Κυριακή 5 Απριλίου 2020

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΒΕΖΑΝΗΣ : ΤΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΤΗΣ ΑΙΩΝΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΙΣΤΗΣ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΑ ΕΘΝΙΚΙΣΤΗ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ, ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΑ,ΠΟΛΙΤΕΙΟΛΟΓΟ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΛΟΓΟ

Ο Δημήτρης Βεζανής, Έλληνας εθνικιστής καθηγητής Πανεπιστημίου, πολιτικός επιστήμονας, πολιτειολόγος και συνταγματολόγος, κορυφαία προσωπικότητα των Επιστημών, των Γραμμάτων και της Διανοήσεως του 20ου αιώνα, γεννήθηκε το 1904 και πέθανε από ανακοπή καρδιάς που προκλήθηκε από έμφραγμα, στις 15:30 της 19ης Μαρτίου 1968 [1] στην Αθήνα. Η κηδεία του έγινε το απόγευμα της ημέρας του θανάτου του, από τον ναό των Αγίων Θεοδώρων στο Α΄νεκροταφείο Αθηνών, όπου και τάφηκε στον τάφο της οικογένειας Βεζανή.
Ήταν άγαμος και δεν άφησε απογόνους.
Ο Βεζανής κατάγονταν από αστική οικογένεια με οικονομική ευμάρεια. Παππούς του ήταν ο Δημήτριος Βεζανής, έμπορος, εργολάβος και βιομήχανος, ο οποίος, το 1882, ήταν συνιδρυτής του εργοστασίου εριουργίας «Βεζανής & Σελάς» στα Πατήσια, εκεί που βρίσκεται σήμερα η βίλα Δρακόπουλου, ενώ πατέρας του ήταν ο Σωτήρης Βεζανής, νομικός, υφηγητής της Πολιτικής Οικονομίας και βιομήχανος Υαλουργίας με σπουδές κλωστοϋφαντουργίας κι ένας από τους πρώτους που έθεσαν τα θέματα της οκτάωρης εργασίας, της αργίας της Κυριακής και της εισαγωγής του θεσμού των κοινωνικών ασφαλίσεων. Ο Δημήτριος είχε ακόμη, ένα άγαμο αδελφό και τρεις αδελφές την Ελένη, σύζυγο του δημοσιογράφου Ελευθερίου Κοτσαρίδα, ο οποίος διατέλεσε διευθυντής στην εφημερίδα «Το Βήμα» και για ένα διάστημα, ήταν ιδιαίτερος γραμματέας του Ελευθερίου Βενιζέλου, τη Λήδα και την Αλεξάνδρα. Η επιχείρηση της κλωστοϋφαντουργίας πουλήθηκε τη δεκαετία του 1920 από τον πατέρα του στους αδελφούς Κωνσταντίνο και Αθηνόδωρο Δρακόπουλο [2].

Σπουδές

Ο Βεζανής παρακολούθησε τα μαθήματα της Μέσης εκπαιδεύσεως στο 3ο τετρατάξιο Γυμνάσιο Αθηνών, που στεγάζονταν εκείνη την εποχή, σε κτίριο στη συμβολή των οδών Σόλωνος και Λυκαβηττού, όπου ήταν συμμαθητές και στη συνέχεια έγιναν στενοί φίλοι με το Μιχάλη Στασινόπουλο, δικαστικό στο Συμβούλιο της Επικρατείας, Πανεπιστημιακό καθηγητή στην Πάντειο Σχολή και μετέπειτα Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, με τον οποίο γνωρίστηκαν το σχολικό έτος 1917-18, ως μαθητές της Β΄ τάξεως [3] [4]. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου στη Γερμανία, όπου ανακηρύχθηκε διδάκτορας στη σχολή Πολιτικών Επιστημών. Το 1932 εκλέχθηκε υφηγητής στην έδρα της Γενικής Πολιτειολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών και τα διαστήματα από το 1948, όταν έδωσε τον εναρκτήριο λόγο του στην αίθουσα τελετών του Πανεπιστημίου Αθηνών [5] έως το 1951 και 1953 μέχρι το 1956 ήταν Έκτακτος καθηγητής της ίδιας έδρας. Είχε εκλεγεί επίσης Έκτακτος καθηγητής της Γενικής Πολιτειολογίας και του Συνταγματικού δικαίου στην Πάντειο Ανωτάτη Σχολή Πολιτικών Επιστημών, [Π.Α.Σ.Π.Ε.],το σημερινό Πάντειο Πανεπιστήμιο, ενώ από το 1943 ήταν τακτικός καθηγητής της ίδιας έδρας, στην οποία δίδαξε έως το θάνατο του το 1968.

Πολιτική δράση

Την περίοδο 1930-1931 διατέλεσε Νομάρχης Άρτας [6], ενώ από το 1936 έως το 1948 ήταν διευθυντής στο Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων, [Ι.Κ.Α.] [7]. Ήταν ενεργό πολιτικό και ιδεολογικό στέλεχος εθνικιστικών κινήσεων και μαζί με τους Γεώργιο Ι.Ρουμάνη, Πάνο Παμπούκη, Δημήτριο Σούτζο, υπήρξε ηγετικό στέλεχος της οργανώσεως «Εθνικιστικός Σύνδεσμος» [8], η οποία στην κατοχή δημιούργησε την αντιστασιακή οργάνωση «Πρόμαχοι» και εξέδιδε τα έντυπα «Ο Προμαχών» και «Η Μπόμπα». Ήταν συνεργάτης της δεκαπενθήμερης εφημερίδος «Ο Εθνικοσοσιαλιστής» που εξέδιδε από το 1934 το πολιτικό κόμμα «Οργάνωσις Εθνικοφρόνων Σοσιαλιστών» του Ιάκωβου Διαμαντόπουλου και του περιοδικού «Αρχείον Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών», που εξέδιδε ο καθηγητής Δημήτριος Εμμ. Καλιτσουνάκης.
Το Σεπτέμβριο του 1937 δημοσίευσε άρθρο στο 1ο τεύχος του περιοδικού «Νέον Κράτος», που ήταν μηνιαία έκδοση και αποτελούσε το επίσημο θεωρητικό όργανο του καθεστώτος της «4ης Αυγούστου», με τίτλο «Δικαιώματα και καθήκοντα της Νεολαίας υπό το Νέον Κράτος» όπου εκφράζει την άποψη ότι, «...αν δεν κατορθώσωμεν να έχωμεν την Νεότητα με το μέρος μας, εχάσαμεν κυριολεκτικώς την μάχην... Ζητούμεν να προστεθή η αντιδημοκρατική πίστις εις το τρίπτυχον: Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια... Αν η αγάπη και η απεριόριστος πίστις εις ωρισμένα ιδανικά αποτελούν την προϋπόθεσιν πάσης δημιουργίας, δεν πρέπει να λησμονώμεν ότι... χρειάζεται ακόμη και το Μίσος... (τη νεολαία) θα την μάθωμεν και θα την αναγκάσωμεν να πειθαρχήση..» [9].
Υποστήριζε ότι η δημοκρατία είναι στενά συνδεδεμένη με τον ανθρωπισμό και τον σοσιαλισμό, όμως σταδιακά κατέληξε στο συμπέρασμα της απαξίας της Δημοκρατίας και όχι της προσωρινής της ανεπάρκειας, και κατέκρινε την «οικονομική και ηθική βαράθρωσι εις την οποίαν μάς έφερε η δημοκρατική πολιτεία» ως «μία των μεγαλυτέρων πηγών της αντιδημοκρατικής και αντιανθρωπιστικής κινήσεως». Σύμφωνα με την άποψή του υπήρχε κρίση του «δημοκρατισμού», της δημοκρατικής ιδεολογίας, κρίση της ως πολιτεύματος και κρίση του ίδιου του κοινοβουλευτισμού. Στη μελέτη του «Η Κρίσις του Δημοκρατισμού» αναφέρει ότι ο φασισμός είναι «....μια πνευματική κίνησις, μία επανάστασις ψυχών κατά της υφισταμένης τάξεως των πραγμάτων…{…}… ο Φασισμός δεν προτιμά την δουλείαν από την ελευθερίαν. Αλλά βλέπων τον άμεσον, τον μέγα κίνδυνον όστις απειλεί όχι μόνον το παρόν αλλά και το μέλλον της φυλής θέλει να τη σώση πάσει δυνάμει, έστω και με θυσίαν των μεγαλυτέρων ανθρωπίνων αγαθών. Η διαφορά λοιπόν μεταξύ αντιδημοκρατών και δημοκρατών δεν είναι ότι οι πρώτοι τάσσονται υπέρ της δουλείας και οι δεύτεροι υπέρ της ελευθερίας. Αλλ’ ότι οι πρώτοι βλέπουν τον κίνδυνον ενώ οι δεύτεροι δεν θέλουν να ιδούν αυτόν» [10].
Παρά την εντύπωση που υπάρχει ότι εντάχθηκε το 1944, και υπήρξε μέλος της αντιστασιακής οργανώσεως «Χ» του στρατηγού Γεωργίου Γρίβα, η πληροφορία δεν επιβεβαιώνεται από τους ονομαστικούς καταλόγους των μελών της, τους οποίους συνέταξε ο αρχηγός της στις 24 Μαΐου 1950 και περιλαμβάνουν 192 στρατιωτικούς και 520 ιδιώτες, αλλά ούτε και στην συμπληρωματική κατάσταση που συντάχθηκε στις 24 Οκτωβρίου 1969, η οποία περιλαμβάνει 37 ονόματα, επιπλέον των αρχικών [11]. Διατηρούσε όμως στενές φιλικές σχέσεις με το Γεώργιο Γρίβα και το 1946 συμμετείχε στις εκλογές [12] ως υποψήφιος βουλευτής Πειραιώς με τον «Συνδυασμό Κόμματος Χιτών Εθνικής Αντιστάσεως» και συγκέντρωσε 102 ψήφους, ενώ την περίοδο από το 1946 έως το 1949, αρθρογραφούσε σε μια σειρά από έντυπα υποστηρίζοντας τις θέσεις των νόμιμων Ελληνικών κυβερνήσεων.

Οι θέσεις του για τον Εθνικισμό

Μιλώντας στις 9 Σεπτεμβρίου 1945 [13] στον χώρο του τότε κινηματογράφου «Καπιτόλ» στον Πειραιά, με θέμα τον Ελληνικό εθνικισμό, ο Βεζανής είπε «...Εθνικισμός είναι το σύμβολο μιας πίστεως, μιας ολοκληρωμένης κοσμοθεωρίας. Και οι εθνικιστές είναι οι πιστοί της θρησκείας αυτής. .... Εις τας τάξεις των εθνικιστών δεν γίνονται δεκτοί όσοι απλώς πιστεύουν και δέχονται την ιδέα του έθνους, αλλά μόνο εκείνοι που πιστεύουν εις αυτήν και είναι έτοιμοι να την πραγματοποιήσουν. Και εις αυτό ακριβώς το σημείο έγκειται η διαφορά μεταξύ του απλώς εθνικόφρονα και του εθνικιστή ...{...}... Πιστεύουμε στο Σοσιαλισμό. Ο Εθνικισμός ο οποίος τόσο προέχουσαν θέση δίνει εις το σύνολο και του οποίου η κυριότερη ηθική επιταγή λέγει «θυσιάσου χάριν του συνόλου» δεν μπορεί παρά να θέλει να εξυψώσει όλους εκείνους οι οποίοι έχουν την τιμή να ανήκουν στο ελληνικό έθνος. Ο σοσιαλισμός όμως των οποίον θέλουμε διαφέρει ριζικώς από τον Σοσιαλισμό του ΚΚΕ. Το ΚΚΕ λέγει «αρπάχτε και φάτε». Εμείς λέμε «δημιούργησε και ζήσε». Θέλουμε κοινωνική δικαιοσύνη. Δεν είμαστε όμως παράφρονες να θέλουμε να σταματήσει η παραγωγή όπως ήθελαν οι άνθρωποι του ΚΚΕ …. Η παραγωγή δεν πρέπει να διατηρείται εις το σημερινό της επίπεδο. Πρέπει διαρκώς να αυξάνει για να ανταποκρίνεται εις τις ανάγκες του λαού. … Πρέπει να γίνει κοινή συνείδηση ότι η πραγματική παραγωγή είναι η παραγωγή των υλικών αγαθών και η πραγματική δημιουργική εργασία είναι η εργασία του εργάτη και του αγρότη. Οι διοικητικές γραφικές υπηρεσίες πρέπει να είναι μόνο οι απαραιτήτως αναγκαίες και να μην μεταβάλλονται εις παράσιτα που θα απορροφήσουν τον δημιουργικό μόχθο του εργάτη ... Ο Σοσιαλισμός για εμάς δεν επιτυγχάνεται με τη λήψη ορισμένων μέτρων όπως για παράδειγμα είναι η κρατικοποίηση των τραπεζών και των επιχειρήσεων, η γενική κατάργηση της ιδιοκτησίας, όπως οι κομουνιστές και οι αριστεριστές υποστηρίζουν. … Αφελές και παιδαριώδες είναι να νομίζουμε ότι η κοινωνική ευτυχία θα κατακτηθεί ως δια μαγείας με μιαν μονοκονδυλιά. Μόνο με συνεχείς αγώνες και με διαδοχικές προσεγγίσεις θα πλησιάσουμε την κοινωνική ευτυχία. Και λέγοντας αγώνες δεν μιλάμε για ταξικούς, αλλά για μια συνολική προσπάθεια λαού και της διοίκησης της πολιτείας να υπερνικά διαρκώς τις συνεχείς δυσκολίες και τα αφάνταστα εμπόδια που βάζει ο καπιταλισμός. Απαράβατος όρος μας είναι ότι η ελληνική παραγωγή πρέπει να διατηρηθεί και να αυξάνεται. Κάθε μέτρο μείωση της παραγωγής είναι μέτρο αντισοσιαλιστικόν και αντεθνικόν. Το τεράστιο χάσμα και η τεράστια διαφορά η οποία χωρίζει τον Σοσιαλισμό μας από τον Σοσιαλισμό των μπολσεβίκων είναι ότι εμείς θέλουμε να γίνουν και οι εργάτες άρχοντες ενώ οι κομουνιστές θέλουν να καταστεί πτωχότερος ολόκληρος ο ελληνικός λαός, με τον υποβιβασμό όχι μόνο των ευημερούντων αλλά και αυτών των εργατών και των μισθωτών. Με όσα σας ανέπτυξα προκύπτει ένα αναμφισβήτητο συμπέρασμα: Ο Εθνικισμός δεν είναι κίνημα αντιδραστικό, δεν είναι ένα κίνημα πλουσίων. Ο Εθνικισμός είναι κίνημα κατ΄ εξοχήν λαϊκό».

Κριτική στη Δημοκρατία

Οι προσανατολισμοί του Βεζανή είχαν σαφή και ξεκάθαρη αντιδημοκρατική κατεύθυνση, επιχειρηματολογούσε υπέρ της απαξιώσεως της δημοκρατίας, κατακρίνοντας την «...οικονομική και ηθική βαράθρωσιν εις την οποίαν μας έφερε η δημοκρατική πολιτεία», ως «...μία των μεγαλυτέρων πηγών της αντιδημοκρατικής και αντιανθρωπιστικής κινήσεως». Θεωρούσε ότι η κρίση της δημοκρατίας συνίστατο στην κρίση του «δημοκρατισμού», δηλαδή της δημοκρατικής ιδεολογίας, στην κρίση της ως πολιτεύματος και στην κρίση του κοινοβουλευτισμού, κρίσεις που αναδείκνυαν τις αντιφάσεις της δημοκρατίας στις ιδεολογικές και θεσμικές εκδοχές της, καθώς και την αδυναμία της να ανταποκριθεί με αποτελεσματικότητα στα προβλήματα των κοινωνιών.
Στη μελέτη του «Η Κρίσις του Δημοκρατισμού» ασκεί κριτική στις δικτατορίες, ενώ χαρακτηρίζει το φασισμό ως «..κυρίως μία πνευματική κίνησις, μία επανάστασις ψυχών κατά της υφισταμένης τάξεως των πραγμάτων» και καταλήγει στη διαπίστωση ότι «...ο Φασισμός δεν προτιμά την δουλείαν από την ελευθερίαν. Αλλά βλέπων τον άμεσον, τον μέγα κίνδυνον όστις απειλεί όχι μόνον το παρόν αλλά και το μέλλον της φυλής θέλει να τη σώση πάση δυνάμει, έστω και με θυσίαν των μεγαλυτέρων ανθρωπίνων αγαθών. Η διαφορά λοιπόν μεταξύ αντιδημοκρατών και δημοκρατών δεν είναι ότι οι πρώτοι τάσσονται υπέρ της δουλείας και οι δεύτεροι υπέρ της ελευθερίας. Αλλ' ότι οι πρώτοι βλέπουν τον κίνδυνον ενώ οι δεύτεροι δεν θέλουν να ιδούν αυτόν».

Κυπριακό ζήτημα

Πραγματοποίησε την πρώτη δημόσια ομιλία του για το Κυπριακό ζήτημα στις 17 Μαΐου 1951 στη Λέσχη Ελλήνων Σιδηροδρομικών [14] και έκτοτε το Κυπριακό αποτέλεσε το βασικό του μέλημα, έως το τέλος της ζωής του. Στις 2 Ιουνίου 1952, μαζί με τους Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Μακάριο, στρατηγό Νικόλαο Παπαδόπουλο-Παππού, πρώην υπουργό Γεώργιο Στράτο, καθηγητή Πανεπιστημίου Γεράσιμο Κονιδάρη, δικηγόρο Αθηνών Αντώνιο Αυγίκο, δικηγόρο Κύπρου Σάββα Λοϊζίδη, δικηγόρο Κύπρου Σωκράτη Λοϊζίδη, συνταγματάρχη Γεώργιο Γρίβα, αντισυνταγματάρχη Ηλία Αλεξόπουλο, πλοιοκτήτη Γεώργιο Ζήση, καθώς και τους Ηλία Τσατσόμοιρο, έμπορο, και Δημήτριο Σταυρόπουλο, Τμηματάρχη των Σ.Ε.Κ., τους οποίους πρότεινε ο ίδιος -ήταν προσωπικοί του φίλοι από την οργάνωση «Εθνικιστικός Σύνδεσμος» όπου ήταν πρόεδρος- συνεδρίασαν στο σπίτι του και αποφάσισαν την ίδρυση Μυστικής οργανώσεως για την απελευθέρωση της Κύπρου. Στη συνέχεια εκλέχθηκε στη δωδεκαμελή επιτροπή [15] [16] που συγκροτήθηκε στην Αθήνα για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, η οποία ορκίστηκε στην Καινή Διαθήκη. Η επιτροπή είχε πρόεδρο τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, που ήταν ο πολιτικός αρχηγός του Αγώνα.
Στις 7 Μαρτίου 1953 στο σπίτι του Γεράσιμου Κονιδάρη, καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, στην οδό Ασκληπιού 36Β, στον 3ο όροφο, έδωσε όρκο [17] «…εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος να φυλάξω, θυσιάζων και την ιδίαν μου ζωήν, υποφέρων και τα πλέον σκληρά βάσανα, μυστικόν παν ό,τι γνωρίζω και θέλω ακούσει διά την υπόθεσιν της Ενώσεως της Κύπρου. Θα υπακούω δε εις τας εκάστοτε διδομένας μοι διαταγάς»[18]. Τα επόμενα χρόνια η επιτροπή συνεδρίασε στο σπίτι του Δημητρίου Βεζανή στην οδό Σκουφά 34, αλλά και στα σπίτια του καθηγητή Γεράσιμου Κονιδάρη (Ασκληπιού 36Β), του δικηγόρου Σάββα Λοϊζίδη, στην οδό Μαυρομιχάλη 59, και στο δικηγορικό γραφείο του Αντωνίου Αυγίκου, στην οδό Σατωβριάνδου 10. Το 1964, ο Βεζανής πραγματοποίησε μια από τις πολλές επισκέψεις του στην Κύπρο και επισκέφθηκε την περιοχή Μανσούρα, μαζί με τους Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και Γεώργιο Γρίβα [19].

Εκκλησιαστικό ζήτημα

Το 1954 σε άρθρο του με τίτλο «Ανάγκη ενοποιήσεως της Ελληνικής Εκκλησίας» [20] υπεστήριξε ότι πρέπει να περιορισθούν οι διοικητικές εξουσίες του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως στις λεγόμενες «Νέες Χώρες», τη Δωδεκάνησο και την Κρήτη, ώστε να υπάρξει μία Εκκλησία που θα διευθύνεται ενιαία, ώστε η Ελλαδική Εκκλησία να αποκτήσει στενότερες σχέσεις με την Ελληνική Πολιτεία. Τις απόψεις του αντέκρουσε κυρίως ο Δημήτριος Τσάκωνας με τα άρθρα του «Η παράδοσις της Εκκλησίας της Ελλάδος και ο Φαρμακίδης» και «Από του Φαρμακίδου εις την Δωδεκάνησον», τα οποία προκάλεσαν την ανταπάντηση του Βεζανή, που δημοσίευσε άρθρο με τίτλο «Οικουμενικόν Πατριαρχείον και Ελληνική Εκκλησία. (Μία απάντησις εις τον κ. Δ. Τσάκωνα)»[21]. Σύμφωνα με τον καθηγητή Δημήτριο Κιτσίκη [22] ήταν θαυμαστής του Περικλή Γιαννόπουλου και θεωρητικός ενός «...καθαρά ελληνικού φασισμού», ενώ πάντα κατά τον Κιτσίκη, το επαναστατικό καθεστώς της 21ης Απριλίου είχε αποφασίσει να του αναθέσει υπουργικά καθήκοντα, όμως η απόφαση ματαιώθηκε την τελευταία στιγμή.
Ο Βεζανής στον πρόλογο που δημοσίευσε στην επανέκδοση του βιβλίου «Το Μέγα Μήνυμα» [Το Νέον Πνεύμα και την έκκλησιν προς το Πανελλήνιον Κοινόν] του Περικλή Γιαννόπουλου, έδωσε τον πλέον εύστοχο χαρακτηρισμό του νοήματος της Μεγάλης Ιδέας, τονίζοντας ότι «...τρεις είναι οί αναβαθμοί της Ιδέας, έκαστος έκ τών οποίων επέχει, ως προς τόν έπόμενον, τήν θέσιν μέσου καί αναγκαίας προϋποθέσεως ...Ό πρώτος συνίσταται εις τήν αφύπνισιν τού Εθνους, είς τήν προσπάθειαν να ευρη τό Εθνος συνείδησιν εαυτού και της αποστολής του... Ό δεύτερος συνίσταται είς τήν δημιουργίαν ενός μεγάλου Ελληνικού Κράτους, τό όποιον να περιλαμβάνη όλους τους "Ελληνας καί όλα τα Ελληνικά εδάφη. Ό τρίτος συνίσταται είς τήν προς τα εξω άκτινοβολίαν του Ελληνισμού, ην ό Περικλής Γιαννόπουλος αποκαλεί έξανθρωπισμόν ή έξελληνισμόν της οικουμένης...».

Το τέλος του

Επί πολλά χρόνια κατοικούσε στην οδό Σκουφά 34 στην Αθήνα [23], όμως τα τελευταία χρόνια της ζωής του είχε εγκατασταθεί σε διαμέρισμα στην οδό Αλωπεκής 42 στην περιοχή Κολωνάκι, στο κέντρο της Αθήνας, όπου συγκατοικούσε με τους επίσης άγαμους, τον αδελφό και τη μία από τις αδελφές του, ενώ κάπνιζε περιστασιακά και σιτίζονταν σε άτακτες ώρες. Η υγεία του είχε κλονιστεί ήδη από το 1962, όταν είχε υποστεί καρδιακό έμφραγμα και νοσηλεύτηκε στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός». Πέθανε στο σπίτι του μετά από καρδιακή ανακοπή, ως συνέπεια εμφράγματος. Στην νεκρώσιμη ακολουθία εκφωνήθηκαν επικήδειοι λόγοι από συναδέλφους του Πανεπιστημιακούς καθηγητές, ενώ ήταν παρών και ο Νίκος Κρανιδιώτης, τότε πρεσβευτής της Κύπρου στην Ελλάδα, ενώ εκδόθηκε ψήφισμα για το θάνατό του από τη Νομική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης [24].

Εργογραφία

Ο Βεζανής υπήρξε τεράστια προσωπικότητα με ξεκάθαρες πολιτικές και ιδεολογικές απόψεις, που πίστευε ότι είναι λάθος να μεταφερθούν στην Ελλάδα οι πολιτικές πρακτικές άλλων κρατών της Ευρώπης, καθώς η διαφορετικότητα των Ελληνικών συνθηκών θα οδηγούσε στην καταστροφική τους εφαρμογή. Με άρθρα του στο ΑΟΚΕ, ασχολήθηκε από το 1926 έως το 1935, με θέματα και με την ορολογία του πληθωρισμού. Στα βιβλία του διατύπωσε την κοσμοθεωρία τού Ελληνικού Εθνικισμού και θεωρείται συνεχιστής του έργου των Ίωνα Δραγούμη και Περικλή Γιαννόπουλου. Σε ότι αφορά την κοινωνιολογική σύλληψη της ιδέας του κράτους που διέπει το έργο του, ενδιαφέρθηκε για την αποκατάσταση της κρατικής ενότητος, με την ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας και το μονοπρόσωπο του χαρακτήρα του, ενώ αποσύνδεσε τη δημοκρατία από τον κοινοβουλευτισμό και προχώρησε στην απόρριψη της αρχής της δημοκρατίας, κάνοντας λόγο «...περί σχετικώς μονίμου απαξίας της Δημοκρατίας, όχι περί προσωρινής ανεπαρκείας αυτής....».
Σημαντικότερα από τα έργα του είναι
  • «Dietrels Individualismus und Sosialismus. Ein beitraeg zur Sozialophilosophie. Archiv fur Systematische philosophie» το 1927,
  • «Η θεωρητική οικονομική επιστήμη κατά τον Franz Openheimer» το 1927,
  • «Zur Kritik des Satzes vom Grunde. Archiv fur systematische Philosophie» το 1929,
  • «Ο Παλαμάς φιλόσοφος» το 1930, [«…Η ζωή και η τάξις, η βιολογική δύναμις και το πνεύμα, ισορροπούνται απολύτως εις το πρόσωπον και εις την φιλοσοφίαν του Παλαμά, φιλοσοφία της ζωής και του φέρεσθαι…»],
  • «Θεωρία του κράτους» το 1932,
  • «Das Aesthestische Grund proplem and seine systematiche Losung», το 1932,
  • «Πολιτική και οικονομία» το 1933, Εκδόσεις «Τζάκας-Δελαγραμμάτικας», αφιερωμένο στη μνήμη του πατέρα του.
[Στο έργο επισημαίνει την με αυξανόμενο ρυθμό παρέμβαση του κράτους στην οικονομία, που έγινε που έγινε με αφορμή τον Παγκόσμιο Πόλεμο, διέψευσε τις προσδοκίες για την επικράτηση του σοσιαλισμού, δημιούργησε την εντύπωση ότι η οικονομία είναι ισχυρότερη της πολιτικής και δημιούργησε συμμαχίες φιλελεύθερων και κομμουνιστών. Οι μαρξιστές, σημειώνει ότι, πανηγυρίζουν με τις αποτυχίες των κρατικών επεμβάσεων, καθώς θεωρούν ότι διαφορετικά θα μπορούσε να σωθεί ο καπιταλισμός, φέρνει ως παράδειγμα τον Σβώλο, ενώ οι φιλελεύθεροι που στην Ελλάδα τους εκπροσωπούσε ο Ξενοφών Ζολώτας, πανηγυρίζουν καθώς θεωρούν ότι η επιτυχία του κρατικού παρεμβατισμού θα κατέστρεφε τον καπιταλισμό].
  • «Η περί κράτους και δικαίου θεωρία του Felix Somlo» το 1934,
  • «Το συντεχνιακόν κράτος» το 1935, έκδοση «Νέα Εστία»,
  • «Η φιλοσοφία του Λένιν» το 1936,
  • «Ο Ανώτατος Άρχων» το 1936, επανέκδοση το 1944,
  • «Πολιτισμός και επιστήμη του πολιτισμού» το 1939,
  • «Μαθήματα συνταγματικού δικαίου», έργο σε 2 τόμους, το 1938-1939,
  • Βάσεις και προοπτική της Κοινωνικής πολιτικής και του εργατικού δικαίου» το 1944,
  • «Η ιδέα του κράτους παρ’ Έλλησι» το 1949,
  • «Το Κράτος (Πανεπιστημιακές παραδόσεις)» το 1949,
  • «Η αιωνία νεότης των Ελλήνων» το 1950,
  • «Το μέγα μήνυμα του Περικλή Γιαννόπουλου» το 1951,
  • «Θρησκεία και Έθνος» το 1956,
  • «Γενική πολιτειολογία 1947-1963»,
[Στο έργο αναφέρει την κατά τη γνώμη του διαφορά Εθνικισμού και Εθνισμού και γράφει ότι ο μεν εθνικισμός αποτελεί την «...ενεργητικήν κατάφασιν της ιδέας του Έθνους..», ενώ ο Εθνισμός «...την παθητικήν κατάφασιν της ιδέας του Έθνους..», που σημαίνει ότι ο Εθνιστής πιστεύει στα ιδεώδη του Έθνους, αλλά ηθελημένα δεν αγωνίζεται γι’ αυτά, ενώ στο Γενική Πολιτειολογία Γ΄ αποκαλεί τη Δίκη της Νυρεμβέργης, «...εξωτερικήν σκηνοθεσίαν προαποφασισθεισών εκτελέσεων...»].
  • «La sauverainete, notion indispensable dans tout ordre juridique, Athenes» το 1964,
  • «Kritik der Geweltentei lungslekre Oester Zeitschrift fur»,
  • «Oeffentlicher Rechh Wien 1964 bd XIV»,
  • «Η διοικητική μας οργάνωση»,
  • «Ίων Δραγούμης»,
  • «Το ζήτημα της Κύπρου»,
  • «Κράτος και έθνος», επανέκδοση το 2000, εκδόσεις «Ελεύθερη Σκέψις»,
  • «Θεωρία του κράτους» το 2003, εκδόσεις «Ελεύθερη Σκέψις».

Βιβλιογραφία

  • «Εθνικισμός ένα κίνημα κατ' εξοχήν λαϊκόν. Οι ιδέες και η κοσμοθεωρία του καθηγητή Δημητρίου Σ. Βεζανή», Γιάννης Ηλία Κολοβός, εκδόσεις «Πελασγός», Αθήνα 2019 
  • «Ελληνικός Εθνικισμός. Δημήτριος Βεζανής», Επιμέλεια κειμένων-Εισαγωγή Γιάννης Ηλία Κολοβός, Εκδόσεις «Πελασγός», 
  • «Δημήτριος Βεζανής, Σκέψεις και Μαρτυρίες», Παναγιώτης Παπαγαρυφάλλου, Αθήνα 2014, Εκδόσεις «Πελασγός»



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου