Πέμπτη 16 Μαΐου 2024

Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΣΚΡΑ (16 - 18 ΜΑΪΟΥ 1918) ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΛΙΟ ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΟ ΤΗΣ ΣΤ' ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ (ΑΘΗΝΑΙ 1955)

ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΟΝ
ΣΤ΄ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ
ΕΥΑΓΓ. Π. ΦΩΤΙΑΔΟΥ – ΗΛΙΑ Π. ΜΗΝΙΑΤΗ/
Γ. ΜΕΓΑ – Δ. ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΟΥ/
Θ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΥ
ΑΘΗΝΑΙ 1955

Ἡ ἁμαξοστοιχία ἀνέλαβε τὸν μέγαν ἆθλον νὰ μᾶς μεταφέρῃ ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκην εἰς τὸν σταθμὸν τῆς Γουμενίτσης, τελευταῖον ὅριον τοῦ Μακεδονικοῦ μετώπου. Ἡ ἁμαξοστοιχία αὕτη ἐδικαιολόγει κατὰ τοῦτο μόνον τὴν ὀνομασίαν της, ὅτι ἐχρησιμοποίει ὡς κινητήριον δύναμιν τὸν ἀτμὸν καὶ ὅτι ἐκυλίετο ἐπὶ σιδηροτροχιῶν.
Κατὰ τὰ ἄλλα ἦτο μία κιβωτός, ὅπου ἄνθρωποι, κτήνη, τηλεβόλα, μυδραλλιοβόλα, πυρομαχικά, χειρουργεῖα, φορεῖα ἐσχημάτιζον ὁλόκληοον πολεμικὸν μτωπον. Ὠχρὰ καί ἀμφίβολα ἐφαίνοντο τὰ πρῶτα ἄστρα εἰς τὸν οὐρανόν, ὅταν ἐγκατελείψαμεν τὴν Θεσσαλονίκην.
Ἐσπεύδομεν νὰ προλάβωμεν τὴν μάχην, ἡ ὁποία προωρίζετο νὰ στεφανώσῃ μὲ νέους κλώνους δάφνης τὴν ἀδάμαστον Ἑλληνικὴν λόγχην. Ἐφθάσαμεν κατὰ τὸ πρῶτον ἥμισυ τῆς πρωΐας εἰς Βοέμιτσαν, μικρὸν χωρίον κατάφυτον, ὅπως τὰ πλεῖστα τῶν Μακεδονικῶν. Ἡπλοῦτο ὑπὸ τὸν ἀνώνυμον λόφον, ὁ ὁποῖος σήμερον ἔχει τὴν τιμὴν/ νὰ φυλάττῃ τὰ ὀστᾶ τόσων ἡρώων. Πυκνὰ καὶ μαῦρα σύννεφα ἐκάλυπτον τὸν οὐρανόν. Ἡ ἀτμόσφαιρα ἦτο βαρεῖα, καταθλιπτική. Ὁ ἀὴρ ἐνέκλειε τὴν χαρακτηριστικὴν ἐκείνην ὀσμήν, ἡ ὁποία προηγεῖται τῆς θυέλλης. Ἡ βροντὴ ἀνεμειγνύετο με τὸν κρότον τῶν τηλεβόλων.
Ἡ μάχη, εἶχεν ἤδη ἀρχίσει.
Ἡ μικρὰ πλατεῖα τῆς Βοεμίτσης ἐστεγάζετο ὑπὸ πυκνὸν φύλλωμα πανυψήλων αἰωνοβίων δένδρων.
Εἰς τὰς σκολιὰς ὁδούς της ἡ κίνησις ἦτο καταπληκτική. Τὸ χωρίον ἐχρησίμευεν ὡς ἀκραῖος σταθμὸς τοῦ μετώπου. Καὶ εἶναι ἀρκετὸν τοῦτο διὰ νὰ ἐξηγήσῃ τὴν κίνησιν. Ἰατροὶ ἰδικοί μας καὶ σύμμαχοι, νοσοκόμοι, ἀδελφαὶ τοῦ ἐλέους μὲ τὴν πάλλευκον στολὴν καὶ τὴν κυανῆν καλύπτραν. Μεταγωγικὰ αὐτοκίνητα, φορητὰ χειρουργεῖα διήρχοντο μὲ ταχύτητα κινηματογραφικῆς ταινίας. Καὶ εἰς ὅλων τὰ πρόσωπα ἡ ἀγωνία, ὁ πυρετὸς τῆς εἰδήσεως, ἡ ἀδημονία διὰ τὴ ἔκβασιν τῆς μάχης ἀπετυποῦντο καθαρῶς.
Ἐπὶ τέλους τὸ πρῶτον αὐτοκίνητον ἐφάνη ἐρχόμενον. Τὸ τηλεβόλον δὲν ἠκούετο πλέον παρὰ κατὰ ἀραιὰ διαλείμματα.
Φαίνεται ὅτι τὸ ἔργον εἶχε τελειώσει. Ὅλοι ὅσοιεὑρισκόμεθα τὴν στιγμὴν ἐκείνην εἰς τὴν μικρὰν πλατεῖαν ἐσπεύσαμεν πρὸς τὸν ὁδηγὸν τοῦ αὐτοκινήτου.
– Λοιπόν;
Ἐκεῖνος, εἰς τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ ὁποίου διετηρεῖτο ζωντανὴ ὁλόκληρος ἡ φρίκη τῶν δραμάτων, /τῶν ὁποίων πρὸ ὀλίγου ἦτο μάρτυς, ἀφῆκε μίαν μόνον λέξιν:
– Ἑνικήσαμεν.
Κατά τόν ἴδιον τρόπον εἶχεν ἀπαντήσει καὶ ὁ ἀρχαῖος Μαραθωνομάχος.
Ἐπροχώρησεν ἔπειτα πρὸς τὸ ὀπίσθιον μέρος τοῦ αὐτοκινήτου. Τὸ ἤνοιξε καὶ ἀφῆκε νὰ φανᾐ πρὸ τῶν ἐκπλήκτων ὀφθαλμῶν μας ἓν μικρὸν μέρος τοῦ φόρου, μὲ τὸν ὁποῖον εἴχομεν κερδίσει τὴν νίκην. Πέντε πτώματα ἀξιωματικῶν -ἔκειντο πλησίον ἀλλήλων. Ἡ κραυγὴ τοῦ θριάμβου, μὲ τὴν ὁποίαν ἤμεθα ἕτοιμοι νὰ χαιρετίσωμεν τὸ χαρμόσυνον ἄγγελμα, ἔμεινεν εἰς τὸ μέσον τοῦ λάρυγγός μας.
Μετὰ μίαν ὥραν διὰ τοῦ ἰδίου ἐκείνου αὐτοκινήτου ἔφθασα εἰς τὸ Μαῦρον Δένδρον ὅπου ἦτο ἡ ἕδρα τοῦ Στρατηγείου τοῦ Σώματος. Μόλις ἔφθασα, ἡ θύελλα εὑρίσκετο εἰς τὸ κορύφωμα τῆς μανίας της- καί ἡ μάχη εἶχε τελειώσει. Μόλις πρὸ ὀλίγου ἡ Μεραρχία Κρητῶν εἶχε καταλάβει καὶ τὸ τελευταῖον ἐχθρικὸν ὀχύρωμα. Ὁ ἐχθρὸς εἶχε συντριβᾐ καὶ κατεδιώκετο πλέον /ἀπὸ τὰ ἀραιὰ πυρὰ τοῦ πυροβολικοῦ. Ἡ νὺξ διῆλθε μὲ σφοδρὸν βομβαρδισμὸν τῶν ἐχθρικῶν θέσεων.
Τὴν ἑπομένην, κατὰ τὴν ἐπίσκεψίν μου εἰς τὰ νοσοκομεῖα, ἠδυνήθην νὰ ἀντιληφθῶ ἀκριβῶς διατὶ ἦτο ἀδύνατον νὰ νικηθῶμεν. Ἀξιωματικοὶ καὶ ὁπλῖται, οἱ ὁποῖοι ἔφερον περισσότερα τοῦ ἑνὸς τραύματα, ἐξηπλωμένοι εἰς τὰς κλίνας των, ἔλεγον μεταξύ των τὰς ἐντυπώσεις των ἐκ τῆς μάχης.
Συνεζήτουν περὶ τῆς μάχης ὡς περὶ συνήθους κα- θημερινοῦ στρατιωτικοῦ γυμνασίου. Καμμία ὑπερηφάνεια. Μὲ φωνήν,τὴν ὁποία ἐκράτει ὁ πόνος, διηγοῦντο ἁπλᾶ καὶ ταπεινὰ πῶς εἶχον ἐξορμήσει χθὲς ἀπὸ τὰς θέσεις των. Πολὺ πρὸ τῆς ἀνατολῆς τῆς ἡμέρας -εἶχον ὑπερπηδήσει σειρὰς ὁλοκλήρους συρματοπλεγμάτων. Εἶχον περιφρονήσει τὰ πυρὰ τοῦ ἐχθροῦ.
Εἶχον προχωρήσει σκορπίζοντες διὰ τῶν χειροβομβίδων τὸν θάνατον. Εἰς μία στιγμὴν εἶχον λησμονήσει ὅλα τὰ σοφὰ διδάγματα τῶ ἀρχηγῶν των καὶ εἶχον ἀναθέσει εἰς τὴν λόγχην τὴν νίκη.
Τὰ ὄρη καὶ οἱ λόφοι εἶχον ἀλλάξει σχῆμα μὲ τὴν θύελλαν τῶν ὀβίδων. Ἡ γῆ εἶχεν ἀνασκαφῆ. Καὶ ὁ Ἕλλην ὁπλίτης, ὁ ἀφανὴς καὶ ἔνδοξος οὗτος ἥρως, εἶχε περάσει διὰ μέσου τῆς κολάσεως τοῦ πυρὸς ἀπαθὴς καὶ ἀτάραχος, ὡς εἰς ἡμέραν παρατάξεως…

Εἶχε νικήσει τοὺς Βουλγάρους.
.
Ἐφημερὶς «Ἐλεύθερος Τύπος» Γεώργιος Βραχηνὸς (Διασκευὴ)


ΑΝΤΕΧΟΥΜΕ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου