Κυριακή 22 Μαρτίου 2020

ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ 21 : ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΗ ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ ΤΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΤΟΥ 1821

Του Θεόδωρου Ι. Δαρδαβέση
Για την επιτυχή έκβαση ενός απελευθερωτικού αγώνα της σημασίας και της διάστασης της ελληνικής επανάστασης του 1821 απαραίτητες προϋποθέσεις υπήρξαν, αφενός η ψυχική προετοιμασία των υπόδουλων Ελλήνων και αφετέρου η δημιουργία της ενδεδειγμένης υποδομής, που αφορούσε, μεταξύ άλλων, στη συγκρότηση αξιόμαχων δυνάμεων, στην εξασφάλιση πόρων και εφοδίων και στην οργάνωση επιμελητείας. Η ανάπτυξη των χερσαίων στρατιωτικών δυνάμεων είχε ως βάση τα σώματα των κλεφτών και των αρματολών, ενώ οι ναυτικές δυνάμεις οργανώθηκαν σταδιακά με την μετατροπή των σιτοκάραβων της Ύδρας των Σπετσών και των Ψαρών σε πολεμικά πλοία.
Η εξασφάλιση πόρων και εφοδίων υπήρξε αρχικά ευθύνη της Φιλικής Εταιρείας και στη συνέχεια των συγκροτηθέντων αρχών της επανάστασης, όπως της Πελοποννησιακής Γερουσίας, του Αρείου Πάγου και άλλων. Οι συνεχείς, όμως, προσπάθειες και πρωτοβουλίες στήριξης της επανάστασης με τη δημιουργία οργανωτικών δομών και την εξασφάλιση πόρων και εφοδίων δεν περιελάμβαναν ιδιαίτερη μέριμνα για την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των μαχητών και την ιατροκοινωνική προστασία των αμάχων.
Οι συνθήκες δημόσιας υγείας της εποχής και τα δεινά που προκαλούσε ο αγώνας για την ελευθερία ευνοούσαν την εκδήλωση σοβαρών ασθενειών, από τις οποίες οι κυριότερες ήταν η δυσεντερία, η χολέρα, η πανώλης, η ευλογιά και η ελονοσία, που προκάλεσαν αθροιστικά περισσότερους θανάτους, συγκριτικά με τις απώλειες στα πεδία των μαχών. Οι ασθένειες αυτές, που συχνά εξελίσσονταν σε επιδημίες και γενικότερα οι αντίξοες συνθήκες που επικρατούσαν, δεν έκαμψαν το ηθικό των Ελλήνων, που αγωνίζονταν νηστικοί, άρρωστοι, πληγωμένοι, αλλά με πείσμα, με αισιοδοξία και με πίστη για την κατάκτηση της ελευθερίας.
Κατά τα τελευταία χρόνια της προεπαναστατικής περιόδου ο αριθμός των ιατρών, που εξυπηρετούσε τις ανάγκες 1.000.000 περίπου κατοίκων, δεν υπερέβαινε τους 90. Μετά την επανάσταση και με την άφιξη στην Ελλάδα Ελλήνων και φιλελλήνων ιατρών από το εξωτερικό ο συνολικός αριθμός τους ουδέποτε υπερέβη τους 500, ενώ οι υπάρχουσες ανάγκες λόγω του πλήθους των τραυματιών από τις πολεμικές διενέξεις και των ασθενών από την εκδήλωση επιδημιών υπήρξαν τεράστιες. Τα δεδομένα αυτά, αναδεικνύουν τις τραγικές συνθήκες κάτω από τις οποίες διεξήχθη ο απελευθερωτικός αγώνας του 1821 και αποδεικνύουν το μεγαλείο της ψυχής και την πίστη στην ελευθερία του σκλαβωμένου έθνους.
Η παρεχόμενη υγειονομική φροντίδα και περίθαλψη, κατά την περίοδο της εθνικής παλιγγενεσίας, ήταν ανάλογη με το υφιστάμενο επίπεδο των ιατρικών γνώσεων της εποχής. Ιατρικές πράξεις και διαδικασίες, όπως είναι η χορήγηση αναισθησίας, η μετάγγιση αίματος, η ασηψία, η αντισηψία και άλλες, ήταν παντελώς άγνωστες και η συνεισφορά του υγειονομικού προσωπικού στην περίθαλψη των τραυματιών και των ασθενών υποτυπώδης. Στα πεδία των μαχών οι ελαφρά τραυματισμένοι ετύγχαναν φροντίδας, επί τόπου, από τους συμπολεμιστές τους, ενώ οι φέροντες βαριά τραύματα διακομίζονταν προς νοσηλεία σε μοναστήρια, όπως η Μονή του Ομπλού, της Βελανιδιάς και άλλες και αργότερα σε υποτυπώδη νοσοκομεία, τα οποία εν τω μεταξύ είχαν αρχίσει να συγκροτούνται.
Η φροντίδα των τραυμάτων περιλάμβανε καθαρισμό της εξωτερικής τους επιφάνειας με ρακή και εισαγωγή στο εσωτερικό τους αλοιφής παρασκευασμένης από λεύκωμα αυγού αναμεμιγμένου με κοινό λάδι και ρακή. Στη συνέχεια ετίθετο επί του τραύματος αλοιφή παρασκευασμένη από σαπούνι και ρακή και ακολουθούσε, κατά διαλείμματα η επίβρεξή του με ρακή, που φαίνεται ότι ήταν θεραπευτικό μέσο συνεχούς χρήσης. Σε ορισμένες περιπτώσεις απολύμαναν την πληγή με καυτό λίπος, όπως χαρακτηριστικά περιγράφει ο Μακρυγιάννης στα «Απομνημονεύματά» του:
«…Της έβγαλα το παλούκι από το ποδάρι της και το ζεμάτισα
με ξύγκι. Όμως έγινε τούμπανο…».
Η επίδεση του τραύματος, ανεξάρτητα του βαθμού της σοβαρότητάς του, πραγματοποιείτο με ταινίες υφάσματος και μικρά καλάμια ή νάρθηκες κατασκευασμένους από ξύλο ή ναστόχαρτο.
Για την αιμόσταση των μεγάλων αγγείων χρησιμοποιείτο πυρακτωμένο σίδερο, για την αιμόσταση των τριχοειδών οινόπνευμα, ενώ για τον έλεγχο των αιμοπτύσεων λόγω τραυμάτων του θώρακα χορηγείτο ζεσταμένο κρασί αναμεμιγμένο με κοινό βούτυρο.
Για τη συρραφή τραυμάτων, εκτός της κλασσικής τεχνικής με τη χρήση βελόνας και κοινής κλωστής, αναφέρεται από το Στρατηγό Μακρυγιάννη στα «Απομνημονεύματά» του, η χρήση κεφαλών μυρμήγκων:
«… Του ρίχτηκαν οι Τούρκοι απάνω του, παίρνει ένα γιαταγηάνι Τούρκικον και σκοτώνει τέσσερους· κι εκεί όπου τον πολεμούσαν του δίνουν μίαν μαχαιριά εις την κοιλιά και σκοτώνει τον Τούρκον και με το μαχαίρι εις την κοιλιά ήρθε εκεί όπου είμαστε εμείς εις το ταμπούρι. Και δεν του πειράξαμε το μαχαίρι· με τούτο εις την κοιλιά τον πήγαμε εκεί οπούταν οι ειδικοί μας και ήταν ο γιατρός· και τόβγαλε το μαχαίρι και με των μερμήγκων τα κεφάλια τούρραψε την κοιλιά. Και τράβηξε ο καημένος κοντά ένα χρόνο να γιατρευτεί. Γέρευε και πάλι ξηλώνεταν κι έβγαιναν οι κοπριές από την κοιλιά οπούταν η πληγή. Και ζει τώρα και δεν έχει ψωμί να φάγει …»..
Για τη συγκεκριμένη πρακτική της συρραφής των τραυμάτων ο Γιάννης Βλαχογιάννης σημειώνει τα εξής:
«Η δια των κεφαλών των μυρμήγκων ραφή τραυμάτων, γνώριμος τοις εμπειρικοίς ιατροίς των χρόνων εκείνων, εγίνετο ως εξής: Προσαγόμενοι μεγάλοι ζωντανοί μέρμηγκες, έδακνον τα χείλη του τραύματος, κεκλεισμένα, αμέσως δι’ αποκοπτομένου του σώματος αυτών, έμενεν η κεφαλή σχηματίζουσα ούτω βελονιάν ικανώς ισχυράν».
Η θεραπευτική προσέγγιση παθολογικών καταστάσεων είχε χαρακτήρα εμπειρικό και υποτυπώδη. Ενδεικτικά αναφέροντας, οι συστάσεις για την αντιμετώπιση των πυρετών αφορούσαν σε μαλάξεις με λάδι και για τις γριπώδεις συνδρομές χορήγηση αφεψήματος ξηρών σύκων και ξυλοκεράτων ή ζεσταμένου κρασιού με πιπέρι. Για την αντιμετώπιση των οιδημάτων και των μωλώπων χρησιμοποιείτο ζεστό βούτυρο, για το οποίο ο Φωτάκος, υπασπιστής του Θ. Κολοκοτρώνη, αναφέρει τα εξής:
«…Αποφασίσαμεν λοιπόν και τον εποτίσαμεν βούτυρον ζεστόν· τούτο εις την Πελοπόννησον είναι γνωστό ως ιατρικόν, όταν πέσει και δεν έχει έξωθεν του σώματος πληγήν, αλλά μώλωπας. Αφού δε έπιε ζεστόν βούτυρον, έπειτα τον εβάλαμεν εις ένα μέρος δια να μην τον φυσάει αέρας, και του ερρίψαμεν δια σκεπάσματος δυο καπότες… Το βάρος αυτό και το βούτυρο, το οποίον άναψε μέσα του, έφερεν ιδρώτας πολλούς και δι’ αυτών έφυγαν από το κορμί του τα ζουπήματα».
Τα φάρμακα, τα οποία χρησιμοποιούσαν οι επιστήμονες ιατροί και πολλοί από τους εμπειρικούς, ήταν κυρίως δρόγες (αλόη, θεριακή, κάρδαμο, κίνα, πιπερόριζα, σαμπούκο, σαρκοτρόφι, σίλφιο κ.ά.), η χρήση των οποίων ανάγεται στην εποχή του Διοσκουρίδη και η εντόπισή τους είναι εύκολη στη χλωρίδα της ελληνικής υπαίθρου.

Ήταν, επίσης, ορισμένες φαρμακευτικές και χημικές ουσίες (άλας αψινθίας, βόραξ, γόμμα Αραβική, εμετική τρυξ, μίνιον, νίτριον, οξύμελι κ.ά.) και διάφορα σκευάσματα (balsamo di Tolu, elixir propriepatis, laudano di Barbaro κ.ά.), τα οποία προμηθεύονταν, όταν είχαν τη δυνατότητα, από την Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη, τα Επτάνησα και την Τεργέστη.
Μια χαρακτηριστική εικόνα της τραγικής κατάστασης που επικρατούσε στο πεδίο της περίθαλψης των τραυματιών του Αγώνα, παρέχει ο Χρ. Βυζάντιος, ο οποίος περιγράφοντας την εκστρατεία του Φαβιέρου στην Κάρυστο, αναφέρει τα εξής:
«…Οι πληγωμένοι ενταύθα υπέστησαν τα πάνδεινα, διότι ουδείς εφρόντιζε περί της μεταφοράς αυτών εις το στρατόπεδον, όπερ έκειτο ου μακράν από του τόπου της εφόδου, ήτοι ενός τετάρτου της ώρας. Οι πληγωμένοι όθεν επορεύοντο εκείσε, όπως εδύναντο άλλοι μεν συρόμενοι, άλλοι δε βοηθούμενοι υπό των τυχόντων προσήρχοντο προς τον εκεί χειρούργον. Το δε θέαμα της πρώτης βοηθείας των πληγωμένων παρά του αρχιχειρούργου Τράιβερ ήτο φρικώδες. Περίπου διακόσιοι πληγωμένοι, κείμενοι εκτάδην εντός περιβολίου λεμονεώνος εξέβαλλον γοεράς φωνάς, ιδίως οι πληγωμένοι εκ σφαίρας πυροβόλων. Εκεί φύλλον θύρας έκειτο επί πετρών, χρησιμεύον ως τράπεζα, επ’ αυτής δε στρατιώται τινες του πυροβολικού, ων ως ερρέθη εν τη ιστορία, οι άξονες των πυροβόλων είχον θραυσθή, ελάμβανον ανά ένα των πληγωμένων χερσί τε και ποσί και κατέκλινον αυτόν επί της ούτω κειμένης τραπέζης. Ο δε ειρημένος αρχιχειρούργος, έχων ανασεσυρμένας τας χειρίδας του ιματίου του και κρατών μάχαιραν ανά χείρας, όλως καθημαγμένος έτεμνεν ανηλεώς τα προσβληθέντα μέλη του πληγωθέντος και είτα επέδενε ταύτα. Ανασυρομένου τούτου εκ της τραπέζης ετίθετο άλλος και ούτω καθεξής· άπαντες οι δυνηθέντες ή, κάλλιον ειπείν οι ευτυχήσαντες να έλθωσιν εκείσε, ελάμβανον την πρώτην βοήθειαν των πληγών των, ως ελάβομεν και ημείς αυτοί».
Επιπρόσθετα, η έλλειψη φαρμάκων και υγειονομικού υλικού ήταν συχνότατη.

Ο τακτικός στρατός του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους συνεστήθη με το Νόμο αρ. 8/01-04-1822. Η πρώτη στρατιωτική μονάδα που συγκροτήθηκε, βάσει του συγκεκριμένου νόμου, ήταν το 1ο Σύνταγμα Βαρέως Πεζικού, στο οποίο τοποθετήθηκε ως ιατρός ο Γερμανός Heinrich Trieber.
Τον Απρίλιο του 1822 συνεστήθη το Τάγμα των Φιλελλήνων με ιατρό το Γερμανό Johann Deniel Elster και με βοηθό του το Δανό Friedrich Johannsen. Οι δύο αυτοί Φιλέλληνες ιατροί συγκρότησαν στο Μεσολόγγι πρόχειρο νοσοκομείο, στα πλαίσια της προετοιμασίας της εκστρατείας προς την Ήπειρο το 1822. Το νοσοκομείο αυτό λειτούργησε αρχικά με χορηγίες Φιλελλήνων της Ελβετίας, το έτος 1824 με χορηγίες του Λόρδου Βύρωνα και φαίνεται ότι διατηρήθηκε σε λειτουργία μέχρι την έξοδο του Μεσολογγίου το 1826, υπό τη Διεύθυνση του Ελβετού ιατρού Johann Jakob Meyer.

Το 1824 ανέλαβε τη Διοίκηση του τακτικού στρατού ο συνταγματάρχης και ιατρός Παναγιώτης Ρόδιος, ο οποίος ενδιαφερόμενος για τη δημιουργία υποδομών περίθαλψης των τραυματιών, πρότεινε την ίδρυση συστηματικού στρατιωτικού νοσοκομείου στο Ναύπλιο. Οι Έλληνες και αλλοδαποί επιστήμονες ιατροί οι οποίοι στελέχωσαν τον τακτικό στρατό του ελεύθερου ελληνικού κράτους προσέφεραν ανεκτίμητες υπηρεσίες για την ευόδωση του απελευθερωτικού Αγώνα. Παρά το γεγονός ότι ήταν ολιγάριθμοι, διέθεταν ελάχιστα μέσα, εργάζονταν υπό αντίξοες συνθήκες και είχαν ως πρόσθετο βάρος το υφιστάμενο χαμηλό επίπεδο δημόσιας υγείας και τις ιδιόμορφες κλιματολογικές συνθήκες, που επικρατούσαν στις εμπόλεμες ζώνες, απέδωσαν έργο υπεύθυνο και αξιομνημόνευτο.
Ο απελευθερωτικός αγώνας του 1821 διεξήχθη κάτω από αντίξοες συνθήκες και με συνεχή αναδιάταξη δεδομένων, τα οποία συνδυαστικά με τον ιδιόμορφο χαρακτήρα των Ελλήνων απειλούσαν συνεχώς την ευόδωση της πορείας του. Εξ ανάγκης οι προτεραιότητες αφορούσαν στην κάλυψη των στρατιωτικών και δημοσιονομικών αναγκών και ελάχιστα στην αντιμετώπιση θεμάτων δημόσιας υγείας, υγειονομικής περίθαλψης και ιατροκοινωνικής πρόνοιας.
Η Υπηρεσία Επιμελητείας η οποία συγκροτήθηκε αμέσως μετά την έναρξη της επανάστασης, ώστε να διασφαλιστεί ο εφοδιασμός σε όπλα, πολεμοφόδια και τρόφιμα, καθώς και η τακτικότητα της μισθοδοσίας των ενόπλων, ελάχιστα ασχολήθηκε με την προμήθεια σε υγειονομικό υλικό και φάρμακα. Όταν, μάλιστα, κατά την πορεία του αγώνα οι εισροές πόρων ελαχιστοποιήθηκαν, τότε κατέστη ελλιπέστατη έως ανύπαρκτη η διοικητική μέριμνα στα πεδία της σίτισης και της υγειονομικής περίθαλψης.

Τα προαναφερθέντα δικαιολογούν τις ανεπαρκείς υποδομές νοσηλευτικής φροντίδας, τον περιορισμένο αριθμό του υγειονομικού προσωπικού και τις σοβαρές ελλείψεις σε φαρμακοεπιδεσμικό υλικό, αναδεικνύοντας παράλληλα τη δύναμη ψυχής των ιατρών εκείνων που προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στον αγώνα. Κυρίως, όμως, αναδεικνύουν την πίστη του σκλαβωμένου γένους για το όραμα της ελευθερίας, το οποίο με τις στερήσεις, τους αγώνες και το αίμα έγινε πράξη, επιβεβαιώνοντας τους στίχους:
«…Η μεγαλοσύνη στα Έθνη δεν μετριέται με το στρέμμα,
με της καρδιάς το πύρωμα μετριέται και το αίμα».


ΕΘΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ, ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2011

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου