Του Σπύρου Δημητρίου
Μετά την τελευταία συνάντηση του Διγενή με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, το
βράδυ της Τρίτης 29 Μαρτίου 1955, η αντίστροφη μέτρηση για την έναρξη
του Αγώνα είχε αρχίσει. Την επόμενη μέρα Τετάρτη 30 Μαρτίου 1955 ο
Αρχηγός της ΕΟΚΑ είχε καλέσει για το βράδυ την τελευταία σύσκεψη με τους
τομεάρχες της Λευκωσίας, των Βαρωσιών, της Λάρνακας και της Λεμεσού που
αποτελούσαν τον βασικό κορμό της οργάνωσης και της δράσης, για να δώσει
τις τελευταίες κατευθυντήριες εντολές και να εμψυχώσει τα παλικάρια
του. Γράφει ο Διγενής στα απομνημονεύματα του Αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-1959
για αυτή τη συνάντηση:
«Ως ημερομηνία ενάρξεως του επαναστατικού κινήματος ώρισα, κατόπιν συνεννοήσεως μετά του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, την νύκτα της 31 Μαρτίου – 1 Απριλίου 1955 και ώραν 24ην. Δυο ημέρας ενωρίτερον της ανωτέρω ημερομηνίας συνεκέντρωσα εν Λευκωσία τους τομεάρχας Λευκωσίας, Βαρωσίων, Λάρνακος και Λεμεσού και τους ανακοίνωσα την απόφασίν μου, τονίσας ότι πάση θυσία πρέπει να επιτευχθούν τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα και εζήτησα από όλους αυτοθυσίαν και τόλμην….Συνέταξα τότε και την πρώτην επαναστατικήν προκήρυξιν…».
Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε στο σπίτι του Κώστα και της Ελένης Μιχαλοπούλου στην οδό Περικλέους στο Στρόβολο, κι σ’ αυτό το σπίτι γράφτηκε και η πρώτη προκήρυξη του Αγώνα. Ο Κώστας Μιχαλόπουλος εργαζόταν στο Κυβερνείο και στην Οργάνωση τον μύησε ο Παπασταύρος Παπαγαθαγγέλου που ήταν ο καθοδηγητής της ΟΧΕΝ. Οι δυο τους συναντήθηκαν στον σπίτι του Παπασταύρου ο οποίος βολιδοσκόπησε τον Μιχαλόπουλο αν ήθελε να συμμετέχει σ’ ένα εθνικό αγώνα. Ο Κώστας Μιχαλόπουλος απάντησε «βεβαίως, πρέπει όλοι να προσφέρουμε ότι μπορούμε για την ελευθερία του τόπου μας» και ακολούθως ο φλογερός παπάς του ζήτησε ένα σπίτι για να φιλοξενηθεί ο Αρχηγός του Αγώνα πρόταση την οποία αποδέχθηκε με χαρά κι ενθουσιασμό.
Στη συνάντηση ο Διγενής ανακοίνωσε στους τομεάρχες τις αποφάσεις του για την ημέρα και την ώρα ενάρξεως που θα ήταν το βράδυ της 31 Μαρτίου -1 Απριλίου 30 λεπτά μετά τα μεσάνυχτα και στη συνέχεια μέσα σε κλίμα συγκίνησης τους διάβασε την πρώτη προκήρυξη του Αγώνα. Τους τόνισε να είναι προσεκτικοί στις κινήσεις τους διότι ο στόχος πρέπει να επιτευχθεί πάση θυσία γι αυτό είναι απαραίτητη η τόλμη και η αυταπάρνηση. Ακολούθως τους έδωσε τις τελευταίες του οδηγίες και τους αποχαιρέτησε έναν έναν με την ευχή ο Θεός να είναι μαζί τους.
«Ως ημερομηνία ενάρξεως του επαναστατικού κινήματος ώρισα, κατόπιν συνεννοήσεως μετά του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, την νύκτα της 31 Μαρτίου – 1 Απριλίου 1955 και ώραν 24ην. Δυο ημέρας ενωρίτερον της ανωτέρω ημερομηνίας συνεκέντρωσα εν Λευκωσία τους τομεάρχας Λευκωσίας, Βαρωσίων, Λάρνακος και Λεμεσού και τους ανακοίνωσα την απόφασίν μου, τονίσας ότι πάση θυσία πρέπει να επιτευχθούν τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα και εζήτησα από όλους αυτοθυσίαν και τόλμην….Συνέταξα τότε και την πρώτην επαναστατικήν προκήρυξιν…».
Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε στο σπίτι του Κώστα και της Ελένης Μιχαλοπούλου στην οδό Περικλέους στο Στρόβολο, κι σ’ αυτό το σπίτι γράφτηκε και η πρώτη προκήρυξη του Αγώνα. Ο Κώστας Μιχαλόπουλος εργαζόταν στο Κυβερνείο και στην Οργάνωση τον μύησε ο Παπασταύρος Παπαγαθαγγέλου που ήταν ο καθοδηγητής της ΟΧΕΝ. Οι δυο τους συναντήθηκαν στον σπίτι του Παπασταύρου ο οποίος βολιδοσκόπησε τον Μιχαλόπουλο αν ήθελε να συμμετέχει σ’ ένα εθνικό αγώνα. Ο Κώστας Μιχαλόπουλος απάντησε «βεβαίως, πρέπει όλοι να προσφέρουμε ότι μπορούμε για την ελευθερία του τόπου μας» και ακολούθως ο φλογερός παπάς του ζήτησε ένα σπίτι για να φιλοξενηθεί ο Αρχηγός του Αγώνα πρόταση την οποία αποδέχθηκε με χαρά κι ενθουσιασμό.
Στη συνάντηση ο Διγενής ανακοίνωσε στους τομεάρχες τις αποφάσεις του για την ημέρα και την ώρα ενάρξεως που θα ήταν το βράδυ της 31 Μαρτίου -1 Απριλίου 30 λεπτά μετά τα μεσάνυχτα και στη συνέχεια μέσα σε κλίμα συγκίνησης τους διάβασε την πρώτη προκήρυξη του Αγώνα. Τους τόνισε να είναι προσεκτικοί στις κινήσεις τους διότι ο στόχος πρέπει να επιτευχθεί πάση θυσία γι αυτό είναι απαραίτητη η τόλμη και η αυταπάρνηση. Ακολούθως τους έδωσε τις τελευταίες του οδηγίες και τους αποχαιρέτησε έναν έναν με την ευχή ο Θεός να είναι μαζί τους.
Ο Κώστας Μιχαλόπουλος αφηγείται για αυτή την τελευταία συνάντηση του Διγενή με τους τομεάρχες στο σπίτι του:
«Ο Διγενής ήρθε στο σπίτι μας λίγες μέρες πριν την 1ην Απριλίου 1955. Όλη μέρα έγραφε και το βράδυ πηγαίναμε μαζί περίπατο στο περιβόλι, που βρισκόταν μέσα στη μεγάλη αυλή του σπιτιού μας. Ήθελε να πάρει λίγο αέρα, να κινηθεί κάπως και να ξεκουραστεί από τον μεγάλο κάματο της ημέρας.
Το βράδυ της Τετάρτης 30 Μαρτίου, ο Διγενής κάλεσε σε σύσκεψη στο σπίτι μας τους τομεάρχες Λευκωσίας Ερμή(Ευάγγελο Ευαγγελάκη – μαζί του ήταν και ο Μάρκος Δράκος), Λεμεσού Ευαγόρας(Νότη Πετροπουλέα), Αμμοχώστου Ζήδρο(Γρηγόρη Αυξεντίου) και Λάρνακος Ορέστη)Σταύρο Ποσκώτη), για να τους δώσει τις τελευταίες οδηγίες για τις πρώτες δυναμιτιστικές ενέργειες. Τους ανακοίνωσε την απόφασή του για την έναρξη του Αγώνα την 1ην Απριλίου, ζήτησε από αυτούς αυτοθυσία και τόλμη και τους τόνισε ότι «πάση θυσία πρέπει να επιτευχθούν τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα.
Είπε στους τομεάρχες να βρίσκονται στο σπίτι μας στις πέντε το απόγευμα, αλλά στην ώρα του ήρθε μόνον ο Ποσκώτης. Ο Διγενής έλειπε από το σπίτι την ώρα εκείνη, ο Ποσκώτης περίμενε μέχρι τις εφτά οπότε μου είπε «θα πάω, διότι θα χάσω και την γραμμή για τη Λάρνακα και αν με θέλει ο Αρχηγός, ας στείλει κάποιον να με φέρει.» Ο Διγενής, μαζί με τους Νότη Πετροπουλέα και Γιαννάκη Δρουσιώτη, έφτασαν λίγο μετά που αναχώρησε ο Ποσκώτης, εξήγησα στον Αρχηγό τι έγινε, οπότε αυτός μου είπε:
-Να δώσεις το αυτοκίνητό σου σε κάποιον άλλο για να φέρει τον Ποσκώτη, κι εσύ να μείνεις εδώ και σε θέλω.
Όταν ήρθαν όλοι άρχισε η σύσκεψη, που κράτησε λίγα μόνο λεπτά. Όταν τελείωσαν και οι τομεάρχες άρχισαν να αποχωρούν, ο Διγενής τους αγκάλιασε έναν έναν και τους φίλησε. Την επομένη ο Αρχηγός έφυγε από το σπίτι μας, αλλά δεν ξέραμε που πήγε…
Να αναφέρω, επίσης, ότι ο Νότης Πετροπουλέας μου είχε πει να βρω τρόπο να τον πάρω μαζί μου στο Κυβερνείο, για να ετοιμάσει σχέδιο ανατίναξής του. Να πω ακόμα ότι το σπίτι μας ήταν διπλοκατοικία με τους γονείς μου, Μιχάλη και Άννα, οι οποίοι περνούσαν συνέχεια από την αυλή μας την ώρα που ο Διγενής ήταν στο σπίτι μας, χωρίς ποτέ να υποψιαστούν κάτι. Ούτε αυτοί, ούτε άλλοι πήραν ποτέ είδηση για οτιδήποτε. Ότι κάναμε, το κάναμε για την πατρίδα. Και ας είναι χαλάλι. Δεν ζητήσαμε ποτέ οτιδήποτε, ούτε πήραμε ποτέ τίποτε. Παραμείναμε και παραμένουμε άγνωστοι στους πολλούς, αλλά πάντα περίφανοι για όσα κάναμε!..».
Ο Γεώργιος Γρίβας έμεινε εκείνο το βράδυ στο σπίτι του Κ. Μιχαλόπουλου και την επόμενη εγκαταστάθηκε στο κρησφύγετό του στον σπίτι του Πατσαλοσαββή στην οδό Στρατή Μυριβήλη στην τουρκοκρατούμενη βόρεια περιοχή της Λευκωσίας που θα γινόταν το στρατηγείο για την έναρξη του Έπους του 1955-1959.
«Ο Διγενής ήρθε στο σπίτι μας λίγες μέρες πριν την 1ην Απριλίου 1955. Όλη μέρα έγραφε και το βράδυ πηγαίναμε μαζί περίπατο στο περιβόλι, που βρισκόταν μέσα στη μεγάλη αυλή του σπιτιού μας. Ήθελε να πάρει λίγο αέρα, να κινηθεί κάπως και να ξεκουραστεί από τον μεγάλο κάματο της ημέρας.
Το βράδυ της Τετάρτης 30 Μαρτίου, ο Διγενής κάλεσε σε σύσκεψη στο σπίτι μας τους τομεάρχες Λευκωσίας Ερμή(Ευάγγελο Ευαγγελάκη – μαζί του ήταν και ο Μάρκος Δράκος), Λεμεσού Ευαγόρας(Νότη Πετροπουλέα), Αμμοχώστου Ζήδρο(Γρηγόρη Αυξεντίου) και Λάρνακος Ορέστη)Σταύρο Ποσκώτη), για να τους δώσει τις τελευταίες οδηγίες για τις πρώτες δυναμιτιστικές ενέργειες. Τους ανακοίνωσε την απόφασή του για την έναρξη του Αγώνα την 1ην Απριλίου, ζήτησε από αυτούς αυτοθυσία και τόλμη και τους τόνισε ότι «πάση θυσία πρέπει να επιτευχθούν τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα.
Είπε στους τομεάρχες να βρίσκονται στο σπίτι μας στις πέντε το απόγευμα, αλλά στην ώρα του ήρθε μόνον ο Ποσκώτης. Ο Διγενής έλειπε από το σπίτι την ώρα εκείνη, ο Ποσκώτης περίμενε μέχρι τις εφτά οπότε μου είπε «θα πάω, διότι θα χάσω και την γραμμή για τη Λάρνακα και αν με θέλει ο Αρχηγός, ας στείλει κάποιον να με φέρει.» Ο Διγενής, μαζί με τους Νότη Πετροπουλέα και Γιαννάκη Δρουσιώτη, έφτασαν λίγο μετά που αναχώρησε ο Ποσκώτης, εξήγησα στον Αρχηγό τι έγινε, οπότε αυτός μου είπε:
-Να δώσεις το αυτοκίνητό σου σε κάποιον άλλο για να φέρει τον Ποσκώτη, κι εσύ να μείνεις εδώ και σε θέλω.
Όταν ήρθαν όλοι άρχισε η σύσκεψη, που κράτησε λίγα μόνο λεπτά. Όταν τελείωσαν και οι τομεάρχες άρχισαν να αποχωρούν, ο Διγενής τους αγκάλιασε έναν έναν και τους φίλησε. Την επομένη ο Αρχηγός έφυγε από το σπίτι μας, αλλά δεν ξέραμε που πήγε…
Να αναφέρω, επίσης, ότι ο Νότης Πετροπουλέας μου είχε πει να βρω τρόπο να τον πάρω μαζί μου στο Κυβερνείο, για να ετοιμάσει σχέδιο ανατίναξής του. Να πω ακόμα ότι το σπίτι μας ήταν διπλοκατοικία με τους γονείς μου, Μιχάλη και Άννα, οι οποίοι περνούσαν συνέχεια από την αυλή μας την ώρα που ο Διγενής ήταν στο σπίτι μας, χωρίς ποτέ να υποψιαστούν κάτι. Ούτε αυτοί, ούτε άλλοι πήραν ποτέ είδηση για οτιδήποτε. Ότι κάναμε, το κάναμε για την πατρίδα. Και ας είναι χαλάλι. Δεν ζητήσαμε ποτέ οτιδήποτε, ούτε πήραμε ποτέ τίποτε. Παραμείναμε και παραμένουμε άγνωστοι στους πολλούς, αλλά πάντα περίφανοι για όσα κάναμε!..».
Ο Γεώργιος Γρίβας έμεινε εκείνο το βράδυ στο σπίτι του Κ. Μιχαλόπουλου και την επόμενη εγκαταστάθηκε στο κρησφύγετό του στον σπίτι του Πατσαλοσαββή στην οδό Στρατή Μυριβήλη στην τουρκοκρατούμενη βόρεια περιοχή της Λευκωσίας που θα γινόταν το στρατηγείο για την έναρξη του Έπους του 1955-1959.
Πηγές:
Νίκου Παπαναστασίου ΛΑΜΠΡΟΣ ΚΑΥΚΑΛΙΔΗΣ ΤΟ «ΑΓΡΙΝΟ» ΤΗΣ ΕΟΚΑ Εκδόσεις Προσωπική Λευκωσία 2009.
Γεώργιος Γρίβας Διγενής Απομνημονεύματα του Αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-59 Εκδόσεις Πελασγός Αθήνα 2013
Λεωνίδου Λεωνίδα Βιογραφία Γεωργίου Γρίβα – Διγενή Τόμος Β΄ (1950-1959) Εκδόσεις Επιφανίου Λευκωσία 1997-2009
Νίκου Παπαναστασίου ΛΑΜΠΡΟΣ ΚΑΥΚΑΛΙΔΗΣ ΤΟ «ΑΓΡΙΝΟ» ΤΗΣ ΕΟΚΑ Εκδόσεις Προσωπική Λευκωσία 2009.
Γεώργιος Γρίβας Διγενής Απομνημονεύματα του Αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-59 Εκδόσεις Πελασγός Αθήνα 2013
Λεωνίδου Λεωνίδα Βιογραφία Γεωργίου Γρίβα – Διγενή Τόμος Β΄ (1950-1959) Εκδόσεις Επιφανίου Λευκωσία 1997-2009
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου