Τρίτη 7 Νοεμβρίου 2017

Η «ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ» ΤΩΝ ΝΗΣΙΩΝ ΤΟΥ Β.Α. ΑΙΓΑΙΟΥ ΤΟ 1912-1913

Του Στρατή Χαραλάμπους
Αντγου ε.α.
Μέλους της «Εταιρείας Λεσβιακών Μελετών»


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ιστορία του Ελληνικού έθνους , τόμος ΙΕ , Εκδοτική Αθηνών , 1974-78.
Λεσβιακά , τόμος ΚΔ , Μυτιλήνη 2014.
Διεθνείς Πολιτικές και Στρατιωτικές Συνθήκες , ΔΕΚ/ΓΕΣ Αθήνα 1980 .
Η Ελλάδα στο Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο , Γ. Λεονταρίτη , ΜΙΕΤ .
Η Ιστορία του Εθνικού Διχασμού (1915-35) , Εθνικός Κήρυκας , Αθήνα 1953 .
Ο Εθνικός Διχασμός 1915-16 , Γ. Μαυροκορδάτου , Αθήνα 2016 .
Η Πολιτική του Κινήματος «Ένωση και Πρόοδος» για τις Μειονότητες , Πανεπιστήμιο 9ης Σεπτεμβρίου , Σμύρνη .
Οι Διωγμοί των Ελλήνων στη Θράκη και Μικρά Ασία , Οικουμενικό Πατριαρχείο , 1919 .

 
Συμπληρώνονται 105 χρόνια   από την ένδοξη περίοδο του Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου  του 1912 , όταν  «φύσηξε ο άνεμος της ελευθερίας» στη βορειανατολική γωνιά του Αιγαίου πελάγους και  διαδοχικά απελευθερώθηκαν από τη   σκλαβιά  , που κράτησε για περίπου τέσσερις και πλέον αιώνες και  κυμάτισε η γαλανόλευκη στα νησιά Λήμνο-Ίμβρο-Θάσο-Σαμοθράκη-Ψαρά-Τένεδο -Ικαρία-Λέσβο και Χίο .
Στη Μυτιλήνη η γαλανόλευκη  υψώθηκε στο Διοικητήριο (σημερινή Γραμματεία Αιγαίου)  τις μεταμεσημβρινές ώρες της 8ης Νοεμβρίου ημέρα Πέμπτη  από άγημα του πολεμικού ναυτικού και διαδοχικά , μετά από ανάπαυλα περίπου ενός μηνός  , σ’ όλη τη Λεσβιακή γη   μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου 1912 .  Προηγήθηκε στις 8 Δεκεμβρίου η ήττα του   οθωμανικού στρατού στη μάχη του Κλαπάδου από τον ελληνικό στρατό και η παράδοση του Νησιού από τον τούρκο στρατιωτικό διοικητή .
Ενώ στρατιωτικά η απελευθέρωση των Νησιών ήταν εύκολη υπόθεση ,  λόγω έλλειψης σοβαρής  αμυντικής θωράκισης εκ μέρους της οθωμανικής αυτοκρατορίας και λόγω της υπεροχής  του ελληνικού πολεμικού ναυτικού (πρόσκτηση θωρηκτού «Αβέρωφ» ) , δεν συνέβηκε το ίδιο  με τη   νομική κατοχύρωση ( De jure )  της ελληνικής κυριαρχίας  ,  που De facto επιβλήθηκε με τα ελληνικά όπλα . 



Στην Οθωμανική αυτοκρατορία από το 1908 πολιτικά κυριαρχούσε το  κίνημα «Ένωση και Πρόοδος – İttihat ve Terakkı Cemiyeti»   γνωστό και ως κίνημα των Νεότουρκων-Jön Türkler ,   το οποίο  ανάγκασε το 1908 το Σουλτάνο Αβδούλχαμιτ  να θέσει σε ισχύ το Σύνταγμα του 1876 ( II. Meşrutiyet ) . Μετά τη λήξη των βαλκανικών πολέμων το 1913 ,  το Κομιτάτο ανέλαβε πλήρως την εξουσία ( κυβέρνηση από μέλη του κινήματος με πρωθυπουργό τον Said Halim Paşa )   και πέτυχε την ανακατάληψη της Ανατολικής Θράκης  ,  μετά τη ήττα της Βουλγαρίας στον Β’ Βαλκανικό πόλεμο . Παράλληλα προσκάλεσε  γερμανική στρατιωτική αποστολή με επικεφαλής τον στρατηγό Λίμαν φον Σάντερς για την αναδιοργάνωση του στρατού και παρήγγειλε σε  Αγγλικά ναυπηγεία το τελειότερο θωρηκτό της εποχής το « Sultan Osman»  μαζί με το θωρηκτό «Resadiye» . Στόχος , σύμφωνα με τις δηλώσεις των τούρκων αξιωματούχων , ήταν η ανακατάληψη των Νησιών του Β. Α. Αιγαίου  , τα οποία έκριναν ως  απαραίτητα για την άμυνα των Στενών και της Ανατολής (Μικράς Ασίας ) . 

Τουρκική  Κωλυσιεργία
Κατά τη σύναψη της Συνθήκης του Λονδίνου (30 Μαΐου 1913 ) , με την οποία τερματίστηκε ο Α’ Βαλκανικός Πόλεμος , η Οθωμανική αυτοκρατορία αρνήθηκε να συζητήσει το θέμα   των Νησιών και τελικά  με τη   σύμφωνη γνώμη των συμβαλλόμενων μερών (Βαλκανικά κράτη-Οθωμ. Αυτοκρατορία )   με το άρθρο 5 , ανέθεσε  στις Μεγάλες Δυνάμεις να αποφασίσουν για το καθεστώς  των Νησιών ,   πλην της Κρήτης και   του Αγίου όρους . Φάνηκε  όμως η πρόθεση των Μεγάλων Δυνάμεων να συνδέσουν το θέμα με το Βορειοηπειρωτικό ( δημιουργία  αλβανικού κράτους ).
Η  άρνηση της Τουρκίας να συζητήσει το θέμα συνεχίστηκε και κατά τη σύναψη της Συνθήκης των Αθηνών (14 Νοε 1913 ) με την οποία τερματίστηκε η εμπόλεμη κατάσταση μεταξύ Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και Ελλάδος .Άλλα  ούτε και στις ξεχωριστές  συνθήκες των βαλκανικών κρατών με την Υψηλή Πύλη τέθηκε το θέμα των Νησιών . Ήταν πασιφανές ότι η τουρκική πλευρά προσπαθούσε να κερδίσει χρόνο και να δημιουργήσει τις συνθήκες εκείνες που θα  επέτρεπαν την ανακατάληψη των Νησιών . Παράλληλα προετοίμαζε το σχέδιο εκδίωξης των χριστιανικών πληθυσμών από τα εδάφη της με στόχο να πετύχει την  εθνική ομοιογένεια .

   

Διπλωματικές Ενέργειες της Αθήνας 

Στην Αθήνα ήταν έκδηλη η ανησυχία του πρωθυπουργού  Βενιζέλου , ο οποίος  παράλληλα με την ένταξη των απελευθερωθέντων εδαφών  στον εθνικό κορμό ( αυξήθηκε το έδαφος κατά 93% και ο πληθυσμός κατά 77% ) και την      επίλυση των θεμάτων    που    ανέκυψαν  (απαλλοτρίωση τσιφλικιών κλπ ) επειγόταν  να κλείσει το Νησιωτικό ,  λόγω της επικείμενης απώλειας της ναυτικής υπεροχής στο Αιγαίο .
Ο πρωθυπουργός  προτιμούσε  τις προσωπικές επαφές για τη  διευθέτηση των προβλημάτων   και για τούτο ξεκίνησε περιοδεία από 6 Ιαν μέχρι 14       Φεβ 1914 ,  σε Ρώμη , Παρίσι , Λονδίνο , Βερολίνο , Βιέννη , Αγία Πετρούπολη , Βελιγράδι και Βουκουρέστι ,  με στόχο την προμήθεια πολεμικών σκαφών από την  Αγγλία και την πραγματοποίηση ναυτικής επίδειξης στο Αιγαίο από τους Στόλους   των Μεγάλων Δυνάμεων     σε    συνεργασία με το ελληνικό, ώστε να αναγκαστούν  οι τούρκοι  να συμβάλουν στην επίλυση  του θέματος   των Νησιών .   Τα αποτελέσματα ήταν αρνητικά , διότι ούτε υπήρχαν πλοία άμεσα διαθέσιμα και ούτε ήταν διατιθέμενες οι Μεγάλες Δυνάμεις να διακινδυνέψουν τα εμπορικά τους συμφέροντα με το κλείσιμο των Στενών .
Με τη λήξη της περιοδείας του Βενιζέλου στις 13 Φεβ 1914 οι Μεγάλες Δυνάμεις γνωστοποίησαν σε Κωνσταντινούπολη και Αθήνα την απόφαση τους για τα Νησιά “Όλα τα καταληφθέντα νησιά παραχωρούνται στην Ελλάδα πλην Ίμβρου , Τενέδου    και Καστελόριζου  , με την προϋπόθεση  της εκκένωσης της Βορείου Ηπείρου και του νησιού Σάσων … “ . Η  Βόρειος Ήπειρος το 1913 είχε καταληφθεί από την Ελλάδα και τώρα  εκβιαζόμενη   αναγκαζόταν να την εγκαταλείψει ,  προκειμένου να δημιουργηθεί αλβανικό κράτος που εξυπηρετούσε τα συμφέροντα της Ιταλίας και της Αυστρο-Ουγγαρίας .
Όπως ήταν αναμενόμενο η τουρκική πλευρά δεν αποδέχθηκε την απόφαση σε αντίθεση με την ελληνική πλευρά και στην προσπάθεια της να κερδίσει χρόνο ο πρωθυπουργός Said  Halim Paşa , στις  αρχές Μαρτίου 1914,   πρότεινε την ανταλλαγή της Χίου και της  Λέσβου με τα νησιά Ψαρά –Ικαρία –Λεβίδα-Αστυπάλαια-Κάρπαθο-Κάσο και Σάμο . Η τελευταία είχε κερδίσει μόνη της την αυτονομία και τα Δωδεκάνησα κατέχονταν από την Ιταλία , η οποία αρνιόταν να τα παραχωρήσει  . Ο  Βενιζέλος απέρριψε την απαράδεκτη πρόταση και αντιπρότεινε « η ελληνική κυριαρχία στα νησιά να μην αμφισβητηθεί και να παραμείνουν Οθωμανοί επίτροποι αντί πρόξενοι»  , όπως ήταν φυσικό απορρίφτηκε από τη κυβέρνηση των Νεότουρκων .


Τον Απρίλιο του 1914  κατόπιν παράκλησης του Βενιζέλου η Ρουμανία ανέλαβε πρωτοβουλία για επίλυση του θέματος . Ο Βενιζέλος ζήτησε από την τουρκική πλευρά να προτείνει νησιά ίσης έκτασης , πληθυσμού και εισοδημάτων με τη Χίο –Λέσβο και θα προσπαθούσε να περάσει  η ανταλλαγή από το υπουργικό συμβούλιο . Ευτυχώς η πρόταση από την Κωνσταντινούπολη δεν  έφθασε ποτέ και η  προσπάθεια του ρουμάνου στρατηγού Κοάντα απέτυχε . Είναι άξιο διερεύνησης με πόση ευκολία οι κυβερνώντες και εν προκειμένω ο  επιτυχημένος πολιτικός Ελευθέριος  Βενιζέλος  προτείνουν ανταλλαγές εδαφών και πληθυσμών . Μόνη εξήγηση για τον Εθνάρχη Βενιζέλο είναι ότι πιθανόν είχε πληροφόρηση για τον επικείμενο πόλεμο και ήθελε να ευρεθεί η  Ελλάδα με λυμένα τα προβλήματα  , προκειμένου να ταχθεί στο πλευρό εκείνο που θα τη βοηθούσε να εκπληρώσει τη Μεγάλη Ιδέα.

Γερμανική Πρωτοβουλία
Την ίδια περίοδο  με την ευκαιρία της  διαμονής του Κάιζερ και του γερμανού καγκελάριου στην Κέρκυρα ξεκίνησε  η γερμανική πρωτοβουλία για την  επίλυση του Νησιωτικού . Στο νησί βρέθηκαν και οι γερμανοί πρέσβεις σε Αθήνα και  Κωνσταντινούπολη καθώς και η πολιτειακή και πολιτική ηγεσία της Ελλάδας και ο ΥΠΕΞ Στρέιτ .  Η Γερμανία έχοντας καταστρώσει τα επεκτατικά της σχέδια θέλησε να μεσολαβήσει με την προοπτική να εντάξει και τις δύο  Χώρες στη συμμαχία της . Ο  Κάιζερ πρότεινε «την αναγνώριση της οθωμανικής επικυριαρχίας» και ο Βενιζέλος  υποσχέθηκε να πείσει το υπουργικό συμβούλιο και τη κοινή γνώμη,  με την προϋπόθεση να υπογραφεί μεταξύ Ελλάδος και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αμυντική συνθήκη συμμαχίας διάρκειας 5 ,10 ή 15 χρόνων ,  με την οποία θα εγγυόταν οι δύο Χώρες τα εδάφη τους στη Βαλκανική  .
Η  Γερμανία   δεν κατάφερε να πείσει την τουρκική κυβέρνηση  για την  πρόταση , εξάλλου νέα δεδομένα προέκυψαν  που χειροτέρεψαν τις σχέσεις των δύο Χωρών . Οι Νεότουρκοι έθεσαν σε εφαρμογή το σχέδιο τους (πολλοί ιστορικοί αναφέρουν ότι εμπνευστής ήταν ο Λίμαν φον Σάντερς ) για εκδίωξη των ελλήνων  αρχικά από την Ανατολική Θράκη και  στη  συνέχεια από τα Στενά , Σμύρνη , Αϊβαλή , Αδραμύττιο κλπ .


Οι πρόσφυγες συνωστιζόταν στα νησιά του Αιγαίου και στα αστικά κέντρα της ηπειρωτικής Ελλάδας και αποτέλεσαν  ακόμη ένα πρόβλημα για την ελληνική κυβέρνηση ,  η οποία , πλέον των αναγκών στέγασης και διατροφής , «φαινόταν ανίκανη»  να τους  προστατέψει   από τη μανία των τούρκων . Ο  αριθμός των εκτοπισθέντων από την  Ανατολική Θράκη και τη  Δυτική Μικρά Ασία κατά το   λεγόμενο πρώτο  διωγμό, σύμφωνα με τις τουρκικές πηγές ανέρχεται σε 140 χλ περίπου . Σύμφωνα με έκθεση του Άγγλου προξένου Σμύρνης από τη  Δ. Μικρά Ασία εκδιώχθηκαν 134 χλ έλληνες και αν προστεθούν και οι περίπου 60 χλ -70 χλ της Α. Θράκης υπερβαίνουμε τις 200χλ .
Εν τω μεταξύ συνεχίστηκε η γερμανική πρωτοβουλία ,  με την ελληνική πλευρά να συμφωνεί να τεθούν τα Νησιά υπό  την  οθωμανική επικυριαρχία  ενώ η άλλη πλευρά επέμεινε  στην κυριαρχία και  με ανταλλαγές νησιών με τη Χίο και τη Λέσβο  να   επιστρέφουν πάντα στην Οθωμανική επικράτεια . Στις 19 Μαΐου 1914 και ενώ οι διωγμοί των ελλήνων συνεχιζόταν ο γερμανός πρέσβης στην Πόλη πρότεινε στην ηγεσία των Νεότουρκων  να παραμείνει «παγωμένο» το θέμα για πέντε χρόνια . Οι  Said  Halim , Talat  και   Cemal Paşa απάντησαν ότι δεν έχει νόημα διότι «μόλις παραληφθούν τα νέα πολεμικά πλοία οι Έλληνες μόνοι τους θα εγκαταλείψουν τα νησιά « .
Ο  Βενιζέλος  δήλωσε στο γερμανό πρέσβη στην Αθήνα ότι μόνη διέξοδος είναι ο ναυτικός πόλεμος και ο αποκλεισμός της Σμύρνης . Εν τω μεταξύ το Επιτελείο (Μεταξάς-Δούσμανης ) είχε  προετοιμάσει πλήρες σχέδιο εκπόρθησης των Στενών . Αλλά στο αίτημα  του Βενιζέλου για βοήθεια προς τη Σερβία  η απάντηση ήταν αρνητική και με δεδομένο την αρνητική στάση των Μεγάλων Δυνάμεων  ο πρωθυπουργός  μετέβαλε γνώμη και αναγκάστηκε ,  για  την   ισορρόπηση  της   κατάστασης στη θάλασσα   να προβεί στην   αγορά     δύο παλιών    αμερικάνικων  καταδρομικών   αντί 12,5 εκατ. Δολαρίων  ,  χαμηλών επιχειρησιακών δυνατοτήτων τα οποία ονομάστηκαν  «Κιλκίς» και «Λήμνος» .


Τέλη Μαΐου του 1914  ο τούρκος πρέσβης στην Αθήνα Γκαλήπ πρότεινε την ανταλλαγή των μουσουλμάνων της Μακεδονίας με τους χριστιανούς της περιοχής της Σμύρνης . Η  ελληνική πλευρά δέχθηκε την ανταλλαγή των μουσουλμάνων της Θράκης με μέρος των χριστιανών της Σμύρνης . Δημιουργήθηκαν επιτροπές  στην  Κωνσταντινούπολη και στη  Σμύρνη . Το Οικουμενικό Πατριαρχείο αντέδρασε έντονα  και κήρυξε το Γένος υπό διωγμό ,  ο δε  Νομάρχης της Σμύρνης εξόρισε τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο στην Πόλη .  Που να το φανταζόταν ο Μάρτυρας Ιεράρχης ότι μετά από μερικά χρόνια θα ζούσε ο ελληνισμός  το πιο βίαιο διωγμό και ο ίδιος θα  «σερνόταν»   ημιθανής από τους βασιβουζούκους στους δρόμους της Σμύρνης .


  Μυστική  Διπλωματία
Τελευταία διέξοδος για το Βενιζέλο ήταν η μυστική διπλωματία και προς τούτο έστειλε τον ανταποκριτή στην Αθήνα  της Daily Telegraph Joseph Dillon στη Σμύρνη  και συναντήθηκε ,  τέλη Ιουνίου 1914 ,  με το υπουργό εσωτερικών Ταλάτ Πασά . Η  πρόταση περιλάμβανε αναγνώριση της ελληνικής κυριαρχίας , υπογραφή συνθήκης εγγύησης του status quo της κάθε Χώρας και ανταλλαγή πληθυσμών στο μέλλον. Συμφωνήθηκε  δε και συνάντηση Βενιζέλου –Ταλάτ σε ουδέτερο έδαφος .
Αφού γύρισε ο  Ντίλλον στην Αθήνα , η ελληνική κυβέρνηση προετοίμασε το σχέδιο της πρότασης με βάση το οποίο οι Λέσβος-Χίος και Σάμος θα αποτελούσαν μια Γενική Διοίκηση στην οποία η Ελλάδα θα είχε την εσωτερική ευθύνη και ο Διοικητής (δευτερότοκος γιός του Βασιλέα ) θα διοριζόταν από το Σουλτάνο και  το Βασιλέα . Η αμυντική συνθήκη θα στρεφόταν κατά της Βουλγαρίας .  Η  πρόταση επιδόθηκε από το  Ντίλλον στις 12 Ιουλίου 1914 στην Κωνσταντινούπολη και η Οθωμανική κυβέρνηση ,  όπως ήταν αναμενόμενο , την απέρριψε . Συμφωνήθηκε όμως συνάντηση των δύο  πρωθυπουργών στις Βρυξέλλες .

Ο  Βενιζέλος ξεκίνησε  για τις Βρυξέλλες και μετά από λίγο  ξέσπασε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, τότε αναγκάστηκε να επιστέψει στην Αθήνα .   Τα δεδομένα άλλαξαν , άρχισαν να διαμορφώνονται τα αντίπαλα στρατόπεδα  και οι Νεότουρκοι περίμεναν με ανυπομονησία τα νέα θωρηκτά .
Τελευταία διπλωματική προσπάθεια με πρωτοβουλία  της Ρουμανίας ,   ήταν η συνάντηση των Στρέιτ-Πολίτη με τους Ταλάτ-Χαλίμ στις 26 Αυγούστου 1914 στο Βουκουρέστι . Κατά τη διαπραγμάτευση   οι τούρκοι επέμειναν στην οθωμανική κυριαρχία στα νησιά και το διορισμό του Γενικού Διοικητή μόνο από το Σουλτάνο . Η  ελληνική πλευρά την απέρριψε και ως τελευταία λύση πρότεινε της επιστροφή της Λέσβου και  της  Χίου στη Οθωμανική κυριαρχία και την μακροχρόνια εκμίσθωση στην Ελλάδα . Η  τουρκική πλευρά ζήτησε να ισχύσει το ίδιο για  τη  Λήμνο και  για τη Σάμο με αποτέλεσμα να αποτύχει η συνάντηση .
Ευτυχώς αρχές Αυγούστου 1914 ο Άγγλος υπουργός ναυτικών Τσώρτσιλ κατάσχεσε τα δύο τούρκικα θωρηκτά . Όμως πριν  μερικές ημέρες στα τέλη του Ιουλίου δύο γερμανικά καταδρομικά τα «Γκαιμπέν»  και  «Μπρεσλάου»  , κυνηγημένα από τον Αγγλικό στόλο ,  έφθασαν στα ελληνικά χωρικά ύδατα και με την έγκριση του Βενιζέλου  πραγματοποιήθηκε η ανθράκευση τους στο νησί Δονάση της Νάξου . Στη συνέχεια κατόρθωσαν στις 29 Ιουλίου  να εισέλθουν στα Στενά  ,  την  επόμενη  δε ημέρα πουλήθηκαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία  και μετονομάστηκαν    σε   «Yavuz Sulatan Selim»  και  σε  «Midilli –Μυτιλήν» . Ο  Βενιζέλος ουδέποτε έδωσε πειστικές εξηγήσεις  για το γεγονός της ανθράκευσης , σίγουρα όμως δεν θα έκανε κάτι χωρίς να ενημερώσει τον άγγλο πρέσβη στη Αθήνα .


Επίλογος
  Από την έναρξη του πολέμου οι δύο συμμαχίες με φανερή και μυστική διπλωματία ,  με  εκβιασμούς  για τα εκκρεμή ζητήματα και με αβέβαιες υποσχέσεις  για  αποσχίσεις  εδαφών που κερδήθηκαν με αίμα  , προσπάθησαν να πάρουν με το μέρος τους τα βαλκανικά κράτη . Κυρίαρχο πάντα ζήτημα ήταν η εξυπηρέτηση των δικών τους πολεμικών  στόχων .
Δυστυχώς η Χώρα μας οδηγήθηκε μέσα από τον εθνικό διχασμό ( πολιτικό , κοινωνικό και εδαφικό) στη Μικρασιατική περιπέτεια και την εθνική καταστροφή και από νικήτρια τον Οκτώβριο του 1918 βρέθηκε στη Λωζάννη  τον Ιούλιο του 1923 στο «εδώλιο» του ηττημένου .

Μόλις άρχισε η  συζήτηση  του  θέματος  των   Νησιών του Β.Α. Αιγαίου ,  ο   Ισμέτ Πασάς επέμεινε στις ίδιες θέσεις των Νεότουρκων του 1914 , ευτυχώς οι Μεγάλες Δυνάμεις επέμειναν στην απόφαση τους του Φεβ 1914 και δια στόματος του πρόεδρου της διάσκεψης  και   υπουργού εξωτερικών   της Αγγλίας λόρδου Κώρζον ,  αναγνώρισαν «την ελληνική κυριαρχία στα νησιά του Β.Α. Αιγαίου πλην  Ίμβρου και Τενέδου» , που de facto είχε επιβληθεί δια των ελληνικών όπλων το 1912 .

Το χρήσιμο δίδαγμα που βγαίνει από την παραπάνω  μακροχρόνια διπλωματική προσπάθεια  (φανερή και μυστική ) είναι ότι ,  όταν διαπραγματεύεσαι θα πρέπει να είσαι ισχυρός στρατιωτικά και οικονομικά . Σε αντίθετη περίπτωση εφόσον οι συνθήκες σε οδηγούν σε αναγκαστική διαπραγμάτευση , προσπαθείς να εξασφαλίσεις από άλλους ισχυρότερους την αναγκαία  υποστήριξη  ,  διαφορετικά  θα οδηγηθείς σε λάθη και θα αναγκαστείς   να δεχθείς  λύσεις ,  που αντιβαίνουν στα συμφέροντα της Πατρίδας και του Έθνους .
Τούτο ας αποτελέσει  ένα μήνυμα από την ακριτική Λέσβο ,  που    γιορτάζει  την απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό   ,  προς την ηγεσία της Χώρας μας   η οποία   ετοιμάζεται να  υποδεχθεί στην Αθήνα τον τούρκο πρόεδρο Ερντογάν  ,  το βασικό  « αμφισβητία» της  Συνθήκης της   Λωζάννης    η οποία έφερε την ειρήνη στην περιοχή για περίπου  έναν αιώνα .


Ως γνήσιος απόγονος των Νεότουρκων ( εξάλλου προσωπικά φρόντισε να μεταφερθούν τα οστά των ηγετών της τριανδρίας του κομιτάτου στην Τουρκία από τα μέρη που ενταφιάστηκαν)  , οι οποίοι αποτέλεσαν τη συνέχεια των νέο-οθωμανών ( Yeni Osmanlılar) του τελευταίου τέταρτου του 19ου αιώνα , ακολουθώντας ένα ιδιότυπο ισλαμό -εθνικισμό προσπαθεί  να επιβληθεί  ως «περιφερειακός ηγέτης» και  ως «προστάτης» των απανταχού Μουσουλμάνων  .
Η  Συνθήκη της Λωζάννης του 1923 ,  που επέβαλε την ειρήνη στην περιοχή  ουδέποτε τουλάχιστον  επίσημα μέχρι τώρα αμφισβητήθηκε από την τουρκική πολιτική ηγεσία και πως θα μπορούσε άλλωστε αφού η ίδια η συνθήκη αποτελεί «το θεμέλιο λίθο» της σύγχρονης τουρκικής δημοκρατίας . Αυτό το καθεστώς προσπαθεί να «αλλάξει εκ βάθρων» ο τούρκος πρόεδρος και να το μετατρέψει σε « μια ισλαμική δημοκρατία» με δυτικό  μανδύα  .
Αν θα το επιτύχει  λίγο ενδιαφέρει τη Χώρα μας , αυτό που θα πρέπει να την απασχολεί είναι ότι  ο τούρκος πρόεδρος θέλει να παρουσιάσει «επιτυχίες» στο εσωτερικό για να κερδίσει τις εκλογές του 2019 .  Επιτυχίες   που λόγω αδυναμίας στα  άλλα μέτωπα ,   προσπαθεί να τις εξασφαλίσει από τη δικιά μας πλευρά .
Οι  επιτροπές των εμπειρογνωμόνων των δύο Χωρών έχουν συναντηθεί πάνω από εκατό φορές και  ουσιαστική πρόοδος δεν έχει φανεί  στον ορίζοντα . Αντίθετα τίθενται συνεχώς διάφορα θέματα στο τραπέζι από την τουρκική πλευρά ,  η οποία  με «μοχλό» το προσφυγικό  προσπαθεί να κερδίσει  σε άλλα θέματα   .
 Ας  κληθεί λοιπόν ο τούρκος πρόεδρος( αν τελικά έλθει στην Αθήνα)  να δηλώσει επίσημα και  «κάτω από την Ακρόπολη» ότι η Χώρα του σέβεται και θα σέβεται τη Συνθήκη της Λωζάννης , διαφορετικά η επίσκεψη αυτή την περίοδο για την Ελλάδα και το Έθνος   δεν έχει κανένα νόημα  .


VIADIPLOMACY
ΑΙΩΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου