Ομ. Καθηγητή Διεθνών Σχέσεων και Στρατηγικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς.
Ο αείμνηστος Νεοκλής Σαρρής κυριολεκτικά αγωνίστηκε για την έκδοση του βιβλίου του Αχμέτ Νταβούτογλου «Στρατηγικό βάθος η διεθνής θέση της Τουρκίας». Επιμελήθηκε την πρώτη μετάφραση σε ξένη γλώσσα που έκανε ο καταγόμενος από την Κωνσταντινούπολη και σήμερα επίκουρος καθηγητής Νικόλαος Ραπτόπουλος. Μερικοί Έλληνες πανεπιστημιακοί με την παρότρυνση μάλιστα του Νεοκλή Σαρρή εισηγήθηκαν την μετάφρασή του. Καθ’ όλη την διάρκεια της μετάφρασης είχα την ευκαιρία να γνωρίσω καλύτερα τον αείμνηστο Νεοκλή, ο σημαντικότερος ίσως σύγχρονος γνώστης της Τουρκίας. Επί δεκαετίες έγραψε σημαντικά κείμενα αλλά σε ένα κράτος όπου κυριαρχούσαν κατευναστικά σύνδρομα τα κείμενά του είχαν απήχηση για όσους ενδιαφέρονταν και τα διάβαζαν και δεν ήταν λίγοι.
Είναι σημαντικό να υπογραμμίσω ότι όπως σε συνομιλία μας ανέφερε «τα γράφω και τα λέω επί δεκαετίες θέλω να τα ακούσουν από τους ίδιους τους Τούρκους». Αυτή η επισήμανσή του είναι μεγάλης σημασίας. Συχνά παραπέμποντας στον Sun Tzu Εάν γνωρίζεις τον εχθρό σου και τον εαυτό σου δεν έχεις ανάγκη να φοβάσαι το αποτέλεσμα ακόμη και εκατό μαχών, Εάν γνωρίζεις τον εαυτό σου αλλά όχι τον εχθρό σου για κάθε νίκη που κερδίζεις θα έχεις και μια ήττα, Εάν δεν γνωρίζεις τον εαυτό σου ούτε τον εχθρό σου θα νικηθείς σε κάθε μάχη.
Την Τουρκική απειλή εμείς την είχαμε ορίσει προγενέστερα και εκτεταμένα στην βάση τυπολογιών της στρατηγικής ανάλυσης στο βιβλίο μας για το τι είναι αποτρεπτική στρατηγική και ποιοι είναι οι άξονες μιας αξιόπιστης Ελληνικής αποτρεπτικής στρατηγικής. Είναι ένα πράγμα αυτό και άλλο να συνεκτιμάς κριτήρια που βρίσκονται σε κείμενα όπως το βιβλίο του Αχμέτ Νταβούτογλου. Ο οποίος όπως όλοι γνωρίζουν παρά το ότι δεν είναι πλέον πρωθυπουργός –δεν ξέρουμε όμως τι γίνεται εάν «φύγει» ο Ερντογάν– είναι ο θεωρητικός του Νέο-Οθωμανισμού, ο μέντορας του Ερντογάν αλλά και πολλών άλλων. Τα βιβλία του που μεταφράστηκαν στα Ελληνικά είναι ένας θησαυρός γνώσης για τους ακραία επικίνδυνους προσανατολισμούς της Τουρκίας. Ανεξάρτητα τι θα συμβεί στο κράτος αυτό οι προσανατολισμοί που ακολουθεί είναι αναθεωρητικοί και ηγεμονικοί και ως προς αυτό στην Άγκυρα συμφωνούν όλοι ή καλύτερα ανταγωνίζονται ποιος θα είναι πιο αναθεωρητικός και επιθετικός.
Αφήνεται ο ενδιαφερόμενος να συμβουλευτεί τα βιβλία του Νταβούγογλου εάν ενδιαφέρεται. Κατωτέρω παραθέτω μόνο μερικά αποσπάσματα για την Θράκη, το Αιγαίο και την Κύπρο. Ακόμη και από αυτά κανείς βλέπει αμέσως τον απέραντο χαρακτήρα της Τουρκικής γεγονός που συνηγορεί με την θέση ότι α) κατευνασμός εκ μέρους της Ελλάδας είναι θανατηφόρα στάση και β) Η μη χάραξη αξιόπιστης εθνικής στρατηγικής και η κυριαρχία ερασιτεχνών στους διαδρόμους της εξουσίας δεν μπορεί παρά να έχει βαθύτατες προεκτάσεις.
Κάτι τέτοιο προϋποθέτει άρτια κρατικά επιτελεία. Το λέμε δεκαετίες αλλά δεν διαφαίνεται κάτι θετικό. Κομματικοί και διεθνικοί δρώντες επί δεκαετίες «συμβάλλουν» αποφασιστικά στις αποφάσεις με αποτέλεσμα η Ελλάδα να αντιμετωπίζει κινδύνους πέραν κάθε φαντασίας. Αυτό μάλιστα εν μέσω καταιγιστικών στρατηγικών εξελίξεων.
Αποσπάσματα από το «Στρατηγικό βάθος η διεθνής θέση της Τουρκίας». 1) η Λογική του νέο-Οθωμανισμού. 2) Θράκη. 3) Αιγαίο. 4) Κύπρος
Λογική νέο-οθωμανισμού
146 Ιδωμένη από αυτή την άποψη, η περικλείουσα επιρροές νεοοθωμανισμού ρητορική εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής του Οζάλ, ο οποίος επιχείρησε να αναπτύξει μία αρμονική πολιτική με τις διεθνείς συγκυρίες, που εμφανίστηκαν στις δυναμικές συνθήκες του Ψυχρού πολέμου, υπήρξε το κυρίαρχο και ανοδικό ρεύμα αυτής της νέας περιόδου κυρίως κατά τη διάρκεια των ετών 1987-1993. Τα κοινά στοιχεία μεταξύ του ρεύματος του οθωμανισμού της περιόδου του Τανζιμάτ και της προσέγγισης του Οζάλ έχουν ως εξής: α) Η αναδόμηση του κράτους κατά τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται η αρμονία του με τις διεθνείς συγκυρίες. β) Η προσπάθεια δημιουργίας μίας νέας πολιτικής ταυτότητας και πολιτικής κουλτούρας, ώστε να λαμβάνονται υπόψη και τα ανοδικά εθνικιστικά κινήματα που συνιστούσαν απειλή για την ενότητα του κράτους κατά τις εν λόγω δύο περιόδους. γ) Η υιοθέτηση μίας εκλεκτικής στάσης, η οποία στην αναζήτηση της νέας πολιτικής κουλτούρας επιχειρεί να εναρμονίσει τις δυτικές αξίες με τις παραδοσιακές αξίες, γεγονός που παρατηρείται, για παράδειγμα, σε μία παρόμοια στάση με εκείνη που τήρησε ο Ναμίκ Κεμάλ,* ο οποίος επιχείρησε να νοηματοδοτήσει εκ νέου το
149
Κατά τη μεταψυχροπολεμική περίοδο ο Ισλαμικός κόσμος, ο οποίος εξωθήθηκε από το διεθνές σύστημα με τον πόλεμο του Κόλπου και το δράμα της Βοσνίας και παρουσιάστηκε ως νέα απειλή είτε στη θέση του Τέλους της ιστορίας είτε σε εκείνη της Σύγκρουσης των πολιτισμών, βρέθηκε στο πρώτο ήμισυ της δεκαετίας του 1990 ενώπιον μιας ψυχολογίας παρόμοιας με εκείνη του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα.5 Ο Ισλαμικός κόσμος και οι κοινωνίες της Ανατολής, που ένιωσαν ότι βρίσκονται και πάλι ενώπιον μίας αναμέτρησης με ένα νέο αποικιοκρατικό κύμα, έζησαν μία πραγματική απογοήτευση με την εφαρμογή των δύο μέτρων και δύο σταθμών που τήρησε η Δύση στη Βοσνία.
Τον θρύλο του Σέιχ Σαμίλ, που έγινε σύμβολο του αντιαποικιακού αγώνα κατά τον 19ο αιώνα, διαδέχτηκαν οι θρύλοι του Ντουντάγιεφ και Αλία.* Έτσι άρχισε να διαμορφώνεται μία ταυτότητα υπερήφανης αντίστασης απέναντι στη Δύση, η οποία τήρησε έναντι της Ανατολής μία απορριπτική στάση.
Η άνοδος της ισλαμικής ταυτότητας συνέβαλε ακόμη στην εξασφάλιση της δημιουργίας μίας σχέσης μεταξύ του κοινού θρησκευτικού δεσμού, που διαμορφώθηκε ως κινητήρια δύναμη των εθνικών κινημάτων, τα οποία κατά τη μεταψυχροπολεμική περίοδο απέκτησαν δυναμική και υποστηρίχτηκαν από ξένα κέντρα για την προάσπισή της, αλλά και της εθνικής τους ακεραιότητας. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο αποκτούσαν ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον οι πολιτικές που ακολούθησε ο κυβερνητικός συνασπισμός του Κόμματος της Ευημερίας και του Κόμματος του Ορθού Δρόμου, κατά το διπλωματικό άνοιγμα προς την Ασία και την Αφρική και τις πολιτικές προσεγγίσεις προς την τρομοκρατία του ΡΚΚ, και το Κουρδικό ζήτημα. Η αντίληψη των θρησκευτικών δεσμών ως προστατευτικής ασπίδας έναντι της εξάπλωσης στον εκτός της Ευρώπης χώρο, χωρίς να υπάρξει απευθείας σύγκρουση με τη Δύση και με τα στρατηγικά συμφέροντα των δυτικών χωρών, αλλά και η αναμόχλευση των εθνικών διαχωρισμών, έτσι όπως θεωρήθηκε ότι επιχειρείτο, αντανακλούσαν μία στάση η οποία συνιστούσε συνέχεια των ισλαμικών πολιτικών που εφαρμόστηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα.
151
Το κίνημα αυτό, που βασιζόταν στη μεταφορά με όλους τους προδρόμους της φιλοσοφίας του Διαφωτισμού του 18ου αιώνα, η οποία ευθύνεται για τη ριζοσπαστική ρήξη με την ιστορία και τη Μεταφυσική, θεωρούσε ότι ήταν αναπόφευκτη ιστορική αναγκαιότητα η μεταστροφή της νοοτροπίας και του πολιτισμού (της τουρκικής κοινωνίας) για την εξάλειψη των υφιστάμενων ιστορικών αντιφάσεών της με τη Δύση, που διαθλώνται στις διεθνείς σχέσεις, και τη διαμόρφωση μίας πολιτικής κουλτούρας σύμφωνης προς αυτήν την κατάσταση.Μία παρόμοια προσέγγιση προκαλούσε ταυτόχρονα μία κάποια ένταση και διαμόρφωνε ένα πεδίο σύγκρουσης μεταξύ της συνέχειας των θρησκευτικών, εθνικών και ιστορικών στοιχείων. Η ένταση αυτή, η οποία τοποθετήθηκε σε ένα πλαίσιο προοδευτισμού-οπισθοδρόμησης (συντηρητισμού), οφειλόταν στην αντίληψη που είχε επικρατήσει για την ιστορική εμπειρία της Δύσης ως μία αναπόφευκτη παγκόσμια διαδικασία
155
Η διαδικασία της 28ης Φεβρουαρίου ως προϊόν μίας τεταμένης ατμόσφαιρας, έχοντας υποβαθμίσει τον Δυτικισμό σε ένα ξεκομμένο από την ιστορία και τη θρησκεία δογματικό θετικισμό του 18ου αιώνα, απέκτησε, μη έχοντας παρακολουθήσει τις εξελίξεις που ελάμβαναν χώρα στη Δύση, έναν χαρακτήρα «δυτικισμού παρά τη Δύση» προετοιμάζοντας το πεδίο για τη μετατροπή της υφιστάμενης δυναμικής διαδικασίας, η οποία οφείλεται στη γραμμή ρήξης που επιχείρησε να δημιουργήσει στην πολιτική κουλτούρα σε μία διαδικασία αυξανόμενης έντασης.
156
Τόσο η εσωτερική πολιτική συνοχή της Τουρκίας όσο και η διεθνής της θέση βρίσκονται στη φάση της διαδικασίας επαναπροσδιορισμού υπό καθεστώς εξαιρετικά λεπτών ισορροπιών. Οι ανοδικές και καθοδικές τάσεις που σημείωσαν τα διάφορα ρεύματα φέρουν σημεία της διαδικασίας της έκτακτης αλλαγής που διέρχεται η Τουρκία.
158
Όσες κοινωνίες έπαιξαν τον ρόλο της γέφυρας βάσει της ψυχολογίας της ισχυρής ταυτότητας και της αυτοπεποίθησης πραγματοποίησαν πολιτισμικές αναζωπυρώσεις που άνοιξαν τους ορίζοντες του ανθρώπινου γένους. Στον ισλαμικό πολιτισμό οι άξονες που κινήθηκαν γύρω από τα Χαλιφάτα της Ανδαλουσίας, τους Οθωμανούς και τις Ινδίες αποτελούν το καλύτερο παράδειγμα διαμόρφωσης ενδοπολιτισμικής σχέσης γέφυρας εντός ενός πολιτισμικού παραδείγματος.
Τα Χαλιφάτα της Ανδαλουσίας, ακόμη κι όταν εξαφανίζονταν από πολιτική άποψη, διαδραματίζοντας αυτό τον ρόλο της γέφυρας προσέφεραν τα κατάλληλα ελιξήρια που έμελλε να γίνουν πηγή ζωής για άλλες κοινωνίες. Οι Οθωμανοί που βρίσκονταν στις πιο περίπλοκες και ετερογενείς περιοχές της ιστορίας του πολιτισμού με μία νοοτροπία που εκλάμβανε αυτή την ποικιλομορφία ως πλούτο και όχι ως αντίφαση πραγματοποίησαν ένα νέο πολιτισμικό άνοιγμα εντός του κυρίαρχου ισλαμικού παραδείγματος επιδεικνύοντας δυναμισμό με την ίδρυση μίας ιδιόμορφης νέας τάξης πραγμάτων στον χώρο των διεθνών σχέσεων. Η ίδια αποστολή ανατέθηκε στους πολιτισμικούς κύκλους της Ιταλίας, η οποία και εξασφάλισε την αναζωπύρωση της Αναγέννησης εντός του δυτικού πολιτισμού, γεγονός που οφείλεται στη σχέση γέφυρας που είχε με τον κυρίαρχο πολιτισμό της εποχής, τον ισλαμικό πολιτισμό.
159
Ένας τέτοιος προσδιορισμός του χώρου υποδεικνύει έναν στρατηγικό προσανατολισμό. Δε σημαίνει δηλαδή ότι όλοι όσοι βρίσκονται πέραν αυτής της ζώνης θεωρούνται εχθροί και ότι πρέπει να κρατηθούν εκτός των στρατηγικών και τακτικών συνεννοήσεων και των διαπραγματεύσεων (παζαρεμάτων). Ο πολιτισμικός περίγυρος, η οικονομική και πολιτική σφαίρα επιρροής βασίζονται επί αυτού του στρατηγικού προσανατολισμού. Η Τουρκία δεν έχει πια την ευχέρεια δημιουργώντας ένα εσωστρεφές σύστημα να διατηρήσει την ύπαρξή της ως ενός απλού μέλους της παγκόσμιας πολιτικής γεωγραφίας. Είτε θα επιδοθεί, λαμβάνοντας υπόψη τις μεγάλες δυσκολίες αυτού του στρατηγικού προσανατολισμού, στη δημιουργία ενός δυναμικού πολιτισμικού άξονα είτε θα αλλοιωθεί η προσωπικότητά της και θα χαθεί η φήμη της ως παθητικοπεριφερειακού στοιχείου ενός πολιτισμικού άξονα, ο οποίος έχει δημιουργηθεί από άλλους.
Η Τουρκία κατέχει μία πολύπλευρη ιστορική κληρονομιά που στεγάζει τόσο τη συσσωρευμένη πολιτική εμπειρία των αρχαίων πολιτισμών όσο και τα θεμελιώδη και περίπλοκα στοιχεία της διαδικασίας του εκμοντερνισμού. Η εκ νέου παραγωγή αυτής της κληρονομιάς με συνθέσεις που ανοίγουν (πνευματικούς) ορίζοντες είναι μία μεγάλη ευκαιρία όχι μόνο από την άποψη της υπέρβασης των τοπικών προβλημάτων αλλά και από την άποψη της δραστήριας συμμετοχής στα πεδία των παγκόσμιων κρίσεων. Η αξιοποίηση αυτής της δυνατότητας είναι εφικτή με την εξασφάλιση μίας πολύπλευρης ανανέωσης και ενός στρατηγικού προσανατολισμού δυναμένου να μειώσει τις εντάσεις της εσωτερικής πολιτικής ταυτότητας και του πολιτισμού που παρατηρούνται στη χώρα και θα διευκολύνει τη διευθέτηση των εσωτερικών λογαριασμών και τον πολλαπλασιασμό των
160 εναλλακτικών λύσεων. Η στήριξη του αισθήματος του «ανήκειν σε μία κοινωνία» σε μία ισχυρή ιστορική και κοινωνιολογικοπολιτισμική βάση και η διαμόρφωση ενός περιβάλλοντα χώρου που ται από την ελευθερία σκέψεως, η οποία τροφοδοτείται από αυτή την αίσθηση, αποτελεί την ελάχιστη προϋπόθεση για τη δημιουργία μίας τέτοιας πλούσιας ατμόσφαιρας στρατηγικής σκέψης.
Θράκη
σ. 104
Η Τουρκία οφείλει να επανεκτιμήσει πλέον τη βαλκανική της πολιτική έχοντας αποτινάξει την ψυχολογία της υπεράσπισης της Κωνσταντινούπολης και της Ανατολικής Θράκης, η οποία έχει καλλιεργηθεί από τις οδυνηρές αναμνήσεις των καταστροφών που προκλήθηκαν κατά τους Βαλκανικούς πολέμους και ενισχύθηκαν από τις συνθήκες που επικρατούσαν κατά τη διάρκεια του Ψυχρού πολέμου. Υπό τις νέες περιφερειακές συνθήκες η υπεράσπιση της Ανατολικής Θράκης και της Κωνσταντινούπολης δεν εξαρτάται από την τοποθέτηση συμβατικών μονάδων στην Ανατολική Θράκη αλλά από την ενεργή χρήση σε διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο των πεδίων επιρροής που θα δημιουργηθούν πέρα από τις συνοριακές γραμμές. Σήμερα διαμορφώνεται μία περιφερειακής εμβέλειας δυναμική συγκρότηση ισορροπίας δυνάμεων στα Βαλκάνια και ως φυσικό επακόλουθο αυτού του γεγονότος οι χώρες οι οποίες θα δείξουν επιδεξιότητα στον ευέλικτο και δυναμικό χειρισμό των εναλλακτικών σχεδίων θα αυξήσουν την επιρροή τους, ενώ οι στατικές και αδρανείς χώρες χάνοντας τις καθοριστικές ιδιότητές τους στην άσκηση επιρροής στην περιοχή ολοένα και περισσότερο θα απομονώνονται.
106
Οι πολιτικοί που ασχολούνται με την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής είναι αναγκασμένοι, ξεπερνώντας αυτή τη ψυχολογική ηττοπάθεια, να ακολουθήσουν και στον Καύκασο μία δραστήρια πολιτική που θα βασίζεται σε δυναμικά ενδιάμεσα σχέδια. Οι Ρώσοι, για τους οποίους κάποιοι πίστευαν ότι θα κατέβουν ως το οροπέδιο του Ικονίου, αντιμετώπισαν μεγάλη δυσκολία να κρατηθούν ακόμη και στην Τσετσενία. Ωστόσο, δεν πρέπει να σκεφτεί κανείς ότι αυτή η κατάσταση μπορεί να συνεχιστεί στο διηνεκές. Στην περίπτωση που θα αγνοηθούν τα κέρδη τα οποία θα εξασφαλιστούν από την άσκηση διορατικών πολιτικών κατά τη διάρκεια ευνοϊκών συγκυριών, στο μέλλον θα είναι ακόμη μεγαλύτερες οι δαπάνες για την υπεράσπιση της Ανατολικής Μικράς Ασίας. Αν γίνει μία σύγκριση με τα Βαλκάνια, η άμυνα της Ανατολικής Θράκης και της Κωνσταντινούπολης ξεκινάει από την Αδριατική και τη Βοσνία, ενώ αυτή της Ανατολικής Μικράς Ασίας και της Ερζερούμης από τον Βόρειο Καύκασο και το Γκρόζνι.
200
Η βάση της πολιτικής επιρροής της Τουρκίας στα Βαλκάνια είναι τα οθωμανικά κατάλοιπα, που είναι οι μουσουλμανικές κοινότητες. Σήμερα φαίνεται με ξεκάθαρο τρόπο το λάθος της πολιτικής εκκένωσης των Βαλκανίων με τη μετανάστευση αυτών των κοινοτήτων (στην Τουρκία), που κατά το παρελθόν θεωρήθηκαν ως άχθος της εξωτερικής πολιτικής. Αυτή τη στιγμή η Τουρκία φαίνεται να διαθέτει σημαντικές δυνατότητες που της παρέχει η ιστορική συσσώρευση εμπειρίας, βασιζόμενη στην οθωμανική κληρονομιά στα Βαλκάνια. Πρωτίστως, στις δύο χώρες (Βοσνία και Αλβανία), όπου οι μουσουλμάνοι είναι πλειονότητα και θεωρούνται φυσικοί σύμμαχοι της Τουρκίας, εμφανίστηκε η βούληση να μετατραπεί αυτή η κοινή ιστορική συσσώρευση σε μία συμμαχία. Οι τουρκικές και μουσουλμανικές μειονότητες που διαβιούν στη Βουλγαρία, στην Ελλάδα, στη Μακεδονία,* στο Σαντζάκ (επαρχία της Σερβίας), στο Κόσοβο και στη Ρουμανία αποτελούν σημαντικά στοιχεία της βαλκανικής πολιτικής της Τουρκίας.
Οι δύο σημαντικοί βραχυπρόθεσμοι και μεσοπρόθεσμοι στόχοι της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας στα Βαλκάνια είναι η ισχυροποίηση της Βοσνίας και της Αλβανίας μέσα σε ένα πλαίσιο σταθερότητας και η δημιουργία ενός διεθνούς νομικού πλαισίου που θα θέσει υπό την προστασία του τις εθνικές μειονότητες της περιοχής. Στο νομικό αυτό πλαίσιο η Τουρκία πρέπει να επιδιώκει συνεχώς την εξασφάλιση εγγυήσεων που θα της παρέχουν το δικαίωμα παρέμβασης στα ζητήματα που αφορούν τις μουσουλμανικές μειονότητες των Βαλκανίων. Η νομιμότητα της επέμβασης της Κύπρου, που αποτελεί ένα εντυπωσιακό παράδειγμα στη σύγχρονη εποχή, κατέστη δυνατή εντός ενός τέτοιου είδους νομικού πλαισίου.
«Η βάση της πολιτικής επιρροής της Τουρκίας στα Βαλκάνια είναι τα οθωμανικά κατάλοιπα, που είναι οι μουσουλμανικές κοινότητες.»
200-1 «Οι δύο σημαντικοί βραχυπρόθεσμοι και μεσοπρόθεσμοι στόχοι της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας στα Βαλκάνια είναι η ισχυροποίηση της Βοσνίας και της Αλβανίας μέσα σε ένα πλαίσιο σταθερότητας και η δημιουργία ενός διεθνούς νομικού πλαισίου που θα θέσει υπό την προστασία του τις εθνικές μειονότητες της περιοχής. Στο νομικό αυτό πλαίσιο η Τουρκία πρέπει να επιδιώκει συνεχώς την εξασφάλιση εγγυήσεων που θα της παρέχουν το δικαίωμα παρέμβασης στα ζητήματα που αφορούν τις μουσουλμανικές μειονότητες των Βαλκανίων. Η νομιμότητα της επέμβασης της Κύπρου, που αποτελεί ένα εντυπωσιακό παράδειγμα στη σύγχρονη εποχή, κατέστη δυνατή εντός ενός τέτοιου είδους νομικού πλαισίου.»
Η απόκτηση από την Τουρκία ενός τέτοιου δικαιώματος στα Βαλκάνια μπορεί να γίνει εφικτή, μόνο αν η χώρα υιοθετήσει μία δραστήρια και δυναμική βαλκανική πολιτική, η οποία θα λαμβάνει υπόψη συνεχώς τους πολιτισμικούς και ιστορικούς παράγοντες. Στην αντίθετη περίπτωση η Τουρκία όχι μόνο θα χάσει την επιρροή που ασκεί στα Βαλκάνια έναντι της Ελλάδας, η οποία μέσω του Πατριαρχείου του Φαναρίου* που με τη μικρή ρωμαίικη μειονότητα επιδιώκει να αποκτήσει οικουμενικό χαρακτήρα, και της Ρωσίας, η οποία επιχειρεί να ασκήσει επιρροή στους ορθόδοξους Σλάβους στην περιοχή των Βαλκανίων και του Καυκάσου, αλλά θα μείνει και δίχως στήριγμα ενόψει των ελληνικών και ρωσικών διεκδικήσεων στα Στενά. Με τον εξοπλισμό των νησιών του Αιγαίου αποδείχτηκε σε τι βαθμό υπήρξαν λειτουργικές οι εγγυήσεις τις οποίες παρείχε η συνθήκη της Λοζάνης ενόψει των πιέσεων που ασκούν οι καταστάσεις της ρεαλιστικής πολιτικής (Realpolitik).
Για να μην αντιμετωπίσει μία νέα βαλκανική καταστροφή, όπως εκείνη που εκτυλίχτηκε στις αρχές του 20ού αιώνα, η Τουρκία, αφενός, είναι υποχρεωμένη να ακολουθήσει μία δυναμική πολιτική στα θέματα που αφορούν το μέλλον των μουσουλμανικών κοινοτήτων οι οποίες αποτελούν τα οθωμανικά κατάλοιπα και, αφετέρου, να μεριμνήσει, ώστε αξιοποιώντας με κατάλληλο τρόπο τις ενδοπεριφερειακές ισορροπίες και τους εξωπεριφερειακούς παράγοντες να μην αναγκαστεί να αντιμετωπίσει μόνη ένα ενδεχόμενο Βαλκανικό συνασπισμό.
202
Με άλλα λόγια, η ασφάλεια των Βαλκανίων ολοένα και περισσότερο ταυτίζεται με τις παραμέτρους ασφάλειας που εκτείνονται στην κατεύθυνση των δυτικών συνόρων της Τουρκίας. Η ζώνη ασφάλειας που δημιουργήθηκε στην Ανατολική Θράκη κατά τη διάρκεια του Ψυχρού πολέμου πρέπει να επιδιωχθεί να επεκταθεί δυτικότερα με πολυμερείς και διμερείς συμφωνίες ασφάλειας που θα συναφθούν σε βαλκανικό επίπεδο. Από αυτή την άποψη κρίνεται αναπόφευκτη η δημιουργία «ομπρελών ασφάλειας» στην περιφέρεια ή εκτός της περιφέρειας, που θα έχουν στόχο την εξισορρόπηση του ρωσικού παράγοντα στην περιοχή και κυρίως την προετοιμασία ενός σχεδίου πλαισίου το οποίο θα εγγυάται την εσωτερική ασφάλεια και την εδαφική ακεραιότητα της Αλβανίας, της Βοσνίας και της ΠΓΔΜ.*
278-9
Η σημασία του Κυπριακού από την οπτική της Τουρκίας μπορεί να μελετηθεί κατά βάση σε δύο κύριους άξονες.
Ο πρώτος προκύπτει από την ιστορική ευθύνη της Τουρκίας για την εμπέδωση της ασφάλειας της μουσουλμανικής τουρκικής κοινότητας της νήσου και είναι ένας άξονας που έχει κοινωνικό χαρακτήρα. Με τη μείωση των εδαφών του Οθωμανικού κράτους, πάντα μία από τις βασικές παραμέτρους της οθωμανοτουρκικής εξωτερικής πολιτικής υπήρξε η ασφάλεια και η συνέχεια των μουσουλμανικών στοιχείων που παρέμειναν στα εγκαταλειφθέντα εδάφη. Το ενδεχόμενο δημιουργίας ενός κύματος που θα ξεκινήσει από μία περιοχή λόγω ανικανότητας ή αδυναμίας της Τουρκίας και θα επεκταθεί σε άλλες καθιστά αναγκαία μία κατάσταση γενικότερης επιφυλακής και επαγρύπνησης. Μία ενδεχόμενη αδυναμία, που θα μπορούσε να ανακύψει αναφορικά προς την ασφάλεια και την προστασία της τουρκικής κοινότητας της Κύπρου, εμπεριέχει τον κίνδυνο να εξαπλωθεί κατά κύματα στη Δυτική Θράκη και στη Βουλγαρία –και ακόμη και στο Αζερμπαϊτζάν και στη Βοσνία. Γι’ αυτό τον λόγο η προστασία της τουρκικής κοινότητας της Κύπρου έχει μεγάλη σημασία όχι μόνο από την άποψη της εν λόγω κοινότητας αλλά και από την άποψη του μέλλοντος των λοιπών κοινοτήτων, οι οποίες συνιστούν οθωμανικά κατάλοιπα.
286
Τα ζητήματα που την ενδιέφεραν άμεσα ήταν ζητήματα που κατά κανόνα αφορούσαν θέματα της εγγύς χερσαίας και εγγύτερης θαλάσσιας περιοχής της, όπως η Κύπρος, το Αιγαίο, η Δυτική Θράκη, το Βόρειο Ιράκ και η τουρκική μειονότητα στη Βουλγαρία. Στην περίπτωση, που οι κατάλληλες διεθνείς συγκυρίες αξιολογηθούν σωστά και με αποτελεσματικό τρόπο, διανύεται κάποια απόσταση στα θέματα των κρίσεων, ενώ στις περιπτώσεις που οι διεθνείς ισορροπίες δεν το επιτρέπουν, γίνονται πιο προσεκτικές επιλογές που στοχεύουν στη διευθέτηση της κρίσης σε βάθος χρόνου.
304
Το Οθωμανικό κράτος κατά την περίοδο της υποχώρησής του από την παραμεθόριο προσπάθησε να κρατηθεί σε μία περιοχή που δεν θα ήταν τελείως αποκομμένη από τις πολιτικές της εγγύς ηπειρωτικής περιοχής. Αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής είναι η μακρά αντίσταση που έλαβε χώρα στις όχθες του Δούναβη, η υπεράσπιση του οροπέδιου της Ερζερούμης με κάθε κόστος και η προσπάθεια δημιουργίας ενός συνεχούς ερείσματος στον άξονα Βαγδάτης-Αιγύπτου. Τα σύνορα του Εθνικού Όρκου τα οποία προσδιορίζουν τον ζωτικό χώρο των οθωμανικών καταλοίπων που προέκυψαν μετά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, και απ’ την άποψη αυτή νομιμοποιούν και τα μελλοντικά γεωγραφικά όρια της Τουρκικής Δημοκρατίας, αποτυπώνουν αυτή την προσπάθεια.* Στο πνεύμα του εγγράφου αυτού κυριαρχεί μία κρυφή βούληση αντίστασης που εκδηλώθηκε με σκοπό να διαφυλαχτεί η οθωμανική κυριαρχία στην Ανατολική και Δυτική Θράκη και στα Βαλκάνια, και κατά συνέπεια στην Ευρώπη, και να διατηρηθεί η επαφή με τον Καύκασο μέσω των πολιτικών που ακολουθήθηκαν προς τις ανατολικές επαρχίες, με τις οποίες υπήρχαν διαφωνίες, και να μην αποκοπεί η χώρα από τη Μέση Ανατολή λόγω του άξονα που θα προέκυπτε από τη μοιραία πια απόσχιση του αραβικού γεωγραφικού χώρου στα νότια σύνορα του κράτους.
456
Η Βουλγαρία, η οποία έχει σοβαρές αντιπαραθέσεις με τη Σερβία και την Ελλάδα στο θέμα της Μακεδονίας και της Δ. Θράκης και εγείρει ιστορικές αξιώσεις σε αμφότερες τις περιοχές, παρουσιάζει στα εν λόγω θέματα θέσεις που ευρίσκονται εγγύς των αντίστοιχων της Τουρκίας. Εξάλλου, η παρουσία της τουρκικής μειονότητας* στο έδαφός της της επιτρέπει να ακολουθήσει συγκυριακά πολιτικές εγγύτερες προς τη σερβοελληνική συμμαχία, γεγονός που προσδίδει σημασία στον περιφερειακό ρόλο της Βουλγαρίας. Η Ρουμανία, επειδή δεν συμμετέχει άμεσα στην κρίση, προσπαθεί να υιοθετήσει
476
Μετά το πέρας του Ψυχρού πολέμου το μεγαλύτερο κέρδος της Τουρκίας στις ισορροπίες των Βαλκανίων προέκυψε από το ότι οι εν λόγω δύο φυλές επέλεξαν μία πολιτική ανασυγκρότηση στα δικά τους κράτη εγγύτερη στο πολιτισμικό τους παρελθόν. Σε μία συγκυρία κατά την οποία οι Αλβανοί και οι Βόσνιοι (μουσουλμάνοι) δεν απολαμβάνουν σταθερότητα και επιρροή στα Βαλκάνια είναι αδύνατο η Τουρκία να αισθάνεται άνετα στην Ανατολική Θράκη και στη Μικρά Ασία. Η Βοσνία-Ερζεγοβίνη για την Τουρκία εξακολουθεί να κατέχει τη θέση ενός πολιτικού, οικονομικού και πολιτισμικού προκεχωρημένου φυλάκιου, το οποίο εκτείνεται στα ενδότερα της Κεντρικής Ευρώπης, και η Αλβανία συνιστά το βαρόμετρο για τη βαλκανική πολιτική της Τουρκίας. Όταν η Τουρκία αδυνατεί να παρέχει στήριξη στη σταθερότητα και στην ασφάλεια της Αλβανίας στα Βαλκάνια, είναι αδύνατο να ασκήσει μία μόνιμη επιρροή στην περιοχή.
477
Το μέλλον των Βοσνίων και των Αλβανών αποτελεί τόσο από γεωπολιτισμική όσο και από γεωπολιτική άποψη το κλειδί των Βαλκανίων. Μέσα στις ολισθηρές και μεταβαλλόμενες περιφερειακές σχέσεις των Βαλκανίων η πιο σημαντική στρατηγική προτεραιότητα και στοιχείο αμετάβλητο από την άποψη της Τουρκίας είναι το ζήτημα της παραμονής στον τόπο διαβίωσης και κατοχύρωσης της ασφάλειας των εν λόγω κοινοτήτων, οι οποίες αποτελούν οθωμανικά κατάλοιπα και συνδέουν τη μοίρα τους με την περιφερειακή ισχύ και τη βαρύτητα της Τουρκίας. Αυτό δεν αποτελεί μόνο μία ευθύνη που πρέπει να έλθει σε πέρας και ένα άχθος για την Τουρκία αλλά ταυτόχρονα και το πιο σημαντικό μέσο για τη δημιουργία πεδίου δράσης στα Βαλκάνια. Η ζώνη που εξικνείται βορειοδυτικά και μέσω του άξονα Μπίχατς-Κεντρική Βοσνία-Ανατολική Βοσνία-Σαντζάκ-Κόσοβο-Αλβανία-Μακεδονία-Κιρτζαλί-Δυτική Θράκη καταλήγει στην Ανατολική Θράκη έχει από τη σκοπιά της Τουρκίας τον χαρακτήρα ζωτικής αρτηρίας για τη βαλκανική γεωπολιτική και τον γεωπολιτισμό της.
482
Η ανάληψη καθοδηγητικού ρόλου σε κοινά σχέδια, τα οποία καλύπτουν το σύνολο των Βαλκανίων, θα αυξήσουν τη βαρύτητα της Τουρκίας στην περιοχή. Μετά την πολιτισμική σφαγή, για παράδειγμα, στη Βοσνία πρέπει δημιουργώντας μια μικρής κλίμακας βαλκανική UNESCO να τεθεί θέμα από κοινού διαφύλαξης του πολιτισμικού ιστού της περιοχής. Και αυτό, γιατί από την εν λόγω πολιτισμική εκκαθάριση τη μεγαλύτερη ζημία τη δέχεται η οθωμανοτουρκική πολιτισμική κληρονομιά. Μπορεί να προταθεί επίσης μία συνεργασία για την εξασφάλιση των πολιτισμικών και εκπαιδευτικών δικαιωμάτων των εθνικών κοινοτήτων, που διαθέτουν διαφορετικές κουλτούρες στους κόλπους των βαλκανικών κρατών. Μία τέτοια συμφωνία μπορεί να διαμορφώσει ένα κατάλληλο έδαφος κυρίως για το Κόσοβο και τη Δυτική Θράκη.
Για τη μείωση της ενδοπεριφερειακής έντασης και τη δημιουργία κοινών πεδίων συμφερόντων πρέπει να δημιουργηθούν σχέδια με ιδιαίτερη έμφαση την οικονομία. Πέραν των σχεδίων που ήταν στην επικαιρότητα για ένα διάστημα, όπως ο βαλκανικός αυτοκινητόδρομος, πρέπει να δοθεί καθοδηγητικός ρόλος σε ευρύτερης κλίμακας επενδύσεις στις οποίες θα μπορούσε να ενεργοποιηθεί και το πλαίσιο συνεργασίας που προσφέρεται από τον ΟΟΣΕΠ
798
Οι αντιφάσεις μεταξύ του συστήματος του «μιλέτ» που διαμόρφωσε το Οθωμανικό κράτος, και η συγκρότηση του εθνοκράτους που αρχίζει να σχηματίζεται με το σύστημα της Βεστφαλίας στη Δυτική Ευρώπη, συνιστούν το υπόβαθρο των βασικότερων αντιφάσεων της ιστορίας της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, αντιφάσεις που εξακολουθούν να υφίστανται έως τις ημέρες μας. Τα εθνικιστικά κινήματα που σημείωσαν άνοδο με τη Γαλλική επανάσταση, ανήλθαν στο προσκήνιο της ιστορίας αποκτώντας νέα χαρακτηριστικά και νέα στοιχεία στα πλαίσια των ιδιαίτερων συνθηκών του οθωμανικού πολιτικού συστήματος. Ακόμη και όταν το Οθωμανικό κράτος υποχωρώντας αναδιπλώθηκε στην οριογραμμή της Ανατολικής Θράκης, άφησε πίσω του δυναμικές που θα προσδιορίσουν το μέλλον της εν λόγω ηπείρου.*
Αιγαίο
267
Οι πολιτικές της Τουρκίας για την Κύπρο και το Αιγαίο πρέπει να επανεξεταστούν ακόμη στο πλαίσιο της συγκυρίας του Ψυχρού πολέμου. Μία Τουρκία που έχει αποκλειστεί από το Αιγαίο και έχει περικυκλωθεί στα νότια από τη «Ρωμαίικη Διοίκηση της νότιας Κύπρου»* σημαίνει ότι τα περιθώριά της να κάνει ένα άνοιγμα στον κόσμο έχουν περιοριστεί σημαντικά.
268
Το γεγονός ότι η συντριπτική πλειονότητα των νησιών του Αιγαίου βρίσκεται υπό ελληνική κυριαρχία αποτελεί το σημαντικότερο αδιέξοδο της πολιτικής της εγγύς θαλάσσιας περιοχής της Τουρκίας. Η βασική πηγή προβλήματος στο Αιγαίο είναι η αγεφύρωτη αντίφαση μεταξύ της γεωλογικής και γεωπολιτικής πραγματικότητας και του ισχύοντος καθεστώτος. Το γεγονός ότι τα νησιά του Αιγαίου είναι φυσική προέκταση της γεωλογικής δομής της χερσονήσου της Μικράς Ασίας και το ότι ο πολιτικός διαχωρισμός που έχει προκύψει, σε αντίθεση με τις γεωπολιτικές αναγκαιότητες, με τις διεθνείς συνθήκες έχει επικυρωθεί υπέρ της Ελλάδας παρέχουν το κατάλληλο έδαφος, για να αναφύονται διάφορα ζητήματα, όπως η υφαλοκρηπίδα, τα χωρικά ύδατα, ο εναέριος χώρος, η ζώνη FIR, τα πεδία διοίκησης και ελέγχου και ο εξοπλισμός των νησιών
Η εγγύτητα ενός σημαντικού μέρους των ελληνικών νησιών στη μικρασιατική ακτή σε τέτοιο βαθμό, ώστε να μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως επιχειρησιακή βάση εναντίον της Μικράς Ασίας, και η περικύκλωση των υδάτινων διαδρόμων, που εξασφαλίζουν το πέρασμα από την Προποντίδα στη Μεσόγειο, από αυτά τα νησιά, αξιολογούνται από την Τουρκία ως ένα πολύ σοβαρό κενό ασφάλειας
269
Στην περίπτωση που ισχύσει η εφαρμογή των 12 ν.μ., η Τουρκία στην πράξη δεν θα έχει πρόσβαση στο Αιγαίο χωρίς την άδεια της Ελλάδας. Σε αυτή την περίπτωση, ενώ το ποσοστό της ανοικτής θάλασσας θα υποχωρήσει στο 26% του Αιγαίου, η κυριαρχία της Ελλάδας θα ανέλθει στο 63,9%, το Αιγαίο θα γίνει μία κλειστή θάλασσα της Ελλάδας και το ποσοστό της Τουρκίας θα κυμαίνεται γύρω στο 10%.
Στην περίπτωση που η ελληνική θέση αποκτήσει ισχύ, η Τουρκία θα βρεθεί αντιμέτωπη με μία στρατηγική πολιορκία, αλλά θα επηρεαστεί απευθείας και στις οικονομικές της δραστηριότητες.
272
Η Τουρκία, εξαιτίας των προηγούμενων σοβαρών διπλωματικών παραλήψεων, έχει ήδη φτάσει στο ύστατο σημείο υποχωρήσεων στο Αιγαίο. Μετά από αυτό, κάθε συμβιβασμός που θα γίνει μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες που ενδέχεται να φθάσουν ακόμη και ως την εξαφάνιση του ζωτικού χώρου της Τουρκίας στο Αιγαίο και κατ’ επέκταση του χώρου που κινείται στον άξονα Μεσόγειος-Εύξεινος Πόντος.
Η στάση των ΗΠΑ στην κρίση των Καρντάκ αποτελεί το πιο πρόσφατο παράδειγμα αυτής της κατάστασης αποδεικνύοντας πασιφανώς τη στρατηγική των ΗΠΑ για την ευρωπαϊκή ενδοχώρα.
Η φιλονικία περί της κυριαρχίας στο θέμα των Καρντάκ, που έλαβε χώρα μεταξύ της Τουρκίας και της Ελλάδας, κατέληξε στη στρατηγική υπεροχή των ΗΠΑ στα Βαλκάνια, στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Από αυτή την κρίση δεν βγήκε κερδισμένη ούτε η Τουρκία, η οποία τήρησε μία αντιφατική στάση θέτοντας στην τράπεζα των διαπραγματεύσεων το θέμα της κυριαρχίας των βραχονησίδων, που ισχυριζόταν ότι της ανήκουν, ούτε και η Ελλάδα, η οποία αναγκασμένη να αποσύρει τους στρατιώτες της που είχε αποβιβάσει με μεγάλες αξιώσεις στις βραχονησίδες έδωσε μία αυτόχρημα κωμική εικόνα στο ζήτημα που είχε προκαλέσει την ένταση. Ουσιαστικός παράγοντας και κερδισμένη πλευρά από αυτή την κρίση υπήρξαν οι ΗΠΑ.
Κύπρος
274
Η Κύπρος που βρίσκεται μεταξύ των Στενών, που χωρίζουν την Ασία από την Ευρώπη, και της διώρυγας του Σουέζ, η οποία χωρίζει την Ασία από την Αφρική, επέχει επίσης τόπο μιας σταθερής βάσης και αεροπλανοφόρου που είναι σε θέση να ελέγχει τις περιοχές του Περσικού κόλπου και της Κασπίας και τις υδάτινες αρτηρίες του Άντεν και του Ορμούζ, οι οποίες αποτελούν τις σημαντικότερες υδάτινες περιοχές που συνδέουν Ευρασία και Αφρική. Δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει τη στρατηγική θέση της Κύπρου
275
Μια χώρα που παραμελεί την Κύπρο δεν είναι δυνατόν να έχει έναν αποφασιστικό λόγο στις παγκόσμιες και περιφερειακές πολιτικές. Δεν μπορεί να είναι δραστήρια στις παγκόσμιες πολιτικές, διότι αυτό το μικρό νησί κατέχει μία θέση που μπορεί να επηρεάσει άμεσα τους στρατηγικούς συνδέσμους μεταξύ της Ασίας και της Αφρικής, της Ευρώπης και της Αφρικής και της Ευρώπης και της Ασίας. Και δεν μπορεί να είναι δραστήρια στις περιφερειακές πολιτικές, διότι η Κύπρος με την ανατολική της άκρη ομοιάζει με ένα βέλος στραμμένο προς τη Μέση Ανατολή και με τη δυτική της άκρη συγκροτεί τον θεμέλιο λίθο των στρατηγικών ισορροπιών της Ανατολικής Μεσογείου, των Βαλκανίων και της Βόρειας Αφρικής.
277
Δεν υπάρχουν πια ως ανεξάρτητες μία βαλκανική πολιτική και μία μεσοανατολική πολιτική από την άποψη τόσο των παγκόσμιων όσο και των περιφερειακών ισορροπιών αλλά μία μεσανατολική-βαλκανική πολιτική, η οποία αναπτύσσεται με επίκεντρο την Ανατολική Μεσόγειο, όπου η Κύπρος συνιστά το βασικότερο εργαλείο της.
278-9
Στο πλαίσιο αυτό το Κυπριακό δεν είναι ούτε ένα συνηθισμένο τουρκοελληνικό εθνοτικό ζήτημα ούτε απλώς μία χρονίζουσα τουρκοελληνική ένταση. Η Τουρκία, που κατέχει μία θέση που επηρεάζεται άμεσα από όλες αυτές τις ισορροπίες, είναι υποχρεωμένη να αξιολογήσει την επί του Κυπριακού πολιτική της έξω από το περιορισμένο πλαίσιο των τουρκοελληνικών σχέσεων. Το Κυπριακό μετατρέπεται με μία συνεχώς αυξανόμενη ταχύτητα σε ένα ζήτημα Ευρασίας και Μέσης Ανατολής-Βαλκανίων (Δυτικής Ασίας-Ανατολικής Ευρώπης). Η πολιτική επί του Κυπριακού πρέπει να τεθεί σε ένα νέο στρατηγικό πλαίσιο, σύμφωνο προς το ήδη διαμορφωμένο νέο (διεθνές) στρατηγικό πλαίσιο.
Η σημασία του Κυπριακού από την οπτική της Τουρκίας μπορεί να μελετηθεί κατά βάση σε δύο κύριους άξονες Ο πρώτος προκύπτει από την ιστορική ευθύνη της Τουρκίας για την εμπέδωση της ασφάλειας της μουσουλμανικής τουρκικής κοινότητας της νήσου. Γι’ αυτό τον λόγο η προστασία της τουρκικής κοινότητας της Κύπρου έχει μεγάλη σημασία όχι μόνο από την άποψη της εν λόγω κοινότητας αλλά και από την άποψη του μέλλοντος των λοιπών κοινοτήτων, οι οποίες συνιστούν
Ο δεύτερος σημαντικός άξονας του Κυπριακού ζητήματος είναι η σημασία της γεωγραφικής θέσης του νησιού από γεωστρατηγική άποψη. Ο άξονας αυτός καθ’ εαυτόν είναι ζωτικής σημασίας ανεξάρτητα από το ανθρώπινο στοιχείο που βρίσκεται εκεί. οθωμανικά κατάλοιπα.
Ακόμη κι αν δεν υπήρχε ούτε ένας μουσουλμάνος Τούρκος εκεί, η Τουρκία όφειλε να διατηρεί ένα Κυπριακό ζήτημα. Καμία χώρα δεν μπορεί να μείνει αδιάφορη σε ένα τέτοιο νησί που βρίσκεται στην καρδιά του ζωτικού της χώρου. Όπως τα Δωδεκάνησα, όπου δεν υπάρχει πλέον ένας επαρκής τουρκικός πληθυσμός, εξακολουθούν να διατηρούν τη σημασία τους για την Τουρκία και όπως οι ΗΠΑ, παρόλο που δεν έχουν καμία πληθυσμιακή προέκταση προς την Κούβα και τα υπόλοιπα νησιά της Καραϊβικής, ενδιαφέρονται άμεσα γι’ αυτά, έτσι και η Τουρκία είναι υποχρεωμένη από στρατηγική άποψη να ενδιαφέρεται για την Κύπρο πέραν του ανθρώπινου παράγοντα.
Η γεωστρατηγική αυτή σημασία έχει και δύο σημαντικές διαστάσεις.
Η πρώτη είναι η στενής κλίμακας στρατηγική σημασία, η οποία σχετίζεται με τις ισορροπίες Τουρκίας-Ελλάδας και της Τουρκικής προσέλαβε στρατηγικής σημασίας διαστάσεις, δεδομένου ότι μία τέτοια απειλή, που θα κάλυπτε την περιοχή της νότιας και κεντρικής Μικράς Ασίας, με την παροχή άμεσης ή έμμεσης υποστήριξης από την Αρμενία, τη Ρωσία και τη Συρία θα είχε ως αποτέλεσμα να μην απομένει καμία ασφαλής περιοχή στην Τουρκία. Μία τέτοια πιθανότητα απειλής αποδεικνύει για μία ακόμη φορά τη σημασία της Κύπρου, που έχει την ιδιότητα να είναι ένα είδος πλωτής βάσης, για τη συνολική ασφάλεια της χερσονήσου της Μικράς Ασίας.
Η δεύτερη διάσταση της γεωστρατηγικής σημασίας είναι η ευρείας κλίμακας στρατηγική σπουδαιότητα η οποία σχετίζεται με τη θέση που κατέχει η νήσος για τις περιφερειακές και παγκόσμιες στρατηγικές. Καμία παγκόσμια και περιφερειακή δύναμη που κάνει στρατηγικούς υπολογισμούς στη Μέση Ανατολή, στην Ανατολική Μεσόγειο, στο Αιγαίο, στη διώρυγα του Σουέζ, στην Ερυθρά θάλασσα και στον Περσικό κόλπο δεν μπορεί να παραμελήσει την Κύπρο. Η Κύπρος βρίσκεται σε μία τόσο εγγύς απόσταση σε όλες αυτές τις περιοχές, ώστε να έχει την ιδιότητα μίας παραμέτρου η οποία είναι σε θέση να επηρεάζει άμεσα όλες μαζί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου