Δευτέρα 16 Απριλίου 2018

ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΖΗΣ : ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ, Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΟΥ 2005 - 2ον

Του Ιωάννου Μάζη
Καθηγητού Οικονομικής Γεωγραφίας και Γεωπολιτικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιον Αθηνών.


Ανάγκη δημιουργίας Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας στην Ελλάδα

α. Γιατί χρειάζεται;

«Ας μην γελιόμαστε. Καλή κατασκοπία δεν σημαίνει αναγκαστικά και καλή πολιτική. Ούτε πάλι και η καλή πολιτική έχει ως αποτέλεσμα μια καλή υπηρεσία κατασκοπίας. Τα βήματα είναι μικρά, αργά και σταθερά. Τα πυροτεχνήματα δεν τα συναντά κανείς συχνά»: Richard Kerr, υποδιευθυντής της CIA, μιλώντας σε συγκέντρωση αξιωματούχων των μυστικών υπηρεσιών στο Plovdiv της Βουλγαρίας, στις 18/5/2000.
Τα παραπάνω υπογραμμίζουν ένα σταθερό πρόβλημα στην χάραξη πολιτικής, το οποίο στην ουσία του έχει να κάνει αφενός με την σταθερότητα των δομών που χαράσσουν πολιτική σε θεσμικό (δηλαδή μόνιμο) επίπεδο, και αφετέρου την ύπαρξη ιστορικής μνήμης στο εσωτερικό των δομών αυτών, ικανής να οδηγήσει στην δημιουργία πολιτικών που αφορούν το σύνολο των δραστηριοτήτων που αποτελούν το ιστό ασφαλείας μιας χώρας. Επιγραμματικά, ένα Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας χρειάζεται για τους παρακάτω λόγους:
(i) Την αδιάλειπτη λειτουργία των βασικών μηχανισμών εξωτερικής, αμυντικής και λοιπών πολιτικών που αποτελούν τον σκελετό της ασφάλειας μιας χώρας.
(ii) Την κατά συνέπεια εξασφάλιση της «ιστορικής μνήμης» των δομών που ενεργοποιούνται στο παραπάνω πλαίσιο, μέσω της δημιουργίας ενός πυρήνα ο οποίος δεν θα διασκορπίζεται με κάθε κυβερνητική μεταβολή, είτε αυτή αφορά εναλλαγή κομμάτων, είτε προσωπικοτήτων από το ίδιο κόμμα.
(iii) Ύπαρξη ενός θεσμού ο οποίος σε καταστάσεις κρίσεως ιδιαιτέρως σοβαρών θα έχει την ευθύνη συντονισμού των δραστηριοτήτων επί μέρους οργάνων, ούτως ώστε να αποκλείεται η πολυφωνία και η καθυστέρηση στην πρόταση επιλογών και παρουσίαση σημαντικών προβλημάτων προς το ανώτατο πολιτειακό και κυβερνητικό επίπεδο. Δηλαδή θα αποφευχθεί η ασυντόνιστη και αναξιολόγητη παρουσίαση προς τις ανώτατες κρατικές (κυβερνητικές και πολιτειακές) αρχές κάποιων επιλογών και προβλημάτων που δημιουργούνται κατά την ροή των γεγονότων, όπως αυτά εντοπίζονται από τα εκάστοτε αρμόδια όργανα που δρούν με διαφορετικό χρονικό ορίζοντα το καθένα.
Άλλη αντίληψη του χρόνου έχει κατά την διάρκεια μίας κρίσεως η ΔΕΗ παραδείγματος χάριν, και τελείως διαφορετική το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας. Ιδιαίτερα όταν οι αρχές αυτές στις συγκεκριμένες περιπτώσεις προβλημάτων και κρίσεων χαρακτηρίζονται από στενότητα χρόνου αντιδράσεων και αποφάσεων και η ικανότητα τους για ψύχραιμη και αντικειμενικώς ορθή αντίδραση μειώνεται παρατεινομένης της κρίσεως, ο συντονισμός από ένα τρίτο όργανο αποκτά μεγάλη και ουσιώδη βαρύτητα.
(iv) Σε περιόδους φυσιολογικής διαχειρίσεως των κρατικών ζητημάτων, το Σ.Ε.Α. θα δύναται να συνθέτει το σύνολο των κρατικών ικανοτήτων με αντικείμενο την εκπόνηση σεναρίων για την αντιμετώπιση δυνητικών κρίσεων, υπολογίζοντας πιθανές παραλλαγές των σεναρίων, και παράγοντας μια «βιβλιοθήκη σεναρίων», τα οποία θα μπορούν ταχύτατα να επικαιροποιηθούν με την προσθήκη νέων στοιχείων κατά την περίοδο της εμφανίσεως της κρίσεως. Δηλαδή θα τροφοδοτείται με στοιχεία από όλες τις υπηρεσίες του κράτους που αποτελούν συστατικά μέρη του, με την ευρεία έννοια, ιστού ασφαλείας της χώρας, τα οποία θα αξιολογεί και χρησιμοποιεί για την εκπόνηση σεναρίων αλλά και την κατά το δυνατόν έγκαιρη διάγνωση δυνητικών απειλών.
(v) Θα ενεργεί ως κέντρο εκπαιδεύσεως των ηγεσιών των κυρίων κρατικών οργανισμών που εμπλέκονται στην συνολική ασφάλεια του κράτους, παρέχοντας γνώσεις και σενάρια ασκήσεων προς αντιμετώπιση θεμελιωδών συστημικών κρίσεων (το κράτος νοείται ως σύστημα, το οποίο δέχεται την μεγαλύτερη συστημική αποσταθεροποίηση, όταν ένας αριθμός θεμελιωδών δομών του τίθενται σε δοκιμασία από εξωγενείς ή ενδογενείς παράγοντες). Ουσιαστικά διδάσκει τις ηγεσίες να ενεργούν συνδυασμένα, ενώ ταυτόχρονα επιτρέπει μέσω αυτών των σεναρίων ασκήσεων να αντιληφθεί η κάθε ηγεσία τα συνολικότερα προβλήματα που υφίστανται στο επίπεδο ασφαλείας της χώρας κατά την διάρκεια μίας συστημικής κρίσεως.
(vi) Το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας θα επιτρέπει την συνολική αξιολόγηση του μεγέθους και της βαρύτητος των προβλημάτων που αντιμετωπίζει το σύστημα –Κράτος, διότι τα σενάρια επιβάλλεται να διακρίνουν με ποσοτική και ποιοτική ακρίβεια και άνευ ιδεολογικών προκαταλήψεων τα προβλήματα που εντοπίζονται στις επί μέρους δομές του κράτους-συστήματος.
(vii) Το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας θα είναι υπεύθυνο για την εκπόνηση του Δόγματος Εθνικής Ασφαλείας της χώρας, το οποίο και ενσωματώνει όλες τις εκτιμήσεις και προβλέψεις που αναδεικνύονται από τα εκπονούμενα από αυτό, όπως ανεφέρθη στα σημεία 4 και 5 ανωτέρω.
Το Συμβούλιο θα έχει συνεπώς ως κύρια αποστολή την στρατηγική αξιολόγηση των απειλών στην εθνική ασφάλεια, την εκπόνηση σεναρίων σχετικά με τις απειλές αυτές και τους τρόπους αντιμετωπίσεως των, την παροχή εκπαιδευτικών σεναρίων για τον ίδιο λόγο προς τις κύριες κρατικές δομές (υπουργεία, οργανισμοί, κ.λπ.), την ενημέρωση της ανωτάτης κυβερνητικής ηγεσίας αναφορικώς με αυτά τα θέματα σε μόνιμη βάση, καθώς και τον συντονισμό σε ανώτατο επίπεδο των κρατικών δομών σε καταστάσεις κρίσεως, ενεργώντας ως ενδιάμεσος σύμβουλος μεταξύ ΚΥΣΕΑ και λοιπής κρατικής γραφειοκρατίας.

β. Τι είναι εθνική ασφάλεια;

Ο κλασσικός ορισμός του όρου δίδεται από τον Buzan στο βιβλίο “People, States and Fear.” Ουσιαστικά ο όρος αφορά την προστασία, τουλάχιστον, της ισχύος του κράτους, μέσω της προστασίας και ενισχύσεως, όταν αυτό είναι δυνατόν, των διαστάσεων της ισχύος του: οικονομική, τεχνολογική, στρατιωτική, πολιτιστική, πολιτική, γεωγραφική, και ανθρώπινη.
Από λειτουργική άποψη, όσο λιγότερες διαστάσεις ισχύος διαθέτει μια χώρα τόσο περισσότερο ευάλωτη καθίσταται σε σοβαρές μεταβολές του γεωστρατηγικού status quo, και τόσο περισσότερο αναγκάζεται να καταφεύγει στη σπάταλη των διαστάσεων ισχύος που διαθέτει, είτε λόγω της υπερβολικής χρήσεώς των, είτε αντανακλαστικά: οι δυνητικοί αντίπαλοι τελειοποιούν την τεχνική τους εστιάζοντας στην περιορισμένη γκάμα ικανοτήτων του αντιπάλου, με βάση τα διδάγματα της στρατηγικής θεωρίας.
Κλασσικότατο παράδειγμα η Τουρκία, η οποία χρησιμοποιεί ως κύριο νόμισμα στις διεθνείς της σχέσεις τις ένοπλες δυνάμεις της, την γεωγραφική της θέση που έχει σημαντική απήχηση στις ναυτικές δυνάμεις (ΗΠΑ, ΗΒ) που διακρίνονται για την sine qua non ανάγκη χερσαίας αγκιστρώσεως της ισχύος τους, και την μάζα του πληθυσμού της σε συνδυασμό με το νεαρό του μέσου όρου ηλικίας του.

γ. Ποια είναι η θεσμική θέση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας;

Με βάση τα διεθνή δεδομένα (ΗΠΑ, Τουρκία, Κίνα, Ρωσία, Γαλλία και Ηνωμένο Βασίλειο, κυρίως), το Συμβούλιο αναφέρει στον, και ελέγχεται από τον, ανώτατο πολιτειακό άρχοντα που ασκεί εκτελεστική εξουσία, ή από άλλο άτομο που είναι μέλος της εκτελεστικής εξουσίας και έχει εξουσιοδοτηθεί για τον σκοπό αυτό απευθείας από τον ανώτατο εκτελεστικό άρχοντα. Αυτό επιδιώκεται για απλούστατους λόγους.
Αφενός αποτρέπεται η ανάπτυξη ανταγωνιστικών σχέσεων μεταξύ του Συμβουλίου και άλλων κρατικών γραφειοκρατικών δομών, που θα είχαν ως αποτέλεσμα την μη έγκαιρη, και κατά το δυνατόν έγκυρη, επικοινωνία με την ανώτατη εκτελεστική εξουσία. Αφετέρου καθίσταται ευχερέστατο σε περιόδους κρίσεως το Ανώτατο Κυβερνητικό Συμβούλιο (ΚΥΣΕΑ με διευρυμένη σύνθεση) να έχει άμεση ενημέρωση για το σύνολο των πτυχών που επηρεάζουν τους συντελεστές ισχύος της χώρας, και ως εκ τούτου δύναται να διαμορφώσει αποφάσεις που λαμβάνουν υπόψιν το σύνολο των παραμέτρων, χωρίς να χρειάζεται να παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα.
Επίσης, αποφεύγεται και η πρόκληση συγχύσεως από συγκρουόμενες χρονικά και θεματικά αναφορές. Αυτό επιτυγχάνεται διότι η σύνθεση του Συμβουλίου επιτρέπει την συνεχή ροή και επεξεργασία πληροφοριών και δεδομένων, ήδη από τον καιρό της ομαλής διαχειρίσεως των κρατικών υποθέσεων. Επιπλέον η οργανική του εξάρτηση αποκλειστικά από τον Πρωθυπουργό επιτρέπει την αποφυγή εσωτερικών γραφειοκρατικών διαμαχών, που εύκολα θα περιόριζαν την ροή των απαραιτήτων πληροφοριών, οι οποίες είναι ουσιώδεις για την λειτουργία του συμβουλίου.

δ. Ποια είναι η σύνθεση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας;

Ενδεικτικά, και με βάση τα δημοσιευμένα στοιχεία τα αφορούντα ανάλογα όργανα διεθνώς, το βαθμό αποτελεσματικότητας αυτών των οργάνων, καθώς και τα προβλήματα που ανιχνεύθηκαν συνεπεία διάφορων κρίσεων στις παρελθούσες δεκαετίες, η ακόλουθη δομή κρίνεται ως ενδεικνυόμενη για τα ελληνικά δεδομένα.
Επικεφαλής τίθεται ο εκάστοτε Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας, που θα διορίζεται στην θέση από τον εκάστοτε πρωθυπουργό, με θητεία πέντε ετών, ούτως ώστε να καλύπτεται και η μεταβατική περίοδος τυχόν κυβερνητικής αλλαγής. Εναλλακτικώς, η θητεία του μπορεί να είναι τετραετής, καθόσον αποτελεί πολιτική επιλογή του εκάστοτε πρωθυπουργού. Ο εκάστοτε Σύμβουλος αποτελεί ex officio μέλος του ΚΥΣΕΑ, χωρίς δικαίωμα ψήφου, ενώ μαζί με τον Α/ΓΕΕΘΑ, τον Διοικητή της ΕΥΠ, τον Αρχηγό της ΕΛΑΣ, τον Αρχηγό του Λιμενικού Σώματος, τον Αρχηγό της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, τον Διοικητή της Υπηρεσίας Πολιτικής Προστασίας, και τον Διευθυντή της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας αποτελούν το ανώτατο συντονιστικό όργανο χειρισμού κρίσεων σε υπηρεσιακό επίπεδο κατά την περίοδο της ειρήνης. Σε περιόδους πιθανού πολέμου διαφοροποιείται η δομή, αλλά αυτό ακολουθεί μια άλλη λογική, που υπαγορεύεται από το ισχύον Δόγμα Εθνικής Ασφαλείας της χώρας.
Ως Γραμματέας του Σ.Ε.Α. ορίζεται άτομο επιλεγμένο από τον πρωθυπουργό, με θητεία όχι μικρότερη των οκτώ ετών, η επικύρωση του οποίου θα γίνεται από την επιτροπή Εξωτερικών και Άμυνας της Βουλής. Πρόκειται για τεχνοκρατική θέση, με καθήκοντα παρόμοια με αυτά του Συμβούλου, και στόχο την συνέχεια στην κορυφή του Συμβουλίου εάν για κάποιον λόγο ο Σύμβουλος δεν ασκεί τα καθήκοντά του. Λόγω της τεχνοκρατικής φύσεως της θέσεως, είναι πρόσφορο το συγκεκριμένο αξίωμα να αποτελεί την «θεσμική» μνήμη του οργάνου στο ανώτατο επίπεδο.
Υπογραμμίζεται ότι για την απρόσκοπτη λειτουργία του Συμβουλίου, είναι απαραίτητο οι θητείες να ολοκληρώνονται ημερολογιακά, και όχι πολιτικά. Η δε ανανέωση τους να είναι δυνατή χωρίς χρονικό περιορισμό ως προς το πόσες θητείες μπορούν να εκπληρώσουν.
Το προσωπικό του Συμβουλίου χωρίζεται σε δυο κύριες κατηγορίες: γραμματειακή υποστήριξη, και εκτελεστικό – ερευνητικό προσωπικό. Η πρώτη κατηγορία είναι προφανούς ασχολίας. Δέκα με δεκαπέντε άτομα είναι αρκετά για το πλήρες φάσμα ενεργειών που περικλείει η υποστήριξη αυτή. Η δεύτερη αποτελείται από δυο συνιστώσες: δημοσίους υπαλλήλους, που έχουν αποσπασθεί στο Συμβούλιο για τις ειδικές τους γνώσεις και δρουν παραλλήλως και ως συνδετικοί κρίκοι με τους οργανισμούς από τους οποίους προέρχονται.
Δηλαδή έχουν σταλεί από τους οργανισμούς οι Διοικητές των οποίων είναι και μέλη του Οργάνου Διαχειρίσεως Κρίσεων. Η άλλη συνιστώσα είναι εξειδικευμένοι ερευνητές, είτε αυτοί είναι ήδη δημόσιοι υπάλληλοι με την στενή ή ευρεία έννοια, είτε όχι, και εργάζονται για το Συμβούλιο στην εκπόνηση σεναρίων, την στρατηγική αξιολόγηση απειλών σε ζητήματα Εθνικής Ασφάλειας, καθώς και στην Διαχείριση Κρίσεων.
Στο εσωτερικό του Συμβουλίου θα δημιουργηθεί ένα Κέντρο Χειρισμού Κρίσεων, το οποίο θα στελεχώνεται από ανώτατους κρατικούς υπαλλήλους αποσπασμένους στο Συμβούλιο και τους πλέον έγκυρους και καταξιωμένους έλληνες ερευνητές Κρατικών ή/ και Ακαδημαϊκών Ερευνητικών Ινστιτούτων, ενώ θα προΐσταται ο Σύμβουλος, ο Γραμματέας και κατά περίπτωση θα συμμετέχουν οι επικεφαλείς ή υψηλόβαθμοι εντεταλμένοι των Οργανισμών και Υπηρεσιών που αναφέρονται στην τελευταία παράγραφο της τρίτης σελίδας του ανά χείρας εγγράφου.
Ο ρόλος του συγκεκριμένου Κέντρου συνίσταται στην αξιολόγηση και τον συγκερασμό των πληροφοριών σε μόνιμη βάση. Πληροφοριών που θα παρέχονται από τα υπόλοιπα κέντρα χειρισμού κρίσεων (Υ.ΕΘ.Α., Δ. Τάξεως, Υπ. Οικονομίας, ΥΠΕΧΩΔΕ, Υπ. Υγείας, Υπ. Συγκοινωνιών και Επικοινωνιών, Υ.Ε.Ν., Υπ. Εσωτερικών, ΥΠ.ΕΞ), προκειμένου να παράγεται μια συνθετική εικόνα στο ανώτατο κυβερνητικό επίπεδο καθώς και εναλλακτικές λύσεις που θα λαμβάνουν υπόψιν τους την γενική εικόνα της χώρας κατά την διάρκεια της κρίσεως.
Ανά πάσα στιγμή θα πρέπει να είναι γνωστό στο Κέντρο αυτό η κατάσταση των βασικών παραμέτρων λειτουργίας μιας σειράς ζωτικών για την λειτουργία της χώρας δικτύων: συγκοινωνίες, επικοινωνίες, παραγωγή και διανομή ηλεκτρικής ενέργειας, καύσιμα, υδρεύσεις και αποχετεύσεις σε μείζονες αστικές συγκεντρώσεις, νοσοκομεία, δίκτυα διανομής τροφίμων, δευτερεύοντα δίκτυα βασικής διαβιώσεως (τα οποία και θα πρέπει να δημιουργηθούν αφού αυτή την στιγμή δεν υπάρχουν στην χώρα), αποθέματα και αποθηκεύσεις στρατηγικών υλικών και αναλωσίμων, κλπ. Είναι προφανές ότι για να επιτευχθεί αυτή η ροή πληροφοριών, πολλώ δε μάλλον σε περίοδο μεγάλης συστημικής κρίσεως, απαιτείται άρτια τεχνολογική υποδομή, ανεξάρτητη από τις υφισταμένες δομές, ικανή να λειτουργήσει υπό εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες.
Δηλαδή χρειάζεται να δημιουργηθεί ένα σύστημα C4I (διοίκηση, έλεγχος, επικοινωνίες, ψηφιακή υπολογιστική, και πληροφορίες) δεσμευμένο στις ανάγκες του Κέντρου Χειρισμού Κρίσεων, μέσω δεσμευμένων κυκλωμάτων, ανεξάρτητων από τα εμπορικά διαθέσιμα κυκλώματα τα οποία εκ της φύσεώς των είναι τα πρώτα που καταρρέουν σε περιόδους κρίσεων (π.χ. κατάρρευση τηλεπικοινωνιών στον σεισμό της Αθήνας λόγω μεγάλου φόρτου, και σχεδίαση κυκλωμάτων με εμπορικά κριτήρια που αποκλείουν την δυνατότητα εγκαταστάσεων που δεν αποσβέννυνται εμπορικά).
Ενδείκνυται, με βάση τα παραπάνω, η διάρκεια των αποσπάσεων και των συμβάσεων του προσωπικού που αποτελεί τον ερευνητικό – εκτελεστικό βραχίονα, να είναι τουλάχιστον πενταετής, και ίσως επταετής. Σε ιδανικές συνθήκες, το προσωπικό αυτό θα είχε έναν δεκαετή κύκλο, που εξασφαλίζει ταυτόχρονα και την μέγιστη εξοικείωση με το σύστημα – χώρα, και την αποφυγή της κακώς εννοούμενης νοοτροπίας της «μονιμότητος».
Επιπλέον θα ήταν δυνατόν να ενσωματωθεί μία περίοδος δύο ετών, για την εκπαίδευση και πλήρη εξοικείωση των νέων στελεχών, ενώ θα ήταν πιο εύκολο να ενσωματωθεί και η περαιτέρω επιμόρφωση των στελεχών, δημιουργώντας ένα σύνολο εξειδικευμένων ατόμων, έτοιμων να επεκτείνουν γεωγραφικώς τις δραστηριότητες του Συμβουλίου εάν αυτό κριθεί απαραίτητο κατά την διάρκεια μίας κρίσεως. Κατ’ αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται η δημιουργία επαρκούς ποσοτικώς και ποιοτικώς (όσον αφορά την γνώση των θεμάτων που μελετήθηκαν και την εξέλιξη τους) προσωπικού, το οποίο δύναται να αφοσιωθεί στην διαρκή αξιολόγηση και σύνθεση, και την επακόλουθη παραγωγή σεναρίων και σχεδίων.
Βασική αρχή για την λειτουργία του οργάνου, πρέπει να είναι ο περιορισμένος αριθμός των μονίμων στελεχών (δεκαετούς κύκλου) του Συμβουλίου, καθώς και η χρήση εξωτερικής τεχνογνωσίας όταν είναι απαραίτητο. Με βάση τα ελληνικά δεδομένα εκτιμάται ότι για την λειτουργία του Συμβουλίου με βέλτιστη απόδοση, χρειάζονται από πενήντα έως εβδομήντα άτομα ( Σύμβουλος, Γραμματέας, προσωπικό δεκαετούς κύκλου και γραμματειακή υποστήριξη), πλέον εξωτερικών συνεργατών για εξειδικευμένες μελέτες που ανακύπτουν κατά περίπτωση.

SLPRESS
ΑΙΩΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου