Η οικογένεια Τομπάζη ήρθε στήν Ύδρα τό 1668 από τά Βουρλά τής Σμύρνης. Ο Νικόλαος Τομπάζης ήταν από τούς πιό εύπορους κατοίκους τού νησιού καί υπέγραφε μέχρι τό 1816 ως Νικόλαος Γιακουμάκης. Τό 1812 πλαισίωνε τόν τουρκόφιλο μπάς κοτζάμπαση Νικόλαο Κοκοβίλα, ο οποίος είχε διαδεχθεί τόν Γεώργιο Βούλγαρη στή διοίκηση τού νησιού. Ο υιός του Ιάκωβος Τομπάζης γεννήθηκε τό 1782 καί ο μικρότερος Εμμανουήλ τό 1784.
Γράμματα δέν έμαθαν οι νεαροί Τομπάζηδες, λόγω ελλείψεως σχολείων, αλλά έγιναν άριστοι ναυτικοί καί τολμηροί θαλασσοπόροι. Στίς αρχές τού 19ου αιώνα οι έμπειροι πλέον καπεταναίοι ναυπήγησαν τό μπρίκι "Λεωνίδας", κόστους 35.730 ταλλήρων καί τήν ταχύτατη γολέτα "Τερψιχόρη", κόστους 13.000 ταλλήρων, τήν οποία οι Τούρκοι ονόμασαν "Σεϊτάν γκεμεσί". Ακολούθησαν τά πλοία "Θεμιστοκλής" καί "Κίμων".
Τό 1818, ο Ιάκωβος Τομπάζης έγινε μέλος τής Φιλικής Εταιρείας μαζί μέ τόν Γκίκα Γκιώνη. Ήταν από αυτούς πού κυνήγησαν τόν Αντώνη Οικονόμου καί τόν εξανάγκασαν νά φύγει από τήν Ύδρα γιά νά επανέλθει η εξουσία στά χέρια τών παραδοσιακών νοικοκυραίων τού νησιού. Ο Ιάκωβος είχε τήν τιμή νά οριστεί πρώτος αυτός ναύαρχος τού ενωμένου ελληνικού στόλου στόν οποίον εκτός τής Ύδρας συμμετείχαν οι Σπέτσες καί τά Ψαρά. Οι Υδραίοι καπεταναίοι πού τόν ακολούθησαν στήν παρθενική έξοδο τού στόλου στό Αιγαίο ήσαν οι Λάζαρος Λαλεχός, Αναστάσιος Τσαμαδός, Ελευθέριος Γηζόνης, Γεώργιος Σαχτούρης, Λάζαρος Πινότσης, Γιάννης Ζάκκας, Σερφιώτης, Αντώνιος Ραφαλιάς, Γιάννης Δοντάς, Δημήτριος Βώκος, Λάζαρος παπά Μανώλη, Γιάννης Βούλγαρης καί Γιάννης Γκέλης
«Παιδειάν μέν βάσιμον οι αδελφοί Τουμπάζιδες δέν έσχον διά τε τήν έλλειψιν καταλλήλων σχολείων τότε. Αμφότεροι εισήλθον εις τά πλοία,
παίδες έτι όντες, αμφότεροι όμως ήσαν λίαν φιλομαθείς, φιλόκαλοι καί περίεργοι.
Οι αδελφοί Τουμπάζιδες προηγούντο εις πάσας τάς επί τό βέλτιον μεταρρυθμίσεις
είτε τών υδραϊκών πλοίων, είτε τού είδους τού βίου, είτε τού καλλωπισμού
τών οικιών καί τών ενδυμάτων. Αυτοί πρώτοι εισήγαγον εις τό ελληνικόν ναυτικόν,
τά θωράκια εις τούς ιστούς τών πλοίων (κόφας), αυτοί πρώτοι λέγεται επίσης, ότι κατεσκεύασαν καί γολέταν...
Αμφότεροι οι αδελφοί ηγάπων τήν ζωγραφικήν καί ο μέν Ιάκωβος ηρέσκετο εις
τό νά σχεδιάζη μάλλον, ο δέ Εμμανουήλ εις τό νά σκιαγραφή τά πλοία. Ένεκα
δέ τής μεγάλης αυτών περιεργείας εις πάν ότι απέβλεπεν είτε τήν τελειοποίησιν τού πλοίου, είτε
τήν οχύρωσιν λιμένων, είτε τήν κατασκευήν πυρπολικών
ή κανονιοφόρων είχον θησαυρίσει καί πρακτικάς τινας πρός τούτο γνώσεις.
Ηγάπα πολύ τόν κήπον του, όν επεμελείτο ιδίαις χερσί καί τόν τόρνον του,
εις όν ειργάζετο εν τε τώ πλοίω καί τώ οίκω αυτού, περιποιούμενος όσους
ηδύναντο νά τόν οδηγήσωσιν εις τούτο. Η εκλογή τών βιβλίων τής
βιβλιοθήκης του,
τά χειρόγραφα μαθήματά του περί τής ναυτικής, τά δωρηθέντα παρά τών υιών
του εις τό Μουσείον τού Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου, αι σημειώσεις
του περί πυροβολικού, περί εμπρηστικών σφαιρών, περί τού τόρνου, περί
βερνικίων,
αι διαρκείς πρός τήν φιλομάθειαν προτροπαί εις τά τέκνα
του, εις ά συνήθως έλεγε:
"Προκόψατε καί είμαι ευχαριστημένος νά τρέχω μέ τόν σάκκον τού επαίτου".
Ταύτα πάντω αποδεικνύουν ότι ο Ιάκωβος Τομπάζης
δέν ήτον άνθρωπος υλικός ούτε ιδιοτελής, αλλ' ανήρ τής προόδου.»
Η πρώτη εκστρατεία τού ελληνικού στόλου είχε σάν σκοπό νά ξεσηκώσει
τούς κατοίκους τής Χίου. Εμπνευστής αυτής τής ιδέας ήταν ο κληρικός Νεόφυτος Βάμβας
(1770 - 1855), ο οποίος ήταν Χιώτης. Ο Νεόφυτος Βάμβας, μέ σπουδές στό Παρίσι καί φιλικές σχέσεις
μέ τόν Αδαμάντιο Κοράη ήταν από τούς πρώτους πού
μυήθηκαν στή Φιλική Εταιρεία. Τόν Απρίλιο τού 1821 βρισκόταν
στήν Ύδρα καί σκέφτηκε ότι οι συμπατριώτες του μέ τόν πλούτο πού διέθεταν
θά μπορούσαν νά αποδειχθούν χρήσιμοι στήν επανάσταση η οποία πάνω από όλα είχε ανάγκη από χρήματα.
Οι Χιώτες έμποροι ήταν βαθύπλουτοι καθώς τό νησί
τους λόγω τού εμπορίου τής μαστίχας είχε φορολογικά προνόμια από τήν Πύλη. Πολλοί από τούς
Χιώτες διέμεναν στή Μασσαλία καί στό Λιβόρνο καί από εκεί κανόνιζαν τίς επαγγελματικές
τους υποχρεώσεις.
Έτσι οι Υδραίοι ξεκίνησαν τήν πρώτη ναυτική εκστρατεία
από κοινού μέ τά σπετσιώτικα καράβια τού Θεοδωράκη Μέξη, τού Νικολού Αδριανού, τού
Γκίκα Τσούπα, τού Γιάννη Μπόταση, τού Νικόλα Ράφτη, τού Γιάννη Ορλώφ καί τού Θανάση Γουδή βάζοντας
πλώρη γιά τά Ψαρά καί τή Χίο.
Συνάντησαν δύο εμπορικά τουρκικά πλοία τά οποία καί βύθισαν ενώ στήν προσπάθειά
τους νά ξεσηκώσουν τούς Έλληνες καθολικούς τής Τήνου,
Νάξου, Σύρου καί Σαντορίνης συνάντησαν τήν πλήρη άρνηση.
«Κυριακή Απριλίου 17, η πρώτη μέρα τής ελευθερίας. Θεία συνάρσει καί ευδοκία
μισεύομεν (αναχωρούμε) από Ύδραν ομού μέ 5 σπετσιώτικα καράβια.
Τρίτη. Ών δέ ο καιρός εναντίος, εστάθημεν όλην εκείνην τήν ημέραν, κατά τήν οποίαν ήλθε καί η γολέττα τών αδελφών Τομπάζηδων καί ο
καπετάν Τσούπας μέ τή ναβή (πλοίο) του. Ταύτα εδιωρίσθησαν περί τά μέρη τής Σύρας.
Μάς έστειλαν έτι νέας διαταγάς από Ύδραν διά νά απεράσωμεν από Τήνον καί νά στείλωμεν εκεί
δύο τρία καράβια νά θεωρήσουν τήν υπόθεσιν ενός καραβιού Σπετσιώτη όπου έπιασεν εις Τήνον έν καράβι μέ
σημαίαν αυστριακήν καί μέ Τούρκους ταξιδιώτας
καί νά δυσωπήσωμεν (παρακαλέσουμε) τόν κόνσολα, αποδίδοντες όλα τά αρπαχθέντα καί στέλλοντας εις
Σπέτσες τό καράβι κατά διαταγήν τών τε εδικών μας αρχόντων καί Σπετσιωτών.
Πέμπτη. Εις τά 3 ώρας τής εσπέρας επιάσθη από τόν καπετάν Γιωργάκη Σαχτούρη μιά γολέττα
ψαριανή μέ γράμματα διά τήν Ύδραν. Ανοίξαμεν τά γράμματα
καί είδομεν ότι έγραφον από Κωνσταντινούπολιν τό κρέμασμα τού Πατριάρχου μετά έξ αρχιερέων.»
Ο στόλος τού Τομπάζη αγκυροβόλησε ανοιχτά τού όρμου τής Δασκαλόπετρας στό Βροντάδο τής Χίου, τήν Τετάρτη 27 Απριλίου 1821, καί εστάλησαν άνθρωποι στά χωριά μέ επαναστατικές προκηρύξεις. Οι χωρικοί όμως ήταν διστακτικοί καθότι ήταν απειροπόλεμοι καί στερούνταν όπλων. Οι δημογέροντες τού νησιού έστειλαν σάν αντιπροσώπους τούς Μιχαήλ Βλαστό, Πολυχρόνη καί Ιωάννη Πατρικούση νά παρακαλέσουν τόν Τομπάζη νά φύγει μέ τά πλοία του από τή Χίο. Δέν διέθεταν ούτε πολεμικά πλοία ούτε ένοπλους άνδρες καί ο τουρκικός στόλος μπορούσε ανά πάσα στιγμή νά καταπλεύσει στό νησί καί νά σκορπίσει τήν καταστροφή.
Μετά από δεκαήμερη παραμονή στήν πλούσια Χϊο, ο ελληνικός στόλος αποχώρησε άπρακτος. Οι Τούρκοι αντέδρασαν καί προέβησαν στά συνηθισμένα μέτρα, τά οποία έπαιρναν όταν υπήρχε έστω καί υποψία επαναστατικής κίνησης. Πήραν ως ομήρους από τήν πρωτεύουσα καί τά μαστιχοχώρια 46 προκρίτους, καθώς καί τόν μητροπολίτη Χίου Πλάτωνα μαζί μέ τόν διάκονό του Μακάριο Γέμελο καί τούς έκλεισαν μέσα στό κάστρο. Λίγο αργότερα έφθασαν στό νησί χίλιοι Τούρκοι από τή Μικρά Ασία, οι οποίοι καθημερινώς προέβαιναν σέ κλοπές, φόνους καί λεηλασίες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου