάτιστας «στ Αγά τουν τσουσµέ» [Βρύση του Αγά], «σ Ράχ τς Σκιάς» [Ράχη της Συκιάς] το πρωινό της Πέμπτης 4ης Μαρτίου και το απόγευμα συνεχίστηκαν στο πλάτωμα «στου Φαρδύκαµπου». Στο πεδίο του Φαρδυκάμπου οι συμμορίτες του κομμουνιστικού ΕΛΑΣ ήταν 97 άνδρες, ενώ οι πολίτες σε μερικές εκατοντάδες στις οποίες αν προστεθούν όσοι ενέδρευαν προς την Κοζάνη, τα Γρεβενά και την Καστοριά συνολικά υπολογίζεται ότι έλαβαν μέρος 1000 περίπου Έλληνες, από τους οποίους 900 μέλη της ΕΚΑ/ΥΚΕ/ΠΑΟ. Η πλειοψηφία των Ελλήνων ήταν οπλισμένοι µε ατομικά όπλα αλλά παράλληλα διέθεταν 20 οπλοπολυβόλα και 2 βαριά πολυβόλα. Οι Ιταλοί αποτελούνταν από ένα τάγμα μειωμένης δυνάμεως, αφού το 1/3 του είχε μείνει πίσω στα Γρεβενά, και διέθεταν εκτός από τα ατομικά τους όπλα οπλοπολυβόλα και βαρύ οπλισμό, όπως πολυβόλα, όλμους και τρία πυροβόλα.

Το πρωί της 5ης Μαρτίου περίπου 600 Ιταλοί στρατιώτες διέβησαν τη γέφυρα του Αλιάκμονα και το μεσημέρι ανασυντάχθηκαν στη διασταύρωση του δρόμου Κοζάνης-Γρεβενών-Καστοριάς σε τοποθεσία με χωράφια και αμπελώνες, γνωστή με την ονομασία «Φαρδύκαμπος». Λίγο αργότερα οι Ιταλικοί λόχοι επιτέθηκαν εναντίον των αμυντικών θέσεων των Ελλήνων ανταρτών στα υψώματα της Σιάτιστας. Αρχικά, οι αντάρτες απώθησαν τους Ιταλούς, αλλά οι τελευταίοι αντεπιτέθηκαν με μεγαλύτερη επιμονή, με αποτέλεσμα να καταλάβουν έδαφος και να πλησιάσουν τις πρώτες κατοικίες της Κάτω Σιάτιστας, αντιμετωπίζοντας όμως τη σκληρή ένοπλη άμυνα των κατοίκων. Παράλληλα τέσσερα Ιταλικά αεροπλάνα συμμετείχαν στη μάχη ρίχνοντας πολεμοφόδια, πολυβολώντας ή βομβαρδίζοντας την κωμόπολη της Σιάτιστας την 5η αλλά και την 6η Μαρτίου. Ανάμεσα στους Έλληνες αντάρτες ήταν και ο κτηνοτρόφος Χρήστος Μάνιος που είχε διακριθεί ως λοχίας στο μέτωπο Βορείου Ηπείρου. «Ατρόµητος και ριψοκίνδυνος» [24] ο Μάνιος προέτρεπε συνεχώς στους Ιταλούς να παραδοθούν και τελικά ήταν αυτός ο πρώτος που υποδέχτηκε [25] τον απογοητευμένο Ιταλό ταγματάρχη Περόνε Πασκονέλι μόλις αποφάσισε να παραδώσει το Τάγμα του.

Παράδοση των Ιταλικών δυνάμεων

Το Ιταλικό Τάγμα παραδόθηκε όταν η πίεση των ανταρτών, η πείνα και η κούραση γονάτισαν βαθμοφόρους και στρατιώτες, γεγονός που ανάγκασαν τον Ταγματάρχη Περόνε Πασκονέλι να παραδοθεί. Εντός της νύχτας της 6ης Μαρτίου μετέβη με τον διερμηνέα του στις θέσεις των ανταρτών. Ο Ιταλός παρέδωσε το όπλο του και ζήτησε από τους Έλληνες αξιωματικούς να εγγυηθούν την ασφάλεια και την ακεραιότητα της μονάδος του. Ακολούθησε η παράδοση των στρατιωτών, οι οποίοι αφού παρέδωσαν τον οπλισμό τους οδηγήθηκαν στη Σιάτιστα με τη συνοδεία ανταρτών. Μετά τα μεσάνυχτα της 6ης Μαρτίου οδηγήθηκαν με συνοδεία στο Ορφανοτροφείο στο Τσοτύλι και δυο μέρες αργότερα μεταφέρθηκαν στον Πεντάλοφο για ασφάλεια. Τελικός προορισμός των Ιταλών αιχμαλώτων υπήρξε η Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Σπήλαιο Γρεβενών, όπου υπήρχαν κελιά για διαμονή, βοηθητικοί χώροι, όπως μαγειρεία, αποθήκες, και προαύλιο για συγκέντρωση και κυκλοφορία. Στο Σπήλαιο οι Ιταλοί παρέμειναν έγκλειστοι τρεις μήνες και αργότερα μεταφέρθηκαν στη Σαμαρίνα και στο Πρόσβορο. Το τέλος της μάχης και η παράδοση του Ιταλικού Τάγματος σήμανε, ουσιαστικά, την ολοκληρωτική αποχώρηση των Ιταλικών στρατευμάτων κατοχής από την ευρύτερη περιοχή καθώς είχαν προηγηθεί, τον Φεβρουάριο του 1943, οι απανωτές και εντυπωσιακές ήττες των Ιταλών στο Σνίχοβο, στη Μερίτσα και στη Βίγλα. Μετά τη μάχη στο Φαρδύκαμπο η παρουσία των στρατευμάτων κατοχής περιορίστηκε στα μεγάλα αστικά κέντρα της και οι ελεύθερες περιοχές δεν ανακαταλήφθηκαν μέχρι το τέλος της κατοχής.

Έλληνες νεκροί & τραυματίες

Από την πλευρά των Ελλήνων ανταρτών οι απώλειες της Μάχης του Φαρδυκάμπου ήταν 3 νεκροί ενώ υπήρξαν και 9 ή 11 ή κατ' άλλους 16 τραυματίες [26].
Νεκροί είναι οι:

  • Παναγιώτης Γούτας από τη Σιάτιστα,
  • Γεώργιος Ώττας [27] από τη Σιάτιστα,
  • Ευθύμιος Παπαγιάννης από τον Άγιο Γεώργιο Γρεβενών.

Τραυματίες ήταν οι:

  • Ιωάννης Σφενδώνης από τη Σιάτιστα,
  • Αργύριος Σαλαγιώτης από τη Σιάτιστα,
  • Κωνσταντίνος Γκολοµίσιος ή Αξιάλης από τη Σιάτιστα,
  • Γεώργιος Πολύζος από τη Σιάτιστα,
  • Γεώργιος Σάργκας από τη Σιάτιστα,
  • Γεώργιος Τζήλιας από Αξιόκαστρο επαρχίας Βοΐου,
  • Χρήστος Παπαδόπουλος από Πυλωρούς επαρχίας Βοΐου,
  • Νικόλαος Μητσόπουλος από Αξιόκαστρο επαρχίας Βοΐου,
  • Δημήτριος Τσαμπουράς από Καλονέρι,
  • Κωνσταντίνος Χονδρογιάννης οικοδόμος από τις Κυδωνιές. Τραυματίστηκε βαριά από σφαίρα στον πνεύμονα και μετά από θεραπεία σε Νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης διέφυγε τον κίνδυνο.
  • Αχιλλεύς Βλάχος από Παναρέτη επαρχίας Βοΐου.

Ιταλοί νεκροί και τραυματίες

Οι απώλειες από πλευρά των Ιταλών ανέρχονταν σε 2 αξιωματικούς και 26 οπλίτες νεκρούς, 4 αξιωματικούς και 63 οπλίτες τραυματίες καθώς και 12 Αξιωματικούς με επικεφαλής τον Περόνε Πασκονέλι και 586 οπλίτες αιχμάλωτους. Λάφυρα που εγκαταλείφθηκαν στο πεδίο της Μάχης του Φαρδυκάμπου ήταν όλος ο οπλισμός του τάγματος, τμήμα της Μεραρχίας Pinerolo, που είχε έδρα τα Γρεβενά, δηλαδή 65 οπλοπολυβόλα, 7 πολυβόλα, 6 όλμοι εξ ων ο εις Ομαδικός, 3 πυροβόλα ορειβατικά, 65 μεταγωγικά, 3 αυτοκίνητα και 300 βλήματα.

Ιταλοί αιχμάλωτοι

Οι Ιταλοί αιχμάλωτοι ακολουθώντας το δρομολόγιο Σιάτιστα-Νεάπολη-Τσοτύλι, με τη συνοδεία συμμοριτών του ΕΛΑΣ οδηγήθηκαν στον Πεντάλοφο (Ζουπάνι), όπου παρέμειναν για λίγες ημέρες. Ακολούθως μεταφέρθηκαν στο Σπήλαιο Γρεβενών και στρατωνίστηκαν στο Μοναστήρι, την Ιερά Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου, για τρεις περίπου μήνες. Το μοναστήρι ήταν περιφραγμένο, είχε κελιά που μπορούσαν να τα χρησιμοποιήσουν για θαλάμους, καθώς και βοηθητικές εγκαταστάσεις (μαγειρεία, αποθήκες για τρόφιμα κλπ.) και προαύλιο για τη συγκέντρωση και κυκλοφορία των αιχμαλώτων, όμως η διατροφή τους ήταν πενιχρή και οι συνθήκες κρατήσεως άθλιες. Οι περισσότεροι οπλίτες χρησιμοποιούσαν αντί για πιάτα όστρακα από χελώνες. Η κομμουνιστική επιμελητεία Γρεβενών χορηγούσε σε κάθε αιχμάλωτο 50 δράμια αλεύρι ημερησίως με το οποίο έκαναν χυλό (κουρκούτι) και σε ελάχιστες περιπτώσεις ψωμί. Προκειμένου να συμπληρώνουν την τροφή τους οι αιχμάλωτοι εξέρχονταν με συνοδεία κάθε εβδομάδα στην ύπαιθρο, για να μαζέψουν χόρτα και χελώνες. Στη διάρκεια της παραμονής τους στο Σπήλαιο εκτελέστηκαν 4 καραμπινιέροι του Σταθμού της Βωβούσας και 5 στρατιώτες. Τη φρουρά των αιχμαλώτων την αποτελούσαν ομάδες κομμουνιστοσυμμοριτών από το Σπήλαιο, το Κοσμάτι, τους Μαυραναίους και το Μοναχίτι, καθώς και επιστρατευμένοι εφεδροελασίτες από άλλα χωριά. Το Μάιο, μετά από διαταγή του Αρχηγείου Πίνδου, οι Ιταλοί αιχμάλωτοι μεταφέρθηκαν στη Σαμαρίνα και παραδόθηκαν στους κομμουνιστές υπεύθυνους του χωριού.

Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού η Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή Δυτικής Μακεδονίας, η οποία είχε την έδρα της στον Πεντάλοφο, χωρίς να έχει καμιά αρμοδιότητα για τους αιχμαλώτους του Φαρδυκάμπου, για ανθρωπιστικούς και μόνο λόγους, χορήγησε στον ΕΛΑΣ οικονομική βοήθεια και φαρμακευτικό υλικό. Το φθινόπωρο περισσότεροι από 100 αιχμάλωτοι πέθαναν από ασιτία και μερικοί από ένα δηλητηριώδες χόρτο με χονδρές ρίζες, το οποίο εν αγνοία τους μάζεψαν από τα βουνά και το χρησιμοποίησαν για τη διατροφή τους. Το χόρτο αυτό οι χωρικοί το ονόμαζαν «σκάρφη» και το χρησιμοποιούσαν ως παυσίπονο στον πονόδοντο (τοποθετούσαν ένα κομματάκι της ρίζας πάνω στο χαλασμένο δόντι) και ως βότανο για τη θεραπεία μιας ασθένειας των αιγοπροβάτων, που είχε σχέση με το πρήξιμο των ποδιών. Το χειμώνα οι επιζήσαντες Ιταλοί μεταφέρθηκαν στο χωριό Πρόσβορο, όπου είχε δημιουργηθεί αναρρωτήριο με δύο γιατρούς. Την εποχή αυτή, στα διπλανά χωριά, Μεσολούρι και Δοτσικό, υπήρχαν και άλλα δύο στρατόπεδα Ιταλών, στα οποία είχαν μεταφερθεί 4.000 Ιταλοί της ιταλικής Μεραρχίας Πινερόλο, τους οποίους είχε αφοπλίσει με δόλο ο ΕΛΑΣ. Μετά την άφιξη των αιχμαλώτων του Φαρδυκάμπου στο Πρόσβορο μερικοί πέθαναν από την εξάντληση, την πείνα και τη δυσεντερία. Οι νεκροί ενταφιάστηκαν σε ξεχωριστό μέρος στο νεκροταφείο του χωριού, κοντά στο εξωκλήσι της Παναγίας.

Οι κάτοικοι του χωριού έσπευσαν να τους συμπαρασταθούν. Κάθε οικογένεια ανέλαβε να φιλοξενήσει Ιταλούς, ενώ οι εναπομείναντες στρατωνίζονταν στο Δημοτικό Σχολείο. Στις 4 Ιουλίου 1944 υπήρχαν στο Πρόσβορο 365 Ιταλοί αιχμάλωτοι. Οι συμμορίτες είχαν καθαιρέσει το φυσικό τους διοικητή ταγματάρχη Περόνι και είχαν αναθέσει τη διοίκηση στο λοχαγό Γκρανάτα. Πριν οι Ιταλοί εγκαταλείψουν το χωριό, ο ταγματάρχης Περόνι μίλησε στους κατοίκους και τους ευχαρίστησε για τη φιλοξενία που πρόσφεραν σ' αυτόν και τους άνδρες του. Στον αποχαιρετιστήριο λόγο που έβγαλε στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου είπε: Αγαπητοί μου χωριανοί. Και σας ονομάζω χωριανούς μου γιατί μας συμπαρασταθήκατε και μας φιλοξενήσατε στα σπίτια σας, σαν να ήμασταν δικοί σας άνθρωποι. Σώσατε πολλές ζωές. Τη ζωή μας τη χρωστάμε σε σας και γι' αυτό σας ευγνωμονούμε.... Στις 5 Ιουλίου, οι αιχμάλωτοι μεταφέρθηκαν από μια ομάδα συμμοριτών σε δάσος κοντά στο Περιβόλι και εγκαταλείφθηκαν στην τύχη τους. Όταν πλησίασαν προς το μέρος τους οι Γερμανοί, που επιχειρούσαν στην ευρύτερη περιοχή, ο ταγματάρχης Περόνι και ο λοχαγός Γκρανάτα έδωσαν διαφορετικές διαταγές, όμως η πλειοψηφία των οπλιτών υπάκουσε στον Ταγματάρχη Περόνι και ακολούθησαν τους Γερμανούς και ο λοχαγός Γκρανάτα εκτελέστηκε [28].

Παράπλευρες επιχειρήσεις

Στις 6 Μαρτίου 1943 Ιταλική στρατιωτική φάλαγγα με κατεύθυνση από την Ελασσόνα στη Σιάτιστα, πέρασε από τα Σέρβια όπου παρέμεινε τρεις ημέρες ώσπου να κατασκευαστεί νέα γέφυρα στον Αλιάκμονα. Οι Ιταλοί κατέστρεψαν τα Σέρβια και μόνο το ορφανοτροφείο και ελάχιστα σπίτια απέμειναν ενώ περισσότεροι από σαράντα κάτοικοι εκτελέστηκαν ή κάηκαν ζωντανοί, με τον τελικό απολογισμό των νερών να ξεπερνά τους πενήντα επτά τις επόμενες μέρες. Στο βιβλίο «Οι Λαζαίοι» ο συγγραφέας σημειώνει: «Όσοι δεν έφυγαν, γέροι και γριές, σκοτώθηκαν από τους Ιταλούς. Η Βασιλική Βαγιώτα που πλησίαζε τα 100 της χρόνια κάηκε ζωντανή. Ο τυφλός Βασίλης Βασδιάρης σκοτώθηκε έξω από το σπίτι του. Ο γέρο-Καραβάρας 80 χρονών, σκοτώθηκε με πιστόλι στο κρεβάτι του όπου βρισκόταν άρρωστος. Την Όλγα Σταμπλιάκα την έριξαν οι ... γενναίοι φασίστες από το παράθυρο στο δρόμο και έσπασε τη μέση της, καθώς και τη Βασιλική Αγγελοπούλου που σκοτώθηκε. Τον Λουκά Ζυγούρη, τον Παρασκευά Απόστολο και άλλους 40 συνολικά που δεν μπόρεσαν ή δεν πρόφθασαν να φύγουν, τους σκότωσαν την ημέρα εκείνη» κι όλη η πόλη των Σερβίων μεταβλήθηκε σε σωρούς από στάχτες και αποκαΐδια. Το βράδυ της 8ης Μαρτίου οι Ιταλοί έκαψαν το Άργος Ορεστικό, το οποίο είχαν εγκαταλείψει στο έλεος τους οι ελάχιστοι συμμορίτες του κομμουνιστικού ΕΛΑΣ. Γράφει ο Στέφανος Καραμπέρης: «...η εγκατάλειψις του ΕΑΜ και των τμημάτων του ΕΛΑΣ από το Άργος Ορεστικόν, αμέσως μετά την μάχην του Φαρδυκάμπου, προκειμένου να αποφύγουν τις συνέπειες και τα αντίποινα των Ιταλών. Τα τμήματά μου συνέλαβαν τα στελέχη του Αρχηγείου ΕΑΜ Άργους Ορεστικού, αλλά κατόπιν εντολής δικού μας Αρχηγείου, αφέθηκαν ελεύθερα.» [29] που είχαν εμφανιστεί ως ελευθερωτές της κωμοπόλεως.

Μνήμη Μάχης Φαρδυκάμπου

Ενδεικτική της ιστορικής άγνοιας και της τακτικής αλλά και πολιτικής προχειρότητας με την προσεγγίζουν οι συντηρητικοί της διεξαγωγή της μάχης στο Φαρδύκαμπο είναι η δημοσίευση του γνωστού και μαχητικά συντηρητικού νομικού Φαήλου Κρανιδιώτη ο οποίος αναφέρει σε άρθρο του: «...Θα θυμίσω και μερικά πράγματα για να στανιάρουν οι σύντροφοι: Η Μάχη του Φαρδύκαμπου στην περιοχή της Σιάτιστας, 4-7 Μαρτίου 1943, ήταν μια λαμπρή νίκη του ΕΛΑΣ κατά των κατά πολύ ισχυρότερων σε αριθμούς ανδρών και βαρέων όπλων Ιταλούς. Λαμπρότερη κατά τη γνώμη μου και από τον Γοργοπόταμο, διότι οι νεκροί, τραυματίες και αιχμάλωτοι Ιταλοί ήταν πλήθος, σε μια μάχη που μάλιστα είχε χαρακτηριστικά τακτικού πολέμου και όχι ανταρτοπολέμου και με παλλαϊκή συμμετοχή των πολιτών των χωριών της περιοχής. Οι ηγήτορες της μάχης ήταν μόνιμοι και έφεδροι αξιωματικοί, που είχαν πολεμήσει στο αλβανικό μέτωπο, διοίκησαν υποδειγματικά τους αντάρτες τους και τους απλούς χωρικούς που προσέτρεξαν, συντρίβοντας τους Ιταλούς και πιάνοντας αιχμάλωτο σχεδόν ολόκληρο τάγμα με τον διοικητή του. Μαντέψτε τι έγιναν οι περισσότεροι από αυτούς τους νικητές, τους πατριώτες Ελασίτες ηγήτορες, πώς ανταμείφθηκαν από το αφανές κόμμα που ήταν η αληθινή διοίκηση του ΕΑΜ; Τους εκτέλεσε το ίδιο το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, το κόμμα έβαλε υπεύθυνο στην περιοχή έναν σλαβόφωνο αυτονομιστή που ξεπάστρεψε τους καταξιωμένους αλλά ενοχλητικούς Έλληνες πατριώτες...» [30]

Στο Φαρδύκαµπο το σχέδιο μάχης εκπονήθηκε από μονίμους αξιωματικούς οι οποίοι στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή του Μετώπου, όπως ο υπολοχαγός Κοσμάς Μπουλογιάννης που δολοφονήθηκε άνανδρα και στυγερά από τους σφαγείς των συμμοριών του κομμουνιστικού ΕΛΑΣ, όπως οι Ταγματάρχες Μιλτιάδης Πόρτης και Λάζαρος Μάντζιος, ο Ανθυπολοχαγός Στέφανος Καραμπέρης, ο ανθυπασπιστής Βασίλειος Αγγελόπουλος, που δολοφονήθηκε στην σφαγή του Αυγερινού, της επαρχίας Βοΐου Κοζάνης, καθώς και άλλοι χαμηλόβαθμοι μόνιμοι αξιωματικοί του Ελληνικού Στρατού και των Σωμάτων Ασφαλείας. Την επόμενη της μάχης, στις 7 Μαρτίου 1943, Κυριακή της Τυρινής, ο λαός της Σιάτιστας, στη Θεία Λειτουργία, ευχαρίστησε τον Ύψιστο για τη νίκη και παρακάλεσε να γλυτώσει την πόλη από πιθανά αντίποινα των Ιταλών. Σαράντα χρόνια αργότερα, το διάστημα από το 1980 έως το 1982, η ενορία της Γεράνειας, ανήγειρε το ναό των Αγίων Θεοδώρων, στο ύψωμα «Ράχη Συκιάς», όπου είχαν σκαρφαλώσει οι Ιταλοί, πλησιάζοντας τα πρώτα σπίτια της Σιάτιστας.

Η νίκη των ανταρτών της Π.Α.Ο. στο Φαρδύκαμπο αποτέλεσε σημείο καμπής, σηματοδοτούσε την έναρξη μιας νέας εποχής, καθώς οι αντάρτες απέκτησαν, από τα Ιταλικά λάφυρα, όλμους και πυροβολικό ενώ ολόκληρες ζώνες της κατεχόμενης Δυτικής Μακεδονίας κατέστησαν ελεύθερες. Μετά την αποκαλούμενη μεταπολίτευση και ιδιαίτερα μετά την επιστροφή στην Ελλάδα, στις αρχές της δεκαετίας του 1980, των συμμοριτών που είχαν καταφύγει στις χώρες του Σιδηρού Παραπετάσματος, ξεκίνησε συστηματική προσπάθεια για την συγγραφή της πρόσφατης Ελληνικής ιστορίας με τρόπο που δικαίωνε τις βλέψεις και τους σκοπούς των συμμοριτών και του κόμματος που τους εκπροσωπεί, κοινωνικά, πολιτικά και κοινοβουλευτικά. Έτσι η Μάχη του Φαρδύκαμπου συστηματικά και με επιμονή άρχισε να καταγράφεται ως αποκλειστική επιτυχία των συμμοριτών καθώς δεν υπήρξε ποτέ αντίλογος από την εθνικιστική πλευρά.

Τον Αύγουστο 1955, επιστολή της Ε.Π.Α.Β.Ε. [Έωσις Πολεμιστών Αντιστάσεως Βορείου Ελλάδος] με την υπογραφή του Πέτρου Δάγγα απευθύνθηκε στο νομάρχη Κοζάνης, τον Γεώργιο Γουδή, με κοινοποίηση προς τον Υπουργό Βορείου Ελλάδος εθνικιστή Αντιστράτηγο Γεώργιο Κοσμά αλλά και στο Β' Σώμα Στρατού Κοζάνης, ο οποίος ζητούσε την μνημόνευση της μάχης στο Φαρδύκαμπο και την ανέγερση μνημείου, όπου να μνημονεύονταν οι ήρωες Πόρτης, Μάντσιος και Μπουλογιάννης. Απάντησε εντός διμήνου, εκ μέρους του αντιστράτηγου διοικητή Β' Σώματος Στρατού, ο υπασπιστής, λοχαγός πεζικού Αλέξανδρος Παπαδημητρίου, συγχαίροντας για την πρωτοβουλία ενώ εντός τετραμήνου, απάντησε επίσης ο νομάρχης Κοζάνης Γεώργιος Γουδής θετικά, σημειώνοντας ότι το κυριότερο ζήτημα ήταν η εξεύρεση πόρων λόγος για τον οποίος το σχέδιο έμεινε ανεκπλήρωτο.

Έκθεση Ιωάννη Κοντονάση

Σύμφωνα με έκθεση [31] που συνετάγη από τον Ιωάννη Κοντονάση, τον Αντισυνταγματάρχη που διηύθυνε τους Έλληνες αντάρτες: «...Η μεγαλειώδης εθνική εποποιΐα της μάχης του Φαρδυκάμπου, ανήκει εις τους ανδρείους Έλληνας και εδημιουργήθη με τον αγνόν εθνικόν παλμόν, το άφθαστον ψυχικόν μεγαλείον και τον πατριωτισμόν των αξ/κών και των ανδρών της Σιατίστης και των Επαρχιών Βοΐου και Γρεβενών. Πάντα τ’ ανωτέρω αποτελούν αυθεντικήν και αμερόληπτον εξιστόρησιν των γεγονότων, τα οποία άλλως τε διερευνήθησαν και διεπιστώθησαν από Ανωτάτους και ανωτέρους αξ/κούς της Εθνικής Οργανώσεως Π.Α.Ο. και μετέπειτα υπό του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης. Ο δε Στρατηγός Κιτριλάκης εχαρακτήρισε το έπος του Φαρδυκάμπου ως ένα φωτεινόν μετέωρον. Το εθνικόν αυτό μεγαλούργημα υμνολογήθη από τον Πανελλήνιον τύπον και επευφημήθη ζωηρότατα υπό της Βουλής των Ελλήνων κατά την ΜΘ΄ της 23ης Ιουλίου 1946 συνεδρίασιν αυτής, καθ’ ην ετονίσθη ότι η εποποιΐα αυτή αποτελεί φωτοστέφανον δόξης και ο Ελληνικός λαός πρέπει να είναι υπερήφανος διά τους ηρωϊσμούς και τα ανδραγαθήματα των αξιωματικών και οπλιτών της ιστορικής ταύτης μάχης. Και με ζωηρά και παρατεταμένα χειροκροτήματα των Βουλευτών, εζητήθη όπως τύχωσι οι συντελεσταί του ανωτέρω αγώνος υπό της Πολιτείας, πάσης ηθικής και υλικής αμοιβής διά τας ηρωϊκάς πράξεις και την αυτοθυσίαν των...» [32].

Ολομέλεια Βουλής των Ελλήνων

Ο βουλευτής Αλέκος Λαδάς, από τα Γρεβενά, σε ομιλία του ενώπιον της Ολομέλειας της Βουλής των Ελλήνων με θέμα την Εθνική Αντίσταση, ανέφερε για τη μάχη του Φαρδυκάμπου τα εξής [33]: «Αξιότιμε Κύριε Αβραάμ (ο παρευρισκόμενος Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας της κυβερνήσεως του Κωνσταντίνου Τσαλδάρη) εμνημονεύσατε όλας τας περιπτώσεις των εθνικών αγωνιστών, οι οποίοι δια της εθνικής δράσεώς των κατά το διάστημα της κατοχής ετίμησαν το όνομα της Ελληνικής Πατρίδος μας. Αλλά παραλείψατε να μνημονεύσητε και ίσως τούτο να μην υπέπεσε μέχρι τούδε εις την αντίληψίν σας, την ηρωϊκήν δράσιν των αφανών και αγνώστων μέχρι σήμερον αγωνιστών της Δυτικής Μακεδονίας, οι οποίοι εδημιούργησαν μίαν άλλην εποποιΐαν μετά το Αλβανικό έπος, η οποία αποτελεί φωτοστέφανον δόξης και αποτελεί παράδειγμα απαραμίλλου μεγαλείου εθνικής αντιστάσεως. Ευρισκόμεθα εις τα τέλη του 1942 και αρχάς του 1943. Κατά τους χρόνους αυτούς της μαύρης δουλείας εις την γωνίαν αυτήν της Ελλάδος τέσσαρες κατακτηταί, πιέζοντες και τυρανούντες τον Ελληνικόν πληθυσμόν, επεδίωκον την εξόντωσίν του. Η Ιταλοκρατουμένη περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας και ιδία οι Νομοί Καστορίας και Κοζάνης και επαρχίαι Γρεβενών και Βοΐου εστέναζον υπό το πέλμα τούτων. Ενώ κυρίως τα τμήματα αυτά της Χώρας ευρίσκοντο υπό την κατοχήν των Ιταλών, εσφίγγοντο και εμαρτύρουν συγχρόνως και από τους προαναφερθέντας συνοδοιπόρους των Ιταλών, Βουλγάρους και Κομιτατζήδες, Ρουμάνους Λεγεωναρίους και Γερμανούς. Ιταλικά τάγματα θανάτου, περιήρχοντο τας Επαρχίας δια να ενεργήσουν δήθεν αφοπλισμόν των κατοίκων και προέβαινον εις αθρόας συλλήψεις και εκτελέσεις των πολιτών. Εποχή φοβερά όπου έφθαναν δύο Ιταλοί καραμπινιέρηδες και ισάριθμοι κομιτατζήδες με βαρβάρους πιέσεις και αγρίας μεθόδους διέσχιζον ολοκλήρους Επαρχίας, ενσπείροντες τον φόβον και τον τρόμον εις τον υπόδουλον Ελληνισμόν. H κατάστασις ήτο τραγική και μοιραίως έφερε την αντίδρασίν της. Την αντίδρασιν του ηρωϊκού Ελληνικού λαού, του οποίου ο τράχηλος ζυγόν δεν υποφέρει.

...κύριοι συνάδελφοι. Θα σας ομιλήσω δια την μάχην του Φαρδυκάμπου της Σιατίστης, η οποία δύναται να καταλεχθή μεταξύ των ηρωϊκωτέρων μαχών της ιστορίας μας. Μία σύγκρουσις ανταρτικής ομάδος μετά ιταλικών αυτοκινήτων λαμβάνει χώραν παρά την δημοσίαν οδόν Κοζάνης-Σιατίστης. Οι άνανδροι Ιταλοί κινούνται δι' ενός τάγματος και πυροβολικού εκ Γρεβενών, όπου η βάσις των, κατά της Σιατίστης με αντικειμενικόν σκοπόν την πυρπόλησίν της, δια να εκδικηθούν τον άμαχον πληθυσμόν αυτής με την υπόνοιαν ότι μετείχε ούτος της επιτεθείσης ανταρτικής ομάδος. Η κατάστασις ήτο πλέον τραγική και ο πληθυσμός έπρεπε να σωθή. Και εδώ πλέον εμφανίζεται ο απαράμιλλος ηρωϊσμός του Έλληνος, ο οποίος με το εθνικόν του φρόνημα και μόνον το ψυχικόν του σθένος, άοπλος σχεδόν, αναλαμβάνει την αντίστασιν κατά του κατακτητού δια να ματαιώση τα σχέδιά του. Ενεργείται τοπική επιστράτευσις του πληθυσμού των περιφερειών Σιατίστης, Βοΐου και Γρεβενών και των εθνικιστών αξιωματικών και μία δύναμις εξ 900 περίπου ανδρών αναλαμβάνει την επίθεσιν κατά του Τάγματος, καθ΄ον χρόνον υπήρχεν εις μεν την Καστορίαν ολόκληρον Σύνταγμα Πεζικού μετά Πυροβολικού και ικανού αριθμού Κομιτατζήδων, εις δε τα Γρεβενά έτερον Τάγμα Πεζικού. Δεν θα σας ομιλήσω επί της στρατιωτικής τακτικής τούτων διότι δεν είμαι ο αρμόδιος. Δύναμαι όμως να υπερηφανεύωμαι ως Έλλην και να σας είπω ότι η μικρά αυτή ανοργάνωτος δύναμις των Ελλήνων, αντιμετώπισε τόσον επιτυχώς το ανωτέρω Τάγμα των Ιταλών, το τελείως εξωπλισμένον και ενισχυμένον δια του Πυροβολικού και της Αεροπορίας ακόμη, ώστε να το αιχμαλωτίση ολόκληρον μετά του Πυροβολικού του.

Δεν ξέρω αν άλλοι λαοί μπορεί να εμφανίσουν ευκόλως τοιούτους ηρωϊσμούς και ανδραγαθήματα. Ο Ελληνικός λαός πρέπει να είναι υπερήφανος δι' αυτό. Την ιστορικήν αυτήν μάχην διηύθυνεν ο ήρως Ταγματάρχης τότε του Στρατού και ήδη αντισυνταγματάρχης κ. Ιωάννης Κοντονάσης, ο οποίος κατέχει σήμερον την τιμητικήν θέσιν του Γενικού Διευθυντού της Ούνρρα του Υπουργείου Εφοδιασμού. Οι ήρωες αξιωματικοί, οι οποίοι συμμετέσχον επίσης της ανωτέρω μάχης, ήσαν ο Ταγματάρχης Πόρτης, ο Υπολοχαγός Μπουλογιάννης, οι αξιωματικοί Μπέντας, Σιδηρόπουλος, Αγγελόπουλος και άλλοι των οποίων αυτή τη στιγμή μου διαφεύγουν τα ονόματα. Το αποτέλεσμα όμως, από της πλευράς του εθνικού διχασμού και της αντεθνικής τακτικής του ΕΑΜ, τινές των ανωτέρω αξιωματικών υπήρξε να δολοφονηθούν ανάνδρως υπό οπαδών της εις Αυγερινόν και Βουχωρίνα, υποπεσόντες εις ενέδρα των. Ούτοι είναι οι Ταγματάρχαι Πόρτης, Μάντζιος, Υπολοχαγός Μπουλογιάννης, Αγγελόπουλος, Σιδηρόπουλος κλπ. Αξίζει από του βήματος τούτου να αποδοθή φόρος τιμής εις τους ανωτέρω ήρωας αξιωματικούς μας, ανάνδρως δολοφονηθέντας. Δικαιούμεθα και αξίζει να είπωμεν ότι η Ελλάς έγραψε μίαν ακόμη ωραίαν σελίδα εις την ιστορίαν της δια της μάχης του Φαρδυκάμπου. Και αξίζει ακόμη να τύχωσιν οι ανωτέρω συντελεσταί του εθνικού αγώνος υπό της Πολιτείας, πάσης ηθικής και υλικής αμοιβής δια τας ηρωϊκάς πράξεις και την αυτοθυσίαν των».

Γράφει ο Πέτρος Δάγγας: «Εκχωρήθηκαν στους μητραλοίες [μητροκτόνοι] σελίδες ένδοξης πολεμικής δράσης, όπως η μάχη του Φαρδύκαμπου, στην οποία ουδείς κομμουνιστής πολέμησε. «Διατί ο Ντυμουριέ [Dumouriez] και ο Κελερμάν [Kellermann] να είναι εθνικοί των Γάλλων ήρωες και ο Πόρτης και ο Μπουλογιάννης, οι νικηταί του Φαρδυκάμπου, μιας μάχης τουλάχιστον ίσης αξίας προς το επεισόδιον του Βαλμύ [μάχη του Valmy] κατά την Γαλλικήν Επανάστασιν να κατάκεινται λησμονημένοι κάτω από την γην της Μποχωρίνας, όπου έπεσαν από τας σφαίρας των δολοφόνων; Διατί είναι καλλίτεροι Έλληνες οι αξιωματικοί εκείνοι, οι οποίοι συσπειρωμένοι γύρω στον Επισιτισμόν έσφιγγον ζηλότυπα το δελτίον της αυξημένης μερίδος σταφιδίνης, από εκείνους οι οποίοι προσέφερον την ζωήν των, διά να μας δώσουν την δυνατότητα σήμερον ν’ αλληλογραφούμεν ελεύθεροι;» Ο δημοσιογράφος Γεράσιμος Δώσσας γράφει στην εφημερίδα «Αγγελιοφόρος»: «Υπάρχει στην ευρωπαϊκή ιστορία του 2ου παγκοσμίου πολέμου ένα γεγονός όχι μόνο μοναδικό (και άκρως πρωτότυπο από πολεμική άποψη), αλλά και αφ’ εαυτού πλήρες δόξης και καταξίωσης. Είναι η ιστορική αιχμαλωσία ενός πλήρους και βαρέως οπλισμένου ιταλικού τάγματος του στρατού κατοχής της Ελλάδας μέσα στο κατεχόμενο έδαφος της χώρας μας».

Εταιρεία Μελετών Άνω Βοΐου

Το διήμερο 30ης Αυγούστου/1ης Σεπτεμβρίου 1996 έγινε στο Τσοτύλι το Συνέδριο της Εταιρείας Μελετών Άνω Βοΐου. Στη διάρκεια του ο εκ των ομιλητών τέως βουλευτής Κοζάνης της Ενώσεως Κέντρου και «ανθυπολοχαγός» των συμμοριών του κομμουνιστικού Ε.Λ.Α.Σ., υπασπιστής του 27ου Συντάγματος) Γεώργιος Π. Λαζαρίδης, αναφέρθηκε στη μαζική δολοφονία των μονίμων αξιωματικών που συμμετείχαν σ' εκείνη την επιχείρηση. Είπε μεταξύ άλλων: «...Ο Φαρδύκαμπος αναφέρεται στα ανακοινωθέντα της Βέρμαχτ ως η βασικότερη επιχείρηση της Αντίστασης. {...} θεωρώ υποχρέωσή μου, {...} να λάβουμε απόφαση, χωρίς καμιά μειοψηφία, αποκατάστασης της μνήμης αξιωματικών και οπλιτών, οι οποίοι κατά τη γνώμη μου εκτελέστηκαν τελείως αδικαιολόγητα. Κατά τη γνώμη μου, οι εκτελέσεις αυτές απετέλεσαν βασικό αίτιο έναρξης εμφυλίου και αμαύρωσης του μεγαλείου της μάχης του Φαρδυκάμπου. Οι εκτελεσθέντες είχαν κάθε δικαίωμα, όπως κάθε Έλληνας, να πολεμήσουν τους κατακτητές. Δυστυχώς αυτό το δικαίωμα τους το απέκλεισε το ΕΑΜ. Δεν επέτρεψε δηλαδή την ανάπτυξη άλλης αντίστασης. Με τέτοιες σκέψεις άρχιζε ο εμφύλιος της Κατοχής. Χτυπιέται ο Ζέρβας, διαλύεται ο Ψαρρός. Εάν η τότε ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος δεν επέβαλε τις απόψεις της στο ΕΑΜ, θα είχαμε αποφύγει και τα Δεκεμβριανά, αλλά δεν θα φτάναμε και στον εμφύλιο που τόσα δεινά επισώρευσε στον τόπο. Και έτσι για την Ελλάδα ο πόλεμος τελείωνε το 1950....» [34].

Μνημείο της Μάχης

Το μνημείο του Φαρδύκαμπου ανεγέρθηκε από το Δήμο της Σιάτιστας το έτος 1964 -Νότια της Σιάτιστας και πάνω στον παλιό οδικό άξονα για Καστοριά- στη διακλάδωση Γρεβενών, πλησίον της τοποθεσίας όπου έγινε η μάχη. Βρίσκεται στη θέση «στ’ Αγά τουν τσιουσμέ», το φιλοτέχνησε ο γλύπτης Γεώργιος Τσάρας και την κατασκευή του χρηματοδότησε εξ ολοκλήρου ο Δήμος. Στις 4 Νοεμβρίου εκείνου τους έτους εορτάστηκε στη Σιάτιστα η 52η επέτειος απελευθερώσεως της πόλεως από τον τουρκικό ζυγό. Στη συνέχεια στο μνημείο τελέστηκε παρουσία των αρχών Κοζάνης και Σιατίστης επιμνημόσυνη δέηση από τον τότε Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Σισανίου και Σιατίστης Πολύκαρπο. Κατόπιν μίλησε για το ιστορικό της μάχης ο τότε Δήμαρχος Σιάτιστας Μιλτιάδης Στρακαλής και στη συνέχεια έγιναν τα αποκαλυπτήρια του μνημείου από τον τότε Υπουργό Βορείου Ελλάδος αείμνηστο Κωνσταντίνο Ταλιαδούρη. Στη μαρμάρινη πλάκα γράφτηκαν τα εξής: «Λεοντόθυμος ιαχή και χείρες μάλλον παρά όπλα Σιατιστέων και κατοίκων Κοινοτήτων επαρχίας ηχμαλώτισαν ενταύθα πλήρες τάγμα Ιταλών κατακτητών μετά πυροβολαρχίας την 5-3-1943» [35]. Το έτος 1972 η πρώτη πλάκα αντικαταστάθηκε από άλλη, τα αποκαλυπτήρια της πραγματοποίησε ο τότε Γενικός Γραμματέας Υπουργείου Βορείου Ελλάδος Νικόλαος Γκαντώνας που ως νεαρός Ανθυπολοχαγός συμμετείχε στη μάχη και την 21η Απριλίου 1967 ήταν εκ των πρωταγωνιστών της Επαναστάσεως, στην οποία γράφτηκαν τα παρακάτω: «Εις τους αγωνισθέντας και ηρωικώς πεσόντας υπέρ Πατρίδος μαχητάς της Εθικής Αντιστάσεως κατά την μάχην εν Φαρδυκάμπω Σιατίστης εναντίον των Στρατευμάτων κατοχής εν έτει 1943». Στις 4 Αυγούστου 1979 άγνωστοι κατέστρεψαν τη μαρμάρινη επένδυση και στις 5 Μαρτίου 1982 άγνωστοι πάλι, κατέστρεψαν το υπόλοιπο τμήμα του μνημείου. Τα αποκαλυπτήρια του νέου μνημείου έγιναν στις 27 Απριλίου 1992.

Βιβλιογραφία

  • [«Η εποποιία της Μάχης του Φαρδύκαμπου & η ιστορική της παραποίηση στο πέρασμα των χρόνων», Βασίλειος Πορπόρης, εκδόσεις «Πελασγός», Ιωάννης Γιαννάκενας, Αθήνα, Ιανουάριος 2022.]
  • [«1940-1950, Πόλεμος-Κατοχή και η Εφιαλτική συνέχεια», Αθανάσιος Γκαντώνας, εκδόσεις «Πελασγός»/Ιωάννης Γιαννάκενας, Έκδοση Α', Αθήνα 2014.]
  • [«Φαρδύκαμπος, Μάρτιος 1943. Μια μάχη-σταθμός: το μεγαλύτερο επίτευγμα της Εθνικής Αντίστασης», Δρ. Ιωάννης Σιάπαντας, Θεσσαλονίκη 2008.]
  • [«ΠΑΟ-Πανελλήνιος Απελευθερωτική Οργάνωσις, Ιστορία και προσφορά της εις την Εθνικήν Αντίστασιν 1941-1945», Αθανάσιος Φροντιστής, Θεσσαλονίκη 1977.]
  • [«Τα Γρεβενά στην Κατοχή και στο αντάρτικο. Ιστορική μελέτη δεκαετίας 1940-1950», Χρήστος Δ. Βήττος, Υποστράτηγος (ε.α.)]

Παραπομπές

  1. [Φαρδύκαμπος -σύνθετη λέξη εκ των φαρδύς+κάμπος- είναι η γεωγραφική ονομασία τοποθεσίας οροπεδίου στην ευρύτερη περιοχή της Σιάτιστας του νομού Κοζάνης, όπου διαδραματίστηκαν τα γεγονότα της ομώνυμης μάχης τις πρώτες ημέρες του Μαρτίου 1943.]
  2. [Η ημερομηνία 3 Μαρτίου αναφέρεται στην έκθεση του επικεφαλής της μάχης του Φαρδύκαμπου, Αντισυνταγματάρχη Πολεμικής διαθεσιμότητος Ιωάννη Κοντονάση προς το Γ,Ε.Σ. την 28 Δεκεμβρίου 1970. Σύμφωνα με τον Κοντονάση εκείνη την ημέρα οι άνδρες του επιτέθηκαν σε Ιταλική φάλαγγα 9 οχημάτων, κινούμενη εξ Αμυνταίου μέσω Κοζάνης προς Καστοριά στη περιοχή του Μπουγαζίου Σιατίστης. Η έκθεση δημοσιεύθηκε από το τη Δ.Ι.Σ./Γ.Ε.Σ., «Αρχεία Εθνικής Αντίστασης (1941-1944)», τόμος 5ος, Έκδοση «Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού», Αθήνα 1998, σελίδα 322η.]
  3. [Η ημερομηνία 4 Μαρτίου αναφέρεται ως εναρκτήρια ημερομηνία της Μάχης του Φαρδυκάμπου από τον Υποστράτηγο Καραμπέρη, στο βιβλίο «Υποστράτηγος Στέφανος Καραμπέρης. Ένας ταπεινός και ασυμβίβαστος πατριώτης. Η αυτοβιογραφία του (1921-2008)», σελίδα 187η, το οποίο εκδόθηκε με την επιμέλεια του γιου του Υποστρατήγου Δημητρίου Στεφανου Καραμπέρη.]
  4. [«Υποστράτηγος Στέφανος Καραμπέρης. Ένας ταπεινός και ασυμβίβαστος πατριώτης. Η αυτοβιογραφία του (1921-2008)», Αθήνα, 2021, εκδόσεις «Πελασγός»-Ιωάννης Χρ. Γιαννάκενας, σελίδα 187η.]
  5. [«Η εποποιία της Μάχης του Φαρδύκαμπου & η ιστορική της παραποίηση στο πέρασμα των χρόνων», Βασίλειος Πορπόρης, εκδόσεις «Πελασγός», Ιωάννης Γιαννάκενας, Αθήνα, Ιανουάριος 2022, σελίδα 14η.]
  6. [Η οργάνωση Εθνική Κοινωνική Άμυνα (Ε.K.A.) ιδρύθηκε το Φθινόπωρο του 1942 από τον Ταγματάρχη Χρήστο Παπαβασιλείου. Είχε τοπικό χαρακτήρα και παρουσιάζεται ως παρακλάδι της Υ.Β.Ε. στην Κοζάνη. Σκοπός της ήταν η διαφύλαξη της κοινωνικής ευταξίας.]
  7. [«Υποστράτηγος Στέφανος Καραμπέρης. Ένας ταπεινός και ασυμβίβαστος πατριώτης. Η αυτοβιογραφία του (1921-2008)», Αθήνα, 2021, εκδόσεις «Πελασγός»-Ιωάννης Χρ. Γιαννάκενας, σελίδα 184η.]
  8. [Ο Καλογρηάς παραθέτει την ονομασία Ένωσις κάνοντας ταυτόχρονα αναφορά και σε άλλες αναλύσεις του αρκτικόλεξου Ε.Κ.Α., όπως Εθνική Κοινωνική Απελευθέρωση, Εθνική Κοινωνική Άμυνα, Εθνικός Κοινωνικός Αγώνας, αναλύσεις οι οποίες προκύπτουν από την διατιθέμενη βιβλιογραφία. Ο Θανάσης Χατζής, «Η νικηφόρα επανάσταση που χάθηκε», τόμος Α', B' έκδoση, Εκδόσεις «Δωρικός», Αθήνα 1983, σελίδα 24η, την αναφέρει ως Εθνική Κοινωνική Άμυνα. Το ίδιο αναφέρει και ο Βασίλης Γκανάτσιος, «Αλβανικός πόλεμος-Κατοχή-Αντίσταση στη Δυτική Μακεδονία», στο Νίκος Καλογερόπουλος (επιμ.), Η δεκαετία 1940-1950 στη Δυτική Μακεδονία, Εκδόσεις «Εταιρία Μελετών Άνω Βοΐου», Θεσσαλονίκη 1998, σελίδα 169η.]
  9. [Ο έφεδρος Ανθυπολοχαγός Θεόδωρος Σιδηρόπουλος, που αποτελούσε τον πρώτο στόχο των κομμουνιστικών συμμοριών του ΕΛΑΣ, δολοφονήθηκε με ριπή πολυβόλου στο προαύλιο του Δημοτικού Σχολείο του χωριού Αυγερινός Κοζάνης, όπου βρίσκονταν στρατωνισμένοι οι άνδρες της ΠΑΟ. Τα ξημερώματα της 8ης Απριλίου, ενώ οι άνδρες βρίσκονταν συγκεντρωμένοι στο προαύλιο του σχολείου για αναφορά και πρωινό ρόφημα, κυκλώθηκαν από συμμορίτες οι οποίοι είχαν καταλάβει τα γύρω υψώματα στη διάρκεια της νύχτας. Ο Σιδηρόπουλος αποτελούσε στόχο των κομμουνιστών, λόγω της επιρροής που ασκούσε στο Ποντιακό στοιχείο και στους τουρκόφωνους της περιοχής.]
  10. [«Υποστράτηγος Στέφανος Καραμπέρης. Ένας ταπεινός και ασυμβίβαστος πατριώτης. Η αυτοβιογραφία του (1921-2008)», Αθήνα, 2021, εκδόσεις «Πελασγός»-Ιωάννης Χρ. Γιαννάκενας, σελίδα 186η.]
  11. [«Η εποποιία της Μάχης του Φαρδύκαμπου & η ιστορική της παραποίηση στο πέρασμα των χρόνων», Βασίλειος Πορπόρης, εκδόσεις «Πελασγός», Ιωάννης Γιαννάκενας, Αθήνα, Ιανουάριος 2022, σελίδα 14η.]
  12. [«Οι αναμνήσεις μου από την δράσιν μου εις τα τμήματα της Π.Α.Ο. Η διαδρομή μου από το μέτωπο της Αλβανίας προς τη Μ. Ανατολή», Στέφανος Καραμπέρης, εκδόσεις «Πελασγός»-Ιωάννης Γιαννάκενας, Αθήνα 2010, σελίδα 34η.]
  13. [«Υποστράτηγος Στέφανος Καραμπέρης. Ένας ταπεινός και ασυμβίβαστος πατριώτης. Η αυτοβιογραφία του (1921-2008)», Αθήνα, 2021, εκδόσεις «Πελασγός»-Ιωάννης Χρ. Γιαννάκενας, σελίδα 189η.]
  14. [Ο τότε 50χρονος ταγµατάρχης (ΠΖ) π.δ. Ιωάννης Κοντονάσης από την Περιστερά Βοΐου, τραυματίας της Μικρασιατικής Εκστρατείας και διώκτης Τούρκων ληστών στην Εορδαία στη δεκαετία του 1920, μέλος της Επιτροπής της ΠΑΟ στη Δυτική Μακεδονία, επικεφαλής του Τοπικού Αρχηγείου Σιατίστης και ηγέτης των Ελλήνων ενόπλων στη μάχη του Φαρδυκάμπου, παρέμεινε έπειτα στην ανταρτοκρατούμενη περιοχή μιλώντας σε συγκεντρώσεις συμμοριτών του κομμουνιστικού ΕΑΜ. Τον Απρίλιο του 1943, μετά τις μαζικές δολοφονίες μονίμων αξιωματικών του Στρατού και των Σωμάτων Ασφαλείας αποστασιοποιήθηκε και συντάχθηκε με τους Εθνικιστές αντάρτες µε αποτέλεσμα να αιχμαλωτιστεί και να αποφύγει το θάνατο με μεγάλη δυσκολία. Στις 10 Μαρτίου 1946 υπέβαλε έκθεση στο Γ.Ε.Σ. για τα γεγονότα της Μάχης του Φαρδύκαμπου. Στον Κοντονάση, μετά την απελευθέρωση, ανατέθηκε η τιμητική θέση του Γενικού Διευθυντού της Ούνρρα του Υπουργείου Εφοδιασμού.]
  15. [Ο ταγματάρχης Λάζαρος Μάντζιος, µε το ψευδώνυµο Σουλιώτης, συμμετείχε στη μάχη του Φαρδυκάμπου ως επικεφαλής ομάδος της Ε.Κ.Α. κι έπειτα προσπάθησε να εμποδίσει τους Ιταλούς να περάσουν από τη στενωπό του Μπουγαζίου Σιατίστης. Ανύποπτος για τις προθέσεις των συμμοριών του κομμουνιστικού ΕΛΑΣ συνελήφθη μέσα στον Κρόκο και δολοφονήθηκε, στις 14 Απριλίου 1943, από τις συμμορίες του κομμουνιστικού ΕΛΑΣ, στην Βουχωρίνα Βοΐου. Η δολοφονία του εξέπληξε μόνο όσους δεν γνώριζαν την πρόθεση των συμμοριών του ΚΚΕ, όταν κατηγόρησαν τον Μάντζιο ότι δεν είχε συγκρατήσει τους Ιταλούς που ερχόταν από τη Λάρισα για να περάσουν µέσω Κοζάνης στα Γρεβενά, κατηγορία που ήταν απολύτως αστήρικτη. «Ανταρτοδίκες», όπως σε όλες τις «δίκες», ήταν ο Στράτος Κέντρος (Σλομπόντας ή Βαγγέλης) ως «πρόεδρος», φανατικός κομμουνιστής από τη Φλώρινα και μέλη ο Φίλος Γάμα ή Σέφτελος, υπεύθυνος καθοδηγήσεως των συμμοριών του Ε.Α.Μ. και του Κ.Κ.Ε., ο Φωτεινός (Δημήτριος Κυρατζόπουλος) και ο Σκοτίδας (Νικόλαος Θεοχαρόπουλος).]
  16. [Ο ∆ηµήτριος Τσαμπουράς είχε γεννηθεί το 1891 στη Γαλατινή και μετά τη Μικρασιατική Εκστρατεία δήλωσε μόνιμος στο Στράτευμα. Το 1935 απολύθηκε ως αναμιχθείς με τους κινηματίες βενιζελικούς αξιωματικούς, όμως αργότερα ανεκλήθη και πολέμησε το 1940 στο μέτωπο της Βορείου Ηπείρου, µε το βαθμό του ταγματάρχη, όπου και τραυματίστηκε. Επί Κατοχής κατοικούσε στην Κοζάνη και το 1941 ως υπεύθυνος συγκεντρώσεως σίτου απέτρεψε φυγάδευση τροφίμων από την Κοζάνη στην Αθήνα. Εντάχθηκε στην Υ.Β.Ε., αλλά επειδή «ουδεμίαν δράσιν μέχρι της στιγμής εκείνης είχεν παρουσιάσει» συνεργάστηκε µε τους συμμορίτες του κομμουνιστικού ΕΑΜ Κοζάνης. Πήρε μέρος στη Μάχη του Φαρδυκάµπου, όμως την άνοιξη του 1943 κατέφυγε στη Θεσσαλονίκη εγκαταλείποντας τους κομμουνιστοσυμμορίτες, τρομαγμένος από τις εκτελέσεις αξιωματικών στη Βουχωρίνα Βοΐου.]
  17. [Ο ταγματάρχης Μιλτιάδης Πόρτης συνελήφθη την νύχτα της 5ης προς την 6η Απριλίου 1943, προσήχθη σε «ανταρτοδικείο» και μετά την αναμενόμενη καταδικαστική απόφαση δολοφονήθηκε στις 14 Απριλίου 1943 από τις συμμορίες του κομμουνιστικού ΕΛΑΣ, στην Βουχωρίνα Βοΐου.]
  18. [Στις 15 Απριλίου 1943 οι άνδρες του Μιχάλαγα (Μιχαήλ Παπαδόπουλου) σκότωσαν στη θέση «Ζαρκαδόπετρα», κοντά στο χωριό Ίμερα Κοζάνης, τα στελέχη του Μακεδονικού Γραφείου του ΚΚΕ Σίμο Κερασίδη (Χρυσαφόπουλο), Λάζαρο Τερπόφσκι (Ζησιάδη) και Γιώργη Μέτζα από τη Σιάτιστα, μέλος της Επιτροπής των συμμοριών του ΕΑΜ Μακεδονίας, ως υπεύθυνα για τη στυγερή δολοφονία των ταγματάρχη Πόρτη, υπολοχαγού Μπουλογιάννη και ανθυπολοχαγού Σιδηρόπουλου. Μαζί σκοτώθηκαν και άλλα έξι άτομα, που τους συνόδευαν: Νίκος Νίτσος από τους Φιλιππαίους Γρεβενών, Νίκος Κατσαντώνης από τα Γρεβενά, Παναγιώτης Τριανταφύλλου από τα Γρεβενά, Βασίλης Τερζόπουλος και Μιχάλης Μπελούκας από την περιοχή Κατερίνης. Οι πέντε τελευταίοι αποτελούσαν την ένοπλη φρουρά των τριών στελεχών.]
  19. [Ο τότε 30χρονος υπολοχαγός (ΠΖ) Κοσµάς Μπουλογιάννης από το Δίλοφο, αρχηγός της Τάξεως 1938 της Σ.Σ.Ε., αριστοκράτης που διακρίνονταν για τις πολεμικές του ικανότητες, τις οποίες απέδειξε έμπρακτα στο Φαρδύκαμπο πολεμώντας θαρραλέα στην πρώτη γραμμή, Αιχμαλωτίστηκε, προσήχθη σε «ανταρτοδικείο» και μετά την αναμενόμενη καταδικαστική απόφαση δολοφονήθηκε στις 14 Απριλίου 1943, από τις συμμορίες του κομμουνιστικού ΕΛΑΣ, στην Βουχωρίνα Βοΐου.]
  20. [Σταύρος Κυριακίδης biblionet.gr]
  21. [Ο Εύελπις Επαμεινώνδας Γρηγορίου, γιός του Μακεδονομάχου Στέφου Γρηγορίου συνελήφθη και δολοφονήθηκε από τις συμμορίες του κομμουνιστικού ΕΛΑΣ μαζί με τον ήρωα Μακεδονομάχο πατέρα του. Εκτελεστής του ήταν ο «πρόεδρος» του ανταρτοδικείου Στράτος Κέντρος που, ως καπετάνιος του τάγματος Υψηλάντη, δολοφόνησε ο ίδιος με ειδεχθή τρόπο τον παλαιό Μακεδονομάχο και οπλαρχηγό του Μακεδονικού Αγώνα και τον γιο του.]
  22. [Τον τραγικό θάνατο του Στέφου Γρηγορίου και του γιου του τον περιγράφει στο βιβλίο του ο ίδιος ο Υψηλάντης, ως εξής: «....Το Αρχηγείο Σινιάτσικου είχε διοικητή εμένα και Καπετάνιο (Πολιτικόν) τον Στράτο Κέντρο (ψευδώνυμο Σλομπόντας) και έδρα του τα Νάματα (ένα πολύ ολιγοήμερο χρονικό διάστημα χρημάτισε καπετάνιος ο Κέντρος). Κάποια μέρα έλειψε ο Καπετάνιος χωρίς εγώ να γνωρίζω την αιτία της απουσίας του. Την άλλη μέρα εμφανίστηκε και μου αφηγήθηκε όχι μόνο ότι σκότωσε, αλλά και πως σκότωσε (αδύνατο να το περιγράψω...) τον ένδοξο μακεδονομάχο αγωνιστή Καπετάν Στέφο Γρηγορίου και τον εύελπι γιο του Επαμεινώνδα. Η αφήγηση του ήταν μακάβρια {...} Είχε δε και το άκρον άωτον του θράσους να μου δείξει και το ρολόγι του Καπετάν Στέφου...» (Αλέξης Ν. Ρόσιος, [Υψηλάντης], «Στα φτερά του οράματος», εκδότης «Κώδικας», Αθήνα 1997, σελίδα 99η.)]
  23. [Η προτομή του Μακεδονομάχου Καπετάν Στέφου τοποθετήθηκε, μετά την απελευθέρωση, στη διασταύρωση των οδών Σαρανταπόρου και Παύλου Μελά στη Φλώρινα. Τη νύχτα της 2ας Απριλίου 1986 η προτομή αφαιρέθηκε από άγνωστους και έκτοτε αγνοείται που βρίσκεται ενώ δεν επανατοποθετήθηκε -έστω- μια άλλη (Παρμενίων Ιωάννη Παπαθανασίου, «Για τον Ελληνικό Βορρά», έκδοση 2η, τόμος Α', Αθήνα 1997, σελίδα 337η.)]
  24. [«Ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος, Η κατοχή και η Εθνική Αντίσταση όπως τα έζησα», Νικόλαος Μπαξεβάνος, Θεσσαλονίκη 1994, σελίδα 423η.]
  25. [Εφημερίδα «Ελληνικός Βορράς», φύλλο 17ης Απριλίου 1962, σελίδες 3η & 5η, όπου δημοσιεύονται οι επιστολές των Χρήστου Μάνιου και Κωνσταντίνου Μπέντα. Επίσης, «Η ιστορική μάχη του Φαρδυκάµπου, οι παλαιότεροι ας θυμηθούν και οι νεώτεροι ας μάθουν», Χρήστος Μάνιος, Σιάτιστα 1982, σελίδα 13η. Η πληροφορία ότι ο Ιταλός ταγματάρχης παραδόθηκε στον Κοντονάση, (βλ. Ιωάννης Ζηκόπουλος, «Από ποιους;», Δυτική Μακεδονία 24 Δεκεμβρίου 1985, σελίδα 1η) υποστηρίζεται πως είναι ψευδής.]
  26. [Έκθεση Μάχης Φαρδύκαμπου Σιάτιστας, 4 Μαρτίου 1943. stratistoria.wordpress.com]
  27. [Ο Γεώργιος Ώττας γεννήθηκε το 1911 στη Σιάτιστα. Ήταν ένα από τα πέντε παιδιά του Βασίλη και της Άννας Ώττα στη Γεράνεια.]
  28. [Νίκολας Χάμμοντ, «Δυτική Μα­κεδονία: Αντίσταση και Συμμαχική Στρατιωτικη Αποστολή 1943-44», Αθήνα, Μάιος 1993, Εκδόσεις «Παπαζήση», σελίδες 173η-264η.]
  29. [«Υποστράτηγος Στέφανος Καραμπέρης. Ένας ταπεινός και ασυμβίβαστος πατριώτης. Η αυτοβιογραφία του (1921-2008)», Αθήνα, 2021, εκδόσεις «Πελασγός»-Ιωάννης Χρ. Γιαννάκενας, σελίδα 189η.]
  30. [Φ. Κρανιδιώτης: Να υποστούν οι αυτουργοί τις συνέπειες της προδοσίας Φαήλος Κρανιδιώτης, εφημερίδα «Δημοκρατία».]
  31. [Έκθεση Ιωάννη Κοντονάση, Γ.Ε.Σ./ Δ.Ι.Σ., Αρχεία Εθνικής Αντίστασης (1941-1944), τόμος 5ος, ανατύπωση 2006, Έκδοση Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού, Αθήνα 1998, σελίδες 322η-331η.]
  32. [Έκθεση Μάχης Φαρδύκαμπου Σιάτιστας, 4 Μαρτίου 1943. stratistoria.wordpress.com]
  33. [Αλέκος Λαδάς, Πρακτικά της Βουλής των Ελλήνων, Περίοδος ΜΘ', Τρίτη 23 Ιουλίου 1946.]
  34. [«Η δεκαετία 1940-1950 στη Δυτική Μακεδονία», εκδότης «Εταιρεία Μελετών Άνω Βοΐου», Θεσσαλονίκη 1998, σελίδα 102η


ΜΕΤΑΠΑΙΔΕΙΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου