Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος Έλληνας εθνικιστής ανώτατος αξιωματικός του Πυροβολικού, [Αριθμός Στρατιωτικού Μητρώου: 22.113] με το βαθμό του Ταξιάρχου ε.α., που ως Συνταγματάρχης αναδείχθηκε σε κορυφαίο μέλος της «Επαναστατικής Επιτροπής» και υπήρξε ένας από τους τρεις πρωταγωνιστές -μαζί με το Στυλιανό Παττακό και το Νικόλαο Μακαρέζο [1]- της στρατιωτικής επαναστάσεως της 21ης Απριλίου
1967, ο οποίος μετά την επικράτηση της ανέλαβε τη θέση του Υπουργού
Προεδρίας της Κυβερνήσεως. Ο Παπαδόπουλος, που διατέλεσε Πρωθυπουργός,
και κατά περιόδους, Υπουργός Εξωτερικών, Εθνικής Αμύνης, Εθνικής
Παιδείας και Θρησκευμάτων, Αντιβασιλιάς και εκλέχθηκε Πρόεδρος της
Δημοκρατίας, ο πρώτος και ο μόνος στην Ελληνική ιστορία μετά από
καθολική ψηφοφορία, γεννήθηκε στις 5 Μαΐου 1919 στο Ελαιοχώριο Αχαΐας [2] και πέθανε [3] [4] [5] στις 11:48 το πρωί της 27ης Ιουνίου 1999 στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας [Μ.Ε.Θ.] του «Λαϊκού Νοσοκομείου» στου Γουδή στην Αθήνα.
Ο θάνατος του επήλθε από έμφραγμα του μυοκαρδίου που προήλθε ως συνέπεια αμυοτροφικής πλαγίας σκληρύνσεως [6] και καρκίνου του ουροποιητικού συστήματος. Η νεκρώσιμη ακολουθία του [7] τελέστηκε το απόγευμα της Τετάρτης 30 Ιουνίου 1999 στον Ιερό Ναό του Αγίου Λαζάρου στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών. Ενταφιάστηκε παρουσία χιλιάδων εθνικιστών, πολιτικών φίλων και οπαδών του, σε τάφο που παραχωρήθηκε από την οικογένεια του Λόντου Αριστείδη Λεοντόπουλου [8].
Ο Χρήστος Παπαθάνου-Παπαδόπουλος, που ήταν γνωστός ως «Στούμπος» λόγω του χαμηλού ύψους του, παντρεύτηκε τη Χρυσούλα, κόρη του κτηματία Σταμάτη Παπαδόπουλου από το Ελαιοχώρι Αχαΐας, χήρα από τον πρώτο της γάμο, του Κωνσταντίνου Βαγενά. Ο Χρήστος Παπαδόπουλος, ψηφοφόρος του «Λαϊκού Κόμματος» του Παναγή Τσαλδάρη, στενός φίλος του βουλευτή και υπουργού Μίμη Στεφανόπουλου, πατέρα του Κωστή Στεφανόπουλου, μετέπειτα βουλευτή, υπουργού και Προέδρου της Δημοκρατίας, πέθανε στις αρχές Μαρτίου 1967 στην Αθήνα. Η σύζυγος του, η μητέρα του Γεωργίου Παπαδόπουλου, πέθανε το 1964 στην Αθήνα όπου είχαν μετακομίσει με το σύζυγο της για να είναι κοντά στα παιδιά τους, εκποιώντας τα περιουσιακά τους στοιχεία στην Πάτρα.
Ο Γεώργιος, ο πρωτότοκος γιος της οικογένειας του Χρήστου Παπαδόπουλου, είχε έναν μεγαλύτερο ετεροθαλή αδελφό, το Σωτήρη Βαγενά, γιο της μητέρας του από τον πρώτο της γάμο και τέσσερα μικρότερα αδέλφια, την Αθηνά σύζυγο του δικαστικού υπαλλήλου Μιχάλη Ελευθεριάδη, την Αναστασία σύζυγο, από το 1971, του Παναγιώτη [Τάκη] Παναγόπουλου, τον Κώστα Παπαδόπουλο, αξιωματικό του Ελληνικού Στρατού, και το Χαράλαμπο, από το γάμο των γονέων του. Νονός του Γεωργίου Παπαδόπουλου ήταν ο γιατρός Πατρών Μ. Μυλωνόπουλος.
Στις 4 Φεβρουαρίου 1943 το ζεύγος Νίκης Βασιλειάδη και Γεωργίου Παπαδόπουλου απέκτησε ένα γιο, το Χρήστο, Χημικό Μηχανικό, απόφοιτο του Εθνικού Μετσοβείου Πολυτεχνείου, κάτοχο μεταπτυχιακού τίτλου Αμερικανικού Πανεπιστημίου και από το 1973 μόνιμο κάτοικο στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Ο Χρήστος τέλεσε δύο γάμους κι είναι πατέρας μιας κόρης, της Νίκης, που ζει στη Γαλλία. Κόρη του Γεωργίου Παπαδόπουλου και της Νίκης Βασιλειάδη ήταν η Χρυσούλα, που γεννήθηκε στις 20 Απριλίου 1945 και πέθανε στις 18 Μαΐου 2004, σύζυγος εν ζωή του Βασιλείου Ζάππα, ο οποίος πέθανε στις 29 Ιουνίου 1994. Η Χρυσούλα, που έπασχε από επαναλαμβανόμενες επιληπτικές κρίσεις και μικρά προβλήματα αστάθειας κατάλοιπα του τραυματισμού της από εμβρυουλκό στη βάση του κρανίου στη γέννηση της, με τον μετέπειτα σύζυγο της Βασίλειο Ζάππα απέκτησαν, στις 10 Μαρτίου 1972, μια κόρη τη Δέσποινα Ζάππα. Η Χρυσούλα Γεωργίου Παπαδοπούλου, ο σύζυγος και η κόρη τους κατοικούσαν σε κατοικία επί της οδού Τζουμέρκων 13 στον Δήμο Παπάγου, η οποία ήταν ιδιοκτησία της Χρυσούλας από γονική παροχή του Γεωργίου Παπαδόπουλου.
Αμέσως μετά το γάμο τους ο Παπαδόπουλος και η Νίκη Βασιλειάδη εγκαταστάθηκαν σε μισθωμένο διαμέρισμα δύο δωματίων επί της οδού Φιλαδέλφειας 15 και στη συνέχεια σε ιδιόκτητη κατοικία στην οδό Ιωνίας 43 [11] στη Νέα Σμύρνη Αττικής και συνέχισε να διαμένει η Νίκη Βασιλειάδη με τα παιδιά τους, μετά το 1962 και τη διάρρηξη της εγγάμου σχέσεως της με τον Παπαδόπουλο. Ο γάμος τους λύθηκε στις 27 Οκτωβρίου 1969, ύστερα από τις αναγκαίες διατυπώσεις που διεκπεραίωσε το δικηγορικό γραφείο του Βασιλείου Ανδρουτσόπουλου, αδελφού του Αδαμάντιου Ανδρουτσόπουλου, τότε υπουργού και μετέπειτα πρωθυπουργού. Η λύση του γάμου επιτεύχθηκε με συναινετικό διαζύγιο και δεν θεσπίστηκε ειδικός νόμος-αστραπή [12], όπως διαδίδονταν με επίταση από διάφορες κατευθύνσεις, αλλά και όπως προκύπτει από την έρευνα στα Φύλλα εφημερίδος της Κυβερνήσεως της επίμαχης περιόδου. Ο δικηγόρος Δημήτριος Νεστορίδης αναφέρει σχετικά: «....Ο Παπαδόπουλος διεζεύχθη από την πρώτη σύζυγό του κατόπιν αγωγής περί διαζυγίου της ιδίας και ελύθη ο γάμος από το Πρωτοδικείο Αθηνών λόγω ασυμφωνίας χαρακτήρων, κατόπιν τηρήσεως των κειμένων διατάξεων και διαδικασιών του Αστικού Κώδικος και της Πολιτικής Δικονομίας. Τα περί δήθεν ειδικού νόμου εκδοθέντος υπό του Γ. Παπαδόπουλου αποτελούν κακοήθη ψευδολογήματα....». Η οικία της οδού Ιωνίας 43 στη Νέα Σμύρνη μεταβιβάστηκε [13] στη Νίκη Βασιλειάδη μετά το διαζύγιο της με τον Γεώργιο Παπαδόπουλο.
Στις 6 Νοεμβρίου 1969 το Πρωτοδικείο Αθηνών εξέδωσε την υπ’ αριθμό 5740 απόφαση περί λύσεως του γάμου η οποία κατέστη «οριστική και αμετάκλητος» στις 15 Νοεμβρίου δια της υπ’ αριθμόν 1167 αποφάσεως, ενώ στις 18 Νοεμβρίου η Αρχιεπισκοπή Αθηνών κήρυξε και «πνευματικώς διαλελυμένον τον γάμον». Η μυθοπλασία περί «αυτόματου διαζυγίου» του Παπαδόπουλου αναπτύχθηκε μετά τη λεγόμενη μεταπολίτευση από τον Γεώργιο-Αλέξανδρο Μαγκάκη με σκοπό να εξουδετερώσει τον Αρεοπαγίτη Βολτή. Ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου –μετά το 1974– Ευστάθιος Μπλέτσας γράφει σχετικά: «...Υπεστήριξεν ο Μαγκάκης ότι ο Βολτής εξέδωκε το διαζύγιον Παπαδοπούλου αστραπιαίως, εντός 10 ημερών, επικαλεσθείς, τας ημερομηνίας συζητήσεως της αγωγής και δημοσιεύσεως της λυούσης τον γάμον αποφάσεως. Και θέλων σκοπίμως να αγνοή ότι ενάγων ήτο η Νίκη Παπαδοπούλου, ότι το διαζύγιο ήτο συναινετικό ... και υπεράνω όλων, θέλων σκοπίμως ν’ αγνοή το τότε ισχύον δικονομικόν ύστημα του “εισηγητού”, ενώπιον του οποίου ελάμβανε χώραν η όλη διαδικασία του διαζυγίου, μετά την οποίαν εφέρετο εις το δικαστήριον η υπόθεσις προς συζήτησιν και έκδοσιν της οριστικώς τεμνούσης αυτήν αποφάσεως. Εκ τούτου δε, το 10ήμερον ήτο ο συνήθης χρόνος δημοσιεύσεως της αποφάσεως επί των συναινετικών διαζυγίων....».
Μετά την ορκωμοσία του ο Παπαδόπουλος παρακολούθησε δύο υποχρεωτικά μαθήματα ως Ανώτατη Εκπαίδευση, τον Χημικό Πόλεμο και την Μετεωρολογία έως τις 24 Σεπτεμβρίου 1940, όταν τοποθετήθηκε σε Στρατιωτική μονάδα και ονομάστηκε Ανθυπολοχαγός. Μεταξύ των καθηγητών του στη Σχολή ήταν και ο Θωμάς Πετζόπουλος, τότε Συνταγματάρχης και Υποδιοικητής της Σχολής. Σύμφωνα με όσα διηγείται ο Σταύρος Παππάς:
«....Το προηγούμενο βράδυ παίζαμε μαξιλαροπόλεμο. Είχαμε μεγάλο σύνδεσμο μεταξύ μας… Και όταν φτάσαμε στις 24 Σεπτεμβρίου, δίναμε εξετάσεις, πήραμε τα χαρτιά και γράφαμε εξετάσεις Μετεωρολογίας, μπαίνει ο Πετζόπουλος στην αίθουσα διασκεδάσεων που ήταν τεράστια και λέει:
-«Αφήστε τα γραπτά, δεν θέλουμε αποτελέσματα. Φεύγετε σε μισή ώρα. Η πατρίς εν κινδύνω!».
Το τι έγινε εκεί μέσα στη Λέσχη, δεν περιγράφεται. Αρχίσαμε όλοι και φωνάζαμε «Πεζικό, πεζικό…». Αυτό δεν είχε ξαναγίνει.
-Και λέει ο Πετζόπουλος: «Αυτό δε γίνεται γιατί έχετε μπει στα όπλα και σας περιμένουν. Όπως είναι το πεζικό, είναι και τα άλλα όπλα. Και θα πάτε εκεί που σας έταξε η τύχη σας..». Κατά τη μαρτυρία του συναδέλφου του Απόστολου Κοκμάδη, ο Παπαδόπουλος ως χαρακτήρας υπήρξε αυστηρός, πειθαρχικός και ιδιαίτερα φιλόδοξος, καθώς «......Από τη Σχολή ...{...}... είχε ένα «τουπέ», μια φιλαυτία ...{...}..., που τον ξεχώριζε κάπως… Ήταν αυτό που θα λέγαμε «σπασίκλας», ωστόσο ποτέ δεν κάρφωσε κανέναν από μας που πηδάγαμε και καμιά μάντρα –έπαιρνε πάντα την ευθύνη πάνω του– και αυτό μου είχε κάνει εντύπωση...».
Από τον Ιούνιο του 1943 έως το Σεπτέμβριο του 1944 ο Παπαδόπουλος ανέλαβε υπεύθυνος τομέα της συνοικίας Κουκακίου Αθηνών στην οργάνωση «Χ» του στρατηγού Γεωργίου Γρίβα, μαζί με τον αδελφό του Κωνσταντίνο Παπαδόπουλο. Υπηρέτησε ως Διοικητής του 2ου Λόχου του 11ου Τάγματος που είχε έδρα το Κουκάκι αρχικά υπό τον Λοχαγό Θεοχαρόπουλο και στη συνέχεια υπό τον Λοχαγό Βαρδάνη, ενώ την ίδια περίοδο είχε έλθει σε επαφή και με την αντιστασιακή οργάνωση «Όμηρος» στην οποία ανήκε ο Στυλιανός Παττακός. Σύμφωνα με το δημοσιογράφο ερευνητή Μάνο Χατζηδάκη, το όνομα του Παπαδόπουλου δεν αναφέρεται στο βιβλίο «Μίδας 614» του Σπύρου Κώτση, λόγω φόβου ή για λόγους πολιτικής «ορθότητας», ενώ, αντίθετα, αναφέρεται το όνομα του ως μέλους της Οργανώσεως «Χ», στο χειρόγραφο [18] που δημοσιεύτηκε στο βιβλίο «Ο Γρίβας και η Χ. Το χαμένο αρχείο», του Σπύρου Παπαγεωργίου.
Το 1943 ο Παπαδόπουλος προήχθη στο βαθμό του Υπολοχαγού και τον Σεπτέμβριο του 1944 αποσπάστηκε στη «Στρατιωτική Διοίκηση Αθηνών» [«Σ.Δ.Α.»] και έκτοτε έως τον Φεβρουάριο του 1945 [19] διατέλεσε Διευθυντής του 1ου Επιτελικού Γραφείου, αρχικά υπό τον στρατηγό Παναγιώτη Σπηλιωτόπουλο κι έπειτα υπό τον Παυσανία Κατσώτα, του οποίου ανέλαβε υπασπιστής όταν ο στρατηγός Κατσώτας εκτελούσε καθήκοντα Στρατιωτικού Διοικητή. Συμμετείχε στην πολεμική αναμέτρηση για την καταστολή της ενόπλου ανταρσίας των μελών του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος [Κ.Κ.Ε.] τον Δεκέμβριο του 1944 στην Αθήνα καθώς και την περίοδο 1946-49, όταν συμμετείχε σε όλες τις μεγάλες επιχειρήσεις, «...από τα Βαρδούσια στον Ταΰγετο, από τον Πάρνωνα στη Μουργκάνα κι από τον Γράμμο στο Βίτσι...». Για τη δράση του στα πεδία των μαχών παρασημοφορήθηκε με τέσσερις Πολεμικούς σταυρούς και τιμήθηκε με δύο Προαγωγές για ανδραγαθία, όπως και στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου πολέμου και το 1946 προήχθη στο βαθμό του Λοχαγού, ενώ το 1949 προήχθη στο βαθμό του Ταγματάρχου.
Ταυτόσημη ήταν η άποψη και του διοικητή της σχολής καθώς ο Αθανάσιος Φροντιστής, είπε για τον Παπαδόπουλο «...Κύριοι, άνευ ουδενός ενδοιασμού, θα ανέθετα απ΄ αυτήν την στιγμήν εις τον Ταγματάρχην Παπαδόπουλον διοίκησιν στρατιάς...». Τρείς μήνες πριν την αποφοίτηση του Παπαδόπουλου, εισήλθε στην Ανωτάτη Σχολή Πολέμου η 10η Σειρά προς φοίτηση. Εκείνη την εποχή μυήθηκαν αξιωματικοί της τάξεως 1943, όπως ο Μιχάλης Ρουφογάλης, ο Αντώνης Λέκκας, ο Αντώνης Μέξης, ο Αγαμέμνων Γκράτσιος, ο Δημήτριος Ιωαννίδης και ο αδελφός του Γιώργου, Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος. Στις 11 Απριλίου 1955, ο Γεώργιος Παπαδόπουλος απεφοίτησε από την Ανωτάτη Σχολή Πολέμου με «άριστα», ενώ είχε ήδη λάβει το Μετάλλιο Στρατιωτικής Αξίας Γ’ Τάξεως [23]. Στην τελική του έκθεση κατά την αποφοίτηση της 9ης Σειράς, ο Αθανάσιος Φροντιστής καταχώρησε στον φάκελο του Παπαδοπούλου τις ακόλουθες επισημάνσεις: «Εύστροφος. Πειθαρχικός. Ευθύς αλλά και μαχητικός. Πολύ καλής Γενικής Μορφώσεως. Προωθημένης Πρωτοβουλίας. Σταθεράς υγείας. Γενικώς, Αξιωματικός ευρυτέρας εξελίξεως».
Συνολικά, ο Παπαδόπουλος αποφοίτησε από δέκα παραγωγικά σχολεία των Ενόπλων Δυνάμεων και κατέλαβε την 1η θέση στην αξιολόγηση των καθηγητών του. Το 1956 ο Παπαδόπουλος εντάχθηκε στην οργάνωση «Εθνική Ένωση Νέων Αξιωματικών» [«Ε.Ε.Ν.Α.»] [24] που είχε αρχηγό τον Αντισυνταγματάρχη Γεώργιο Μπάλλα, τον οποίο διαδέχθηκε το 1959, Δημήτριος Πατίλης και στη συνέχεια παρέδωσε την αρχηγία της στον Παπαδόπουλο.
Τον Ιούνιο του 1963 ο Παπαδόπουλος, σε ομιλία του ως καθηγητής στην Σχολή Εθνικής Αμύνης, με θέμα «Γενικαί οργανωτικαί αρχαί μυστικών συνωμοτικών οργανώσεων» είπε: «...Ας αναφωνήσωμεν όλοι μας "Η χώρα κινδυνεύει" και αυτοσυγκινούμενοι εκ της ιδίας ημών προσκλήσεως, ας συγκροτήσωμεν την εθνικήν φάλαγγαν παντού όπου ευρισκόμεθα εντεταγμένοι, προκειμένου να αντιμετωπίσωμεν την απειλήν κατά της χώρας μας. Ο κίνδυνος είναι μέγιστος! Απαιτούνται αγώνες, θυσίες, στρατεύματα, στρατηγοί! Εις ημάς όλους ανήκει η ευθύνη και της συγκροτήσεως και της διευθύνσεως της εθνικής φάλαγγος που θα διεξαγάγη τον αγώνα αλλά και η ευθύνη διεξαγωγής του αγώνος και της προσφοράς των θυσιών...». Στο τέλος του Ιουνίου του ίδιου έτους ήλθε στην Αθήνα, για επίσκεψη ενός μηνός, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας, μετά την απρουσία του στον εορτασμό της χιλιετηρίδας του Αγίου Όρους. Ύστερα από εισήγηση του Δημητρίου Τσάκωνα, του εθνικιστή καθηγητή Κοινωνιολογίας, ο Πατριάρχης Αθηναγόρας δέχθηκε στο Μέγαρο Μαξίμου και συνομίλησε για τρεις ώρες με τον Παπαδόπουλο, για τον οποίο δήλωσε στον Τσάκωνα ότι παρέμενε «Τουρκοφάγος».
Ο Παπαδόπουλος κατηγορήθηκε αναπόδεικτα, για το λεγόμενο «σαμποτάζ του Έβρου» στις 11 Ιουνίου 1965. Οι αντίπαλοι του τον κατηγορούν ότι σε συνεργασία με τον υπεύθυνο αξιωματικό Πληροφοριών στο 2ο γραφείο της μονάδος ανθυπολοχαγό Ευάγγελο Καρλιαύτη, χρησιμοποίησε το στρατιώτη Ελευθέριο Ψήνα και επιχείρησε δολιοφθορά στρατιωτικών οχημάτων, με τη φερόμενη ρίψη ζάχαρης στα ρεζερβουάρ τους από στρατιώτες αριστερών πολιτικών φρονημάτων. Φημολογείται ότι αξιωματικός της μονάδος, υπέδειξε σε στρατιώτη από οικογένεια με αριστερή ιδεολογική τοποθέτηση, να προκαλέσει βραχυκύκλωμα σε ένα όχημα. Ο στρατιώτης συνελήφθη και την επόμενη μέρα είχαν την ίδια τύχη και άλλοι συνάδελφοί του, που στα οχήματα τους είχαν παρουσιαστεί βλάβες, ενώ η ενέργεια αποδόθηκε σε συνωμοσία που οργανώθηκε από τον παράνομο μηχανισμό του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος. Το πόρισμα της προανακρίσεως που συνέταξε ο λοχαγός Ιωάννης Μπότσας της 117 Μ.Π.Π. στάλθηκε στις 11 Ιουνίου 1965, ιεραρχικά στην XII Μεραρχία και από εκεί στο προϊστάμενο Γ' Σώμα Στρατού. Ο Διοικητής του Γ' Σώματος αντιστράτηγος Κωνσταντίνος Τσολάκας, διέταξε την ίδια ημέρα, τη διεξαγωγή τακτικής ανακρίσεως για «δολιοφθορά πολεμικού υλικού», την οποία ανέλαβε ο εισηγητής του Διαρκούς Στρατοδικείου Θεσσαλονίκης λοχαγός Νικόλαος Νικολαΐδης, υπό την εποπτεία του Βασιλικού επιτρόπου αντισυνταγματάρχη Κωνσταντίνου Γκόπη. Το πόρισμα, με τελικό αποδέκτη το Γενικό Επιτελείο Στρατού [Γ.Ε.Σ.], δημοσιεύθηκε στις συντηρητικές εφημερίδες, «Ακρόπολις», «Εθνικός Κήρυξ» και «Ελληνικός Βορράς» [27], η οποία ανέφερε, λανθασμένα, ότι σύμφωνα με το πόρισμα, χρησιμοποιήθηκε ζάχαρη για το σαμποτάρισμα τεθωρακισμένων, είδηση που διέψευσε το Υπουργείο Εθνικής Αμύνης. Η αναφορά του Παπαδόπουλου, μεταξύ άλλων, ανέφερε «...Δέν ευρισκόμεθα πρό μηχανισμού τής Ε.Δ.Α., άλλα του παρανόμου μηχανισμού του Κ.Κ.Ε.», σκοπός του οποίου «..θά πρέπη νά θεωρηθή ήδη αι δολιοφθοραί καί ενδεχομένως δολοφονία στελεχών του Στρατού». Απέδιδε δε στους στρατιώτες ότι «..έλαβον έντολήν [σ.σ. από τον παράνομο μηχανισμό του Κ.Κ.Ε.] όπως φονεύσουν διά φονικού οργάνου τόν διοικητήν τής 117 Μοίρας», δηλαδή τον Παπαδόπουλο.
Τις μέρες που ακολούθησαν έγιναν συλλήψεις συγγενών των στρατιωτών που φέρονταν αναμεμειγμένοι, όμως οι τακτικοί ανακριτές της στρατιωτικής δικαιοσύνης, ο λοχαγός Νικόλαος Νικολαΐδης και ο Βασιλικός επίτροπος αντισυνταγματάρχης Κωνσταντίνος Γκόπης, απάλλαξαν τους περισσότερους, θεωρώντας ότι οι ομολογίες τους ήταν προϊόν βασανιστηρίων. Αντιθέτως στις 20 Ιουλίου, ασκήθηκε δίωξη κατά αξιωματικών που θεωρήθηκαν φυσικοί αυτουργοί, καθώς και εναντίον του Παπαδόπουλου για ηθική αυτουργία [28] και επιχειρήθηκε από τον «Α.Σ.Π.Ι.Δ.Α.» η απόδοση ευθυνών σ΄ αυτόν με σκοπό την αποστρατεία του. Εφημερίδες της εποχής αναφέρθηκαν τότε στον Παπαδόπουλο, αποκαλώντας «Νάσερ» της Ελλάδος, και ο Παπαδόπουλος ζήτησε, μέσω της υπηρεσιακής οδού, να του δοθεί άδεια να μηνύσει τις εφημερίδες, διαδικασία που δεν επέτρεψε ο Κωνσταντίνος Τσολάκας, Αντιστράτηγος-διοικητής του Γ' Σώματος Στρατού.
Ο Παπαδόπουλος απαλλάχθηκε στις 29 Νοεμβρίου 1965, δύο ημέρες πριν την έναρξη της δίκης του, με βούλευμα το οποίο συντάχθηκε από τον Θεμιστοκλή Δηματάτη, αντισυνταγματάρχη της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης, επί αρχηγού Γ.Ε.Σ. του Γρηγορίου Σπαντιδάκη. Ο Νίκος Φαρμάκης, τότε βουλευτής της Ε.Ρ.Ε. στο νομό Αιτωλοακαρνανίας σε συνέντευξη του [29] στο δημοσιογράφο Στέλιο Κούλογλου υποστήριξε ότι για τη διάσωση του Παπαδόπουλου από τον κίνδυνο της αποστρατείας μετά το λεγόμενο «Σαμποτάζ του Έβρου», μεσολάβησε ο διοικητής της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών [Κ.Υ.Π.], στρατηγός Αλέξανδρος Νάτσινας, ενώ κάποιοι από τους αρχικά συλληφθέντες που οδηγήθηκαν στο Στρατοδικείο, ομολόγησαν τις πράξεις τους και καταδικάστηκαν σε ποινές φυλακίσεως. Ο Ηλίας Ηλιού αρχηγός του κόμματος «Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά» [«Ε.Δ.Α.»] μιλώντας στη Βουλή, στις 23 Ιουνίου 1965, κατονόμασε τον Παπαδόπουλο, ως εγκέφαλο μελλοντικού κινήματος [30] [31]. Ο Ανδρέας Παπανδρέου γράφει ότι ο Παπαδόπουλος ήθελε να αποδείξει ότι υπό την κυβέρνηση της Ενώσεως Κέντρου, οι κομμουνιστές είχαν αφεθεί ελεύθεροι να υπονομεύουν την εθνική ασφάλεια. Ο Παπαδόπουλος στη συνέχεια μετατέθηκε, μετά από τη διαμεσολάβηση του Αντώνη Σκαρμαλιωράκη στον Σπαντιδάκη, και υπηρέτησε ως υποδιευθυντής του 2ου Ε.Γ. της 1ης Στρατιάς στη Λάρισα. Στις αρχές του 1967 ο Παπαδόπουλος ήταν υποδιευθυντής στο 3ο Επιτελικό Γραφείο στο Γενικό Επιτελείο Στρατού [Γ.Ε.Σ.].
Στις 23 Ιανουαρίου 1966 η εφημερίδα «Ελληνικός Βορράς» στη Θεσσαλονίκη δημοσίευσε μία ανοικτή «Ανοικτή Επιστολή Αξιωματικών προς τον Βασιλέα» με υπογραφή: «Αξιωματικοί». Ο τίτλος της ήταν «Ο Στρατός Λύει την Σιωπήν του» και μεταξύ άλλων έλεγε:
«Μεγαλειότατε, Εάν η Ελλάς εσάπισε, καλώς να αποθάνη, όπως συνέβη εις τας παραμονάς της Ρωμαιοκρατίας και της Τουρκοκρατίας. Αλλ’ ευτυχώς δεν συμβαίνει αυτό. Εσάπισεν η πλειονότης των παριστώντων την ηγεσίαν. Και από τους σεσηπότας πρέπει να απαλλαγή η Χώρα δια να επιβιώση και να μεγαλουργήση και πάλιν. Αυτής της σεσηπυίας ηγεσίας, της μαλθακότητος και της απαθείας της, επωφελείται ο κομμουνισμός και κρούει -εν συμμαχία ατυχώς με εθνικώς εστεγασμένους Έλληνας- την εσωτερικήν πύλην του οχυρού της Ελλάδος...».
Την επιστολή είχε συντάξει ο Στυλιανός Παττακός ο οποίος αναφέρει σχετικά: «Τον Ιανουάριο του 1966, ως Διοικητής της 2ας Δ.Μ. συνέταξα προσωπικώς επιστολήν προς τον Βασιλέα. Εκάλεσα εν συνεχεία έναν αξιωματικό της Μονάδος μου, τον Αντισυνταγματάρχη Κωνσταντίνο Παπαφιλίππου και του ζήτησα να μου πη τις απόψεις του. Συνεφώνησε μαζί μου. Πήγαμε μαζί εις την εφημερίδα «Ελληνικός Βορράς». Ευρήκαμε τον Κ. Κύρου ο οποίος την εμελέτησε και μας είπε: «Θα πάτε φυλακή». Δεν πειράζει, του είπαμε. «Εμείς θέλουμε το καλό της Πατρίδος και ας πάμε φυλακή». Πράγματι ο Κύρου την εδημοσίευσε. Την επομένην ήρχισαν ανακρίσεις. Επήγα τότε στον Αντιστράτηγο τον Γ΄Σώματος Στρατού Κατσαδήμα και του είπα: «Μη κάνετε ανακρίσεις. Την επιστολή την έκανα εγώ. Απηχεί τας απόψεις των Αξιωματικών. Είμαι βέβαιος ότι και σεις συμφωνείτε μ’ αυτήν την επιστολήν. Η κατάστασις έχει φθάσει εις το απροχώρητον»...».
Σύμφωνα με έκθεση της Αμερικανικής Υπηρεσίας Πληροφοριών που έχει ημερομηνία 7 Μαρτίου 1966, «....Λίγο πριν από τη συγκέντρωση της Ένωσης Κέντρου στην Αθήνα στις 16 Φεβρουαρίου 1966, ο αντισυνταγματάρχης Γεώργιος Παπαδόπουλος ήρθε στην Αθήνα και επικοινώνησε με τους άλλους συνταγματάρχες. Συζήτησαν το ενδεχόμενο οργάνωσης πραξικοπήματος εφόσον κρινόταν αναγκαίο για να αποτραπούν εκδηλώσεις βίας που θα προκαλούνταν από την Ε.Δ.Α. ή και τον Γεώργιο Παπανδρέου κατά τη συγκέντρωση. Ο Παπαδόπουλος είπε στους στρατιωτικούς με τους οποίους είχε επαφές, πως ο αρχηγός του Γ.Ε.Σ. αντιστράτηγος Γρηγόρης Σπαντιδάκης τον είχε καλέσει στην Αθήνα...». Στα τέλη Απριλίου του ίδιου χρόνου ο Παπαδόπουλος τοποθετήθηκε επικεφαλής του 7ου επιτελικού γραφείου του ΓΕΣ, κι ανέλαβε υπεύθυνος για τις «ψυχολογικές επιχειρήσεις», τη «διαφώτιση» και την «πολιτική προπαγάνδα».
Την ίδια χρονική περίοδο ο δημοσιογράφος Σάββας Κωνσταντόπουλος, μετέπειτα δημοσιογραφικός εκφραστής των πολιτικών και ιδεολογικών θέσεων του καθεστώτος της 21ης Απριλίου, πραγματοποίησε τέσσερις ομιλίες-διαλέξεις στο ξενοδοχείο «Χίλτον» στην Αθήνα. Μεταξύ των ακροατών του συγκαταλέγονταν ο πρωθυπουργός Στέφανος Στεφανόπουλος, οι αντιπρόεδροι της κυβερνήσεως Γεώργιος Αθανασιάδης-Νόβας και Ηλίας Τσιριμώκος, πολιτικοί όπως ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο Σπυρίδων Μαρκεζίνης, δεκάδες υπουργών και πολλοί άλλοι. Σε μια από τις ομιλίες του ο Κωνσταντόπουλος επισήμανε ότι «....Προκύπτει το ενδεχόμενο μιας διαιτητικής δικτατορίας που θα θελήση να ματαιώση την επιβολή της μιας παρατάξεως επί της άλλης, θα τις χωρίση, θα σταθή έξω και πάνω από όλους και θα περιμένη να συνέλθουν, να αλλάξουν μυαλά, για να θέση πάλι σε κίνηση τους θεσμούς της Δημοκρατίας... Και όταν η δικτατορία γίνεται αναγκαία, είτε από σφάλματα του πολιτικού κόσμου είτε από άλλες εξαιρετικές συνθήκες, νομιμοποιείται στην κοινή συνείδηση. Η αναγκαιότητα κάνει τη δικτατορία χρήσιμη. Δεν μπορούμε δυστυχώς να πούμε ότι κάθε δικτατορία είναι κακή. Υπάρχουν και δικτατορίες ωφέλιμες...».
Το πρωί της 21ης Δεκεμβρίου 1966 παραιτήθηκε ο πρωθυπουργός Στέφανος Στεφανόπουλος και στις 6 το απόγευμα της ίδιας ημέρας ανατέθηκε εντολή σχηματισμού κυβερνήσεως στο διοικητή της Εθνικής Τράπεζας Ιωάννη Π. Παρασκευόπουλο, η υπηρεσιακή κυβέρνηση του οποίου ορκίστηκε στις 22 Δεκεμβρίου. Στις 2 Ιανουαρίου 1967, έγιναν οι κρίσεις των ανώτατων αξιωματικών, προαγωγές υποστρατήγων και τοποθετήσεις αντιστρατήγων, στις οποίες προήχθη κατ' εκλογήν σε αντιστράτηγο ο Οδυσσέας Αγγελής και τοποθετήθηκε υπαρχηγός του Γ.Ε.ΕΘ.Α., [Γενικό Επιτελείο Εθνικής Αμύνης], ενώ ο Γεώργιος Ζωιτάκης ανέλαβε τη διοίκηση του Γ' Σώματος Στρατού στη Θεσσαλονίκη. Το Μάρτιο του 1967 ο εκδότης Ιωάννης Πασσάς, στο σπίτι του δικαστικού που διατέλεσε και πρωθυπουργός Δημήτριου Κιουσόπουλου, παρουσία των Στέφανου Στεφανόπουλου και Σπυρίδωνα Μαρκεζίνη αναφέρθηκε στο ενδεχόμενο Στρατιωτικής Επαναστάσεως και ο Παπαγεωργόπουλος, τότε αρχηγός της Κ.Υ.Π., του έβαλε τις φωνές λέγοντας, «Μα τι είναι αυτά πού λέτε; Ποίος θα κάνη την επανάσταση;... Αυτά είναι απαράδεκτα και αδύνατα.» [33].
Την κυβέρνηση Ιωάννη Παρασκευόπουλου διαδέχθηκε στις 3 Απριλίου 1967 η κυβέρνηση υπό τον Παναγιώτη Κανελλόπουλου. Το μεσημέρι της 14ης Απριλίου ο φρούραρχος της Βουλής θυροκόλλησε το διάταγμα διαλύσεως της ολομέλειας, καθώς ο Κανελλόπουλος πείστηκε ότι ήταν αδύνατο να πάρει ψήφο εμπιστοσύνης και προκήρυξε εκλογές για τις 28 Μαΐου, ώστε να παραμείνει υπηρεσιακός πρωθυπουργός ο ίδιος. Σύμφωνα με δημοσιεύματα της εποχής «... θα έπρεπε να αποτραπούν αι προετοιμαζόμεναι εκλογαί, διότι ούτως ή άλλως αι συνεχιζόμεναι οξύτητες από τον Ανδρέα Παπανδρέου κυρίως, ο οποίος ηπείλει ότι εάν η Ένωσις Κέντρου εκέρδιζεν τας εκλογάς θα εσχημάτιζεν Κυβέρνησιν εις την πλατείαν Συντάγματος, αγνοών τα Ανάκτορα, θα προκαλούσαν ανάφλεξιν..» [34].
Οι Σπύρος Ζουρνατζής και Γρηγόρης Μιχαλόπουλος γράφουν ότι «... (...) είχε προαναγγείλει ο Ανδρέας Παπανδρέου ότι το βράδυ των εκλογών και με απλή πλειοψηφία όχι κοινοβουλευτική, της Ενώσεως Κέντρου του μπαμπά του, θα ώρκιζαν Κυβέρνηση στην Πλατεία Συντάγματος και θα τηλεφωνούσαν στον Βασιλέα την σύνθεσή της...» [35]. Ο Στυλιανός Παττακός, εκ των πρωταγωνιστών του καθεστώτος. γράφει ότι «... αλλ' ακόμη και άν φθάσωμεν εις τας κάλπας, το αποτέλεσμα δεν θα γίνη παραδεκτόν υπό των ηττημένων, οι οποίοι το δηλώνουν από τούδε, είς μάλιστα τούτων ο Ανδρέας Γ. Παπανδρέου εδήλου ότι εάν το αποτέλεσμα θα ήτο δυσμενές δι' αυτόν, θα εκάλει τον λαόν εις την πλατείαν Συντάγματος και ενώπιόν του -ερήμην του Ανωτάτου Άρχοντος- θα ώρκιζε Κυβέρνησιν υπ' αυτόν!...» [36].
Στις 9 το βράδυ της ίδιας μέρας, οι στρατιωτικοί που συμμετείχαν στην Επαναστατική Επιτροπή, μεταξύ τους και ο Παπαδόπουλος, συνεδρίασαν για τελευταία φορά στο σπίτι του αντισυνταγματάρχη Μιχαήλ Μπαλόπουλου στην οδό Κυδωνίων στη Νέα Σμύρνη, όπου συζήτησαν τις τελευταίες λεπτομέρειες του στρατιωτικού κινήματος. Η τελευταία σύσκεψη είχε προγραμματιστεί για τις 11 το βράδυ στο σπίτι του Δημήτρη Ιωαννίδη στο Γαλάτσι λίγη ώρα πριν ξεκινήσει ο καθένας για το γραφείο ή την Μονάδα του. Σύμφωνα με μαρτυρίες ο Παπαδόπουλος πρότεινε να αναβάλουν το στρατιωτικό κίνημα κατά είκοσι τέσσερις ώρες, όμως ο Παττακός αρνήθηκε κι η διαφωνία τους κράτησε αρκετή ώρα. Έτσι ο Παττακός τους ανακοίνωσε ότι εκείνος θα ξεκινούσε είτε τον ακολουθούσαν, είτε όχι, πληροφορία που επιβεβαίωσε ο Παττακός σε συνέντευξη που παραχώρησε στο δημοσιογράφο Αλέξη Παπαχελά.
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα της 21ης Απριλίου ο Στυλιανός Παττακός, τότε Διοικητής του Κέντρου Εκπαιδεύσεως Τεθωρακισμένων, κάλεσε στο γραφείο του τον Υποδιοικητή, Συνταγματάρχη Κωνσταντίνο Μαυροειδή και τον Επόπτη Ασφαλείας, Επίλαρχο Ηλία Θεοδωρόπουλο, και τους διέταξε να θέσουν το Κέντρο «...εις ενισχυμένον συναγερμόν, βάσει του σχεδίου "Προμηθεύς"..». Στις 01:30 μετά τα μεσάνυχτα μιλώντας σε συγκέντρωση Αξιωματικών, Δοκίμων Αξιωματικών και Μονίμων Υπαξιωματικών, τους ανακοίνωσε ότι «...αι Ένοπλοι Δυνάμεις της Πατρίδος μας απεφάσισαν να θέσουν τέρμα εις το χάος εις το οποίον ωδηγείτο η Πατρίς υπό της φαύλου πολιτικής ηγεσίας της!..».
Τη Μεγάλη Παρασκευή 21 Απριλίου 1967, την 1:45 μετά τα μεσάνυχτα ο Παπαδόπουλος έφτασε στο Κέντρο Τεθωρακισμένων στου Γουδή, στη μονάδα του ταξιάρχου Παττακού, μαζί με τον Νικόλαο Μακαρέζο. Στις 2:00 τα άρματα μάχης εξήλθαν από το στρατόπεδο, με τον Παττακό, μετά του Ιλάρχου Διοικητού του Σχηματισμού, να επιβαίνει στο πρώτο άρμα που κινήθηκε προς το Υπουργείο Εθνικής Αμύνης, το οποίο κατέλαβαν. Σύμφωνα με το σχέδιο δράσεως από τις δύο τα ξημερώματα της Μεγάλης Παρασκευής της 21ης Απριλίου 1967, έπρεπε να εφαρμοστεί το σχέδιο «Προμηθεύς» και να κινηθούν οι στρατιωτικές μονάδες, που κατάργησαν την κυβέρνηση του Παναγιώτη Κανελλόπουλου, τον οποίο συνέλαβε εικοσαμελής ομάδα στρατιωτών, υπό τις διαταγές του λοχαγού Ηρακλή Θωμά, συγχωριανού, υπασπιστή και στενού συνεργάτη του στρατηγού Οδυσσέα Αγγελή.
Μία από τις πρώτες ενέργειες των επαναστατών ήταν να συλλάβουν τον αρχηγό του Γ.Ε.Σ. αντιστράτηγο Γρηγόρη Σπαντιδάκη και να τον αντικαταστήσουν με τον Οδυσσέα Αγγελή, που έδωσε εντολή σε όλους του μεγάλους στρατιωτικούς σχηματισμούς της χώρας να εφαρμόσουν το σχέδιο «Προμηθεύς». Λίγη ώρα αργότερα, τέθηκε σε πλήρη εφαρμογή σε ολόκληρη τη χώρα το σχέδιο εκτάκτου ανάγκης, το οποίο πρόβλεπε την αναγκαστική ανάληψη της εξουσίας από το στρατό με σκοπό την εξουδετέρωση κομμουνιστικής εξεγέρσεως, με αποτέλεσμα να κινηθούν όλες οι στρατιωτικές μονάδες της Αττικής, ενώ ο διοικητής της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων, Δημήτρης Ιωαννίδης, κινητοποίησε το τάγμα της σχολής και τη Στρατιωτική Αστυνομία. Ο Ταξίαρχος Στυλιανός Παττακός είπε χαρακτηριστικά πως «..Ουδαμού συνάντησα εχθρόν. Προελαύνων προς Ραδιοφωνικόν Σταθμόν, Βουλήν, Ανάκτορα και Οργανισμό Τηλεπικοινωνιών». Στις 02.30 το Πεντάγωνο καταλαμβάνεται από την Β' Μοίρα Καταδρομών. Σε λίγο φτάνει ο Γεώργιος Ζωιτάκης και οδηγείται στο γραφείο του Παπαδόπουλου. «....Στρατηγέ μου, πρέπει να σου ζητήσω συγγνώμη γι' αυτό που έγινε. Το πράξαμε όμως για να μη σας φέρουμε σε δύσκολη θέση, επειδή δώσατε το λόγο της στρατιωτικής σας τιμής. Εάν σας λέγαμε ότι προχωράμε, είμεθα βέβαιοι ότι θα συμφωνούσατε μαζί μας, πλην όμως θα ήσαστε ένας άτιμος στρατηγός που παρέβη το λόγο της στρατιωτικής του τιμής, ενώ εμείς σας θέλουμε έντιμο στρατηγό..», είπε στο Ζωιτάκη ο Γεώργιος Παπαδόπουλος.
Ο Ιωάννης Λαδάς αποκάλυψε ότι «η οργάνωση υπήρχε από τότε που είμαστε στη Σχολή Πολέμου, το '53, το '54», συμπληρώνοντας ότι η ιδέα ήταν «όλων μαζί», αν και αναγνώρισε ότι ήδη ξεχώριζε ο Παπαδόπουλος διότι «είχε αποκαλύψει τις πολιτικές ικανότητες του από ταγματάρχης ακόμη, στις αναλύσεις της πολιτικής καταστάσεως». Ο Σπύρος Μαρκεζίνης, ηγέτης του Κόμματος των Προοδευτικών, είχε προαναγγείλει το στρατιωτικό κίνημα λέγοντας «εκλογές δεν θα γίνουν. Φοβούμαι τον άγνωστο συνταγματάρχη». Η αριστερή εφημερίδα «Αυγή» δημοσίευε εκείνες τις ημέρες τρία προγραμματισμένα άρθρα υπό τον τίτλο «Γιατί δεν πρόκειται να γίνει δικτατορία», τα οποία είχαν γραφτεί από τον Άγγελο Διαμαντόπουλο, μετέπειτα μέλος του Εκτελεστικού Γραφείου του Κ.Κ.Ε. Εσωτερικού. Από τα άρθρα αυτά είχαν δημοσιευθεί μόνο τα δύο, ενώ το τρίτο έμεινε στο τυπογραφείο, καθώς ήταν προγραμματισμένο να δημοσιευθεί ανήμερα της ημέρας του κινήματος. Στις 3:30 τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου 1967, η Επανάσταση είχε επικρατήσει αναίμακτα, ενώ με συντακτική πράξη στη διάρκεια της ημέρας ανεστάλησαν οι διατάξεις του Συντάγματος και ματαιώθηκαν οι εκλογές της 28ης Μαΐου 1967. Εκτός από τις εφημερίδες και γενικότερα τα αριστερά έντυπα που έκλεισε το καθεστώς της 21ης Απριλίου, μόνο η δημοσιογράφος και εκδότης Ελένη Βλάχου, έκλεισε οικειοθελώς τις εφημερίδες «Καθημερινή» και «Μεσημβρινή». Ο ελληνικός λαός αποδέχθηκε το στρατιωτικό καθεστώς με απάθεια και δεν εκδηλώθηκε κανενός είδους αντίσταση.
Στις 5:30' το πρωί της 21ης Απριλίου 1967 η τριανδρία, την οποία συνόδευε ο Νικόλαος Φαρμάκης, που είχε εκλεγεί βουλευτής του κόμματος «Εθνική Ριζοσπαστική Ένωσις» [«Ε.Ρ.Ε.»] και ήταν προσωπικός φίλος του Βασιλιά αλλά και του Παπαδόπουλου, ζήτησε συνάντηση με τον Ανώτατο Άρχοντα στο Τατόι, το οποίο την ίδια ώρα ήταν περικυκλωμένο από άρματα μάχης. Πριν να εισέλθουν όλοι παρέδωσαν τα όπλα τους, ο Παπαδόπουλος κράτησε τις σφαίρες του περιστρόφου του, στο φυλάκιο εισόδου. Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος τους δέχτηκε στο γραφείο του, όπου του εξέθεσαν τα αίτια του στρατιωτικού κινήματος, δηλαδή την απειλή της κομμουνιστικής επαναστάσεως και τον κίνδυνο της διολισθήσεως της Ελλάδας στο Παραπέτασμα [38], τους σκοπούς του, την οικονομική εξυγίανση και ανόρθωση της χώρας, την απαλλαγή της από τον κομμουνιστικό κίνδυνο και τους συνοδοιπόρους του και τον κάλεσαν να επιδείξει πνεύμα ειλικρινούς συνεργασίας με την Επανάσταση και να συναινέσει στο σχηματισμό και την ορκωμοσία της κυβερνήσεως τους.
Προτού απαντήσει ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος ο Παπαδόπουλος του παρέδωσε επιστολή του στρατηγού Γρηγορίου Σπαντιδάκη, αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Στην επιστολή του ο Σπαντιδάκης εξυμνούσε τα κίνητρα των συνταγματαρχών, διακήρυττε ότι έσωσαν τη χώρα από το χάος και παρείχε εγγυήσεις για το ακλόνητο της θέσεως του στέμματος και της δυναστείας. Αργότερα ο βασιλιάς Κωνσταντίνος διηγήθηκε στο στενό φίλο του Τάκη Χορν, «Έβραζα από θυμό. Ο Παπαδόπουλος ήταν αναιδής και θρασύς. Μου μιλούσε κουνώντας διαρκώς το δάκτυλό του. Έβγαλα το άχτι μου, αφήνοντας και τους τρεις ορθούς καθ' όλη τη διάρκεια της συνομιλίας μας».
Στις 6:30', περίπου, το πρωί της 21ης Απριλίου 1967 ο Ραδιοφωνικός Σταθμός των Ενόπλων Δυνάμεων στην Αθήνα, ανήγγειλε στους ακροατές του και μέσω του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας [Ε.Ι.Ρ.] σε ολόκληρη την Ελλάδα, ότι «Λόγω της δημιουργηθείσης εκρύθμου καταστάσεως, από του μεσονυκτίου ο Στρατός ανέλαβε την διακυβέρνηση της χώρας. Εντός ολίγου θα μεταδοθεί διάγγελμα του αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων». Η ανάληψη της εξουσίας έγινε στο όνομα του Βασιλιά Κωνσταντίνου Β', ενώ σ' ένα επόμενο διάγγελμα ο σταθμός ενημέρωνε για το «Βασιλικόν Διάταγμα περί αναστολής των άρθρων 5, 6, 8, 10, 11, 12, 14, 18, 20, 95, 97 του Συντάγματος. Κωνσταντίνος Βασιλεύς των Ελλήνων. Έχοντες υπόψη το άρθρον 91 του ισχύοντος Συντάγματος και κατόπιν εισηγήσεως της Κυβερνήσεως αναστέλλομεν τα άρθρα 5, 6, 8, 10, 11, 12, 14, 18, 20, 95 και 97 του ισχύοντος Συντάγματος λόγω εκδήλου απειλής της δημοσίας ασφαλείας εξ εσωτερικών κινδύνων. Ο αρμόδιος επί των Εσωτερικών υπουργός θέλει δημοσιεύσει και εκτελέσει το Διάταγμα τούτο. Κωνσταντίνος, Βασιλεύς των Ελλήνων, ο Πρόεδρος της Κυβερνήσεως, τα Μέλη.»
Η αναστολή των άρθρων 5,6,8,10,11,12,14,18,20,95 και 97 του Συντάγματος σήμαινε ότι δεν ίσχυαν πλέον οι διατάξεις του οι οποίες προέβλεπαν:
Χαρακτηριστικό της αποφασιστικότητας των στρατιωτικών που ηγούνταν του κινήματος ήταν το γεγονός ότι ο Παττακός δήλωσε στο βασιλιά «Οι Επαναστάτες δεν συζητούν, απαιτούν!». Έτσι ο Κωνσταντίνος δέχθηκε να μεταβεί στο Πεντάγωνο για την τελική συνάντηση. Στο Πεντάγωνο ο βασιλιάς Κωνσταντίνος συνάντησε τον πρωθυπουργό Παναγιώτη Κανελλόπουλο για λίγα λεπτά, ο οποίος του εισηγήθηκε να μη συνεργαστεί µε «τους σφετεριστές της εξουσίας», όπως χαρακτήρισε τους επαναστάτες αξιωματικούς και να τους καταγγείλει στον ελληνικό λαό αλλά και στη διεθνή κοινότητα. Παράλληλα τον συμβούλεψε να διατάξει τους αξιωματικούς να καταθέσουν τα όπλα, όμως ο βασιλιάς δεν είχε υπό τον έλεγχο του κανέναν από αυτούς που οπλοφορούσαν. Αντίθετα ο Σπύρος Μαρκεζίνης εξέφρασε την άποψη να υπάρξει συμβιβασμός με τους επαναστάτες.
Η συντηρητική εφημερίδα «Καθημερινή» στην πρώτη σελίδα δημοσίευσε ένα μονόστηλο με τίτλο «Την 2αν πρωινήν εξερράγη στρατιωτικόν κίνημα. Συνελήφθησαν πολιτικοί άνδρες», ενώ η αριστερή εφημερίδα «Αυγή» πάνω από τον τίτλο της έγραφε, «Συνελήφθησαν από στρατιωτικούς οι Μ. Γλέζος, Λ. Κύρκος, Α. Παπανδρέου [42]. Ασυνήθιστες κινήσεις στρατιωτικών και αστυνομικών δυνάμεων». Το κείμενο ανέφερε: «...Την 2.30 πρωινήν δύναμις τεθωρακισμένων κατέλαβεν το κέντρο των Αθηνών. Υπό τα έκπληκτα βλέμματα των ολίγων Αθηναίων που εκυκλοφόρουν, την προκεχωρημένην αυτήν ώραν, τεθωρακισμένα απέκλεισαν τα Παλαιά Ανάκτορα ενώ στρατιωτικαί δυνάμεις κατελάμβανον τον Ο.Τ.Ε., τους ραδιοφωνικούς θαλάμους του Ε.Ι.Ρ. εις το Ζάππειον και τα υπουργεία». Και κατέληγε: «Η τηλεφωνική επικοινωνία διεκόπη περί την 2.45 πρωινήν. Προ της διακοπής, οι αντιληφθέντες τας κινήσεις των τεθωρακισμένων, ανήσυχοι, ετηλεφώνουν στις εφημερίδας διά να ζητήσουν πληροφορίας. Την 3.30 πρωινήν κατέστη σαφές ότι αι στρατιωτικαί δυνάμεις είχαν θέσει υπό τον έλεγχόν των το κέντρον της πόλεως. Φήμαι περί συλλήψεων πολιτικών ανδρών εκυκλοφόρουν και ουδείς ήτο εις θέσιν να παράσχη οιανδήποτε πληροφορία, περί των οργανωτών, της εκτάσεως και των σκοπών του στρατιωτικού κινήματος».
Στις 7 το πρωί, η ηγεσία των Επαναστατών επισκέφθηκε στα Ανάκτορα του Τατοΐου τον Βασιλιά Κωνσταντίνο και του ζήτησε να ορκίσει την κυβέρνησή τους. Η εφημερίδα «Ελεύθερος Κόσμος», ανάγγειλε την επιβολή του στρατιωτικού καθεστώτος, παραχωρώντας ολόκληρη την πρώτη σελίδα της, ενώ είχε κεντρικό τίτλο «Ο Στρατός ανέλαβε την εξουσία» και υπότιτλο «Ωρκίσθη Κυβέρνησις υπό τον κ. Κ. Κόλλιαν». Το κύριο άρθρο της έφερε την υπογραφή του εκδότη, ιδιοκτήτη και αρθρογράφου της Σάββα Κωνσταντόπουλου που με τίτλο «Η μοιραία πορεία», είχε κύριο θέμα τα γεγονότα και δικαιολογούσε τη στρατιωτική επέμβαση, περιγράφοντας, «...Αι περιστάσεις υπεχρέωσαν τον Στρατόν να αναλάβει πολιτική πρωτοβουλία...» καθώς «...Εβαδίζαμε μοιραίως προς την έκρηξιν ...» αλλά «...Ο στρατός φορεύς υγιούς πατριωτικού πνεύματος..» παρακολουθούσε «...με συνεχώς αυξανόμενη ανησυχία την επιδείνωση των πραγμάτων..» και «...υπεχρεώθη να επέμβη...» ενώ «...Η πράξις του προκάλεσε γενικήν ανακούφισιν...» [43]. Όπως έγραφε ο Κωνσταντόπουλος «...Η Κυβέρνησις Κόλλια, απετέλεσε συμβιβασμόν της Επαναστάσεως με τον Βασιλέα. Η μία πτέρυξ αυτής εξεπροσώπη τον Θρόνον. Και η άλλη, την Επανάστασιν. Ο κ. Κόλλιας εγνώριζεν ότι αρχηγός της Επαναστάσεως, ήτο ο Γ. Παπαδόπουλος...». Στις 17:30 το απόγευμα της 21ης Απριλίου 1967 ορκίστηκε το πρώτο κλιμάκιο της κυβερνήσεως Κόλλια στα Ανάκτορα της οδού Ηρώδου του Αττικού. Λίγες ώρες μετά την ορκωμοσία της κυβερνήσεως του Κωνσταντίνου Κόλλια, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος συναντήθηκε με τον Φίλιπ Τάλμποτ τον οποίο ρώτησε «...αν υπάρχει περίπτωσις να αποβιβαστούν αμερικανοί πεζοναύτες στην Ελλάδα, ώστε μαζί με τους Στρατηγούς του, να ανακτήσουν τον έλγχο των Ενόπλων Δυνάμεων...», ζητώντας άμεσα ξένη στρατιωτική επέμβαση στην χώρα [44]. Στις 22 Απριλίου 1967 ο Φίλιπ Τάλμποτ συμβούλεψε τον βασιλιά Κωνσταντίνο να μην αποχωρήσει από την Ελλάδα και να μην υποχωρήσει στους επαναστάτες, ενώ στις 24 Απριλίου οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής διέκοψαν τη δωρεάν παροχή στρατιωτικής βοήθειας στην Ελλάδα. Όταν μετά από λίγες μέρες ο Τάλμποτ είπε στο σταθμάρχη της C.I.A. στην Αθήνα, Τζακ Μέρι, ότι το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου ήταν ο βιασμός της Ελληνικής Δημοκρατίας, αυτός του απάντησε κυνικά «...Μα, πως είναι δυνατόν να βιάσεις μία πόρνη;..».
Ο δημοσιογράφος Σάββας Κωνσταντόπουλος, εκ των κορυφαίων πολιτικών αναλυτών παγκοσμίως, γράφει ότι γνωρίστηκε με τον Παπαδόπουλο όταν, μετά τις εκλογές της 11ης Μαΐου 1958 στις οποίες επικράτησε η E.P.E. με ποσοστό ψήφων 41,17% και 171 έδρες, ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής, «...συγκρότησε μίαν αφανή επιτροπήν διά την παρακολούθησιν, την θεωρητικήν και την πολιτικήν του κομμουνιστικού προβλήματος. Εις την επιτροπήν εκείνην έτυχε να γνωρίσω διά πρώτην φοράν τον ήδη Πρωθυπουργόν κ. Γεώργιον Παπαδόπουλον και να εκτιμήσω την σκέψιν του..» [45]. Επίσης ότι ο Παπαδόπουλος, «...Προέβλεψεν εγκαίρως ότι η χώρα θα αντιμετώπιζεν, αργά ή γρήγορα, βαθείαν εσωτερικήν κρίσιν και θα περιήρχετο εις αδιέξοδον… Προετοιμάσθη δια να την βοηθήση και το έπραξεν την 21ην Απριλίου 1967..» [46]. Ο Κωνσταντόπουλος αποκάλυψε με άρθρο του στην εφημερίδα «Ελεύθερος Κόσμος» ότι ο Παπαδόπουλος σχεδίαζε την 21 Απριλίου από το 1956 και πήρε την τελική του απόφαση στα μέσα του Μαρτίου 1967.
Λίγο διάστημα αργότερα, ο Κωνσταντόπουλος προσκάλεσε την κυβέρνηση να έρθει σε επαφή με τον πνευματικό κόσμο, πρωτοβουλία για την οποία τον συνεχάρη με επιστολή της η συγγραφέας Λιλίκα Νάκου. Ο Στέλιος Παττακός, ο τότε αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως του καθεστώτος της 21ης Απριλίου, επισκέφθηκε την υπέργηρη εθνικίστρια ποιήτρια Θεώνη Δρακοπούλου γνωστή ως Μυρτιώτισσα, ενώ ο ίδιος φρόντισε να παραχωρηθούν συντάξεις καθώς και να προχωρήσει το ζήτημα της υγειονομικής περιθάλψεως των συγγραφέων [47].
Στις 13 Δεκεμβρίου 1967 όταν εκδηλώθηκε το Βασιλικό κίνημα, ο βασιλικών πεποιθήσεων Παπαδόπουλος, κατέβαλε προσπάθειες να μην καταργηθεί ο θεσμός της Βασιλευομένης, όμως αντιμετώπισε, από την μία πλευρά, την αντίδραση των κατώτερων αξιωματικών οι οποίοι αντιμετώπιζαν με εχθρότητα το Στέμμα και, από την άλλη, τη δυσπιστία και την καχυποψία του Βασιλιά Κωνσταντίνου. Ο Κωνσταντόπουλος προσπάθησε να πείσει το βασιλιά για τις προθέσεις του Παπαδόπουλου, που έστειλε συνεργάτη της εμπιστοσύνης του στο σπίτι του Χριστόφορου Στράτου, πρώην και μετέπειτα βουλευτή και Υπουργού στις κυβερνήσεις του Κωνσταντίνου Καραμανλή, στην Γλυφάδα. Σύμφωνα με το δημοσιογράφο και συγγραφέα Γεώργιο Λεονταρίτη, ο –τότε- βασιλιάς επηρεάστηκε από τον υπασπιστή του Μάκη Αρναούτη, και έδωσε αρνητική απάντηση. Το καθεστώς κατέστειλε το εκδηλωθέν «Κίνημα του Ναυτικού», το οποίο εκδηλώθηκε από τις 23 έως τις 25 Μαΐου 1973, με τη λιποταξία του Νικολάου Παππά και ελαχίστων άλλων εκ των αξιωματικών που υπηρετούσαν στο αντιτορπιλικό «Βέλος», αποτέλεσε την ταφόπλακα στο θεσμό της Βασιλείας.
Στις 23 Ιανουαρίου 1968 οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής δια του πρέσβη τους στην Αθήνα Φίλιπ Τάλμποτ, προέβησαν σε δημόσια δήλωση με την οποία αναγνώρισαν ότι είναι «…νόμιμο το στρατιωτικό καθεστώς στην Ελλάδα». Έτσι έγιναν η πρώτη χώρα που αναγνώρισε το καθεστώς μετά την αποτυχία του βασιλικού πραξικοπήματος. Στις 27 Ιανουαρίου ο Άγγλος πρέσβης στην Αθήνα Μάικλ Στιούαρτ δήλωσε, «…Ναι, είναι αναγνώρισις, δεδομένου ότι η παρούσα ελληνική κυβέρνησις πληροί όλες τις προϋποθέσεις τις οποίες απαιτεί η κυβέρνησίς μου προκειμένου να αναγνωρίσει ξένες κυβερνήσεις. Δηλαδή ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο στην χώρα.». Ακολούθησαν παρόμοιες αναγνωρίσεις και από άλλες χώρες όπως από Αυστραλία, Νότια Αφρική, Πορτογαλία, Εθνικιστική Κίνα, Ιταλία, Καναδά αλλά και η «Λαϊκή Δημοκρατία της Σοβιετικής Ενώσεως».
Την 2α Μαΐου 1968 η Ακαδημία Αθηνών τίμησε με πανηγυρική συνεδρία και όρισε την «21 Απριλίου 1967» εθνική επέτειο της Ελλάδος. Ο πρόεδρος της Ακαδημίας Ερρίκος Σκάσσης [49] στον πανηγυρικό του λόγο είπε ότι, «...Η ημέρα αύτη αποτελεί ασφαλώς ορόσημον εις την ιστορίαν της Νεωτέρας Ελλάδος. Αι προσπάθειαι της Εθνικής Κυβερνήσεως εις πλείστους τομείς έσχον αξιόλογα και εν πολλοίς σωτήρια αποτελέσματα, ώς της Παιδείας με την αποσόβησιν του κινδύνου ανεπανορθώτου εξανδραποδισμού της Ελληνικής νεότητος. Η Ακαδημία Αθηνών εύχεται εις τάς αόκνους προσπαθείας της επαναστάσεως της 21ης Απριλίου και της ενσαρκούσης το πνεύμα ταύτης Κυβερνήσεως καλήν μέχρι τέλους επιτυχίαν εις τους σκοπούς αυτής επ’ αγαθώ του Έθνους και του λαού...».
Την 16η Οκτωβρίου 1971 πραγματοποιήθηκε τριήμερη επίσημη επίσκεψη στην Ελλάδα από το Σπύρο Άγκνιου, κατά την επιστροφή του από την Περσία μέσω Άγκυρας. Ο Άγκνιου ή Αναγνωστόπουλος, ήταν ο ελληνικής καταγωγής αντιπρόεδρος των Η.Π.Α., επί προεδρίας Ρίτσαρντ Νίξον, και ήρθε στην Ελλάδα συνοδευόμενος από τη σύζυγο και τις δύο κόρες του. Ο Αμερικανός αντιπρόεδρος επισκέφθηκε την Ακρόπολη, το Σούνιο, τη Ρόδο καθώς και την ιδιαίτερη πατρίδα του πατέρα του, στην κωμόπολη Γαργαλιάνους στο νομό Ηλείας. Ο Παπαδόπουλος στην ομιλία του και απευθυνόμενος στον αντιπρόεδρο της Αμερικανικής κυβερνήσεως είπε μεταξύ άλλων ότι, «...Ἡ κατανόησις καί ἡ συμπάθεια, τάς ὁποίας ἐπέδειξαν .... αἱ Ἠνωμέναι Πολιτεῖαι τῆς Ἀμερικὴς πρὸς τὴν ἀγωνιζόμενη Ἑλλάδα, ὠφείλοντο ἀποκλειστικὼς εἰς τὴν κοινότητα ἰδεωδών, διαμορφωθέντων ἐκ τῆς δημιουργικῆς συνθέσεως τοῦ Ἑλληνικοῦ πνεύματος καὶ τῆς Χριστιανικῆς πίστεως, ἥτις διεδόθη ἀνὰ τὸν κόσμον διὰ τοῦ Ἑλληνικοῦ Λόγου. Τὰ ἰδεώδη ταῦτα ἀποτελοῦν τὴν βάσιν τοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ, εἰς τάς ἀρχὰς τοῦ ὁποίου ἐμμένει ἀκλονήτως ὁ Ἑλληνικὸς Λαὸς..».
Στις 27 Ιανουαρίου 1972 επισκέφθηκε την Ελλάδα ο Γάλλος υφυπουργός Εξωτερικών Ζαν ντε Λιποφσκί που δήλωσε ότι «..Η Γαλλία και η Ελλάδα έχουν διαφορετικές αντιλήψεις ως προς την Δημοκρατία. Τούτο όμως δεν έχει καμία σημασία, διότι κάθε κράτος είναι ελεύθερο να έχει οιανδήποτε προτίμηση ως προς τη μορφή της διακυβέρνησεως του. Η γαλλική κυβέρνηση έχει υιοθετήσει την αρχή της μη ανάμιξης εις τα εσωτερικά των άλλων χωρών». Επίσης, στις 4 Ιουλίου 1972 επισκέφθηκε την Ελλάδα ο Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Ουΐλλιαμ Ρότζερ και συναντήθηκε με τον Γεώργιο Παπαδόπουλο. Η συνάντηση τους προκάλεσε την αντίδραση του τέως πρωθυπουργού Παναγιώτη Κανελλόπουλου, ο οποίος επέκρινε την επίσκεψη και δήλωσε ότι «Ζητούμε να παύση η Ουάσιγκτον να παρεμβαίνη εις τας εσωτερικάς υποθέσεις της Ελλάδος,....». Επίσημη επίσκεψη στην Ελλάδα πραγματοποίησε στις 25 Σεπτεμβρίου 1972, αναγνωρίζοντας και τυπικά το καθεστώς, ο υφυπουργός Εξωτερικών Πάουλ Φρανκ της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, που συναντήθηκε με τον Παπαδόπουλο, τους αντιπροέδρους της κυβερνήσεως του καθώς και με τον υπουργό Εξωτερικών. Ακολούθησαν, στις 31 Οκτωβρίου η επίσημη επίσκεψη του υφυπουργού Εμπορίου της Μεγάλης Βρετανίας Λόρδου Λίμερικ, ο οποίος συναντήθηκε με τον υπουργό Οικονομικών Νικόλαο Εφέσιο, τον υφυπουργό Εξωτερικών Κωνσταντίνο Μιχαλόπουλο καθώς και με τον αντιπρόεδρο Νικόλαο Μακαρέζο, ενώ στις 17 Νοεμβρίου έφτασε στην Αθήνα η πρώτη στην ιστορία Κινεζική αντιπροσωπεία για ανάπτυξη των εμπορικών σχέσεων των δύο χωρών. Τέλος στις 18 Νοεμβρίου επισκέφθηκε την Αθήνα Ρωσική αντιπροσωπεία, η οποία υπέγραψε συμφωνία με τη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού [Δ.Ε.Η.] που σκοπό είχε την εγκατάσταση ατμοηλεκτρικού σταθμού στους Φιλίππους της Καβάλας.
Γενικώς, οι χώρες του που ανήκαν τότε στο λεγόμενο Ανατολικό Μπλοκ κράτησαν επίσης διφορούμενη στάση, με εξαίρεση τη Γιουγκοσλαβία και την Τσεχοσλοβακία που καταδίκασαν όσα συνέβαιναν στην Ελλάδα. Η κυβέρνηση της Βουλγαρίας θεώρησε πως «Η ανάληψη της εξουσίας στην Ελλάδα από στρατιωτικούς δεν αφορά τη Βουλγαρία. Είναι πρόβλημα αμιγώς ελληνικό...», όπως είχε δηλώσει τον Απρίλιο 1969 στη Βιέννη ο Βούλγαρος υπουργός Εξωτερικών, ο οποίος υπήρξε ο πρώτος που επισκέφθηκε επίσημα την Αθήνα . Η κυβέρνηση της Ρουμανίας προσκάλεσε τον Παπαδόπουλο να επισκεφθεί επίσημα το Βουκουρέστι, ενώ οι σχέσεις του καθεστώτος με τη Σοβιετική Ένωση και τη Μόσχα είχαν διακυμάνσεις, ωστόσο οι Σοβιετικοί δεν έδειξαν την παραμικρή διάθεση να απομονώσουν το καθεστώς, αντιθέτως το σύγκριναν με το κίνημα του Νάσερ και άλλων εθνικιστών αντιαποικιοκρατών, και σύναψαν σημαντικές εμπορικές συμφωνίες με την Ελλάδα.
Εναν μήνα μετά την Επανάσταση της 21ης Απριλίου, ως υπουργός Προεδρίας, μίλησε στον Πειραιά για το «Δόγμα Τρούμαν» και κυκλοφόρησε την ομιλία του σε βιβλιαράκι, όπου συμπεριέλαβε ένα σύντομο βιογραφικό του. Ο Παπαδόπουλος γνωρίζοντας τις πνευματικές αναζητήσεις της βασιλομήτορος Φρειδερίκης, στην πρώτη συνάντηση που είxαν μετά την επικράτηση του καθεστώτος της 21ης Απριλίου του 1967, άρχισε μαζί της φιλοσοφική συζήτηση. Η Φρειδερίκη εντυπωσιάστηκε και του είπε: «Βλέπω ότι ήλθατε μελετημένος για τη συζήτηση», όμως ο Παπαδόπουλος της απάντησε: «Μεγαλειοτάτη, δεν θα είχα τώρα τον καιρό να το κάνω. Από μακρού έχω ασχοληθεί με φιλοσοφικά συστήματα» [52].
Ως στόχο του καθεστώτος παρουσίασε την ανάπλαση της κοινωνίας ώστε να αποβληθεί η αναρχική αντίληψη. Για την τύχη της Αριστεράς είπε πως θα δημιουργούνταν συνθήκες τέτοιες που θα έκαναν τον κομμουνισμό ακίνδυνο, όπως στις μεγάλες χώρες της δυτικής Ευρώπης. Ερωτήθηκε αν υπήρχε πρόθεση να κληθεί ο Κωνσταντίνος Καραμανλής όταν θα γινόταν μετάβαση από τη στρατιωτική διακυβέρνηση σε πολιτική, και το διέψευσε. Είπε πως στόχος ήταν να αποτραπεί η πορεία προς τον κομμουνισμό μέσω του κοινοβουλίου, κατά το παράδειγμα της Τσεχοσλοβακίας [54] και ανέφερε χαρακτηριστικά, «..Ἡ χώρα διήρχετο μίαν κρίσιν ἀναζητούσα διέξοδον ἀπὸ ἕνα πολιτικὸν ἀδιέξοδον εἰς τὸ ὁποῖο εἶχεν εἰσέλθῃ [...] Ἡ κατάστασις αὔτη προστιθεμένη εἰς μίαν ἀναρχικὴν ἀντίληψιν ἡ ὁποία εἶχεν ἐπιβληθῇ σχεδὸν εἰς ὅλα τὰ ἄτομα τῆς κοινωνίας, εἶχε δημιουργήσει τὸν ἔσχατον κίνδυνον διὰ τὴν χώραν, εἶχε δημιουργήσει τὸν κίνδυνον να ἀνακόψῃ ἡ χώρα τὴν πορείαν τῆς πρὸς τὰ ἐμπρὸς ἀπὸ τὸν κομμουνισμόν. [...]. Έτσι κύριοι εἴχαμε φθάσει να ὁδηγούμεθα ἡμεῖς, Ἕλληνες ὄντες, εἰς τὸν κομμουνισμὸν...».
Στη συνέχεια απαντώντας σε επίμονες δημοσιογραφικές ερωτήσεις είπε, «...Μην ξεχνάτε κύριοι ότι ευρισκόμεθα ενώπιον ενός άσθενούς, τον όποιον έχομεν επί της χειρουργικής κλίνης και τον όποιον εάν ό χειρουργός δεν πρόσδεση κατά την διάρκειαν της έγχειρήσεως επί της χειρουργικής κλίνης, υπάρχει περίπτωσις αντί διά της έγχειρήσεως νά του χαρίση τήν άποκατάστασιν τής υγείας του, νά τον όδηγήση εις τον θάνατον... Οί περιορισμοί τους όποιους θά έπιβάλλωμεν είναι τό δέσιμον του άσθενούς επί τής κλίνης διά νά ύποστή ακινδύνως τήν έγχείρησιν....{...}...Ό χρόνος άναρρώσεως του άσθενούς μετά τήν έγχείρησιν, έξαρτάται άπό τήν βαρύτητα τής ασθενείας, τήν όποίαν αυτήν τήν στιγμήν δέν μπορω νά προσδιορίσω......{...}... Ασθενή έχομεν. Εις τον γύψον τον εβάλαμεν. Τον δοκιμάζομεν εάν ημπορεί να περπατάει χωρίς τον γύψον. Σπάζομεν τον αρχικόν γύψον και ξαναβάζομεν ενδεχομένως τον καινούργιο εκεί όπου χρειάζεται. Το Δημοψήφισμα θα είναι μία γενική θεώρησις των ικανοτήτων του ασθενούς. Ας προσευχηθώμεν να μη χρειάζεται ξανά γύψον. Εάν χρειάζεται, θα του τον βάλομεν. Και το μόνον που ημπορώ να σας υποσχεθώ, είναι να σας καλέσω να ειδήτε και σεις το πόδι χωρίς γύψον!...».
Ο Παπαδόπουλος εισηγήθηκε και επέβαλλε την αποστολή μιας Ίλης Καταστροφέων Αρμάτων με σκοπό την ενίσχυση της αντιαρματικής άμυνας, η οποία στάλθηκε στο νησί με εμπορικό πλοίο του εφοπλιστή Γιάννη Λάτση. Το γεγονός επιβεβαιώνει ο τότε Διοικητής της Επιλαρχίας Αρμάτων της Εθνικής Φρουράς, ο Αντισυνταγματάρχης Κωνσταντίνος Σπηλιωτόπουλος, που γράφει, «...Την Ίλην εκείνην παρέλαβον από την ακτήν εκφορτώσεως και με πλήρη κάλυψιν μετέφερα και έταξα εις θέσεις αντιαρματικής αμύνης..». Η άμυνα της Κύπρου αποδυναμώθηκε, όταν η Ελληνική Μεραρχία αποσύρθηκε τμηματικά τους μήνες Δεκέμβριο 1967 και Ιανουάριο 1968, με προσωπική απόφαση του βασιλέως Κωνσταντίνου, γεγονός που έχει παραδεχθεί ο ίδιος σε συνέντευξη του [57]. Σε ρόλο μεσολαβητή, από τον τότε Αμερικανό Πρόεδρο Λίντον Μπ. Τζόνσον, είχε ορισθεί ο Σάϋρους Βανς, μετέπειτα μεσολαβητής στο Γιουγκοσλαβικό.
Ο Παπαδόπουλος διέταξε και πέτυχε να παραμείνουν μυστικά στην Κύπρο και να ενταχθούν στην Εθνική Φρουρά, 675 Έλληνες αξιωματικοί, το βαρύ υλικό της ΕΛ.ΔΥ.Κ./Μ, που παρέμεινε στο νησί στο σύνολο του με εξαίρεση τα 34 αμερικανικής προελεύσεως άρματα μάχης τύπων Μ47 & Μ48, που λόγω της προελεύσεως τους ήταν αναγνωρίσιμα, καθώς και πυρομαχικά και εφόδια για πόλεμο 20 ημερών. Παράλληλα ο Παπαδόπουλος αποφάσισε την αναδιοργάνωση της Εθνικής Φρουράς σε δύναμη τεσσάρων Μεραρχιών, συνολικού προϋπολογισμού 3.000.000 Αγγλικών λιρών της εποχής, ενώ πρότεινε στο Μακάριο την αγορά και αποστολή μυστικά στην Κύπρο 120 Γαλλικών αρμάτων μάχης ΑΜΧ-30, με έξοδα της Ελλάδος, όμως συνάντησε την παντελή αδιαφορία της Κυπριακής κυβερνήσεως. Ο Παπαδόπουλος κατέθεσε στην επιτροπή της Ελληνικής Βουλής για το Φάκελλο της Κύπρου ότι, «...Στην Κύπρο ήταν ανάγκη να αποσταλή υλικό και όχι πρόσωπα. Παράγγειλα 120 τανκς για την ενίσχυση της αμύνης της νήσου και ο Μακάριος αρνήθηκε να συγκατατεθή και εναντιώθηκε στην αποστολή τους...» [58].
Ο Παύλος Ιωαννίδης είπε μεταξύ άλλων: «…Ήμουν ο κυβερνήτης του αεροσκάφους της Ολυμπιακής Αεροπορίας το οποίο στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1967 μετέφερε τον βασιλιά Κωνσταντίνο και την ακολουθία του στην Νέα Υόρκη δια να παραστεί σε ιστιοπλοϊκούς αγώνες στο Λονγκ Άϊλαντ….. σε ανεπίσημη επίσκεψη. Στις 13 Σεπτεμβρίου του 1967, ήτοι τρεις μήνες πριν από την εκδήλωση του αντικινήματος του βασιλιά εναντίον της στρατιωτικής κυβερνήσεως στις 13 Δεκεμβρίου 1967, ο Κωνσταντίνος επέστρεψε στην Ελλάδα με αεροσκάφος ….δρομολογίου Νέα Υόρκη- Αθήνα. έτυχε να είμαι πάλι εγώ ο κυβερνήτης του αεροσκάφους. δέκα πέντε λεπτά μετά την απογείωση, ο πύργος έλεγχου… …μου ζήτησε να αλλάξω συχνότητα ασυρμάτου δια να μου μεταδώσει εμπιστευτικό μήνυμα του πρόεδρου των ΗΠΑ Λίντον Τζόνσον προς τον Κωνσταντίνο… Άλλαξα συχνότητα, πήρα χαρτί και μολύβι και έγραψα το μήνυμα… ..το οποίο και μετέφερα στον Κωνσταντίνο. Σ’ αυτό το μήνυμα ο πρόεδρος Τζόνσον καλούσε τον Κωνσταντίνο να ανατρέψει την στρατιωτική ελληνική κυβέρνηση …». [59].
Στο διάγγελμά του, μετά την αποτυχία του Βασιλικού κινήματος, ο Παπαδόπουλος δεν κατηγόρησε τον Κωνσταντίνο για το εγχείρημά του, αλλά τους συνεργάτες του που τον «παρέσυραν», ενώ στο λόγο του της 14ης Δεκεμβρίου 1967 στην Σχολή Ευελπίδων, έκλεισε την ομιλία του καλώντας όλους τους παρόντες να αναφωνήσουν «Ζήτω ο Βασιλεύς». Τον Δεκέμβριο του 1969, σε δηλώσεις του προς το αμερικανικό περιοδικό «Time», ο Παπαδόπουλος εκδήλωσε τα φιλοβασιλικά του αισθήματα, και διευκρίνισε ότι, «....περισσότερον παντός άλλου Έλληνος, πιστεύω εις τον θεσμόν της Βασιλείας, ως αναγκαίας διά τους Έλληνας, αλλ' η πίστις μου δεν είναι αρκετή. Πρέπει να καταστεί πίστις της πλειοψηφίας των Ελλήνων. Καταβάλλω μεγάλας προσπάθειας προς τον σκοπόν αυτόν. Ελπίζω ότι θα τύχω βοήθειας από τον ίδιον τον Βασιλέα...».
Στις 13 Δεκεμβρίου, ο Παπαδόπουλος ανέλαβε πρωθυπουργός, Υπουργός Εθνικής Αμύνης και Προεδρίας Κυβερνήσεως [60], θέση που διατήρησε ως τις 8 Οκτωβρίου 1973. Δια της υπ' αριθμόν ΙΣΤ΄/23 Δεκεμβρίου 1967 Συντακτικής Πράξεως και του 228/26 Δεκεμβρίου 1967 Αναγκαστικού Νόμου, χορήγησε την πρώτη Γενική Αμνηστία, η οποία αφορούσε τα μετά την 21 Απριλίου 1967 διαπραχθέντα πολιτικά αδικήματα, συμπεριλαμβανομένου και του Βασιλικού Κινήματος. Σε δηλώσεις του ο Παπαδόπουλος ανήγγειλε την «έγκρισιν φιλελευθέρου, δημοκρατικού Συντάγματος μέσω δημοψηφίσματος», θέτοντας απώτατο χρονικό όριο για το τελευταίο την 15η Σεπτεμβρίου του 1968. Παράλληλα ανακοίνωσε την αμνήστευση της υποθέσεως ΑΣΠΙΔΑ, συμπληρώνοντας: «...Θα παραμείνουν υπό διοικητικήν εκτόπισιν μόνον οι εγκληματίαι κομμουνισταί του παρελθόντος και οι εγκληματίαι δυναμιτισταί μετά την 21ην Απριλίου. Απαντες οι υπόλοιποι, από του Ανδρέα Παπανδρέου μέχρι και του τελευταίου Ελληνος, θα αφεθούν ελεύθεροι να αρχίσουν την μετάνοιάν των προ του γενομένου Θεανθρώπου...».
Στη διάρκεια του στρατιωτικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967, δημιούργησε στην 20μελή Επιτροπή Νομομαθών [61] υπό την προεδρία του Χαρίλαου Μητρέλια, τέως Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, οι οποίοι συνέταξαν [62] το πρώτο προσχέδιο του Συντάγματος και την ίδια εποχή κυκλοφόρησε ο πρώτος τόμος του έργου «Το Πιστεύω μας», που περιλάμβανε τις γενικές πολιτικές κατευθύνσεις του καθεστώτος της 21ης Απριλίου.
Στις 30 Μαρτίου 1968 στο Αλεξάνδρειο Μέλαθρο στη Θεσσαλονίκη, γνωστό ως Παλαί ντε Σπορ, ο Παπαδόπουλος ανήγγειλε την απόφαση της κυβερνήσεως του να προχωρήσει στη διαγραφή των αγροτικών χρεών [63]. Τα χρέη που χαρίστηκαν ήταν όλα μέχρι της 31ης Μαρτίου 1968, οφειλόμενα από του έτους 1945 μέχρι τέλους του 1962, τα οποία είχαν ρυθμισθεί το 1963, τα βραχυπρόθεσμα καλλιεργητικά δάνεια, ζωοτροφών, τα μεσοπρόθεσμα δάνεια για την ανάπτυξη των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, δάνεια συμμοριοπλήκτων αγροτών, αλλά και επαναπατρισθέντων εκ του παραπετάσματος. Επίσης τα χρέη των γεωργικών συνεταιρισμών, οργανώσεων και κοινοπραξιών μέχρι της 21ης Απριλίου 1967, δηλαδή τα ρυθμισθέντα του έτους 1965, οι ληξιπρόθεσμες δόσεις μέχρι 31 Μαρτίου 1968 των μεσομακροπροθέσμων δανείων, τα ανοίγματα που οφείλονταν μέχρι 31 Μαρτίου 1968 προς την Α.Τ.Ε. λόγω ανωμάλου λειτουργίας τους. Ανώτατο όριο των διαγραφομένων χρεών ορίστηκε το ποσό των 100.000 δραχμών της εποχής. Διαγράφηκαν συνολικά 7.764.650.000 δρχ. {7.380.000.000 εις τους αγρότες και 384.000.000 δραχμές σε συνεταιριστικές οργανώσεις) και επωφελήθηκαν 643.844 αγροτικές οικογένειες.
Με το Νομοθετικό Διάταγμα 142/1969, ο Παπαδόπουλος όρισε ότι το αποκλειστικό δικαίωμα έρευνας και εκμεταλλεύσεως υδρογονανθράκων ανήκει στο Ελληνικό Δημόσιο και οι έρευνες θα διεξαχθούν και στην Ελληνική Υφαλοκρηπίδα. Με το Νομοθετικό Διάταγμα 179/1969, αναγνώρισε τη θητεία όσων υπηρέτησαν στα «Τάγματα Ασφαλείας» ως χρόνο συμμετοχής στην Εθνική Αντίσταση και αναγνωρίστηκαν ως αντιστασιακοί και όσοι πολέμησαν επί Κατοχής εναντίον οργανώσεων «..αντεθνικώς δρασάντων και αποσκοπούντων εις την επιβολήν εν τη χώρα καθεστώτος διαφόρου του νομίμου τοιούτου...». Με απόφαση του Παπαδόπουλου καθιερώθηκε στις 2 Ιουλίου 1969 ο θεσμός του Επιτρόπου στην Ελληνική διοίκηση. Στις 21 Ιουλίου 1969, απέστειλε συγχαρητήριο τηλεγράφημα στον Αμερικανό πρόεδρο Ρίτσαρντ Νίξον, όπου μεταξύ άλλων λέει: «Είμεθα ευτυχείς προνομιούχοι της Ιστορίας που ζώμεν τοιούτον θαύμα», αναφερόμενος στην προσεδάφιση του διαστημόπλοιου «Apollo 11» στο Φεγγάρι. Κατόπιν κάνει την ακόλουθη δήλωση στα Ελληνικά μέσα ενημερώσεως: «Η προσεδάφισις του Ανθρώπου εις την Σελήνην, χάρις εις την ανωτάτην τεχνικήν του αιώνος και την μεγίστην υλικήν θυσίαν εις ην μετ' αυταπαρνήσεως υπεβλήθη ο ανιδιοτελής αμερικανικός λαός, ανοίγει αληθώς νέαν εποχήν εις την Ιστορίαν. Η ψυχή της παρούσης ανθρωπίνης γενεάς πληρούται εμπιστοσύνης, αισιοδοξίας και συναισθήματος πανανθρωπίνου θριάμβου... Ο κόσμος εορτάζει και αι ευχαί μας από την Ελλάδα του πρώτου προμηθεϊκού φωτός της γνώσεως και της επιστήμης, συνοδεύουν τα τρία γενναία τέκνα των ΗΠΑ που κατέκτησαν την Σελήνην. Εις ένδειξιν θαυμασμού και προς έξαρσιν της ιστορικής σημασίας του επιτεύγματος, άπασαι αι δημόσιαι υπηρεσίαι της χώρας θα αργήσουν σήμερον» [64].
Το καλοκαίρι του 1971 ο Παπαδόπουλος πίεσε τον Μακάριο να δεχτεί την ένωση Κύπρου-Ελλάδας, διαφορετικά του ζήτησε να παραιτηθεί, όμως ο Μακάριος αρνήθηκε και οι σχέσεις τους επιδεινώθηκαν. Ένα μήνα αργότερα, ο Γεώργιος Γρίβας κατέβηκε παράνομα στην Κύπρο και τέθηκε επικεφαλής της ΕΟΚΑ Β'. Μετά την ψήφιση του συντάγματος η «Επαναστατική Επιτροπή» έπαψε να λειτουργεί και στις 21 Μαρτίου 1972 αντικατέστησε, με απόφαση της κυβέρνησης, τον έως τότε αντιβασιλιά Γεώργιο Ζωιτάκη, διατηρώντας το αξίωμα του πρωθυπουργού [65], ενώ τον ίδιο μήνα, η «Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών» τον ανακήρυξε ισόβιο πρόεδρό της. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Γεωργίου Κάρτερ [66] το 1972 ο Παπαδόπουλος επιχείρησε πολιτικοποίηση του καθεστώτος της 21ης Απριλίου, η οποία προηγήθηκε της λύσεως του Σπύρου Μαρκεζίνη. Συγκεκριμένα, στις 7 Ιουλίου του 1972, ο Παπαδόπουλος κάλεσε στο γραφείο του τον φίλο και στενό του συνεργάτη Γεώργιο Κάρτερ, και του ανακοίνωσε, με τη φράση «Τα καύσιμα ετελείωσαν», την απόφαση του να τερματίσει την επανάσταση της 21ης Απριλίου και να προχωρήσουμε στην πολιτικοποίηση του καθεστώτος, με προσφυγή στις κάλπες και επαναλειτουργία των κομμάτων. Πρόκειται για την απόπειρα πολιτικοποιήσεως που επεχείρησε ο Παπαδόπουλος, ενθαρρύνοντας την δημιουργία ενός νέου Πολιτικού Κινήματος, με σκοπό την ανανέωση του πολιτικού βίου, την ανάδειξη νέων δυνάμεων και την εμφάνιση νέων κομμάτων αρχών.
Στις 25 Φεβρουαρίου 1972 o Αλέξανδρος Νάτσινας αντέδρασε στο γεγονός ότι τo όνομα του είχε αναφερθεί σε άρθρο του καθηγητή Σταύρου το οποίο τον ανέφερε μεταξύ των παραγόντων του καθεστώτος με εθνικοσοσιαλιστικό παρελθόν. Ο Νάτσινας έγραψε μια επιστολή διαμαρτυρίας στον πρόεδρο του Πανεπιστήμιου του Howard, James Cheek, στην οποία αναφέρονται μεταξύ των άλλων τα ακόλουθα: «...Δεν ήμουν ποτέ συνεργάτης των Ναζί, ούτε υπήρξε ποτέ ο πρωθυπουργός Παπαδόπουλος, όπως ο κ. Σταύρου ψευδώς ισχυρίζεται, συνεργάτης ή, πιο συγκεκριμένα μέλος των «ταγμάτων ασφαλείας». Αν το επισυναπτόμενο δημοσίευμα είναι ακριβές, το επίπεδο ακαδημαϊκότητας του κ. Σταύρου δεν φαίνεται να τιμά το πανεπιστήμιο σας. Λόγου χάριν, τα δημοσιεύματα που υποστηρίζουν ότι βασίζονται στη διατριβή του κ. Σταύρου, αναφέρουν ότι η κυβέρνηση Παπαδόπουλου δημοσίευσε ένα διάταγμα σύμφωνα μέ το όποιο ο χρόνος υπηρεσίας στα «τάγματα ασφαλείας» τον καιρό του πολέμου, θα προσμετράται για την παροχή κυβερνητικών συντάξεων. Στην πραγματικότητα, και αυτό μπορεί να επαληθευθεί ελέγχοντας το σχετικό διάταγμα που είναι δημόσιο, το διάταγμα σε αυτό το θέμα ειδικά, αποκλείει την προσμέτρηση τής υπηρεσίας στα «τάγματα ασφαλείας» Ως συντάξιμο χρόνο....».
Το 1973 υπέγραψε την άδεια για έρευνα και εξόρυξη πετρελαίου στις περιοχές της Ευβοίας και της Βορείου Ελλάδος. Τον ίδιο χρόνο και ύστερα από τις δηλώσεις του Αλί Μπούτο, τότε Προέδρου του Πακιστάν, ότι σε περίπτωση πολέμου Ελλάδος-Τουρκίας, η χώρα του θα τασσόταν στο πλευρό της Τουρκίας, ο Παπαδόπουλος προχώρησε στην απέλαση περίπου τεσσάρων χιλιάδων υπηκόων Πακιστάν οι οποίοι εργάζονταν είτε στην Ελλάδα, είτε σε επιχειρήσεις Ελληνικών συμφερόντων, όπως εφοπλιστικές και άλλες. Σύμφωνα με τον Αριστείδη Δημόπουλο, όπως το αφηγήθηκε σε τηλεοπτική εκπομπή του δημοσιογράφου Αλέξη Παπαχελά «...Ψηφίζαμε τον προϋπολογισμό του 1973. όπως ξέρετε το υπουργικό συμβούλιο τότε και νομοθετούσε. Στα κονδύλια του υπουργείου δικαιοσύνης, ο μακαρίτης ο Τσουκαλάς ο Άγγελος, άρχισε να υπεραμύνεται «μην μου κόβετε εμένα, θέλω.. πρέπει να κάνω καινούρια δικαστικά μέγαρα, καινούριε φυλακές». Έφτανε να εκλιπαρεί. «Κύριε υπουργέ, αρνούμαι, θα φύγω.». Όπου παρεμβαίνει ο Παπαδόπουλος, η μόνη φορά, γελώντας και λέει στον Κούλη, ο οποίος δεν δεχόταν και συζήτηση, του λέει «κύριε υπουργέ, ακούστε τον κύριο υπουργό δικαιοσύνης. Είπε θέλουμε να χτίσουμε φυλακές....». Ήταν ο Κορυδαλλός εν εξελίξει τότε, καινούριος. «Μην ξεχνάτε ότι κάναμε επανάσταση, και μπορεί να βρεθούμε και εμείς εκεί μέσα. Αφήστε τον να τις τελειώσει...».
Η προσπάθεια του Παναγούλη απέτυχε και αφού συνελήφθη, λίγη λεπτά μετά την απόπειρα, δικάστηκε από το στρατοδικείο στις 3 Νοεμβρίου 1968 και καταδικάστηκε δύο φορές σε θάνατο, στις 17 Νοεμβρίου του ίδιου χρόνου. Η ενέργεια του προκάλεσε ρήξη στις σχέσεις των Αθηνών με την κυβέρνηση της Κύπρου και τον Αρχιεπίσκοπο μακάριο, καθώς ο Παπαδόπουλος απέστειλε τελεσίγραφο για την απομάκρυνση του Πολύκαρπου Γιωργκάτζη από τη θέση του υπουργού της κυπριακής κυβερνήσεως. Ο Μακάριος μπροστά στον κίνδυνο αποκαλύψεων από τον υπουργό του ως αντίποινα για την απομάκρυνση του απέφυγε να την υλοποιήσει, όμως ο Παπαδόπουλος ήταν ανένδοτος και τελικά ο Γιωρκάτζης απομακρύνθηκε από την κυβέρνηση, παρά τις διαμεσολαβητικές προσπάθειες του Γλαύκου Κληρίδη, που επισκέφθηκε την Αθήνα για να ηρεμήσει τον Παπαδόπουλο.
Η απόφαση του δικαστηρίου για τη θανατική καταδίκη του Παναγούλη, δεν εκτελέστηκε και ο Παναγούλης που κατάφερε να δραπετεύσει με τη βοήθεια ενός από τους φρουρούς του, συνελήφθη εκ νέου και κρατήθηκε στις φυλακές Μπογιατίου για περισσότερα από τέσσερα χρόνια, όμως απελευθερώθηκε τον Αύγουστο του 1973, σε εφαρμογή της αποφάσεως περί παροχής γενικής αμνηστίας που απένειμε ο Παπαδόπουλος. Με τη διαμεσολάβηση της Οριάννας Φαλάτσι, επετράπη στον Παναγούλη να εγκαταλείψει την Ελλάδα και πήγε στη Ρώμη, όπου εγκαταστάθηκε στο ξενοδοχείο «Εξέλσιορ», απέναντι από τα γραφεία του εκδοτικού οίκου Ριτσόλι, στον οποίο εργαζόταν η Φαλάτσι, και άρχισε να εργάζεται ως αρθρογράφος στο περιοδικό «Europeo».
Κυρίαρχο στη διαφημιστική εκστρατεία του καθεστώτος ήταν το «Ναι», που προωθήθηκε με όλα τα μέσα, όπως αφίσες, έντυπο υλικό, ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές και εφημερίδες. Στο δημοψήφισμα συμμετείχε ποσοστό 77,47% του Ελληνικού λαού, υπέρ του «Ναι» τάχθηκε το 92,21% και κατά μόλις το 7,79% όσων συμμετείχαν. Το «Σχέδιο Συντάγματος» που εγκρίθηκε, ίσχυσε από τις 15 Νοεμβρίου 1968, είναι γνωστό ως Σύνταγμα του 1968 και θεσμοθετούσε το πολίτευμα της Βασιλευομένης Δημοκρατίας. Στο Σύνταγμα το πολίτευμα ήταν αυτό της Βασιλευομένης Δημοκρατίας με το Βασιλιά να μην έχει τις αρμοδιότητες που είχε σχετικά με τις Ένοπλες δυνάμεις καθώς οι θεμελιώδεις εξουσίες μεταβιβάστηκαν. Προβλεπόταν επίσης ένας βουλευτής με έδρα, ο οποίος κατείχε την θέση του Πρωθυπουργού και λογοδοτούσε στον Βασιλιά, ενώ στο ρόλο των Ενόπλων Δυνάμεων προστέθηκε η προστασία της πολιτικοκοινωνικής τάξεως.
Στις 30 Σεπτεμβρίου, ο Παναγιώτης Πιπινέλης επισκέφθηκε τον Βασιλιά υποβάλλοντας δύο εναλλακτικά σχέδια δηλώσεων του Κωνσταντίνου για την αποδοχή του Δημοψηφίσματος και του νέου Συντάγματος, τα οποία αγνόησε ο Βασιλιάς, εξαπατημένος από τον πολιτικό κόσμο της εποχής. Παρά τις διαδοχικές συναντήσεις του με τον Μιχαήλ Ρουφογάλη, στις αρχές Οκτωβρίου 1968, τον Οδυσσέα Αγγελή, στις 16 Νοεμβρίου 1968, και τον αντιβασιλικό Κωνσταντίνο Ασλανίδη, ο Βασιλιάς δεν πίστευε στις προθέσεις του καθεστώτος και των Συνταγματαρχών. Στις 16 Δεκεμβρίου 1968 ο Παπαδόπουλος παραχώρησε συνέντευξη στο περιοδικό «Τime» με την οποία έστειλε μήνυμα στον Κωνσταντίνο, «...Εγώ, περισσότερον παντός άλλου Έλληνος, πιστεύω εις τον θεσμόν της Βασιλείας ως αναγκαίας δια τους Έλληνας! Αλλ΄ η πίστις μου δεν είναι αρκετή. Πρέπει να καταστή πίστις των Ελλήνων. Καταβάλλω μεγάλας προσπαθείας προς τον σκοπόν αυτόν. Ελπίζω ότι θα τύχω βοηθείας από τον ίδιο τον Βασιλέα!...».
Στις 14 Δεκεμβρίου 1968 ο Παπαδόπουλος εξέδωσε ανακοίνωση σχετικά με το ζήτημα του Τάματος: «Τό
Ἔθνος μας κατά τόν κίνδυνον τόν ὁποῖον διέτρεξε εἰς τά πρῶτα βήματα τῆς
ζωῆς του μετά τήν ἀπελευθέρωσίν του, κατά τόν ἀγῶνα τῆς Παλλιγγενεσίας,
ἔταξεν εἰς τόν Σωτῆρα Θεόν τήν ἀνέγερσιν Ναοῦ–Μνημείου. Καί τό Τάμα δέν
ἐπραγματοποιήθη ἀκόμη μέχρι σήμερον. Δέν εἶναι Ἑλληνικέ Λαέ, συνεπής ἡ
τοιαύτη θέσις καί δή πρό τοῦ Θείου. Κατά τό 1969 ὁ Ἑλληνικός Λαός θά
ἀρχίση τήν ἐκτέλεσιν τοῦ Τάματός του. Θά ἐπιλέξωμεν καί θά ἀνακοινώσωμεν
τελικῶς -διότι ἤδη ἔχομεν τήν προεργασίαν- τόν χῶρον ὅπου θά ἀνεγερθῆ ὁ
Ναός τοῦ Σωτῆρος». Με την ίδια ανακοίνωση ο Παπαδόπουλος εξήγγειλε
τη δημιουργία επιτροπής για την ανέγερση του ναού του Σωτήρος στα
Τουρκοβούνια, ως εκπλήρωση της σχετικής υποσχέσεως της Δ'
Εθνοσυνελεύσεως του 1829 για την απελευθέρωση της Ελλάδος, ενώ στις 4 Ιανουαρίου 1969 συγκάλεσε Υπουργικό Συμβούλιο με την παρουσία του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου Α΄ Κοτσώνη,
στη διάρκεια του οποίου λήφθηκε απόφαση πραγματοποιήσεως του Τάματος. Ο
ναός αποφασίστηκε να ανεγερθεί στα Τουρκοβούνια, σε θέση μεταξύ του
Γαλατσίου και του Ψυχικού στο σημείο που υπάρχει η μονή του Προφήτου
Ηλία.
Για την επίβλεψή του συστήθηκε το Μάιο του ίδιου έτους «Ανώτατη Επιτροπή» με πρόεδρο το Παπαδόπουλο και μέλη της τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, τους υπουργούς Εσωτερικών Στυλιανό Παττακό, Συντονισμού Νικόλαο Μακαρέζο, Παιδείας Θεοφύλακτο Παπακωνσταντίνου, Δημοσίων Έργων Κωνσταντίνο Παπαδημητρίου και τον Υφυπουργό Προεδρίας Κωνσταντίνο Βοβολίνη. Ένα δεύτερο σώμα, το «Γνωμοδοτικό Συμβούλιο» που είχε δημιουργηθεί για τον ίδιο σκοπό, αποτελούνταν από τον πρόεδρο της Ακαδημίας, τους πρυτάνεις του εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου και του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου, το δήμαρχο Αθηναίων, το Γενικό Διευθυντή Αρχαιοτήτων και τον κοσμήτορα της Αρχιτεκτονικής σχολής του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου. Σύμφωνα με τη σχετική εξαγγελία «...Ο Ναός του Σωτήρος Χριστού, αφ’ ενός μεν υλοποιεί την υπόσχεσιν που έδωσε το Έθνος προς τον Θεό, και αφ’ ετέρου θ’ αποτελέση, μετά την οικοδόμησίν του, το τρίτο αρχιτεκτονικό οικοδόμημα των Αθηνών, μετά τον κλασικό Παρθενώνα και τον Βυζαντινό Λυκαβηττό..» [72]. Με Ειδικό Νομοθετικό Διάταγμα [73] ιδρύθηκε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Ειδικόν Ταμείον Ανεγέρσεως Ιερού Ναού Του Σωτήρος» και με σκοπό, σύμφωνα με το άρθρο 2 του Νομοθετικού Διατάγματος, την «...ανέγερση εν Αθήναις Ιερού Ναού, αφιερωμένου εις τον Σωτήρα προς πραγματοποίησιν του τάματος του Έθνους, κατά το Η΄ ψήφισμα της 31-7-1829 της Δ΄ εν Άργει Εθνικής Συνέλευσης των Ελλήνων». Το ταμείο διοικούσε πενταμελές Συμβούλιο μέ 3ετή θητεία και στη σύνθεση του προστέθηκαν [74] εκπρόσωποι των Υπουργών Οικονομικών και Δημοσίων Ἔργων.
Στις 28 Οκτωβρίου 1971, 150 χρόνια μετά την εθνεγερσία του 1821, ο Παπαδόπουλος θεμελίωσε το έργο διαμορφώσεως του χώρου ανεγέρσεως του Ναού, στο λόφο Αγχέστου. Η θεμελίωση έγινε το απόγευμα εκείνης της μέρας στο προαύλιο της Ιεράς Μονής του Προφήτου Ηλία και στον αγιασμό χοροστάτησε ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Α'. Ο Παπαδόπουλος στην ομιλία του είπε μεταξύ άλλων: «...Νομίζω ὅτι τό Κράτος ὀφείλει νά προσθέση ἕνα ἀκόμη κίνητρον, τό ὁποῖον θά βοηθήση τούς Ἕλληνας ἀρχιτέκτονας νά ἀνταποκριθοῦν εἰς τήν ἱστορικήν πρόσκλησιν καί νά δώσουν τόν καλλίτερον ἑαυτόν των προκειμένου νά προέλθη ἐκ τῆς μελέτης των, ἔργον ἄξιον πράγματι τοῦ σκοποῦ τόν ὁποῖον θά ἐπιτελέση τοῦτο. Κατόπιν αὐτοῦ, ἀνακοινῶ ὅτι εἰς τόν πρῶτον βραβευθησομένον ἀρχιτέκτονα, ἡ Κυβέρνησις –πέραν τῶν ὑπό τοῦ Ταμείου προβλεπομένων βραβείων- θά χορηγήση 5.000.000 δρχ., εἰς τόν δεύτερον 3.000.000 δρχ. καί εἰς τόν τρίτον 2.000.000 δρχ. Ἔχω τήν ἐλπίδα ὅτι δέν θά ἐπιτρέψη ὁ κόσμος τῶν ἀρχιτεκτόνων τῆς Ἑλλάδος νά καταφύγωμεν εἰς διεθνή διαγωνισμόν διά τό ἔργον....». Έως το 1974 ο χώρος διαμορφώθηκε σ' αυτό που μετέπειτα έγινε γνωστό ως Αττικό Άλσος.
Στις 17 και 18 Οκτωβρίου 1972 ο δημοσιογράφος Σάββας Κωνσταντόπουλος, εν όψει του δημοψηφίσματος για το πολίτευμα της χώρας, επισκέφθηκε ανεπισήμως σε συνεννόηση με τον Παπαδόπουλο, τον εξόριστο στη Ρώμη τότε βασιλιά Κωνσταντίνο, στον οποίο είπε, ότι το καθεστώς είναι σταθερό και πως ο Παπαδόπουλος είναι «..παντοδύναμος..» και «..δεσπόζουσα φυσιογνωμία». Κατηγόρησε τον βασιλιά ότι «..ήγειρε τα όπλα εναντίον της Επαναστάσεως..», ότι κινείται στο εξωτερικό εναντίον του καθεστώτος και πως οι αντιδρώντες τον παρουσιάζουν ως «..σημαίαν και σύμβολον αυτών». Σύμφωνα με τον Κωνσταντόπουλο, ακολούθησε ο διάλογος,
Βασιλιάς: «Πως βλέπει ο κ. Παπαδόπουλος το ζήτημα του Θρόνου;»
Κωνσταντόπουλος: «...Πρώτον, σας απήλλαξε της ευθύνης δια την 13ην Δεκεμβρίου. Την απέδωσε εις κακούς συμβούλους. Δεύτερον, εζητωκραύγασε υπέρ του Βασιλέως εις την Σχολήν Ευελπίδων. Τρίτον, διετήρησε τον θεσμόν και το πρόσωπον του Βασιλέως εις το νέον Σύνταγμα και αφήκε ανοικτήν την θύραν της επανόδου σας και πρό της διεξαγωγής των εκλογών. Νομίζω Μεγαλειότατε, ότι δεν έγινε από της πλευράς του θρόνου αξιοποίησις της στάσεως του Πρωθυπουργού».
Βασιλιάς: «Ποιοι νομίζετε είναι οι απώτεροι σκοποί του κ. Γ. Παπαδοπούλου;»
Κωνσταντόπουλος: «Ο Πρωθυπουργός είναι άνθρωπος ευφυέστατος με υψηλόν αίσθημα ευθύνης. Καθώς πιστεύω, τον ενδιαφέρει η υστεροφημία του [...] Η βαθυτάτη του επιθυμία είναι να έλθη μία στιγμή κατά την οποίαν να πη εις τους Έλληνας: Έκαμα αυτό που σας υποσχέθηκα. Παρέλαβα την Ελλάδα αποσυντεθειμένην και σας την παραδίδω ευημερούσαν και ισχυράν [...]...».
Βασιλιάς:«Εγώ θέλω να επανέλθω, αλλά δια να το θέλη και ο Παπαδόπουλος, θα πρέπει να έχη κάποιον λόγον... Εγώ δεν επιθυμώ να επιστρέψω μειωμένος, αλλά ούτε και ο Παπαδόπουλος πρέπει να θέλη κάτι τέτοιο, διότι τότε θα του είμαι άχρηστος. Πρέπει, κατά συνέπειαν, να υπάρχη πνεύμα κατανοήσεως και κοινός σκοπός».
Στο διάστημα από τις 13 μέχρι τις 16 Δεκεμβρίου 1972, ο Κωνσταντόπουλος συναντήθηκε για δεύτερη φορά με τον βασιλιά και του ξεκαθάρισε, «..Για μένα δεν υπάρχει παρά ο Βασιλεύς και ο Παπαδόπουλος...», όμως, τελικά, οι συναντήσεις τους δεν είχαν αίσιο αποτέλεσμα. Τον ίδιο μήνα ο Κωνσταντόπουλος έγραψε στην εφημερίδα του, «...Ο Γ. Παπαδόπουλος μας έδωσε την πλήρη σύνθεσιν. Το πρόγραμμά του είναι επαναστατικόν με μεταρρυθμιστικήν διαδικασίαν... καθιέρωσεν καθεστώς συνεχούς μετασχηματισμού των παραγόντων οι οποίοι συνθέτουν την εθνικήν ζωήν μας...Η Ελλάς μεταβάλλεται. Γίνεται κάτι διαφορετικόν από ότι ήτο χθές. Και αυτό το νέον θα παραχωρήση την θέσιν του εις άλλο νεώτερον....».
Στις 12 Ιανουαρίου 1973 ο Παπαδόπουλος έστειλε προσωπική επιστολή προς τον Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής Ρίτσαρντ Νίξον με την οποία του γνωστοποιούσε την απόφαση της Ελλάδος να παραιτηθεί από τη δωρεάν βοήθεια. Η ανακοίνωση της Ελληνικής κυβερνήσεως ανέφερε ότι «Η Κυβέρνησις απεφάσισεν όπως δηλώση εις την φίλην και σύμμαχον Κυβέρνησιν των Ηνωμένων Πολιτειών, ότι παραιτείται τού λοιπού -αρχής γενομένης από τού τρέχοντος έτους- τής παρεχομένης υπό των Ηνωμένων Πολιτειών δωρεάν στρατιωτικής βοηθείας». Ο Παπαδόπουλος ήδη από το 1968 και έπειτα, εισήγαγε τρία 5ετή Προγράμματα Εξοπλισμών Ενόπλων Δυνάμεων, τα οποία χρηματοδοτούνταν από εθνικούς πόρους. Ο αριστερός ιστορικός Σόλωνας Γρηγοριάδης παραδέχεται ότι αυτή την περίοδο η Ελλάδα κατέστη από τις καλύτερες αγορές των βιομηχανιών εξοπλισμού, αποκτώντας, μεταξύ άλλων, 60 άρματα τύπου «ΑΜΧ-30» από την Γαλλία, 4 υποβρύχια 1.000 τόννων από τη Δυτική Γερμανία, 4 πυραυλακάτους 250 τόννων από την Γαλλία, 36 μαχητικά αεροπλάνα τύπου «Φάντομ 4» από την Αμερική, απεξαρτώντας την Ελλάδα από τη δωρεάν βοήθεια.
Αναφερόμενη στην επιστολή Παπαδόπουλου η εφημερίδα «New York Times» γράφει [76] ότι «Η χειρονομία, εξυψούσα την ελληνικήν εθνικήν υπερηφάνειαν, υπογραμμίζει ταυτοχρόνως την άνοδον τής ελληνικής οικονομίας -άνοδον η οποία επέτρεψεν εις την Ελλάδα να αγοράση όπλα επί εμπορικής βάσεως “Φάντομ” από τας Ηνωμένας Πολιτείας, πυραυλοφόρους κανονιοφόρους και άρματα μάχης από την Γαλλίαν και υποβρύχια από την Δυτ. Γερμανίαν». Η εφημερίδα “TIMES” του Λονδίνου έγραφαν ότι «Η ζωτικότης τής Ελληνικής Οικονομίας κατέστησε δυνατή την ελληνική στροφή. Αμερικανοί επίσημοι έχουν εντυπωσιασθή από την τεράστια αύξησι τών ελληνικών αποθεμάτων σέ χρυσό και συνάλλαγμα, ήτα οποία ανήλθαν σε 1 δισεκατομμύριο δολλάρια. Η Ελληνική απόφασις θέτει τίς σχέσεις Ελλάδος καί ΗΠΑ επί πλέον ανεξαρτήτου βάσεως!…». Παράλληλα, σε σχόλιο του πρακτορείου ειδήσεων B.B.C. από τον δημοσιογράφο Σ. Μανζώ αναφερόταν ότι «Ευκαιρία ήταν για το καθεστώς των Αθηνών να διακηρύξη ότι ακολουθεί ανεξάρτητη πολιτική και δεν επιτρέπει σε καμμία ξένη δύναμι, ούτε στις ΗΠΑ, να δίνη εντολές και να χρησιμοποιή την Ελλάδα για τα συμφέροντά της». Ο αριστερός συγγραφέας Σόλωνας Γρηγοριάδης, ομολογεί ότι «…Σε άλλη εποχή θα ήταν αδιανόητη για μία ελληνική κυβέρνησι. Η δωρεάν στρατιωτική βοήθεια ασκούσε υπνωτιστική επίδρασι καί υπεδούλωνε τελείως τον αμυντικό εφοδιασμό τής Ελλάδος στην αμερικανική εξωτερική πολιτική. Και η χειρονομία τού Γ. Παπαδοπούλου υποδηλούσε τό γεγονός ότι η ανεξαρτησία των ελληνικών εξοπλισμών πού άρχισε βαθμιαία από το 1970, υπεισήρχετο, όπως είδαμε, oσάν νέος παράγων στις διεθνείς σχέσεις τού καθεστώτος».
Στη μία μετά το μεσημέρι της ίδιας ημέρας απηύθυνε διάγγελμα προς τον ελληνικό λαό για να εξηγήσει ότι «....δεν ήτο πρόθεσις της Επαναστάσεως να υποδείξη ριζικήν πολιτειακήν μεταβολήν και απόδειξιν τούτου περίτρανον αποτελεί το Σύνταγμα του 1968. Την μεταβολήν την κατέστησεν επιβεβλημένην αυτός ούτος ο κληρονομικός ανώτατος άρχων δια της όλης συμπεριφοράς του από της αναρρήσεως του προ εννεατίας μέχρι σήμερον, εκπέσων μόνος του εκ του θρόνου.
Έλληνες και Ελληνίδες
Απαλλάξατε την Ελλάδα από την μοναρχίαν ήτις αποτελεί ξεπερασμένον πλέον υπόλειμμα άλλων εποχών και αποδώσατέ της την Δημοκρατίαν την οποίαν ενοσταλγούσαν και ελαχταρούσαν πολλαί Ελλήνων γενεαί, δια να την χαρήτε και να την λαμπρύνετε σεις, τα τέκνα σας και τα τέκνα των τέκνων σας...». Τον Απρίλιο του 1973 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έσπασε την πολύχρονη σιωπή του και τις δηλώσεις του από το Παρίσι, στο δημοσιογράφο Ερίκ Ρουλώ της εφημερίδος «Μοντ», δημοσίευσε η Αθηναϊκή εφημερίδα «Βραδυνή», ενώ ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος και άλλοι πολιτικοί της Δεξιάς και του Κέντρου στην Αθήνα, με δικές τους δηλώσεις εξέφρασαν τη διαφωνία τους με την πρόθεση του καθεστώτος της 21ης Απριλίου. Παράλληλα ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ανακοίνωσε ότι μετά την πτώση του καθεστώτος της 21ης Απριλίου θα δεχθεί να τεθεί το πολιτειακό σε δημοψήφισμα.
Ο Σάββας Κωνσταντόπουλος αναφερόμενος στην κατάργηση του θεσμού της βασιλείας στην Ελλάδα, γράφει, «...Ο κ. Γ.Παπαδόπουλος δεν είχε αποφασίσει ούτε την εκθρόνησιν του Βασιλέως, ούτε την κατάργησιν του βασιλικού θεσμού. Η απόπειρα, όμως, ανταρσίας εις το Πολεμικόν Ναυτικόν μετέβαλεν ριζικώς το σκηνικόν. Τελικώς επεκράτησε η άποψις, ότι εάν ανεβάλλετο η εφαρμογή του άρθρου 134 του Συντάγματος π.χ. επί μίαν πενταετίαν ή εάν εξεθρονίζετο ο Βασιλεύς υπέρ του διαδόχου Παύλου, ο Κωνσταντίνος θα εξακολουθούσε να εκμεταλλεύεται τον βασιλικόν θεσμόν και θα διεταράσσετο έτσι η ομαλοποίησις της πολιτικής ζωής του τόπου. Εθεωρήθη ως αναγκαία η κατάργησις του βασιλικού θεσμού. Κατηργήθη η Βασιλεία διά να διευκολυνθεί η έναρξις λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών. ...{...}... Ο Κωνσταντίνος αντιπροσωπεύει μοναδικήν ίσως περίπτωσιν εις το πάνθεον των Βασιλέων. Δεν έχασε το Στέμμα από πράξεις των αντιπάλων του. Κατέστρεψε τον θρόνον με ιδικάς του ενεργείας και μόνον. Παρόμοιον προηγούμενον, δεν έχομεν υπ’όψιν μας. Ενθυμούμεθα τους στίχους του Γάλλου ποιητού Κορνέϊγ:
Όσο μεγάλοι κι αν είναι οι βασιλείς
είναι ό,τι είμαστε κι εμείς.
Μπορούν να πλανηθούν όπως και οι άλλοι άνθρωποι.
Ενίοτε, όμως, τα σφάλματα ημών των κοινών ανθρώπων, αλλά και των βασιλέων είναι ασυγχώρητα και προκαλούν το ανεπανόρθωτον..».
Σύμφωνα με τη μαρτυρία της Δήμητρας Ντενίση [77], κόρης του Αντιστρατήγου Γεωργίου Ντενίση, τον Μάιο του 1973, ο Παπαδόπουλος κάλεσε στο γραφείο του το φίλο και συμμαθητή του στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων Γεώργιο Ντενίση, στον οποίο είπε «...σε παρακαλώ Γιώργο, επειδή τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα στην Κύπρο και δεν θέλω να γίνει το παραμικρό που θα είναι επικίνδυνο για την Ελλάδα και τον Ελληνισμό, θέλω να κατέβεις εσύ κάτω». Ο πατέρας μου δέχτηκε, λέγοντας ότι «αφού η Πατρίδα με καλεί, βεβαίως και θα πάω», ενώ ο Παπαδόπουλος του έδωσε τη σαφέστατη εντολή, «Σε παρακαλώ πάρα πολύ, όλη σου την προσοχή ώστε να μην γίνει τίποτα που θα δημιουργήσει πρόβλημα» [78]. Στις 8 Ιουνίου ο Παπαδόπουλος συγκάλεσε εκ νέου το Υπουργικό Συμβούλιο και μίλησε στους υπουργούς του για τις εκλογές που είχε πρόθεση να κάνει, για τα καθήκοντα και τη θητεία του Προέδρου της Δημοκρατίας, για τον αριθμό των βουλευτών ενώ αναζήτησαν την ακριβή ημερομηνία διενέργειας του δημοψηφίσματος.
Το Δημοψήφισμα για τη μορφή του πολιτεύματος προκηρύχθηκε στις 12 Ιουνίου 1973 [79] και ως ημερομηνία διεξαγωγής του ορίστηκε η Κυριακή 29 Ιουλίου του ίδιου έτους [80]. Τα ερωτήματα τα οποία τέθηκαν στο συγκεκριμένο δημοψήφισμα ήταν:
Στην τελετή παραβρέθηκαν και παλαιοί πολιτικοί, έξι του κόμματος «Εθνική Ριζοσπαστική Ένωσις» [Ε.Ρ.Ε.], οι Χρήστος Αθανίτης, Κωνσταντίνος Βενέτης, Δημήτριος Θανόπουλος, Κωνσταντίνος Λιδωρίκης, Κωνσταντίνος Σιώζος και Ιωάννης Χατζηδήμος και από ένας της Ενώσεως Κέντρου, ο Ιωάννης Τσιριμώκος και του Κόμματος των Προοδευτικών του Σπύρου Μαρκεζίνη, ο Νικόλαος Στειρόπουλος. Από τον λόφο του Λυκαβηττού 21 κανονιοβολισμοί χαιρέτησαν την ορκωμοσία των δυο στελεχών του καθεστώτος της 21ης Απριλίου. Την ίδια ημέρα ο Παπαδόπουλος κήρυξε τη λήξη του καθεστώτος της «21ης Απριλίου», ενώ ήρε τον στρατιωτικό νόμο στην Αθήνα και τον Πειραιά, κάτι που ίσχυε από το 1971 σε όλη την υπόλοιπη χώρα και από το 1972 στη Θεσσαλονίκη. Την ίδια ημέρα εκδόθηκαν δύο Προεδρικά Διατάγματα, το πρώτο αφορούσε την αμνήστευση όλων των κρατουμένων που είχαν καταδικαστεί για πολιτικά εγκλήματα από την ημέρα της 21ης Απριλίου μέχρι την 20η Αυγούστου 1973 και με το δεύτερο αμνήστευε, δίνοντας ειδική χάρη στον επίδοξο δολοφόνο του Αλέκο Παναγούλη.
Σύμφωνα με τις σημειώσεις στο ημερολόγιο του Γεωργίου Χέλμη, «Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 1973. Σήμερα ο Μακαρέζος εδήλωσε στους δημοσιογράφους, ότι ήλθε σε ρήξιν με τον Παπαδόπουλον, επί βασικών θεμάτων της κυβερνητικής πολιτικής και παρητήθη. Στην δήλωσίν του, δεν ανεφέρθη στα σημεία της διαφωνίας. Προς τους δημοσιογράφους όμως είπε, ότι αυτή οφείλετο στο ότι αντετίθετο στα νέα μέτρα ελευθερίας εισαγωγών-εξαγωγών και ότι έπρεπε, ή τα μέτρα αυτά να αρθούν, ή να αναλάβει νέα κυβέρνησις εντός 24 ωρών τις ευθύνες για την εφαρμογήν των. Εφ' όσον ουδέν τούτων συνέβη, παραιτείται. Στους δημοσιογράφους, επίσης, ετάχθη υπέρ της λύσεως του πατέρα. Η Ντόϋτσε Βέλε μετέδωσεν, ότι οι πραγματικοί λόγοι της διαφωνίας, συνίστανται στην παραμονή στη νέα κυβέρνησιν, στελεχών της παλαιάς (Αγαθαγγέλου, Χωριατόπουλος κ.ά.), πράγμα που συμπίπτει με όσα μας είχε πει ο καθηγητής Γεωργάκης προ εβδομάδος, αναφερόμενος στην οξείαν αντίθεσιν Παπαδοπούλου-Μακαρέζου».
Σε δημοσίευμα της Αθηναϊκής εφημερίδας «Real News» το 2012, αναφέρεται ότι την παραμονή του κινήματος Ιωαννίδη, ο Νικόλαος Μακαρέζος συναντήθηκε με τον πρωθυπουργό Σπύρο Μαρκεζίνη στον οποίο είπε «Το καθήκον μου επιβάλλει να πω τη σκληρή αλήθεια. Μόνος τρόπος εξόδου από το αδιέξοδο είναι άρση του στρατιωτικού νόμου, παραίτηση του Παπαδόπουλου, ανάληψη της προεδρίας από τον αντιπρόεδρο Αγγελή και εκλογές». Πρόσθεσε ότι από δημοσκόπηση που έκανε στην Αθήνα, διαπίστωσε πως το 93% εκφραζόταν κατά του Παπαδόπουλου, το 7% ήταν αδιάφορο, ενώ στους στρατιωτικούς διαπιστώθηκε άρνηση εκδηλώσεως γνώμης. Με τον Μαρκεζίνη συναντήθηκε και ο καθηγητής Ιωάννης Γεωργάκης, που τον προειδοποίησε ότι «θα σας ανατρέψει ο Ιωαννίδης» και τον προέτρεψε να ενημερώσει τον Παπαδόπουλο. Και ο Στυλιανός Παττακός όμως είδε τον Μαρκεζίνη και τον πίεσε να επισπεύσει τις εκλογές. Πήγε μάλιστα και είδε και τον Παπαδόπουλο στον οποίο είπε «Γιώργο, πρόσεχε τον Μίμη. Κάτι ετοιμάζει!», όμως ο Παπαδόπουλος του επισήμανε ότι «Ο Μίμης είναι πιστός φίλος. Αρσακειάδα!» και ο Παττακός του απάντησε «Μου το είπες και πέρυσι, αλλά… πρόσεχε… Άκουσε με! Θυμήσου την Αρσακειάδα που ο φίλος μας την έπιασε σε ξένη αγκαλιά…». Το βράδυ της ίδιας μέρας ο Μαρκεζίνης επισκέφτηκε τον Παπαδόπουλο στο Λαγονήσι και του έθεσε το θέμα άρσεως του στρατιωτικού νόμου και ορισμού ημέρας διεξαγωγής των εκλογών. Ο Παπαδόπουλος θεωρούσε ως πρόσφορη ημερομηνία την 10η Μαρτίου 1974, ενώ ο Μαρκεζίνης επέμενε για τη 10 Φεβρουαρίου 1974 και παρόντος του στρατηγού Αγγελή μετέφερε στον Παπαδόπουλο και άλλες πληροφορίες, αλλά από τη σιγή του αποκόμισε την άποψη ότι τα γνώριζε. Ο Παπαδόπουλος στράφηκε στον Αγγελή λέγοντας, «Νομίζω ότι πρέπει να είπωμεν εις τον Ιωαννίδην να παρουσιασθεί εις τον πρωθυπουργόν ώστε να μορφώσει ο ίδιος γνώμην, αν πρόκειται περί ανθρώπου ικανού να διαπράξει όσα διαδίδουν». Φεύγοντας ο Μαρκεζίνης είπε στον Παπαδόπουλο, «Περιμένω απάντησιν ημερομηνίας των εκλογών» και ο Παπαδόπουλος απάντησε, «Α, ναι, έχετε δίκαιον…».
Στις 6 Νοεμβρίου άρχισε η διήμερη σύνοδος υπουργών του ΝΑΤΟ στη Χάγη με κύριο θέμα τον πυρηνικό σχεδιασμό και θέματα κρίσης Μέσης Ανατολής. Την Ελλάδα εκπροσωπούσε ο τότε υπουργός Εθνικής Αμύνης Νικόλαος Εφέσιος, ενώ παρευρίσκονταν και ο υπουργός Εξωτερικών Χρήστος Ξανθόπουλος Παλαμάς. Στις 7 Νοεμβρίου με τη λήξη της παραπάνω Συνόδου οι Έλληνες εκπρόσωποι δέχθηκαν φραστική απειλή από τον Χένρυ Κίσινγκερ για την αρνητική στάση της Ελλάδας σε αίτημα των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής. Την ίδια ημέρα στην Αθήνα, ο τότε διευθυντής του Εθνικού Ιδρύματος «Βασιλεύς Παύλος», απόστρατος υποστράτηγος Μιχαήλ Ξένος, παλαιότερα καθηγητής πυροβολικής του Παπαδόπουλου, επικαλούμενος διασυνδέσεις του με το εξωτερικό δήλωνε ευρύτατα σε στρατιωτικούς κύκλους και χωρίς καμία προφύλαξη ότι «..επίκειται η πτώση του Γ. Παπαδόπουλου».
Σύμφωνα με όσα γράφει [91] ο Μακαρέζος, την ημέραν της ανατροπής του Παπαδοπούλου, επεσκέφθη τον Μακαρέζο στην κατοικία του, ο στενός συνεργάτης του Ιωάννης Δημητρακόπουλος, ο οποίος του μετέφερε «σημαντικό μήνυμα» του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Ανάλογη πρωτοβουλία υπήρξε και στις 30 Νοεμβρίου 1973, όταν ο Αχιλλέας Καραμανλής, αδελφός του Κωνσταντίνου Καραμανλή, μετέφερε στον Μακαρέζο μήνυμα του αδελφού του, με το οποίο του ζητούσε να κληθεί ο Καραμανλής εκ μέρους των Ενόπλων Δυνάμεων ώστε να υπάρξει ομαλή έξοδος [92] παραθέτοντας για επιβεβαίωση ιδιόγραφο σημείωμα και επικαλούμενος έξι μάρτυρες-διαμεσολαβητές. Ο Καραμανλής ζητούσε διαπραγματεύσεις με σκοπό να αναλάβει Πρόεδρος της Δημοκρατίας με Πρωθυπουργό το Νικόλαο Μακαρέζο και να οδηγηθεί η χώρα σε ελεύθερες εκλογές, με αντάλλαγμα «...να βοηθήσει εις την επικράτησιν εις τας πρώτας εκλογάς ενός συντηρητικού κόμματος, το οποίο θα εδημιουργείτο εντός των επιθυμητών από τας Ενόπλους Δυνάμεις και την Επανάστασιν πλαισίων..». Ο Μακαρέζος προσπάθησε να πείσει τον Ιωαννίδη να αποδεχθεί το σχέδιον Καραμανλή, στέλνοντας του επιστολή μέσω του Συνταγματάρχου Αντωνίου Λέκα, ενώ ανάλογη προσπάθεια κατέβαλε και ο Συνταγματάρχης Ιωάννης Λαδάς.
Μετά την Τουρκική εισβολή στην Κύπρο και πριν την επιστροφή των παλαιών πολιτικών στην διακυβέρνηση της Ελλάδος, υπήρξε πρόταση χαμηλόβαθμων αξιωματικών να επανέλθει ο Παπαδόπουλος στην εξουσία. Ο υποπτέραρχος Αντώνιος Σκαρμαλιωράκης, στενός προσωπικός φίλος του από τα χρόνια πριν την 21η Απριλίου, γράφει στις αναμνήσεις του «... Οι Τούρκοι έχουν κατορθώσει να εδραιωθούν στο προγεφύρωμα τους στην περιοχή της Κυρήνειας ελέω αναποφάσιστων και μειωμένων ικανοτήτων ηγητόρων των Ενόπλων Δυνάμεων. Δεν γνωρίζω τι ζυμώσεις γίνονται, τι συζητήσεις και τι προβληματισμοί αναφύονται μεταξύ των Αξιωματικών στο Ελληνικό πεντάγωνο. Με μεγάλη μου έκπληξη, όμως, ακούω έναν φίλο μου λεβεντόπαιδο Ταγματάρχη των Καταδρομών από το ΓΕΣ, να μου λέει από το τηλέφωνο: «Κύριε Πτέραρχε, αποφασίσαμε να παραδώσουμε την αρχή στον Παπαδόπουλο! Σας παρακαλώ εκ μέρους των άλλων Αξιωματικών, να πάτε στο σπίτι του και να τον φέρετε εδώ. Περιμένουμε». Δεν θυμούμαι, αν εκείνη την ώρα ο Αντισυνταγματάρχης Κ. Λαμπρόπουλος, τέως Διευθυντής του Γραφείου του Παπαδόπουλου και απόλυτα έμπιστος του, ήταν ήδη στο σπίτι μου, ή τον εκάλεσα να έλθει στο δικό μου. Τον ήθελα μαζί μου, ένεκα της μεγάλης εμπιστοσύνης που του είχε ο Παπαδόπουλος. Στο σπίτι του Παπαδόπουλου, στο Λαγονήσι, εισέρχεται μόνος του ο Λαμπρόπουλος. Εγώ μαζί με τον γαμπρό μου [95], περιμένουμε απ' έξω μέσα στο αυτοκίνητό μας. Μετά μια ώρα περίπου επιστρέφει ο Λαμπρόπουλος άπραγος. «Κύριε Πτέραρχε, ατυχώς ο Πρόεδρος δεν δέχεται να έλθει». Μου διηγείται εν λεπτομερεία τα διατρέξαντα στο σπίτι του Παπαδόπουλου: «Επί παρουσία της κυρίας Παπαδοπούλου, ανεκοίνωσα στον Πρόεδρο, την σχετική πρόσκληση από μέρους των Αξιωματικών. Με άκουσε με προσοχή, αλλά η αντίδρασίς του ήταν αρνητική. «Είναι παγίδα», λέει. Προσπάθησα να τον μεταπείσω με λογικά επιχειρήματα, ενώ η κυρία Παπαδοπούλου τον εκλιπαρούσε, κλαίουσα, να δεχθεί. «Αφήστε με να κάνω μια βόλτα στον κήπο μόνος μου», είπε. Όταν εγύρισε, εδήλωσε κοφτά: «Δεν μπορώ να έλθω» και συμπλήρωσε «...Εγώ δεν θα γίνω Χατζηανέστης…».
Στις 27 Αυγούστου 1974 στην εφημερίδα «Ουάσιγκτον Ποστ» δημοσιεύθηκε συνέντευξη που παραχώρησε ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο οποίος είχε επιστρέψει στην Αθήνα από τις 16 Αυγούστου, στον Αμερικανό δημοσιογράφο Τζόναθαν Ράνταλ. Ο Παπανδρέου μεταξύ άλλων είχε πει «...να μη αποκλεισθεί η νομική δίωξη... των υπευθύνων του καθεστώτος της 21ης Απριλίου...». Στις 4 Σεπτεμβρίου ο εισαγγελέας Κριτσέλης άσκησε την πρώτη δικαστική δίωξη για αδίκημα, που, φέρεται ότι είχε τελεσθεί στη διάρκεια του καθεστώτος της 21ης Απριλίου. Η δίωξη ασκήθηκε κατά της Δέσποινας Γάσπαρη-Παπαδοπούλου, η οποία κατηγορήθηκε για απάτη από κοινού με υπαλλήλους, που κατηγορήθηκαν ότι έδωσαν ψευδείς βεβαιώσεις ότι η Δέσποινα υπηρετούσε σε δημόσια θέση και έτσι καρπώθηκε παράνομα 900.000 δραχμές. Την ανάκριση ανέλαβε ο ανακριτής του 3ου ειδικού τμήματος Λαμπρόπουλος, ο οποίος δυο μέρες αργότερα απαγόρευσε την έξοδο από την χώρα της Δέσποινας Παπαδοπούλου, του συνταγματάρχη Κωνσταντίνου Καρύδα και του αντισυνταγματάρχη Ιωάννη Καλογερόπουλου.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του περιοδικού «Πολιτικά Θέματα» που αναδημοσίευσαν εφημερίδες της εποχής [96] το Νοέμβριο του 1976, ο Γεώργιος Σταμάτης, τότε υπουργός Δημοσίας Τάξεως, κάλεσε στο γραφείο του το Γεώργιο Γεωργαλά και τους Ευάγγελο Μάλλιο, Κλωνάρη, Καραπαναγιώτη και Χρηστάκη, τους οποίους προειδοποίησε να σταματήσουν τις ενέργειες υπονομεύσεως της κυβερνήσεως και κάθε είδους αντιδημοκρατική ενέργεια, διαφορετικά θα αντιμετωπίσουν την έντονη αντίδραση της κυβερνήσεως. Συγκεκριμένα, ο υπουργός εμφανίζεται να αναφέρεται σε πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες ο Γεωργαλάς και οι υπόλοιποι τάσσονταν υπέρ μιας λύσεως που υποστήριζε τη δολοφονία πολιτικών προσώπων καθώς και των Παπαδόπουλου και Ιωαννίδη. Πέρα από τη διάψευση του υπουργού, ο Γεωργαλάς αναφερόμενος στο δημοσίευμα του περιοδικού είπε ότι, «.....ένας χαρακτηρισμός αξίζει. Προβοκάτσια με οφθαλμοφανείς επιδιώξεις.»
Στις 23 Σεπτεμβρίου 1974 το πρακτορείο ειδήσεων Reuters μετέδωσε πληροφορία ότι ο Παπαδόπουλος μπορεί να κατήρχετο στον πολιτικό στίβο κατά τις επερχόμενες εκλογές. Την επομένη ημέρα [[24 Σεπτεμβρίου 1974, ο υποστράτηγος Νικόλαος Πορικός επιθεωρητής του Σώματος της Χωροφυλακής με εντολή του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως Σόλωνα Γκίκα, ο οποίος ήταν σε συνεννόηση με τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή, επισκέφθηκε τον Παπαδόπουλο, στον οποίο μετέφερε [97] τη θέληση του Καραμανλή, να μείνει μακριά από οποιαδήποτε πολιτική ανάμειξη που θα εκδηλώνονταν είτε με τη μορφή δηλώσεων, είτε με τη μορφή της συμμετοχής στην εκλογική αναμέτρηση της 17ης Νοεμβρίου 1974, μετά τη δημιουργία πολιτικού φορέα. Ο Πορικός στον κυβερνητικό εκβιασμό εισέπραξε την αρνητική απάντηση του Παπαδόπουλου, ο οποίος του είπε, «Πείτε του κ. Καραμανλή ότι τις αποφάσεις τις λαμβάνω μόνος μου! ...Θα κάμω ό,τι η συνείδησίς μου μού επιβάλη, διά το καλόν της Πατρίδος μου», καθώς είχε ήδη αποφασίσει την πολιτική εμπλοκή του.
Ο Γεώργιος Κάρτερ γράφει [98] σχετικά, «....Μέσα στα επτά περίπου χρόνια που εκυβέρνησε την Ελλάδα ο Γ. Παπαδόπουλος, απέδειξε ότι διέθετε προσόντα ηγέτου κι επέτυχε να αναγνωρισθεί από μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας ως ο νέος ηγέτης που θα μπορούσε να διεκδικήσει στο μέλλον την ηγεσία της Δεξιάς –κι όχι μόνον– στον εκλογικό στίβο. Η ανατροπή του εμείωσε το ποσοστό αυτό των Παπαδοπουλικών, αλλά δεν το εκμηδένισε. Ένα ποσοστό τουλάχιστον 15-20% του εκλογικού σώματος εξακολουθούσε και μετά την επάνοδο του Καραμανλή να προσβλέπει στον καθιερωμένο πλέον δημόσιο άνδρα, τον Γ. Παπαδόπουλο. Επομένως, αν ο Γ. Παπαδόπουλος επολιτεύετο, σε καμιά περίπτωση ο Καραμανλής δεν θα μπορούσε να συγκεντρώσει το 54% του εκλογικού σώματος που κατέστησε πανίσχυρη την κυβέρνησή του. Η απόφαση λοιπόν του Παπαδόπουλου να ιδρύσει κόμμα υπό την ηγεσία του θα αποδυνάμωνε εξοντωτικά την εκλογική βάση του Καραμανλή, αλλά και θα οδηγούσε σε διάσπαση την παράταξη της Δεξιάς. Αιφνιδίως, η Δεξιά είχε αποκτήσει και δεύτερο ηγέτη, δοκιμασμένο στην άσκηση της εξουσίας με όραμα και δυναμισμό, επικίνδυνο για το παρόν και το μέλλον! Οι δύο ηγέτες –ο παλαιός και ο νέος– έπρεπε να κονταρομαχήσουν μέχρι θανάτου. Για τον Καραμανλή λοιπόν ο κίνδυνος Παπαδόπουλου έπρεπε να εκλείψει...».
Δύο ημέρες αργότερα οι μηνύσεις διαβιβάστηκαν από την Εισαγγελία Αθηνών στην Στρατιωτική Δικαιοσύνη, καθώς όταν τελέστηκαν τα αδικήματα ο Παπαδόπουλος είχε την ιδιότητα του στρατιωτικού. Οι μηνυτές υποστήριξαν ότι υπέστησαν αστική ζημία, καθώς από την ενέργεια του παρεμποδίστηκε η επαγγελματική τους ανέλιξη. Στους εν λόγω μηνυτές απαγορεύτηκε από το δικαστήριο να παραστούν ως πολιτικώς ενάγοντες και τους απέβαλε της Πολιτικής Αγωγής, όμως τους επέτρεψε να καταθέσουν ως μάρτυρες κατηγορίας. Οι δεκαπέντε εναγόμενοι της αναφοράς Λυκουρέζου ήταν οι Γεώργιος Παπαδόπουλος, Νικόλαος Μακαρέζος, Δημήτριος Ιωαννίδης, Ιωάννης Λαδάς, Κωνσταντίνος Ασλανίδης, Αντώνιος Λέκκας, Κωνσταντίνος Καρύδας, Μιχαήλ Ρουφογάλης, Κωνσταντίνος Χρ. Παπαδόπουλος, Αλέξανδρος Χατζηπέτρος, Μάριος Φραγκίσκος, που υπηρετούσε ως συνταγματάρχης στο Γ.Ε.Σ. στις 21 Απριλίου 1967, Γεώργιος Ζωιτάκης, Γρηγόρης Σπαντιδάκης και Μιχαήλ Μπαλόπουλος. Στις 28 Σεπτεμβρίου έγινε γνωστό από δημοσιεύματα εφημερίδων ότι ο υποστράτηγος της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης Εμμανουήλ Πλευράκης διενεργεί προκαταρκτική εξέταση με βάση την μήνυση Λυκουρέζου.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα εφημερίδων της εποχής του τέλους Σεπτεμβρίου ο Παπαδόπουλος από τις 25 του ίδιου μήνα «τελεί υπό κράτησιν κατ’ οίκον» και συνεπώς η φρούρηση του πρέπει να αποκλείει το ενδεχόμενον διαφυγής του, όμως ο Παπαδόπουλος ουδέποτε εκδήλωσε τέτοια πρόθεση. Ταυτόχρονα απαγορεύτηκε οποιαδήποτε επαφή του με οποιοδήποτε πρόσωπο, εντός ή εκτός της κατοικίας του στο Λαγονήσι, ακόμη και να παραλαμβάνει ή να αποστέλλει επιστολές και κάθε είδους σημειώματα, ενώ διακόπηκε η τηλεφωνική επικοινωνία της κατοικίας με τον «έξω κόσμο». Είναι χαρακτηριστικό ότι την Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου στις 12:30 το μεσημέρι επιχείρησε να τον επισκεφθεί ο αδελφός του Χαράλαμπος Παπαδόπουλος και ο φρουρός της εξωτερικής πύλης του απαγόρευσε την είσοδο. Τα περιοριστικά μέτρα που επιβλήθηκαν περιλάμβαναν και τη Δέσποινα Παπαδοπούλου.
Η Συντακτική Πράξη παραβίασε τρεις θεμελιώδεις αρχές του Δικαίου, του Συντάγματος και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων καθώς:
α) Εισήγαγε νομοθέτημα αναδρομικής ισχύος, με το οποίο καθιστούσε την επανάσταση ποινικό αδίκημα και παραγνώρισε το αξίωμα ότι «Επανάσταση επικρατήσασα δημιουργεί δίκαιον». Σύμφωνα με το άρθρο 134 του Ποινικού Κώδικος τιμωρείται μόνον: «Ο αποπειρώμενος να μεταβάλη το πολίτευμα του κράτους», δηλαδή τιμωρείται μόνο τυχόν αποτυχημένη απόπειρα Επαναστάσεως. Η Συντακτική Πράξη παραβίαζε το αξίωμα «Nullum crimen nula paena sine praevia lege» [«Δεν υπάρχει έγκλημα ούτε ποινή, χωρίς να υπάρχει προηγουμένως νόμος που να το προβλέπει], καθώς και το Ελληνικό Σύνταγμα που ρητώς αναφέρει: «Νομοθέτημα αναδρομικής ισχύος απαγορεύεται απολύτως».
β) Ανακάλεσε αμνηστία, παραβιάζοντας το διεθνές αξίωμα «Αμνηστία δοθείσα, ουδέποτε ανακαλείται». Η Συντακτική Πράξη της 3ης Οκτωβρίου 1974 ανακάλεσε τρεις αμνηστίες: Την αμνηστία της 26ης Ιουλίου 1974 [102] την οποία έδωσε ο Καραμανλής ως Πρωθυπουργός. Την αμνηστία της 20ης Αυγούστου 1973 [103] που είχε δώσει ως Πρόεδρος ο Παπαδόπουλος και αμνήστευε και αυτό όλα τα πολιτικά αδικήματα που είχαν σχέση με την 21η Απριλίου κι έπειτα, καθώς και την επικύρωση την αμνηστίας της 20ης Αυγούστου 1973 με την Συντακτική Πράξη της 5ης Αυγούστου 1974 [104] και πάλι από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή.
γ) Στέρησε το δικαίωμα του «φυσικού δικαστού»: Η Συντακτική Πράξη όριζε ότι οι διωκόμενοι «υπάγονται εις την αρμοδιότητα του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών». Όμως για το αδίκημα της «στάσεως» αρμόδιο ήταν το Στρατοδικείο, ενώ γι’ αυτό της «εσχάτης προδοσίας» ήταν το ορκωτό Κακουργιοδικείο. Αντιθέτως, ορίστηκε, εντελώς παράνομα, «Ειδικό Δικαστήριο», ενώ η Συντακτική Πράξη δέσμευε την Δικαιοσύνη, προσδιορίζοντας την πράξη ως «πολιτικό έγκλημα», πριν εκδικασθεί.
Εναντίον των στελεχών και του επικεφαλής του καθεστώτος της 21ης Απριλίου στήθηκε μια πραγματική βιομηχανία μηνύσεων. Με απόφαση της Βουλής καθορίστηκε προθεσμία για την υποβολή μηνύσεων κατά των στελεχών του καθεστώτος, τρεις μήνες και για εγκλήματα από τα οποία είχε ζημιωθεί το Δημόσιο, έξι μήνες. Η Δικαστική Αρχή κινήθηκε αυτεπαγγέλτως από τα τέλη του 1974, μόνο για τις υποθέσεις του Πολυτεχνείου, κατά την εξέγερση του Νοέμβρη 1973 και για τα υποτιθέμενα βασανιστήρια των πολιτικών κρατουμένων και η Εισαγγελία Αθηνών διέταξε την διενέργεια προκαταρκτικής εξετάσεως, για τις δυο αυτές περιπτώσεις των «ομαδικών» εγκλημάτων. Έτσι ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθήνας Κωνσταντίνος Φαφούτης διέταξε την διενέργεια προκαταρκτικής εξετάσεως, από τους Εισαγγελείς Δημήτριο Τσεβά, για την υπόθεση του «Πολυτεχνείου», και Βασίλειο Παππά, για τις υποθέσεις των «βασανισμών», «...ίνα κρίνη αν συντρέχη περίπτωσις ποινικής διώξεως..». Η προθεσμία για την υποβολή μηνύσεων που είχε οριστεί ήταν από τις 18 Ιανουαρίου μέχρι τις 18 Απριλίου 1975. Γεννήθηκε το ερώτημα αν η 18η Απριλίου είναι μέρα, μέσα στην προθεσμία ή έξω από αυτή και από την Εισαγγελία ανακοινώθηκε επίσημα, ότι η 18 Απριλίου είναι μέσα στην προθεσμία και ο αρμόδιος Εισαγγελέας, δέχτηκε τη μέρα αυτή, μόνο στην Αθήνα, περίπου 150 μηνύσεις με εκατοντάδες κατηγορούμενους. Τελικά όσοι μηνύθηκαν στις 18 Απριλίου και παραπέμφθηκαν σε δίκες, τα δικαστήρια αποφάσισαν ότι η εν λόγω ημέρα είναι έξω από την προθεσμία, οι μηνύσεις εκπρόθεσμες και έπαψε η δίωξη των κατηγορουμένων.
Στις 6 το πρωί της 23ης Οκτωβρίου 1974, με μια στρατιωτικού τύπου επιχείρηση, ο Παπαδόπουλος, μαζί του και οι Στυλιανός Παττακός, Νικόλαος Μακαρέζος, Ιωάννης Λαδάς και Μιχαήλ Ρουφογάλης συνελήφθηκαν, δίχως την έκδοση εισαγγελικής παραγγελίας ή δικαστικής αποφάσεως, μόνο με την υπ' αριθμόν 838 κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης Γεωργίου Στεφανάκη και Δημοσίας Τάξεως Σόλωνα Γκίκα, και εκτοπίστηκαν, αυθημερόν και για τρεις μήνες, στην Κορησιά στο νησί της Κέας, όπου διέμειναν στο ξενοδοχείο «Καθραία» διότι σύμφωνα με το σκεπτικό της αποφάσεως, «...αναπτύσσουν συνωμοτικήν δραστηριότητα, προκαλούν ανησυχία και δημιουργούν τας προϋποθέσεις διαταράξεως της ησυχίας και της γαλήνης του λαού...» [106]. Ο Παπαδόπουλος κατέθεσε προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατά της κοινής Υπουργικής αποφάσεως για τον εκτοπισμό του στο νησί της Κέας.
Η δικογραφία που είχε σχηματιστεί μετά τις μηνύσεις διαβιβάστηκε στην Ολομέλεια των Εφετών. Στις 24 Οκτωβρίου συνήλθε σε συνεδρίαση η Ολομέλεια Εφετών Αθηνών, δηλαδή 80 από τους 83 εφέτες και 8 από τους 9 προέδρους εφετών που υπηρετούσαν, προκειμένου να αποφασίσουν για την άσκηση διώξεως εναντίον των πρωταιτίων της 21ης Απριλίου. Ο εισαγγελέας Μενέλαος Κουτσάκος πρότεινε να διωχθούν οι πρωταίτιοι και να ορισθεί ανακριτής εφέτης, όμως η ολομέλεια επιφυλάχθηκε να αποφασίσει και όρισε εισηγητή τον εφέτη Παναγιώτη Λογοθέτη. Στις 30 Οκτωβρίου 1974 ο δικηγόρος Άγγελος Καραγιαννόπουλος παρέδωσε στην Ολομέλεια του Εφετείου Αθηνών με αριθμό καταθέσεως 52847, για λογαριασμό του Γεωργίου Παπαδόπουλου, ένα Υπόμνημα που απευθύνονταν στην Ολομέλεια των Εφετών. Το Υπόμνημα κατέληγε με την διατύπωση της πίστεως του Παπαδόπουλου ότι «...παρά τας σκληράς δοκιμασίας εις ας υποβάλλομαι και τας πικρίας τας οποίας καθημερινώς γεύομαι αγογγύστως, διατηρώ ακλόνητον την πίστην μου, ότι ο ιστορικός του μέλλοντος και ο Ελληνικός λαός, θ’ αναγνωρίσουν ότι ολόκληρον τον βίον μου ηνάλωσα εις την υπηρεσίαν της Πατρίδος μου».
Την 1η Νοεμβρίου 1974 η Ολομέλεια των Εφετών αποφάσισε την ποινική δίωξη για εσχάτη προδοσία, έδωσε παραγγελία στον προϊστάμενο της εισαγγελίας Μενέλαο Κουτσάκο για την άσκηση της διώξεως και όρισε ανακριτή στην υπόθεση τον εφέτη Γεώργιο Βολτή. Η απόφαση έφερε τις υπογραφές 86 εφετών και προέδρων εφετών και η δίωξη έγινε ονομαστικά κατά όσων κατονομάζονταν στις μηνύσεις Λυκουρέζου, δεκαπέντε πρόσωπα, «Δημοκρατικών Δικηγόρων», πενήντα πρόσωπα, και Χαρισιάδη, πέντε πρόσωπα, αλλά και κατά κάθε άλλου που θα προέκυπτε από την ανάκριση.
Την 1η Νοεμβρίου
1974, ασκήθηκε δίωξη εναντίον του Παπαδόπουλου με την κατηγορία της
εσχάτης προδοσίας, κατά παράβαση των άρθρων 134 και 135, άρθρα 8α και 8β
του Ποινικού Κώδικα, καθώς και 63 του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα. Η
μήνυση δυο μέρες αργότερα, διαβιβάστηκε από την Εισαγγελία Αθήνας στην
Στρατιωτική Δικαιοσύνη, επειδή όταν τελέστηκαν τα αδικήματα ήταν
στρατιωτικός. Η δίωξη ασκήθηκε από τον Μενέλαο Κουτσάκο, προϊστάμενο της
Εισαγγελίας Εφετών, καθώς και εναντίον των Νικολάου Μακαρέζου, Στυλιανού Παττακού, και 62 ακόμη συνεργατών τους.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής σε συνέντευξη του στην Ελληνική κρατική τηλεόραση, στις 13 Νοεμβρίου 1974, υποστήριξε ότι «..παρέλαβε χάος και καμμένη γην», ενώ είπε ακόμη πως «..η κυβέρνησή μου αντικατέστησε άνω των 100.000 ατόμων, από τον τελευταίο κοινοτάρχη μέχρι τον Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, άνοιξε το δρόμο για την δικαστική δίωξη των πρωταιτίων της τυραννίας και για να διευκολύνει το έργο της Δικαιοσύνης, έλαβε μέτρα ασφαλείας κατά των υπευθύνων, τους δε κορυφαίους εξ αυτών, τους εξετόπισε σε νήσο του Αιγαίου»...». Την 1η Δεκεμβρίου προφυλακίστηκε για μια μέρα η Δέσποινα Παπαδοπούλου, η οποία αποφυλακίστηκε την επόμενη καταβάλλοντας χρηματική εγγύηση.
Το Δ’ ψήφισμα ήταν αποτέλεσμα παρανομίας καθώς ψηφίσθηκε από αναθεωρητική Βουλή, αρμόδια για την αναθεώρηση του Συντάγματος και όχι για την έκδοση ποινικών νόμων. Μ' αυτό η Βουλή αποφάσισε τη δικαστική δίωξη όλων των πολιτών που είχαν λάβει μέρος στις κυβερνήσεις της 21ης Απριλίου (πρωθυπουργοί, υπουργοί, γραμματείς υπουργείων) καθώς και τη δίωξη όσων κατηγορούνταν πως ήταν αναμιγμένοι σε βασανιστήρια. Το Ψήφισμα παρήγαγε μια σειρά από παράνομα αποτελέσματα καθώς εισήγαγε δεύτερο νόμο αναδρομικής ισχύος και ονόμαζε τους διωκόμενους ως ενόχους «στάσεως» και «σφετερισμού εξουσίας», καταπατώντας την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. Τέλος το Ψήφισμα, παραβαίνοντας κάθε έννοια δικαίου και λογικής, χαρακτήριζε μια Επανάσταση που επικράτησε για επτά χρόνια, ως «πραξικόπημα» το οποίο «ουδέποτε επικράτησε» και διακηρύσσει ότι δήθεν «η Δημοκρατία δικαίω ουδέποτε κατελύθη», δημιουργώντας πρωτοφανές κενό νομικής συνέχειας του Ελληνικού κράτους για μια ολόκληρη επταετία.
O τότε Πρόεδρος της Ε.ΔΗ.Κ. Ιωάννης Ζίγδης στις 26 Νοεμβρίου 1974 δήλωσε ότι, «Η Κυβέρνησις Καραμανλή ωρκίσθη στις 24 Ιουλίου 1974 ενώπιον του «Προέδρου της Δημοκρατίας Στρατηγού Φαίδωνα Γκιζίκη», ανεγνώρισε έτσι το πολίτευμα της Αβασίλευτης Δημοκρατίας του Δημοψηφίσματος Ιουλίου 1973. Υπό τις συνθήκες αυτές, η κυβέρνηση Καραμανλή είναι συνέχεια των κυβερνήσεων της δικτατορίας και επιβεβαίωση της νομιμότητος αυτών. Με την κυβέρνηση Καραμανλή ανεγνωρίσθη ότι η λεγόμενη «Επανάσταση της 21ης Απριλίου 1967» επεβλήθη και επομένως εδημιούργησε δίκαιον. Κατόπιν αυτών δεν γνωρίζω ότι υπάρχει θέμα διώξεως των υπευθύνων της δικτατορίας». Η παραβίαση κάθε αρχής δικαίου προκάλεσε τη λεκτική αντίδραση ακόμη και του Ηλία Ηλιού, προέδρου του κόμματος «Ενωμένη Δημοκρατική Αριστερά» [«Ε.Δ.Α.»] ο οποίος στη συζήτηση του θέματος στη Βουλή, είπε «... Ωραία, δεν είναι επανάστασις, είναι πραξικόπημα. Μας ανησυχεί όμως κάτι άλλο. Ημνηστεύθη! Είτε ημνηστεύθη το 1973 από την ιδίαν την πραξικοπηματικήν Κυβέρνησιν... ή από την αμνηστίαν, την αναπόφευκτον πρέπει να πούμε αμνηστίαν της 26.07.1974, μετά την αποχώρησιν των πραξικοπηματιών. Αλλά, αφού αμνηστεύθηκε, είναι δυνατόν να δοθή ερμηνευτική έννοια και επομένως αναδρομή ισχύος εις τον κανόνα του άρθρου 5; Είναι αμφίβολον. Ερμηνευτικός νόμος είναι εκείνος, ο οποίος πράγματι ερμηνεύει κάτι το ασαφές και όχι το σαφές ...» [110].
Υποβλήθηκε μήνυση και ασκήθηκε δίωξη με παραγγελία της Ολομέλειας των Εφετών Αθηνών εναντίον των συνεργατών και των συμμετόχων στις κυβερνήσεις της 21ης Απριλίου. Ο εφέτης, Κωνσταντίνος Ποταμιάνος, που ορίστηκε ανακριτής, αρνήθηκε να διεξάγει ανακρίσεις, διότι «το έγκλημα τους ήταν στιγμιαίο» κατά τη γνώμη του. Τη διαφωνία κλήθηκε να επιλύσει το Συμβούλιο Εφετών, που έκρινε ότι το έγκλημα είναι «διαρκές» κι ανανέωσε την εντολή στον Ποταμιάνο. Κατά της αποφάσεως του Συμβουλίου Εφετών έγινε προσφυγή στον Άρειο Πάγο, ύστερα από αναίρεση του Εισαγγελέα Α. Π. Ευσταθίου Μπλέτσα. Στις 2 Ιουλίου 1975 η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου αποφάνθηκε, με την απόφαση 684, ότι το δήθεν αδίκημα της «εσχάτης προδοσίας» της 21ης Απριλίου 1967, ήταν «στιγμιαίον», απόφαση που είχε ως αποτέλεσμα την απαλλαγή από κάθε ευθύνη, όσων συνεργάστηκαν με την 21η Απριλίου μετά την επικράτηση της. Καταθέτοντας ως μάρτυρας, σε δίκη του Νίκου Ψαρουδάκη, που είχε κατηγορηθεί για περιύβριση αρχής, για άρθρο του στην εφημερίδα «Χριστιανική» με τίτλο «Διαρκές το δικό σας έγκλημα κύριοι Αρεοπαγίτες» ο καθηγητής Γεώργιος-Αλέξανδρος Μαγκάκης, αργότερα Υπουργός της Δικαιοσύνης, χαρακτήρισε τους αρεοπαγίτες που εξέδωσαν την απόφαση «ανθρωπάκια».
Το Συμβούλιο της Επικρατείας στην απόφαση 2468/68 αναφέρει ότι «……της επελθούσης εκ της επαναστατικής μεταβολής της 21ης Απριλίου 1967..» και η η απόφαση του αποτελεί νομολογία που δεν μπορεί να ανατραπεί. Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου με την 753/73 απόφαση της έκρινε ότι η 21η Απριλίου υπήρξε επανάσταση. Με δεδομένο ότι κατάργησε την Βασιλεία και άλλαξε το πολίτευμα της χώρας το καθεστώς μπορεί να θεωρηθεί επανάσταση, ενώ η κατάργηση της Βασιλείας πραγματοποιήθηκε με δημοψήφισμα το οποίο συγκέντρωσε τα ίδια ποσοστά υπέρ της καταργήσεως του θεσμού με αυτά του δημοψηφίσματος που διενεργήθηκε μετά τη λεγόμενη μεταπολίτευση. Το 1975 το Δικαστήριο της Χάγης αποφάνθηκε ότι, «...ουδείς κανών του διεθνούς δικαίου απαιτεί ώστε το κράτος να έχη καθωρισμένη δομή..», δηλαδή η μορφή του πολιτεύματος είναι αδιάφορος για το Διεθνές Δίκαιο, δεν ενδιαφέρει η πολιτειακή οργάνωση ενός λαού, ενδιαφέρει ποιοι επικρατούν στην χώρα.
Το καθεστώς των συνταγματαρχών στη διάρκεια της κυριαρχίας του θέσπισε Νόμους, Βασιλικά και Προεδρικά Διατάγματα που ρύθμιζαν την ζωή των Ελλήνων. Τα δικαστήρια εφάρμοσαν τους νόμους του και πολλοί από αυτούς εξακολουθούν να εφαρμόζονται έκτοτε. Οι δικαστές, ακόμα και αυτοί που δίκασαν τους πρωταίτιους του κινήματος έπαιρναν προαγωγές με υπουργικές αποφάσεις υπουργών, δίχως κανείς τους να αμφισβητήσει την νομιμότητα αυτών των βαθμολογικών μεταβολών. Όλοι οι φορείς του κράτους, Εκκλησία, Ένοπλοι Δυνάμεις, Πανεπιστημιακοί καθηγητές και άλλοι, αποδέχτηκαν και χειροκρότησαν το καθεστώς. Ουδείς ακαδημαϊκός, ιεράρχης, μεμονωμένο άτομο ή επαγγελματική οργάνωση αμφισβήτησε την κυριαρχία του καθεστώτος της 21ης Απριλίου. Ο αριστερών πολιτικών πεποιθήσεων Σόλων Γρηγοριάδης, δημοσιογράφος και ιστορικός, παραδέχεται [111] ότι «..Το πρωί της 22 Απριλίου 1967 το καθεστώς ...{...}... αποτελούσε μια πραγματικότητα. Κανένα σκίρτημα αντιδράσεως δεν υπήρξε απ' άκρου σ' άκρον του Βασιλείου της Ελλάδος. Απέραντη πλαδαρή παθητικότης επικρατούσε...» και συμπληρώνει «...Γιατί όμως αυτό το καθεστώς διατηρήθηκε επί επτάμιση χρόνια; ...{...}... Τι έκανε η Αντίστασις; Γιατί δεν μπόρεσε να ανατρέψη το καθεστώς επί τόσα χρόνια;..».
Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου με την υπ’ αριθμό 672/1982 απόφαση της αναγνώρισε ότι, «...Η χορηγηθείσα αμνηστία ενεργεί αυτοδικαίως και αυτομάτως και (...) αποτελεί κατά την καθιερωμένην έννοιαν οριστικήν αναστολήν μετά αναδρομικής δυνάμεως της εφαρμογής του ποινικού νόμου, καθ’ όσον αφορά εις τας υπ’ αυτής οριζομένας αξιοποίνους πράξεις, των οποίων αίρει το αξιόποινον εκμηδενίζουσα ούτω το πραχθέν έγκλημα, όπερ θεωρείται ως μηδέποτε πραχθέν...» [112]. Το 1989 ο καθηγητής Α. Ράικος σε βιβλίο του [113] αναφέρει ότι, «...επανάστασις επικρατήσασα δημιουργεί δίκαιον...».
Το μεσημέρι της ίδιας μέρας ο εισαγγελέας Πρωτοδικών Παπαβασιλείου, επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον Κωνσταντόπουλο, τον οποίο απείλησε ευθέως με δικαστική παρέμβαση. Μόλις έφθασε στους δημοσιογράφους η «δήλωσις Παπαδόπουλου» η κυβέρνηση Καραμανλή αποφάσισε να απαγορεύσει τη δημοσιοποίηση τους και επικράτησαν οι δικαστικές απειλές και η απαγόρευση καθώς και οι κυβερνητικοί εκβιασμοί. Οι δηλώσεις Παπαδόπουλου δεν δημοσιοποιήθηκαν παρά αρκετά χρόνια αργότερα. Ο Σάββας Κωνσταντόπουλος αντέδρασε στη δικαστική απαγόρευση και την κυβερνητική τακτική της φιμώσεως του Παπαδόπουλου, γεγονότα που σχολίασε με άρθρα του [116] τις επόμενες ημέρες. Έτσι στις 19 Αυγούστου 1975 ο Σάββας Κωνσταντόπουλος, απευθυνόμενος στην κυβέρνηση Καραμανλή γράφει στον «Ελεύθερο Κόσμο».
«ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΗ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑΝ;
Επιθυμεί η Κυβέρνησις να μάθη την αλήθειαν επί της υποθέσεως της «δηλώσεως Παπαδοπούλου», Θέλει ο κ. πρωθυπουργός να γνωρίζη πώς υπεδέχθη ο λαός -η μεγάλη πλειοψηφία του- τον τρόπον καθ' ον εχειρίσθη το ζήτημα η Κυβέρνησις; Εάν ναι, τους το λέγομεν: Ο μεγάλος αριθμός εδυσφόρησεν. Οι περισσότεροι πολίται (πρωτίστως δε οι αντιτιθέμενοι άλλοτε και τώρα εις τον κ. Γ. Παπαδόπουλον) εθεώρησαν εαυτούς ως θιγομένους. Ηνωχλήθησαν επειδή η κυβέρνησις τους απηγόρευσε να λάβουν γνώσιν του περιεχομένου της δηλώσεως Παπαδοπούλου και να σχηματίσουν την ιδικήν τους γνώμην ως πολίται μιας δημοκρατίας. Και κάτι άλλο ακόμη: σημαντική μερίς της κοινής γνώμης εστενοχωρήθη. Η φίμωσις ενός ανθρώπου, ο οποίος είναι ήδη δεσμώτης και δικάζεται από την Δικαιοσύνην, δεν μαρτυρεί γενναιότητα και κάθε άλλο παρά δημοκρατικήν νοοτροπίαν πιστοποιεί. Αυτή είναι η αλήθεια. Οτιδήποτε άλλο λέγεται και γράφεται δεν ανταποκρίνεται εις τα πράγματα. Και ευρίσκεται εις αντίθεσιν προς το δημόσιον αίσθημα».
Στις 20 Αυγούστου, επανέρχεται και ανέφερε στο κύριο άρθρο του.
«Η ΔΗΛΩΣΙΣ" ΚΑΙ Η ΑΛΛΗ ΠΛΕΥΡΑ ΤΟΥ ΛΟΦΟΥ...
Εμελετήσαμεν με προσοχήν το κείμενον της «δηλώσεως Παπαδοπούλου». Έχομεν να διατυπώσωμεν μίαν γενικήν παρατήρησιν: εις πολλά σημεία συμφωνούμεν, έναντι ετέρων είμεθα επιφυλακτικοί και εις άλλα διαφωνούμεν. Δεν δυνάμεθα να εκθέσωμεν εν εκτάσει τας σκέψεις μας. Πώς να αναλύσωμεν ένα κείμενον όταν ο αναγνώστης το αγνοή διότι του απηγορεύθη να το διαβάση; Πώς θα ελέγξη την ακρίβειαν των επιχειρημάτων μας και πώς θα σχηματίση την ιδικήν του γνώμην; ΠΑΡΑΔΟΣΙΣ του «Ελευθέρου Κόσμου» είναι να καταχωρίζη αυτούσια τα κρινόμενα κείμενα. Μία λοξοδρόμησις έγινε. Εις τας 27 Σεπτεμβρίου 1967 ο κ. Π. Κανελλόπουλος προέβη εις δηλώσεις. Εις τας 29 του απαντήσαμεν. Δεν εδημοσιεύσαμεν το πλήρες κείμενον των ανακοινώσεών του. Επρόκειτο περί λάθους. Εσπεύσαμεν να το επανορθώσωμεν. Εθέσαμεν ζήτημα εις τον κ. Γ. Παπαδόπουλον (τότε υπουργόν Προεδρίας Κυβερνήσεως) και ελάβαμεν την άδειαν να παραθέσωμεν ολοκλήρους τας ανακοινώσεις του κ. Π. Κανελλοπούλου, το οποίο και επράξαμεν την 6ην Οκτωβρίου. Τον Νοέμβριον του 1967 εδημιουργήθη το γνωστόν ζήτημα με την συνέντευξιν του κ. Καραμανλή εις την «Μοντ». Εδηλώθη εις τον «Ελεύθερον Κόσμον» ότι αν αυτός εδέχετο να δημοσιεύση την κυβερνητικήν απάντησιν και να αγνοήση το κείμενον του κ. Καραμανλή, θα εξεδίδοντο κατ' ανάλογον τρόπον και αι λοιπαί εφημερίδες ενεργεία της κυβερνήσεως. Ηρνήθημεν. Και αι αρχαί δεν θυσιάζονται εις τας περιστάσεις. Έτσι εδημοσιεύθη εις όλας τας εφημερίδας και η συνέντευξις του σημερινού πρωθυπουργού. Αποκλείεται να ενήργησε η κυβέρνησις δίχως αιτίαν. Πρέπει να έχη κίνητρον. Και θα αποβλέπη εις σκοπόν. Τι να είπωμεν; Υφίσταται μία αλληλουχία βασικώς πέντε περιστατικών. Ίσως να δίδουν το νήμα διά να οδηγηθή κανείς εις την διατύπωσιν μιας ερμηνευτικής υποθέσεως, η αξία της οποίας θα κριθή τελικώς από την περαιτέρω πορείαν των πολιτικών μας πραγμάτων.
Περιστατικόν πρώτον: Ο κ. Γ. Παπαδόπουλος είχεν αποφασίσει το 1973 να απαγκιστρώση την χώραν από το καθεστώς των εκτάκτων εξουσιών και να προχωρήση προς την αποκατάστασιν ελευθέρου πολιτικού βίου. Ο ίδιος θα ετοποθετούσε τον εαυ¬τόν του μέσα εις την δημοκρατικήν διαδικασίαν.
Περιστατικόν δεύτερον: Τον Νοέμβριον του 1973 ο κ. Γ. Παπαδόπουλος ανετράπη. Ετέθη υπό περιορισμόν εις την οικίαν του. Ύστερα από την μεταβολήν της 23ης Ιουλίου 1974 η κυβέρνησις δεν τον ηνώχλησε.
>Περιστατικόν τρίτον: Εις τας εφημερίδας της 24ης Σεπτεμβρίου 1974 εδημοσιεύθησαν πληροφορίαι διά τας προθέσεις του κ. Γ. Παπαδοπούλου. Του απεδίδετο η απόφασις να προβή εις εκτενείς δηλώσεις, να αναγγείλη την ίδρυσιν πολιτικής κινήσεως και να κατέλθη εις τας εκλογάς. Η στάσις της κυβερνήσεως μετεβλήθη αποτόμως και ριζικώς.
Ο θάνατος του επήλθε από έμφραγμα του μυοκαρδίου που προήλθε ως συνέπεια αμυοτροφικής πλαγίας σκληρύνσεως [6] και καρκίνου του ουροποιητικού συστήματος. Η νεκρώσιμη ακολουθία του [7] τελέστηκε το απόγευμα της Τετάρτης 30 Ιουνίου 1999 στον Ιερό Ναό του Αγίου Λαζάρου στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών. Ενταφιάστηκε παρουσία χιλιάδων εθνικιστών, πολιτικών φίλων και οπαδών του, σε τάφο που παραχωρήθηκε από την οικογένεια του Λόντου Αριστείδη Λεοντόπουλου [8].
Βιογραφία
Γονείς / Αδέλφια
Ο Παπαδόπουλος ήταν απόγονος μικροαστικής οικογένειας με καταγωγή από την Ήπειρο, όπου πολλοί από τους προγόνους του ήταν ιερείς ή δάσκαλοι. Προπάππος του, από την πλευρά του πατέρα του, ήταν ο ιερέας Αθανάσιος Σταμόπουλος, ο οποίος κατάγονταν από την περιοχή του χωριού Σούλι στην Ήπειρο κι ήταν γνωστός στο ορεινό Καλούσι του νομού Αχαΐας ως παπα-Θάνος. Παππούς του Παπαδόπουλου ήταν ο Γεώργιος Παπαθάνου, που μετέβαλε το επίθετο του από Σταμόπουλος σε Παπαθάνου, εις μνήμην του ιερέα-πατέρα του. Ο Χρήστος Παπαθάνου, ο γιος του παπα-Θάνου και πατέρας του Γεωργίου Παπαδόπουλου, που γεννήθηκε στο χωριό Καλούσι και ήταν δάσκαλος στο Ελαιοχώρι Αχαΐας, επέλεξε να μεταβάλει το επώνυμο του σε Παπαδόπουλος.Ο Χρήστος Παπαθάνου-Παπαδόπουλος, που ήταν γνωστός ως «Στούμπος» λόγω του χαμηλού ύψους του, παντρεύτηκε τη Χρυσούλα, κόρη του κτηματία Σταμάτη Παπαδόπουλου από το Ελαιοχώρι Αχαΐας, χήρα από τον πρώτο της γάμο, του Κωνσταντίνου Βαγενά. Ο Χρήστος Παπαδόπουλος, ψηφοφόρος του «Λαϊκού Κόμματος» του Παναγή Τσαλδάρη, στενός φίλος του βουλευτή και υπουργού Μίμη Στεφανόπουλου, πατέρα του Κωστή Στεφανόπουλου, μετέπειτα βουλευτή, υπουργού και Προέδρου της Δημοκρατίας, πέθανε στις αρχές Μαρτίου 1967 στην Αθήνα. Η σύζυγος του, η μητέρα του Γεωργίου Παπαδόπουλου, πέθανε το 1964 στην Αθήνα όπου είχαν μετακομίσει με το σύζυγο της για να είναι κοντά στα παιδιά τους, εκποιώντας τα περιουσιακά τους στοιχεία στην Πάτρα.
Ο Γεώργιος, ο πρωτότοκος γιος της οικογένειας του Χρήστου Παπαδόπουλου, είχε έναν μεγαλύτερο ετεροθαλή αδελφό, το Σωτήρη Βαγενά, γιο της μητέρας του από τον πρώτο της γάμο και τέσσερα μικρότερα αδέλφια, την Αθηνά σύζυγο του δικαστικού υπαλλήλου Μιχάλη Ελευθεριάδη, την Αναστασία σύζυγο, από το 1971, του Παναγιώτη [Τάκη] Παναγόπουλου, τον Κώστα Παπαδόπουλο, αξιωματικό του Ελληνικού Στρατού, και το Χαράλαμπο, από το γάμο των γονέων του. Νονός του Γεωργίου Παπαδόπουλου ήταν ο γιατρός Πατρών Μ. Μυλωνόπουλος.
Σπουδές
Ο Παπαδόπουλος παρακολούθησε τα μαθήματα του Δημοτικού σχολείου στη γενέτειρα του, το Ελαιοχώρι Αχαΐας. Στη συνέχεια η πατρική του οικογένεια μετακόμισε, αφού εκποίησε μέρος της περιουσίας της στο Ελαιοχώρι, και εγκαταστάθηκε σε ιδιόκτητο σπίτι στην οδό Ανδρέα Λόντου 15 στην Πάτρα, προκειμένου ο Γεώργιος να παρακολουθήσει τα μαθήματα του Γυμνασίου. Στην Πάτρα ο Χρήστος, ο πατέρας του Γεωργίου Παπαδόπουλου, υπηρέτησε ως δάσκαλος στο 1ο Δημοτικό σχολείο και το 1940 δίδασκε στην ΣΤ' τάξη του σχολείου. Ο Γεώργιος φοίτησε στο 3ο Εξατάξιο Γυμνάσιο, το οποίο τότε ονομάζονταν Μέση Σχολή Πατρών, κι είχε Γυμνασιάρχη τον καθηγητή Γεώργιο Μπαδογιαννάκη, που αποκαλούσε τον Παπαδόπουλο «φαινόμενο». Στη διάρκεια της φοιτήσεως του στο Γυμνάσιο, συμμετείχε και πρώτευσε σε διαγωνισμό της Ελληνικής Μαθηματικής Εταιρείας, ενώ αν και του προσφέρθηκε υποτροφία για σπουδές στην Γαλλία, επιθυμία του Παπαδόπουλου ήταν να συμμετάσχει στις εξετάσεις για να φοιτήσει στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων.Έγγαμος βίος & Τέκνα
Ο Παπαδόπουλος από το 1939, όταν ήταν Τριτοετής Εύελπις, διατηρούσε ερωτική σχέση με τη Νίκη Βασιλειάδη [9] την οποία ζήτησε σε γάμο μετά την κατάρρευση του Μετώπου τον Απρίλιο του 1941 και την επιστροφή του στην Αθήνα. Τότε επισκέφθηκε τους θείους της στην οδό Ανδριανουπόλεως στη Νέα Φιλαδέλφεια Αττικής όπου κατοικούσε η Νίκη μετά το θάνατο των γονέων της και στο τέλος του 1941 αρραβωνιάστηκαν με τη συγκατάθεση των θείων της Νίκης.Α' γάμος & διαζύγιο
Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος και η Νίκη Βασιλειάδη παντρεύτηκαν στα μέσα του 1942 και ο γάμος τους έγινε στην κατοικία των θείων της Νίκης στην Νέα Φιλαδέλφεια Αττικής, ενώ κουμπάρος τους ήταν ο Νίκος Κερδεμελίδης -πολιτικός μηχανικός, φίλος και συμφοιτητής του Παπαδόπουλου στο Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο. Η Νίκη που κατάγονταν από την Τροία της Μικράς Ασίας, ήταν κόρη του Αλκιβιάδη Βασιλειάδη και αδελφή του Μπάμπη Βασιλειάδη, στιχουργού λαϊκών τραγουδιών γνωστού με τα καλλιτεχνικά ψευδώνυμα «Τσάντας», «Λόγας» και «Ταμβάκης» [10].Στις 4 Φεβρουαρίου 1943 το ζεύγος Νίκης Βασιλειάδη και Γεωργίου Παπαδόπουλου απέκτησε ένα γιο, το Χρήστο, Χημικό Μηχανικό, απόφοιτο του Εθνικού Μετσοβείου Πολυτεχνείου, κάτοχο μεταπτυχιακού τίτλου Αμερικανικού Πανεπιστημίου και από το 1973 μόνιμο κάτοικο στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Ο Χρήστος τέλεσε δύο γάμους κι είναι πατέρας μιας κόρης, της Νίκης, που ζει στη Γαλλία. Κόρη του Γεωργίου Παπαδόπουλου και της Νίκης Βασιλειάδη ήταν η Χρυσούλα, που γεννήθηκε στις 20 Απριλίου 1945 και πέθανε στις 18 Μαΐου 2004, σύζυγος εν ζωή του Βασιλείου Ζάππα, ο οποίος πέθανε στις 29 Ιουνίου 1994. Η Χρυσούλα, που έπασχε από επαναλαμβανόμενες επιληπτικές κρίσεις και μικρά προβλήματα αστάθειας κατάλοιπα του τραυματισμού της από εμβρυουλκό στη βάση του κρανίου στη γέννηση της, με τον μετέπειτα σύζυγο της Βασίλειο Ζάππα απέκτησαν, στις 10 Μαρτίου 1972, μια κόρη τη Δέσποινα Ζάππα. Η Χρυσούλα Γεωργίου Παπαδοπούλου, ο σύζυγος και η κόρη τους κατοικούσαν σε κατοικία επί της οδού Τζουμέρκων 13 στον Δήμο Παπάγου, η οποία ήταν ιδιοκτησία της Χρυσούλας από γονική παροχή του Γεωργίου Παπαδόπουλου.
Αμέσως μετά το γάμο τους ο Παπαδόπουλος και η Νίκη Βασιλειάδη εγκαταστάθηκαν σε μισθωμένο διαμέρισμα δύο δωματίων επί της οδού Φιλαδέλφειας 15 και στη συνέχεια σε ιδιόκτητη κατοικία στην οδό Ιωνίας 43 [11] στη Νέα Σμύρνη Αττικής και συνέχισε να διαμένει η Νίκη Βασιλειάδη με τα παιδιά τους, μετά το 1962 και τη διάρρηξη της εγγάμου σχέσεως της με τον Παπαδόπουλο. Ο γάμος τους λύθηκε στις 27 Οκτωβρίου 1969, ύστερα από τις αναγκαίες διατυπώσεις που διεκπεραίωσε το δικηγορικό γραφείο του Βασιλείου Ανδρουτσόπουλου, αδελφού του Αδαμάντιου Ανδρουτσόπουλου, τότε υπουργού και μετέπειτα πρωθυπουργού. Η λύση του γάμου επιτεύχθηκε με συναινετικό διαζύγιο και δεν θεσπίστηκε ειδικός νόμος-αστραπή [12], όπως διαδίδονταν με επίταση από διάφορες κατευθύνσεις, αλλά και όπως προκύπτει από την έρευνα στα Φύλλα εφημερίδος της Κυβερνήσεως της επίμαχης περιόδου. Ο δικηγόρος Δημήτριος Νεστορίδης αναφέρει σχετικά: «....Ο Παπαδόπουλος διεζεύχθη από την πρώτη σύζυγό του κατόπιν αγωγής περί διαζυγίου της ιδίας και ελύθη ο γάμος από το Πρωτοδικείο Αθηνών λόγω ασυμφωνίας χαρακτήρων, κατόπιν τηρήσεως των κειμένων διατάξεων και διαδικασιών του Αστικού Κώδικος και της Πολιτικής Δικονομίας. Τα περί δήθεν ειδικού νόμου εκδοθέντος υπό του Γ. Παπαδόπουλου αποτελούν κακοήθη ψευδολογήματα....». Η οικία της οδού Ιωνίας 43 στη Νέα Σμύρνη μεταβιβάστηκε [13] στη Νίκη Βασιλειάδη μετά το διαζύγιο της με τον Γεώργιο Παπαδόπουλο.
Στις 6 Νοεμβρίου 1969 το Πρωτοδικείο Αθηνών εξέδωσε την υπ’ αριθμό 5740 απόφαση περί λύσεως του γάμου η οποία κατέστη «οριστική και αμετάκλητος» στις 15 Νοεμβρίου δια της υπ’ αριθμόν 1167 αποφάσεως, ενώ στις 18 Νοεμβρίου η Αρχιεπισκοπή Αθηνών κήρυξε και «πνευματικώς διαλελυμένον τον γάμον». Η μυθοπλασία περί «αυτόματου διαζυγίου» του Παπαδόπουλου αναπτύχθηκε μετά τη λεγόμενη μεταπολίτευση από τον Γεώργιο-Αλέξανδρο Μαγκάκη με σκοπό να εξουδετερώσει τον Αρεοπαγίτη Βολτή. Ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου –μετά το 1974– Ευστάθιος Μπλέτσας γράφει σχετικά: «...Υπεστήριξεν ο Μαγκάκης ότι ο Βολτής εξέδωκε το διαζύγιον Παπαδοπούλου αστραπιαίως, εντός 10 ημερών, επικαλεσθείς, τας ημερομηνίας συζητήσεως της αγωγής και δημοσιεύσεως της λυούσης τον γάμον αποφάσεως. Και θέλων σκοπίμως να αγνοή ότι ενάγων ήτο η Νίκη Παπαδοπούλου, ότι το διαζύγιο ήτο συναινετικό ... και υπεράνω όλων, θέλων σκοπίμως ν’ αγνοή το τότε ισχύον δικονομικόν ύστημα του “εισηγητού”, ενώπιον του οποίου ελάμβανε χώραν η όλη διαδικασία του διαζυγίου, μετά την οποίαν εφέρετο εις το δικαστήριον η υπόθεσις προς συζήτησιν και έκδοσιν της οριστικώς τεμνούσης αυτήν αποφάσεως. Εκ τούτου δε, το 10ήμερον ήτο ο συνήθης χρόνος δημοσιεύσεως της αποφάσεως επί των συναινετικών διαζυγίων....».
Β' γάμος
Την Πέμπτη 5 Μαρτίου 1970 στις 8 το βράδυ, ο Παπαδόπουλος παντρεύτηκε [14] σε δεύτερο γάμο και για τους δύο, με την υπάλληλο της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού [Γ.Υ.Σ.] Δέσποινα Νικολ. Γάσπαρη-Σερέτη [15], όπως ήταν το επίθετο του αστυνομικού πρώτου συζύγου της. Πριν το γάμο τους απέκτησαν μια κόρη την Υπερμαχεία, [Μάχη], όπως ήταν το όνομα της γιαγιάς της από την πλευρά της μητέρας της, μετέπειτα σύζυγο του Γιώργου Καλογιάννη. Ο Παπαδόπουλος και η Δέσποινα Γάσπαρη κατοικούσαν αρχικά σε ιδιόκτητη κατοικία της Δέσποινας στην οδό Μοσχονησίων 35 στη συνοικία Πατήσια στην Αθήνα και κατόπιν σε μισθωμένη οικία στην οδό Αδριανού, πίσω από το πασίγνωστο εκείνη την εποχή κοσμικό κέντρο «Σαγιονάρα», στο Νέο Ψυχικό, ενώ διατηρούσαν και μισθωμένη εξοχική κατοικία στο Λαγονήσι Αττικής, ιδιοκτησίας του Αριστοτέλη Ωνάση.Στρατιωτική καριέρα
Το Φθινόπωρο του 1937, όταν ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα, ο Παπαδόπουλος περιλαμβάνονταν στον κατάλογο όσων είχαν πετύχει την εισαγωγή τους στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, [Σ.Σ.Ε.], πρώτος και με τον μεγαλύτερο βαθμό μεταξύ των εισακτέων του έτους εκείνου. Στις εξετάσεις συμμετείχαν 3.000 υποψήφιοι και ο πίνακας των επιτυχόντων δημοσιεύθηκε στις εφημερίδες την 16η Οκτωβρίου 1937. Το πρώτο έτος της σχολής ξεκίνησε μαθήματα στις 23 Οκτωβρίου του ίδιου χρόνου με 311 Ευέλπιδες που κατανεμήθηκαν σε 6 εκπαιδευτικά τμήματα, 3 οργανικούς Λόχους και 3 Λόχους ασκήσεων [16]. Ο Παπαδόπουλος ως Εύελπις ήταν άριστος και το 2ο Εκπαιδευτικό έτος ήταν για πρώτη φορά αρχηγός Τάξεως, ενώ στο 3ο Εκπαιδευτικό έτος που η τάξη του ήταν η Διοικούσα της Σχολής ήταν αρχηγός-Επιλοχίας της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων, έως τον Αύγουστο του 1940 [17], που περατώθηκε το εκπαιδευτικό έτος. Στις 10 Αυγούστου 1940, ορκίσθηκε Ανθυπολοχαγός Πυροβολικού, 4ος μεταξύ των 289 αποφοίτων της Τάξεως 1940Α' και με σειρά επιτυχίας 1 στο Πυροβολικό. Ολοκλήρωσε την στρατιωτική του κατάρτιση στη Σχολή Πυροβολικού στο Μεγάλο Πεύκο στο νομό Αττικής και τοποθετήθηκε στο Πυροβολικό, δεύτερος σε σειρά επιλογής μετά το στενό φίλο και συμμαθητή του Νικόλαο Μακαρέζο.Μετά την ορκωμοσία του ο Παπαδόπουλος παρακολούθησε δύο υποχρεωτικά μαθήματα ως Ανώτατη Εκπαίδευση, τον Χημικό Πόλεμο και την Μετεωρολογία έως τις 24 Σεπτεμβρίου 1940, όταν τοποθετήθηκε σε Στρατιωτική μονάδα και ονομάστηκε Ανθυπολοχαγός. Μεταξύ των καθηγητών του στη Σχολή ήταν και ο Θωμάς Πετζόπουλος, τότε Συνταγματάρχης και Υποδιοικητής της Σχολής. Σύμφωνα με όσα διηγείται ο Σταύρος Παππάς:
«....Το προηγούμενο βράδυ παίζαμε μαξιλαροπόλεμο. Είχαμε μεγάλο σύνδεσμο μεταξύ μας… Και όταν φτάσαμε στις 24 Σεπτεμβρίου, δίναμε εξετάσεις, πήραμε τα χαρτιά και γράφαμε εξετάσεις Μετεωρολογίας, μπαίνει ο Πετζόπουλος στην αίθουσα διασκεδάσεων που ήταν τεράστια και λέει:
-«Αφήστε τα γραπτά, δεν θέλουμε αποτελέσματα. Φεύγετε σε μισή ώρα. Η πατρίς εν κινδύνω!».
Το τι έγινε εκεί μέσα στη Λέσχη, δεν περιγράφεται. Αρχίσαμε όλοι και φωνάζαμε «Πεζικό, πεζικό…». Αυτό δεν είχε ξαναγίνει.
-Και λέει ο Πετζόπουλος: «Αυτό δε γίνεται γιατί έχετε μπει στα όπλα και σας περιμένουν. Όπως είναι το πεζικό, είναι και τα άλλα όπλα. Και θα πάτε εκεί που σας έταξε η τύχη σας..». Κατά τη μαρτυρία του συναδέλφου του Απόστολου Κοκμάδη, ο Παπαδόπουλος ως χαρακτήρας υπήρξε αυστηρός, πειθαρχικός και ιδιαίτερα φιλόδοξος, καθώς «......Από τη Σχολή ...{...}... είχε ένα «τουπέ», μια φιλαυτία ...{...}..., που τον ξεχώριζε κάπως… Ήταν αυτό που θα λέγαμε «σπασίκλας», ωστόσο ποτέ δεν κάρφωσε κανέναν από μας που πηδάγαμε και καμιά μάντρα –έπαιρνε πάντα την ευθύνη πάνω του– και αυτό μου είχε κάνει εντύπωση...».
Περίοδος 1940-49
Ο Παπαδόπουλος με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού τοποθετήθηκε στο II Σύνταγμα Ορειβατικοῦ Πυροβολικού, [Σ.Ο.Π.] της II Μεραρχίας του Α' Σώματος Στρατού που έδρευε στην Αθήνα, με Διοικητή τον Συνταγματάρχη Χρήστο Μαντά, και ανέλαβε καθήκοντα Αξιωματικού Βολής της 3ης Πυροβολαρχίας των 75/19, [Πυροβόλα Σνάϊντερ των 75 χιλιοστών], που διοικούσε ο Λοχαγός Ηλίας Μανούκας. Ως διοικητής Ουλαμού Πυροβολικού, πήρε μέρος στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο, που κηρύχθηκε στις 28 Οκτωβρίου 1940 και στη συνέχεια από τις 6 Απριλίου 1941, στον πόλεμο εναντίον των Γερμανών. Στο τέλος του Απριλίου 1941, μετά την κατάρρευση του Μετώπου στη Μακεδονία, επέστρεψε στην Αθήνα και εγκαταστάθηκε σε σπίτι της οδού Θήρας, κοντά στην οδό Πατησίων, στην Κυψέλη όπου συνοικούσε με τον αδελφό του Κωνσταντίνο Παπαδόπουλο. Στη διάρκεια της κατοχής της Ελλάδος από τις δυνάμεις του Άξονα παρακολούθησε μαθήματα στη Σχολή Πολιτικών Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου, από την οποία αποφοίτησε 3ος μεταξύ 186 συναδέλφων του, ενώ την ίδια περίοδο εργάστηκε για κάποιο χρονικό διάστημα σε γραφείο Πολιτικού Μηχανικού στην Αθήνα. Το 1942 συμμετείχε ως μέλος στην οργάνωση «Μίδας 614» του συνταγματάρχη Ιωάννη Τσιγάντε, έως τη δολοφονία του αρχηγού και τη διάλυση της οργανώσεως από Ιταλούς καραμπινιέρους.Από τον Ιούνιο του 1943 έως το Σεπτέμβριο του 1944 ο Παπαδόπουλος ανέλαβε υπεύθυνος τομέα της συνοικίας Κουκακίου Αθηνών στην οργάνωση «Χ» του στρατηγού Γεωργίου Γρίβα, μαζί με τον αδελφό του Κωνσταντίνο Παπαδόπουλο. Υπηρέτησε ως Διοικητής του 2ου Λόχου του 11ου Τάγματος που είχε έδρα το Κουκάκι αρχικά υπό τον Λοχαγό Θεοχαρόπουλο και στη συνέχεια υπό τον Λοχαγό Βαρδάνη, ενώ την ίδια περίοδο είχε έλθει σε επαφή και με την αντιστασιακή οργάνωση «Όμηρος» στην οποία ανήκε ο Στυλιανός Παττακός. Σύμφωνα με το δημοσιογράφο ερευνητή Μάνο Χατζηδάκη, το όνομα του Παπαδόπουλου δεν αναφέρεται στο βιβλίο «Μίδας 614» του Σπύρου Κώτση, λόγω φόβου ή για λόγους πολιτικής «ορθότητας», ενώ, αντίθετα, αναφέρεται το όνομα του ως μέλους της Οργανώσεως «Χ», στο χειρόγραφο [18] που δημοσιεύτηκε στο βιβλίο «Ο Γρίβας και η Χ. Το χαμένο αρχείο», του Σπύρου Παπαγεωργίου.
Το 1943 ο Παπαδόπουλος προήχθη στο βαθμό του Υπολοχαγού και τον Σεπτέμβριο του 1944 αποσπάστηκε στη «Στρατιωτική Διοίκηση Αθηνών» [«Σ.Δ.Α.»] και έκτοτε έως τον Φεβρουάριο του 1945 [19] διατέλεσε Διευθυντής του 1ου Επιτελικού Γραφείου, αρχικά υπό τον στρατηγό Παναγιώτη Σπηλιωτόπουλο κι έπειτα υπό τον Παυσανία Κατσώτα, του οποίου ανέλαβε υπασπιστής όταν ο στρατηγός Κατσώτας εκτελούσε καθήκοντα Στρατιωτικού Διοικητή. Συμμετείχε στην πολεμική αναμέτρηση για την καταστολή της ενόπλου ανταρσίας των μελών του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος [Κ.Κ.Ε.] τον Δεκέμβριο του 1944 στην Αθήνα καθώς και την περίοδο 1946-49, όταν συμμετείχε σε όλες τις μεγάλες επιχειρήσεις, «...από τα Βαρδούσια στον Ταΰγετο, από τον Πάρνωνα στη Μουργκάνα κι από τον Γράμμο στο Βίτσι...». Για τη δράση του στα πεδία των μαχών παρασημοφορήθηκε με τέσσερις Πολεμικούς σταυρούς και τιμήθηκε με δύο Προαγωγές για ανδραγαθία, όπως και στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου πολέμου και το 1946 προήχθη στο βαθμό του Λοχαγού, ενώ το 1949 προήχθη στο βαθμό του Ταγματάρχου.
Περίοδος 1950-63
Ο Παπαδόπουλος με το βαθμό του Ταγματάρχη συμμετείχε τα μεσάνυχτα της 31ης Μαΐου 1951, στο κίνημα των αξιωματικών [20] που ζητούσαν να ηγηθεί του Ελληνικού κράτους ο Στρατάρχης Αλέξανδρος Παπάγος. Tον ίδιο χρόνο ήταν μέλος του Στρατοδικείου που δίκασε, από τις 19 Οκτωβρίου έως τις 15 Νοεμβρίου 1951, το Νίκο Μπελογιάννη και μειοψήφησε αρνούμενος να τoν καταδικάσει σε θάνατο [21]. Η θανατική ποινή δεν εκτελέστηκε, όμως ο Μπελογιάννης δικάστηκε εκ νέου στις αρχές του 1952, για κατασκοπεία σε βάρος της Ελλάδος, μετά την ανακάλυψη των ραδιοφωνικών πομπών που χρησιμοποιούνταν από τα στελέχη του εκτός νόμου Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος, ώστε να μεταδίδουν πληροφορίες και να επικοινωνούν με την εξόριστη ηγεσία του Κόμματος. Στη δεύτερη δίκη ο Παπαδόπουλος δεν ήταν μέλος του Στρατοδικείου που κι αυτή τη φορά καταδίκασε το Μπελογιάννη σε θάνατο [22]. Από τον Ιούνιο του 1953 έως το Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου, ο Παπαδόπουλος μετεκπαιδεύτηκε και φοίτησε στο Τμήμα Αμερικανικών Μεθόδων από το οποίο αποφοίτησε με βαθμό «Λίαν Καλώς».Ανωτάτη Σχολή Πολέμου
Μεταξύ Δεκεμβρίου 1953 και Απριλίου 1955 φοίτησε, ως μέλος της 9ης Σειράς, στην Ανωτάτη Σχολή Πολέμου, όταν διοικητής της ήταν ο Υποστράτηγος Αθανάσιος Φροντιστής, όπου πρώτευσε. Σύμφωνα με τον Ιωάννη Λαδά, συμμαθητή του Παπαδόπουλου στην Σχολή Πολέμου: «Περί το τέλος της εκπαιδεύσεως, εις το αμφιθέατρον της Σχολής, ο Διευθυντής έδωσε εις τον καθένα μας μία κόλλα χάρτου η οποία περιείχε τα κάτωθι.: «Την πρωίαν της σήμερον, βόρειον Κράτος επετέθη αιφνιδιαστικώς εναντίον της Ελλάδος. Μάχαι δίδονται εις την μεθόριον. Το Γ.Ε.Σ. απεφάσισεν την ίδρυσιν μιας νέας Μεγάλης Μονάδος, πλήρως εξοπλισμένης δι’ ενίσχυσιν της αμύνης του Έθνους. Το Γ.Ε.Σ. επίσης διέταξε την Α.Σ.Π. να ανεύρη τον Διοικητήν της Μεγάλης Μονάδος ταύτης, από τους σπουδαστάς της 9ης Σειράς. Καλείσθε άπαντες διά ψήφου, να επιλέξητε τον Διοικητήν αυτής της Μεγάλης Μονάδος»... Από τους 45 σπουδαστάς, ο Γεώργιος Παπαδόπουλος έλαβε 43 ψήφους, ο Αντισυνταγματάρχης Έρσελμαν 1 ψήφο (ψηφισθείς από τον Γ. Παπαδόπουλο) και ο Αντισυνταγματάρχης Δίπλαρος 1 ψήφο (ψηφισθείς από τον... εαυτό του). Το αποτέλεσμα συγκλόνισε άπαντας, εκπαιδευτάς και εκπαιδευομένους. Και αυτό ήτο αποφασιστικόν διά την περαιτέρω εξέλιξιν του Γ. Παπαδοπούλου, αναγνωρεσθέντων των ποικίλων ικανοτήτων και της υπεροχής του. Ατό εκείνη την ημέρα ωνομάσθη από πολλούς συναδέλφους ως ο «Νάσερ της Ελλάδος».Ταυτόσημη ήταν η άποψη και του διοικητή της σχολής καθώς ο Αθανάσιος Φροντιστής, είπε για τον Παπαδόπουλο «...Κύριοι, άνευ ουδενός ενδοιασμού, θα ανέθετα απ΄ αυτήν την στιγμήν εις τον Ταγματάρχην Παπαδόπουλον διοίκησιν στρατιάς...». Τρείς μήνες πριν την αποφοίτηση του Παπαδόπουλου, εισήλθε στην Ανωτάτη Σχολή Πολέμου η 10η Σειρά προς φοίτηση. Εκείνη την εποχή μυήθηκαν αξιωματικοί της τάξεως 1943, όπως ο Μιχάλης Ρουφογάλης, ο Αντώνης Λέκκας, ο Αντώνης Μέξης, ο Αγαμέμνων Γκράτσιος, ο Δημήτριος Ιωαννίδης και ο αδελφός του Γιώργου, Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος. Στις 11 Απριλίου 1955, ο Γεώργιος Παπαδόπουλος απεφοίτησε από την Ανωτάτη Σχολή Πολέμου με «άριστα», ενώ είχε ήδη λάβει το Μετάλλιο Στρατιωτικής Αξίας Γ’ Τάξεως [23]. Στην τελική του έκθεση κατά την αποφοίτηση της 9ης Σειράς, ο Αθανάσιος Φροντιστής καταχώρησε στον φάκελο του Παπαδοπούλου τις ακόλουθες επισημάνσεις: «Εύστροφος. Πειθαρχικός. Ευθύς αλλά και μαχητικός. Πολύ καλής Γενικής Μορφώσεως. Προωθημένης Πρωτοβουλίας. Σταθεράς υγείας. Γενικώς, Αξιωματικός ευρυτέρας εξελίξεως».
Συνολικά, ο Παπαδόπουλος αποφοίτησε από δέκα παραγωγικά σχολεία των Ενόπλων Δυνάμεων και κατέλαβε την 1η θέση στην αξιολόγηση των καθηγητών του. Το 1956 ο Παπαδόπουλος εντάχθηκε στην οργάνωση «Εθνική Ένωση Νέων Αξιωματικών» [«Ε.Ε.Ν.Α.»] [24] που είχε αρχηγό τον Αντισυνταγματάρχη Γεώργιο Μπάλλα, τον οποίο διαδέχθηκε το 1959, Δημήτριος Πατίλης και στη συνέχεια παρέδωσε την αρχηγία της στον Παπαδόπουλο.
Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών
Ο Παπαδόπουλος όταν υπηρετούσε στην Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών [Κ.Υ.Π.], με το βαθμό του Συνταγματάρχη συμμετείχε ως γραμματέας [25] στη διαμόρφωση του σχεδίου «Περικλής», το οποίο είχε σκοπό τη μείωση της πολιτικής και εκλογικής επιρροής της κομμουνιστικής αριστεράς, που στις εκλογές του 1958, υπό μετωπικό σχήμα με το κόμμα της Ε.Δ.Α. [Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά] του Ηλία Ηλιού, είχε αναδειχθεί αξιωματική αντιπολίτευση. Ο στόχος του σχεδίου αναφέρονταν με την ονομασία «Ενδεικνυόμενα μέτρα, ώστε ο κομμουνισμός εις το εγγύς μέλλον να υποστή κάμψιν και το ποσοστόν του να κατέλθη εις επίπεδα κάτω του 20%». Την ευθύνη για την τελική εφαρμογή του σχεδίου είχε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και η συμμετοχή του Παπαδόπουλου αποκαλύφθηκε στις 23 Φεβρουαρίου 1965 από τον τότε πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου. Οι αποκαλύψεις βασίστηκαν σε ανακριτικό πόρισμα του αντιστράτηγου Χαράλαμπου Λουκάκη σύμφωνα με τις οποίες η διαμόρφωση του σχεδίου «Προμηθεύς», η σύνταξη του οποίου είχε ξεκινήσει το 1959, ολοκληρώθηκε στις 12 Αυγούστου 1961, σε ειδική συνεδρίαση της δευτεροβάθμιας επιτροπής πληροφοριών και διαφωτίσεως του Γ.Ε.ΕΘ.Α., υπό την προεδρία του Α/Γ.Ε.Σ. Καρδαμάκη. Τον Οκτώβριο του 1961 ο Παπαδόπουλος πραγματοποίησε μυστική αποστολή στην Κύπρο, με εντολή της Ελληνικής κυβερνήσεως για διαβουλεύσεις με την κυβέρνηση της Κύπρου.Τον Ιούνιο του 1963 ο Παπαδόπουλος, σε ομιλία του ως καθηγητής στην Σχολή Εθνικής Αμύνης, με θέμα «Γενικαί οργανωτικαί αρχαί μυστικών συνωμοτικών οργανώσεων» είπε: «...Ας αναφωνήσωμεν όλοι μας "Η χώρα κινδυνεύει" και αυτοσυγκινούμενοι εκ της ιδίας ημών προσκλήσεως, ας συγκροτήσωμεν την εθνικήν φάλαγγαν παντού όπου ευρισκόμεθα εντεταγμένοι, προκειμένου να αντιμετωπίσωμεν την απειλήν κατά της χώρας μας. Ο κίνδυνος είναι μέγιστος! Απαιτούνται αγώνες, θυσίες, στρατεύματα, στρατηγοί! Εις ημάς όλους ανήκει η ευθύνη και της συγκροτήσεως και της διευθύνσεως της εθνικής φάλαγγος που θα διεξαγάγη τον αγώνα αλλά και η ευθύνη διεξαγωγής του αγώνος και της προσφοράς των θυσιών...». Στο τέλος του Ιουνίου του ίδιου έτους ήλθε στην Αθήνα, για επίσκεψη ενός μηνός, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας, μετά την απρουσία του στον εορτασμό της χιλιετηρίδας του Αγίου Όρους. Ύστερα από εισήγηση του Δημητρίου Τσάκωνα, του εθνικιστή καθηγητή Κοινωνιολογίας, ο Πατριάρχης Αθηναγόρας δέχθηκε στο Μέγαρο Μαξίμου και συνομίλησε για τρεις ώρες με τον Παπαδόπουλο, για τον οποίο δήλωσε στον Τσάκωνα ότι παρέμενε «Τουρκοφάγος».
Σαμποτάζ στον Έβρο
Στις 4 Ιουλίου 1964, μετά από περισσότερα από πέντε χρόνια υπηρεσιών στην «Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών» [«Κ.Υ.Π.»] μετατέθηκε ως αντισυνταγματάρχης Πυροβολικού, από την κυβέρνηση του κόμματος «Ένωσις Κέντρου» του Γεωργίου Παπανδρέου, σε μονάδα στο νομό Έβρου και τοποθετήθηκε διοικητής στην 117 Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού στο χωριό Ρύζια Ορεστιάδος, όπου μέσα στο χώρο του στρατοπέδου ανέγειρε το Ναό της Αγίας Ειρήνης τον οποίο εγκαινίασε ο τότε Μητροπολίτης Έβρου παρουσία του λαού της περιοχής. Στις 23 Φεβρουαρίου 1965 ο Γεώργιος Παπανδρέου κατέθεσε στη Βουλή το επίσημο κείμενο του σχεδίου «Περικλής» για την επέμβαση στις εκλογές του 1961, «υπογεγραμμένον από την ανωτάτην στρατιωτικήν ηγεσίαν της χώρας» και «εγκεριμένον από τον πρόεδρον της κυβερνήσεως», δηλαδή τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Τις επόμενες ημέρες οι εφημερίδες δημοσίευαν την έκθεση του αντιστράτηγου Χαράλαμπου Λουκάκη καθώς και σχετικά έγγραφα, από τα οποία προέκυπτε, μεταξύ όλων των άλλων, η συμμετοχή του Παπαδόπουλου στις προεκλογικές συνεδριάσεις της Επιτροπής Πληροφοριών και Διαφωτίσεως, δηλαδή στις 11, 12 Αυγούστου και 8 Σεπτεμβρίου 1961. Ο Υποστράτηγος Μανέτας, διοικητής της 6ης Μεραρχίας, με πρόσχημα τη δήθεν κακή εικόνα της μονάδος του, της 117 Μοίρας Πεδινού Πυροβολικού, το 1965 τιμώρησε τον Παπαδόπουλο με φυλάκιση 40 ημερών [26].Ο Παπαδόπουλος κατηγορήθηκε αναπόδεικτα, για το λεγόμενο «σαμποτάζ του Έβρου» στις 11 Ιουνίου 1965. Οι αντίπαλοι του τον κατηγορούν ότι σε συνεργασία με τον υπεύθυνο αξιωματικό Πληροφοριών στο 2ο γραφείο της μονάδος ανθυπολοχαγό Ευάγγελο Καρλιαύτη, χρησιμοποίησε το στρατιώτη Ελευθέριο Ψήνα και επιχείρησε δολιοφθορά στρατιωτικών οχημάτων, με τη φερόμενη ρίψη ζάχαρης στα ρεζερβουάρ τους από στρατιώτες αριστερών πολιτικών φρονημάτων. Φημολογείται ότι αξιωματικός της μονάδος, υπέδειξε σε στρατιώτη από οικογένεια με αριστερή ιδεολογική τοποθέτηση, να προκαλέσει βραχυκύκλωμα σε ένα όχημα. Ο στρατιώτης συνελήφθη και την επόμενη μέρα είχαν την ίδια τύχη και άλλοι συνάδελφοί του, που στα οχήματα τους είχαν παρουσιαστεί βλάβες, ενώ η ενέργεια αποδόθηκε σε συνωμοσία που οργανώθηκε από τον παράνομο μηχανισμό του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος. Το πόρισμα της προανακρίσεως που συνέταξε ο λοχαγός Ιωάννης Μπότσας της 117 Μ.Π.Π. στάλθηκε στις 11 Ιουνίου 1965, ιεραρχικά στην XII Μεραρχία και από εκεί στο προϊστάμενο Γ' Σώμα Στρατού. Ο Διοικητής του Γ' Σώματος αντιστράτηγος Κωνσταντίνος Τσολάκας, διέταξε την ίδια ημέρα, τη διεξαγωγή τακτικής ανακρίσεως για «δολιοφθορά πολεμικού υλικού», την οποία ανέλαβε ο εισηγητής του Διαρκούς Στρατοδικείου Θεσσαλονίκης λοχαγός Νικόλαος Νικολαΐδης, υπό την εποπτεία του Βασιλικού επιτρόπου αντισυνταγματάρχη Κωνσταντίνου Γκόπη. Το πόρισμα, με τελικό αποδέκτη το Γενικό Επιτελείο Στρατού [Γ.Ε.Σ.], δημοσιεύθηκε στις συντηρητικές εφημερίδες, «Ακρόπολις», «Εθνικός Κήρυξ» και «Ελληνικός Βορράς» [27], η οποία ανέφερε, λανθασμένα, ότι σύμφωνα με το πόρισμα, χρησιμοποιήθηκε ζάχαρη για το σαμποτάρισμα τεθωρακισμένων, είδηση που διέψευσε το Υπουργείο Εθνικής Αμύνης. Η αναφορά του Παπαδόπουλου, μεταξύ άλλων, ανέφερε «...Δέν ευρισκόμεθα πρό μηχανισμού τής Ε.Δ.Α., άλλα του παρανόμου μηχανισμού του Κ.Κ.Ε.», σκοπός του οποίου «..θά πρέπη νά θεωρηθή ήδη αι δολιοφθοραί καί ενδεχομένως δολοφονία στελεχών του Στρατού». Απέδιδε δε στους στρατιώτες ότι «..έλαβον έντολήν [σ.σ. από τον παράνομο μηχανισμό του Κ.Κ.Ε.] όπως φονεύσουν διά φονικού οργάνου τόν διοικητήν τής 117 Μοίρας», δηλαδή τον Παπαδόπουλο.
Τις μέρες που ακολούθησαν έγιναν συλλήψεις συγγενών των στρατιωτών που φέρονταν αναμεμειγμένοι, όμως οι τακτικοί ανακριτές της στρατιωτικής δικαιοσύνης, ο λοχαγός Νικόλαος Νικολαΐδης και ο Βασιλικός επίτροπος αντισυνταγματάρχης Κωνσταντίνος Γκόπης, απάλλαξαν τους περισσότερους, θεωρώντας ότι οι ομολογίες τους ήταν προϊόν βασανιστηρίων. Αντιθέτως στις 20 Ιουλίου, ασκήθηκε δίωξη κατά αξιωματικών που θεωρήθηκαν φυσικοί αυτουργοί, καθώς και εναντίον του Παπαδόπουλου για ηθική αυτουργία [28] και επιχειρήθηκε από τον «Α.Σ.Π.Ι.Δ.Α.» η απόδοση ευθυνών σ΄ αυτόν με σκοπό την αποστρατεία του. Εφημερίδες της εποχής αναφέρθηκαν τότε στον Παπαδόπουλο, αποκαλώντας «Νάσερ» της Ελλάδος, και ο Παπαδόπουλος ζήτησε, μέσω της υπηρεσιακής οδού, να του δοθεί άδεια να μηνύσει τις εφημερίδες, διαδικασία που δεν επέτρεψε ο Κωνσταντίνος Τσολάκας, Αντιστράτηγος-διοικητής του Γ' Σώματος Στρατού.
Ο Παπαδόπουλος απαλλάχθηκε στις 29 Νοεμβρίου 1965, δύο ημέρες πριν την έναρξη της δίκης του, με βούλευμα το οποίο συντάχθηκε από τον Θεμιστοκλή Δηματάτη, αντισυνταγματάρχη της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης, επί αρχηγού Γ.Ε.Σ. του Γρηγορίου Σπαντιδάκη. Ο Νίκος Φαρμάκης, τότε βουλευτής της Ε.Ρ.Ε. στο νομό Αιτωλοακαρνανίας σε συνέντευξη του [29] στο δημοσιογράφο Στέλιο Κούλογλου υποστήριξε ότι για τη διάσωση του Παπαδόπουλου από τον κίνδυνο της αποστρατείας μετά το λεγόμενο «Σαμποτάζ του Έβρου», μεσολάβησε ο διοικητής της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών [Κ.Υ.Π.], στρατηγός Αλέξανδρος Νάτσινας, ενώ κάποιοι από τους αρχικά συλληφθέντες που οδηγήθηκαν στο Στρατοδικείο, ομολόγησαν τις πράξεις τους και καταδικάστηκαν σε ποινές φυλακίσεως. Ο Ηλίας Ηλιού αρχηγός του κόμματος «Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά» [«Ε.Δ.Α.»] μιλώντας στη Βουλή, στις 23 Ιουνίου 1965, κατονόμασε τον Παπαδόπουλο, ως εγκέφαλο μελλοντικού κινήματος [30] [31]. Ο Ανδρέας Παπανδρέου γράφει ότι ο Παπαδόπουλος ήθελε να αποδείξει ότι υπό την κυβέρνηση της Ενώσεως Κέντρου, οι κομμουνιστές είχαν αφεθεί ελεύθεροι να υπονομεύουν την εθνική ασφάλεια. Ο Παπαδόπουλος στη συνέχεια μετατέθηκε, μετά από τη διαμεσολάβηση του Αντώνη Σκαρμαλιωράκη στον Σπαντιδάκη, και υπηρέτησε ως υποδιευθυντής του 2ου Ε.Γ. της 1ης Στρατιάς στη Λάρισα. Στις αρχές του 1967 ο Παπαδόπουλος ήταν υποδιευθυντής στο 3ο Επιτελικό Γραφείο στο Γενικό Επιτελείο Στρατού [Γ.Ε.Σ.].
21η Απριλίου 1967
Το 1965 ο τότε Συνταγματάρχης Στυλιανός Παττακός υπηρετούσε ως Διοικητής της 2ας Διοικήσεως Μάχης της XX Τεθωρακισμένης Μεραρχίας. Με τον Παπαδόπουλο είχαν γνωρισθεί από παλαιά, όμως είχαν συνδεθεί στενά το 1964, οπότε ο Παττακός είχε μυηθεί στο προειτομαζόμενο κίνημα. Ο ίδιος ο Παττακός δήλωσε: «...Ιδιαιτέρως είχαμε αναπτύξει σχέσεις όταν εγώ υπηρετούσα εις το Β’ Σώμα Στρατού. Συναντώμεθα εις το Διδυμότειχον, εις την Νέα Σάντα [32] και ανταλλάσσαμε απόψεις οι δυο μας περί του μέλλοντος της Πατρίδος μας. Αι ανταλλαγαί αυταί απόψεων, είχαν αρχίσει από το 1964..».Γενικό κλίμα
Ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος Β' στο διάγγελμα του της 1ης Ιανουαρίου 1966, ανέφερε μεταξύ άλλων, ότι «....ο κομμουνισμός αποτελεί μίασμα γεννηθέν έξω της Ελλάδος, εμπνεόμενον και κινούμενον έξωθεν. Ηθική του είναι το ψεύδος και η προδοσία. Μολύνει και καθιστά ανύποπτον εχθρόν της Πατρίδος πάντα ερχόμενον εις επαφήν με αυτόν, άτομον ή ομάδα, πάντα καλόν Έλληνα, μη διαβλέποντα τον κίνδυνον». Το διάγγελμα προκάλεσε τις έντονες αντιδράσεις της αριστεράς, που είχαν ως αποτέλεσμα να παραιτηθεί στις 5 Ιανουαρίου, ο Κωνσταντίνος Χοϊδάς διευθυντής του πολιτικού γραφείου του βασιλιά, ο οποίος αναφέρθηκε ως ο συντάκτης του διαγγέλματος. Στις 17 Ιανουαρίου ο Άγγελος Αγγελούσης, βουλευτής Σερρών του κόμματος «Ένωσις Κέντρου», κατήγγειλε ότι ο αντισυνταγματάρχης Παπαδόπουλος τοποθετήθηκε επικεφαλής του Γραφείου Πληροφοριών, γνωστό ως Α2, της Στρατιάς στη Λάρισα.Στις 23 Ιανουαρίου 1966 η εφημερίδα «Ελληνικός Βορράς» στη Θεσσαλονίκη δημοσίευσε μία ανοικτή «Ανοικτή Επιστολή Αξιωματικών προς τον Βασιλέα» με υπογραφή: «Αξιωματικοί». Ο τίτλος της ήταν «Ο Στρατός Λύει την Σιωπήν του» και μεταξύ άλλων έλεγε:
«Μεγαλειότατε, Εάν η Ελλάς εσάπισε, καλώς να αποθάνη, όπως συνέβη εις τας παραμονάς της Ρωμαιοκρατίας και της Τουρκοκρατίας. Αλλ’ ευτυχώς δεν συμβαίνει αυτό. Εσάπισεν η πλειονότης των παριστώντων την ηγεσίαν. Και από τους σεσηπότας πρέπει να απαλλαγή η Χώρα δια να επιβιώση και να μεγαλουργήση και πάλιν. Αυτής της σεσηπυίας ηγεσίας, της μαλθακότητος και της απαθείας της, επωφελείται ο κομμουνισμός και κρούει -εν συμμαχία ατυχώς με εθνικώς εστεγασμένους Έλληνας- την εσωτερικήν πύλην του οχυρού της Ελλάδος...».
Την επιστολή είχε συντάξει ο Στυλιανός Παττακός ο οποίος αναφέρει σχετικά: «Τον Ιανουάριο του 1966, ως Διοικητής της 2ας Δ.Μ. συνέταξα προσωπικώς επιστολήν προς τον Βασιλέα. Εκάλεσα εν συνεχεία έναν αξιωματικό της Μονάδος μου, τον Αντισυνταγματάρχη Κωνσταντίνο Παπαφιλίππου και του ζήτησα να μου πη τις απόψεις του. Συνεφώνησε μαζί μου. Πήγαμε μαζί εις την εφημερίδα «Ελληνικός Βορράς». Ευρήκαμε τον Κ. Κύρου ο οποίος την εμελέτησε και μας είπε: «Θα πάτε φυλακή». Δεν πειράζει, του είπαμε. «Εμείς θέλουμε το καλό της Πατρίδος και ας πάμε φυλακή». Πράγματι ο Κύρου την εδημοσίευσε. Την επομένην ήρχισαν ανακρίσεις. Επήγα τότε στον Αντιστράτηγο τον Γ΄Σώματος Στρατού Κατσαδήμα και του είπα: «Μη κάνετε ανακρίσεις. Την επιστολή την έκανα εγώ. Απηχεί τας απόψεις των Αξιωματικών. Είμαι βέβαιος ότι και σεις συμφωνείτε μ’ αυτήν την επιστολήν. Η κατάστασις έχει φθάσει εις το απροχώρητον»...».
Σύμφωνα με έκθεση της Αμερικανικής Υπηρεσίας Πληροφοριών που έχει ημερομηνία 7 Μαρτίου 1966, «....Λίγο πριν από τη συγκέντρωση της Ένωσης Κέντρου στην Αθήνα στις 16 Φεβρουαρίου 1966, ο αντισυνταγματάρχης Γεώργιος Παπαδόπουλος ήρθε στην Αθήνα και επικοινώνησε με τους άλλους συνταγματάρχες. Συζήτησαν το ενδεχόμενο οργάνωσης πραξικοπήματος εφόσον κρινόταν αναγκαίο για να αποτραπούν εκδηλώσεις βίας που θα προκαλούνταν από την Ε.Δ.Α. ή και τον Γεώργιο Παπανδρέου κατά τη συγκέντρωση. Ο Παπαδόπουλος είπε στους στρατιωτικούς με τους οποίους είχε επαφές, πως ο αρχηγός του Γ.Ε.Σ. αντιστράτηγος Γρηγόρης Σπαντιδάκης τον είχε καλέσει στην Αθήνα...». Στα τέλη Απριλίου του ίδιου χρόνου ο Παπαδόπουλος τοποθετήθηκε επικεφαλής του 7ου επιτελικού γραφείου του ΓΕΣ, κι ανέλαβε υπεύθυνος για τις «ψυχολογικές επιχειρήσεις», τη «διαφώτιση» και την «πολιτική προπαγάνδα».
Την ίδια χρονική περίοδο ο δημοσιογράφος Σάββας Κωνσταντόπουλος, μετέπειτα δημοσιογραφικός εκφραστής των πολιτικών και ιδεολογικών θέσεων του καθεστώτος της 21ης Απριλίου, πραγματοποίησε τέσσερις ομιλίες-διαλέξεις στο ξενοδοχείο «Χίλτον» στην Αθήνα. Μεταξύ των ακροατών του συγκαταλέγονταν ο πρωθυπουργός Στέφανος Στεφανόπουλος, οι αντιπρόεδροι της κυβερνήσεως Γεώργιος Αθανασιάδης-Νόβας και Ηλίας Τσιριμώκος, πολιτικοί όπως ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο Σπυρίδων Μαρκεζίνης, δεκάδες υπουργών και πολλοί άλλοι. Σε μια από τις ομιλίες του ο Κωνσταντόπουλος επισήμανε ότι «....Προκύπτει το ενδεχόμενο μιας διαιτητικής δικτατορίας που θα θελήση να ματαιώση την επιβολή της μιας παρατάξεως επί της άλλης, θα τις χωρίση, θα σταθή έξω και πάνω από όλους και θα περιμένη να συνέλθουν, να αλλάξουν μυαλά, για να θέση πάλι σε κίνηση τους θεσμούς της Δημοκρατίας... Και όταν η δικτατορία γίνεται αναγκαία, είτε από σφάλματα του πολιτικού κόσμου είτε από άλλες εξαιρετικές συνθήκες, νομιμοποιείται στην κοινή συνείδηση. Η αναγκαιότητα κάνει τη δικτατορία χρήσιμη. Δεν μπορούμε δυστυχώς να πούμε ότι κάθε δικτατορία είναι κακή. Υπάρχουν και δικτατορίες ωφέλιμες...».
Το πρωί της 21ης Δεκεμβρίου 1966 παραιτήθηκε ο πρωθυπουργός Στέφανος Στεφανόπουλος και στις 6 το απόγευμα της ίδιας ημέρας ανατέθηκε εντολή σχηματισμού κυβερνήσεως στο διοικητή της Εθνικής Τράπεζας Ιωάννη Π. Παρασκευόπουλο, η υπηρεσιακή κυβέρνηση του οποίου ορκίστηκε στις 22 Δεκεμβρίου. Στις 2 Ιανουαρίου 1967, έγιναν οι κρίσεις των ανώτατων αξιωματικών, προαγωγές υποστρατήγων και τοποθετήσεις αντιστρατήγων, στις οποίες προήχθη κατ' εκλογήν σε αντιστράτηγο ο Οδυσσέας Αγγελής και τοποθετήθηκε υπαρχηγός του Γ.Ε.ΕΘ.Α., [Γενικό Επιτελείο Εθνικής Αμύνης], ενώ ο Γεώργιος Ζωιτάκης ανέλαβε τη διοίκηση του Γ' Σώματος Στρατού στη Θεσσαλονίκη. Το Μάρτιο του 1967 ο εκδότης Ιωάννης Πασσάς, στο σπίτι του δικαστικού που διατέλεσε και πρωθυπουργός Δημήτριου Κιουσόπουλου, παρουσία των Στέφανου Στεφανόπουλου και Σπυρίδωνα Μαρκεζίνη αναφέρθηκε στο ενδεχόμενο Στρατιωτικής Επαναστάσεως και ο Παπαγεωργόπουλος, τότε αρχηγός της Κ.Υ.Π., του έβαλε τις φωνές λέγοντας, «Μα τι είναι αυτά πού λέτε; Ποίος θα κάνη την επανάσταση;... Αυτά είναι απαράδεκτα και αδύνατα.» [33].
Την κυβέρνηση Ιωάννη Παρασκευόπουλου διαδέχθηκε στις 3 Απριλίου 1967 η κυβέρνηση υπό τον Παναγιώτη Κανελλόπουλου. Το μεσημέρι της 14ης Απριλίου ο φρούραρχος της Βουλής θυροκόλλησε το διάταγμα διαλύσεως της ολομέλειας, καθώς ο Κανελλόπουλος πείστηκε ότι ήταν αδύνατο να πάρει ψήφο εμπιστοσύνης και προκήρυξε εκλογές για τις 28 Μαΐου, ώστε να παραμείνει υπηρεσιακός πρωθυπουργός ο ίδιος. Σύμφωνα με δημοσιεύματα της εποχής «... θα έπρεπε να αποτραπούν αι προετοιμαζόμεναι εκλογαί, διότι ούτως ή άλλως αι συνεχιζόμεναι οξύτητες από τον Ανδρέα Παπανδρέου κυρίως, ο οποίος ηπείλει ότι εάν η Ένωσις Κέντρου εκέρδιζεν τας εκλογάς θα εσχημάτιζεν Κυβέρνησιν εις την πλατείαν Συντάγματος, αγνοών τα Ανάκτορα, θα προκαλούσαν ανάφλεξιν..» [34].
Οι Σπύρος Ζουρνατζής και Γρηγόρης Μιχαλόπουλος γράφουν ότι «... (...) είχε προαναγγείλει ο Ανδρέας Παπανδρέου ότι το βράδυ των εκλογών και με απλή πλειοψηφία όχι κοινοβουλευτική, της Ενώσεως Κέντρου του μπαμπά του, θα ώρκιζαν Κυβέρνηση στην Πλατεία Συντάγματος και θα τηλεφωνούσαν στον Βασιλέα την σύνθεσή της...» [35]. Ο Στυλιανός Παττακός, εκ των πρωταγωνιστών του καθεστώτος. γράφει ότι «... αλλ' ακόμη και άν φθάσωμεν εις τας κάλπας, το αποτέλεσμα δεν θα γίνη παραδεκτόν υπό των ηττημένων, οι οποίοι το δηλώνουν από τούδε, είς μάλιστα τούτων ο Ανδρέας Γ. Παπανδρέου εδήλου ότι εάν το αποτέλεσμα θα ήτο δυσμενές δι' αυτόν, θα εκάλει τον λαόν εις την πλατείαν Συντάγματος και ενώπιόν του -ερήμην του Ανωτάτου Άρχοντος- θα ώρκιζε Κυβέρνησιν υπ' αυτόν!...» [36].
Επικράτηση
Ο Παπαδόπουλος εκλέχθηκε με ομοφωνία αρχηγός, ως πρώτος μεταξύ ίσων, μετά από ψηφοφορία των μελών της 15μελούς Επαναστατικής επιτροπής, την οποία αποτελούσαν στην πλειοψηφία τους συνταγματάρχες της τάξεως του 1940, της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων, με τη σύμπραξη του Ταξιάρχου των Τεθωρακισμένων Στυλιανού Παττακού. Ο Παπαδόπουλος από κοινού με τον Παττακό και τον Νικόλαο Μακαρέζο, Συνταγματάρχη Πυροβολικού, φίλο και συμμαθητή του από τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, οργάνωσαν και εκτέλεσαν το κίνημα που κατέληξε στην επικράτηση του καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967. Αργά το απόγευμα της 20ης Απριλίου, οι τρεις άνδρες είχαν συμπροσευχηθεί στο ναό της Αγίας Βαρβάρας, προστάτιδας του Πυροβολικού, στο Χαλάνδρι.Στις 9 το βράδυ της ίδιας μέρας, οι στρατιωτικοί που συμμετείχαν στην Επαναστατική Επιτροπή, μεταξύ τους και ο Παπαδόπουλος, συνεδρίασαν για τελευταία φορά στο σπίτι του αντισυνταγματάρχη Μιχαήλ Μπαλόπουλου στην οδό Κυδωνίων στη Νέα Σμύρνη, όπου συζήτησαν τις τελευταίες λεπτομέρειες του στρατιωτικού κινήματος. Η τελευταία σύσκεψη είχε προγραμματιστεί για τις 11 το βράδυ στο σπίτι του Δημήτρη Ιωαννίδη στο Γαλάτσι λίγη ώρα πριν ξεκινήσει ο καθένας για το γραφείο ή την Μονάδα του. Σύμφωνα με μαρτυρίες ο Παπαδόπουλος πρότεινε να αναβάλουν το στρατιωτικό κίνημα κατά είκοσι τέσσερις ώρες, όμως ο Παττακός αρνήθηκε κι η διαφωνία τους κράτησε αρκετή ώρα. Έτσι ο Παττακός τους ανακοίνωσε ότι εκείνος θα ξεκινούσε είτε τον ακολουθούσαν, είτε όχι, πληροφορία που επιβεβαίωσε ο Παττακός σε συνέντευξη που παραχώρησε στο δημοσιογράφο Αλέξη Παπαχελά.
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα της 21ης Απριλίου ο Στυλιανός Παττακός, τότε Διοικητής του Κέντρου Εκπαιδεύσεως Τεθωρακισμένων, κάλεσε στο γραφείο του τον Υποδιοικητή, Συνταγματάρχη Κωνσταντίνο Μαυροειδή και τον Επόπτη Ασφαλείας, Επίλαρχο Ηλία Θεοδωρόπουλο, και τους διέταξε να θέσουν το Κέντρο «...εις ενισχυμένον συναγερμόν, βάσει του σχεδίου "Προμηθεύς"..». Στις 01:30 μετά τα μεσάνυχτα μιλώντας σε συγκέντρωση Αξιωματικών, Δοκίμων Αξιωματικών και Μονίμων Υπαξιωματικών, τους ανακοίνωσε ότι «...αι Ένοπλοι Δυνάμεις της Πατρίδος μας απεφάσισαν να θέσουν τέρμα εις το χάος εις το οποίον ωδηγείτο η Πατρίς υπό της φαύλου πολιτικής ηγεσίας της!..».
Τη Μεγάλη Παρασκευή 21 Απριλίου 1967, την 1:45 μετά τα μεσάνυχτα ο Παπαδόπουλος έφτασε στο Κέντρο Τεθωρακισμένων στου Γουδή, στη μονάδα του ταξιάρχου Παττακού, μαζί με τον Νικόλαο Μακαρέζο. Στις 2:00 τα άρματα μάχης εξήλθαν από το στρατόπεδο, με τον Παττακό, μετά του Ιλάρχου Διοικητού του Σχηματισμού, να επιβαίνει στο πρώτο άρμα που κινήθηκε προς το Υπουργείο Εθνικής Αμύνης, το οποίο κατέλαβαν. Σύμφωνα με το σχέδιο δράσεως από τις δύο τα ξημερώματα της Μεγάλης Παρασκευής της 21ης Απριλίου 1967, έπρεπε να εφαρμοστεί το σχέδιο «Προμηθεύς» και να κινηθούν οι στρατιωτικές μονάδες, που κατάργησαν την κυβέρνηση του Παναγιώτη Κανελλόπουλου, τον οποίο συνέλαβε εικοσαμελής ομάδα στρατιωτών, υπό τις διαταγές του λοχαγού Ηρακλή Θωμά, συγχωριανού, υπασπιστή και στενού συνεργάτη του στρατηγού Οδυσσέα Αγγελή.
Μία από τις πρώτες ενέργειες των επαναστατών ήταν να συλλάβουν τον αρχηγό του Γ.Ε.Σ. αντιστράτηγο Γρηγόρη Σπαντιδάκη και να τον αντικαταστήσουν με τον Οδυσσέα Αγγελή, που έδωσε εντολή σε όλους του μεγάλους στρατιωτικούς σχηματισμούς της χώρας να εφαρμόσουν το σχέδιο «Προμηθεύς». Λίγη ώρα αργότερα, τέθηκε σε πλήρη εφαρμογή σε ολόκληρη τη χώρα το σχέδιο εκτάκτου ανάγκης, το οποίο πρόβλεπε την αναγκαστική ανάληψη της εξουσίας από το στρατό με σκοπό την εξουδετέρωση κομμουνιστικής εξεγέρσεως, με αποτέλεσμα να κινηθούν όλες οι στρατιωτικές μονάδες της Αττικής, ενώ ο διοικητής της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων, Δημήτρης Ιωαννίδης, κινητοποίησε το τάγμα της σχολής και τη Στρατιωτική Αστυνομία. Ο Ταξίαρχος Στυλιανός Παττακός είπε χαρακτηριστικά πως «..Ουδαμού συνάντησα εχθρόν. Προελαύνων προς Ραδιοφωνικόν Σταθμόν, Βουλήν, Ανάκτορα και Οργανισμό Τηλεπικοινωνιών». Στις 02.30 το Πεντάγωνο καταλαμβάνεται από την Β' Μοίρα Καταδρομών. Σε λίγο φτάνει ο Γεώργιος Ζωιτάκης και οδηγείται στο γραφείο του Παπαδόπουλου. «....Στρατηγέ μου, πρέπει να σου ζητήσω συγγνώμη γι' αυτό που έγινε. Το πράξαμε όμως για να μη σας φέρουμε σε δύσκολη θέση, επειδή δώσατε το λόγο της στρατιωτικής σας τιμής. Εάν σας λέγαμε ότι προχωράμε, είμεθα βέβαιοι ότι θα συμφωνούσατε μαζί μας, πλην όμως θα ήσαστε ένας άτιμος στρατηγός που παρέβη το λόγο της στρατιωτικής του τιμής, ενώ εμείς σας θέλουμε έντιμο στρατηγό..», είπε στο Ζωιτάκη ο Γεώργιος Παπαδόπουλος.
Ο Ιωάννης Λαδάς αποκάλυψε ότι «η οργάνωση υπήρχε από τότε που είμαστε στη Σχολή Πολέμου, το '53, το '54», συμπληρώνοντας ότι η ιδέα ήταν «όλων μαζί», αν και αναγνώρισε ότι ήδη ξεχώριζε ο Παπαδόπουλος διότι «είχε αποκαλύψει τις πολιτικές ικανότητες του από ταγματάρχης ακόμη, στις αναλύσεις της πολιτικής καταστάσεως». Ο Σπύρος Μαρκεζίνης, ηγέτης του Κόμματος των Προοδευτικών, είχε προαναγγείλει το στρατιωτικό κίνημα λέγοντας «εκλογές δεν θα γίνουν. Φοβούμαι τον άγνωστο συνταγματάρχη». Η αριστερή εφημερίδα «Αυγή» δημοσίευε εκείνες τις ημέρες τρία προγραμματισμένα άρθρα υπό τον τίτλο «Γιατί δεν πρόκειται να γίνει δικτατορία», τα οποία είχαν γραφτεί από τον Άγγελο Διαμαντόπουλο, μετέπειτα μέλος του Εκτελεστικού Γραφείου του Κ.Κ.Ε. Εσωτερικού. Από τα άρθρα αυτά είχαν δημοσιευθεί μόνο τα δύο, ενώ το τρίτο έμεινε στο τυπογραφείο, καθώς ήταν προγραμματισμένο να δημοσιευθεί ανήμερα της ημέρας του κινήματος. Στις 3:30 τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου 1967, η Επανάσταση είχε επικρατήσει αναίμακτα, ενώ με συντακτική πράξη στη διάρκεια της ημέρας ανεστάλησαν οι διατάξεις του Συντάγματος και ματαιώθηκαν οι εκλογές της 28ης Μαΐου 1967. Εκτός από τις εφημερίδες και γενικότερα τα αριστερά έντυπα που έκλεισε το καθεστώς της 21ης Απριλίου, μόνο η δημοσιογράφος και εκδότης Ελένη Βλάχου, έκλεισε οικειοθελώς τις εφημερίδες «Καθημερινή» και «Μεσημβρινή». Ο ελληνικός λαός αποδέχθηκε το στρατιωτικό καθεστώς με απάθεια και δεν εκδηλώθηκε κανενός είδους αντίσταση.
Συνάντηση με τον βασιλιά Κωνσταντίνο
Στις 5:30' το πρωί της 21ης Απριλίου 1967 η τριανδρία, την οποία συνόδευε ο Νικόλαος Φαρμάκης, που είχε εκλεγεί βουλευτής του κόμματος «Εθνική Ριζοσπαστική Ένωσις» [«Ε.Ρ.Ε.»] και ήταν προσωπικός φίλος του Βασιλιά αλλά και του Παπαδόπουλου, ζήτησε συνάντηση με τον Ανώτατο Άρχοντα στο Τατόι, το οποίο την ίδια ώρα ήταν περικυκλωμένο από άρματα μάχης. Πριν να εισέλθουν όλοι παρέδωσαν τα όπλα τους, ο Παπαδόπουλος κράτησε τις σφαίρες του περιστρόφου του, στο φυλάκιο εισόδου. Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος τους δέχτηκε στο γραφείο του, όπου του εξέθεσαν τα αίτια του στρατιωτικού κινήματος, δηλαδή την απειλή της κομμουνιστικής επαναστάσεως και τον κίνδυνο της διολισθήσεως της Ελλάδας στο Παραπέτασμα [38], τους σκοπούς του, την οικονομική εξυγίανση και ανόρθωση της χώρας, την απαλλαγή της από τον κομμουνιστικό κίνδυνο και τους συνοδοιπόρους του και τον κάλεσαν να επιδείξει πνεύμα ειλικρινούς συνεργασίας με την Επανάσταση και να συναινέσει στο σχηματισμό και την ορκωμοσία της κυβερνήσεως τους.
Προτού απαντήσει ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος ο Παπαδόπουλος του παρέδωσε επιστολή του στρατηγού Γρηγορίου Σπαντιδάκη, αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Στην επιστολή του ο Σπαντιδάκης εξυμνούσε τα κίνητρα των συνταγματαρχών, διακήρυττε ότι έσωσαν τη χώρα από το χάος και παρείχε εγγυήσεις για το ακλόνητο της θέσεως του στέμματος και της δυναστείας. Αργότερα ο βασιλιάς Κωνσταντίνος διηγήθηκε στο στενό φίλο του Τάκη Χορν, «Έβραζα από θυμό. Ο Παπαδόπουλος ήταν αναιδής και θρασύς. Μου μιλούσε κουνώντας διαρκώς το δάκτυλό του. Έβγαλα το άχτι μου, αφήνοντας και τους τρεις ορθούς καθ' όλη τη διάρκεια της συνομιλίας μας».
Στις 6:30', περίπου, το πρωί της 21ης Απριλίου 1967 ο Ραδιοφωνικός Σταθμός των Ενόπλων Δυνάμεων στην Αθήνα, ανήγγειλε στους ακροατές του και μέσω του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας [Ε.Ι.Ρ.] σε ολόκληρη την Ελλάδα, ότι «Λόγω της δημιουργηθείσης εκρύθμου καταστάσεως, από του μεσονυκτίου ο Στρατός ανέλαβε την διακυβέρνηση της χώρας. Εντός ολίγου θα μεταδοθεί διάγγελμα του αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων». Η ανάληψη της εξουσίας έγινε στο όνομα του Βασιλιά Κωνσταντίνου Β', ενώ σ' ένα επόμενο διάγγελμα ο σταθμός ενημέρωνε για το «Βασιλικόν Διάταγμα περί αναστολής των άρθρων 5, 6, 8, 10, 11, 12, 14, 18, 20, 95, 97 του Συντάγματος. Κωνσταντίνος Βασιλεύς των Ελλήνων. Έχοντες υπόψη το άρθρον 91 του ισχύοντος Συντάγματος και κατόπιν εισηγήσεως της Κυβερνήσεως αναστέλλομεν τα άρθρα 5, 6, 8, 10, 11, 12, 14, 18, 20, 95 και 97 του ισχύοντος Συντάγματος λόγω εκδήλου απειλής της δημοσίας ασφαλείας εξ εσωτερικών κινδύνων. Ο αρμόδιος επί των Εσωτερικών υπουργός θέλει δημοσιεύσει και εκτελέσει το Διάταγμα τούτο. Κωνσταντίνος, Βασιλεύς των Ελλήνων, ο Πρόεδρος της Κυβερνήσεως, τα Μέλη.»
Η αναστολή των άρθρων 5,6,8,10,11,12,14,18,20,95 και 97 του Συντάγματος σήμαινε ότι δεν ίσχυαν πλέον οι διατάξεις του οι οποίες προέβλεπαν:
- Ότι κανένας δε συλλαμβάνεται χωρίς δικαστικό ένταλμα,
- Το δικαίωμα της ελεύθερης συγκεντρώσεως προσώπων,
- Το δικαίωμα της ίδρυσης και συμμετοχής σε σωματεία,
- Το δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου,
- Το απαραβίαστο της αλληλογραφίας.
Χαρακτηριστικό της αποφασιστικότητας των στρατιωτικών που ηγούνταν του κινήματος ήταν το γεγονός ότι ο Παττακός δήλωσε στο βασιλιά «Οι Επαναστάτες δεν συζητούν, απαιτούν!». Έτσι ο Κωνσταντίνος δέχθηκε να μεταβεί στο Πεντάγωνο για την τελική συνάντηση. Στο Πεντάγωνο ο βασιλιάς Κωνσταντίνος συνάντησε τον πρωθυπουργό Παναγιώτη Κανελλόπουλο για λίγα λεπτά, ο οποίος του εισηγήθηκε να μη συνεργαστεί µε «τους σφετεριστές της εξουσίας», όπως χαρακτήρισε τους επαναστάτες αξιωματικούς και να τους καταγγείλει στον ελληνικό λαό αλλά και στη διεθνή κοινότητα. Παράλληλα τον συμβούλεψε να διατάξει τους αξιωματικούς να καταθέσουν τα όπλα, όμως ο βασιλιάς δεν είχε υπό τον έλεγχο του κανέναν από αυτούς που οπλοφορούσαν. Αντίθετα ο Σπύρος Μαρκεζίνης εξέφρασε την άποψη να υπάρξει συμβιβασμός με τους επαναστάτες.
Αντίκτυπος
Ξημερώνοντας η 21η Απριλίου 1967 αιφνιδιασμένοι από τις εξελίξεις ήταν και οι Αμερικανοί, που δεν περίμεναν την κίνηση του Παπαδόπουλου. Τον πρεσβευτή των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής στην Αθήνα, τον Φίλιπ Τάλμποτ, ξύπνησε ο Διονύσης Λιβανός, ανιψιός του πρωθυπουργού Παναγιώτη Κανελλόπουλου, ο οποίος του ανακοίνωσε την είδηση της εκδηλώσεως της επαναστάσεως. Όπως προκύπτει από τα αποχαρακτηρισμένα αρχεία των Hνωμένων Πολιτειών Αμερικής, και σύμφωνα με όσα γράφει ο δημοσιογράφος Αλέξης Παπαχελάς, «...ο σταθμάρχης της C.I.A. Tζακ Μώρυ και ο δεύτερος στην ιεραρχία του σταθμού Χάρρυ Γκρήν έδειχναν αιφνιδιασμένοι από τις εξελίξεις..» [40]. Στην Ουάσιγκτον, ο Ελληνικής καταγωγής Τομ Καραμεσίνης, υπεύθυνος επιχειρήσεων της C.I.A., ενημερώθηκε από τον Μπρούστερ, τον υπεύθυνο επί των Ελληνικών υποθέσεων μετά τις 8 το πρωί της ίδιας ημέρας [41].Η συντηρητική εφημερίδα «Καθημερινή» στην πρώτη σελίδα δημοσίευσε ένα μονόστηλο με τίτλο «Την 2αν πρωινήν εξερράγη στρατιωτικόν κίνημα. Συνελήφθησαν πολιτικοί άνδρες», ενώ η αριστερή εφημερίδα «Αυγή» πάνω από τον τίτλο της έγραφε, «Συνελήφθησαν από στρατιωτικούς οι Μ. Γλέζος, Λ. Κύρκος, Α. Παπανδρέου [42]. Ασυνήθιστες κινήσεις στρατιωτικών και αστυνομικών δυνάμεων». Το κείμενο ανέφερε: «...Την 2.30 πρωινήν δύναμις τεθωρακισμένων κατέλαβεν το κέντρο των Αθηνών. Υπό τα έκπληκτα βλέμματα των ολίγων Αθηναίων που εκυκλοφόρουν, την προκεχωρημένην αυτήν ώραν, τεθωρακισμένα απέκλεισαν τα Παλαιά Ανάκτορα ενώ στρατιωτικαί δυνάμεις κατελάμβανον τον Ο.Τ.Ε., τους ραδιοφωνικούς θαλάμους του Ε.Ι.Ρ. εις το Ζάππειον και τα υπουργεία». Και κατέληγε: «Η τηλεφωνική επικοινωνία διεκόπη περί την 2.45 πρωινήν. Προ της διακοπής, οι αντιληφθέντες τας κινήσεις των τεθωρακισμένων, ανήσυχοι, ετηλεφώνουν στις εφημερίδας διά να ζητήσουν πληροφορίας. Την 3.30 πρωινήν κατέστη σαφές ότι αι στρατιωτικαί δυνάμεις είχαν θέσει υπό τον έλεγχόν των το κέντρον της πόλεως. Φήμαι περί συλλήψεων πολιτικών ανδρών εκυκλοφόρουν και ουδείς ήτο εις θέσιν να παράσχη οιανδήποτε πληροφορία, περί των οργανωτών, της εκτάσεως και των σκοπών του στρατιωτικού κινήματος».
Στις 7 το πρωί, η ηγεσία των Επαναστατών επισκέφθηκε στα Ανάκτορα του Τατοΐου τον Βασιλιά Κωνσταντίνο και του ζήτησε να ορκίσει την κυβέρνησή τους. Η εφημερίδα «Ελεύθερος Κόσμος», ανάγγειλε την επιβολή του στρατιωτικού καθεστώτος, παραχωρώντας ολόκληρη την πρώτη σελίδα της, ενώ είχε κεντρικό τίτλο «Ο Στρατός ανέλαβε την εξουσία» και υπότιτλο «Ωρκίσθη Κυβέρνησις υπό τον κ. Κ. Κόλλιαν». Το κύριο άρθρο της έφερε την υπογραφή του εκδότη, ιδιοκτήτη και αρθρογράφου της Σάββα Κωνσταντόπουλου που με τίτλο «Η μοιραία πορεία», είχε κύριο θέμα τα γεγονότα και δικαιολογούσε τη στρατιωτική επέμβαση, περιγράφοντας, «...Αι περιστάσεις υπεχρέωσαν τον Στρατόν να αναλάβει πολιτική πρωτοβουλία...» καθώς «...Εβαδίζαμε μοιραίως προς την έκρηξιν ...» αλλά «...Ο στρατός φορεύς υγιούς πατριωτικού πνεύματος..» παρακολουθούσε «...με συνεχώς αυξανόμενη ανησυχία την επιδείνωση των πραγμάτων..» και «...υπεχρεώθη να επέμβη...» ενώ «...Η πράξις του προκάλεσε γενικήν ανακούφισιν...» [43]. Όπως έγραφε ο Κωνσταντόπουλος «...Η Κυβέρνησις Κόλλια, απετέλεσε συμβιβασμόν της Επαναστάσεως με τον Βασιλέα. Η μία πτέρυξ αυτής εξεπροσώπη τον Θρόνον. Και η άλλη, την Επανάστασιν. Ο κ. Κόλλιας εγνώριζεν ότι αρχηγός της Επαναστάσεως, ήτο ο Γ. Παπαδόπουλος...». Στις 17:30 το απόγευμα της 21ης Απριλίου 1967 ορκίστηκε το πρώτο κλιμάκιο της κυβερνήσεως Κόλλια στα Ανάκτορα της οδού Ηρώδου του Αττικού. Λίγες ώρες μετά την ορκωμοσία της κυβερνήσεως του Κωνσταντίνου Κόλλια, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος συναντήθηκε με τον Φίλιπ Τάλμποτ τον οποίο ρώτησε «...αν υπάρχει περίπτωσις να αποβιβαστούν αμερικανοί πεζοναύτες στην Ελλάδα, ώστε μαζί με τους Στρατηγούς του, να ανακτήσουν τον έλγχο των Ενόπλων Δυνάμεων...», ζητώντας άμεσα ξένη στρατιωτική επέμβαση στην χώρα [44]. Στις 22 Απριλίου 1967 ο Φίλιπ Τάλμποτ συμβούλεψε τον βασιλιά Κωνσταντίνο να μην αποχωρήσει από την Ελλάδα και να μην υποχωρήσει στους επαναστάτες, ενώ στις 24 Απριλίου οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής διέκοψαν τη δωρεάν παροχή στρατιωτικής βοήθειας στην Ελλάδα. Όταν μετά από λίγες μέρες ο Τάλμποτ είπε στο σταθμάρχη της C.I.A. στην Αθήνα, Τζακ Μέρι, ότι το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου ήταν ο βιασμός της Ελληνικής Δημοκρατίας, αυτός του απάντησε κυνικά «...Μα, πως είναι δυνατόν να βιάσεις μία πόρνη;..».
Ο δημοσιογράφος Σάββας Κωνσταντόπουλος, εκ των κορυφαίων πολιτικών αναλυτών παγκοσμίως, γράφει ότι γνωρίστηκε με τον Παπαδόπουλο όταν, μετά τις εκλογές της 11ης Μαΐου 1958 στις οποίες επικράτησε η E.P.E. με ποσοστό ψήφων 41,17% και 171 έδρες, ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής, «...συγκρότησε μίαν αφανή επιτροπήν διά την παρακολούθησιν, την θεωρητικήν και την πολιτικήν του κομμουνιστικού προβλήματος. Εις την επιτροπήν εκείνην έτυχε να γνωρίσω διά πρώτην φοράν τον ήδη Πρωθυπουργόν κ. Γεώργιον Παπαδόπουλον και να εκτιμήσω την σκέψιν του..» [45]. Επίσης ότι ο Παπαδόπουλος, «...Προέβλεψεν εγκαίρως ότι η χώρα θα αντιμετώπιζεν, αργά ή γρήγορα, βαθείαν εσωτερικήν κρίσιν και θα περιήρχετο εις αδιέξοδον… Προετοιμάσθη δια να την βοηθήση και το έπραξεν την 21ην Απριλίου 1967..» [46]. Ο Κωνσταντόπουλος αποκάλυψε με άρθρο του στην εφημερίδα «Ελεύθερος Κόσμος» ότι ο Παπαδόπουλος σχεδίαζε την 21 Απριλίου από το 1956 και πήρε την τελική του απόφαση στα μέσα του Μαρτίου 1967.
Λίγο διάστημα αργότερα, ο Κωνσταντόπουλος προσκάλεσε την κυβέρνηση να έρθει σε επαφή με τον πνευματικό κόσμο, πρωτοβουλία για την οποία τον συνεχάρη με επιστολή της η συγγραφέας Λιλίκα Νάκου. Ο Στέλιος Παττακός, ο τότε αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως του καθεστώτος της 21ης Απριλίου, επισκέφθηκε την υπέργηρη εθνικίστρια ποιήτρια Θεώνη Δρακοπούλου γνωστή ως Μυρτιώτισσα, ενώ ο ίδιος φρόντισε να παραχωρηθούν συντάξεις καθώς και να προχωρήσει το ζήτημα της υγειονομικής περιθάλψεως των συγγραφέων [47].
Στις 13 Δεκεμβρίου 1967 όταν εκδηλώθηκε το Βασιλικό κίνημα, ο βασιλικών πεποιθήσεων Παπαδόπουλος, κατέβαλε προσπάθειες να μην καταργηθεί ο θεσμός της Βασιλευομένης, όμως αντιμετώπισε, από την μία πλευρά, την αντίδραση των κατώτερων αξιωματικών οι οποίοι αντιμετώπιζαν με εχθρότητα το Στέμμα και, από την άλλη, τη δυσπιστία και την καχυποψία του Βασιλιά Κωνσταντίνου. Ο Κωνσταντόπουλος προσπάθησε να πείσει το βασιλιά για τις προθέσεις του Παπαδόπουλου, που έστειλε συνεργάτη της εμπιστοσύνης του στο σπίτι του Χριστόφορου Στράτου, πρώην και μετέπειτα βουλευτή και Υπουργού στις κυβερνήσεις του Κωνσταντίνου Καραμανλή, στην Γλυφάδα. Σύμφωνα με το δημοσιογράφο και συγγραφέα Γεώργιο Λεονταρίτη, ο –τότε- βασιλιάς επηρεάστηκε από τον υπασπιστή του Μάκη Αρναούτη, και έδωσε αρνητική απάντηση. Το καθεστώς κατέστειλε το εκδηλωθέν «Κίνημα του Ναυτικού», το οποίο εκδηλώθηκε από τις 23 έως τις 25 Μαΐου 1973, με τη λιποταξία του Νικολάου Παππά και ελαχίστων άλλων εκ των αξιωματικών που υπηρετούσαν στο αντιτορπιλικό «Βέλος», αποτέλεσε την ταφόπλακα στο θεσμό της Βασιλείας.
Αναγνώριση του καθεστώτος
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής με επιστολή του στις 8 Σεπτεμβρίου 1967, την οποία απέστειλε προς τον τότε αρχιεπίσκοπο Αμερικής Ιάκωβο, αναγνώριζε την αναγκαιότητα επιβολής της επαναστάσεως και γράφει ότι, «....το θέμα δεν είναι να επανέλθωμεν εις την ομαλότητα διά της αποτυχίας της επαναστάσεως, αλλά διά της επιτυχίας της. (...) Η επανάστασις, άπαξ και εγένετο, προσφέρει μίαν ευκαιρίαν ανασυντάξεως της ζωής του Έθνους. (...) Διότι δεν θα σημαίνη βέβαια αποκατάστασιν της ομαλότητος η επάνοδος εις την υφισταμένην προ του κινήματος κατάστασιν. Το τελευταίο δε αυτό έχει βαρύνουσαν σημασίαν, δεδομένου ότι συνιστά τον πυρήνα του προβλήματος...». Παράλληλα, σε συνέντευξη του στη γαλλική εφημερίδα «Le Mont» [48] παραδέχθηκε ότι οι Έλληνες αξιωματικοί έσωσαν την Ελλάδα ανατρέποντας το πολιτικό κατεστημένο της που την οδηγούσε στην καταστροφή.Στις 23 Ιανουαρίου 1968 οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής δια του πρέσβη τους στην Αθήνα Φίλιπ Τάλμποτ, προέβησαν σε δημόσια δήλωση με την οποία αναγνώρισαν ότι είναι «…νόμιμο το στρατιωτικό καθεστώς στην Ελλάδα». Έτσι έγιναν η πρώτη χώρα που αναγνώρισε το καθεστώς μετά την αποτυχία του βασιλικού πραξικοπήματος. Στις 27 Ιανουαρίου ο Άγγλος πρέσβης στην Αθήνα Μάικλ Στιούαρτ δήλωσε, «…Ναι, είναι αναγνώρισις, δεδομένου ότι η παρούσα ελληνική κυβέρνησις πληροί όλες τις προϋποθέσεις τις οποίες απαιτεί η κυβέρνησίς μου προκειμένου να αναγνωρίσει ξένες κυβερνήσεις. Δηλαδή ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο στην χώρα.». Ακολούθησαν παρόμοιες αναγνωρίσεις και από άλλες χώρες όπως από Αυστραλία, Νότια Αφρική, Πορτογαλία, Εθνικιστική Κίνα, Ιταλία, Καναδά αλλά και η «Λαϊκή Δημοκρατία της Σοβιετικής Ενώσεως».
Την 2α Μαΐου 1968 η Ακαδημία Αθηνών τίμησε με πανηγυρική συνεδρία και όρισε την «21 Απριλίου 1967» εθνική επέτειο της Ελλάδος. Ο πρόεδρος της Ακαδημίας Ερρίκος Σκάσσης [49] στον πανηγυρικό του λόγο είπε ότι, «...Η ημέρα αύτη αποτελεί ασφαλώς ορόσημον εις την ιστορίαν της Νεωτέρας Ελλάδος. Αι προσπάθειαι της Εθνικής Κυβερνήσεως εις πλείστους τομείς έσχον αξιόλογα και εν πολλοίς σωτήρια αποτελέσματα, ώς της Παιδείας με την αποσόβησιν του κινδύνου ανεπανορθώτου εξανδραποδισμού της Ελληνικής νεότητος. Η Ακαδημία Αθηνών εύχεται εις τάς αόκνους προσπαθείας της επαναστάσεως της 21ης Απριλίου και της ενσαρκούσης το πνεύμα ταύτης Κυβερνήσεως καλήν μέχρι τέλους επιτυχίαν εις τους σκοπούς αυτής επ’ αγαθώ του Έθνους και του λαού...».
Την 16η Οκτωβρίου 1971 πραγματοποιήθηκε τριήμερη επίσημη επίσκεψη στην Ελλάδα από το Σπύρο Άγκνιου, κατά την επιστροφή του από την Περσία μέσω Άγκυρας. Ο Άγκνιου ή Αναγνωστόπουλος, ήταν ο ελληνικής καταγωγής αντιπρόεδρος των Η.Π.Α., επί προεδρίας Ρίτσαρντ Νίξον, και ήρθε στην Ελλάδα συνοδευόμενος από τη σύζυγο και τις δύο κόρες του. Ο Αμερικανός αντιπρόεδρος επισκέφθηκε την Ακρόπολη, το Σούνιο, τη Ρόδο καθώς και την ιδιαίτερη πατρίδα του πατέρα του, στην κωμόπολη Γαργαλιάνους στο νομό Ηλείας. Ο Παπαδόπουλος στην ομιλία του και απευθυνόμενος στον αντιπρόεδρο της Αμερικανικής κυβερνήσεως είπε μεταξύ άλλων ότι, «...Ἡ κατανόησις καί ἡ συμπάθεια, τάς ὁποίας ἐπέδειξαν .... αἱ Ἠνωμέναι Πολιτεῖαι τῆς Ἀμερικὴς πρὸς τὴν ἀγωνιζόμενη Ἑλλάδα, ὠφείλοντο ἀποκλειστικὼς εἰς τὴν κοινότητα ἰδεωδών, διαμορφωθέντων ἐκ τῆς δημιουργικῆς συνθέσεως τοῦ Ἑλληνικοῦ πνεύματος καὶ τῆς Χριστιανικῆς πίστεως, ἥτις διεδόθη ἀνὰ τὸν κόσμον διὰ τοῦ Ἑλληνικοῦ Λόγου. Τὰ ἰδεώδη ταῦτα ἀποτελοῦν τὴν βάσιν τοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ, εἰς τάς ἀρχὰς τοῦ ὁποίου ἐμμένει ἀκλονήτως ὁ Ἑλληνικὸς Λαὸς..».
Στις 27 Ιανουαρίου 1972 επισκέφθηκε την Ελλάδα ο Γάλλος υφυπουργός Εξωτερικών Ζαν ντε Λιποφσκί που δήλωσε ότι «..Η Γαλλία και η Ελλάδα έχουν διαφορετικές αντιλήψεις ως προς την Δημοκρατία. Τούτο όμως δεν έχει καμία σημασία, διότι κάθε κράτος είναι ελεύθερο να έχει οιανδήποτε προτίμηση ως προς τη μορφή της διακυβέρνησεως του. Η γαλλική κυβέρνηση έχει υιοθετήσει την αρχή της μη ανάμιξης εις τα εσωτερικά των άλλων χωρών». Επίσης, στις 4 Ιουλίου 1972 επισκέφθηκε την Ελλάδα ο Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Ουΐλλιαμ Ρότζερ και συναντήθηκε με τον Γεώργιο Παπαδόπουλο. Η συνάντηση τους προκάλεσε την αντίδραση του τέως πρωθυπουργού Παναγιώτη Κανελλόπουλου, ο οποίος επέκρινε την επίσκεψη και δήλωσε ότι «Ζητούμε να παύση η Ουάσιγκτον να παρεμβαίνη εις τας εσωτερικάς υποθέσεις της Ελλάδος,....». Επίσημη επίσκεψη στην Ελλάδα πραγματοποίησε στις 25 Σεπτεμβρίου 1972, αναγνωρίζοντας και τυπικά το καθεστώς, ο υφυπουργός Εξωτερικών Πάουλ Φρανκ της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, που συναντήθηκε με τον Παπαδόπουλο, τους αντιπροέδρους της κυβερνήσεως του καθώς και με τον υπουργό Εξωτερικών. Ακολούθησαν, στις 31 Οκτωβρίου η επίσημη επίσκεψη του υφυπουργού Εμπορίου της Μεγάλης Βρετανίας Λόρδου Λίμερικ, ο οποίος συναντήθηκε με τον υπουργό Οικονομικών Νικόλαο Εφέσιο, τον υφυπουργό Εξωτερικών Κωνσταντίνο Μιχαλόπουλο καθώς και με τον αντιπρόεδρο Νικόλαο Μακαρέζο, ενώ στις 17 Νοεμβρίου έφτασε στην Αθήνα η πρώτη στην ιστορία Κινεζική αντιπροσωπεία για ανάπτυξη των εμπορικών σχέσεων των δύο χωρών. Τέλος στις 18 Νοεμβρίου επισκέφθηκε την Αθήνα Ρωσική αντιπροσωπεία, η οποία υπέγραψε συμφωνία με τη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού [Δ.Ε.Η.] που σκοπό είχε την εγκατάσταση ατμοηλεκτρικού σταθμού στους Φιλίππους της Καβάλας.
Γενικώς, οι χώρες του που ανήκαν τότε στο λεγόμενο Ανατολικό Μπλοκ κράτησαν επίσης διφορούμενη στάση, με εξαίρεση τη Γιουγκοσλαβία και την Τσεχοσλοβακία που καταδίκασαν όσα συνέβαιναν στην Ελλάδα. Η κυβέρνηση της Βουλγαρίας θεώρησε πως «Η ανάληψη της εξουσίας στην Ελλάδα από στρατιωτικούς δεν αφορά τη Βουλγαρία. Είναι πρόβλημα αμιγώς ελληνικό...», όπως είχε δηλώσει τον Απρίλιο 1969 στη Βιέννη ο Βούλγαρος υπουργός Εξωτερικών, ο οποίος υπήρξε ο πρώτος που επισκέφθηκε επίσημα την Αθήνα . Η κυβέρνηση της Ρουμανίας προσκάλεσε τον Παπαδόπουλο να επισκεφθεί επίσημα το Βουκουρέστι, ενώ οι σχέσεις του καθεστώτος με τη Σοβιετική Ένωση και τη Μόσχα είχαν διακυμάνσεις, ωστόσο οι Σοβιετικοί δεν έδειξαν την παραμικρή διάθεση να απομονώσουν το καθεστώς, αντιθέτως το σύγκριναν με το κίνημα του Νάσερ και άλλων εθνικιστών αντιαποικιοκρατών, και σύναψαν σημαντικές εμπορικές συμφωνίες με την Ελλάδα.
Κυβερνητικές θέσεις
Υπουργός Προεδρίας
Ο Παπαδόπουλος συμμετείχε στην πρώτη κυβέρνηση του καθεστώτος η οποία ορκίστηκε στις 19:30' της 21ης Απριλίου 1967, στα Ανάκτορα Αθηνών. Η ορκωμοσία τελέστηκε από τον Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο Β΄ και στην κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον δικαστικό Κωνσταντίνο Κόλλια, ο Παπαδόπουλος ανέλαβε τη θέση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβερνήσεως [50]. Για την αναγκαιότητα του στρατιωτικού κινήματος οι πρωταγωνιστές του επικαλέστηκαν κίνδυνο καταλύσεως του αστικού καθεστώτος [51]. Την ίδια περίοδο με τη συμβολή του Αριστείδη Σκυλίτση, μετέπειτα Δημάρχου Πειραιώς, ο οποίος ήταν επαγγελματίας στο χώρο των δημοσίων σχέσεων και ιδιοκτήτης διαφημιστικής εταιρείας, δημιούργησε το έμβλημα του καθεστώτος της 21ης Απριλίου, το Φοίνικα που αναδύεται εκ της τέφρας του με τον στρατιώτη.Εναν μήνα μετά την Επανάσταση της 21ης Απριλίου, ως υπουργός Προεδρίας, μίλησε στον Πειραιά για το «Δόγμα Τρούμαν» και κυκλοφόρησε την ομιλία του σε βιβλιαράκι, όπου συμπεριέλαβε ένα σύντομο βιογραφικό του. Ο Παπαδόπουλος γνωρίζοντας τις πνευματικές αναζητήσεις της βασιλομήτορος Φρειδερίκης, στην πρώτη συνάντηση που είxαν μετά την επικράτηση του καθεστώτος της 21ης Απριλίου του 1967, άρχισε μαζί της φιλοσοφική συζήτηση. Η Φρειδερίκη εντυπωσιάστηκε και του είπε: «Βλέπω ότι ήλθατε μελετημένος για τη συζήτηση», όμως ο Παπαδόπουλος της απάντησε: «Μεγαλειοτάτη, δεν θα είχα τώρα τον καιρό να το κάνω. Από μακρού έχω ασχοληθεί με φιλοσοφικά συστήματα» [52].
1η δημόσια παρουσία
Στις 27 Απριλίου, ο Παπαδόπουλος παραχώρησε συνέντευξη Τύπου, σε αίθουσα του 1ου ορόφου στα γραφεία της Ενώσεως Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών [Ε.Σ.Η.Ε.Α.], με παρόντες περισσότερους από 200 δημοσιογράφους-αντιπροσώπους των Μέσων Ενημερώσεως από ολόκληρο τον κόσμο. Η πρώτη δημόσια παρουσία του Παπαδόπουλου συνοδεύτηκε από έντονους διαξιφισμούς με τους δημοσιογράφους, επίδειξη ευστροφίας από την πλευρά του καθώς και από μια επίδειξη απίστευτου βαθμού ψυχραιμίας [53]. Δικαιολόγησε τη στρατιωτική επέμβαση λέγοντας ότι ήταν επιβεβλημένη εξαιτίας της πορείας της χώρας προς τον κομμουνισμό και ως αιτίες παρουσίασε την αδυναμία συνεννοήσεως των πολιτικών μεταξύ τους και με τον Βασιλιά, καθώς και μια σχεδόν καθολική αντίληψη αναρχίας στην ελληνική κοινωνία. Έτσι ο στρατός ήταν η μόνη πολιτικά ουδέτερη δύναμη ικανή να αποτρέψει την καταστροφή. Απέδειξε ότι η επέμβαση ήταν αναίμακτη. Προσδιόρισε τους πολιτικούς που είχαν τεθεί υπό περιορισμό σε 25 και είπε πως κι αυτοί σύντομα θα ήταν ελεύθεροι. Ανέφερε ότι είχαν συλληφθεί περίπου 5.000 συνωμοτικά ενεργοί κομμουνιστές, η τύχη των οποίων θα κρινόταν από επιτροπές ασφαλείας και υποστήριξε πως είχε βρεθεί υλικό, για τη συγκέντρωση του οποίου απαιτήθηκαν 70 φορτηγά, που αποδείκνυε ότι προετοιμαζόταν κομμουνιστικό πραξικόπημα.Ως στόχο του καθεστώτος παρουσίασε την ανάπλαση της κοινωνίας ώστε να αποβληθεί η αναρχική αντίληψη. Για την τύχη της Αριστεράς είπε πως θα δημιουργούνταν συνθήκες τέτοιες που θα έκαναν τον κομμουνισμό ακίνδυνο, όπως στις μεγάλες χώρες της δυτικής Ευρώπης. Ερωτήθηκε αν υπήρχε πρόθεση να κληθεί ο Κωνσταντίνος Καραμανλής όταν θα γινόταν μετάβαση από τη στρατιωτική διακυβέρνηση σε πολιτική, και το διέψευσε. Είπε πως στόχος ήταν να αποτραπεί η πορεία προς τον κομμουνισμό μέσω του κοινοβουλίου, κατά το παράδειγμα της Τσεχοσλοβακίας [54] και ανέφερε χαρακτηριστικά, «..Ἡ χώρα διήρχετο μίαν κρίσιν ἀναζητούσα διέξοδον ἀπὸ ἕνα πολιτικὸν ἀδιέξοδον εἰς τὸ ὁποῖο εἶχεν εἰσέλθῃ [...] Ἡ κατάστασις αὔτη προστιθεμένη εἰς μίαν ἀναρχικὴν ἀντίληψιν ἡ ὁποία εἶχεν ἐπιβληθῇ σχεδὸν εἰς ὅλα τὰ ἄτομα τῆς κοινωνίας, εἶχε δημιουργήσει τὸν ἔσχατον κίνδυνον διὰ τὴν χώραν, εἶχε δημιουργήσει τὸν κίνδυνον να ἀνακόψῃ ἡ χώρα τὴν πορείαν τῆς πρὸς τὰ ἐμπρὸς ἀπὸ τὸν κομμουνισμόν. [...]. Έτσι κύριοι εἴχαμε φθάσει να ὁδηγούμεθα ἡμεῖς, Ἕλληνες ὄντες, εἰς τὸν κομμουνισμὸν...».
Στη συνέχεια απαντώντας σε επίμονες δημοσιογραφικές ερωτήσεις είπε, «...Μην ξεχνάτε κύριοι ότι ευρισκόμεθα ενώπιον ενός άσθενούς, τον όποιον έχομεν επί της χειρουργικής κλίνης και τον όποιον εάν ό χειρουργός δεν πρόσδεση κατά την διάρκειαν της έγχειρήσεως επί της χειρουργικής κλίνης, υπάρχει περίπτωσις αντί διά της έγχειρήσεως νά του χαρίση τήν άποκατάστασιν τής υγείας του, νά τον όδηγήση εις τον θάνατον... Οί περιορισμοί τους όποιους θά έπιβάλλωμεν είναι τό δέσιμον του άσθενούς επί τής κλίνης διά νά ύποστή ακινδύνως τήν έγχείρησιν....{...}...Ό χρόνος άναρρώσεως του άσθενούς μετά τήν έγχείρησιν, έξαρτάται άπό τήν βαρύτητα τής ασθενείας, τήν όποίαν αυτήν τήν στιγμήν δέν μπορω νά προσδιορίσω......{...}... Ασθενή έχομεν. Εις τον γύψον τον εβάλαμεν. Τον δοκιμάζομεν εάν ημπορεί να περπατάει χωρίς τον γύψον. Σπάζομεν τον αρχικόν γύψον και ξαναβάζομεν ενδεχομένως τον καινούργιο εκεί όπου χρειάζεται. Το Δημοψήφισμα θα είναι μία γενική θεώρησις των ικανοτήτων του ασθενούς. Ας προσευχηθώμεν να μη χρειάζεται ξανά γύψον. Εάν χρειάζεται, θα του τον βάλομεν. Και το μόνον που ημπορώ να σας υποσχεθώ, είναι να σας καλέσω να ειδήτε και σεις το πόδι χωρίς γύψον!...».
Ταξίδι στην Κύπρο
Tον Αύγουστο του 1967 ο Παπαδόπουλος ταξίδεψε στην Κύπρο [55] όπου συναντήθηκε, γνωρίστηκε και αντάλλαξε απόψεις με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο. Μαζί του ταξίδεψαν ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Κόλλιας καθώς και οι υπουργοί Εξωτερικών Παύλος Γκούρας-Οικονόμου, Δημοσίας Τάξεως Ιωάννης Λαδάς και ο Γρηγόρης Σπαντιδάκης. Στη δεξίωση που δόθηκε προς τιμήν τους στο Προεδρικό Μέγαρο της Κύπρου, παραβρέθηκε όλη πολιτική ηγεσία του νησιού, μεταξύ τους και η ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου, του «Ανορθωτικού Κόμματος Εργαζόμενου Λαού» [«Α.Κ.Ε.Λ.»]. Ο Ανδρέας Φάντης, επί χρόνια βοηθός γενικός γραμματέας του «Α.Κ.Ε.Λ.» αναφέρει ότι, «....όταν ο ..... Παπαδόπουλος επισκέφθηκε την Κύπρο τον Αύγουστο του 1967, η ηγεσία του «Α.Κ.Ε.Λ.» παρευρέθηκε στην εκδήλωση που οργάνωσε προς τιμή του ο Πρόεδρος Μακάριος, δικαιολογώντας την παρουσία της με το επιχείρημα ότι, εφόσον η πρόσκληση προερχόταν από το Μακάριο απόρριψή της θα σήμαινε προσβολή προς το Πρόεδρο....». Στις 9 Σεπτεμβρίου 1967, ο Παπαδόπουλος συναντήθηκε στον Έβρο με τον Τούρκο τότε πρωθυπουργό Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ και συζήτησαν για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και το Κυπριακό. Στην επιστροφή του από την Κύπρο τον υποδέχθηκε στο αεροδρόμιο η κόρη του Χρυσούλα Παπαδοπούλου, σε μια από τις σπάνιες δημόσιες εμφανίσεις της στο πλευρό του πατέρα της [56].Απόσυρση της Μεραρχίας
Στις 14 & 15 Νοεμβρίου 1967 ο Γεώργιος Γρίβας με στολή Έλληνα αξιωματικού, σε συνεργασία με τον βασιλιά Κωνσταντίνο με τη σύμφωνη γνώμη του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και τη συμμετοχή μονάδων της Ελληνικής Μεραρχίας Κύπρου, συμμετείχε σε συγκρούσεις με Τουρκοκύπριους στρατιώτες στους θύλακες Κοφινού και Αγίων Θεοδώρων, γεγονός που προκάλεσε την έντονη αντίδραση της Τουρκίας, της Τουρκοκυπριακής πλευράς αλλά και της Κυπριακής κυβερνήσεως. Στις 17 Νοεμβρίου ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Τσαγλαγιαγκίλ επέδωσε τελεσίγραφο στον Μιλτιάδη Δεληβάνη, πρεσβευτή της Ελλάδος στην Άγκυρα, με το οποίο η Τουρκική πλευρά αξίωνε την απόσυρση της Ελληνικής μεραρχίας στην Κύπρο. Το Επαναστατικό συμβούλιο που συγκλήθηκε στην Ελλάδα υπό την προεδρία του Παπαδόπουλου, αποφάσισε την απόρριψη των Τουρκικών όρων και πόλεμο με την Τουρκία, με την προϋπόθεση να εξαντληθούν όλα τα διπλωματικά μέσα. Παράλληλα αποφάσισε να ανατεθεί η Αρχιστρατηγία των Ενόπλων Δυνάμεων στον βασιλιά Κωνσταντίνο.Ο Παπαδόπουλος εισηγήθηκε και επέβαλλε την αποστολή μιας Ίλης Καταστροφέων Αρμάτων με σκοπό την ενίσχυση της αντιαρματικής άμυνας, η οποία στάλθηκε στο νησί με εμπορικό πλοίο του εφοπλιστή Γιάννη Λάτση. Το γεγονός επιβεβαιώνει ο τότε Διοικητής της Επιλαρχίας Αρμάτων της Εθνικής Φρουράς, ο Αντισυνταγματάρχης Κωνσταντίνος Σπηλιωτόπουλος, που γράφει, «...Την Ίλην εκείνην παρέλαβον από την ακτήν εκφορτώσεως και με πλήρη κάλυψιν μετέφερα και έταξα εις θέσεις αντιαρματικής αμύνης..». Η άμυνα της Κύπρου αποδυναμώθηκε, όταν η Ελληνική Μεραρχία αποσύρθηκε τμηματικά τους μήνες Δεκέμβριο 1967 και Ιανουάριο 1968, με προσωπική απόφαση του βασιλέως Κωνσταντίνου, γεγονός που έχει παραδεχθεί ο ίδιος σε συνέντευξη του [57]. Σε ρόλο μεσολαβητή, από τον τότε Αμερικανό Πρόεδρο Λίντον Μπ. Τζόνσον, είχε ορισθεί ο Σάϋρους Βανς, μετέπειτα μεσολαβητής στο Γιουγκοσλαβικό.
Ο Παπαδόπουλος διέταξε και πέτυχε να παραμείνουν μυστικά στην Κύπρο και να ενταχθούν στην Εθνική Φρουρά, 675 Έλληνες αξιωματικοί, το βαρύ υλικό της ΕΛ.ΔΥ.Κ./Μ, που παρέμεινε στο νησί στο σύνολο του με εξαίρεση τα 34 αμερικανικής προελεύσεως άρματα μάχης τύπων Μ47 & Μ48, που λόγω της προελεύσεως τους ήταν αναγνωρίσιμα, καθώς και πυρομαχικά και εφόδια για πόλεμο 20 ημερών. Παράλληλα ο Παπαδόπουλος αποφάσισε την αναδιοργάνωση της Εθνικής Φρουράς σε δύναμη τεσσάρων Μεραρχιών, συνολικού προϋπολογισμού 3.000.000 Αγγλικών λιρών της εποχής, ενώ πρότεινε στο Μακάριο την αγορά και αποστολή μυστικά στην Κύπρο 120 Γαλλικών αρμάτων μάχης ΑΜΧ-30, με έξοδα της Ελλάδος, όμως συνάντησε την παντελή αδιαφορία της Κυπριακής κυβερνήσεως. Ο Παπαδόπουλος κατέθεσε στην επιτροπή της Ελληνικής Βουλής για το Φάκελλο της Κύπρου ότι, «...Στην Κύπρο ήταν ανάγκη να αποσταλή υλικό και όχι πρόσωπα. Παράγγειλα 120 τανκς για την ενίσχυση της αμύνης της νήσου και ο Μακάριος αρνήθηκε να συγκατατεθή και εναντιώθηκε στην αποστολή τους...» [58].
Βασιλικό κίνημα
Το Σεπτέμβριο του 1967 ο Γεώργιος Παπαδόπουλος μετέφερε και έθεσε υπ' όψιν του βασιλιά Κωνσταντίνου τον κατάλογο 450 περίπου αξιωματικών όλων των Σωμάτων των Ενόπλων Δυνάμεων που επρόκειτο να αποστρατευθούν. Η πρόθεση της Επαναστατικής Επιτροπής συνάντησε στην αντίδραση του Κωνσταντίνου. Τελικά αποστρατεύθηκαν μόνο 144 αξιωματικοί, όλοι τους απολύτως αφοσιωμένοι στο θεσμό της βασιλείας. Την Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2008, στις 6 το απόγευμα, ο τηλεοπτικός σταθμός της «Ε.Ρ.Τ.» μετέδωσε συνέντευξη του Παύλου Ιωαννίδη, αξιωματικού της Πολεμικής Αεροπορίας Μέσης Ανατολής, ήρωα της αντιστάσεως κατά της γερμανικής κατοχής, προσωπικού πιλότου του Αριστοτέλη Ωνάση, πρώην αρχικυβερνήτη, γενικού διευθυντή της «Ολυμπιακής Αεροπορίας» και μετέπειτα αντιπροέδρου του «Ιδρύματος Ωνάση».Ο Παύλος Ιωαννίδης είπε μεταξύ άλλων: «…Ήμουν ο κυβερνήτης του αεροσκάφους της Ολυμπιακής Αεροπορίας το οποίο στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1967 μετέφερε τον βασιλιά Κωνσταντίνο και την ακολουθία του στην Νέα Υόρκη δια να παραστεί σε ιστιοπλοϊκούς αγώνες στο Λονγκ Άϊλαντ….. σε ανεπίσημη επίσκεψη. Στις 13 Σεπτεμβρίου του 1967, ήτοι τρεις μήνες πριν από την εκδήλωση του αντικινήματος του βασιλιά εναντίον της στρατιωτικής κυβερνήσεως στις 13 Δεκεμβρίου 1967, ο Κωνσταντίνος επέστρεψε στην Ελλάδα με αεροσκάφος ….δρομολογίου Νέα Υόρκη- Αθήνα. έτυχε να είμαι πάλι εγώ ο κυβερνήτης του αεροσκάφους. δέκα πέντε λεπτά μετά την απογείωση, ο πύργος έλεγχου… …μου ζήτησε να αλλάξω συχνότητα ασυρμάτου δια να μου μεταδώσει εμπιστευτικό μήνυμα του πρόεδρου των ΗΠΑ Λίντον Τζόνσον προς τον Κωνσταντίνο… Άλλαξα συχνότητα, πήρα χαρτί και μολύβι και έγραψα το μήνυμα… ..το οποίο και μετέφερα στον Κωνσταντίνο. Σ’ αυτό το μήνυμα ο πρόεδρος Τζόνσον καλούσε τον Κωνσταντίνο να ανατρέψει την στρατιωτική ελληνική κυβέρνηση …». [59].
Στο διάγγελμά του, μετά την αποτυχία του Βασιλικού κινήματος, ο Παπαδόπουλος δεν κατηγόρησε τον Κωνσταντίνο για το εγχείρημά του, αλλά τους συνεργάτες του που τον «παρέσυραν», ενώ στο λόγο του της 14ης Δεκεμβρίου 1967 στην Σχολή Ευελπίδων, έκλεισε την ομιλία του καλώντας όλους τους παρόντες να αναφωνήσουν «Ζήτω ο Βασιλεύς». Τον Δεκέμβριο του 1969, σε δηλώσεις του προς το αμερικανικό περιοδικό «Time», ο Παπαδόπουλος εκδήλωσε τα φιλοβασιλικά του αισθήματα, και διευκρίνισε ότι, «....περισσότερον παντός άλλου Έλληνος, πιστεύω εις τον θεσμόν της Βασιλείας, ως αναγκαίας διά τους Έλληνας, αλλ' η πίστις μου δεν είναι αρκετή. Πρέπει να καταστεί πίστις της πλειοψηφίας των Ελλήνων. Καταβάλλω μεγάλας προσπάθειας προς τον σκοπόν αυτόν. Ελπίζω ότι θα τύχω βοήθειας από τον ίδιον τον Βασιλέα...».
Πρωθυπουργός
Μετά το αποτυχημένο κίνημα του Βασιλέως Κωνσταντίνου στις 13 Δεκεμβρίου 1967, τη διαφυγή του βασιλιά και των μελών της βασιλικής οικογένειας στο εξωτερικό και την εγκατάσταση τους στη Ρώμη της Ιταλίας, η «Επαναστατική Επιτροπή» στην οποία συμμετείχαν και οι Στέλιος Παττακός και Νίκος Μακαρέζος, όρισε αντιβασιλιά τον Γεώργιο Ζωιτάκη. Την ίδια χρονική στιγμή ο Παπαδόπουλος απευθύνθηκε στο στρατηγό Οδυσσέα Αγγελή ζητώντας του να αναλάβει την πρωθυπουργία της Ελλάδας, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Αντισυνταγματάρχη Ηρακλή Θωμά Υπασπιστή και συγχωριανού του στρατηγού Αγγελή, όμως ο στρατηγός αρνήθηκε την ανάληψη της ευθύνης.Στις 13 Δεκεμβρίου, ο Παπαδόπουλος ανέλαβε πρωθυπουργός, Υπουργός Εθνικής Αμύνης και Προεδρίας Κυβερνήσεως [60], θέση που διατήρησε ως τις 8 Οκτωβρίου 1973. Δια της υπ' αριθμόν ΙΣΤ΄/23 Δεκεμβρίου 1967 Συντακτικής Πράξεως και του 228/26 Δεκεμβρίου 1967 Αναγκαστικού Νόμου, χορήγησε την πρώτη Γενική Αμνηστία, η οποία αφορούσε τα μετά την 21 Απριλίου 1967 διαπραχθέντα πολιτικά αδικήματα, συμπεριλαμβανομένου και του Βασιλικού Κινήματος. Σε δηλώσεις του ο Παπαδόπουλος ανήγγειλε την «έγκρισιν φιλελευθέρου, δημοκρατικού Συντάγματος μέσω δημοψηφίσματος», θέτοντας απώτατο χρονικό όριο για το τελευταίο την 15η Σεπτεμβρίου του 1968. Παράλληλα ανακοίνωσε την αμνήστευση της υποθέσεως ΑΣΠΙΔΑ, συμπληρώνοντας: «...Θα παραμείνουν υπό διοικητικήν εκτόπισιν μόνον οι εγκληματίαι κομμουνισταί του παρελθόντος και οι εγκληματίαι δυναμιτισταί μετά την 21ην Απριλίου. Απαντες οι υπόλοιποι, από του Ανδρέα Παπανδρέου μέχρι και του τελευταίου Ελληνος, θα αφεθούν ελεύθεροι να αρχίσουν την μετάνοιάν των προ του γενομένου Θεανθρώπου...».
Στη διάρκεια του στρατιωτικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967, δημιούργησε στην 20μελή Επιτροπή Νομομαθών [61] υπό την προεδρία του Χαρίλαου Μητρέλια, τέως Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, οι οποίοι συνέταξαν [62] το πρώτο προσχέδιο του Συντάγματος και την ίδια εποχή κυκλοφόρησε ο πρώτος τόμος του έργου «Το Πιστεύω μας», που περιλάμβανε τις γενικές πολιτικές κατευθύνσεις του καθεστώτος της 21ης Απριλίου.
Στις 30 Μαρτίου 1968 στο Αλεξάνδρειο Μέλαθρο στη Θεσσαλονίκη, γνωστό ως Παλαί ντε Σπορ, ο Παπαδόπουλος ανήγγειλε την απόφαση της κυβερνήσεως του να προχωρήσει στη διαγραφή των αγροτικών χρεών [63]. Τα χρέη που χαρίστηκαν ήταν όλα μέχρι της 31ης Μαρτίου 1968, οφειλόμενα από του έτους 1945 μέχρι τέλους του 1962, τα οποία είχαν ρυθμισθεί το 1963, τα βραχυπρόθεσμα καλλιεργητικά δάνεια, ζωοτροφών, τα μεσοπρόθεσμα δάνεια για την ανάπτυξη των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, δάνεια συμμοριοπλήκτων αγροτών, αλλά και επαναπατρισθέντων εκ του παραπετάσματος. Επίσης τα χρέη των γεωργικών συνεταιρισμών, οργανώσεων και κοινοπραξιών μέχρι της 21ης Απριλίου 1967, δηλαδή τα ρυθμισθέντα του έτους 1965, οι ληξιπρόθεσμες δόσεις μέχρι 31 Μαρτίου 1968 των μεσομακροπροθέσμων δανείων, τα ανοίγματα που οφείλονταν μέχρι 31 Μαρτίου 1968 προς την Α.Τ.Ε. λόγω ανωμάλου λειτουργίας τους. Ανώτατο όριο των διαγραφομένων χρεών ορίστηκε το ποσό των 100.000 δραχμών της εποχής. Διαγράφηκαν συνολικά 7.764.650.000 δρχ. {7.380.000.000 εις τους αγρότες και 384.000.000 δραχμές σε συνεταιριστικές οργανώσεις) και επωφελήθηκαν 643.844 αγροτικές οικογένειες.
Με το Νομοθετικό Διάταγμα 142/1969, ο Παπαδόπουλος όρισε ότι το αποκλειστικό δικαίωμα έρευνας και εκμεταλλεύσεως υδρογονανθράκων ανήκει στο Ελληνικό Δημόσιο και οι έρευνες θα διεξαχθούν και στην Ελληνική Υφαλοκρηπίδα. Με το Νομοθετικό Διάταγμα 179/1969, αναγνώρισε τη θητεία όσων υπηρέτησαν στα «Τάγματα Ασφαλείας» ως χρόνο συμμετοχής στην Εθνική Αντίσταση και αναγνωρίστηκαν ως αντιστασιακοί και όσοι πολέμησαν επί Κατοχής εναντίον οργανώσεων «..αντεθνικώς δρασάντων και αποσκοπούντων εις την επιβολήν εν τη χώρα καθεστώτος διαφόρου του νομίμου τοιούτου...». Με απόφαση του Παπαδόπουλου καθιερώθηκε στις 2 Ιουλίου 1969 ο θεσμός του Επιτρόπου στην Ελληνική διοίκηση. Στις 21 Ιουλίου 1969, απέστειλε συγχαρητήριο τηλεγράφημα στον Αμερικανό πρόεδρο Ρίτσαρντ Νίξον, όπου μεταξύ άλλων λέει: «Είμεθα ευτυχείς προνομιούχοι της Ιστορίας που ζώμεν τοιούτον θαύμα», αναφερόμενος στην προσεδάφιση του διαστημόπλοιου «Apollo 11» στο Φεγγάρι. Κατόπιν κάνει την ακόλουθη δήλωση στα Ελληνικά μέσα ενημερώσεως: «Η προσεδάφισις του Ανθρώπου εις την Σελήνην, χάρις εις την ανωτάτην τεχνικήν του αιώνος και την μεγίστην υλικήν θυσίαν εις ην μετ' αυταπαρνήσεως υπεβλήθη ο ανιδιοτελής αμερικανικός λαός, ανοίγει αληθώς νέαν εποχήν εις την Ιστορίαν. Η ψυχή της παρούσης ανθρωπίνης γενεάς πληρούται εμπιστοσύνης, αισιοδοξίας και συναισθήματος πανανθρωπίνου θριάμβου... Ο κόσμος εορτάζει και αι ευχαί μας από την Ελλάδα του πρώτου προμηθεϊκού φωτός της γνώσεως και της επιστήμης, συνοδεύουν τα τρία γενναία τέκνα των ΗΠΑ που κατέκτησαν την Σελήνην. Εις ένδειξιν θαυμασμού και προς έξαρσιν της ιστορικής σημασίας του επιτεύγματος, άπασαι αι δημόσιαι υπηρεσίαι της χώρας θα αργήσουν σήμερον» [64].
Το καλοκαίρι του 1971 ο Παπαδόπουλος πίεσε τον Μακάριο να δεχτεί την ένωση Κύπρου-Ελλάδας, διαφορετικά του ζήτησε να παραιτηθεί, όμως ο Μακάριος αρνήθηκε και οι σχέσεις τους επιδεινώθηκαν. Ένα μήνα αργότερα, ο Γεώργιος Γρίβας κατέβηκε παράνομα στην Κύπρο και τέθηκε επικεφαλής της ΕΟΚΑ Β'. Μετά την ψήφιση του συντάγματος η «Επαναστατική Επιτροπή» έπαψε να λειτουργεί και στις 21 Μαρτίου 1972 αντικατέστησε, με απόφαση της κυβέρνησης, τον έως τότε αντιβασιλιά Γεώργιο Ζωιτάκη, διατηρώντας το αξίωμα του πρωθυπουργού [65], ενώ τον ίδιο μήνα, η «Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών» τον ανακήρυξε ισόβιο πρόεδρό της. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Γεωργίου Κάρτερ [66] το 1972 ο Παπαδόπουλος επιχείρησε πολιτικοποίηση του καθεστώτος της 21ης Απριλίου, η οποία προηγήθηκε της λύσεως του Σπύρου Μαρκεζίνη. Συγκεκριμένα, στις 7 Ιουλίου του 1972, ο Παπαδόπουλος κάλεσε στο γραφείο του τον φίλο και στενό του συνεργάτη Γεώργιο Κάρτερ, και του ανακοίνωσε, με τη φράση «Τα καύσιμα ετελείωσαν», την απόφαση του να τερματίσει την επανάσταση της 21ης Απριλίου και να προχωρήσουμε στην πολιτικοποίηση του καθεστώτος, με προσφυγή στις κάλπες και επαναλειτουργία των κομμάτων. Πρόκειται για την απόπειρα πολιτικοποιήσεως που επεχείρησε ο Παπαδόπουλος, ενθαρρύνοντας την δημιουργία ενός νέου Πολιτικού Κινήματος, με σκοπό την ανανέωση του πολιτικού βίου, την ανάδειξη νέων δυνάμεων και την εμφάνιση νέων κομμάτων αρχών.
Στις 25 Φεβρουαρίου 1972 o Αλέξανδρος Νάτσινας αντέδρασε στο γεγονός ότι τo όνομα του είχε αναφερθεί σε άρθρο του καθηγητή Σταύρου το οποίο τον ανέφερε μεταξύ των παραγόντων του καθεστώτος με εθνικοσοσιαλιστικό παρελθόν. Ο Νάτσινας έγραψε μια επιστολή διαμαρτυρίας στον πρόεδρο του Πανεπιστήμιου του Howard, James Cheek, στην οποία αναφέρονται μεταξύ των άλλων τα ακόλουθα: «...Δεν ήμουν ποτέ συνεργάτης των Ναζί, ούτε υπήρξε ποτέ ο πρωθυπουργός Παπαδόπουλος, όπως ο κ. Σταύρου ψευδώς ισχυρίζεται, συνεργάτης ή, πιο συγκεκριμένα μέλος των «ταγμάτων ασφαλείας». Αν το επισυναπτόμενο δημοσίευμα είναι ακριβές, το επίπεδο ακαδημαϊκότητας του κ. Σταύρου δεν φαίνεται να τιμά το πανεπιστήμιο σας. Λόγου χάριν, τα δημοσιεύματα που υποστηρίζουν ότι βασίζονται στη διατριβή του κ. Σταύρου, αναφέρουν ότι η κυβέρνηση Παπαδόπουλου δημοσίευσε ένα διάταγμα σύμφωνα μέ το όποιο ο χρόνος υπηρεσίας στα «τάγματα ασφαλείας» τον καιρό του πολέμου, θα προσμετράται για την παροχή κυβερνητικών συντάξεων. Στην πραγματικότητα, και αυτό μπορεί να επαληθευθεί ελέγχοντας το σχετικό διάταγμα που είναι δημόσιο, το διάταγμα σε αυτό το θέμα ειδικά, αποκλείει την προσμέτρηση τής υπηρεσίας στα «τάγματα ασφαλείας» Ως συντάξιμο χρόνο....».
Το 1973 υπέγραψε την άδεια για έρευνα και εξόρυξη πετρελαίου στις περιοχές της Ευβοίας και της Βορείου Ελλάδος. Τον ίδιο χρόνο και ύστερα από τις δηλώσεις του Αλί Μπούτο, τότε Προέδρου του Πακιστάν, ότι σε περίπτωση πολέμου Ελλάδος-Τουρκίας, η χώρα του θα τασσόταν στο πλευρό της Τουρκίας, ο Παπαδόπουλος προχώρησε στην απέλαση περίπου τεσσάρων χιλιάδων υπηκόων Πακιστάν οι οποίοι εργάζονταν είτε στην Ελλάδα, είτε σε επιχειρήσεις Ελληνικών συμφερόντων, όπως εφοπλιστικές και άλλες. Σύμφωνα με τον Αριστείδη Δημόπουλο, όπως το αφηγήθηκε σε τηλεοπτική εκπομπή του δημοσιογράφου Αλέξη Παπαχελά «...Ψηφίζαμε τον προϋπολογισμό του 1973. όπως ξέρετε το υπουργικό συμβούλιο τότε και νομοθετούσε. Στα κονδύλια του υπουργείου δικαιοσύνης, ο μακαρίτης ο Τσουκαλάς ο Άγγελος, άρχισε να υπεραμύνεται «μην μου κόβετε εμένα, θέλω.. πρέπει να κάνω καινούρια δικαστικά μέγαρα, καινούριε φυλακές». Έφτανε να εκλιπαρεί. «Κύριε υπουργέ, αρνούμαι, θα φύγω.». Όπου παρεμβαίνει ο Παπαδόπουλος, η μόνη φορά, γελώντας και λέει στον Κούλη, ο οποίος δεν δεχόταν και συζήτηση, του λέει «κύριε υπουργέ, ακούστε τον κύριο υπουργό δικαιοσύνης. Είπε θέλουμε να χτίσουμε φυλακές....». Ήταν ο Κορυδαλλός εν εξελίξει τότε, καινούριος. «Μην ξεχνάτε ότι κάναμε επανάσταση, και μπορεί να βρεθούμε και εμείς εκεί μέσα. Αφήστε τον να τις τελειώσει...».
Απόπειρα δολοφονίας
Την Τρίτη 13 Αυγούστου 1968 διαπράχθηκε απόπειρα δολοφονίας του Παπαδόπουλου [67] [68] από τον Αλέξανδρο Παναγούλη, λιποτάκτη στρατιώτη του Ελληνικού Στρατού. Ο Παναγούλης αμέσως μετά τη λιποταξία του διέφυγε και κατέφυγε στην Κύπρο, όπου ίδρυσε την οργάνωση «Εθνική Αντίσταση», ενώ ήρθε σε επαφή με πολιτικούς του νησιού, μεταξύ τους ο Πολύκαρπος Γιωρκάτζης, από τους οποίους ζήτησε να τον βοηθήσουν ώστε να καταστρώσει σχέδιο δράσεως και γενικότερα να συνδράμουν τα σχέδια του. Λίγο καιρό αργότερα, έχοντας εξασφαλίσει την προμήθεια ικανών ποσοτήτων εκρηκτικών υλών τα οποία μεταφέρθηκαν στην Ελλάδα μέσα σε σάκους με δήθεν διπλωματικό υλικό της Κυπριακής πρεσβείας στην Αθήνα [69], επέστρεψε στην Ελλάδα και μαζί με άλλους συνεργάτες του σχεδίασε την απόπειρα δολοφονίας του Παπαδόπουλου, σε σημείο στην παραλιακή οδό κοντά στη Βάρκιζα.Η προσπάθεια του Παναγούλη απέτυχε και αφού συνελήφθη, λίγη λεπτά μετά την απόπειρα, δικάστηκε από το στρατοδικείο στις 3 Νοεμβρίου 1968 και καταδικάστηκε δύο φορές σε θάνατο, στις 17 Νοεμβρίου του ίδιου χρόνου. Η ενέργεια του προκάλεσε ρήξη στις σχέσεις των Αθηνών με την κυβέρνηση της Κύπρου και τον Αρχιεπίσκοπο μακάριο, καθώς ο Παπαδόπουλος απέστειλε τελεσίγραφο για την απομάκρυνση του Πολύκαρπου Γιωργκάτζη από τη θέση του υπουργού της κυπριακής κυβερνήσεως. Ο Μακάριος μπροστά στον κίνδυνο αποκαλύψεων από τον υπουργό του ως αντίποινα για την απομάκρυνση του απέφυγε να την υλοποιήσει, όμως ο Παπαδόπουλος ήταν ανένδοτος και τελικά ο Γιωρκάτζης απομακρύνθηκε από την κυβέρνηση, παρά τις διαμεσολαβητικές προσπάθειες του Γλαύκου Κληρίδη, που επισκέφθηκε την Αθήνα για να ηρεμήσει τον Παπαδόπουλο.
Η απόφαση του δικαστηρίου για τη θανατική καταδίκη του Παναγούλη, δεν εκτελέστηκε και ο Παναγούλης που κατάφερε να δραπετεύσει με τη βοήθεια ενός από τους φρουρούς του, συνελήφθη εκ νέου και κρατήθηκε στις φυλακές Μπογιατίου για περισσότερα από τέσσερα χρόνια, όμως απελευθερώθηκε τον Αύγουστο του 1973, σε εφαρμογή της αποφάσεως περί παροχής γενικής αμνηστίας που απένειμε ο Παπαδόπουλος. Με τη διαμεσολάβηση της Οριάννας Φαλάτσι, επετράπη στον Παναγούλη να εγκαταλείψει την Ελλάδα και πήγε στη Ρώμη, όπου εγκαταστάθηκε στο ξενοδοχείο «Εξέλσιορ», απέναντι από τα γραφεία του εκδοτικού οίκου Ριτσόλι, στον οποίο εργαζόταν η Φαλάτσι, και άρχισε να εργάζεται ως αρθρογράφος στο περιοδικό «Europeo».
Δημοψήφισμα [70] του 1968
Το Δεκέμβριο του 1967, όταν εκδηλώθηκε το αποτυχημένο «βασιλικό κίνημα» ο Παπαδόπουλος έδωσε εντολή και συντάχθηκε Σύνταγμα με το οποίο δεν καταργούνταν η βασιλεία, αλλά αντιθέτως διατηρούνταν στα πρότυπα του συντάγματος του 1952, καθώς το πολίτευμα που προέκριναν οι κρατούντες μέσω νέου συντάγματος, ήταν η Βασιλευόμενη Δημοκρατία, με έναν βασιλιά που θα είχε πολύ λιγότερες αρμοδιότητες από αυτές που είχε μέχρι εκείνη την εποχή. Το Δημοψήφισμα προκηρύχθηκε στις 2 Αυγούστου 1968 [71] και διεξήχθη την Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 1968, με σκοπό την ψήφιση νέου Συντάγματος, που το εκλογικό σώμα κλήθηκε να εγκρίνει με «Ναι» ή «Όχι». Δικαίωμα ψήφου δεν είχαν όσοι είχαν συλληφθεί ή εκτοπιστεί και τους είχαν στερηθεί τα πολιτικά δικαιώματα με δικαστική απόφαση, μετά την επιβολή του καθεστώτος της 21ης Απριλίου, όμως οι πολιτικοί που βρίσκονταν υπό περιορισμό αφέθηκαν ελεύθεροι για να «...μπορέσουν να εκφράσουν τις απόψεις των με πολιτικές δηλώσεις για το νέο Σύνταγμα».Κυρίαρχο στη διαφημιστική εκστρατεία του καθεστώτος ήταν το «Ναι», που προωθήθηκε με όλα τα μέσα, όπως αφίσες, έντυπο υλικό, ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές και εφημερίδες. Στο δημοψήφισμα συμμετείχε ποσοστό 77,47% του Ελληνικού λαού, υπέρ του «Ναι» τάχθηκε το 92,21% και κατά μόλις το 7,79% όσων συμμετείχαν. Το «Σχέδιο Συντάγματος» που εγκρίθηκε, ίσχυσε από τις 15 Νοεμβρίου 1968, είναι γνωστό ως Σύνταγμα του 1968 και θεσμοθετούσε το πολίτευμα της Βασιλευομένης Δημοκρατίας. Στο Σύνταγμα το πολίτευμα ήταν αυτό της Βασιλευομένης Δημοκρατίας με το Βασιλιά να μην έχει τις αρμοδιότητες που είχε σχετικά με τις Ένοπλες δυνάμεις καθώς οι θεμελιώδεις εξουσίες μεταβιβάστηκαν. Προβλεπόταν επίσης ένας βουλευτής με έδρα, ο οποίος κατείχε την θέση του Πρωθυπουργού και λογοδοτούσε στον Βασιλιά, ενώ στο ρόλο των Ενόπλων Δυνάμεων προστέθηκε η προστασία της πολιτικοκοινωνικής τάξεως.
Στις 30 Σεπτεμβρίου, ο Παναγιώτης Πιπινέλης επισκέφθηκε τον Βασιλιά υποβάλλοντας δύο εναλλακτικά σχέδια δηλώσεων του Κωνσταντίνου για την αποδοχή του Δημοψηφίσματος και του νέου Συντάγματος, τα οποία αγνόησε ο Βασιλιάς, εξαπατημένος από τον πολιτικό κόσμο της εποχής. Παρά τις διαδοχικές συναντήσεις του με τον Μιχαήλ Ρουφογάλη, στις αρχές Οκτωβρίου 1968, τον Οδυσσέα Αγγελή, στις 16 Νοεμβρίου 1968, και τον αντιβασιλικό Κωνσταντίνο Ασλανίδη, ο Βασιλιάς δεν πίστευε στις προθέσεις του καθεστώτος και των Συνταγματαρχών. Στις 16 Δεκεμβρίου 1968 ο Παπαδόπουλος παραχώρησε συνέντευξη στο περιοδικό «Τime» με την οποία έστειλε μήνυμα στον Κωνσταντίνο, «...Εγώ, περισσότερον παντός άλλου Έλληνος, πιστεύω εις τον θεσμόν της Βασιλείας ως αναγκαίας δια τους Έλληνας! Αλλ΄ η πίστις μου δεν είναι αρκετή. Πρέπει να καταστή πίστις των Ελλήνων. Καταβάλλω μεγάλας προσπαθείας προς τον σκοπόν αυτόν. Ελπίζω ότι θα τύχω βοηθείας από τον ίδιο τον Βασιλέα!...».
Τάμα του Έθνους
Για την επίβλεψή του συστήθηκε το Μάιο του ίδιου έτους «Ανώτατη Επιτροπή» με πρόεδρο το Παπαδόπουλο και μέλη της τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, τους υπουργούς Εσωτερικών Στυλιανό Παττακό, Συντονισμού Νικόλαο Μακαρέζο, Παιδείας Θεοφύλακτο Παπακωνσταντίνου, Δημοσίων Έργων Κωνσταντίνο Παπαδημητρίου και τον Υφυπουργό Προεδρίας Κωνσταντίνο Βοβολίνη. Ένα δεύτερο σώμα, το «Γνωμοδοτικό Συμβούλιο» που είχε δημιουργηθεί για τον ίδιο σκοπό, αποτελούνταν από τον πρόεδρο της Ακαδημίας, τους πρυτάνεις του εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου και του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου, το δήμαρχο Αθηναίων, το Γενικό Διευθυντή Αρχαιοτήτων και τον κοσμήτορα της Αρχιτεκτονικής σχολής του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου. Σύμφωνα με τη σχετική εξαγγελία «...Ο Ναός του Σωτήρος Χριστού, αφ’ ενός μεν υλοποιεί την υπόσχεσιν που έδωσε το Έθνος προς τον Θεό, και αφ’ ετέρου θ’ αποτελέση, μετά την οικοδόμησίν του, το τρίτο αρχιτεκτονικό οικοδόμημα των Αθηνών, μετά τον κλασικό Παρθενώνα και τον Βυζαντινό Λυκαβηττό..» [72]. Με Ειδικό Νομοθετικό Διάταγμα [73] ιδρύθηκε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Ειδικόν Ταμείον Ανεγέρσεως Ιερού Ναού Του Σωτήρος» και με σκοπό, σύμφωνα με το άρθρο 2 του Νομοθετικού Διατάγματος, την «...ανέγερση εν Αθήναις Ιερού Ναού, αφιερωμένου εις τον Σωτήρα προς πραγματοποίησιν του τάματος του Έθνους, κατά το Η΄ ψήφισμα της 31-7-1829 της Δ΄ εν Άργει Εθνικής Συνέλευσης των Ελλήνων». Το ταμείο διοικούσε πενταμελές Συμβούλιο μέ 3ετή θητεία και στη σύνθεση του προστέθηκαν [74] εκπρόσωποι των Υπουργών Οικονομικών και Δημοσίων Ἔργων.
Στις 28 Οκτωβρίου 1971, 150 χρόνια μετά την εθνεγερσία του 1821, ο Παπαδόπουλος θεμελίωσε το έργο διαμορφώσεως του χώρου ανεγέρσεως του Ναού, στο λόφο Αγχέστου. Η θεμελίωση έγινε το απόγευμα εκείνης της μέρας στο προαύλιο της Ιεράς Μονής του Προφήτου Ηλία και στον αγιασμό χοροστάτησε ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Α'. Ο Παπαδόπουλος στην ομιλία του είπε μεταξύ άλλων: «...Νομίζω ὅτι τό Κράτος ὀφείλει νά προσθέση ἕνα ἀκόμη κίνητρον, τό ὁποῖον θά βοηθήση τούς Ἕλληνας ἀρχιτέκτονας νά ἀνταποκριθοῦν εἰς τήν ἱστορικήν πρόσκλησιν καί νά δώσουν τόν καλλίτερον ἑαυτόν των προκειμένου νά προέλθη ἐκ τῆς μελέτης των, ἔργον ἄξιον πράγματι τοῦ σκοποῦ τόν ὁποῖον θά ἐπιτελέση τοῦτο. Κατόπιν αὐτοῦ, ἀνακοινῶ ὅτι εἰς τόν πρῶτον βραβευθησομένον ἀρχιτέκτονα, ἡ Κυβέρνησις –πέραν τῶν ὑπό τοῦ Ταμείου προβλεπομένων βραβείων- θά χορηγήση 5.000.000 δρχ., εἰς τόν δεύτερον 3.000.000 δρχ. καί εἰς τόν τρίτον 2.000.000 δρχ. Ἔχω τήν ἐλπίδα ὅτι δέν θά ἐπιτρέψη ὁ κόσμος τῶν ἀρχιτεκτόνων τῆς Ἑλλάδος νά καταφύγωμεν εἰς διεθνή διαγωνισμόν διά τό ἔργον....». Έως το 1974 ο χώρος διαμορφώθηκε σ' αυτό που μετέπειτα έγινε γνωστό ως Αττικό Άλσος.
Επαφές με τον Βασιλιά Κωνσταντίνο
Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Κοτσώνης παρά τη στενή προσωπική σχέση που διατηρούσε με τον Βασιλιά Κωνσταντίνο Β' δεν τον ακολούθησε στο κίνημα-φιάσκο της 13ης Δεκεμβρίου 1967 και ήταν αυτός που όρκισε ως αντιβασιλέα τον αντιστράτηγο Γεώργιο Ζωιτάκη, κάτι που, σύμφωνα με όσα γράφει στο «Ημερολόγιο» του ο τότε Αυλάρχης Λεωνίδας Παπάγος, «ήταν μεγάλο κτύπημα» για τον Κωνσταντίνο. Την Παρασκευή 15 Δεκεμβρίου 1967, μέσω Βρυξελλών, έφτασε στη Ρώμη όπου είχε καταφύγει ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος μετά το αποτυχημένο κίνημα που επιχείρησε το Δεκέμβριο του 1967, ο Παναγιώτης Πιπινέλης που συζήτησε με το βασιλιά στον οποίο εξέφρασε την πίκρα του διότι δεν του είχε αποκαλύψει τα σχέδια του. Υπέδειξε στο βασιλιά να επιστρέψει στην Ελλάδα και να αποκαταστήσει τις σχέσεις του με το καθεστώς και την κυβέρνηση του Γεωργίου Παπαδόπουλου, καθώς με την πειθώ μπορούσε να τεθεί η κατάσταση υπό έλεγχο,. Οι υποδείξεις και η διαλλακτική διάθεση που επέδειξε το καθεστώς της 21ης Απριλίου παρέμειναν δίχως ουσιαστικό αποτέλεσμα, ενώ ο Παναγιώτης Πιπινέλης όταν επέστρεψε στην Αθήνα ενημέρωσε τον Παπαδόπουλο, ότι «...Ο βασιλεύς αρνείται να επιστρέψει, εκτός αν η κυβέρνηση δεχθεί τους όρους που θέτει: επιστροφή των αξιωματικών στους στρατώνες, προκήρυξη εκλογών και αποκατάσταση της Δημοκρατίας.». Από το «Ημερολόγιο» του Λεωνίδα Παπάγου προκύπτει ότι ο Ιερώνυμος υπήρξε ένας από τους μεσολαβητές μεταξύ του Κωνσταντίνου και του Παπαδόπουλου κι ήταν εκείνος που διαβίβαζε τα προσωπικά μηνύματα του Παπαδόπουλου και δεχόταν τις απαντήσεις του Κωνσταντίνου, ενδεικτική είναι η συνάντηση του με τον Κωνσταντίνο στις 16 Δεκεμβρίου 1967 στην ελληνική πρεσβεία στη Ρώμη, μόλις μία ημέρα μετά την επίσκεψη του Παναγιώτη Πιπινέλη στο Βασιλιά Κωνσταντίνο.Στις 17 και 18 Οκτωβρίου 1972 ο δημοσιογράφος Σάββας Κωνσταντόπουλος, εν όψει του δημοψηφίσματος για το πολίτευμα της χώρας, επισκέφθηκε ανεπισήμως σε συνεννόηση με τον Παπαδόπουλο, τον εξόριστο στη Ρώμη τότε βασιλιά Κωνσταντίνο, στον οποίο είπε, ότι το καθεστώς είναι σταθερό και πως ο Παπαδόπουλος είναι «..παντοδύναμος..» και «..δεσπόζουσα φυσιογνωμία». Κατηγόρησε τον βασιλιά ότι «..ήγειρε τα όπλα εναντίον της Επαναστάσεως..», ότι κινείται στο εξωτερικό εναντίον του καθεστώτος και πως οι αντιδρώντες τον παρουσιάζουν ως «..σημαίαν και σύμβολον αυτών». Σύμφωνα με τον Κωνσταντόπουλο, ακολούθησε ο διάλογος,
Βασιλιάς: «Πως βλέπει ο κ. Παπαδόπουλος το ζήτημα του Θρόνου;»
Κωνσταντόπουλος: «...Πρώτον, σας απήλλαξε της ευθύνης δια την 13ην Δεκεμβρίου. Την απέδωσε εις κακούς συμβούλους. Δεύτερον, εζητωκραύγασε υπέρ του Βασιλέως εις την Σχολήν Ευελπίδων. Τρίτον, διετήρησε τον θεσμόν και το πρόσωπον του Βασιλέως εις το νέον Σύνταγμα και αφήκε ανοικτήν την θύραν της επανόδου σας και πρό της διεξαγωγής των εκλογών. Νομίζω Μεγαλειότατε, ότι δεν έγινε από της πλευράς του θρόνου αξιοποίησις της στάσεως του Πρωθυπουργού».
Βασιλιάς: «Ποιοι νομίζετε είναι οι απώτεροι σκοποί του κ. Γ. Παπαδοπούλου;»
Κωνσταντόπουλος: «Ο Πρωθυπουργός είναι άνθρωπος ευφυέστατος με υψηλόν αίσθημα ευθύνης. Καθώς πιστεύω, τον ενδιαφέρει η υστεροφημία του [...] Η βαθυτάτη του επιθυμία είναι να έλθη μία στιγμή κατά την οποίαν να πη εις τους Έλληνας: Έκαμα αυτό που σας υποσχέθηκα. Παρέλαβα την Ελλάδα αποσυντεθειμένην και σας την παραδίδω ευημερούσαν και ισχυράν [...]...».
Βασιλιάς:«Εγώ θέλω να επανέλθω, αλλά δια να το θέλη και ο Παπαδόπουλος, θα πρέπει να έχη κάποιον λόγον... Εγώ δεν επιθυμώ να επιστρέψω μειωμένος, αλλά ούτε και ο Παπαδόπουλος πρέπει να θέλη κάτι τέτοιο, διότι τότε θα του είμαι άχρηστος. Πρέπει, κατά συνέπειαν, να υπάρχη πνεύμα κατανοήσεως και κοινός σκοπός».
Στο διάστημα από τις 13 μέχρι τις 16 Δεκεμβρίου 1972, ο Κωνσταντόπουλος συναντήθηκε για δεύτερη φορά με τον βασιλιά και του ξεκαθάρισε, «..Για μένα δεν υπάρχει παρά ο Βασιλεύς και ο Παπαδόπουλος...», όμως, τελικά, οι συναντήσεις τους δεν είχαν αίσιο αποτέλεσμα. Τον ίδιο μήνα ο Κωνσταντόπουλος έγραψε στην εφημερίδα του, «...Ο Γ. Παπαδόπουλος μας έδωσε την πλήρη σύνθεσιν. Το πρόγραμμά του είναι επαναστατικόν με μεταρρυθμιστικήν διαδικασίαν... καθιέρωσεν καθεστώς συνεχούς μετασχηματισμού των παραγόντων οι οποίοι συνθέτουν την εθνικήν ζωήν μας...Η Ελλάς μεταβάλλεται. Γίνεται κάτι διαφορετικόν από ότι ήτο χθές. Και αυτό το νέον θα παραχωρήση την θέσιν του εις άλλο νεώτερον....».
Ελληνοτουρκικές σχέσεις
Στις αρχές του 1969, έξι μήνες μετά την πρωθυπουργοποίηση του, ο Παπαδόπουλος σε συνέντευξη που παραχώρησε στην καθημερινή εφημερίδα της Κωνσταντινουπόλεως, «Milliet», την οποία δημοσίευε η τουρκική εφημερίδα στις 28 Ιουνίου 1968, δήλωσε ότι «...Ακούγονται ακόμη οι φωνές του Ατατούρκ και του Βενιζέλου… Πρέπει να ενώσουμε τις δύο ακτές του Αιγαίου...». Ο Τούρκος δημοσιογράφος τον ρώτησε εάν με την ένωση δύο χωρών εννοούσε ομοσπονδία. «...Θέλω ιδιαιτέρως να υπογραμμίσω την πίστη μου στην αναγκαιότητα πραγματοποιήσεως αυτής της ομοσπονδίας … Εάν είχα μαγική δύναμη θα έκανα το παν για την πραγματοποίηση της ομοσπονδίας και θα οδηγούσα πάραυτα τον λαό μας προς αυτήν την κατεύθυνση...», απάντησε ο Παπαδόπουλος. Στις 25 Μαΐου 1971 δήλωσε εκ νέου στην ίδια τουρκική εφημερίδα ότι η Αθήνα αντιμετωπίζει την Ελληνοτουρκική ομοσπονδία θετικά, δηλώνοντας χαρακτηριστικά, ότι «...Εγώ προσωπικά πιστεύω ότι ιστορία μας οδηγεί προς μία ομοσπονδία της Τουρκίας με την Ελλάδα. Θα πραγματοποιηθεί σε ίσως 20 ή 50 χρόνια. Αλλά θα πραγματοποιηθεί...Πρέπει να δεχθούμε πως είμαστε μικρές χώρες. Εάν έχουμε την ένωση, τότε η δύναμή μας έναντι των μεγάλων χωρών δεν θα διπλασιαστεί απλώς, αλλά θα πολλαπλασιαστεί....» [75].Παραίτηση από τη δωρεάν Αμερικανική βοήθεια
Οι Ηνωμένες Πολιτείες από την επικράτηση του καθεστώτος της 21ης Απριλίου είχαν κηρύξει συνεχή απαγόρευση στρατιωτικών εξοπλισμών, με μικρές διακοπές σε περιόδους κρίσεων, όπως τα γεγονότα της Πράγας το 1968 και της Συρίας το 1970, με συνεχείς περικοπές και διακυμάνσεις ύψους ανάλογα με τις διαθέσεις του Αμερικανικού Κογκρέσου. Για το 1973 το ύψος της δωρεάν Αμερικανικής βοήθειας είχε διαμορφωθεί στα 15.000.000 δολάρια.Στις 12 Ιανουαρίου 1973 ο Παπαδόπουλος έστειλε προσωπική επιστολή προς τον Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής Ρίτσαρντ Νίξον με την οποία του γνωστοποιούσε την απόφαση της Ελλάδος να παραιτηθεί από τη δωρεάν βοήθεια. Η ανακοίνωση της Ελληνικής κυβερνήσεως ανέφερε ότι «Η Κυβέρνησις απεφάσισεν όπως δηλώση εις την φίλην και σύμμαχον Κυβέρνησιν των Ηνωμένων Πολιτειών, ότι παραιτείται τού λοιπού -αρχής γενομένης από τού τρέχοντος έτους- τής παρεχομένης υπό των Ηνωμένων Πολιτειών δωρεάν στρατιωτικής βοηθείας». Ο Παπαδόπουλος ήδη από το 1968 και έπειτα, εισήγαγε τρία 5ετή Προγράμματα Εξοπλισμών Ενόπλων Δυνάμεων, τα οποία χρηματοδοτούνταν από εθνικούς πόρους. Ο αριστερός ιστορικός Σόλωνας Γρηγοριάδης παραδέχεται ότι αυτή την περίοδο η Ελλάδα κατέστη από τις καλύτερες αγορές των βιομηχανιών εξοπλισμού, αποκτώντας, μεταξύ άλλων, 60 άρματα τύπου «ΑΜΧ-30» από την Γαλλία, 4 υποβρύχια 1.000 τόννων από τη Δυτική Γερμανία, 4 πυραυλακάτους 250 τόννων από την Γαλλία, 36 μαχητικά αεροπλάνα τύπου «Φάντομ 4» από την Αμερική, απεξαρτώντας την Ελλάδα από τη δωρεάν βοήθεια.
Αναφερόμενη στην επιστολή Παπαδόπουλου η εφημερίδα «New York Times» γράφει [76] ότι «Η χειρονομία, εξυψούσα την ελληνικήν εθνικήν υπερηφάνειαν, υπογραμμίζει ταυτοχρόνως την άνοδον τής ελληνικής οικονομίας -άνοδον η οποία επέτρεψεν εις την Ελλάδα να αγοράση όπλα επί εμπορικής βάσεως “Φάντομ” από τας Ηνωμένας Πολιτείας, πυραυλοφόρους κανονιοφόρους και άρματα μάχης από την Γαλλίαν και υποβρύχια από την Δυτ. Γερμανίαν». Η εφημερίδα “TIMES” του Λονδίνου έγραφαν ότι «Η ζωτικότης τής Ελληνικής Οικονομίας κατέστησε δυνατή την ελληνική στροφή. Αμερικανοί επίσημοι έχουν εντυπωσιασθή από την τεράστια αύξησι τών ελληνικών αποθεμάτων σέ χρυσό και συνάλλαγμα, ήτα οποία ανήλθαν σε 1 δισεκατομμύριο δολλάρια. Η Ελληνική απόφασις θέτει τίς σχέσεις Ελλάδος καί ΗΠΑ επί πλέον ανεξαρτήτου βάσεως!…». Παράλληλα, σε σχόλιο του πρακτορείου ειδήσεων B.B.C. από τον δημοσιογράφο Σ. Μανζώ αναφερόταν ότι «Ευκαιρία ήταν για το καθεστώς των Αθηνών να διακηρύξη ότι ακολουθεί ανεξάρτητη πολιτική και δεν επιτρέπει σε καμμία ξένη δύναμι, ούτε στις ΗΠΑ, να δίνη εντολές και να χρησιμοποιή την Ελλάδα για τα συμφέροντά της». Ο αριστερός συγγραφέας Σόλωνας Γρηγοριάδης, ομολογεί ότι «…Σε άλλη εποχή θα ήταν αδιανόητη για μία ελληνική κυβέρνησι. Η δωρεάν στρατιωτική βοήθεια ασκούσε υπνωτιστική επίδρασι καί υπεδούλωνε τελείως τον αμυντικό εφοδιασμό τής Ελλάδος στην αμερικανική εξωτερική πολιτική. Και η χειρονομία τού Γ. Παπαδοπούλου υποδηλούσε τό γεγονός ότι η ανεξαρτησία των ελληνικών εξοπλισμών πού άρχισε βαθμιαία από το 1970, υπεισήρχετο, όπως είδαμε, oσάν νέος παράγων στις διεθνείς σχέσεις τού καθεστώτος».
Κατάργηση της Βασιλείας
Στις 23 Φεβρουαρίου 1973, περί τους 3.000 φοιτητές και διάφοροι άλλοι κομμουνιστές κατέλαβαν το κτίριο της Νομικής Σχολής Αθηνών. Ακολούθησε η ανταρσία του αντιτορπιλικού «Βέλος», όταν στις 23 Μαΐου 1973 εκδηλώθηκε το αποτυχημένο κίνημα του ναυτικού. Οι επικεφαλής του κινήματος, ναύαρχοι Μηναίος και Εγκολφόπουλος, συνελήφθησαν στα σπίτια τους πριν επιβιβαστούν στα πλοία, όμως το αντιτορπιλικό «Βέλος» με κυβερνήτη τον Νικόλαο Παππά, εγκατέλειψε τα κοινά γυμνάσια μοίρας του Ν.Α.Τ.Ο. στα οποία συμμετείχε, αυτομόλησε και κατέφυγε στην Ιταλία, όπου μόνο 31 από τα μέλη του πληρώματος του ζήτησαν πολιτικό άσυλο. Ακολούθησαν συλλήψεις στελεχών καθώς και εκκαθαρίσεις στο Πολεμικό Ναυτικό. Στις 11.30 το πρωί της 1ης Ιουνίου 1973 συγκλήθηκε εκτάκτως το Υπουργικό Συμβούλιο, στη διάρκεια του οποίου ενημερώθηκαν οι υπουργοί για την επερχόμενη πολιτειακή μεταβολή. Ο Παπαδόπουλος με Συντακτική Πράξη την 1η Ιουνίου 1973, προχώρησε στην κατάργηση της μοναρχίας και εγκαθίδρυσε πολίτευμα Προεδρικής Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, με προσωρινό πρόεδρο τον ίδιο. Παράλληλα υποσχέθηκε την διενέργεια εκλογών μέσα στο επόμενο έτος. Την ίδια μέρα ορίστηκαν οι αρχηγοί των Στρατιωτικών Επιτελείων, μεταξύ τους ο Αρχηγός Γ.Ε.Ν. Αντιναύαρχος Πέτρος Αραπάκης, που μέχρι τις 8 Ιανουαρίου 1975, παρέμεινε στην θέση που τον είχε τοποθετήσει ο Παπαδόπουλος.Στη μία μετά το μεσημέρι της ίδιας ημέρας απηύθυνε διάγγελμα προς τον ελληνικό λαό για να εξηγήσει ότι «....δεν ήτο πρόθεσις της Επαναστάσεως να υποδείξη ριζικήν πολιτειακήν μεταβολήν και απόδειξιν τούτου περίτρανον αποτελεί το Σύνταγμα του 1968. Την μεταβολήν την κατέστησεν επιβεβλημένην αυτός ούτος ο κληρονομικός ανώτατος άρχων δια της όλης συμπεριφοράς του από της αναρρήσεως του προ εννεατίας μέχρι σήμερον, εκπέσων μόνος του εκ του θρόνου.
Έλληνες και Ελληνίδες
Απαλλάξατε την Ελλάδα από την μοναρχίαν ήτις αποτελεί ξεπερασμένον πλέον υπόλειμμα άλλων εποχών και αποδώσατέ της την Δημοκρατίαν την οποίαν ενοσταλγούσαν και ελαχταρούσαν πολλαί Ελλήνων γενεαί, δια να την χαρήτε και να την λαμπρύνετε σεις, τα τέκνα σας και τα τέκνα των τέκνων σας...». Τον Απρίλιο του 1973 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έσπασε την πολύχρονη σιωπή του και τις δηλώσεις του από το Παρίσι, στο δημοσιογράφο Ερίκ Ρουλώ της εφημερίδος «Μοντ», δημοσίευσε η Αθηναϊκή εφημερίδα «Βραδυνή», ενώ ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος και άλλοι πολιτικοί της Δεξιάς και του Κέντρου στην Αθήνα, με δικές τους δηλώσεις εξέφρασαν τη διαφωνία τους με την πρόθεση του καθεστώτος της 21ης Απριλίου. Παράλληλα ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ανακοίνωσε ότι μετά την πτώση του καθεστώτος της 21ης Απριλίου θα δεχθεί να τεθεί το πολιτειακό σε δημοψήφισμα.
Ο Σάββας Κωνσταντόπουλος αναφερόμενος στην κατάργηση του θεσμού της βασιλείας στην Ελλάδα, γράφει, «...Ο κ. Γ.Παπαδόπουλος δεν είχε αποφασίσει ούτε την εκθρόνησιν του Βασιλέως, ούτε την κατάργησιν του βασιλικού θεσμού. Η απόπειρα, όμως, ανταρσίας εις το Πολεμικόν Ναυτικόν μετέβαλεν ριζικώς το σκηνικόν. Τελικώς επεκράτησε η άποψις, ότι εάν ανεβάλλετο η εφαρμογή του άρθρου 134 του Συντάγματος π.χ. επί μίαν πενταετίαν ή εάν εξεθρονίζετο ο Βασιλεύς υπέρ του διαδόχου Παύλου, ο Κωνσταντίνος θα εξακολουθούσε να εκμεταλλεύεται τον βασιλικόν θεσμόν και θα διεταράσσετο έτσι η ομαλοποίησις της πολιτικής ζωής του τόπου. Εθεωρήθη ως αναγκαία η κατάργησις του βασιλικού θεσμού. Κατηργήθη η Βασιλεία διά να διευκολυνθεί η έναρξις λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών. ...{...}... Ο Κωνσταντίνος αντιπροσωπεύει μοναδικήν ίσως περίπτωσιν εις το πάνθεον των Βασιλέων. Δεν έχασε το Στέμμα από πράξεις των αντιπάλων του. Κατέστρεψε τον θρόνον με ιδικάς του ενεργείας και μόνον. Παρόμοιον προηγούμενον, δεν έχομεν υπ’όψιν μας. Ενθυμούμεθα τους στίχους του Γάλλου ποιητού Κορνέϊγ:
Όσο μεγάλοι κι αν είναι οι βασιλείς
είναι ό,τι είμαστε κι εμείς.
Μπορούν να πλανηθούν όπως και οι άλλοι άνθρωποι.
Ενίοτε, όμως, τα σφάλματα ημών των κοινών ανθρώπων, αλλά και των βασιλέων είναι ασυγχώρητα και προκαλούν το ανεπανόρθωτον..».
Σύμφωνα με τη μαρτυρία της Δήμητρας Ντενίση [77], κόρης του Αντιστρατήγου Γεωργίου Ντενίση, τον Μάιο του 1973, ο Παπαδόπουλος κάλεσε στο γραφείο του το φίλο και συμμαθητή του στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων Γεώργιο Ντενίση, στον οποίο είπε «...σε παρακαλώ Γιώργο, επειδή τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα στην Κύπρο και δεν θέλω να γίνει το παραμικρό που θα είναι επικίνδυνο για την Ελλάδα και τον Ελληνισμό, θέλω να κατέβεις εσύ κάτω». Ο πατέρας μου δέχτηκε, λέγοντας ότι «αφού η Πατρίδα με καλεί, βεβαίως και θα πάω», ενώ ο Παπαδόπουλος του έδωσε τη σαφέστατη εντολή, «Σε παρακαλώ πάρα πολύ, όλη σου την προσοχή ώστε να μην γίνει τίποτα που θα δημιουργήσει πρόβλημα» [78]. Στις 8 Ιουνίου ο Παπαδόπουλος συγκάλεσε εκ νέου το Υπουργικό Συμβούλιο και μίλησε στους υπουργούς του για τις εκλογές που είχε πρόθεση να κάνει, για τα καθήκοντα και τη θητεία του Προέδρου της Δημοκρατίας, για τον αριθμό των βουλευτών ενώ αναζήτησαν την ακριβή ημερομηνία διενέργειας του δημοψηφίσματος.
Το Πολίτευμα του 1973
Η μορφή του πολιτεύματος που είχε προκρίνει το καθεστώς της 21ης Απριλίου απέρριπτε την «Προεδρευομένη Δημοκρατία» καθώς και την αντιγραφή της «Προεδρικής Δημοκρατίας» στα πρότυπα της Γαλλίας ή των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής. Η πρόθεση του ήταν μια πρωτότυπη Προεδρική Δημοκρατία, προσαρμοσμένη στις εθνικές ανάγκες και την Ελληνική ιστορική εμπειρία, ενώ σε διάγγελμά του στις 28 Ιουλίου 1973 εξήγησε την επιλογή τής μορφής του πολιτεύματος, το οποίο καθιέρωνε,- Απ’ ευθείας από τον λαό, κατά το άρθρο 4 παράγραφος 2 ο Πρόεδρος «..εκλέγεται δι’ αμέσου, καθολικής καί μυστικής ψηφοφορίας».
- Επταετή θητεία του Προέδρου, κατά το άρθρο 4 παράγραφος 2 καθιερώθηκε η εκλογή του Προέδρου «δι’ επτά έτη».
- Μη δικαίωμα επανεκλογής, κατά το άρθρο 4 παράγραφος 2, ο εκάστοτε Πρόεδρος εκλεγόταν μία μόνο φορά «...μή επιτρεπομένης τής επανεκλογής του», πράξη που διασφάλιζε την απαλλαγή του από εξαρτήσεις επανεκλογής.
- Άμεση εξουσία στους τομείς Εθνικής Αμύνης, Εξωτερικής Πολιτικής και Δημοσίας Τάξεως.
- Σύμφωνα με το άρθρο 11 ο Πρόεδρος «...κυροί, εκδίδει καί δημοσιεύει τούς υπό τής Βουλής ψηφισθέντας νόμους». Εάν ο Πρόεδρος διαφωνεί με Νόμο, τότε εντός μηνός ο Νόμος πρέπει να εισαχθεί ξανά στην Ολομέλεια τής Βουλής και να ψηφισθεί από την απόλυτη πλειονοψηφία τού όλου αριθμού των μελών της, οπότε ο Πρόεδρος τον εκδίδει. Εάν ο Πρόεδρος συνεχίζει να διαφωνεί, τότε εντός μηνός προκηρύσσει Δημοψήφισμα το οποίο διεξάγεται εντός διμήνου, ώστε να τεθεί ο Νόμος στη λαϊκή κρίση. Εάν το αποτέλεσμά του είναι υπέρ τού Νόμου, ο Πρόεδρος τον δημοσιεύει εντός 10 ημερών. Εάν είναι κατά τού Νόμου, τότε η δημοσίευσή του ματαιώνεται.
Πολιτειακό δημοψήφισμα
Το ίδιο χρονικό διάστημα είχαν ξεσπάσει διαφωνίες μεταξύ των πρωτεργατών του καθεστώτος, ειδικότερα του Νικολάου Μακαρέζου με τον Παπαδόπουλο. Ο διπλωμάτηςΓεώργιος Χέλμης-γαμπρός από θυγατέρα του Σπύρου Μαρκεζίνη- σημειώνει στο ημερολόγιό του: «Παρασκευή 21 Σεπτεμβρίου 1973. Φάγαμε...{...}... με τον καθηγητή Γεωργάκη, που παρητήθη από την «Ολυμπιακή» του Ωνάση, και είναι έτοιμος να βοηθήσει τον πατέρα, ο οποίος τον θεωρεί ευφυέστατον και σε όλα κατατοπισμένο. Είπε ο Γεωργάκης, ότι την ημέρα που παρέθεσε γεύμα για τον πατέρα και τον Μακαρέζο, ο τελευταίος του μίλησε πολύ άσχημα για τον Παπαδόπουλο, τον οποίον κατηγόρησε ότι τον απομακρύνει (τον Μακαρέζο), ενώ κρατάει ορισμένους άλλους....».Το Δημοψήφισμα για τη μορφή του πολιτεύματος προκηρύχθηκε στις 12 Ιουνίου 1973 [79] και ως ημερομηνία διεξαγωγής του ορίστηκε η Κυριακή 29 Ιουλίου του ίδιου έτους [80]. Τα ερωτήματα τα οποία τέθηκαν στο συγκεκριμένο δημοψήφισμα ήταν:
- α) Η έγκριση του εκλογικού σώματος για την διενέργεια δημοψηφίσματος με τίτλο «Περί τροποποιήσεως του από 15ης Νοεμβρίου 1968 Συντάγματος».
- β) Η αποδοχή της εκλογής στη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας του Παπαδόπουλου και σ' αυτήν του Αντιπροέδρου του Οδυσσέα Αγγελή, με προβλεπόμενη θητεία 8 ετών.
- γ) Η έγκριση της πολιτειακής αλλαγής που είχε προηγηθεί μέσω της συντακτικής πράξης της 1ης Ιουνίου 1973 με την οποία το καθεστώς της 21ης Απριλίου καταργούσε τη μοναρχία και εγκαθίδρυε την Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία με προσωρινό Πρόεδρο τον Παπαδόπουλο.
Πρόεδρος της Δημοκρατίας
Η εκλογή του Παπαδόπουλου, στη θέση του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας, τον κατέστησε πρώτο και μόνο στην Ελληνική ιστορία που εκλέχθηκε με καθολική ψηφοφορία. Στις 13 Αυγούστου η ολομέλεια του Αρείου Πάγου επικύρωσε το δημοψήφισμα. Στις 10:30 το πρωί της Κυριακής 19 Αυγούστου, σε μια πανηγυρική τελετή που έλαβε χώρα στον Καθεδρικό Ναό Αθηνών ο Παπαδόπουλος ορκίστηκε [81] [82] Πρόεδρος της Δημοκρατίας και ο Οδυσσέας Αγγελής Αντιπρόεδρος. Η ορκωμοσία του έγινε παρουσία όλων των μελών του Υπουργικού Συμβουλίου, του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Ιερώνυμου Κοτσώνη, μελών της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, του Αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων στρατηγού Δημητρίου Ζαγοριανάκου, των προέδρων του Συμβουλίου Επικρατείας, Αλεξάνδρου Δήμητσα, του Αρείου Πάγου, Λύσανδρου Κανελλάκου, και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, Χαράλαμπου Κουκή, του νομάρχου Αττικής Γεωργίου Δημακόπουλου καθώς και του δημάρχου Αθηναίων Δημητρίου Ρίτσου.Στην τελετή παραβρέθηκαν και παλαιοί πολιτικοί, έξι του κόμματος «Εθνική Ριζοσπαστική Ένωσις» [Ε.Ρ.Ε.], οι Χρήστος Αθανίτης, Κωνσταντίνος Βενέτης, Δημήτριος Θανόπουλος, Κωνσταντίνος Λιδωρίκης, Κωνσταντίνος Σιώζος και Ιωάννης Χατζηδήμος και από ένας της Ενώσεως Κέντρου, ο Ιωάννης Τσιριμώκος και του Κόμματος των Προοδευτικών του Σπύρου Μαρκεζίνη, ο Νικόλαος Στειρόπουλος. Από τον λόφο του Λυκαβηττού 21 κανονιοβολισμοί χαιρέτησαν την ορκωμοσία των δυο στελεχών του καθεστώτος της 21ης Απριλίου. Την ίδια ημέρα ο Παπαδόπουλος κήρυξε τη λήξη του καθεστώτος της «21ης Απριλίου», ενώ ήρε τον στρατιωτικό νόμο στην Αθήνα και τον Πειραιά, κάτι που ίσχυε από το 1971 σε όλη την υπόλοιπη χώρα και από το 1972 στη Θεσσαλονίκη. Την ίδια ημέρα εκδόθηκαν δύο Προεδρικά Διατάγματα, το πρώτο αφορούσε την αμνήστευση όλων των κρατουμένων που είχαν καταδικαστεί για πολιτικά εγκλήματα από την ημέρα της 21ης Απριλίου μέχρι την 20η Αυγούστου 1973 και με το δεύτερο αμνήστευε, δίνοντας ειδική χάρη στον επίδοξο δολοφόνο του Αλέκο Παναγούλη.
Σύμφωνα με τις σημειώσεις στο ημερολόγιο του Γεωργίου Χέλμη, «Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 1973. Σήμερα ο Μακαρέζος εδήλωσε στους δημοσιογράφους, ότι ήλθε σε ρήξιν με τον Παπαδόπουλον, επί βασικών θεμάτων της κυβερνητικής πολιτικής και παρητήθη. Στην δήλωσίν του, δεν ανεφέρθη στα σημεία της διαφωνίας. Προς τους δημοσιογράφους όμως είπε, ότι αυτή οφείλετο στο ότι αντετίθετο στα νέα μέτρα ελευθερίας εισαγωγών-εξαγωγών και ότι έπρεπε, ή τα μέτρα αυτά να αρθούν, ή να αναλάβει νέα κυβέρνησις εντός 24 ωρών τις ευθύνες για την εφαρμογήν των. Εφ' όσον ουδέν τούτων συνέβη, παραιτείται. Στους δημοσιογράφους, επίσης, ετάχθη υπέρ της λύσεως του πατέρα. Η Ντόϋτσε Βέλε μετέδωσεν, ότι οι πραγματικοί λόγοι της διαφωνίας, συνίστανται στην παραμονή στη νέα κυβέρνησιν, στελεχών της παλαιάς (Αγαθαγγέλου, Χωριατόπουλος κ.ά.), πράγμα που συμπίπτει με όσα μας είχε πει ο καθηγητής Γεωργάκης προ εβδομάδος, αναφερόμενος στην οξείαν αντίθεσιν Παπαδοπούλου-Μακαρέζου».
Κυβέρνηση Μαρκεζίνη
Μεταξύ Ιουλίου και Σεπτεμβρίου 1973 ο Παπαδόπουλος συνάντησε έξι φορές το Σπύρο Μαρκεζίνη. Μία από τις συναντήσεις αυτές έγινε το απόγευμα της 6ης Ιουνίου, στην κατοικία του Παπαδόπουλου στο Λαγονήσι, όπου σύμφωνα με το Μαρκεζίνη «....ο Παπαδόπουλος μου εξήγησεν αμέσως τον σκοπόν της προσκλήσεως, ότι δηλαδή είχε εξουσιοδοτηθεί από τους κ. Αγγελήν, Παττακόν και Μακαρέζον να βολιδοσκοπηθώ εάν και υπό ποίους όρους θα ήθελον να αναλάβω τον σχηματισμόν της πρώτης κυβερνήσεως μετά την διεξαγωγήν του δημοψηφίσματος. Μου ετόνισεν ότι ουδείς άλλος εγνώριζε τι.» [83], όμως ο Μακαρέζος είχε διαφωνήσει με την επιλογή Μαρκεζίνη [84]. Τελικά, ανατέθηκε στο Μαρκεζίνη την 1η Οκτωβρίου 197, η εντολή να σχηματίσει πολιτική κυβέρνηση, η οποία ορκίστηκε στις 8 Οκτωβρίου του ίδιου έτους.Ανατροπή Παπαδόπουλου [85]
Η κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον παλαιό υπουργό Οικονομίας και αρχηγό του κόμματος των Προοδευτικών Σπύρο Μαρκεζίνη, ανακοίνωσε ότι σκοπεύει να προχωρήσει σε άμεση διεξαγωγή εκλογών. Ο Μαρκεζίνης τάχθηκε εξ αρχής εναντίον της αμερικανικής πολιτικής, ενώ είχε ήδη αρθρογραφήσει κατά του ελλιμενισμού του 6ου Αμερικανικού Στόλου σε ελληνικά λιμάνια. Στις 10 Οκτωβρίου, σε κοινή σύσκεψη Παπαδόπουλου-Μαρκεζίνη, με τη συμμετοχή και του αρμοδίου υπουργού Εξωτερικών, αποφασίστηκε να μην επιτρέψει το ελληνικό κράτος την ελεύθερη διέλευση αμερικανικών πολεμικών αεροσκαφών για την ενίσχυση του Ισραήλ, που βρίσκονταν σε πολεμική εμπλοκή με τις γειτονικές του Αραβικές χώρες. Το επιχείρημα του Μαρκεζίνη ήταν τα αντίποινα από τις αραβικές χώρες σε βάρος της Ελλάδος σε σχέση με την απρόσκοπτο εφοδιασμό της χώρας με πετρέλαιο. Στις 17 Οκτωβρίου ο Οργανισμός Πετρελαιοπαραγωγών Κρατών [Ο.ΠΕ.Κ.] αποφάσισε να διπλασιάσει την τιμή πωλήσεως του πετρελαίου, με αποτέλεσμα ο πλανήτης να βυθιστεί σε πολυετή πληθωριστική ύφεση.Τι προηγήθηκε
Στις 6 Οκτωβρίου 1973 στο Ισραήλ γιόρταζαν την Εβραϊκή γιορτή του Γιόμ Κιπούρ, όταν ο Αιγύπτιος πρόεδρος Ανουάρ Σαντάτ και ο αντίστοιχος της Συρίας Άσσαντ επιτέθηκαν στο Ισραήλ, που πιάστηκε εξ απήνης παρ’ όλο που είχε πληροφορίες γι' αυτήν. Στον Δ' αραβοϊσραηλινό πόλεμο, γνωστό ως πόλεμο του Γιομ Κιπούρ τον Οκτώβριο του 1973, υπήρξε άρνηση των Παπαδόπουλου-Μαρκεζίνη, η οποία αφορούσε την Αμερικανική απαίτηση για άδεια ελεύθερης διελεύσεως αεροσκαφών από τον Ελληνικό εθνικό εναέριο χώρο και χρήση των αεροδρομίων της Ελευσίνας και της Κρήτης από Αμερικανικά πολεμικά [U.S.A.F.] ώστε να εφοδιαστεί το Ισραήλ με πολεμικό υλικό, γεγονός που προκάλεσε την οργή του Χένρυ Κίσσινγκερ, του Εβραϊκής καταγωγής Υπουργού Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής. Οι εχθροπραξίες διήρκεσαν σχεδόν ένα μήνα πριν καταλήξουν σε ειρηνευτική συμφωνία στις 19 Νοεμβρίου του 1973, διάστημα στο οποίο οι Αιγύπτιοι ανέκτησαν την κατοχή της χερσονήσου του Σινά που είχαν απωλέσει το 1967, στον πόλεμο των έξη ημερών.Σε δημοσίευμα της Αθηναϊκής εφημερίδας «Real News» το 2012, αναφέρεται ότι την παραμονή του κινήματος Ιωαννίδη, ο Νικόλαος Μακαρέζος συναντήθηκε με τον πρωθυπουργό Σπύρο Μαρκεζίνη στον οποίο είπε «Το καθήκον μου επιβάλλει να πω τη σκληρή αλήθεια. Μόνος τρόπος εξόδου από το αδιέξοδο είναι άρση του στρατιωτικού νόμου, παραίτηση του Παπαδόπουλου, ανάληψη της προεδρίας από τον αντιπρόεδρο Αγγελή και εκλογές». Πρόσθεσε ότι από δημοσκόπηση που έκανε στην Αθήνα, διαπίστωσε πως το 93% εκφραζόταν κατά του Παπαδόπουλου, το 7% ήταν αδιάφορο, ενώ στους στρατιωτικούς διαπιστώθηκε άρνηση εκδηλώσεως γνώμης. Με τον Μαρκεζίνη συναντήθηκε και ο καθηγητής Ιωάννης Γεωργάκης, που τον προειδοποίησε ότι «θα σας ανατρέψει ο Ιωαννίδης» και τον προέτρεψε να ενημερώσει τον Παπαδόπουλο. Και ο Στυλιανός Παττακός όμως είδε τον Μαρκεζίνη και τον πίεσε να επισπεύσει τις εκλογές. Πήγε μάλιστα και είδε και τον Παπαδόπουλο στον οποίο είπε «Γιώργο, πρόσεχε τον Μίμη. Κάτι ετοιμάζει!», όμως ο Παπαδόπουλος του επισήμανε ότι «Ο Μίμης είναι πιστός φίλος. Αρσακειάδα!» και ο Παττακός του απάντησε «Μου το είπες και πέρυσι, αλλά… πρόσεχε… Άκουσε με! Θυμήσου την Αρσακειάδα που ο φίλος μας την έπιασε σε ξένη αγκαλιά…». Το βράδυ της ίδιας μέρας ο Μαρκεζίνης επισκέφτηκε τον Παπαδόπουλο στο Λαγονήσι και του έθεσε το θέμα άρσεως του στρατιωτικού νόμου και ορισμού ημέρας διεξαγωγής των εκλογών. Ο Παπαδόπουλος θεωρούσε ως πρόσφορη ημερομηνία την 10η Μαρτίου 1974, ενώ ο Μαρκεζίνης επέμενε για τη 10 Φεβρουαρίου 1974 και παρόντος του στρατηγού Αγγελή μετέφερε στον Παπαδόπουλο και άλλες πληροφορίες, αλλά από τη σιγή του αποκόμισε την άποψη ότι τα γνώριζε. Ο Παπαδόπουλος στράφηκε στον Αγγελή λέγοντας, «Νομίζω ότι πρέπει να είπωμεν εις τον Ιωαννίδην να παρουσιασθεί εις τον πρωθυπουργόν ώστε να μορφώσει ο ίδιος γνώμην, αν πρόκειται περί ανθρώπου ικανού να διαπράξει όσα διαδίδουν». Φεύγοντας ο Μαρκεζίνης είπε στον Παπαδόπουλο, «Περιμένω απάντησιν ημερομηνίας των εκλογών» και ο Παπαδόπουλος απάντησε, «Α, ναι, έχετε δίκαιον…».
Στις 6 Νοεμβρίου άρχισε η διήμερη σύνοδος υπουργών του ΝΑΤΟ στη Χάγη με κύριο θέμα τον πυρηνικό σχεδιασμό και θέματα κρίσης Μέσης Ανατολής. Την Ελλάδα εκπροσωπούσε ο τότε υπουργός Εθνικής Αμύνης Νικόλαος Εφέσιος, ενώ παρευρίσκονταν και ο υπουργός Εξωτερικών Χρήστος Ξανθόπουλος Παλαμάς. Στις 7 Νοεμβρίου με τη λήξη της παραπάνω Συνόδου οι Έλληνες εκπρόσωποι δέχθηκαν φραστική απειλή από τον Χένρυ Κίσινγκερ για την αρνητική στάση της Ελλάδας σε αίτημα των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής. Την ίδια ημέρα στην Αθήνα, ο τότε διευθυντής του Εθνικού Ιδρύματος «Βασιλεύς Παύλος», απόστρατος υποστράτηγος Μιχαήλ Ξένος, παλαιότερα καθηγητής πυροβολικής του Παπαδόπουλου, επικαλούμενος διασυνδέσεις του με το εξωτερικό δήλωνε ευρύτατα σε στρατιωτικούς κύκλους και χωρίς καμία προφύλαξη ότι «..επίκειται η πτώση του Γ. Παπαδόπουλου».
Γεγονότα Πολυτεχνείου
Στις 14 Νοεμβρίου 1973 φοιτητές του Πολυτεχνείου αποφάσισαν αποχή από τα μαθήματα και άρχισαν διαδηλώσεις. Οι αρχές παρακολουθούσαν αμέτοχες και οι φοιτητές οχυρώθηκαν μέσα στο κτίριο της σχολής επί της οδού Πατησίων, όπου ξεκίνησαν τη λειτουργία ραδιοφωνικού σταθμού του Πολυτεχνείου. Ο πομπός κατασκευάστηκε στα εργαστήρια της σχολής Ηλεκτρολόγων Μηχανικών από τον Γιώργο Κυρλάκη και εκφωνητές του ήταν η Μαρία Δαμανάκη, ο Δημήτρης Παπαχρήστος και ο Μίλτος Χαραλαμπίδης. Στις 15 Νοεμβρίου οι φοιτητές κατέλαβαν το κτίριο καθώς και πανεπιστημιακά κτίρια στην Θεσσαλονίκη και χρησιμοποίησαν ασυρμάτους προκειμένου να παρακινήσουν το λαό σε εξέγερση. Την 16η Νοεμβρίου σημειώθηκαν συγκρούσεις διαδηλωτών και αστυνομίας και τα μεσάνυχτα της 16ης προς 17η Νοεμβρίου 1973 επιβλήθηκε Στρατιωτικός νόμος σε ολόκληρη τη χώρα, ενώ στις 3 το πρωί μετά από εντολή να εισβάλει ο στρατός στο κτίριο, ένα άμα μάχης γκρέμισε την πύλη και το Πολυτεχνείο εκκενώθηκε αναίμακτα [86], όμως υπήρξαν δώδεκα νεκροί και αρκετοί τραυματίες από αδέσποτες σφαίρες σε χώρους μακριά από το Εκπαιδευτικό ίδρυμα.Κατ' οίκον περιορισμός
Τα μεσάνυχτα της 24ης προς 25η Νοεμβρίου 1973 εκδηλώθηκε στρατιωτικό κίνημα με αρχηγό το διοικητή του ΕΑΤ/ΕΣΑ Ταξίαρχο Δημήτρη Ιωαννίδη [87], που ανέτρεψε τον Παπαδόπουλο ο οποίος τέθηκε υπό περιορισμό σε έπαυλη, ιδιοκτησίας του Έλληνα μεγαλοεπιχειρηματία Αριστοτέλη Ωνάση στο Λαγονήσι, όπου διέμενε και τα προηγούμενα χρόνια. Ο Δημήτριος Ιωαννίδης, όπως αποκάλυψε σε συνέντευξη του [88] [89] [90], επισκέφθηκε κι είχε σύντομη συνομιλία με τον Παπαδόπουλο στο Λαγονήσι. Ο Ιωαννίδης αποκάλυψε ότι ο Παπαδόπουλος «...Ήταν καθισμένος σε μια μεγάλη πολυθρόνα στο σαλόνι του σπιτιού μπροστά σ’ ένα ραδιόφωνο που έπαιζε στρατιωτικά εμβατήρια...{...}...Μόλις με είδε μόρφασε και κάτι ψέλλισε για την οχιά που έτρεφε τόσο καιρό στον κόρφο του..», ενώ ο Ιωαννίδης ισχυρίζεται ότι του είπε πως «...η επανάσταση έγινε όχι για να φορούν κοστούμια αλλά για τη χώρα που δεχόταν εσωτερικές και εξωτερικές απειλές».Σύμφωνα με όσα γράφει [91] ο Μακαρέζος, την ημέραν της ανατροπής του Παπαδοπούλου, επεσκέφθη τον Μακαρέζο στην κατοικία του, ο στενός συνεργάτης του Ιωάννης Δημητρακόπουλος, ο οποίος του μετέφερε «σημαντικό μήνυμα» του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Ανάλογη πρωτοβουλία υπήρξε και στις 30 Νοεμβρίου 1973, όταν ο Αχιλλέας Καραμανλής, αδελφός του Κωνσταντίνου Καραμανλή, μετέφερε στον Μακαρέζο μήνυμα του αδελφού του, με το οποίο του ζητούσε να κληθεί ο Καραμανλής εκ μέρους των Ενόπλων Δυνάμεων ώστε να υπάρξει ομαλή έξοδος [92] παραθέτοντας για επιβεβαίωση ιδιόγραφο σημείωμα και επικαλούμενος έξι μάρτυρες-διαμεσολαβητές. Ο Καραμανλής ζητούσε διαπραγματεύσεις με σκοπό να αναλάβει Πρόεδρος της Δημοκρατίας με Πρωθυπουργό το Νικόλαο Μακαρέζο και να οδηγηθεί η χώρα σε ελεύθερες εκλογές, με αντάλλαγμα «...να βοηθήσει εις την επικράτησιν εις τας πρώτας εκλογάς ενός συντηρητικού κόμματος, το οποίο θα εδημιουργείτο εντός των επιθυμητών από τας Ενόπλους Δυνάμεις και την Επανάστασιν πλαισίων..». Ο Μακαρέζος προσπάθησε να πείσει τον Ιωαννίδη να αποδεχθεί το σχέδιον Καραμανλή, στέλνοντας του επιστολή μέσω του Συνταγματάρχου Αντωνίου Λέκα, ενώ ανάλογη προσπάθεια κατέβαλε και ο Συνταγματάρχης Ιωάννης Λαδάς.
Κυβέρνηση Ανδρουτσόπουλου
Ο Ιωαννίδης προχώρησε στην αντικατάσταση του Παπαδόπουλου στο αξίωμα του Ανώτατου πολιτειακού άρχοντα με τον αντιστράτηγο Φαίδωνα Γκιζίκη, ο οποίος διόρισε και όρκισε κυβέρνηση υπό τον δικηγόρο Αδαμάντιο Ανδρουτσόπουλο. Σύμφωνα με τους παρατηρητές και τις μετέπειτα διεθνείς γεωπολιτικές εξελίξεις, η ανατροπή του Παπαδόπουλου ήταν το αποτέλεσμα της εναντιώσεως του στις θελήσεις της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής [93] [94]. Παρέμεινε υπό φρούρηση στο Λαγονήσι μέχρι τις 23 Ιουλίου 1974, ημέρα της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο. Ακολούθησαν η απόσυρση των στρατιωτικών, η ορκωμοσία και η παράδοση της διακυβερνήσεως σε πολιτική κυβέρνηση εθνικής ενότητας υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Ο Σπύρος Μαρκεζίνης αποκάλυψε στο έργο του «Αναμνήσεις» ότι η ανατροπή τους προήλθε από αόρατα κέντρα της Ελβετίας και επικαλείται δύο διαφορετικά στοιχεία που τεκμηριώνουν το γεγονός. Το πρώτο ότι ο Παπαδόπουλος του είχε εκμυστηρευθεί τις ημέρες που ακολούθησαν την εξέγερση του Πολυτεχνείου ότι είχε πληροφορίες ότι η εξέγερση αλλά και γενικότερα η ανατροπή τους κατευθυνόταν από εγκεφάλους που βρίσκονταν στην Ελβετία. Και επιπλέον ο καθηγητής Ιωάννης Γεωργάκης, στενός φίλος του Μαρκεζίνη, του είχε εμπιστευθεί λίγες μέρες πριν από την 25η Νοεμβρίου 1973, ότι θα ανατραπεί από τον Δημήτριο Ιωαννίδη, επικαλούμενος έγκυρες πληροφορίες του προερχόμενες από «σοβαρές» και «παράδοξες» πηγές.Μετά την Τουρκική εισβολή στην Κύπρο και πριν την επιστροφή των παλαιών πολιτικών στην διακυβέρνηση της Ελλάδος, υπήρξε πρόταση χαμηλόβαθμων αξιωματικών να επανέλθει ο Παπαδόπουλος στην εξουσία. Ο υποπτέραρχος Αντώνιος Σκαρμαλιωράκης, στενός προσωπικός φίλος του από τα χρόνια πριν την 21η Απριλίου, γράφει στις αναμνήσεις του «... Οι Τούρκοι έχουν κατορθώσει να εδραιωθούν στο προγεφύρωμα τους στην περιοχή της Κυρήνειας ελέω αναποφάσιστων και μειωμένων ικανοτήτων ηγητόρων των Ενόπλων Δυνάμεων. Δεν γνωρίζω τι ζυμώσεις γίνονται, τι συζητήσεις και τι προβληματισμοί αναφύονται μεταξύ των Αξιωματικών στο Ελληνικό πεντάγωνο. Με μεγάλη μου έκπληξη, όμως, ακούω έναν φίλο μου λεβεντόπαιδο Ταγματάρχη των Καταδρομών από το ΓΕΣ, να μου λέει από το τηλέφωνο: «Κύριε Πτέραρχε, αποφασίσαμε να παραδώσουμε την αρχή στον Παπαδόπουλο! Σας παρακαλώ εκ μέρους των άλλων Αξιωματικών, να πάτε στο σπίτι του και να τον φέρετε εδώ. Περιμένουμε». Δεν θυμούμαι, αν εκείνη την ώρα ο Αντισυνταγματάρχης Κ. Λαμπρόπουλος, τέως Διευθυντής του Γραφείου του Παπαδόπουλου και απόλυτα έμπιστος του, ήταν ήδη στο σπίτι μου, ή τον εκάλεσα να έλθει στο δικό μου. Τον ήθελα μαζί μου, ένεκα της μεγάλης εμπιστοσύνης που του είχε ο Παπαδόπουλος. Στο σπίτι του Παπαδόπουλου, στο Λαγονήσι, εισέρχεται μόνος του ο Λαμπρόπουλος. Εγώ μαζί με τον γαμπρό μου [95], περιμένουμε απ' έξω μέσα στο αυτοκίνητό μας. Μετά μια ώρα περίπου επιστρέφει ο Λαμπρόπουλος άπραγος. «Κύριε Πτέραρχε, ατυχώς ο Πρόεδρος δεν δέχεται να έλθει». Μου διηγείται εν λεπτομερεία τα διατρέξαντα στο σπίτι του Παπαδόπουλου: «Επί παρουσία της κυρίας Παπαδοπούλου, ανεκοίνωσα στον Πρόεδρο, την σχετική πρόσκληση από μέρους των Αξιωματικών. Με άκουσε με προσοχή, αλλά η αντίδρασίς του ήταν αρνητική. «Είναι παγίδα», λέει. Προσπάθησα να τον μεταπείσω με λογικά επιχειρήματα, ενώ η κυρία Παπαδοπούλου τον εκλιπαρούσε, κλαίουσα, να δεχθεί. «Αφήστε με να κάνω μια βόλτα στον κήπο μόνος μου», είπε. Όταν εγύρισε, εδήλωσε κοφτά: «Δεν μπορώ να έλθω» και συμπλήρωσε «...Εγώ δεν θα γίνω Χατζηανέστης…».
Μεταπολίτευση
Το καλοκαίρι του 1974 στην Καλλιθέα, στο σπίτι του Διομήδη Αγγελοπούλου, πρώην υφυπουργού των κυβερνήσεων του Παπαδόπουλου, πραγματοποιήθηκε συγκέντρωση φίλων του Παπαδόπουλου. Ο Γεώργιος Κάρτερ, μέλος της Κεντρικής Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής, έγραψε στις αναμνήσεις του, ότι ο Παπαδόπουλος του εζήτησε να παραστεί στην συγκέντρωση. Σύμφωνα με τον Γεώργιο Κάρτερ «...Στη συγκέντρωση παρέστησαν περίπου 12 πρώην υπουργοί και υφυπουργοί των κυβερνήσεων Παπαδοπούλου. Όλοι με περγαμηνές αποτελεσματικής δράσεως. Πρώτος έλαβε τον λόγο ο αδελφός του Προέδρου, Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος, ο οποίος δήλωσε ότι ομιλεί «κατ' εντολήν και εξ ονόματος του» και μετέφερε την απόφαση του Προέδρου να πολιτευθεί «ηγούμενος κόμματος αντιπολιτεύσεως του Καραμανλή» και ζήτησε από τους παρισταμένους να επιδοθούν στην σύνταξη των σχετικών δηλώσεων του Παπαδόπουλου προς τους Έλληνες και ξένους ανταποκριτές. Ο Νικόλαος Εφέσιος, ρώτησε τον Κωνσταντίνο Παπαδόπουλο, «βάσει ποιων κριτηρίων και προοπτικών, ο Πρόεδρος πήρε μίαν τόσον ρηξικέλευθον απόφασιν πριν αποσαφηνισθεί η γενική κατάστασις της χώρας» και ο Κωνσταντίνος Χρ. Παπαδόπουλος απάντησε ότι μοναδικό κριτήριο για την απόφαση του Προέδρου, είναι το συντριπτικό ποσοστό ψήφων με το οποίον τον ψήφισε ο λαός κατά το δημοψήφισμα του Ιουλίου 1973. Ο Γεώργιος Κάρτερ είπε προς τους συγκεντρωμένους ότι επιβάλλεται «..Να επιδείξωμεν σοβαρότητα, διότι η περίοδος Ιωαννίδη που ακολούθησε την ανατροπή του Προέδρου, με τους ανεύθυνους χειρισμούς της ηγεσίας, οδήγησε την χώρα σε τραγικά αδιέξοδα. Η δε λύσις των στρατηγών με την επάνοδον του Καραμανλή, υπήρξε συνετή. Η χώρα αυτήν την στιγμήν διεξάγει ακήρυκτον πόλεμον. Η Κυβέρνησις «εθνικής ενότητας» είναι αναγκαία. Στην πρόσκληση για εθνική ομοψυχία, οφείλουμε να δηλώσουμε παρόντες..», προτρέποντας σε στήριξη της κυβερνήσεως του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Η πληροφορία ότι ο Παπαδόπουλος είχε αποφασίσει την κάθοδο του στις επερχόμενες εκλογές, διέρρευσε και μεταδόθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου 1974 από το πρακτορείο «Reuters».Στις 27 Αυγούστου 1974 στην εφημερίδα «Ουάσιγκτον Ποστ» δημοσιεύθηκε συνέντευξη που παραχώρησε ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο οποίος είχε επιστρέψει στην Αθήνα από τις 16 Αυγούστου, στον Αμερικανό δημοσιογράφο Τζόναθαν Ράνταλ. Ο Παπανδρέου μεταξύ άλλων είχε πει «...να μη αποκλεισθεί η νομική δίωξη... των υπευθύνων του καθεστώτος της 21ης Απριλίου...». Στις 4 Σεπτεμβρίου ο εισαγγελέας Κριτσέλης άσκησε την πρώτη δικαστική δίωξη για αδίκημα, που, φέρεται ότι είχε τελεσθεί στη διάρκεια του καθεστώτος της 21ης Απριλίου. Η δίωξη ασκήθηκε κατά της Δέσποινας Γάσπαρη-Παπαδοπούλου, η οποία κατηγορήθηκε για απάτη από κοινού με υπαλλήλους, που κατηγορήθηκαν ότι έδωσαν ψευδείς βεβαιώσεις ότι η Δέσποινα υπηρετούσε σε δημόσια θέση και έτσι καρπώθηκε παράνομα 900.000 δραχμές. Την ανάκριση ανέλαβε ο ανακριτής του 3ου ειδικού τμήματος Λαμπρόπουλος, ο οποίος δυο μέρες αργότερα απαγόρευσε την έξοδο από την χώρα της Δέσποινας Παπαδοπούλου, του συνταγματάρχη Κωνσταντίνου Καρύδα και του αντισυνταγματάρχη Ιωάννη Καλογερόπουλου.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του περιοδικού «Πολιτικά Θέματα» που αναδημοσίευσαν εφημερίδες της εποχής [96] το Νοέμβριο του 1976, ο Γεώργιος Σταμάτης, τότε υπουργός Δημοσίας Τάξεως, κάλεσε στο γραφείο του το Γεώργιο Γεωργαλά και τους Ευάγγελο Μάλλιο, Κλωνάρη, Καραπαναγιώτη και Χρηστάκη, τους οποίους προειδοποίησε να σταματήσουν τις ενέργειες υπονομεύσεως της κυβερνήσεως και κάθε είδους αντιδημοκρατική ενέργεια, διαφορετικά θα αντιμετωπίσουν την έντονη αντίδραση της κυβερνήσεως. Συγκεκριμένα, ο υπουργός εμφανίζεται να αναφέρεται σε πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες ο Γεωργαλάς και οι υπόλοιποι τάσσονταν υπέρ μιας λύσεως που υποστήριζε τη δολοφονία πολιτικών προσώπων καθώς και των Παπαδόπουλου και Ιωαννίδη. Πέρα από τη διάψευση του υπουργού, ο Γεωργαλάς αναφερόμενος στο δημοσίευμα του περιοδικού είπε ότι, «.....ένας χαρακτηρισμός αξίζει. Προβοκάτσια με οφθαλμοφανείς επιδιώξεις.»
Αναγγελία πολιτικής καθόδου Παπαδόπουλου
Στις 9 Σεπτεμβρίου 1974 σε δηλώσεις του ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης Σόλωνας Γκίκας δήλωσε: «...θα ταλαιπωρηθούν όσοι ταλαιπώρησαν...». Λίγες ημέρες αργότερα, το πρακτορείο ειδήσεων B.B.C. μετέδωσε ότι ο Παπαδόπουλος ιδρύει κόμμα. Ο Γεώργιος Κάρτερ επισκέφθηκε τον Παπαδόπουλο στο Λαγονήσι, τον οποίο συνάντησε έξαλλο με την πρόταση που του έγινε από επίσημα πρόσωπα, μεταξύ των οποίων οι Αριστοτέλης Ωνάσης και Ιωάννης Λάτσης, να μη πολιτευθεί και να εγκαταλείψει την Ελλάδα, μέχρις ότου διεξαχθούν εκλογές, τις οποίες θα κερδίσει ο Καραμανλής. Στο Λαγονήσι ο Παπαδόπουλος, είπε στο Γεώργιο Κάρτερ: «..Φαίνεται ότι ο Καραμανλής θέλει να με βγάλει από τα πόδια του...». Ο Καραμανλής θεωρούσε ότι αν ο Παπαδόπουλος εμφανιζόταν ως αρχηγός κόμματος, θα μπορούσε να του αποσπάσει σοβαρό ποσοστό ψηφοφόρων, καθώς ήδη είχε επέλθει ρήξη στις σχέσεις του Καραμανλή με τον εκδότη και δημοσιογράφο Σάββα Κωνσταντόπουλου.Στις 23 Σεπτεμβρίου 1974 το πρακτορείο ειδήσεων Reuters μετέδωσε πληροφορία ότι ο Παπαδόπουλος μπορεί να κατήρχετο στον πολιτικό στίβο κατά τις επερχόμενες εκλογές. Την επομένη ημέρα [[24 Σεπτεμβρίου 1974, ο υποστράτηγος Νικόλαος Πορικός επιθεωρητής του Σώματος της Χωροφυλακής με εντολή του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως Σόλωνα Γκίκα, ο οποίος ήταν σε συνεννόηση με τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή, επισκέφθηκε τον Παπαδόπουλο, στον οποίο μετέφερε [97] τη θέληση του Καραμανλή, να μείνει μακριά από οποιαδήποτε πολιτική ανάμειξη που θα εκδηλώνονταν είτε με τη μορφή δηλώσεων, είτε με τη μορφή της συμμετοχής στην εκλογική αναμέτρηση της 17ης Νοεμβρίου 1974, μετά τη δημιουργία πολιτικού φορέα. Ο Πορικός στον κυβερνητικό εκβιασμό εισέπραξε την αρνητική απάντηση του Παπαδόπουλου, ο οποίος του είπε, «Πείτε του κ. Καραμανλή ότι τις αποφάσεις τις λαμβάνω μόνος μου! ...Θα κάμω ό,τι η συνείδησίς μου μού επιβάλη, διά το καλόν της Πατρίδος μου», καθώς είχε ήδη αποφασίσει την πολιτική εμπλοκή του.
Ο Γεώργιος Κάρτερ γράφει [98] σχετικά, «....Μέσα στα επτά περίπου χρόνια που εκυβέρνησε την Ελλάδα ο Γ. Παπαδόπουλος, απέδειξε ότι διέθετε προσόντα ηγέτου κι επέτυχε να αναγνωρισθεί από μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας ως ο νέος ηγέτης που θα μπορούσε να διεκδικήσει στο μέλλον την ηγεσία της Δεξιάς –κι όχι μόνον– στον εκλογικό στίβο. Η ανατροπή του εμείωσε το ποσοστό αυτό των Παπαδοπουλικών, αλλά δεν το εκμηδένισε. Ένα ποσοστό τουλάχιστον 15-20% του εκλογικού σώματος εξακολουθούσε και μετά την επάνοδο του Καραμανλή να προσβλέπει στον καθιερωμένο πλέον δημόσιο άνδρα, τον Γ. Παπαδόπουλο. Επομένως, αν ο Γ. Παπαδόπουλος επολιτεύετο, σε καμιά περίπτωση ο Καραμανλής δεν θα μπορούσε να συγκεντρώσει το 54% του εκλογικού σώματος που κατέστησε πανίσχυρη την κυβέρνησή του. Η απόφαση λοιπόν του Παπαδόπουλου να ιδρύσει κόμμα υπό την ηγεσία του θα αποδυνάμωνε εξοντωτικά την εκλογική βάση του Καραμανλή, αλλά και θα οδηγούσε σε διάσπαση την παράταξη της Δεξιάς. Αιφνιδίως, η Δεξιά είχε αποκτήσει και δεύτερο ηγέτη, δοκιμασμένο στην άσκηση της εξουσίας με όραμα και δυναμισμό, επικίνδυνο για το παρόν και το μέλλον! Οι δύο ηγέτες –ο παλαιός και ο νέος– έπρεπε να κονταρομαχήσουν μέχρι θανάτου. Για τον Καραμανλή λοιπόν ο κίνδυνος Παπαδόπουλου έπρεπε να εκλείψει...».
Εξορία-Δίκες & Καταδίκες
Στις 24 Σεπτεμβρίου 1968 το Συμβούλιο της Επικρατείας, υπό την προεδρία του Μιχάλη Στασινόπουλου, είχε αποφανθεί για την 21η Απριλίου 1967 ότι αποτέλεσε Επανάσταση [99]. Επίσης στις 26 Ιουλίου 1974, δημοσιεύθηκε το Προεδρικό Διάταγμα Γενικής Αμνηστίας με αριθμό 519, το οποίο όριζε, «...Αμνηστεύονται τα καθ' οιονδήποτε τρόπον τελεσθέντα μέχρι της δημοσιεύσεως του παρόντος εγκλήματα, τα προβλεπόμενα και τιμωρούμενα υπό των διατάξεων του Ποινικού Κώδικος, του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικος κ.λπ. και αυτόθι αναφερομένων νόμων, ως επίσης και τα προς αυτά συναπτόμενα ή συναφή, εφ' όσον ταύτα έχουν σχέσιν προς την κατάστασιν την δημιουργηθείσαν από της 21/4/1967. Ομοίως αμνηστεύονται τα αυτά ως άνω εγκλήματα, τελεσθέντα προ της 21/4/1967 και τα προς αυτά συναπτόμενα ή συναφή, εφ' όσον οπωσδήποτε απέβλεπον προς την ανατροπήν της καθεστηκυίας τάξεως...».Μηνυτήρια αναφορά
Με μια κίνηση μεθοδευμένη και με ξεκάθαρο πολιτικό στόχο, στις 9 Σεπτεμβρίου 1974, υποβλήθηκαν μηνύσεις εναντίον του από το δικηγόρο Αλέξανδρος Λυκουρέζος, ο οποίος δεκατρία χρόνια αργότερα τάχθηκε εγγράφως, δημόσια και απολύτως ξεκάθαρα υπέρ της αποφυλακίσεως του [100], καθώς υποστήριξε ότι η καταδίκη του Παπαδόπουλου και των συνεργατών του υπήρξε παράνομη. Μαζί του συντάχθηκαν ο δικηγόρος Ανδρέας Αναγνωστάκης, από τον Κίσσαμο Χανίων, ως εκπρόσωπος της «Ένωσης Δημοκρατικών Δικηγόρων Ελλάδας», οι Φοίβος Κούτσικας, Γρηγόριος Κασιμάτης, με την μήνυση των οποίων κινήθηκε δίωξη κατά 50 φυσικών προσώπων, αξιωματικών όλων των βαθμίδων του Ελληνικού στρατού, για εσχάτη προδοσία και στάση. Οι μηνυτές πρότειναν την εξέταση 40 μαρτύρων κατηγορίας, ενώ μήνυση υπέβαλλε και ο δικηγόρος Δημήτριος Χαρισιάδης. Οι κατηγορίες που απαγγέλθηκαν κατά του Παπαδόπουλου -με βάση το Αστικό Δίκαιο- αφορούσαν κατηγορίες για εσχάτη προδοσία, συγκεκριμένα για παραβάσεις των άρθρων 134, 8α και 8β του Ποινικού Κώδικα.Δύο ημέρες αργότερα οι μηνύσεις διαβιβάστηκαν από την Εισαγγελία Αθηνών στην Στρατιωτική Δικαιοσύνη, καθώς όταν τελέστηκαν τα αδικήματα ο Παπαδόπουλος είχε την ιδιότητα του στρατιωτικού. Οι μηνυτές υποστήριξαν ότι υπέστησαν αστική ζημία, καθώς από την ενέργεια του παρεμποδίστηκε η επαγγελματική τους ανέλιξη. Στους εν λόγω μηνυτές απαγορεύτηκε από το δικαστήριο να παραστούν ως πολιτικώς ενάγοντες και τους απέβαλε της Πολιτικής Αγωγής, όμως τους επέτρεψε να καταθέσουν ως μάρτυρες κατηγορίας. Οι δεκαπέντε εναγόμενοι της αναφοράς Λυκουρέζου ήταν οι Γεώργιος Παπαδόπουλος, Νικόλαος Μακαρέζος, Δημήτριος Ιωαννίδης, Ιωάννης Λαδάς, Κωνσταντίνος Ασλανίδης, Αντώνιος Λέκκας, Κωνσταντίνος Καρύδας, Μιχαήλ Ρουφογάλης, Κωνσταντίνος Χρ. Παπαδόπουλος, Αλέξανδρος Χατζηπέτρος, Μάριος Φραγκίσκος, που υπηρετούσε ως συνταγματάρχης στο Γ.Ε.Σ. στις 21 Απριλίου 1967, Γεώργιος Ζωιτάκης, Γρηγόρης Σπαντιδάκης και Μιχαήλ Μπαλόπουλος. Στις 28 Σεπτεμβρίου έγινε γνωστό από δημοσιεύματα εφημερίδων ότι ο υποστράτηγος της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης Εμμανουήλ Πλευράκης διενεργεί προκαταρκτική εξέταση με βάση την μήνυση Λυκουρέζου.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα εφημερίδων της εποχής του τέλους Σεπτεμβρίου ο Παπαδόπουλος από τις 25 του ίδιου μήνα «τελεί υπό κράτησιν κατ’ οίκον» και συνεπώς η φρούρηση του πρέπει να αποκλείει το ενδεχόμενον διαφυγής του, όμως ο Παπαδόπουλος ουδέποτε εκδήλωσε τέτοια πρόθεση. Ταυτόχρονα απαγορεύτηκε οποιαδήποτε επαφή του με οποιοδήποτε πρόσωπο, εντός ή εκτός της κατοικίας του στο Λαγονήσι, ακόμη και να παραλαμβάνει ή να αποστέλλει επιστολές και κάθε είδους σημειώματα, ενώ διακόπηκε η τηλεφωνική επικοινωνία της κατοικίας με τον «έξω κόσμο». Είναι χαρακτηριστικό ότι την Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου στις 12:30 το μεσημέρι επιχείρησε να τον επισκεφθεί ο αδελφός του Χαράλαμπος Παπαδόπουλος και ο φρουρός της εξωτερικής πύλης του απαγόρευσε την είσοδο. Τα περιοριστικά μέτρα που επιβλήθηκαν περιλάμβαναν και τη Δέσποινα Παπαδοπούλου.
Συντακτική πράξη
Στις 3 Οκτωβρίου 1974, η Βουλή των Ελλήνων με πρωτοβουλία των βουλευτών του κόμματος «Νέα Δημοκρατία», εξέδωσε Συντακτική Πράξη [101] με την οποία βάπτιζε ως «πολιτικό έγκλημα» την 21η Απριλίου και ανακαλούσε την αμνηστία της 26ης Ιουλίου 1974 –που είχε παραχωρήσει ο Καραμανλής– μόνον για τους «πρωταίτιους» της 21ης Απριλίου, εξαιρουμένων του στρατηγού Φαίδωνα Γκιζίκη που ως τις 18 Δεκεμβρίου 1974 παρέμεινε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, της υφιστάμενης στρατιωτικής ηγεσίας και του αρχιεπισκόπου Σεραφείμ Τίκα.Η Συντακτική Πράξη παραβίασε τρεις θεμελιώδεις αρχές του Δικαίου, του Συντάγματος και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων καθώς:
α) Εισήγαγε νομοθέτημα αναδρομικής ισχύος, με το οποίο καθιστούσε την επανάσταση ποινικό αδίκημα και παραγνώρισε το αξίωμα ότι «Επανάσταση επικρατήσασα δημιουργεί δίκαιον». Σύμφωνα με το άρθρο 134 του Ποινικού Κώδικος τιμωρείται μόνον: «Ο αποπειρώμενος να μεταβάλη το πολίτευμα του κράτους», δηλαδή τιμωρείται μόνο τυχόν αποτυχημένη απόπειρα Επαναστάσεως. Η Συντακτική Πράξη παραβίαζε το αξίωμα «Nullum crimen nula paena sine praevia lege» [«Δεν υπάρχει έγκλημα ούτε ποινή, χωρίς να υπάρχει προηγουμένως νόμος που να το προβλέπει], καθώς και το Ελληνικό Σύνταγμα που ρητώς αναφέρει: «Νομοθέτημα αναδρομικής ισχύος απαγορεύεται απολύτως».
β) Ανακάλεσε αμνηστία, παραβιάζοντας το διεθνές αξίωμα «Αμνηστία δοθείσα, ουδέποτε ανακαλείται». Η Συντακτική Πράξη της 3ης Οκτωβρίου 1974 ανακάλεσε τρεις αμνηστίες: Την αμνηστία της 26ης Ιουλίου 1974 [102] την οποία έδωσε ο Καραμανλής ως Πρωθυπουργός. Την αμνηστία της 20ης Αυγούστου 1973 [103] που είχε δώσει ως Πρόεδρος ο Παπαδόπουλος και αμνήστευε και αυτό όλα τα πολιτικά αδικήματα που είχαν σχέση με την 21η Απριλίου κι έπειτα, καθώς και την επικύρωση την αμνηστίας της 20ης Αυγούστου 1973 με την Συντακτική Πράξη της 5ης Αυγούστου 1974 [104] και πάλι από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή.
γ) Στέρησε το δικαίωμα του «φυσικού δικαστού»: Η Συντακτική Πράξη όριζε ότι οι διωκόμενοι «υπάγονται εις την αρμοδιότητα του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών». Όμως για το αδίκημα της «στάσεως» αρμόδιο ήταν το Στρατοδικείο, ενώ γι’ αυτό της «εσχάτης προδοσίας» ήταν το ορκωτό Κακουργιοδικείο. Αντιθέτως, ορίστηκε, εντελώς παράνομα, «Ειδικό Δικαστήριο», ενώ η Συντακτική Πράξη δέσμευε την Δικαιοσύνη, προσδιορίζοντας την πράξη ως «πολιτικό έγκλημα», πριν εκδικασθεί.
Εναντίον των στελεχών και του επικεφαλής του καθεστώτος της 21ης Απριλίου στήθηκε μια πραγματική βιομηχανία μηνύσεων. Με απόφαση της Βουλής καθορίστηκε προθεσμία για την υποβολή μηνύσεων κατά των στελεχών του καθεστώτος, τρεις μήνες και για εγκλήματα από τα οποία είχε ζημιωθεί το Δημόσιο, έξι μήνες. Η Δικαστική Αρχή κινήθηκε αυτεπαγγέλτως από τα τέλη του 1974, μόνο για τις υποθέσεις του Πολυτεχνείου, κατά την εξέγερση του Νοέμβρη 1973 και για τα υποτιθέμενα βασανιστήρια των πολιτικών κρατουμένων και η Εισαγγελία Αθηνών διέταξε την διενέργεια προκαταρκτικής εξετάσεως, για τις δυο αυτές περιπτώσεις των «ομαδικών» εγκλημάτων. Έτσι ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθήνας Κωνσταντίνος Φαφούτης διέταξε την διενέργεια προκαταρκτικής εξετάσεως, από τους Εισαγγελείς Δημήτριο Τσεβά, για την υπόθεση του «Πολυτεχνείου», και Βασίλειο Παππά, για τις υποθέσεις των «βασανισμών», «...ίνα κρίνη αν συντρέχη περίπτωσις ποινικής διώξεως..». Η προθεσμία για την υποβολή μηνύσεων που είχε οριστεί ήταν από τις 18 Ιανουαρίου μέχρι τις 18 Απριλίου 1975. Γεννήθηκε το ερώτημα αν η 18η Απριλίου είναι μέρα, μέσα στην προθεσμία ή έξω από αυτή και από την Εισαγγελία ανακοινώθηκε επίσημα, ότι η 18 Απριλίου είναι μέσα στην προθεσμία και ο αρμόδιος Εισαγγελέας, δέχτηκε τη μέρα αυτή, μόνο στην Αθήνα, περίπου 150 μηνύσεις με εκατοντάδες κατηγορούμενους. Τελικά όσοι μηνύθηκαν στις 18 Απριλίου και παραπέμφθηκαν σε δίκες, τα δικαστήρια αποφάσισαν ότι η εν λόγω ημέρα είναι έξω από την προθεσμία, οι μηνύσεις εκπρόθεσμες και έπαψε η δίωξη των κατηγορουμένων.
Εκτόπιση Παπαδόπουλου
Ο Παπαδόπουλος στις 18 Οκτωβρίου 1974, υπέβαλλε μηνυτήρια αναφορά για παράνομη απομόνωση και παραβίαση του απορρήτου της αλληλογραφίας του και στις 21 Οκτωβρίου 1974, ο υπουργός Δημοσίας Τάξεως Σόλων Γκίκας παρέδωσε διαβατήρια στον Παπαδόπουλο και τους συνεργάτες του, τα οποία τους παρείχαν τη δυνατότητα να ταξιδέψουν ελεύθερα στο εξωτερικό, προκειμένου να εγκαταλείψουν την Ελλάδα. Όπως γράφει ο Στυλιανός Παττακός «..Όσοι θα τα εδέχοντο θα ελάμβανον: Εισιτήριον δια χώραν της αρεσκείας του έκαστος μετά της οικογενείας του, την δαπάνην του ταξιδίου και την διαβεβαίωσιν ότι θα ανελαμβάνετο υπό της Κυβερνήσεως η δαπάνη διαβιώσεώς του εις το εξωτερικόν..» [105]Στις 6 το πρωί της 23ης Οκτωβρίου 1974, με μια στρατιωτικού τύπου επιχείρηση, ο Παπαδόπουλος, μαζί του και οι Στυλιανός Παττακός, Νικόλαος Μακαρέζος, Ιωάννης Λαδάς και Μιχαήλ Ρουφογάλης συνελήφθηκαν, δίχως την έκδοση εισαγγελικής παραγγελίας ή δικαστικής αποφάσεως, μόνο με την υπ' αριθμόν 838 κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης Γεωργίου Στεφανάκη και Δημοσίας Τάξεως Σόλωνα Γκίκα, και εκτοπίστηκαν, αυθημερόν και για τρεις μήνες, στην Κορησιά στο νησί της Κέας, όπου διέμειναν στο ξενοδοχείο «Καθραία» διότι σύμφωνα με το σκεπτικό της αποφάσεως, «...αναπτύσσουν συνωμοτικήν δραστηριότητα, προκαλούν ανησυχία και δημιουργούν τας προϋποθέσεις διαταράξεως της ησυχίας και της γαλήνης του λαού...» [106]. Ο Παπαδόπουλος κατέθεσε προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατά της κοινής Υπουργικής αποφάσεως για τον εκτοπισμό του στο νησί της Κέας.
Η δικογραφία που είχε σχηματιστεί μετά τις μηνύσεις διαβιβάστηκε στην Ολομέλεια των Εφετών. Στις 24 Οκτωβρίου συνήλθε σε συνεδρίαση η Ολομέλεια Εφετών Αθηνών, δηλαδή 80 από τους 83 εφέτες και 8 από τους 9 προέδρους εφετών που υπηρετούσαν, προκειμένου να αποφασίσουν για την άσκηση διώξεως εναντίον των πρωταιτίων της 21ης Απριλίου. Ο εισαγγελέας Μενέλαος Κουτσάκος πρότεινε να διωχθούν οι πρωταίτιοι και να ορισθεί ανακριτής εφέτης, όμως η ολομέλεια επιφυλάχθηκε να αποφασίσει και όρισε εισηγητή τον εφέτη Παναγιώτη Λογοθέτη. Στις 30 Οκτωβρίου 1974 ο δικηγόρος Άγγελος Καραγιαννόπουλος παρέδωσε στην Ολομέλεια του Εφετείου Αθηνών με αριθμό καταθέσεως 52847, για λογαριασμό του Γεωργίου Παπαδόπουλου, ένα Υπόμνημα που απευθύνονταν στην Ολομέλεια των Εφετών. Το Υπόμνημα κατέληγε με την διατύπωση της πίστεως του Παπαδόπουλου ότι «...παρά τας σκληράς δοκιμασίας εις ας υποβάλλομαι και τας πικρίας τας οποίας καθημερινώς γεύομαι αγογγύστως, διατηρώ ακλόνητον την πίστην μου, ότι ο ιστορικός του μέλλοντος και ο Ελληνικός λαός, θ’ αναγνωρίσουν ότι ολόκληρον τον βίον μου ηνάλωσα εις την υπηρεσίαν της Πατρίδος μου».
Την 1η Νοεμβρίου 1974 η Ολομέλεια των Εφετών αποφάσισε την ποινική δίωξη για εσχάτη προδοσία, έδωσε παραγγελία στον προϊστάμενο της εισαγγελίας Μενέλαο Κουτσάκο για την άσκηση της διώξεως και όρισε ανακριτή στην υπόθεση τον εφέτη Γεώργιο Βολτή. Η απόφαση έφερε τις υπογραφές 86 εφετών και προέδρων εφετών και η δίωξη έγινε ονομαστικά κατά όσων κατονομάζονταν στις μηνύσεις Λυκουρέζου, δεκαπέντε πρόσωπα, «Δημοκρατικών Δικηγόρων», πενήντα πρόσωπα, και Χαρισιάδη, πέντε πρόσωπα, αλλά και κατά κάθε άλλου που θα προέκυπτε από την ανάκριση.
Άσκηση διώξεως
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής σε συνέντευξη του στην Ελληνική κρατική τηλεόραση, στις 13 Νοεμβρίου 1974, υποστήριξε ότι «..παρέλαβε χάος και καμμένη γην», ενώ είπε ακόμη πως «..η κυβέρνησή μου αντικατέστησε άνω των 100.000 ατόμων, από τον τελευταίο κοινοτάρχη μέχρι τον Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, άνοιξε το δρόμο για την δικαστική δίωξη των πρωταιτίων της τυραννίας και για να διευκολύνει το έργο της Δικαιοσύνης, έλαβε μέτρα ασφαλείας κατά των υπευθύνων, τους δε κορυφαίους εξ αυτών, τους εξετόπισε σε νήσο του Αιγαίου»...». Την 1η Δεκεμβρίου προφυλακίστηκε για μια μέρα η Δέσποινα Παπαδοπούλου, η οποία αποφυλακίστηκε την επόμενη καταβάλλοντας χρηματική εγγύηση.
Ανακριτική διαδικασία
Στις 29 Δεκεμβρίου 1974 μετέβη στην Κέα ο ανακριτής Γεώργιος Βολτής, που του απήγγειλε τις κατηγορίες της στάσεως, εσχάτης προδοσίας και προπαρασκευαστικών ενεργειών εσχάτης προδοσίας και ζήτησε από τον Παπαδόπουλο να απολογηθεί. Με τη σύμφωνη γνώμη των δικηγόρων του ο Παπαδόπουλος ζήτησε και έλαβε προθεσμία είκοσι ημερών. Στις 9 Ιανουαρίου 1975 η κυβέρνηση Καραμανλή κατέθεσε ψήφισμα στη Βουλή με το οποίο χαρακτηρίστηκε πραξικόπημα η 21η Απριλίου 1967 και οι κυβερνήσεις που προέκυψαν χαρακτηρίστηκαν κυβερνήσεις βίας. Στις 15 Ιανουαρίου ο ανακριτής επέστρεψε στην Κέα και ζήτησε την απολογία του Παπαδόπουλου, ο οποίος αρνήθηκε να απολογηθεί και στις 18 Ιανουαρίου 1975 έγινε νόμος του Ελληνικού κράτους το παράτυπο «Δ' Ψήφισμα» «Περί του Πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου 1967, διώξεως εγκλημάτων και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων» της Ε' Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων, που αποφάσισε και καθόρισε τη μορφή της 21ης Απριλίου 1967 ως «πραξικόπημα» [107] και θέσπισε την αναδρομικότητα σε Ποινικά αδικήματα, πρωτοφανές γεγονός για τα νομικά χρονικά της Ελλάδος.Το Δ’ ψήφισμα ήταν αποτέλεσμα παρανομίας καθώς ψηφίσθηκε από αναθεωρητική Βουλή, αρμόδια για την αναθεώρηση του Συντάγματος και όχι για την έκδοση ποινικών νόμων. Μ' αυτό η Βουλή αποφάσισε τη δικαστική δίωξη όλων των πολιτών που είχαν λάβει μέρος στις κυβερνήσεις της 21ης Απριλίου (πρωθυπουργοί, υπουργοί, γραμματείς υπουργείων) καθώς και τη δίωξη όσων κατηγορούνταν πως ήταν αναμιγμένοι σε βασανιστήρια. Το Ψήφισμα παρήγαγε μια σειρά από παράνομα αποτελέσματα καθώς εισήγαγε δεύτερο νόμο αναδρομικής ισχύος και ονόμαζε τους διωκόμενους ως ενόχους «στάσεως» και «σφετερισμού εξουσίας», καταπατώντας την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. Τέλος το Ψήφισμα, παραβαίνοντας κάθε έννοια δικαίου και λογικής, χαρακτήριζε μια Επανάσταση που επικράτησε για επτά χρόνια, ως «πραξικόπημα» το οποίο «ουδέποτε επικράτησε» και διακηρύσσει ότι δήθεν «η Δημοκρατία δικαίω ουδέποτε κατελύθη», δημιουργώντας πρωτοφανές κενό νομικής συνέχειας του Ελληνικού κράτους για μια ολόκληρη επταετία.
Επίσημη σύλληψη
Ο Παπαδόπουλος και μαζί του οι υπόλοιποι τέσσερις εκτοπισμένοι συνελήφθησαν επισήμως στις 20 Ιανουαρίου, ενώ από τις 14 Ιανουαρίου είχε ήδη προφυλακιστεί ο Δημήτριος Ιωαννίδης, κατηγορούμενοι για εσχάτη προδοσία, και μεταφέρθηκαν στον Πειραιά με την τορπιλάκατο «Ευνίκη» του Πολεμικού Ναυτικού στη οποία διανυκτέρευσαν, ενώ στις 21 Ιανουαρίου 1975, προφυλακίστηκε στο Σωφρονιστικό κατάστημα του Κορυδαλλού, με βάση το «Δ' Ψήφισμα» της Βουλής των Ελλήνων. Την 24η Φεβρουαρίου 1975, το καθεστώς Καραμανλή σκηνοθέτησε κι αποκάλυψε το «Πραξικόπημα της Πιτζάμας» [108], με αφορμή το οποίο αποστρατεύθηκαν περισσότεροι από 275 αξιωματικοί. Στις 22 Μαΐου 1975 δημοσιεύθηκε το υπ' αριθμό 414/75 βούλευμα του Πενταμελούς Συμβουλίου Εφετών, με το οποίο παραπέμφθηκε σε δίκη με τις κατηγορίες της «εσχάτης προδοσίας» και της «στάσεως» και στις 2 Ιουλίου 1975 η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου απέρριψε, με την υπ' αριθμόν 683 απόφαση, την αναίρεση [109] που είχε ασκήσει κατά του βουλεύματος της παραπομπής του.O τότε Πρόεδρος της Ε.ΔΗ.Κ. Ιωάννης Ζίγδης στις 26 Νοεμβρίου 1974 δήλωσε ότι, «Η Κυβέρνησις Καραμανλή ωρκίσθη στις 24 Ιουλίου 1974 ενώπιον του «Προέδρου της Δημοκρατίας Στρατηγού Φαίδωνα Γκιζίκη», ανεγνώρισε έτσι το πολίτευμα της Αβασίλευτης Δημοκρατίας του Δημοψηφίσματος Ιουλίου 1973. Υπό τις συνθήκες αυτές, η κυβέρνηση Καραμανλή είναι συνέχεια των κυβερνήσεων της δικτατορίας και επιβεβαίωση της νομιμότητος αυτών. Με την κυβέρνηση Καραμανλή ανεγνωρίσθη ότι η λεγόμενη «Επανάσταση της 21ης Απριλίου 1967» επεβλήθη και επομένως εδημιούργησε δίκαιον. Κατόπιν αυτών δεν γνωρίζω ότι υπάρχει θέμα διώξεως των υπευθύνων της δικτατορίας». Η παραβίαση κάθε αρχής δικαίου προκάλεσε τη λεκτική αντίδραση ακόμη και του Ηλία Ηλιού, προέδρου του κόμματος «Ενωμένη Δημοκρατική Αριστερά» [«Ε.Δ.Α.»] ο οποίος στη συζήτηση του θέματος στη Βουλή, είπε «... Ωραία, δεν είναι επανάστασις, είναι πραξικόπημα. Μας ανησυχεί όμως κάτι άλλο. Ημνηστεύθη! Είτε ημνηστεύθη το 1973 από την ιδίαν την πραξικοπηματικήν Κυβέρνησιν... ή από την αμνηστίαν, την αναπόφευκτον πρέπει να πούμε αμνηστίαν της 26.07.1974, μετά την αποχώρησιν των πραξικοπηματιών. Αλλά, αφού αμνηστεύθηκε, είναι δυνατόν να δοθή ερμηνευτική έννοια και επομένως αναδρομή ισχύος εις τον κανόνα του άρθρου 5; Είναι αμφίβολον. Ερμηνευτικός νόμος είναι εκείνος, ο οποίος πράγματι ερμηνεύει κάτι το ασαφές και όχι το σαφές ...» [110].
Υποβλήθηκε μήνυση και ασκήθηκε δίωξη με παραγγελία της Ολομέλειας των Εφετών Αθηνών εναντίον των συνεργατών και των συμμετόχων στις κυβερνήσεις της 21ης Απριλίου. Ο εφέτης, Κωνσταντίνος Ποταμιάνος, που ορίστηκε ανακριτής, αρνήθηκε να διεξάγει ανακρίσεις, διότι «το έγκλημα τους ήταν στιγμιαίο» κατά τη γνώμη του. Τη διαφωνία κλήθηκε να επιλύσει το Συμβούλιο Εφετών, που έκρινε ότι το έγκλημα είναι «διαρκές» κι ανανέωσε την εντολή στον Ποταμιάνο. Κατά της αποφάσεως του Συμβουλίου Εφετών έγινε προσφυγή στον Άρειο Πάγο, ύστερα από αναίρεση του Εισαγγελέα Α. Π. Ευσταθίου Μπλέτσα. Στις 2 Ιουλίου 1975 η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου αποφάνθηκε, με την απόφαση 684, ότι το δήθεν αδίκημα της «εσχάτης προδοσίας» της 21ης Απριλίου 1967, ήταν «στιγμιαίον», απόφαση που είχε ως αποτέλεσμα την απαλλαγή από κάθε ευθύνη, όσων συνεργάστηκαν με την 21η Απριλίου μετά την επικράτηση της. Καταθέτοντας ως μάρτυρας, σε δίκη του Νίκου Ψαρουδάκη, που είχε κατηγορηθεί για περιύβριση αρχής, για άρθρο του στην εφημερίδα «Χριστιανική» με τίτλο «Διαρκές το δικό σας έγκλημα κύριοι Αρεοπαγίτες» ο καθηγητής Γεώργιος-Αλέξανδρος Μαγκάκης, αργότερα Υπουργός της Δικαιοσύνης, χαρακτήρισε τους αρεοπαγίτες που εξέδωσαν την απόφαση «ανθρωπάκια».
Παράνομη δίκη & καταδίκη
Η Οικουμενική Διακήρυξη των δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το 1948, αναφέρει «....Ουδείς τιμωρείται δια πράξεις ή παραλείψεις, αίτινες κατά τον χρόνον της τελέσεως των δεν αποτελούν αξιόποινα αδικήματα συμφώνως προς το εσωτερικόν ή διεθνές δίκαιον...». Η εκδότης Ελένη Βλάχου η οποία διέκοψε την κυκλοφορία των εντύπων της στη διάρκεια του καθεστώτος, σε εξώδικο στις 25 Απριλίου 1967 αναφέρθηκε στο καθεστώς ως επανάσταση. Ο καταργηθείς πρωθυπουργός Παναγιώτης Κανελλόπουλος σε δηλώσεις του στις 27 Σεπτεμβρίου 1967 στον ξένο τύπο χρησιμοποίησε την έκφραση «καθεστώς της 21ης Απριλίου», ενώ η εφημερίδα «Monde» της Γαλλίας σε άρθρο της στις 29 Νοεμβρίου 1967, χαρακτήρισε την 21η Απριλίου ως επανάσταση.Το Συμβούλιο της Επικρατείας στην απόφαση 2468/68 αναφέρει ότι «……της επελθούσης εκ της επαναστατικής μεταβολής της 21ης Απριλίου 1967..» και η η απόφαση του αποτελεί νομολογία που δεν μπορεί να ανατραπεί. Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου με την 753/73 απόφαση της έκρινε ότι η 21η Απριλίου υπήρξε επανάσταση. Με δεδομένο ότι κατάργησε την Βασιλεία και άλλαξε το πολίτευμα της χώρας το καθεστώς μπορεί να θεωρηθεί επανάσταση, ενώ η κατάργηση της Βασιλείας πραγματοποιήθηκε με δημοψήφισμα το οποίο συγκέντρωσε τα ίδια ποσοστά υπέρ της καταργήσεως του θεσμού με αυτά του δημοψηφίσματος που διενεργήθηκε μετά τη λεγόμενη μεταπολίτευση. Το 1975 το Δικαστήριο της Χάγης αποφάνθηκε ότι, «...ουδείς κανών του διεθνούς δικαίου απαιτεί ώστε το κράτος να έχη καθωρισμένη δομή..», δηλαδή η μορφή του πολιτεύματος είναι αδιάφορος για το Διεθνές Δίκαιο, δεν ενδιαφέρει η πολιτειακή οργάνωση ενός λαού, ενδιαφέρει ποιοι επικρατούν στην χώρα.
Το καθεστώς των συνταγματαρχών στη διάρκεια της κυριαρχίας του θέσπισε Νόμους, Βασιλικά και Προεδρικά Διατάγματα που ρύθμιζαν την ζωή των Ελλήνων. Τα δικαστήρια εφάρμοσαν τους νόμους του και πολλοί από αυτούς εξακολουθούν να εφαρμόζονται έκτοτε. Οι δικαστές, ακόμα και αυτοί που δίκασαν τους πρωταίτιους του κινήματος έπαιρναν προαγωγές με υπουργικές αποφάσεις υπουργών, δίχως κανείς τους να αμφισβητήσει την νομιμότητα αυτών των βαθμολογικών μεταβολών. Όλοι οι φορείς του κράτους, Εκκλησία, Ένοπλοι Δυνάμεις, Πανεπιστημιακοί καθηγητές και άλλοι, αποδέχτηκαν και χειροκρότησαν το καθεστώς. Ουδείς ακαδημαϊκός, ιεράρχης, μεμονωμένο άτομο ή επαγγελματική οργάνωση αμφισβήτησε την κυριαρχία του καθεστώτος της 21ης Απριλίου. Ο αριστερών πολιτικών πεποιθήσεων Σόλων Γρηγοριάδης, δημοσιογράφος και ιστορικός, παραδέχεται [111] ότι «..Το πρωί της 22 Απριλίου 1967 το καθεστώς ...{...}... αποτελούσε μια πραγματικότητα. Κανένα σκίρτημα αντιδράσεως δεν υπήρξε απ' άκρου σ' άκρον του Βασιλείου της Ελλάδος. Απέραντη πλαδαρή παθητικότης επικρατούσε...» και συμπληρώνει «...Γιατί όμως αυτό το καθεστώς διατηρήθηκε επί επτάμιση χρόνια; ...{...}... Τι έκανε η Αντίστασις; Γιατί δεν μπόρεσε να ανατρέψη το καθεστώς επί τόσα χρόνια;..».
Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου με την υπ’ αριθμό 672/1982 απόφαση της αναγνώρισε ότι, «...Η χορηγηθείσα αμνηστία ενεργεί αυτοδικαίως και αυτομάτως και (...) αποτελεί κατά την καθιερωμένην έννοιαν οριστικήν αναστολήν μετά αναδρομικής δυνάμεως της εφαρμογής του ποινικού νόμου, καθ’ όσον αφορά εις τας υπ’ αυτής οριζομένας αξιοποίνους πράξεις, των οποίων αίρει το αξιόποινον εκμηδενίζουσα ούτω το πραχθέν έγκλημα, όπερ θεωρείται ως μηδέποτε πραχθέν...» [112]. Το 1989 ο καθηγητής Α. Ράικος σε βιβλίο του [113] αναφέρει ότι, «...επανάστασις επικρατήσασα δημιουργεί δίκαιον...».
Έναρξη της δίκης
Στις 17 Ιουνίου 1975 ανακοινώθηκε ότι η δίκη των «πρωταιτίων της 21ης Απριλίου» θα διεξαχθεί σε ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα στις γυναικείες φυλακές του Κορυδαλλού την οποία επισκέφθηκαν οι υπουργοί Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως και έκριναν ότι πληρούσε τις προϋποθέσεις. Στις 28 Ιουλίου 1975 ξεκίνησε η δίκη με την κατηγορία της «στάσεως» και της «εσχάτης προδοσίας» και έγινε δίχως την παράσταση Πολιτικής αγωγής, κατόπιν αιτήματος της υπερασπίσεως για την αποβολή όσων ζήτησαν παράσταση πολιτικής αγωγής το οποίο έγινε δεκτό από το δικαστήριο, ενώ οι δικηγόροι των κατηγορουμένων αποχώρησαν, δηλώνοντας ότι η καταδίκη των πελατών τους είναι προαποφασισμένη. Λίγα λεπτά μετά την έναρξη της διαδικασίας, ο Παπαδόπουλος δήλωσε «...Θα δώσω Λόγον έναντι της Ιστορίας και του Ελληνικού Λαού ..{...}... Υπήρξα αρχηγός της επαναστάσεως (...). Ως εκ τούτου αναλαμβάνω την ευθύνη πλήρως, δι' όλους όσοι συμμετέσχον εις την εκδήλωσίν της και δι' όσα έπραξαν εντός του πνεύματος των διαταγών. Δε θα με ξανακούσητε εις το Δικαστήριόν σας. Θα αναμένω την απόφασίν σας (...)» [114]. Δήλωση αναλήψεως ευθυνών έκαναν στη συνέχεια οι Στυλιανός Παττακός και Νικόλαος Μακαρέζος, ενώ όλοι οι κατηγορούμενοι δήλωσαν, «...Γνωρίζω την κατηγορία, αλλά δεν την αποδέχομαι».Απαγόρευση δηλώσεων Παπαδόπουλου
Στις αρχές Αυγούστου του 1975, ο Παπαδόπουλος αποφάσισε να δώσει στη δημοσιότητα δηλώσεις [115] σχετικές με τις αποφάσεις του και την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα. Η δημοσιοποίηση των δηλώσεων θα γίνονταν στις 18 Αυγούστου σε όλους τους Έλληνες και ξένους δημοσιογράφους, όμως ο Σάββας Κωνσταντόπουλος είχε αποφασίσει να τις προβάλλει με ιδιαίτερο τρόπο στην εφημερίδα του «Ελεύθερος Κόσμος». Ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης Κωνσταντίνος Στεφανάκης καθώς και ο Ιωάννης Λάμψας, συνεργάτης το 1966 του Σάββα Κωνσταντόπουλου και τότε Γενικός Γραμματέας της Γενικής Γραμματείας Τύπου και Πληροφοριών, επικοινώνησαν με τον Σάββα Κωνσταντόπουλο και του ανακοίνωσαν ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ήταν αποφασισμένος να εγείρει εναντίον του δικαστικές διώξεις. Οι δύο κυβερνητικοί αξιωματούχοι ενημέρωσαν τον Κωνσταντόπουλο για τις δικαστικές και οικονομικές συνέπειες που θα επέσυρε η απόφαση του να δημοσιεύσει τις δηλώσεις Παπαδόπουλου, Ο δημοσιογράφος εξέφρασε στον Λάμψα την οργή του, για την στάση του Καραμανλή αλλά και για την ανάλογη τοποθέτηση του υπουργείου Τύπου.Το μεσημέρι της ίδιας μέρας ο εισαγγελέας Πρωτοδικών Παπαβασιλείου, επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον Κωνσταντόπουλο, τον οποίο απείλησε ευθέως με δικαστική παρέμβαση. Μόλις έφθασε στους δημοσιογράφους η «δήλωσις Παπαδόπουλου» η κυβέρνηση Καραμανλή αποφάσισε να απαγορεύσει τη δημοσιοποίηση τους και επικράτησαν οι δικαστικές απειλές και η απαγόρευση καθώς και οι κυβερνητικοί εκβιασμοί. Οι δηλώσεις Παπαδόπουλου δεν δημοσιοποιήθηκαν παρά αρκετά χρόνια αργότερα. Ο Σάββας Κωνσταντόπουλος αντέδρασε στη δικαστική απαγόρευση και την κυβερνητική τακτική της φιμώσεως του Παπαδόπουλου, γεγονότα που σχολίασε με άρθρα του [116] τις επόμενες ημέρες. Έτσι στις 19 Αυγούστου 1975 ο Σάββας Κωνσταντόπουλος, απευθυνόμενος στην κυβέρνηση Καραμανλή γράφει στον «Ελεύθερο Κόσμο».
«ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΗ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑΝ;
Επιθυμεί η Κυβέρνησις να μάθη την αλήθειαν επί της υποθέσεως της «δηλώσεως Παπαδοπούλου», Θέλει ο κ. πρωθυπουργός να γνωρίζη πώς υπεδέχθη ο λαός -η μεγάλη πλειοψηφία του- τον τρόπον καθ' ον εχειρίσθη το ζήτημα η Κυβέρνησις; Εάν ναι, τους το λέγομεν: Ο μεγάλος αριθμός εδυσφόρησεν. Οι περισσότεροι πολίται (πρωτίστως δε οι αντιτιθέμενοι άλλοτε και τώρα εις τον κ. Γ. Παπαδόπουλον) εθεώρησαν εαυτούς ως θιγομένους. Ηνωχλήθησαν επειδή η κυβέρνησις τους απηγόρευσε να λάβουν γνώσιν του περιεχομένου της δηλώσεως Παπαδοπούλου και να σχηματίσουν την ιδικήν τους γνώμην ως πολίται μιας δημοκρατίας. Και κάτι άλλο ακόμη: σημαντική μερίς της κοινής γνώμης εστενοχωρήθη. Η φίμωσις ενός ανθρώπου, ο οποίος είναι ήδη δεσμώτης και δικάζεται από την Δικαιοσύνην, δεν μαρτυρεί γενναιότητα και κάθε άλλο παρά δημοκρατικήν νοοτροπίαν πιστοποιεί. Αυτή είναι η αλήθεια. Οτιδήποτε άλλο λέγεται και γράφεται δεν ανταποκρίνεται εις τα πράγματα. Και ευρίσκεται εις αντίθεσιν προς το δημόσιον αίσθημα».
Στις 20 Αυγούστου, επανέρχεται και ανέφερε στο κύριο άρθρο του.
«Η ΔΗΛΩΣΙΣ" ΚΑΙ Η ΑΛΛΗ ΠΛΕΥΡΑ ΤΟΥ ΛΟΦΟΥ...
Εμελετήσαμεν με προσοχήν το κείμενον της «δηλώσεως Παπαδοπούλου». Έχομεν να διατυπώσωμεν μίαν γενικήν παρατήρησιν: εις πολλά σημεία συμφωνούμεν, έναντι ετέρων είμεθα επιφυλακτικοί και εις άλλα διαφωνούμεν. Δεν δυνάμεθα να εκθέσωμεν εν εκτάσει τας σκέψεις μας. Πώς να αναλύσωμεν ένα κείμενον όταν ο αναγνώστης το αγνοή διότι του απηγορεύθη να το διαβάση; Πώς θα ελέγξη την ακρίβειαν των επιχειρημάτων μας και πώς θα σχηματίση την ιδικήν του γνώμην; ΠΑΡΑΔΟΣΙΣ του «Ελευθέρου Κόσμου» είναι να καταχωρίζη αυτούσια τα κρινόμενα κείμενα. Μία λοξοδρόμησις έγινε. Εις τας 27 Σεπτεμβρίου 1967 ο κ. Π. Κανελλόπουλος προέβη εις δηλώσεις. Εις τας 29 του απαντήσαμεν. Δεν εδημοσιεύσαμεν το πλήρες κείμενον των ανακοινώσεών του. Επρόκειτο περί λάθους. Εσπεύσαμεν να το επανορθώσωμεν. Εθέσαμεν ζήτημα εις τον κ. Γ. Παπαδόπουλον (τότε υπουργόν Προεδρίας Κυβερνήσεως) και ελάβαμεν την άδειαν να παραθέσωμεν ολοκλήρους τας ανακοινώσεις του κ. Π. Κανελλοπούλου, το οποίο και επράξαμεν την 6ην Οκτωβρίου. Τον Νοέμβριον του 1967 εδημιουργήθη το γνωστόν ζήτημα με την συνέντευξιν του κ. Καραμανλή εις την «Μοντ». Εδηλώθη εις τον «Ελεύθερον Κόσμον» ότι αν αυτός εδέχετο να δημοσιεύση την κυβερνητικήν απάντησιν και να αγνοήση το κείμενον του κ. Καραμανλή, θα εξεδίδοντο κατ' ανάλογον τρόπον και αι λοιπαί εφημερίδες ενεργεία της κυβερνήσεως. Ηρνήθημεν. Και αι αρχαί δεν θυσιάζονται εις τας περιστάσεις. Έτσι εδημοσιεύθη εις όλας τας εφημερίδας και η συνέντευξις του σημερινού πρωθυπουργού. Αποκλείεται να ενήργησε η κυβέρνησις δίχως αιτίαν. Πρέπει να έχη κίνητρον. Και θα αποβλέπη εις σκοπόν. Τι να είπωμεν; Υφίσταται μία αλληλουχία βασικώς πέντε περιστατικών. Ίσως να δίδουν το νήμα διά να οδηγηθή κανείς εις την διατύπωσιν μιας ερμηνευτικής υποθέσεως, η αξία της οποίας θα κριθή τελικώς από την περαιτέρω πορείαν των πολιτικών μας πραγμάτων.
Περιστατικόν πρώτον: Ο κ. Γ. Παπαδόπουλος είχεν αποφασίσει το 1973 να απαγκιστρώση την χώραν από το καθεστώς των εκτάκτων εξουσιών και να προχωρήση προς την αποκατάστασιν ελευθέρου πολιτικού βίου. Ο ίδιος θα ετοποθετούσε τον εαυ¬τόν του μέσα εις την δημοκρατικήν διαδικασίαν.
Περιστατικόν δεύτερον: Τον Νοέμβριον του 1973 ο κ. Γ. Παπαδόπουλος ανετράπη. Ετέθη υπό περιορισμόν εις την οικίαν του. Ύστερα από την μεταβολήν της 23ης Ιουλίου 1974 η κυβέρνησις δεν τον ηνώχλησε.
>Περιστατικόν τρίτον: Εις τας εφημερίδας της 24ης Σεπτεμβρίου 1974 εδημοσιεύθησαν πληροφορίαι διά τας προθέσεις του κ. Γ. Παπαδοπούλου. Του απεδίδετο η απόφασις να προβή εις εκτενείς δηλώσεις, να αναγγείλη την ίδρυσιν πολιτικής κινήσεως και να κατέλθη εις τας εκλογάς. Η στάσις της κυβερνήσεως μετεβλήθη αποτόμως και ριζικώς.
Περιστατικόν τέταρτον: Επεσκέφθη τον κ. Γ. Παπαδόπουλον εις το Λαγονήσι ανώτατος αξιωματικός της ΧωροφυΛακής. Μετέβη ως απεσταλμένος της κυβερνήσεως. Ήτο σαφής:
- Αν αναλάβετε, του είπε, την υποχρέωσιν να μη πολιτευθήτε, δεν θα ενοχληθήτε. Εις την αντίθετον περίπτωσιν θα διωχθήτε.
Ο κ. Γ. Παπαδόπουλος ηρνήθη να δεσμευθή. Και κατόπιν τούτου ετέθη υπό αυστηρόν απομόνωσιν, διά «συνωμοσίαν» και κατόπιν εφυλακίσθη.
Περιστατικόν πέμπτον: Ο κ. Γ. Παπαδόπουλος ηθέλησε να κάμη πολιτικάς δηλώσεις διαρκούσης της δίκης. Τας έστειλε εις τας εφημερίδας το παρελθόν Σάββατον. Και η κυβέρνησις αντέδρασε κατά τρόπον ανάλογον με εκείνον του 1974. Δεν αφήκε, όπως και τότε, να ακουσθή η φωνή του κ. Γ. Παπαδοπούλου.
ΑΠΟ την ανωτέρω σειράν των περιστατικών προκύπτει το ενδεχόμενον να προκαλείται εις τους ηγετικούς κύκλους του κυβερνώντος κόμματος πολιτική ανησυχία. Ο κ. Γ. Παπαδόπουλος έπρεπε να αποκλεισθή από τας εκλογάς του 1974. Το αποτέλεσμα της λαϊκής ετυμηγορίας ήτο άγνωστον. Αν σημαντική μερίς συντηρητικών ψηφοφόρων εστρέφετο προς τον κ. Γ. Παπαδόπουλον πιθανόν το 54% της Νέας Δημοκρατίας να ήτο 49% ή και 45%. Και εις την περίπτωσιν αυτήν η Βουλή θα είχε διαφορετικήν σύνθεσιν και δεν θα ησκείτο ευχερώς η εφαρμοσθείσα πολιτική ενθαρρύνσεις της άκρας Αριστερός. Επαναλαμβάνομεν: Υπόθεσιν κάμνομεν.
Και τώρα; Διατί το Σάββατον να απαγορεύση η κυβέρνησις την «δήλωσιν Παπαδοπούλου»; Υπό τας σημερινός συνθήκας καμμία κυβέρνησις δεν θα κατώρθωνε να αποφυγή την φθοράν. Την υφίσταται, λοιπόν, κατ' ανάγκην και η παρούσα. Οι λεγόμενοι «προοδευτικοί» οπαδοί της «Νέας Δημοκρατίας» μάλλον θα μετεκινούντο αριστερώτερον. Οι συντηρητικοί; Αυτοί προς τα πού θα εστρέφοντο; Ο κ. Γ. Παπαδόπουλος θα μπορούσε να αποβή ένας πόλος έλξεως. Έχει διαπιστωθή ότι πολλοί κάτοικοι της υπαίθρου τον συζητούν. Ίσως ήθελε η κυβέρνησις να διαταράξη και να αναχαίτιση την επέκτασιν του ψιθύρου. Λέγομεν ίσως. Διότι υποθετικώς και με μαχητά τεκμήρια βαδίζει η σκέψις μας.
ΠΑΝΤΩΣ ένα είναι το βέβαιον: η Κυβέρνησις με τον χειρισμόν της υποθέσεως της «δηλώσεως Γ. Παπαδοπούλου» επέτυχε να προβληματίση τον λαόν οριζοντίως και καθέτως, εις όλην την έκτασιν της χώρας και εις όλα τα επίπεδα της κοινωνικής πυραμίδος. Αυτό δεν είναι υπόθεσις. Είναι κάτι περισσότερον από βέβαιον».
Περιεχόμενο δηλώσεων
Στις δηλώσεις του ο Παπαδόπουλος επεσήμανε ότι «….Εντρέπομαι ως Έλλην διά τον πολιτικόν κόσμον, που ενώπιον της δικαιοσύνης ανακαλεί, εξ ιδιοτέλειας και άνευ αιδούς, όσα επί διετίαν προ της Επαναστάσεως διεκήρυξε, γραπτώς και προσωπικούς. …{…}… Ουδέποτε ετάξαμεν ως σκοπόν μας την εγκαθίδρυσιν τυραννίας και ουδέποτε μας είχε γοητεύσει η ιδέα της, ως μορφής πολιτεύματος. Σκοπός μας ήτο να παραδώσωμεν το ταχύτερον δυνατόν, την εξουσίαν εις τον λαόν, αφού ιδρύσωμεν κράτος δικαίου, ισχύος και ελευθερίας, που να εξασφαλίζει εις όλα τα άτομα την ευημερίαν, κατά τρόπον ανθρωπίνως παραδεκτόν μέσα εις κλίμα αισιοδοξίας διά το προσωπικόν μέλλον εκάστου, και διά το εθνικόν μέλλον του συνόλου. …{…}… Δεν έλειψαν τα σφάλματα. Είναι όμως, πολύ περισσότερα και ευρυτάτου φάσματος τα επιτεύγματα. Σήμερον, αυτοί που μας διεδέχθησαν -όχι δυνάμει, αλλά διά παραχωρήσεως- μας αρνούνται τα πάντα. …{…}… Έμμονος πρόθεσίς μας ήτο η μετάβασις εις την ομαλότητα. Και θα επραγματοποιείτο πολύ ενωρίς η μετάβασις αύτη, εάν η ειλικρινής πρόθεσίς μας δεν προσέκοπτεν εις την απειρίαν του Ανωτάτου Άρχοντος, εις τον αρνητισμόν του πολιτικού κόσμου, εις εσωτερικάς δυσχερείας της επαναστάσεως (όπως απέδειξε το πραξικόπημα της 25ης Νοεμβρίου 1973) και εις διάφορα άλλα πανίσχυρα συμφέροντα. …{…}…. Όταν εσχηματίσθη η πολιτική κυβέρνησις (Μαρκεζίνη) συνησπίσθησαν όλοι διά να ματαιώσουν την ομαλήν εξέλιξιν, με προγραμματισμένος προκλήσεις ταραχών, των οποίων αποκορύφωμα υπήρξαν τα δημιουργηθέντα, από σκοτεινός συμπράξεις δραματικά συμβάντα της 15ης έως 17 Νοεμβρίου 1973. …{….}… Η Επανάστασις είναι πλέον παρελθόν. Το επιτελεσθέν, όμως, υπ' αυτής έργον, ζει εις την μνήμην όλων των Ελλήνων, και ως μέτρον συγκρίσεως προκαλεί μόνιμον φόβον των κυβερνώντων και των φιλοδοξούντων να κυβερνήσουν την χώραν, οι οποίοι απεφάσισαν και ωργάνωσαν την εξόντωσίν μας, ως πολιτικών αντιπάλων των. Προς τούτο, εξαπέλυσαν εναντίον μας και εναντίον των συνεργατών μας, πρωτοφανές κύμα ύβρεων, χλευασμών, χυδαιοτήτων και συκοφαντιών, όμοιον του οποίου, ουδέποτε άλλοτε έπληξε υποδίκους εις την χώραν αυτήν..».Στην κορύφωση των δηλώσεων του ο Παπαδόπουλος κατέληγε ότι, «…Προτού ακόμη αποφανθεί, και προδικαστικώς έστω, η Δικαιοσύνη, ο Πρωθυπουργός οιονεί υπαγορεύων την ετυμηγορίαν της, διεκήρυξεν επανειλημμένους, ότι «πιστεύει εις την ανάγκην της τιμωρίας των πρωταιτίων, όχι μόνο διά λόγους ηθικής τάξεως, αλλά και προς παραδειγματισμόν», και ότι «κυρώσεις θα επιβληθούν»...», ενώ απηύθυνε κατηγορία κατά του Καραμανλή, λέγοντας ότι «…Το αποκορύφωμα του οργίου αυτού, υπήρξεν η εκ μέρους της Κυβερνήσεως μετατροπή της Βουλής, εις «λαϊκόν δικαστήριον» διά πρωτάκουστου παραβιάσεως γραπτών και αγράπτων κανόνων δικαίου, και η υπ' αυτής έκδοσις αποφάσεως, υπό μορφήν ψηφίσματος, ότι είμεθα ένοχοι διά τας πράξεις διά τας οποίας και παρεπέμφθημεν εις ειδικόν δικαστήριον, επιφορτισμένον μόνον με τον καθορισμόν της ποινής εκάστου. …{…}… Ανήσυχοι διά τα μελανά νέφη τα οποία έχουν συσσωρεθεί εις τον ελληνικόν ουρανόν, απευθυνόμεθα προς τον Ελληνικόν Λαόν και τον καλούμεν εις συναγερμόν διά την υπεράσπισιν των τιθεμένων υπό αμφισβήτησιν απαραγράπτων δικαίων της Ελλάδος, διά την διάσωσιν του φιλελευθέρου αστικού καθεστώτος, το οποίον οδηγείται, βαθμιαίως, εις κατάπνιξιν των δημιουργηθέντων ήδη, λόγω κομματικής εμπαθείας σπερμάτων, ενός νέου ολέθριου διχασμού...».
Υπόθεση Πολυτεχνείου
Στις 15 Νοεμβρίου 1973 η σύγκλητος του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου Αθηνών καθώς και εκπρόσωποι των φοιτητικών συλλόγων συναντήθηκαν με τον Παναγιώτη Σιφναίο, τότε υπουργό Παιδείας της κυβερνήσεως του Σπύρου Μαρκεζίνη, που τους πρότεινε να διεξαχθούν οι εκλογές στους φοιτητικούς συλλόγους μετά τις 15 Φεβρουαρίου 1974, ενώ οι φοιτητές επέμεναν να γίνουν μέσα στο Δεκέμβριο του τρέχοντος έτους. Στις 16 Νοεμβρίου 1973 άρχισαν πορείες στο κέντρο της Αθήνας, ενώ οι διαδηλωτές προχώρησαν σε κατάληψη δημοσίων κτιρίων και στις 20:30 της ίδιας ημέρας ομάδες φοιτητών συγκεντρώθηκαν στη συμβολή των οδών 3ης Σεπτεμβρίου και Μάρνη, κοντά στο υπουργείο Δημόσιας Τάξεως. Το «Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος» [«Κ.Κ.Ε.»] με κείμενο στο περιοδικό «Πανσπουδαστική» της «Κομμουνιστικής Νεολαίας Ελλάδος» [«Κ.Ν.Ε.»], κατήγγειλε την κατάληψη του Πολυτεχνείου. «...Καταγγέλλουμε τη προσχεδιασμένη εισβολή στο χώρο του Πολυτεχνείου την Τετάρτη, 14 Νοεμβρίου, 350 περίπου οργανωμένων πρακτόρων της «Κ.Υ.Π.», [«Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών»], με σκοπό να προβάλλουν με κάθε μέσο τραμπουκισμού και προβοκάτσιας γελοία και αναρχικά συνθήματα που δεν εκφράζανε τη στιγμή και τις συγκεκριμένες δυνάμεις..».Στις 23:15 της 16ης Νοεμβρίου, η κυβέρνηση του Σπύρου Μαρκεζίνη αποφάσισε να ενισχυθούν οι αστυνομικές δυνάμεις που είχαν διατεθεί για τη διασφάλιση της τάξεως με στρατιωτικές δυνάμεις. Στις 2:40 μετά τα μεσάνυχτα της 17ης Νοεμβρίου δόθηκε προθεσμία στους φοιτητές να εγκαταλείψουν το Πολυτεχνείο και είκοσι λεπτά αργότερα στρατιωτικό άρμα με διοικητή τον υπίλαρχο Μιχάλη Γουνελά εισήλθε στον περίβολο του Πολυτεχνείου, ρίχνοντας την πόρτα. Ο στρατός τήρησε την υπόσχεση του για ελεύθερη έξοδο και δίοδο, κι επίτρεψε στους εγκλείστους να φύγουν από την πύλη της οδού Στουρνάρη με κατεύθυνση την Πλατεία Εξαρχείων και σε λίγη ώρα το κτίριο του Πολυτεχνείου είχε εκκενωθεί. Μέσα στο χώρο του δεν υπήρξε κανένας θάνατος σύμφωνα και με το πόρισμα του εισαγγελέα Δημητρίου Τσεβά αλλά και με το 33437/11 Οκτωβρίου 1974 έγγραφο της Συγκλήτου του Πολυτεχνείου προς την Εισαγγελία το οποίο επιβεβαιώνεται από τον εισαγγελέα Τσεβά.
Καταδίκη για την 21η Απριλίου
Ο Παπαδόπουλος και οι συνεργάτες του ουδέποτε αναγνώρισαν την νομιμότητα της δίκης και την αρμοδιότητα του δικαστηρίου που τους δίκασε και καταδίκασε. Δεν δέχτηκαν διορισμό δικηγόρου, δεν απολογήθηκαν και θεωρούσαν εαυτούς ως «οιονεί απόντες». Μετά την αγόρευση του εισαγγελέα ο Παπαδόπουλος απευθύνθηκε στο δικαστήριο λέγοντας μεταξύ άλλων, «..Ως προς το ψωμί, την οικονομίαν, παραλάβαμεν το εθνικόν εισόδημα εις τα 565 δολλάρια, και παραδώσαμε την διαχείρισιν της εξουσίας όταν ανετράπημεν εις 1.100. Παραλάβαμεν τον προϋπολογισμόν της χώρας εις το ύψος των 29 δισεκατομμυρίων και παραδώσαμεν την αρχήν, με τον προϋπολογισμόν της χώρας εις 109 δισεκατομμύρια. Παραλάβαμεν το συναλλαγματικόν απόθεμα της χώρας εις τα 200 εκατομμύρια δολλάρια και το παραδώσαμεν εις τον ένα δισεκατομμύριον πεντήκοντα εκατομμύρια δολλάρια... Παιδεία! Δύο δισεκατομμύρια τετρακόσια εκατομμύρια ήσαν αι δαπάναι του προϋπολογισμού υπέρ της παιδείας όταν αναλάβομεν την αρχήν. Και παραδώσαμεν κονδύλιον εγγεγραμμένον εις τον προϋπολογισμόν ύψους 15 δισεκατομμυρίων. Εξακόσιες είκοσι επτά ήσαν αι θέσεις των λειτουργών της ανωτάτης παιδείας, διότι δεν θα αναφερθώ εις την γενικήν, και ανεπτύξαμεν τας καθηγητικάς έδρας εις τον αριθμόν των εννεακοσίων εβδομήκοντα περίπου. Δύο χιλιάδες εξακόσιοι ήσαν οι προβλεπόμενοι βοηθοί Καθηγητών, ως βοηθητικόν εκπαιδευτικόν προσωπικόν εις τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας, και όταν παραδώσαμεν την αρχήν αι νομοθετημέναι θέσεις ανήρχοντο εις έξι χιλιάδας επτακοσίας, εάν δεν με απατά η μνήμη, εξ αυτών δε είχε κατορθωθεί να συμπληρωθούν περί τας τέσσερεις χιλιάδας οκτακοσίας. Εδιπλασιάσαμε τας δυναμένας να προσφερθώσι υπηρεσίας εκ μέρους των φοιτητικών λεσχών, εβελτιώσαμε το φοιτητικόν συσσίτιον. Εχορηγήσαμεν τα φοιτητικά δάνεια. Εχορηγήσαμε δωρεάν τα συγγράματα προς τους φοιτητάς. Εν πάση δε περιπτώσει ολοκληρώσαμε την έννοιαν εις την πραγματικήν μορφήν της δωρεάν παιδείας εις τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα…».Το Σάββατο 23 Αυγούστου 1975 στη 1.10 μετά το μεσημέρι, από το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών [117] με πρόεδρο τον Ιωάννη Ντεγιάννη, έκπτωτο δικαστή της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης πριν την 21η Απριλίου 1967, εκδόθηκε η απόφαση υπ' αριθμόν 477, με την οποία ο Παπαδόπουλος καταδικάστηκε στην ποινή του θανάτου [118] για τη συμμετοχή του στο στρατιωτικό καθεστώς, με τις κατηγορίες της στάσεως και της εσχάτης προδοσίας. Το δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό περί άρσεως του άδικου χαρακτήρα της πράξεως, το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου, καθώς και ότι ωθήθηκε στην πράξη του από μη ταπεινά αίτια, ενώ για τον ίδιο και τους Στυλιανό Παττακό και Νικόλαο Μακαρέζο, δέχτηκε ότι υπήρξαν υποκινητές και επικεφαλής της στάσεως [119]. Ο Παπαδόπουλος κυρήχθηκε σε αφάνεια, διαγράφτηκε από τους καταλόγους των στελεχών της εφεδρείας, στερήθηκε την ιατροφαρμακευτική του περίθαλψη, ενώ μετά το θάνατο του η οικογένεια του εισέπραξε μειωμένη τη σύνταξη του.
Την ίδια μέρα της ανακοινώσεως της θανατικής καταδίκης του Παπαδόπουλου και ελάχιστες ώρες αργότερα, η ποινή του μετατράπηκε σε ισόβια κάθειρξη. Στις 25 Αυγούστου το Υπουργικό Συμβούλιο επικύρωσε ομόφωνα την απόφαση, ενώ Ο Παπαδόπουλος φυλακίστηκε σε ειδική πτέρυγα των Φυλακών Κορυδαλλού. Καθαιρέθηκε με Προεδρικό διάταγμα και υποβιβάστηκε στο βαθμό του στρατιώτη στις 21 Ιουνίου 1976, μετά την επικύρωση από τον Άρειο Πάγο της αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου, ενώ διαγράφηκε από τους καταλόγους των στελεχών της εφεδρείας. Σύμφωνα με τον Χρήστο Καθάρειο, Επίτιμο Αρεοπαγίτη, λόγω του παρανόμου της «δίκης» [120] και της αντισυνταγματικότητος των ποινών [121], οι θανατικές μετατράπηκαν, με πρωτοβουλία της κυβερνήσεως, λεκτικά και την ίδια μέρα.
Στις 29 Αυγούστου 1975 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, έπειτα από την ολοκλήρωση της ασκήσεως «Πτολεμαίος», είπε σε ομιλία του προς εν ενεργεία αξιωματικούς: «Όταν ομιλούμε για ισόβια δεσμά, εννοούμε ισόβια δεσμά». Τέλος στις 16 Οκτωβρίου 1975, μιλώντας στην Ολομέλεια της Βουλής, ο Καραμανλής, ομολόγησε την πολιτική παρέμβαση στο έργο της δικαιοσύνης είπε ότι, «….Τας ποινικάς κυρώσεις η Κυβέρνησις ενεπιστεύθη, όπως επεβάλετο, εις την Δικαιοσύνην, αφού προηγουμένως την διευκόλυνεν εις τον έργον της με συγκεκριμένα νομοθετικά μέτρα, όπως η γνωστή Συντακτική Πράξη και το γνωστόν Ψήφισμα. Και δεν πρέπει να πλανώμεθα. Εάν δεν είχον γίνει αυτά, αυτήν την στιγμήν ουδείς θα ήτο δυνατόν να δικάζεται και ουδείς θα ευρίσκετο εις την φυλακήν….» [122]. Μετά την παρέλευση τριετίας η θανατική ποινή μετατράπηκε αυτεπαγγέλτως και νομικώς, ως μη εκτελεσθείσα, εις ισόβιο κάθειρξη. Ο Παπαδόπουλος εξέτισε την ποινή του κρατούμενος στην ειδικά διαμορφωμένη πτέρυγα των Φυλακών Κορυδαλλού στον Πειραιά.
Καταδίκη για τα γεγονότα του Πολυτεχνείου
Ο Παπαδόπουλος κατηγορήθηκε για τα γεγονότα της περιόδου της καταλήψεως και στη συνέχεια της εκκενώσεως του Πολυτεχνείου και σύμφωνα με το κατηγορητήριο, περιλαμβάνονταν μεταξύ αυτών που «...Φέρονται ως ηθικοί αυτουργοί ανθρωποκτονιών εκ προθέσεως (τετελεσμένων και εν απόπειρα) επικινδύνων σωματικών βλαβών, διακεκριμένων φθορών και προκλήσεων εις τέλεσιν κακουργημάτων ή πλημμελημάτων, πράξεων υπό γνωστών και αγνώστων –τη ερεύνη–δραστών, τελεσθεισών [ως κατωτέρω]. Παρατηρητέον ενταύθα ότι ο ηθικός αυτουργός δεν δρα κατά του αντικειμένου του εγκλήματος, αλλά επιδρά επί της βουλήσεως του υποκειμένου, ίνα προκολέση απόφασιν αυτού προς εκτέλεσιν της αδίκου πράξεως. Και ως γνωστόν δεν είναι απαραίτητον να προκαθορισθή εν ταις λεπτομερείαις της η υπό εκτέλεσιν πράξις, ουδέ το πρόσωπον εις βάρος του οποίου θα τελεσθή (ΑΠ 334/58 Π. Χρ. Α’ 151). Ομοίως δεν είναι απαραίτητον όπως αποκαλυφθή και γνωσθή ο αυτουργός του εγκλήματος (ΑΠ 37/1969 Γ. Χρ. Ιθ’ 208)...». Στις 23 Οκτωβρίου 1974, ο εισαγγελέας Πλημμελειοδικών απαγόρευσε στον Παπαδόπουλο την έξοδο του από την Ελλάδα και ταυτοχρόνως απαγόρευσε την έξοδο των Μιχαήλ Ρουφογάλη, Δημητρίου Ιωαννίδη, Νικολάου Ντερτιλή, Βασιλείου Μπουκλάκου και Ηλία Τσιάουρη ή Τσαπούρη.Ο Παπαδόπουλος στη σύντομη απολογία του [123] ενώπιον του δικαστηρίου για τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, ανέφερε ότι, «....Δεν αποδέχομαι την θέσιν του κατηγορουμένου και εν συνεπεία προς αυτό το οποίον έταξα εις τον εαυτόν μου, αφού εξετέθην υπό απεινή διωγμόν με βάσιν νομοθέτημα αναδρομικής ισχύος, δεν θα έπρεπε να απολογηθώ...». Συνεχίζοντας απευθύνθηκε προς τους δικαστές με τα λόγια, «…Υπήρξα ο αρχηγός της Επαναστάσεως. Επιτρέψατέ μου να απευθυνθώ, τελευτών, με μιαν επίκλησιν προς τους κυρίους εισαγγελείς και τους αξιοτίμους συνηγόρους της πολιτικής αγωγής. Μη ζητήσετε να αποδοθεί κατηγορία οιασδήποτε μορφής εκ προθέσεως. Μην ανακόπτετε την ιστορίαν, την φύσιν, την αρετήν αυτού του ωραίου λαού. Είμαι ενώπιόν σας. Εάν εκτιμάται ότι υπάρχει κάποια πρόθεσις δι' ότι διεπράχθη, αποδώσατέ την ολόκληρον εις εμέ. Ζητήσατε την ιδικήν μου καταδίκην ή τον θάνατον. Μη σπιλώσετε όμως την ιστορίαν αυτών των ανθρώπων που σαν συγκατηγορούμενοί μου καλούνται σήμερον εντός της αιθούσης να δικασθούν. Έχουν μιαν ιστορίαν. Ιστορίαν προσφοράς προς την πατρίδα, είτε επί του πεδίου της τιμής, είτε επί του πεδίου της μάχης. Μην τους σπιλώσετε εις το τέρμα της ζωής τους. Έχετε εμέ. Ζητήσατε την παράδοσιν εμού ως εξηλαστηρίου θύματος όλης αυτής της τραγικής ιστορίας.» Η απόφαση που εκδόθηκε για τα γεγονότα εκείνης της περιόδου ήταν η επιβολή ποινής καθείρξεως 25 ετών [124].
Τον Νοέμβριο του 1994, στην επέτειο του Πολυτεχνείου, ο δημοσιογράφος Χρήστος Πασαλάρης γράφει ότι μπορεί οι Έλληνες να «....νανουρίζονται ακόμη από αυτό το αντιστασιακό παραμύθι», αλλά στην πραγματικότητα το Πολυτεχνείο ήταν μια πράξη σκηνοθετημένη από «....σκοτεινούς υπερατλαντικούς σκηνοθέτες», που «....εργάστηκαν καταχθόνια για να φέρουν στην εξουσία τον Ιωαννίδη και να παραδώσουν τη μισή Κύπρο στους Τούρκους» [125]. Το Νοέμβριο του 1995, ο δημοσιογράφος Μιχάλης Δημητρίου χαρακτήρισε το Πολυτεχνείο, «...σύγκρουση και διαμάχη Ελλήνων προς Έλληνες», πράξη που δεν έχει και πολύ νόημα να γιορτάζεται. Συνεχίζει λέγοντας ότι «....Είναι μια επέτειος ενδοελληνική (...) όπως ήταν η εκτέλεση των Εξ, το 1935, τα Δεκεμβριανά, το 1963 και η υπόθεση Λαμπράκη, η επέτειος της 4ης Αυγούστου και τόσες άλλες επέτειοι που δίχασαν και πόνεσαν τους Έλληνες εξαιτίας Ελλήνων....» [126].
Παραμονή στη φυλακή
Το 1979 με πρωτοβουλία του Πναεπιστημιακού καθηγητή Ευάγγελου Σδράκα, ο οποίος τέθηκε επικεφαλής, δημιουργήθηκε η οργάνωση «Ελληνική Αμνηστία» με κύριο σκοπό της την ενημέρωση της Ελληνικής και Παγκόσμιας κοινής γνώμης και την προώθηση λύσεως για την αποφυλάκιση των αξιωματικών που είχαν φυλακιστεί για τη συμμετοχή τους στο καθεστώς της 21ης Απριλίου. Κύριος συμπαραστάτης στην προσπάθεια του καθηγητή Σδράκα αναδείχθηκε ο Αιτωλοακαρνάνας Κωνσταντίνος Μήτσου, Στρατηγός της Ελληνικής Βασιλικής Χωροφυλακής σε αποστρατεία, γνωστός από τις συκοφαντικές και ατεκμηρίωτες κατηγορίες που του αποδόθηκαν στην υπόθεση του τροχαίου δυστυχήματος του Γρηγόρη Λαμπράκη. Σύμφωνα με μη διασταυρωμένη πληροφορία [127] οι Στυλιανός Παττακός, Νικόλαος Ντερτιλής και άλλοι αξιωματικοί που ήταν κρατούμενοι στις φυλακές του Κορυδαλλού, τον χειμώνα του 1980 ετοίμαζαν απόδραση. Αντίθετη ήταν η άποψη του Παπαδόπουλου ο οποίος υποστήριζε πως αν γλιτώσουν από τις σφαίρες των φρουρών, το πολύ να φτάσουν ως το νοσοκομείο της φυλακής με σπασμένα μέλη. Το σχέδιο υπέπεσε στη αντίληψη της διευθύνσεως των φυλακών, ενώ αμέσως άρχισαν αντιδικίες μεταξύ των κρατουμένων για τη διαρροή. Αντιθέτως, ο Παττακός σε απόρρητη επιστολή του, γράφει ότι «...Μου προετάθη υπό τινός των συνεγκλήστων η απόδρασις ως γενναία πράξις και επιτρεπτή επιβαλλομένη υπό τον στρατιωτικόν κανονισμόν προς δικαίωσιν του αγώνος μας. Ήρχισα να μελετώ και να σχεδιάζω. Ευρήκα λύσεις τινάς, δεν ευρέθη ευκαιρία έντιμος. Ευρεθείς εις κλούβαν από αεροδρομίου Χανίων προς φυλακάς Χανίων, μου εγένετο πρότασις να αποδράσω υπό συνοδεύοντος με στην κλούβα ενωματάρχου... Απέρριψα την πρόταση ως ήτο φυσικόν...».Ο Παπαδόπουλος παρέμεινε στις φυλακές -αποκλειστικά σ' αυτή του Κορυδαλλού- από το 1975 έως το 1996 που μεταφέρθηκε για νοσηλεία στο νοσοκομείο απ' όπου δεν επέστρεψε ξανά. Κρατήθηκε -υπό χαλαρή πλην όμως συνεχή φρούρηση- για περισσότερα από τρία χρόνια, στην Μονάδα Εντατικής Θεραπείας [Μ.Ε.Θ.] στο «Λαϊκό Νοσοκομείο», όπου εξέπνευσε. Συνολικά, παρέμεινε κρατούμενος έως τις 24 Μαΐου 1991 στις ανδρικές φυλακές Κορυδαλλού και στις 25 Μαΐου 1991 μεταφέρθηκε σε ειδική πτέρυγα στις γυναικείες φυλακές του Κορυδαλλού. Το 1992, η κυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη αποφάσισε να τον αποφυλακίσει, δίχως προηγούμενο σχετικό αίτημα, όμως ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής άσκησε βέτο. Στις 8 Φεβρουαρίου 1994, ο Παπαδόπουλος υπέβαλε αίτηση απονομής χάριτος η οποία απορρίφθηκε από το Συμβούλιο Χαρίτων και παρέμεινε κρατούμενος στην ειδική πτέρυγα στις Γυναικείες Φυλακές Κορυδαλλού έως τις 8 Αυγούστου 1996, όταν μεταφέρθηκε για νοσηλεία σε κρατικό νοσοκομείο.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου, αποκάλυψε στον Εβραιοαμερικανό συμφοιτητή του και καθηγητή Τζέημς Σβάρτς, ότι «....Έστειλα στον κύριο Παττακό μία επιστολή και τον παρακάλεσα να μου ζητήσει να βγει από την φυλακή. Και προς τιμήν του μου απήντησε ο Παττακός ότι θεωρεί τον εαυτόν του ως μόνο υπεύθυνο για την 21η Απριλίου. Και ότι συνεπώς, θα πρέπει να βγουν νωρίτερα από την φυλακή οι μη υπεύθυνοι ως αυτός». Το 1982 ο Παπανδρέου, όταν ήταν ήδη Πρωθυπουργός της Ελλάδος, έστειλε στην φυλακή τον Τζέημς Σβάρτς, που έδωσε στον Παττακό, ένα φορητό ραδιόφωνο κι ένα κουτί γλυκά, ενώ το Φθινόπωρο του ίδιου έτους, ο καθηγητής Σβάρτς έγραψε στον Παττακό, ότι μετέφερε στον Ανδρέα Παπανδρέου την συζήτησή τους. Την Μεγάλη Τετάρτη του 1988, η Δήμητρα Νικολαΐδου-Παττακού, επισκέφθηκε το Καστρί, μετά από πρόσκληση του Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος της υποσχέθηκε ότι θα αποφυλακίσει τους στρατιωτικούς κρατουμένους για την 21η Απριλίου, δύο μήνες πριν τις εκλογές, που σχεδίαζε να πραγματοποιήσει στο τέλος του 1988. Τα σχέδια του Ανδρέα Παπανδρέου ανατράπηκαν από την ασθένεια του καθώς και τη μετάβαση, τη χειρουργική επέμβαση και τη νοσηλεία του στο νοσοκομείο του Χέρφιλντ [128] στην Αγγλία.
Δημιουργία της Ε.Π.ΕΝ.
Στις 30 Ιανουαρίου 1984 ο Παπαδόπουλος ίδρυσε και ήταν ο ουσιαστικός αρχηγός του κόμματος «Εθνική Πολιτική Ένωσις» [Ε.Π.Εν.] [129], την οποία δημιούργησε με διάγγελμά του [130] [131] μέσα από τις φυλακές. Το καταστατικό της ως σωματείου είχε εγκριθεί το 1983 από το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών και τον Ιανουάριο του 1984, συγκροτήθηκε σε κόμμα, ενώπιον 30.000 συνέδρων-οπαδών του Παπαδόπουλου που συγκεντρώθηκαν στο ξενοδοχείο «Hilton» της Αθήνας, όπου ακούστηκε μήνυμα του, ηχογραφημένο στις φυλακές του Κορυδαλλού. Το μήνυμα ηχογραφήθηκε στο κελί του Παπαδόπουλου στις φυλακές του Κορυδαλλού και η Δέσποινα Παπαδοπούλου ανέλαβε να το μεταφέρει και να το παραδώσει στον Χρύσανθο Δημητριάδη, που ήταν ο παραλήπτης του. Ο εκπρόσωπος της κυβερνήσεως του Ανδρέα Παπανδρέου απείλησε ότι η κυβέρνηση «θα είναι αμείλικτη για οποιονδήποτε κινηθεί εκτός των συνταγματικών πλαισίων», ενώ το κόμμα «Νέα Δημοκρατία» κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι υπέθαλψε την κίνηση Παπαδόπουλου και ξεκίνησε ένας διάλογος για το πώς, δηλαδή με ποιον τρόπο, βγήκε από τη φυλακή το μήνυμα Παπαδόπουλου.Ο Παπαδόπουλος διαφώνησε με τη συμμετοχή του κόμματος στις ευρωεκλογές και στις 4 Απριλίου του 1984 παραιτήθηκε και διαχώρισε τη θέση του, ενώ επικεφαλής του κόμματος ορίστηκε ο μετέπειτα Ευρωβουλευτής Χρύσανθος Δημητριάδης, ως άνθρωπος της απολύτου εμπιστοσύνης του Παπαδόπουλου. Το Σεπτέμβριο του 1984, ο Νίκος Μιχαλολιάκος, μετέπειτα επικεφαλής του εθνικιστικού κινήματος «Χρυσή Αυγή», ανέλαβε την ηγεσία της νεολαίας της Ε.Π.ΕΝ., έπειτα από εντολή του Παπαδόπουλου, όπως υποστηρίζει ο Μιχαλολιάκος, γεγονός που φαίνεται να στερείται αληθείας, καθώς ο Παπαδόπουλος είχε ήδη διαχωρίσει τη θέση του από την «Εθνική Πολιτική Ένωση» [Ε.Π.Εν.]. Τον Ιανουάριο του 1985 ο Μιχαλολιάκος παραιτήθηκε από τη θέση του αρχηγού της Νεολαίας και στη θέση αυτή τον διαδέχθηκε ο Μάκης Βορίδης, μετέπειτα βουλευτής του «ΛΑ.Ο.Σ.» και του κόμματος «Νέα Δημοκρατία».
Νοσηλεία στη Μ.Ε.Θ.
Το καλοκαίρι του 1996 η υγεία του Παπαδόπουλου, κλονίστηκε σοβαρά και τον Αύγουστο παρουσίασε αιφνιδίως αναπνευστική ανεπάρκεια. Στις 8 Αυγούστου διακομίστηκε από τις φυλακές Κορυδαλλού κατ' αρχάς στο Γενικό Κρατικό και μετά στο Τζάννειο Νοσοκομείο Πειραιώς, λόγω των σοβαρών προβλημάτων υγείας που αντιμετώπιζε. Στις 13 Αυγούστου, με δική του επιμονή και πίεση, μεταφέρθηκε διασωληνωμένος στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, [Μ.Ε.Θ.], στο «Λαϊκό Νοσοκομείο» στη συνοικία Γουδή στην Αθήνα, όπου οι γιατροί διέγνωσαν ότι έπασχε από την νευρολογική ασθένεια που αποκαλείται νόσος του Λου Γκέρινγκ, [Lou Gehrig], [αγγλικά Amyotrophic Lateral Sclerosis, γνωστή με τα αρχικά A.L.S.], από το όνομα του Αμερικανού διάσημου παίκτη του μπέιζμπολ που πέθανε από την νόσο το 1941. Η ασθένεια είναι γνωστή και ως νόσος του «Σαρκό» [132]. Ο Παπαδόπουλος αμέσως μετά την έξοδο του από την Μονάδα Εντατικής Θεραπείας μεταφέρθηκε για θεραπεία σε δωμάτιο με κατάλληλο εξοπλισμό μόνο για λίγες ημέρες και στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην Εντατική Μονάδα με την δικαιολογία ότι δεν υπήρχε διαθέσιμος κατάλληλος χώρος.Στις 21 Νοεμβρίου 1996, οι γιατροί του νοσοκομείου ανακοίνωσαν στη Δέσποινα Παπαδοπούλου, ότι ο σύζυγος της έπασχε από αμυοτροφική σκλήρυνση, ασθένεια γνωστή ως «νόσος του Σαρκό». Η προσωπική οικονομική κατάσταση του Παπαδόπουλου αλλά και της οικογενείας του, δεν επέτρεπε να νοσηλευθεί σε ιδιωτική κλινική και νοσηλεύθηκε σε ένα θάλαμο με πολλά άτομα δίχως παράθυρο. Στις εκκλήσεις των συγγενών του αλλά και του δικηγόρου του Σπύρου Ζουρνατζή να μεταφερθεί σε μονόκλινο δωμάτιο, οι κρατούντες απαντούσαν «Ας κάνει δήλωση μετανοίας, και θα τον πάμε όπου θέλει». Ο Παπαδόπουλος παρέμεινε στο «Λαϊκό Νοσοκομείο» τα υπόλοιπα τρία χρόνια της ζωής του, συνολικά 1.049 ημέρες, και νοσηλευόταν υπό χαλαρή φρούρηση. Η κυβέρνηση του «Πα.Σο.Κ.» με πρωθυπουργό τον Κώστα Σημίτη απέρριψε την αίτηση της Δέσποινας Γάσπαρη-Παπαδοπούλου και του γιου του Χρήστου Παπαδόπουλου να αποφυλακισθεί για λόγους υγείας. Η εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος» δημοσίευσε τις πληροφορίες για τη διασωλήνωση και την τραχειοστομία στην οποία υποβλήθηκε ο αρχηγός της 21ης Απριλίου γράφοντας ότι, «Ο 77χρονος αρχηγός της 21ης Απριλίου από το Ελαιοχώρι Αχαΐας δίνει πραγματικά μάχη ζωής, σε ένα τοπίο χωρίς κάμερες, χωρίς δηλώσεις υπουργών, χωρίς τον Γιακούμπ και τον Ράιτ, χωρίς τα πλήθη που αλαλάζουν για τον αρχηγό που χάνει το μονοπάτι της ζωής» [133].
Στις 26 Φεβρουαρίου 1997 τριάντα οκτώ βουλευτές από το κόμμα «Νέα Δημοκρατία», με επιστολή τους ζήτησαν την αποφυλάκισή του Παπαδόπουλου, κάτι που δεν συνέβη. Τις πρώτες ημέρες του Οκτωβρίου 1997 τον επισκέφθηκε από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και τον εξέτασε, μετά από παράκληση και μεσολάβηση του γιου του, ο Χιρόσι Μιτσουμότο, Ιάπωνας καθηγητής ειδικός στην ασθένεια του Σαρκό, ο οποίος πρότεινε τρόπους για τη συντήρηση του Παπαδόπουλου, δίχως όμως ελπίδες καθολικής ανανήψεως. Στις 20 Ιουνίου 1999 η κατάστασις της υγείας του επιβαρύνθηκε λόγω ενδονοσοκομειακής λοιμώξεως, πυώδους πνευμονίας, και παρά τις ιατρικές φροντίδες και προσπάθειες η μοίρα του ήταν προδιαγεγραμμένη.
Ο θάνατος του
Ο Παπαδόπουλος δεν επέδειξε καμία «μεταμέλεια» και αρνήθηκε σταθερά να υποβάλει αίτηση αποφυλακίσεως ή να υποβάλλει αίτημα απονομής χάριτος με περιοριστικούς όρους ή να χρησιμοποιήσει τις ευνοϊκές διατάξεις που του παρείχαν τη δυνατότητα να αποφυλακιστεί επικαλούμενος ανήκεστο βλάβη της υγείας του, λέγοντας «...δι εμέ θα ομιλήσει η ιστορία, η οποία θα με δικαιώσει...». Σύμφωνα με όσα δημοσίευσε η Αθηναϊκή εφημερίδα «Μακελειό» [134], λίγες μέρες πριν αποβιώσει, ήταν υπό συνεχή φρούρηση από αστυνομική δύναμη και έγινε επεισόδιο με πρωταγωνιστή τον φίλο του Λυκούργο Γαϊτανάρο [135] και αξιωματικό της φρουράς. Ο Παπαδόπουλος παρόντων των Στυλιανού Παττακού, Ιωάννη Λαδά και Θεόδωρου Θεοφιλογιαννάκου, είπε, «...Εγώ τελειώνω. Εύχομαι εσείς να είστε καλά. Εμείς δεν θα υπάρχουμε αλλά το αργότερο σε μια εικοσαετία πιστεύω ότι ο ελληνικός λαός θα νοσταλγήσει την 21η Απριλίου....».Σταδιακά η κατάσταση της υγείας του επιδεινώθηκε και οι προσπάθειες για την αποφυλάκιση του, τις οποίες συντόνιζαν η σύζυγος του Δέσποινα και ο γιος του Χρήστος, προσέκρουσαν στη σθεναρή αντίδραση των φορέων του μεταπολιτευτικού καθεστώτος που επιδίωκαν να τον υποχρεώσουν να υπογράψει αίτηση χάριτος. Μη μπορώντας να μιλήσει και με ασταθή γραφικό χαρακτήρα, λόγω της ασθενείας του, ο Παπαδόπουλος έγραψε στον δικηγόρο του Σπύρο Ζουρνατζή: «Ευχαριστώ για ότι κάνατε. Μην κάνετε τίποτε άλλο. Ως φίλοι, αν με αγαπάτε, προσευχηθείτε να πεθάνω το συντομότερο, πριν αυτοκτονήσω και ατιμασθώ εις τον λαό». Ο Παπαδόπουλος βαθιά θρησκευόμενος και απολύτως πιστός Ορθόδοξος Χριστιανός σε ολόκληρη τη διάρκεια της ζωής του, απέφυγε να ζητήσει να κοινωνήσει τα άχραντα μυστήρια, καθώς όπως είπε στους στενούς του συγγενείς, ως αρχηγός του Ελληνικού κράτους δεν μπορούσε να εξομολογηθεί στον πνευματικό του μυστικά τα οποία γνώριζε εκ της θέσεως του και κάποια απ' αυτά οδήγησαν σε έκνομες ενέργειες ή αποτελέσματα, για την προάσπιση και την προστασία των εθνικών συμφερόντων.
Ο Παπαδόπουλος πέθανε στις 11:48 το πρωί της Κυριακής 27 Ιουνίου 1999 στην «Μονάδα Εντατικής Θεραπείας» [Μ.Ε.Θ.] του «Λαϊκού Νοσοκομείου» στην περιοχή Γουδή Αττικής, από σπάνια μυασθένεια και καρκίνο του ουροποιητικού συστήματος, σε ένα θλιβερό θάλαμο, δίχως ποτέ να του παραχωρηθεί ένα ιδιαίτερο δωμάτιο, όπως είχε ζητήσει η οικογένεια του. Η σορός του μεταφέρθηκε στις 12:15 από τη «Μονάδα Εντατικής Θεραπείας» στο νεκροθάλαμο του «Λαϊκού Νοσοκομείου» και στη συνέχεια στο νεκροθάλαμο του κοιμητηρίου του Δήμου Ζωγράφου. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Γεωργίου Στρατογιαννάκου, πρώην Δήμαρχου Πετρουπόλεως Αττικής, στο νοσοκομείο έφτασε στις 12:38 ο Διοικητής του ΙΔ' Αστυνομικού Τμήματος Αμπελοκήπων, μετά από εντολή του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, τότε Υπουργού Δημοσίας Τάξεως. Στο Διοικητή του ΙΔ' τμήματος ο Στρατογιαννάκος είπε, «...Πείτε στον Υπουργό να μην ανησυχεί. Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος δεν είναι πια εδώ. Πήγε να κάνει Επανάσταση στον Ουρανό...».
Κηδεία και ταφή
Η κηδεία του Παπαδόπουλου, του αδιαφιλονίκητου ηγέτη του καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967, τελέστηκε την 30η Ιουνίου 1999 στον Ιερό Ναό του Αγίου Λαζάρου στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών. Εκεί έφτασε στις 16:30 το απόγευμα ο Στυλιανός Παττακός, ενώ παρόντες ήταν οι Νικόλαος Μακαρέζος, Ιωάννης Λαδάς, Θεόδωρος Θεοφιλογιαννάκος, Νικόλαος Χατζηζήσης, Γεώργιος Γεωργακέλλος, πρώην υπουργός Εμπορίου, Παύλος Μανωλόπουλος, πρώην υπουργός Εργασίας, Δημήτριος Καρακώστας, πρώην υπουργός Τύπου και Πληροφοριών στην κυβέρνηση Αδαμάντιου Ανδρουτσόπουλου, Αλέξανδρος Ματθαίου, Χρήστος Μίχαλος, πρώην υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ, Αριστείδης Δημόπουλος, πρώην υφυπουργός Συντονισμού, Ιωάννης Χαρίτος, μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής, Πέτρος Κωτσέλης και άλλοι, παλαιοί συμπολεμιστές και φίλοι του. Παρόντες ήταν ο τέως Γενικός Διευθυντής της εφημερίδος «Ελεύθερη Ώρα» Γρηγόρης Μιχαλόπουλος, οι πολιτευτές της Ε.Π.ΕΝ. Δημήτρης Παπαγεωργίου και Σωτήριος Τεννές, ο αρχηγός της «Βασιλικής Εθνικής Οργανώσεως» Αλέξανδρος Κουντουράς, ο αρχηγός του κόμματος «Πρώτη Γραμμή» Κώστας Πλεύρης, το πρώην μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος «Νέα Δημοκρατία» Μάνος Μανωλάκος, και πολλοί άλλοι επώνυμοι.Περισσότερα από εκατόν πενήντα στεφάνια είχαν κατακλύσει τον προαύλιο χώρο του Ναού, μεταξύ τους της Βίκυς Ζωιτάκη, κόρης του Γεωργίου Ζωιτάκη, με την επιγραφή «Στον Αξέχαστο Αρχηγό», του ταξιάρχου Δημητρίου Ιωαννίδη, με την επιγραφή «Εις τον Αρχηγόν της Επαναστάσεως της 21ης Απριλίου 1967, εις Ένδειξιν Σεβασμού» αλλά και του εκδότη Γρηγόρη Μιχαλόπουλου, το οποίο έφερε την επιγραφή «Στον Άνδρα Γεώργιο Παπαδόπουλο». Δεκάδες Ελληνικές Σημαίες, είχαν γεμίσει το χώρο του Κοιμητηρίου, μεταξύ τους και τρεις μεγάλες σημαίες της Επαναστάσεως της 21ης Απριλίου διακοσμημένες με τη φράση «Εκ της Τέφρας μου Αναγεννώμαι».
Η νεκρώσιμος ακολουθία [136] [137] τελέστηκε παρουσία δεκάδων χιλιάδων, φίλων, υποστηρικτών και οπαδών του Παπαδόπουλου, οι οποίοι είχαν κατακλύσει το εσωτερικό του ναού, το προαύλιο αλλά και κάθε διαθέσιμο τετραγωνικό από τους γύρω χώρους. Στις 16:45 το φέρετρο του Παπαδόπουλου εξήλθε με κατεύθυνση τον Ιερόν Ναό Αγίου Λαζάρου, όπου και κατέφθασε στις 17:00, εμποδιζόμενο από το πλήθος. Την είσοδο του ναού κοσμούσαν Ελληνικές Σημαίες καθώς και δύο Βυζαντινές, η κόκκινη Αυτοκρατορική και η ιερά κίτρινη Εκκλησιαστική, με το Δικέφαλο Αετό. Μέσα στο ναό βρίσκονταν τα μέλη της οικογενείας του, η σύζυγος του Δέσποινα, η πρώην σύζυγος του Νίκη Βασιλειάδη, ο υιός του Χρίστος Παπαδόπουλος, οι κόρες του, Μάχη και Χρυσούλα, ο αδελφός του Χαράλαμπος Παπαδόπουλος και οι εγγονές του, Δέσποινα Ζάππα και Νίκη Χρίστου Παπαδόπουλου.
Στο μυστήριο χοροστάτησαν οι Επίσκοποι, πρώην Κεφαλληνίας Προκόπιος, Νύσσης Νεκτάριος και ο βοηθός Επισκόπου Νεοχωρίου, Παύλος. Στις 17:30 άρχισαν να εκφωνούνται οι επικήδειοι λόγοι προς τιμήν του νεκρού, από τον Ιωάννη Αναστασόπουλο, συμμαθητή και φίλο του Παπαδόπουλου από τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, και τον δημοσιογράφο και εκδότη Γρηγόριο Μιχαλόπουλο. Στη συνέχεια αναγνώστηκε μήνυμα του έγκλειστου στις φυλακές Κορυδαλλού Ταξιάρχου ε.α. Νικολάου Ντερτιλή. Τελευταίος εκφώνησε λόγο ο Στυλιανός Παττακός [138]. Η τελετή ολοκληρώθηκε στις 18:15, ενώ κατόπιν απαιτήσεως των παρευρισκομένων το φέρετρο του ανοίχθηκε τρεις φορές πριν καταστεί δυνατό να εξέλθει του Ιερού Ναού. Στις 18:33, η σορός του Γεωργίου Παπαδόπουλου ενταφιάστηκε στον τάφο της οικογένειας του Λόντου Α. Λεοντόπουλου.
Διακρίσεις
Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος για την δράση του στις πολεμικές επιχειρήσεις του 1940–41, έλαβε τις εξής ηθικές αμοιβές:- Χρυσό Αριστείο Ανδρείας [ΕΔΥΕΘΑ 197/41]. «...Διά τήν ἡρωικήν μέχρις αὐτοθυσίας ἀπόδοσιν ἐπί τοῦ πεδίου τῆς μάχης ἐν τῇ ἐνασκήσει τῶν καθηκόντων του».
- Πολεμικός Σταυρός Γ' Τάξεως [ΕΔΥΕΘΑ 197/41]. «...Διότι λαβῶν μέρος εἰς τάς ἐπιχειρήσεις τοῦ Ἀλβανικοῦ Μετώπου, ἐπεξείξατο ἡρωισμόν καί αὐτοθυσίαν, συμβάλων οὕτω εἰς τήν ἐπιτυχῆ ἔκβασιν τούτων».
- Πολεμικός Σταυρός Γ' Τάξεως [ΕΔΥΕΘΑ 199/41]. «..Διά τήν ἡρωικήν του προσπάθειαν κατά τάς ἐπιχειρήσεις. Προσάρτησις Στέμματος ἐπί τῆς ταινίας τοῦ Πολεμικοῦ Σταυροῦ ΕΔΥΕΘΑ 199/41».
- Μετάλλιο Εξαιρέτων Πράξεων [ΕΔΥΕΘΑ 396/46]. «..Διά τήν ἐπιδειχθήσαν ἐργατικότητα, ἀνωτέραν ἀντίληψιν καθήκοντος καί εὐδοκίμους ὑπηρεσίας ἐν τῶ κύκλω τῶν ἐνεργειῶν του, κατά τήν Πολεμικήν περίοδον 1940 – 41 ἐν Ἀλβανίᾳ».
- Αργυρός Σταυρός Βασιλέως Γεωργίου Α' Μετά Ξιφῶν [ΕΔΥΕΘΑ 549/47]. «..Ὡς ὑπηρετήσας καί διακριθεῖς εἰς τόν Πόλεμον 1940–41».
- Αναμνηστικό Μετάλλιο Εκστρατείας 1940–41 [ΕΔΥΣ 496/50].
- Χρυσό Αριστείον Ανδρείας,
- Παράσημο που του επιδόθηκε από το βασιλιά Παύλο για τη συμμετοχή του στην Εθνική Αντίσταση και τη δράση του στις τάξεις της Οργανώσεως «Χ» του Γεωργίου Γρίβα,
- Δύο Πολεμικούς Σταυρούς, για τη δράση του στη διάρκεια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου,
- Μετάλλιο Εθνικών Πράξεων,
- Αργυρούν Σταυρόν Γεωργίου του Α' μετά ξιφών,
- Τέσσερις Πολεμικούς Σταυρούς, για τη δράση του την περίοδο 1946-49.
- Τον Τίμιο Σταυρό του Τάγματος, από τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Νικόλαο.
- Χρυσού Σταυρό του Αποστόλου Παύλου, το Ανώτατο Παράσημο της Ελλαδικής Εκκλησίας, τιμή που δεν έχει αξιωθεί μέχρι σήμερα κανένας άλλος πρωθυπουργός.
- Διάσημα Μεγαλοσταύρου του Τάγματος του Αποστόλου Παύλου.
Ο Παπαδόπουλος διέθετε μία από τις μεγαλύτερες βιβλιοθήκες στην Ελλάδα την οποία δώρησε πριν το θάνατο του στο Άγιον Όρος, όπου υπάρχει με αναφορά το όνομα του.
Μνήμη Παπαδόπουλου
Ψευδή δημοσιεύματα
Την 1η Ιουλίου του 1973 στην εφημερίδα «The Observer» [139] ο Βρετανός δημοσιογράφος Τσαρλς Φόλεϊ, δημοσίευσε άρθρο στο όποιο περιλαμβάνονταν ο ανυπόστατος ισχυρισμός ότι ο Παπαδόπουλος ήταν έμμισθος πράκτορας της C.I.A. [Central Intelligence Agency], της Αμερικανικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, καθώς κι ότι είχε υπηρετήσει στα Τάγματα Ασφαλείας την περίοδο της κατοχής της Ελλάδος από τις δυνάμεις του Άξονα. Η εφημερίδα πέρα από τις ανώνυμες πηγές της επικαλούνταν ανάλογο άρθρο του περιοδικού «Political Science Quarterly» [140]. Τέσσερις ημέρες μετά το δημοσίευμα, τηλεγράφημα της αμερικανικής πρεσβείας στο Λονδίνο [1973LONDON07709] ασχολείται με τον Βρετανό δημοσιογράφο και σ' αυτό αναφέρεται ότι ο Φόλεϊ απολύθηκε το 1959 από την εφημερίδα «The Observer», ότι συνέταξε τα ημερολόγια του Γεωργίου Γρίβα στα μέσα της δεκαετίας του 1960 όταν διέμενε στην Καλιφόρνια, ενώ χαρακτηρίζει τον Φόλεϊ «ασυνείδητο» και το κείμενο του «έργο φαντασίας και κουτσομπολιού». Σε επίσημη ακρόαση στην Αμερικανική Γερουσία [141], η Αμερικανική Υπηρεσία Πληροφοριών αρνήθηκε ότι ο Παπαδόπουλος υπήρξε πράκτορας της, και ισχυρίστηκε ότι όποια σχέση υπήρξε μαζί του, ήταν στα πλαίσια της πάγιας συνεργασίας, που διατηρούσαν, από την εποχή της ένοπλης εξεγέρσεως των Κομμουνιστών ανταρτών στην Ελλάδα, η Αμερικανική C.I.A. [Central Intelligence Agency] και η Ελληνική Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών, όταν ο Παπαδόπουλος υπηρετούσε σ' αυτήν. Στην ίδια ακρόαση ο διευθυντής της C.I.A. [Central Intelligence Agency] είπε ότι ο Παπαδόπουλος ουδέποτε εκπαιδεύτηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής.Παράλληλα, αποδείχθηκαν ψευδή κι αναξιόπιστα τα δημοσιεύματα, σε Ελληνικά έντυπα κι ηλεκτρονικά μέσα, περί της δήθεν συμμετοχής του ως αξιωματικού στα Τάγματα Ασφαλείας του Νομού Αχαΐας, καθώς αυτά δεν επιβεβαιώνονται από καμία γραπτή ή προφορική πηγή και μαρτυρία. Παρά την ανυπαρξία στοιχείων ο Καραμανλικός δημοσιογράφος Γιώργος Τράγκας εξακολουθεί να αναπαράγει και να διαδίδει ειδήσες ψευδείς και συκοφαντικές για τη μνήμη του Παπαδόπουλου, υποστηρίζοντας ότι ο ίδιος είναι κάτοχος ενός αντιτύπου βιβλίου με θέμα τα Τάγματα Ασφαλείας, που έχει δήθεν γραφεί από τον Στρατηγό Νικόλαο Κουρκουλάκο, μετέπειτα διοικητή της Αγροτικής Τραπέζης. Σύμφωνα με τις συκοφαντικές αναφορές του Γιώργου Τράγκα, ο Παπαδόπουλος ήταν μέλος των Ταγμάτων στην περιοχή της Αχαΐας, όμως όπως είναι γνωστό, ο τότε Υολοχαγός Παπαδόπουλος δεν απομακρύνθηκε από την Αθήνα την περίοδο της Κατοχής της Ελλάδος από τις δυνάμεις του Άξονος. Παράλληλα ο Στρατηγός Κουρκουλάκος όχι μόνο δεν υπήρξε συγγραφέας σχετικού βιβλίου, αλλά αρνήθηκε ακόμη και να υποβάλλει αναφορά με θέμα τη δράση των Ταγμάτων που διοικούσε, όπως του ζητήθηκε το 1955 από την Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού. Το 2003 με αφορμή την επέτειο του θανάτου του Γρηγόρη Λαμπράκη Ελληνικοί τηλεοπτικοί σταθμοί μετέδωσαν αφιερώματα στα οποία απέδωσαν το θάνατο του σε συνωμοσία του Παπαδόπουλου, του Γιώργου Γεωργαλά και του Συμβουλίου Μελετών της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών [Κ.Υ.Π.], προκειμένου να απομακρυνθεί από την εξουσία ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και να ανοίξει ο δρόμος για την επιβολή του καθεστώτος της 21ης Απριλίου.
Έρευνες για πλουτισμό
Μετά την καταδίκη του ακολούθησαν το Νοέμβριο του 1975 έρευνες προκειμένου να ελεγχθεί η πιθανότητα για τυχόν παράνομο πλουτισμό του Παπαδόπουλου και των συγγενικών του προσώπων στη διάρκεια της πρωθυπουργίας του, οι οποίες δεν απέδωσαν κανένα αποτέλεσμα. Ο Παπαδόπουλος στη διάρκεια του βίου του είχε αποκτήσει τρία ακίνητα, ένα διαμέρισμα 5 κυρίων δωματίων στη Νέα Σμύρνη το 1961, ένα οικόπεδο 422,70 τετραγωνικών μέτρων στην οδό Τζουμέρκων 13 στον οικισμό του Παπάγου που του κατακυρώθηκε το 1962 από τον Αυτόνομο Οικονομικό Οργανισμό Αξιωματικών, [Α.Ο.Ο.Α.]. Στο οικόπεδο αυτό το 1967, ανεγέρθηκε μονοκατοικία πέντε δωματίων με την οποία προικοδότησε τον γαμβρό του Βασίλειο Ζάππα, σύζυγο της κόρης του Χρυσούλας Παπαδοπούλου. Το ακίνητο ανήκει σήμερα στην κόρη της Χρυσούλας και εγγονή του Παπαδόπουλου, τη Δέσποινα Ζάππα. Ο Παπαδόπουλος αγόρασε επίσης ένα διαμέρισμα έξι κυρίων δωματίων στη συμβολή των οδών Σορβόλου 3 & Αρδηττού στην Αθήνα, αντί τιμήματος 1.300.000 δραχμών, με εγγραφή υποθήκης στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, λόγω συνάψεως δανείου ύψους 770.000 δραχμών. Το εν λόγω ακίνητο μεταβιβάστηκε ως προικώο στην Χρυσούλα Γεωργίου Παπαδοπούλου [142], σύζυγο Βασιλείου Ζάππα.Γραπτά τεκμήρια
Ο Παπαδόπουλος παρά τις πιέσεις που δέχθηκε από εκδοτικούς οίκους του εξωτερικού, οι οποίες συνοδεύονταν από ιλιγγιώδη οικονομικά ανταλλάγματα, προκειμένου να τους παραδώσει χειρόγραφα απομνημονεύματα [143], δεν άφησε κανένα γραπτό κείμενο, σημειώσεις ή ημερολόγιο.Ο Δημήτριος Κιτσίκης, καθηγητής του Πανεπιστημίου της Οττάβας και μέλος της Καναδικής Ακαδημίας Επιστημών, που στις ιδεολογικές πεποιθήσεις του αυτοχαρακτηρίζεται ως εθνικομπολσεβίκος, τον χαρακτήρισε ως την κορυφαία προσωπικότητα της στρατιωτικής και πολιτικής ιστορίας της Νεώτερης Ελλάδος. Ο δημοσιογράφος Σάββας Κωνσταντόπουλος έγραψε [144] για τον Παπαδόπουλο: «...Προέβλεψεν εγκαίρως ότι η χώρα θα αντιμετώπιζεν, αργά ή γρήγορα, βαθείαν εσωτερικήν κρίσιν και θα περιήρχετο εις αδιέξοδον… Προετοιμάσθη δια να την βοηθήση και το έπραξεν την 21ην Απριλίου 1967..». Η γνωριμία τους σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδος «Ελεύθερος Κόσμος», έγινε όταν μετά τις εκλογές της 11ης Μαΐου 1958 στις οποίες επικράτησε το κόμμα «Εθνική Pιζοσπαστική Ένωσις» [Ε.Ρ.Ε.] του Κωνσταντίνου Καραμανλή, με ποσοστό ψήφων 41,17% και 171 έδρες, ο τότε πρωθυπουργός, «...συγκρότησε μίαν αφανή επιτροπήν διά την παρακολούθησιν, την θεωρητικήν και την πολιτικήν του κομμουνιστικού προβλήματος. Εις την επιτροπήν εκείνην έτυχε να γνωρίσω διά πρώτην φοράν τον ήδη Πρωθυπουργόν κ. Γεώργιον Παπαδόπουλον και να εκτιμήσω την σκέψιν του..» [145]. Την ίδια εποχή ένα μέλος της ίδιας επιτροπής, ο καθηγητής Άγγελος Προκοπίου, είπε για τον Παπαδόπουλο τα σημαντικά και προφητικά λόγια: «Το μυαλό αυτού του αξιωματικού είναι ξυράφι. Είμαι βέβαιος ότι ο Γεώργιος Παπαδόπουλος θα παίξει κάποτε πρώτο ρόλο».
Τον Οκτώβριο του 1972, ο Κωνσταντόπουλος υποστήριζε ότι «...Ο Γ. Παπαδόπουλος μας έδωσε την πλήρη σύνθεσιν. Το πρόγραμμά του είναι επαναστατικόν με μεταρρυθμιστικήν διαδικασίαν... Ο Γ. Παπαδόπουλος καθιέρωσεν καθεστώς συνεχούς μετασχηματισμού των παραγόντων οι οποίοι συνθέτουν την εθνικήν ζωήν μας...Η Ελλάς μεταβάλλεται. Γίνεται κάτι διαφορετικόν από ότι ήτο χθές. Και αυτό το νέον θα παραχωρήση την θέσιν του εις άλλο νεώτερον....». Μετά την μεταπολίτευση, ο Ιωάννης Πασσάς είπε πως όταν επισκέφθηκε τον Παπαδόπουλο στα τέλη του 1972 ή τις αρχές του 1973, ο τελευταίος του είπε τα λόγια, «..Δυστυχώς θέλουν να μας διαλύσουν...{...}... Ήταν περίλυπος και είχε βυθίσει το κεφάλι του μέσα στα χέρια του…».
«Το Πιστεύω μας» [146]
Οι λόγοι, οι συνεντεύξεις, οι δηλώσεις, τα μηνύματα, οι ημερήσιες διαταγές, οι επιστολές, τα τηλεγραφήματα και οι εγκύκλιοι του Γεωργίου Παπαδόπουλου, που καλύπτουν την περίοδο από τον Απρίλιο του 1967 έως το Δεκέμβριο του 1971, περιλαμβάνονται στο έργο «Το Πιστεύω μας». Ο πρώτος τόμος του έργου κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 1968 και ο τελευταίος τον Απρίλιο του 1972 και περιλαμβάνουν 336 κείμενα, τα οποία αποτελούν το πολιτικό και ιδεολογικό μανιφέστο του καθεστώτος της 21ης Απριλίου. Οι επτά τόμοι εκδόθηκαν χρονολογικά ταξινομημένοι από τη Γενική Διεύθυνση Τύπου του Υπουργείου Προεδρίας και η διανομή τους γίνονταν δωρεάν. Ένας επιπλέον τόμος, ο όγδοος, που περιλαμβάνει υλικό από την 31η Δεκεμβρίου 1971 έως τις 27 Ιουνίου 1999, ημέρα του θανάτου του Παπαδόπουλου, κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 2004 στην Αθήνα από τις εκδόσεις «Ελεύθερος Κόσμος».Επίσης κυκλοφόρησε το βιβλίο
- «Για σας, Νέοι της Ελλάδος», τον Απρίλιο του 1970, το οποίο είναι έκδοση της Γενικής Διευθύνσεως Τύπου, και περιλαμβάνει τους λόγους του Γεωργίου Παπαδόπουλου προς τη σπουδάζουσα νεολαία.
Εσωτερική υπονόμευση
Όταν στα μέσα του Οκτωβρίου του 1971 επισκέφθηκε την Ελλάδα ο Σπύρος Άγκνιου ή Αναγνωστόπουλος, ο τότε αντιπρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, που έκανε οικογενειακά τις διακοπές του στην Κρήτη, ζήτησε και συναντήθηκε με τον Γεώργιο Γεωργαλά, τότε περιφερειακό διοικητή της Κρήτης, στο Ηράκλειο. Εκεί ο Άγκνιου μετέφερε στον Γεωργαλά την πρόταση να ανατρέψει τον Παπαδόπουλο και να αναλάβει ο ίδιος επικεφαλής κυβερνήσεως στην Ελλάδα, ενώ του μετέφερε την αμερικανική διαβεβαίωση ότι θα τον στηρίξουν με κάθε τρόπο και ανεπιφύλακτα [147], πρόταση που αρνήθηκε ο Γεώργιος Γεωργαλάς.Μετά την μεταπολίτευση ο Αριστείδης Δημόπουλος, ο οποίος διατέλεσε Γενικός Γραμματέας Υπουργείου, υφυπουργός στις κυβερνήσεις Παπαδόπουλου και αργότερα εκλέχθηκε Ευρωβουλευτής του κόμματος «Εθνική Πολιτική Ένωσις» [Ε.Π.ΕΝ.], αποκάλυψε [148] [149] την ύπαρξη δύο υπομνημάτων που απηύθυνε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής από το Παρίσι όπου ήταν αυτοεξόριστος, στον Νικόλαο Μακαρέζο. Σ' αυτά ο Καραμανλής υπέβαλε την πρόταση να διορίσει το Στρατιωτικό καθεστώς στη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας τον Καραμανλή που με τη σειρά του θα υποστήριζε ως πρωθυπουργό τον Νικόλαο Μακαρέζο. Ο Καραμανλής έθετε ως μοναδικό όρο την απομάκρυνση του Παπαδόπουλου από την εξουσία σημειώνοντας ότι πρέπει να τεθεί «…εκτός πάσης αναμείξεως ο Γεώργιος Παπαδόπουλος...», ενώ συμπλήρωνε ότι «...σε αυτό μπορεί να βοηθήσει και ο Δ. Ιωαννίδης...».
Έργο [150]
Στη διάρκεια της διακυβερνήσεως της Ελλάδος από τον Παπαδόπουλο υπήρξε πραγματικός οργασμός έργων. Κατασκευάστηκαν τα φράγματα ηλεκτροπαραγωγής στον Αλιάκμονα, στο Καστράκι του Νομού Αιτωλοακαρνανίας και στο Πολύφυτο, επεκτάθηκαν οι θερμοηλεκτρικές μονάδες Ερέτριας, Πτολεμαΐδος, Μέγδοβα, Ρυμνίου και Σερβίων στον Αλιάκμονα και δημιουργήθηκαν τα αεροδρόμια Ζακύνθου, Καβάλας, Κυθήρων, Λήμνου, Μυκόνου, Πάρου, Ρόδου, Σάμου, Σκιάθου και Χίου. Ανεγέρθηκαν πολλά κρατικά κτίρια όπως του Διοικητηρίου του Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς, [Ο.Λ.Π.], του Εθνικού Νομισματοκοπείου, του τότε Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας-Τηλεοράσεως, [Ε.Ι.Ρ.Τ.], του Οργανισμού Σιδηροδρόμων Ελλάδος, [Ο.Σ.Ε.], του Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος, [Ο.Τ.Ε.] του Πολεμικού Μουσείου και του Υπουργείου Εξωτερικών, καθώς και τα δικαστικά μέγαρα Αθηνών, Θεσσαλονίκης, Ιωαννίνων, Λαρίσης και Πατρών. Ο μέσος γενικός δείκτης βιομηχανικής παραγωγής σημείωνε ετήσια άνοδο 5% ανά έτος, ποσοστά που κατέταξαν την Ελλάδα στην τέταρτη θέση εξ επόψεως ρυθμού αυξήσεως της βιομηχανικής παραγωγής μεταξύ όλων των χωρών-μελών του Ο.Ο.Σ.Α. Η Ελληνική κυβέρνηση διέγραψε τα χρέη των αγροτών προς την Αγροτική Τράπεζα, ύψους 7.380 δισεκατομμυρίων δραχμών για τους ιδιώτες και επιπλέον 384 εκατομμύρια δραχμών οφειλές προς τις συνεταιριστικές τους οργανώσεις. Οι διάφορες πιστώσεις προς τους αγρότες ανήλθαν στα 14.339 δισεκατομμύρια δραχμών κατά το 1968, έναντι 11.491 δισεκατομμυρίων που ήταν το προηγούμενο έτος.Το διάστημα από τη λήξη του συμμοριτοπολέμου μέχρι το 1967, από τον ελληνικό προϋπολογισμό δεν είχε προβλεφθεί δαπάνη ούτε μιας δραχμής για την αγορά πολεμικού υλικού. Μετά την επικράτηση του καθεστώτος της Απριλίου αγοράσθηκαν 4 υποβρύχια εξοπλισμένα με τηλεκατευθυνόμενους πυραύλους, από την Γερμανία, 4 πυραυλάκατοι, μεγάλος αριθμός τορπιλλακάτων και συγχρόνων αρμάτων μάχης τύπου AMX-30, από τη Γαλλία, καθώς και 40 υπερσύγχρονα αεροπλάνα Φάντομς από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Στη συνέχεια αγοράστηκαν, από την Γαλλία 40 υπερσύγχρονα αεροσκάφη Μιράζ F-IC, 60 βομβαρδιστικά Corsair-A7 αμερικανικής κατασκευής, 18 μεταφορικά αεροπλάνα 4 πυραυλάκατοι και 100 άρματα μάχης τύπου AMX-30, από τη Γαλλία, αεροσκάφη μεταφοράς προσωπικού και υλικού τύπου C-130 και μεγάλος αριθμός ελικοπτέρων από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και την Ιταλία, σημαντικός αριθμός τορπιλακάτων αλλά και μεγάλες ποσότητες αντιαρματικού και ανθυποβρυχιακού υλικού.
Στην Παιδεία καταγράφονται η έναρξη της κατασκευής των Πανεπιστημιουπόλεων Αθηνών, Θεσσαλονίκης, Πατρών. Η κατασκευή σχολείων σε όλα τα χωριά που υπήρχαν μικρά παιδιά, και δημιουργία νέων σχολείων σε όποια μεγάλη πόλη χρειαζόταν. Η καθιέρωση κρατικών βραβείων για τους αριστούχους μαθητές των Γυμνασίων και υπήρξε διπλασιασμός των κονδυλίων για την παιδεία. Χορηγήθηκαν υποτροφίες στους αριστούχους μαθητές, καθώς και σημαντικό χρηματικά ποσά σε αριστούχους φοιτητές για την μετέπειτα επαγγελματική σταδιοδρομία τους. Καθιερώθηκε η παροχή δωρεάν Ιατροφαρμακευτικής και Νοσοκομειακής περιθάλψεως σε όλους τους φοιτητές, μη χορήγηση σπουδαστικών δανείων, η αύξηση της χρηματικής αμοιβής για το ημερήσιο φοιτητικό συσσίτιο, η χορήγηση ειδικού κονδυλίου για την ψυχαγωγία των φοιτητών, η παροχή 3ης εξεταστικής περιόδου στους φοιτητές, καθώς και η δωρεάν χορήγηση βιβλίων για όλους τους μαθητές και φοιτητές. Σε συνέντευξη του στο Ραδιοφωνικό σταθμό του Δήμου Αθηναίων, ο ομότιμος καθηγητής Φαίδων Βεγλερής, που κατέθεσε ως μάρτυρας κατηγορίας στη δίκη των πρωταιτίων της 21ης Απριλίου, δήλωσε ότι, «..Λυπούμαι που θα το πώ, αλλά οι φοιτητές είχαν δωρεάν Παιδεία μόνον επί δικτατορίας..».
Ο Παπαδόπουλος για το Έπος 1940-41
Ως πρωθυπουργός, αναφερόμενος στο Έπος του 1940-41, ο Παπαδόπουλος γράφει: «...Ἤμεθα τότε μόνοι εἰς τήν ἠπειρωτικήν Εὐρώπην. Ἡ μοναδική ἀκτίς φωτός εἰς τό ζοφερόν σκότος τῆς συνθηκολογήσεως, τοῦ ἐγωισμοῦ καί τῆς δειλίας... Θά ἦταν ἄλλη ἡ μορφή τοῦ κόσμου ἄν τόν Ὀκτώβριον τοῦ 1940 δέν ἐδέχετο τήν πρόκλησιν τοῦ Ἄρεως ἡ Ἑλλάς...» [151]. Για την Ελληνική Αντίσταση στους Ιταλούς και τους Γερμανούς γράφει: «...Ὅταν οἱ Ἕλληνες ὤρθωναν τό ἀνάστημά των κατά τοῦ ἀνάνδρου ἐπιδρομέως. Ἡ ἠπειρωτική Εὐρώπη ἔπτησσεν ὑπό τό πέλμα τοῦ θριαμβεύοντος Ἄξονος. Παραδείγματα πού νά ἐμπνέουν δέν ὑπῆρχον. Πλεῖστα κράτη εἶχον ὑποκύψει χωρίς νά ρίψουν οὔτε ἕνα πυροβολισμόν διά τήν τιμήν τῶν ὅπλων των. Ἄλλα εἶχον καταρρεύσει ταχέως ὑπό τό βάρος ἀσυγχωρήτων σφαλμάτων καί λόγω ἐλλείψεως ἠθικοῦ. Καί ἄλλα, ὡς ἑταῖροι τοῦ Ἄξονος, διενέμοντο τήν λείαν τῆς ἐπιδρομῆς. Ὁ Ἑλληνικός λαός ἔχει ἀναφαίρετον τό δικαίωμα τῆς ὑπομνήσεως τῶν πεπραγμένων πρός ὅλους τους ἐμπλακέντας εἰς τόν πόλεμον λαούς τῆς Εὐρώπης. Διότι οὐδενός ἄλλου ἡ Ἱστορία εἶναι τόσον καθαρά καί τιμημένη ὅσον ἡ ἰδική του....» [152]. Ενώ για τη σημασία της Ελληνικής πολεμικής δράσεως αναφέρει: «...Ἡ νικηφόρος ἀντίστασις τῆς Ἑλλάδος κατά τῆς φασιστικῆς ἐπιδρομῆς, ἐπέδρασεν ἀποφασιστικῶς ἐπί τοῦ ἠθικοῦ τῶν ἐμπολέμων καί τῶν οὐδετέρων, ὑπεβοήθησεν τήν κατάρρευσιν τῆς Ἰταλίας καί τοῦ καθεστῶτος της, κατέφερεν ἀνεπανόρθωτον πλῆγμα κατά τοῦ γοήτρου τοῦ Ἄξονος ὁ ὁποῖος ἐθεωρεῖτο ἀήττητος, ἐπέτυχε τάς πρώτας κατά ξηράν νίκας τῶν ἐλευθέρων ἐθνῶν καί ἀνέτρεψε τό πολεμικόν χρονοδιάγραμμα τοῦ Χίτλερ... Ἀντέσχε το Ἔθνος μας ἐπί ἑπτά μήνας εἰς τήν φοβεράν δοκιμασίαν -ἐνῶ ἄλλοι κατέρρεον ἐντός ἡμερῶν ἤ ἑβδομάδων- χάρις εἰς τήν ἑνότητα τήν ὁποίαν ἐπέδειξε. Τό φαινόμενον ὑπῆρξεν ἴσως μοναδικόν εἰς τήν Ἱστορίαν του...» [153].Έγραψαν για τον Παπαδόπουλο
Στρατιωτικοί Διοικητές
Ο Διοικητής του Συντάγματος Πυροβολικού στο Μέτωπο της Βορείου Ηπείρου, ο Αντισυνταγματάρχης Δημήτριος Λειβαδίτης που ανέλαβε την διοίκηση του Συντάγματος στις 27 Ιανουαρίου 1941, γράφει για τον Γεώργιο Παπαδόπουλο, στις 9 Σεπτεμβρίου 1941:«– Χαρακτήρ: Ἄριστος
– Διαγωγή μέχρι τοῦ Πολέμου: Οἴα ἁρμόζει εἰς Ἀξιωματικόν.
– Ὑπηρεσία προσφερθεῖσα κατά τόν Πόλεμον: Ἐξετέλεσεν ἀπό τῆς κηρύξεως τοῦ Πολέμου ἐναλλάξ καθήκοντα Οὐλαμαγοῦ καί Ὑπολοχαγοῦ Πυροβολαρχίας ἐμπολέμου. Εἰς τά καθήκοντά του ἀντεπεκρίθη ἄριστα. Εἶναι ὀξείας ἀντιλήψεως καί κρίσεως, Κατά τάς δυσκόλους στιγμάς εἰς ἄς κατ’ ἐπανάληψιν εὑρέθη ἡ Πυροβολαρχία του, ἔδειξεν θάρρος καί αὐτοθυσίαν, προταθείς κατ’ ἐπανάληψιν δι’ ἠθικάς ἀμοιβάς.
– Διαγωγή κατά τήν σύμπτυξιν: Λίαν καλή.
– Ἱκανότης Διοικήσεως τμήματος ἀντιστοίχου του βαθμοῦ του ἤ καί ἀνωτέρου τοιούτου: Καίτοι νέος Ἀξιωματικός, ἐπέδειξεν λίαν καλήν Διοικητικήν Ἱκανότητα. Εἶναι πρόθυμος καί ἐργατικώτατος. Μέ τήν ἤν κέκτηται μόρφωσιν ἐπαγγελματικήν καί τήν κτηθείσαν πείραν, δύναται μετ’ ἐμπιστοσύνης νά τοῦ ἀναθέση τίς καθήκοντα Ὑπολοχαγοῦ.
– Συμπερασματική Κρίσις: Πρόκειται περί Λίαν Καλοῦ Ἀξιωματικοῦ Πυροβολικοῦ, ὅστις ὡς ἐργάζεται, θέλει ἐξελιχθῆ σύν τῷ χρόνῳ, εἰς ἕναν τῶν πολύ καλῶν Ἀξιωματικῶν Πυροβολικοῦ. Οὗτος ἀντέχει εἰς τούς κόπους καί τάς στερήσεις τῆς ἐκστρατείας. Κατά τήν ὑποχώρησιν, ἡ διαγωγή του ὑπῆρξεν Λίαν Καλή. Ἠκολούθησεν δέ τήν Πυροβολαρχίαν του μέχρι Μεσολογγίου ἔνθα διελύθη τό Σύνταγμα κανονικῶς τήν 6ην Μαΐου 1941.....» [154].
Ο Χρήστος Μαντάς, ο πρώτος Διοικητής του Αξιωματικού Παπαδόπουλου, που ανέλαβε Διευθυντής Πυροβολικοῦ της ΙΙ Μεραρχίας, γράφει στις 13 Δεκεμβρίου 1942, για τον νεαρό Ανθυπολοχαγό Παπαδόπουλο: «...Ὑπηρέτησεν εἰς τό Μέτωπον (Ἑλληνοϊταλικός Πόλεμος) ἀπό τάς ἀρχάς τοῦ Πολέμου, ἀρχικῶς ὡς Ἀξιωματικόςκός Βολῆς τῆς 3ης Πυροβολαρχίας τοῦ Συντάγματος, τοῦ Λοχαγοῦ Μανούκα Ἠλία καί εἴτα, ἀπό 12/12/1940, ὡς Οὐλαμαγός τῆς ἰδῖας Πυροβολαρχίας, μέχρι τοῦ πέρατος τοῦ Πολέμου. Συμμετέσχεν ἁπασῶν τῶν ἐπιχειρήσεων εἰς ἄς ἔλαβεν μέρος ἡ Πυροβολαρχία του καί ἐπεδείξατο παντοῦ διαγωγήν καί γενναιότητα ἐξαίρετον, δι’ ὁ καί ἐπροτάθη ἐπανειλημμένως δι’ ἠθικάς ἀμοιβάς αἴτινες καί τῷ ἀπενεμήθησαν (Ἀριστεῖον Ἀνδρείας–Πολ. Σταυρός Γ’ Τάξεως Προσάρτησις σημάτων). Πρόκειται περί ἐξαιρέτου πολεμιστοῦ καί Ἀξιωματικοῦ, παρέχοντος τά ἐχέγγυα ὅτι θά ἐξελιχθῆ εἰς ἄριστον στέλεχος….» [155].
Συνεργάτες
Ο Παπαδόπουλος ήταν πιστός Ορθόδοξος χριστιανός και απολύτως επηρεασμένος από τον ευσεβισμό της θρησκευτικής οργανώσεως «Ζωή» και του εμπνευστή της του Αλέξανδρου Τσιριντάνη κι είχε σε μεγάλη εκτίμηση τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Ιερώνυμο Κοτσώνη. Σε ερώτηση δημοσιογράφου προς τον Δημήτριο Τσάκωνα, καθηγητή, στενό συνεργάτη και υπουργό του Παπαδόπουλου, μήπως «Στην αποτυχία της 21ης Απριλίου έπαιξε ρόλο το ότι ο Παπαδόπουλος ήταν υπερβολικά χριστιανός;», απήντησε πως «..Βεβαιότατα και έπαιξε ρόλο. Ό Παπαδόπουλος ήταν χριστιανός, δεν υποκρινόταν. Είχε έναν έντονο χριστιανικό φορμαλισμό, συνδεδεμένο με τις πιο συντηρητικές τάσεις της Ελληνικής ορθοδοξίας. Ασφαλώς και η χριστιανική πίστη δυσκολεύει κάποιον να πετύχη ως δικτάτωρ.» [156]. Τον Μάιο του 1972 η Ιταλική εφημερίδα «Roma» δημοσίευσε άρθρο του κορυφαίου δημοσιογράφου G. Fergola, όπου αναφέρει ότι «...Η επαναστατική εξουσία προσωποποιείται εις την φυσιογνωμία του Πρωθυπουργού Γ. Παπαδοπούλου, ο οποίος απέδειξε ότι είναι ο ικανότερος και ευφυέστερος ηγέτης της νέας Ελλάδος... Δεν είναι ούτε κοσμικός, ούτε αρέσκεται στα ρητορικά σχήματα. Είναι ψυχρός εκτιμητής της καταστάσεως, με υψηλή μόρφωσι, ικανότατος στον καθορισμό των ορθών πολιτικών κινήσεων και έχει πλήρη συνείδησι της σοβαρότητος της αποστολής του...».Ο Στυλιανός Παττακός γράφει: «....Ευφυέστατος, ...εύστροφος, ευέλικτος, βραδύς εις την μελέτην του προβλήματος, ταχύς εις την λύσιν του προβλήματος, τολμηρός εις την λήψιν της αποφάσεως...Γενναίος. Συναισθηματικός εις το έπακρον... Εύθικτος. Εντιμότατος... Φιλόστοργος πρός πάντα άνθρωπον, ακριβοδίκαιος. Η ψυχραιμία του καταπληκτική.. Η ευγένεια, η πραότης, η επιείκια, η ψυχραιμία του Γεωργίου Παπαδοπούλου θα μου μείνη αλησμόνητη...». Ο διπλωμάτης και πρωθυπουργός το 1963, Παναγιώτης Πιπινέλης δήλωσε: «...Έχω ζήσει αλλά και μετάσχει στα πολιτικά δρώμενα της Ελλάδος ως διπλωμάτης, Πρέσβης ή Υπουργός, υπό τους Βασιλέα Κωνσταντίνο, Ελευθέριο Βενιζέλο, Παναγιώτη Τσαλδάρη, Iωάννη Μεταξά, Αλέξανδρο Παπάγο, Κωνσταντίνο Καραμανλή κλπ. Τέτοια οξύνεια και πολιτική σκέψι ωσάν αυτήν του Γεωργίου Παπαδοπούλου, δεν αντίκρυσα ουδέποτε σε κανέναν τους! Πρόκειται περί μιας ιδιοφυΐας!...». Ο συμμαθητής του, Νικόλαος Γκαντώνας ἔγραψε: «...Ἀρχηγός τῆς τάξεώς μας στήν Σχολή Εὐελπίδων καί πρωτεύσας παντοῦ, διεκρίνετο διά τήν ἰδιαιτέραν εὐφυΐαν του...». Ο επίσης συμμαθητής του, Ιωάννης Λαδάς δήλωσε: «...Ὑπῆρξε μία ἰδιοφυΐα! Καί εἰς τήν Σχολήν τῶν Εὐελπίδων πού ἦταν Ἀρχηγός...». Ο μικρότερος κατά μία τάξη Στέφανος Καραμπέρης αναφέρει: «...Πρῶτος κατά τήν διάρκειαν τῆς φοιτήσεώς του εἰς τήν Σ. Σ. Εὐελπίδων, ἦτο γνωστός τουλάχιστον εἰς τούς ἀποφοιτήσαντας Ἀξιωματικούς τῆς Τάξεώς του καί τούς ἀντιστοίχους τῶν δύο μεγαλυτέρων καί τῶν δύο μικροτέρων τῆς ἰδικῆς του..». Επίσης ο συμμαθητής του Γρηγόριος Μπονάνος, τονίζοντας την ευφυΐα και ακτινοβολία του, γράφει: «...Ἄλλωστε, ἦτο καί ἀρχηγός τῆς τάξεώς μας, ἀκριβῶς διότι διέθετε ὅλα αὐτά τά προσόντα...».
Ο συγγραφέας και διανοούμενος Γεώργιος Γεωργαλάς συμπληρώνει ότι διέθετε: «...μεγάλην ζωτικότητα σπανίαν τακτικήν ικανότητα καί φαντασίαν, τεραστίαν εργατικότητα ισχυρόν προσωπικότητα υπομονήν καί ρεαλισμόν... Ο Αρχηγός της Επαναστάσεως διέθετε πολιτική σκέψι καί θαυμαστή ικανότητα χειρισμών...» [157]. Παράλληλα καταλογίζει στον Παπαδόπουλο τη μη διεξαγωγή δημοψηφισμάτων και εκλογών. «Του 'λεγα: Κάνε εκλογές! Δημοψηφίσματα. Ρώτα τους: πού θα βάλουμε τη βρύση, δεξιά ή αριστερά; Ο κόσμος πρέπει να ψηφίζει. Δεν μπορούμε να καταργήσουμε την πολιτική. ...{...}... Απλώς έπρεπε να χειριστεί σωστά τα πράγματα ο Παπαδόπουλος...». Ο Γεωργαλάς τον κατηγορεί επίσης πως «...Δεν ήθελε αλλαγή της καταστάσεως, ήθελε να μπει ο ίδιος στο κατεστημένο. Απευθύνθηκε στις ίδιες πηγές εξουσίας ...[...]... Έπρεπε, όμως να κάνουμε καινούριο κατεστημένο. Ο Ανδρέας ορθώς συνέλαβε το θέμα κι έφτιαξε τον Κοσκωτά. Απλώς απευθύνθηκε σε λάθος πρόσωπο και ήταν και ο ίδιος διεφθαρμένος...». Για τα γεγονότα του Πολυτεχνείου πιστεύει ότι, «..Δεν ήταν προβοκάτσια. Ήταν αυθόρμητο. Ο Παπαδόπουλος....{...}... θα μπορούσε να κόψει το ρεύμα και να τους αφήσει να βγουν μόνοι τους έξω. Χωρίς συλλήψεις. Πίστεψε, όμως πως θα μπορούσε να το χρησιμοποιήσει γιο να ματαιώσει τις εκλογές ...{...]... Και ταυτόχρονα με τη βίαιη καταστολή, ...{...}... να καθησυχάσει και τους στρατιωτικούς που τότε τον αμφισβητούσαν ...{...}... Φυσικό, δεν του βγήκε».
Ο ποινικολόγος Παύλος Μανωλόπουλος, που διατέλεσε Νομάρχης Αιτωλοακαρνανίας και Υπουργός Εργασίας στη διάρκεια του καθεστώτος, αναφέρει: «...Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος ήταν μία μεγάλη ηγετική προσωπικότητα. Διέθετε σπάνια ευψυχία και υψηλό δείκτη νοημοσύνης. Ήταν βαθύτατα Ελληνόψυχος. Απέφευγε τις ακραίες λύσεις, ήταν άνθρωπος τού μέτρου», ενώ ο δημοσιογράφος και κορυφαίος οικονομολόγος Γεώργιος Κάρτερ επισημαίνει: «....Διέθετε επίσης αστείρευτα αποθέματα Ανθρωπισμού και Φιλαλληλίας, τα οποία και επέδειξε εμπράκτως σε πολλές περιπτώσεις επιφανών αντιπάλων της Επαναστάσεως. (Θεοδωράκης, Οπρόπουλος, Μαγκάκης κλπ.)...».
Το ΚΚΕ για την 21η Απριλίου 1967
Τον Μάρτιο του 2017 σε ανακοίνωση [158] της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε., που δημοσιεύθηκε στην κομματική εφημερίδα «Ριζοσπάστης», δημοσιοποίησε τις θέσεις της για την περίοδο του καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967 και τον Γεώργιο Παπαδόπουλο. Από την ανακοίνωση προκύπτει ότι το Κ.Κ.Ε. έχει αναθεωρήσει τις θέσεις του, προχώρησε σε μια διαφορετική προσέγγιση της περιόδου, καθώς υποστηρίζει ότι ο Παπαδόπουλος δεν είχε σκοπό να παραμείνει ισοβίως στην εξουσία, αλλά ως ότου διαμορφωθεί ένα νέο πολιτικό σκηνικό με σαφή αντικομουνιστικά χαρακτηριστικά και «αναμορφωμένα αστικά κόμματα», προκειμένου να παραδώσει στη συνέχεια την εξουσία. Στην ανακοίνωση σημειώνεται ότι το καθεστώς της 21ης Απριλίου «…..επιδίωξε επιλεκτικά να προσεταιριστεί τμήματα της εργατικής τάξης με ορισμένα στεγαστικά προγράμματα, καθώς και λαϊκών στρωμάτων, όπως της αγροτιάς, με την παραγραφή χρεών της. ...{...}... Με βάση τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος, το 1971 οι μισθοί και τα μεροκάματα αποτελούσαν το 40,5% του ιδιωτικού εγχώριου εισοδήματος, έναντι του 34,5% που ήταν το 1961. Την ίδια περίοδο, τα κέρδη αυξήθηκαν κατά 186%.».Η ανακοίνωση του Κ.Κ.Ε. αποδέχεται ότι «….το καθεστώς επιδίωξε ομαλές σχέσεις με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, …» όμως «….έκανε και …. επιλογές που διαφοροποιούνταν από την πολιτική των ΗΠΑ….» και «…συνέχισε τη γραμμή ….. ως προς τη μη αναγνώριση του κράτους του Ισραήλ. Κατά τον αραβοϊσραηλινό πόλεμο του 1967 είχε δεχτεί να χρησιμοποιηθούν από τις Η.Π.Α. οι βάσεις τους στην Ελλάδα κατά τον Αραβοϊσραηλινό πόλεμο του 1973, επισήμως τουλάχιστον, τις αρνήθηκε…». Παράλληλα, το Κ.Κ.Ε. στην ανακοίνωση του προσπαθεί να δικαιολογήσει τη στάση της Σοβιετικής Ενώσεως καθώς και των άλλων «σοσιαλιστικών» χωρών που δεν προχώρησαν στη διακοπή των διπλωματικών σχέσεων με την κυβέρνηση της 21ης Απριλίου, σημειώνοντας ότι η Μόσχα καθόρισε τη θέση της με βάση την αρχή «…..διατήρησης σχέσεων με όλα τα καπιταλιστικά κράτη, ανεξάρτητα από την εσωτερική πολιτική κατάσταση». Για την «αντιστασιακή» δράση παραδέχεται ότι ο λαός δεν αντιστάθηκε και σε γενικές γραμμές κράτησε παθητική στάση απέναντι στο καθεστώς, ενώ η όποια «αντίσταση» ήταν «πολύμορφη».
Βιβλιογραφία
- «Συνταγματάρχης αντί Λοχία», το 2014, Άγγελος Παπαθάνου, Εκδόσεις «Πελασγός» Ιωάννης Γιαννάκενας.
- «Γεώργιος Παπαδόπουλος και Κυπριακό», το 2015, Μάνος Χατζηδάκης, Εκδόσεις «Πελασγός» Ιωάννης Γιαννάκενας.
- «Φάκελλος 21η Απριλίου. Αποκαλυπτικές αλήθειες για το στρατιωτικό καθεστώς», το 2016, Μάνος Χατζηδάκης, Εκδόσεις «Πελασγός» Ιωάννης Γιαννάκενας.
Παραπομπές
Δεν αποδέχομαι την θέσιν του κατηγορουμένου και εν συνεπεία προς αυτό το οποίον έταξα εις τον εαυτόν μου, αφού εξετέθην από απεινή διωγμόν με βάσιν νομοθέτημα αναδρομικής ισχύος, δεν θα έπρεπε να απολογηθώ.
Επειδή όμως το αντικείμενον της παρούσης δίκης είναι η έρευνα των συνθηκών της απωλείας ζωής συνανθρώπων μας και του τραυματισμού συνανθρώπων μας, είμαι υποχρεωμένος σήμερα να αναφερθώ προς το δικαστήριόν σας, όχι επί τω σκοπώ να αποσείσω την αποδιδομένην κατηγορίαν, αλλά επί τω σκοπώ να θέσω εις την διάθεσίν σας ορισμένας σκέψεις μου οι οποίες ενδεχομένως θα σας βοηθήσουν εις το να αχθήτε εις δικαιωτέραν κατά την άποψίν μου κρίσιν.Θα αρχίσω την αναφοράν μου αντικρύζοντας δεδομένα τινά εις το κυριαρχήσαν κατά τας ημέρας των γεγονότων σύνθημα: ψωμί, παιδεία, ελευθερία, και θα τελειώσω με την αναφορά επίσης εις ένα άλλο σύνθημα της συγκεντρώσεως, το οποίον έχει άμεσον σχέσιν με το άτομόν μου, δηλαδή, με το σύνθημα θάνατος εις τον Παπαδόπουλο. .
Κύριοι Δικασταί μην ανησυχήσετε, δεν πρόκειται να θίξω ουδέναν, δεν πρόκειται να αναφερθώ ευθέως ως αντιμετωπίζων θέσεις μου ως πολιτικάς θέσεις ή άλλας πολιτικάς θέσεις, δεν πρόκειται πολύ περισσότερον να προσθέσω προβλήματα εις τα τόσα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι υπευθύνως διαχειριζόμενοι τας τύχας της χώρας μας σήμερον. Επομένως βέβαιοι όντες, ότι δεν θα πράξω τούτο, σας καλώ να μην ανησυχήσετε εξʼ υπʼ αρχής.
Δεν ξέρω τι άλλο κακόν ή καλόν έπραξεν η Επανάστασις κατά την διαδρομήν της από την ζωήν της χώρας, είμαι υποχρεωμένος όμως σήμερον να αναφέρω ενώπιόν σας δείγματα τινά της προσπαθείας την οποίαν αναλάβομεν εν συνειδήσει ότι προσφέραμε κάποιας μορφής έργον εις τον τόπον.
Ως προς το ψωμί, την οικονομίαν, παραλάβαμεν το εθνικόν εισόδημα εις τα 565 δολλάρια, και παραδώσαμε την διαχείρισιν της εξουσίας όταν ανετράπημεν εις 1.100. Παραλάβαμεν τον προϋπολογισμόν της χώρας εις το ύψος των 29 δισεκατομμυρίων και παραδώσαμεν την αρχήν, με τον προϋπολογισμόν της χώρας εις 109 δισεκατομμύρια. Παραλάβαμεν το συναλλαγματικόν απόθεμα της χώρας εις τα 200 εκατομμύρια δολλάρια και το παραδώσαμεν εις τον ένα δισεκατομμύριον πεντήκοντα εκατομμύρια δολλάρια. .
Θα είχα την δυνατότητα να δώσω και άλλα τινά στοιχεία εις ό,τι αφορά την οικονομικήν ανάπτυξιν την οποίαν επέτυχεν η "επάρατος τυραννία με την αλλοπρόσαλον πολιτικήν εις τον οικονομικόν τομέα, την οποίαν ηκολούθησεν", κατά τους χαρακτηρισμούς οι οποίοι δίδονται σήμερον εις ότι αφορά την προσπάθειάν μας. Δεν το πράττω, διότι δεν νομίζω ότι χρειάζεται διά τον Ελληνικόν λαόν και υμάς, διότι το γνωρίζετε, δεν το πράττω ακόμη διά να μην θεωρηθή ότι εκμεταλλεύομαι μετά δεκαέξ μήνας σιωπής το βήμα τούτο ίνα πολιτικολογήσω, αναφερόμενος προς το σεβαστόν δικαστήριόν σας.
Παιδεία! Δύο δισεκατομμύρια τετρακόσια εκατομμύρια ήσαν αι δαπάναι του προϋπολογισμού υπέρ της παιδείας όταν αναλάβομεν την αρχήν. Και παραδώσαμεν κονδύλιον εγγεγραμμένον εις τον προϋπολογισμόν ύψους 15 δισεκατομμυρίων. Εξακόσιες είκοσι επτά ήσαν αι θέσεις των λειτουργών της ανωτάτης παιδείας, διότι δεν θα αναφερθώ εις την γενικήν, και ανεπτύξαμεν τας καθηγητικάς έδρας εις τον αριθμόν των εννεακοσίων εβδομήκοντα περίπου. Δύο χιλιάδες εξακόσιοι ήσαν οι προβλεπόμενοι βοηθοί Καθηγητών, ως βοηθητικόν εκπαιδευτικόν προσωπικόν εις τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας, και όταν παραδώσαμεν την αρχήν αι νομοθετημέναι θέσεις ανήρχοντο εις έξι χιλιάδας επτακοσίας, εάν δεν με απατά η μνήμη, εξ αυτών δε είχε κατορθωθεί να συμπληρωθούν περί τας τέσσερεις χιλιάδας οκτακοσίας. Εδιπλασιάσαμε τας δυναμένας να προσφερθώσι υπηρεσίας εκ μέρους των φοιτητικών λεσχών, εβελτιώσαμε το φοιτητικόν συσσίτιον. Εχορηγήσαμεν τα φοιτητικά δάνεια. Εχορηγήσαμε δωρεάν τα συγγράματα προς τους φοιτητάς. Εν πάση δε περιπτώσει ολοκληρώσαμε την έννοιαν εις την πραγματικήν μορφήν της δωρεάν παιδείας εις τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Ταύτα μόνον εν αντιπαραθέσει προς το τμήμα του συνθήματος παιδεία.
Και έρχομαι εις το τμήμα το αναφερόμενον, εις το τμήμα Ελευθερία. Βεβαίως κύριοι δικασταί επρόκειτο κατά την πολιτολογίαν περί δικτατορικού καθεστώτος. Είχαν ανασταλεί αι πολιτικαί ελευθερίαι του Ελληνικού Λαού. Κατά συνείδησιν δεν υπήρξα ουδ' επί στιγμήν κατά την διαδρομήν της μέχρι αυτής της στιγμής ζωής μου κατά τας αντιλήψεις μου τύραννος ή τυραννικός. Ουδέποτε επίστεψα ως πολίτευμα την τυραννίαν. Εάν θέλετε δε εις την ενάσκησιν των καθηκόντων μου, ασκών την εξουσίαν, ουδεμίαν στιγμήν επολιτεύθην εις τον χώρον που εκινούμην με διαδικασίες άλλες από τις διαδικασίες του διαλόγου της Δημοκρατίας.
Αποκλειστικός σκοπός μου υπήρξε η ταχυτέρα επαναφορά της εξουσίας εις χείρας του κυριάρχου λαού. Δεν με εβοήθησε ουδείς, διότι ουδείς επίστευεν μόνον ως σκοπόν την αποκατάστασιν της Δημοκρατίας. Ομίλουν περί Δημοκρατίας, αλλά εις την ουσίαν επεθύμουν την Δημοκρατίαν η οποία θα ήρχετο ως τιμητής μίας παρενθέσεως παρεισάκτων εις τον πολιτικόν βίον, οι οποίοι είχαν την ατυχίαν να επιτύχουν εις την προσφορά υπηρεσιών προς την χώραν. Και εν τούτω τω λόγω ουδείς εβοήθησεν διά την ταχείαν αποκατάστασιν της Δημοκρατίας.
Παρά ταύτα εις κάποιο σημείον απεφασίσθη η κίνησις προς την ομαλοποίησιν. Συνετάχθη ένα Σύνταγμα και επεκυρώθη δι' ενός δημοψηφίσματος το οποίον εύχομαι να είναι το προτελευταίον εις την χώραν ταύτην από την σειράν όλων των ψηφοφοριών που εχαρακτηρίσθη ως νόθον. Λέγω δε το προτελευταίον διότι και η εγκυρότης ως προς την έκφρασιν της συνεπείας του αποτελέσματος προς την πραγματικότητα έχει αρχίσει να διαμφισβητείται και δια το περυσινόν Δημοψήφισμα. Εν πάσει περιπτώσει με βάσιν εκείνο το Σύνταγμα εκινούμεθα προς ομαλοποίησιν.
Ποίο ήτο το Σύνταγμα εκείνο; Με το αδελφόν του, του 1968, ήτο το Σύνταγμα το οποίον πρώτο προέβλεπε προστασία και των κοινωνικών δικαιωμάτων του ατόμου. Ήταν το Σύνταγμα εκείνο το οποίον προέβλεπε και επέβαλε την λειτουργίαν της Δημοκρατίας μέσω πράγματι οργανωμένων κατά δημοκρατικόν τρόπον, κομμάτων. Ήτο το Σύνταγμα εκείνον το οποίον προέβλεπε την χρηματοδότησιν των εκλογικών αγώνων των κομμάτων από το κράτος ίνα επιβληθή κάποτε, επί τέλους εις τον τόπον αυτόν η πραγματική Δημοκρατία. Η Δημοκρατία η οποία θα έχει τους ασκούντας την πολτικήν εξουσίαν, αδεσμεύτους από το κεφάλαιον το οποίον χρηματοδοτεί εκάστοτε τους εκλογικούς αγώνας των. Ήτο το Σύνταγμα εκείνο το οποίον προέβλεπε υπερτροφικάς λειτουργίας και εξουσίας εις τον προβλεπόμενον Ανώτατον Άρχοντα, Πρόεδρον της Δημοκρατίας. Διερωτήθη όμως κανείς διατί ετέθηκαν αυταί αι υπερτροφικαί εξουσίαι εις χείρας του Ανωτάτου Άρχοντος; Διερωτήθη κανείς πως θα έπρεπε να περάσωμεν το φράγμα, από την Δικτατορίαν εις την ομαλότητα;
Διερωτήθη κανείς ποίαι ήσαν αι διαδικασίαι αι οποίαι απητούντο διά να επανέλθουν οι Στρατιώται και τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων εις τον Στρατώνα από την ανάμιξιν εις οίαν έκτασιν την είχον κατ' εκείνην την περίοδον; Διερωτήθη κανείς ποίον πρόβλημα ευθύνης τεράστιον αντιμετώπιζεν ο υποφαινόμενος; Προσέτρεξε κανείς εις τον να τον ακούση και να του προσφέρη την συμβουλήν του διά να επανέλθη επί τέλους εις τον τόπον αυτόν η Δημοκρατία;
Καλώ κύριοι, από αυτής της θέσεως, αυτήν την στιγμήν παρακαλώντας, τον προτελευταίον πρωθυπουργόν μου κ. Μαρκεζίνην, να ανακοινώση εις τον Τύπον, την συμφωνίαν εις την οποίαν είχομεν προέλθη, επί της Αναθεωρήσεως του Συντάγματος και την οποίαν με τας δεσμεύσεις που είχαμε αποδεχθεί πρέπει να είχε κοινοποιήση εις τους πολιτικούς Αρχηγούς οι οποίοι τότε διερωτώντο, εάν θα έπρεπε να βοηθήσουν εις την ομαλοποίησιν συνεργαζόμενοι εις τας προκηρυχθησομένας εκλογάς.
Είμαι βέβαιος ότι το περίγραμμα τουλάχιστον μαζί με την διαβεβαίωσίν του ότι επρόκειτο να αναθεωρηθούν από την Βουλήν η οποία επρόκειτο να εκλεγή και η οποία θα ήτο Αναθεωρητική, αι διατάξεις με τας υπερτροφικάς υπερεξουσίας του Προέδρου, είχε τεθεί υπ' όψιν των πολιτικών Αρχηγών, θα έπρεπε να έχουν λόγον να αντιδρούν εις την προσπάθειαν η οποία είχε αναληφθεί.
Εν πάσει περιπτώσει και εις αυτό απέτυχα. Και φοβάμαι, παρ ότι εύχομαι να μην επιβεβαιωθή, ότι η αποτυχία μου εκείνη εκόστισε και δεν θα θελήσω να κάνω τον προφήτη, προφητεύοντας ότι θα κοστίση και μελλοντικώς εις τον τόπον αυτόν.
Προς τους φοιτητάς προσέφερα, εις τον τομέα Ελευθερία αναφέρομαι, να έχουν την ευκαιρίαν να είναι οι πρώτοι οι οποίοι θα εκφράσουν την ελευθέρα βούλησίν τους κατά τας φοιτητικάς εκλογάς ανακοινώσας αποδοχήν κανονικών ελευθέρων αρχαιρεσιών εις τους φοιτητικούς συλλόγους. Παρά ταύτα εφθάσαμε εις τα θλιβερά γεγονότα της περιόδου εκείνης κάτω από το σύνθημα, ψωμί, παιδεία, ελευθερία. Ποία πρέπει να θεωρηθή κύριοι Δικασταί η μορφή των εκδηλώσεων εκείνων; Είναι αγνή, είναι άδολη, είναι άμετρη εις τας τάσεις για να μην πω εις την λατρείαν την οποίαν έχουν οι νέοι προς την ελευθερίαν. Γι αυτό και παντού ανά την γήν χρησιμοποιούνται ως η ζύμη επάνω εις την οποία πλάθονται όλαι αι εξεγέρσεις, τη χρησιμοποιήσει αυτής της τάσεως των νέων από την αγάπην τους προς την ελευθερίαν.
Με αίτιον δήθεν, την αναβολήν των φοιτητικών εκλογών, παγιδεύεται μία μάζα νέων φοιτητών εις το Πολυτεχνείο κατά την 14ην του μηνός. Δεν ανησυχώ, διότι δεν πιστεύω ότι τα αστικά μεν κόμματα χωρίς καμμίαν υποδομήν οργανώσεως είναι δυνατόν να εξωθήσουν την αθώαν αυτήν συγκέντρωσιν εις επανάστασιν, γνωρίζω δε ότι αι Μαρξιστικαί αναρχικαί οργανώσεις και πολυπληθείς κατά τα μέλη των δεν είναι, αλλά και δεν συνηθίζουν να άγονται εις αγώνας εξεγέρσεως εάν δεν εξασφαλίσουν την μετωπικήν εκδήλωσιν μετά των λοιπών κοινωνικών ομάδων άλλου προσανατολισμού από τους ιδικούς των προσανατολισμούς.
Σφάλων εις την εκτίμησίν μου κατά την Πέμπτην, διότι οι τότε εις την "αντίστασιν" κατά της Επαναστάσεως, αναπτύσσοντες την δραστηριότητά τους πολιτικοί, αποπειρώνται την εκμετάλλευσιν αυτής της εκδηλώσεως των φοιτητών, κινητοποιούν μάζας και αρχίζουν να δημιουργούν το περιβάλλον. Δημιουργούνται αι συνθήκαι διά τους αναρχικούς, αι συνθήκαι εκμεταλλεύσεως της συγκεντρώσεως. Και βεβαίως δεν την χάνουν. Προστρέχουν, προσφέρουν τας υπηρεσίας των, προσφέρουν την οργανωμένην δύναμίν των από του ραδιοφωνικού σταθμού και τας υπηρεσίας κατευθύνσεως της συγκεντρώσεως και αναπτύσσουν από της Παρασκευής το πρωί σε έναν αγώνα διελκυστίνδος μεταξύ των αθώων φοιτητών και αυτών, τον αγώνα τους διά την εξασφάλισιν της κυριαρχίας επί της συγκεντρώσεως. Και φθάνωμεν την Παρασκευήν το μεσημέρι με την περίφημον Συντονιστικήν Επιτροπήν, την αθώα ως ενεφανίσθη ενώπιόν σας, κατευθύνουσα με μάζα τους εγκλείστους και με στρατιάν τους περί το Πολυτεχνείον, εις την εκδήλωσιν της αναρχίας.
Θα με ερωτήσετε κύριοι Δικασταί: Είναι πράγματι αναρχική η τάσις η οποία έχει αναπτυχθεί πλέον την Παρασκευήν το μεσημέρι εις την συγκέντρωσιν αυτήν; Δεν θα αναφερθώ εις τα όσα και εις την αίθουσαν αυτήν ελέχθησαν από τινάς των μαρτύρων όσον αφορά την μετακίνησιν από τα συνθήματα των φοιτητών και τα συνθήματα μίας εκδηλώσεως ομάδος ατόμων αγωνιζομένων διά τας ελευθερίας των, προς τα συνθήματα τα αναρχικά. Θα αναφερθώ μόνον εις ένα σημείον.
Θα σας προκαλέσω κύριοι Δικασταί, αποσυρόμενοι εις την διάσκεψιν διά να κρίνετε επί της υποθέσεως, να αναζητήσετε τα πρακτικά και από τους παρελάσαντας ως μάρτυρες εις την δίκην αυτήν μέλη της Συντονιστικής Επιτροπής, να αναζητήσετε την ηλικίαν των. Τι θα είδητε εκτιμώντας το στοιχείον αυτόν; Θα είδητε ότι τα 4/5 αν όχι τα 9/10 αυτών εδήλωσαν από της θέσεως αυτής ηλικίαν 32 έως προς τα κάτω 30 ετών, πράγμα που σημαίνει ότι την περίοδον εκείνην ήσαν 28 - 30 ετών. Και είναι γνωστόν τοις πάσι, εις όλον τον κόσμον κύριοι Δικασταί, ότι αυτής της ηλικίας είναι μόνον τα επαγγελματικά συνδικαλιστικά στελέχη των αναρχικών οργανώσεων. Παραμένουν οφείλοντα έστω και ένα μάθημα πριν πάρουν το Πτυχίον, έως ότου προπαρασκευάσουν από πίσω τους τα ερχόμενα νέα στελέχη διά να τους διαδεχθούν εις την καθοδήγησιν του συνδικαλιστικού κινήματος εντός της νεολαίας. Και μόνον το στοιχείον αυτό δι' εμέ αρκεί και δεν θα σας κουράσω αναφερόμενος και εις άλλα στοιχεία.
Και ελέχθη, ότι η εκδήλωσις εκείνη ήταν διαδήλωσις αθώων διαδηλωτών, διαδηλούντων την επιθυμίαν τους προς ανατροπήν της τυραννίας. Εάν ήτο αθώα και αν ήταν ειρηνική η εδήλωσις έχω την εντύπωσιν ότι έχετε αρκετά στοιχεία μέσω των οποίων μπορείτε να οδηγηθείτε εις ασφαλές συμπέρασμα. Σας παρακαλώ όμως, ξαναδιαβάστε πριν κρίνετε, άλλη μια φορά τα απομαγνητοφωνημένα κείμενα των μαγνητοταινιών της Αμέσου Δράσεως. Άοπλος ελέγετο από τους μάρτυρας ο όχλος. Ενδεχομένως παρεδέχοντο τινές να εκράτουν ράβδους ή τούβλα.
Μήπως όμως κανείς από μας κύριοι Δικασταί έχει ξεχάσει ότι ο Λεμπόν καθομολογεί εις το σύγραμμα του περί όχλου, ότι δεν υπάρχει φοβερότερον όπλον από τον όχλον εις τας χείρας ικανού οχλοκράτους, ο οποίος αγώμενος καταλλήλως είναι ικανός να ανατρέψη και το ισχυρότερον φρούριον; Ποίαν βάσιν επομένως πρέπει να δώσωμεν εις την ενώπιόν σας εκτεθείσαν μορφήν της συγκεντρώσεως ως ειρηνικής διαδηλώσεως; Προ της τοιαύτης καταστάσεως, κύριοι Δικασταί, δι' εμέ ασκούντα την εξουσίαν νομίμως ή παρανόμως, αν θέλετε, ετέθη το ερώτημα τι πρέπει να πράξω. Και εκείνο που δεν μου επετρέπετο, διότι ουδέποτε το εσκέφθην κατά την διάρκειαν της ζωής μου, ήτο να φυγομαχήσω και να αφήσω έκθετον τον λαόν των Αθηνών εις τους στασιάσαντας ελαχίστους οχλοκράτας.
Έπρεπε να εξασφαλίσω υπέρ των πολλών το έννομον αγαθόν της δημοσίας τάξεως και δημοσίας ασφαλείας. Έπρεπε να προστατεύσω την ζωήν και τας περιουσίας των πολιτών ανεξαρτήτως πολιτικών ευθυνών, ανεξαρτήτως του αν ήμουν νόμιμος ή παράνομος και ανεξαρτήτως αν ήσκουν νομίμως ή διά της βίας την εξουσίαν. Τούτο δε και έπραξα. Εγώ απεφάσισα την ενίσχυσιν των Αστυνομικών δυνάμεων διά τμημάτων του Στρατού: Όταν αι Αστυνομικαί δυνάμεις απώλεσαν την ικανότητα να επιβάλουν την τάξιν. Εγώ απεφάσισα την επέμβασιν διά την εκκένωσιν του Πολυτεχνείου και την εξαφάνισιν του πυρήνος της εστίας της όλης αναταραχής.
Δεν υπήρξα απάνθρωπος σε καμμία στιγμή της ζωής μου. Εσεβάστηκα πάντοτε την ανθρωπίνην ζωήν και την ανθρωπίνην αξιοπρέπειαν. Με αυτοθυσίαν θα προησπιζόμην την ζωήν του οιουδήποτε συνανθρώπου μου. Εκείνην όμως την στιγμήν είχα καθήκον, μιάς και καλώς ή κακώς ήσκον την εξουσίαν, να επιβάλω την τάξιν. Και η τάξις επιβάλλεται με νομίμως καθωριζομένας διαδικασίας. Ουδέν πέραν, ουδέν πλέον, αλλά και ουδέν έλαττον έπραξα των υπό του νόμου προβλεπομένων διαδικασιών. Και με την βοήθειαν του Θεού δια της ασκήσεως της ψυχολογικής πιέσεως εξεκενώθη το Πολυτεχνείον χωρίς θύματα.
Ευρέθην βάσιν των πληροφοριών από της επομένης προ καταστάσεως η οποία ενεφανίζετο ως απειλούσα σοβαρότερον την Δημοσίαν Τάξιν και Δημοσίαν Ασφάλειαν. Απεφάσισα την κήρυξιν του Στρατιωτικού Νόμου. Εγώ κύριοι Δικασταί απεφάσισα την κήρυξιν του Στρατιωτικού Νόμου. Εγώ διέταξα την χρησιμοποίησιν και των Στρατιωτικών Τμημάτων εφ' όσον απαιτείται προς βοήθειαν των Αστυνομικών διά την επιβολήν της Τάξεως και του Νόμου.
Και έρχομαι εις την μορφήν των γεγονότων τα οποία εξελίχθησαν με βάσιν την μορφήν της συγκεντρώσεως που περιέγραψα, και τας ενεργείας εις τας οποίας προέβην.
Αναζητείται εις την αίθουσαν αυτήν κύριοι Δικασταί κάποιον περίφημον σχέδιον. Το σχέδιον δια την "σφαγήν" του Πολυτεχνείου. Για όνομα του Θεού κύριοι Δικασταί. Δεν είναι λαός δολοφόνων ο Ελληνικός Λαός. Δεν στεγάζονται εις τας Ενόπλους Δυνάμεις και τα Σώματα Ασφαλείας δολοφόνοι. Δεν εκτρέφουν δολοφόνους. Θα έπρεπε είτε αυτοί να είναι δολοφόνοι διά να μπορέσω συνεργαζόμενος μαζί των εις όλους τους κόμβους της ιεραρχίας να εξυφάνω ένα σχέδιον σφαγής του Ελληνικού Λαού με βάσιν το Πολυτεχνείον, ή θα έπρεπε να έχω μαγικάς ικανότητας είτε να πρακτορεύσω τας ενεργείας των αναρχικών οργανώσεων και ρίπτοντάς τους εις εκδήλωσιν αναρχίας να προκαλέσω την σφαγήν, είτε να υποβάλω εις τα όργανα του Κράτους την δολοφονικήν προδιάθεσιν, εν αδυναμία των να αντιδράσουν εις την τοιαύτην σατανικήν διατειθεμένην υπ' εμού δύναμιν. Και αν εγώ εχαρακτηρίσθην και από πολλούς πιστεύομαι ως σατανάς, θα πρέπει να δεχθήτε κύριοι Δικασταί ότι αυτήν την δύναμιν δεν την διαθέτω.
Αλλά και αν δεχθήτε ότι την διαθέτω, θα πρέπει να δεχθήτε ότι ο ηθικός εξοπλισμός των Ελληνοπαίδων, αλλά και ο ηθικός εξοπλισμός των στελεχών των Σωμάτων Ασφαλείας και των Ενόπλων Δυνάμεων είναι τοιούτος, ώστε να μην είναι δυνατή η οποιαδήποτε σατανική δύναμις να τους μετατρέψη εις δολοφόνους. Ανεζητήθη από το Δικαστήριόν σας να διακριβωθή εάν εξεδώθησαν διαταγαί να εξοπλισθούν τα Στρατιωτικά Τμήματα με χειροβομβίδες. Προς θεού κύριοι Δικασταί, προς Θεού κύριοι Εισαγγελείς. Χειροβομβίδες προς τι; Να σκοτώσουμε τα Ελληνόπουλα; Είναι δυνατόν να το διανοηθή ως έχειν οιοσδήποτε άνθρωπος αναπτυχθείς εις την χώραν αυτήν οποιαδήποτε πόθησιν πάθους και μίσους και αν έχει και αν φέρει επάνω του; Προσωπικά το αρνούμαι. Ανεζητήθη εις την αίθουσαν αυτήν η διαβεβαίωσις ενδεχομένης πληροφορίας ότι από ελικοπτέρου εβάλετο το πλήθος. Ας μου επιτραπή ο χαρακτηρισμός. Είναι κωμική κύριοι μία τοιαύτη θέσις. Και εάν διετίθετο σπείρα δολοφόνων δια να δολοφονήση τον λαόν, δεν έχει ανάγκην των πυρών από του ελικοπτέρου.
Εζητήθη η επιβεβαίωσις εδώ της πιθανής χρησιμοποιήσεως από τα κοινά όπλα των Σωμάτων Ασφαλείας και των Ενόπλων Δυνάμεων σφαιρών "ντουμ-ντουμ". Και αφέθη ο υπαινιγμός από αξιότιμον υπερασπιστήν της Πολιτικής Αγωγής, ότι ενδεχομένως να είχαμε προμηθευτεί τέτοια βλήματα, να τα είχαμε μοιράσει εις τους κινηθέντας στρατιώτας ή αστυνομικούς, και δι' αυτών να τους είχαμε καλέσει να φονεύσουν αποτελεσματικότερα απ' ότι θα ηδύναντο με τα κοινά φυσίγγια τους Έλληνας. Δεν θα προσθέσω επί της θέσεως αυτής ουδέν πέραν.
Διερευνάται το ενδεχόμενον να διετάξαμεν την παραβίασιν της πύλης του Πολυτεχνείου με το άρμα, προκειμένου να συνθλίψωμεν τους όπισθεν αυτής ευρισκομένους φοιτητάς. Δεν γνωρίζω κύριοι εάν είναι δυνατόν μίαν τοιαύτην ενέργεια να την χωρέση διανόηση ανθρώπου. Η δική μου τουλάχιστον δεν είναι δυνατόν να την χωρέση.
Ελέχθη και ενεφανίσθη από αξιότιμους μάρτυρας παρελάσαντας από του βήματος τούτου, από τινάς τραυματισθέντας ότι εν ψυχρώ επυροβολήθησαν από αστυνομικά όργανα ή από άνδρας των Ενόπλων Δυνάμεων. Να θεωρήσωμεν κύριοι ότι όλοι ήσαν ψυχοπαθείς; Είναι πάρα πολύ παράτολομον. Και αν θέλη η αξιότιμος υπεράσπισις της Πολιτικής Αγωγής, ας δεχθή ότι είμαι μόνον εγώ ο ψυχοπαθής εις τον τόπον αυτόν.
Τα Ελληνόπουλα, και τα υπηρετούντα εις τα Σώματα Ασφαλείας, και τα υπηρετούντα εις τας Ενόπλους Δυνάμεις, δεν είναι δυνατόν κύριοι να χαρακτηρισθούν ως εν ψυχρώ δολοφονούντα Έλληνες πολίτες. Τίθεται εν τοιαύτη περιπτώσει, θα μου πείτε, το ερώτημα: Τι πρέπει να συμβαίνη εν τοιαύτη περιπτώσει κύριε κατηγορούμενε; Από του βήματος τούτου μάρτυρες κατέθεσαν περί του αντιθέτου.
Κύριοι Δικασταί, οι δίκες αυτές έχοντας σχέσιν με πολιτικάς συγκρούσεις, με πολιτικάς διαφοράς, με αναφοράν εις ένα κλίμα το οποίον δημιουργείται εκ πολιτικών ανταγωνισμών, δεν θα έπρεπε να γίνωνται. Θα ήταν προτιμώτερον η Πολιτεία να θεσμοθετήση κάποιες άλλες διατάξεις, οι ίδιες πολιτικές δυνάμεις να τιμωρούν χωρίς την παρέμβασιν της Δικαιοσύνης όσους εκ των πολιτικών των αντιπάλων εκτιμήσουν ότι θα πρέπη να εξοντώσουν. Διότι ούτω θα εσώζετο τουλάχιστον η ανθρωπίνη αξιοπρέπεια από τας επιδράσεις που υφίσταται εν όψει ενός φορτισμένου κλίματος να άγεται και να παρουσιάζη μαρτυρίας αι οποίαι δεν θα είπω ότι είναι ψευδείς, αλλά δεν περιλαμβάνουν ολόκληρον την αλήθειαν. Δεν είναι δυνατόν να δεχθούμε τα περιστατικά ως περιεγράφησαν από τους μάρτυρας κατηγορίας. Διότι αν τα δεχθούμε θα πρέπη παραλλήλως να δεχθούμε ότι όλοι οι άνδρες των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας είναι εκ προδιαθέσεως δολοφόνοι.
Σεις κύριοι Δικασταί ως ιερείς της Θέμιδος λέγεται ότι δεν μπορείτε να δικάσετε δίκην εάν δεν ακούσετε τον μύθον και των δύο πλευρών. Σας ερωτώ όμως. Έναντι των μαρτύρων τραυματιών, έναντι των μαρτύρων των αναφερομένων εις τα περιστατικά θανατώσεων, ακόμη και έναντι των μαρτύρων των αναφερομένων εις βαναυσοτήτας, που είναι η άλλη πλευρά; Ποία είναι η πραγματικότης; Υπήρξε διαδήλωσις; Υπήρξε πρόκλησις; Υπήρξε σύγκρουσις; Υπήρξε σύγχυσις εις τα όργανα των Ενόπλων Δυνάμεων και Σωμάτων Ασφαλείας, η οποία κακώς τα έφερε εις την ανάγκην να πυροβολήσουν; Αλλά κάτω από το κράτος κάποιων συνθηκών τας οποίας δεν ήλεγχον;
Εγώ προσωπικώς κύριοι Δικασταί αρνούμαι να αποδεχθώ την αλήθειαν των περιγραφέντων αδικημάτων περί των οποίων καλείσθε να κρίνετε.
Κύριοι Δικασταί δεν θα σας κουράσω αναφέροντας περισσοτέρας μου σκέψεις. Υπήρξα ο αρχηγός της Επαναστάσεως, είμαι ενώπιόν σας ο τύραννος. Επιτρέψατέ μου να απευθυνθώ τελευτών, με μίαν επίκλησιν προς τους κυρίους εισαγγελείς και τους αξιοτίμους υπερασπιστάς της πολιτικής αγωγής.
Ποιούμαι έκκλησιν κύριοι Εισαγγελείς και κύριοι υπερασπισταί της πολιτικής αγωγής. Έκκλησιν προς τα αισθήματα σεβασμού προς την ιστορίαν του λαού αυτού.
Μην ζητήσετε να αποδοθή κατηγορία οιασδήποτε μορφής εκ προθέσεως. Μην ανακόπτετε την ιστορίαν, την φύσιν, την αρετήν αυτού του ωραίου λαού, ο οποίος έζησεν επί της υδρογείου τρεις χιλιάδες χρόνια. Είμαι ενώπιόν σας.
Εάν εκτιμάτε ότι υπάρχει κάποια πρόθεσις δι' ό,τι διεπράχθη, αποδώσατέ την ολόκληρον εις εμέ. Ζητήσατε την ιδικήν μου καταδίκην εις θάνατον. Χαρακτηρίσατέ με ως τον ειδεχθέστερον των εγκληματιών. Μην σπιλώσετε όμως την ιστορίαν αυτών των ανθρώπων που σαν συγκατηγορούμενοί μου καλούνται σήμερον εντός της αιθούσης να δικασθούν. Έχουν μιαν ιστορίαν, ιστορίαν προσφοράς υπηρεσιών προς την πατρίδα μας. Είτε επί του πεδίου της τιμής, είτε επί του πεδίου της μάχης. Μην τους σπιλώσετε εις το τέρμα της ζωής τους.
Έχετε εμέ. Ζητήσατε την παράδοσιν εμού ως εξιλαστηρίου θύματος όλης αυτής της τραγικής ιστορίας. Άλλωστε διεφάνη ότι προτίθεσθε να υποστηρίξετε ότι υπήρξα παράνομος και έλαβα τα μέτρα έναντι νομίμως διεκδικούντων τας ελευθερίας των πολιτών. Ιδού το σχήμα. Εάν δεν σας φθάνουν αι προηγουμένως πραγματοποιηθείσαι ομολογίαι μου. Ζητήσατε την ιδικήν μου κεφαλήν επί πίνακι. Ζητήσατε όμως να μην αποδοθή εις τους συγκατηγορούμενούς μου πρόθεσις επί των εγκλημάτων τούτων.
Κύριοι Δικασταί. Η απόφασίς σας θα είναι ιστορικής σημασίας επί της δίκης αυτής. Είστε οι εκπρόσωποι της Δικαιοσύνης της χώρας. Δεν πρέπει να θέσετε την σφραγίδαν της ατιμώσεως επί της ζωής των ανθρώπων που κάθονται εις τα εδώλια. Στείλατε εμέ κύριοι Δικασταί εις το απόσπασμα. Στείλατέ με δια να ηρεμήση επιτέλους αυτή η χώρα. Ας μη σπείρωμεν άλλο μίσος, άλλο πάθος εις τον τόπον αυτόν. Φτάνει αυτό το οποίον έχει σπαρεί μέχρι της στιγμής. Το περισσότερον ίσως πνίξει τα παιδιά μας και θα είναι αργά όταν το καταλάβωμεν διά να το ξεριζώσουμε.
Σας βεβαιώ ότι θα μου προξενήσετε τιμήν και θα μου προσφέρετε υπηρεσίαν, εάν τουλάχιστον μου δώσετε την δυνατότητα να μπορώ να εμφανιστώ με μίαν παραδεκτήν από όλους υπηρεσίαν προς την Πατρίδα. Την υπηρεσίαν να κατασιγάσουν τα μίση, να κατασιγάσουν τα πάθη, να αποδοθούν άσπιλοι, αθώοι άνθρωποι, οι οποίοι ήχθησαν εις το εδώλιον του κατηγορουμένου, και ηρεμώντας αυτός ο τόπος, με αδελφωμένον περαιτέρω τον λαόν του να προχωρήση εις την αντιμετώπισιν των τόσων και τόσων αντιξοοτήτων που αντιμετωπίζει.
Είμαι ενώπιόν σας. Είμαι διατεθειμένος να συμβληθώ με το κεφάλι ψηλά εις το εκτελεστικόν απόσπασμα.
Ετελείωσα.»] Ολόκληρο το κείμενο της απολογίας του Γεωργίου Παπαδόπουλου για την υπόθεση του Πολυτεχνείου.
Πολιτικός δεσμώτης από εννέα και πλέον χρόνια, απέφυγα έως τώρα να ομιλήσω. Σήμερα όμως διακόπτω πλέον την σιωπήν μου διά τρεις λόγους: Πρώτα, διότι τα πράγματα της πατρίδος μας ποτέ δεν είχαν φθάσει εις τόσον κρίσιμον σημείον. Έπειτα δια να χαιρετήσω την κάθοδον εις τον πολιτικόν στίβον, ως κόμματος της "Εθνικής Πολιτικής Ενώσεως" (Ε.Π.ΕΝ.). Και τρίτον, δια να σου εκθέσω πως πιστεύω ότι ημπορεί να διασφαλισθή το μέλλον της Ελλάδος.
Εχειρίσθηκα την εξουσίαν επί εξήμισυ χρόνια και αποδέχομαι πλήρως την ευθύνην της Επαναστάσεως της 21ης Απριλίου, διότι υπήρξα αρχηγός της. Αναφέρομαι όμως εις αυτήν τώρα, όχι δια να αντικρούσω τας συκοφαντίας, που της εφόρτωσαν. Αυτό θα γίνη όταν ανακτήσω την ελευθερίαν, που μας την εστέρησαν αυθαιρέτως. Τώρα επαναλαμβάνω απλώς, με απόλυτον πεποίθησιν ότι, ασχέτως του τι "εψηφίσθη" κατόπιν, η Επανάστασις αποτελούσε ιστορικήν αναγκαιότητα. Η δημοκρατία είχεν αποπνιγεί τότε από τας αναθυμιάσεις ενός διεφθαρμένου κοινοβουλευτισμού, όπως ομολόγησαν οι ίδιοι οι εκπρόσωποί του. Όλοι οι πολιτικοί θεσμοί είχαν χρεωκοπήσει.
Απεβλέπαμεν εις μιαν νέαν δημοκρατίαν με αναμορφωμένην την πολιτική ζωήν και με αποδοτικόν κρατικόν μηχανισμόν. Σκοπός μας ήτο να παραδώσωμεν την εξουσίαν εις τον λαόν το ταχύτερον, με αδιαβλήτους εκλογάς, αφού κτίσωμεν ένα κράτος δίκαιον, ισχυρόν και ελεύθερον, που να εξασφαλίζη εις όλους τους πολίτας την ευημερίαν και να τους οπλίζη με αισιοδοξίαν δια το προσωπικόν τους μέλλον και δια το μέλλον του Έθνους. Εκάμαμεν ότι ήτο δυνατόν προς την κατεύθυνσιν αυτήν και όσα έγιναν, αποτελούν σταθμόν εις την ελληνικήν ιστορίαν.
Τότε επραγματοποιήθηκε η ανεπανάληπτη οικονομική ανάπτυξις, εξεπονήθη ένα Σύνταγμα δημοκρατικής πολιτείας, που εδιδάσκετο με συνέπειαν εις τα σχολεία και εδραστηριοποιήθη ο κρατικός μηχανισμός. Δεν εκυβερνήσαμεν ως κόμμα και δεν επιδιώξαμεν να οργανώσωμεν κομματικώς την νεολαία, διότι αυτό είναι γνήσιον χαρακτηριστικόν του ολοκληρωτισμού. Δεν έλειψαν βέβαια και τα σφάλματα. Πολύ περισσότερα, όμως, είναι τα επιτεύγματα μας και τα εχάρηκεν ο ελληνικός λαός, που όχι μόνον αποδέχθηκε με ανακούφισιν, εις την μεγάλην πλειοψηφίαν του την Επανάστασιν, αλλά και της συμπαραστάθηκε. Αντίστασις κατά του καθεστώτος δεν υπήρξεν αξία λόγου. Υπήρξεν απλώς αντιπολίτευσις, που δεν λείπει ποτέ.
Μόνιμη πρόθεσις μας ήτο το πέρασμα εις την ομαλότητα και θα επραγματοποιείτο και αυτό, αν δεν μας ανέκοπταν αι εσωτερικαί αντινομίαι του καθεστώτος, ο αρνητισμός του πολιτικού κόσμου και τα αφανή αλλά εκρηκτικά συμφέροντα. Όταν τελικώς εσχηματίσθηκε πολιτική κυβέρνησις, συνασπίσθηκαν όλοι δια να ματαιώσουν την ομαλή μετάβασιν της εξουσίας εις τον λαόν με τιμίας εκλογάς.
Από τον Οκτώβριον του 1974 είμεθα δεσμώται, οι συνεργάται μου και εγώ. Και παραμένομεν δεσμώται. Δεν μας έκλεισαν εις τας φυλακάς το Δίκαιον και ο Νόμος. Την ελευθερίαν μας την εστραγγάλισεν η ωμή σκοπιμότης, διά να ημπορούν να μας συκοφαντούν χωρίς αντίλογον και να παραπλανούν την κοινήν γνώμην χωρίς έλεγχον. Οι δεσμοφύλακες μας τρέμουν την ελευθέραν κρίσιν του λαού, που είναι ο υπέρτατος δικαστής.
Κατά το διάστημα αυτό, τα πράγματα της πατρίδος μας παρουσίασαν σταθερά χειροτέρευσιν, που τώρα πλέον έχει κορυφωθεί. Είμεθα διεθνώς απομονωμένοι και αγκαλιάζουμε υστερικά και με ιδιαιτέραν προτίμησιν, τάσεις και έθνη που τίποτε δεν ημπορούν να μας προσφέρουν. Η εδαφική μας ακεραιότητα δεν έχει καμμίαν ενθαρρυντικήν διασφάλισιν. Το αντιαμερικανικόν και αντιδυτικόν πνεύμα καλλιεργείται επίσημα, με μοιραίον αποτέλεσμα την αποθράσυνσιν των Τούρκων, διότι αυξάνει το ειδικόν βάρος των από την ιδικήν μας μωρίαν.
Ακόμη χειρότερα είναι η εσωτερική κατάστασις. Εις τον οικονομικόν τομέα η ύφεσις, ο πληθωρισμός, η ανεργία, η ακρίβεια, ο φορομπηχτισμός, έχουν γονατίσει τας μεγάλας λαϊκάς μάζας. Το κράτος ενώ διογκώνεται συνεχώς, παρέλυσε. Διότι οργιάζουν με τας αυθαιρεσίας των, με την χυδαιότητά των, με τα ρουσφέτια των, με την τεμπελιά των και με την ανικανότητα των οι κομματικοί τραμπούκοι, που παριστάνουν την "λαϊκή συμμετοχή στην εξουσία".
Η παιδεία και των τριών βαθμίδων έχει υποστεί χαώδη υποβάθμιση. Η εκκλησία δέχεται λυσσώδεις επιθέσεις από παντού. Θεμελιώδεις θεσμοί όπως η οικογένεια, έχουν αποσαθρωθεί. Η αξιοπρέπεια και ο αυτοσεβασμός εις την κοινωνική συμβίωσιν εξαφανίσθηκαν. Οι νέοι θύματα εγκληματικού αποπροσανατολισμού, χάνουν την πίστη των προς ζωτικά ιδανικά.
Από ιδεολογικήν άποψιν, η Ελλάς έχει παραδοθεί ανυπεράσπιστη εις το έλεος μιας μαρξιστικής εισβολής. Τα κρατικά μέσα ενημερώσεως, τα σχολεία, η πνευματική και καλλιτεχνική ζωή δεσπόζονται και αστυνομεύονται από τον άξεστον κομμουνισμόν, που παραποιεί ανενόχλητος την ιστορίαν, αποβλακώνει ψυχικώς την νεολαίαν, προσπαθεί να υποκαταστήση τον πατριωτισμόν με την δουλικήν αφοσίωσιν εις τας επιταγάς ξένων, και εκβιάζει όλους τους δειλούς και τους αδυνάτους. Η Πατρίς μας, εθνικώς απονευρωμένη, προπαρασκευάζεται διά να γίνη δούλη.
Είναι τεράστιαι αι ευθύναι της πολιτικής ηγεσίας διά το κατάντημα αυτό. Με την μεταπολίτευσιν απεκατεστάθη ρητορικώς η δημοκρατία, αλλά εφαλκιδεύθησαν πρακτικώς όλοι οι βασικοί θεσμοί της. Εκείνοι που διεχειρίσθησαν τα κοινά, εξήγγειλαν την λήθην, δεν ελησμόνησαν όμως την εκδίκησιν. Έτσι, εκαρπώθησαν την λήθην εγκληματίαι, που υψώθηκαν εις τιμητάς και εδιώχθησαν πατριώται, που εχαρακτηρίσθησαν εγκληματίαι. Ενώ ήτο αναγαία η εθνική ενότης, ετέθησαν αστόχως τα θεμέλια ενός ολέθριου διχασμού των εθνικών δυνάμεων, που δεν αμβλύνεται με την πάροδον του χρόνου.
Αι κυβερνήσεις της "Νέας Δημοκρατίας" με την κοινωνικήν και την εθνικήν τύφλωσίν των, εξήρθρωσαν την οικονομίαν, εξεχαρβάλωσαν την διοίκησιν, διέφθειραν τους χαρακτήρας, διέλυσαν την παιδείαν και κατέστρεψαν την κοινωνικήν γαλήνην. Μέτρα δήθεν προοδευτικά, που ωφείλοντο εις την αγωνιώδη προσπάθειαν των κυβερνώντων να λησμονηθή το αμαρτωλόν παρελθόν των, απεδείχθησαν ολέθρια δια την χώραν, διότι εχρησίμευσαν ώς "προηγούμενον" εις την ασύδοτον αριστεράν επιδρομήν μετά την 18.10.1981.
Μέσα εις αυτάς τας κρισίμους συνθήκας κατεβαίνει εις τον πολιτικόν στίβον ως κόμμα, η ΕΠΕΝ. Χαιρετίζω την εμφάνισίν της με συγκίνησιν και καλώ όλους όσους ανησυχούν εις τας γραμμάς της, ανεξαρτήτως των διαφορών του παρελθόντος. Η 21η Απριλίου εξεπλήρωσεν την αποστολήν της. Τώρα η ιστορία προσκαλεί την μεγάλην παράταξιν του εθνικού πατριωτισμού να συνασπισθή δημοκρατικώς, να γίνη μαχομένη πλειοψηφία, αφού επί τόσα χρόνια εκρατήθη σιωπηλή, υπό της "Νέας Δημοκρατίας" και να αποτρέψη την υποδούλωσιν της Ελλάδος εις το μαρξιστικόν πέλμα.
Το κλίμα που εκαλλιεργήθη και επικράτησε μετά την μεταπολίτευσιν, ήτο καταθλιπτικόν. Μέσα εις αυτό ο ελληνικός λαός δεν ημπορούσε να κρίνη ψύχραιμα τα προβλήματα που απασχολούσαν την χώραν και να απαντήση ανεπηρέαστα εις το πολιτειακόν ερώτημα που του ετέθη. Δι αυτό και επιβάλλεται η επανεξέτασις και αναθεώρησις και θεμελιωδών ακόμη συνταγματικών διατάξεων.
Η Ελλάς εξακολουθεί να φέρη στίγματα πολιτικής υπαναπτύξεως, τα οποία προ πολλού έχουν εξαφανιστεί εις όλας τας προηγμένας χώρας της Δύσεως. Το ισχύον Σύνταγμα δεν εφρόντισε να εξυγιανθή η πολιτική μας ζωή. Τα κόμματα λειτουργούν ως τσιφλίκια των αρχηγών τους. Εκλογικόν σύστημα μόνιμον, δεν υπάρχει, αλλά κάθε φορά προσαρμόζεται με κυνισμόν και χυδαιότητα εις τα μέτρα του κόμματος που ασκεί την εξουσίαν. Οι πόροι των κομμάτων, μυστηριώδεις κατά κανόνα, δεν υπόκεινται εις κανέναν έλεγχον. Και πάντοτε ακούονται οργισμένοι υπαινιγμοί δια οικονομικά σκάνδαλα και ατασθαλίας διαφόρων εκπροσώπων της νομοθετικής και της εκτελεστικής εξουσίας και διευθυντών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, διότι το διαβόητον "πόθεν έσχες" εφαρμόζεται κωμικώς.
Η εξωτερική μας πολιτική πρέπει να αποβλέπη κυρίως εις την κατοχύρωσιν της εδαφικής ακεραιότητος της χώρας από κάθε απειλή. Δι' αυτό είναι απαραίτητη η συνεργασία με την Δύσιν, η πίστις εις τας συμμαχίας μας και η διατήρησις φιλικών σχέσεων με όλους. Το πρόβλημα της Κύπρου, που αφέθηκε να χρονίση και να επιδεινωθή με την τουρκικήν αρπακτικότητα, πρέπει να λυθή σύμφωνα με τας αποφάσεις του ΟΗΕ. Και ο "Φάκελλός" του, που διατηρείται κλειστός, διότι οι ένοχοι φοβούνται την αλήθειαν, πρέπει να ανοιχθή. Το άνοιγμά του είναι εθνική ανάγκη.
Η Ελλάς αντιμετωπίζει τώρα οξύ πρόβλημα ηθικής και υλικής ανακάμψεως, έπειτα από ολόκληρη δεκαετία φθοράς των πάντων. Η παιδεία πρέπει να ανακτήση τα ιδανικά της και την ικανότητα να προετοιμάζη τους νέους διά την ομαλήν και δημιουργικήν ένταξιν εις μιαν υγιή κοινωνίαν. Η δημόσια διοίκησις, που παρέλυσε από την επιδρομήν των κομματικών πρακτόρων, είναι ανάγκη να καταστή εκ νέου αποτελεσματική και υπεύθυνος. Και είναι γενική η πεποίθησις ότι ο τύπος νοσεί και χρειάζεται εξυγίανσιν. Η οικονομική ανάκαμψις, αφ' ετέρου και η ανακούφισις του λαού από τις μάστιγες του πληθωρισμού και της ανεργίας, που αυτόν κυρίως πλήττουν, μόνον με την απελευθέρωσιν της ιδιωτικής πρωτοβουλίας ημπορεί να επιτευχθή. Η κοινωνική δικαιοσύνη δεν πραγματοπιείται με την γενικήν εκπτώχευσιν και την τερατώδη γιγαντοποίησιν του κομματικού κράτους.
Έχουν υποστεί πάρα πολλά τα τελευταία χρόνια αυτοί που διασφάλισαν την ελευθέραν ύπαρξιν της Ελλάδος. Δεν κατέχονται εν τούτοις από πνεύμα αντεκδικήσεως, μίσους ή εχθρότητας προς οποιονδήποτε. Εκείνο που πρυτανεύει εις την ψυχήν των, που πληρούται από την υπερηφάνειαν του εθνικού αγωνιστού, είναι η σωτηρία της Πατρίδος, που βλέπουν πόσον και διατί κινδυνεύει. Αυτών η συσπείρωσις και η δημιουργική συνεργασία χρειάζεται σήμερα εις τας τάξεις της ΕΠΕΝ.
Η λήθη του οδυνηρού παρελθόντος είναι αναμφισβήτητα απαραίτητη. Δεν ημπορεί όμως να έχη ως αποτέλεσμα την παραχάραξιν της ιστορικής αλήθειας, που επιχειρείται αναισχύντως, ούτε να χρησιμοποιείται ως δικαιολογία διά να μεταμφιεσθούν οι ένοχοι εις ασυδότους κριτάς και διά να προβάλωνται ως ηρωικοί άθλοι τα εγκλήματα που έχουν διαπράξει. Είμεθα υπεύθυνοι απέναντι των νέων, όχι μόνον διά το μέλλον των, που σήμερα διαγράφεται τόσο δύσκολον, αλλά και διά την εκ μέρους των αληθινήν γνώσιν και αντικειμενικήν εκτίμησιν του παρελθόντος.
Απευθύνομαι σήμερα προς όλους ανεξαιρέτως τους Έλληνας, που ανησυχούν διά τους συσσωρευμένους κινδύνους του Έθνους. Δεν κατέχομαι από προσωπικήν πικρίαν δι' όσα υπέστην μαζί με τους συνεργάτας μου. Εις την ψυχήν μου επικρατεί η άσβεστος πίστις διά την ανάγκην του αγώνος και η ακλόνητος βεβαιότης διά την επιτυχίαν του. Την πίστιν αυτήν και την αγωνιστικότητα δια το μέλλον της πατρίδος, χάριν της οποίας εριψοκινδύνευσα πάντα την ζωήν μου εις τα πεδία των μαχών, κανένα δεσμωτήριον και καμμία νομική επινόησις δεν θα ημπορέσουν να την δαμάσουν.
Έλληνες πολίται, Ενταχθείτε εις τας γραμμάς της ΕΠΕΝ, με ζήλον, με αποφασιστικότητα και με την εθνικήν έξαρσιν, που πάντοτε προκαλούν εις την ψυχήν της φυλής αι κρίσιμαι περιστάσεις. Ας πρυτανεύση και τώρα το δημιουργικόν πνεύμα της συνεργασίας και εν όψει του ιερού καθήκοντος, ας παραμερισθούν αι παραλυτικαί προσωπικαί φιλοδοξίαι. Η τελική νίκη θα είναι του Έθνους»] Το κείμενο του διαγγέλματος.
ΜΕΤΑΠΑΙΔΕΙΑ
Ο Εθνάρχης Παπαδόπουλος εκοιμήθη ως ως Μοναρχικός=Εθνικιστής η κατάργηση της Μοναρχίας ήταν το Μέγα Λάθος (στο οποίο έχει ευθύνη και ο Βασιλεύς ημών) που επέφερε το Τέλος της Επαναστάσεως.
ΑπάντησηΔιαγραφήΖήτω ο Βασιλεύς των Ελλήνων Κωνσταντίνος ΙΓ΄ Φωκάς Κομνηνός.
Ζήτω ο Παπαδόπουλος.
Θεός Πατρίς Βασιλεύς.