Του Nικολάου Δημ. Σιώκη
Η παρούσα εισήγηση στηρίζεται σε ένα ανέκδοτο κείμενο του φαρμακοποιού Κωνσταντίνου Αργυρόπουλου, γιου του
Ιωάννη Αργυρόπουλου, σε μια προσπάθειά του να καταγράψει τον βίο και την
εθνική δράση του πατέρα του μέσα από τις διηγήσεις που είχε ακούσει και
όσα θυμόταν από το ημερολόγιο του πατέρα του. Όπως συνάγεται και από
μαρτυρίες άλλων μελών της οικογένειας, ο Ιωάννης Αργυρόπουλος είχε
καταγράψει σε ένα ημερολόγιο πολλά από τα γεγονότα της ζωής του. Το
ημερολόγιο όμως αυτό κάηκε μέσα στο σπίτι του γιου του Χαρίλαου κατά τη
διάρκεια του ολοκαυτώματος της Κλεισούρας από τις γερμανικές δυνάμεις
κατοχής στις 5 Απριλίου 1944.
Η σύνταξη του κειμένου της βιογραφίας του πατέρα του ολοκληρώθηκε από τον Κωνσταντίνο Αργυρόπουλο πιθανόν το έτος 1971. Ο ίδιος παρακαλούσε επίμονα, όπως γράφει, τον πατέρα του κατά το τελευταίο έτος της ζωής του να γράψει τα απομνημονεύματά του, δυστυχῶς ὅμως τὸν ἐπρόλαβεν ὁ θάνατος. Αν και δεν προχώρησε ποτέ στην τυπογραφική έκδοση της εξιστόρησης αυτής, φρόντισε εντούτοις για την ευρύτερη διάδοση της στον κύκλο των συγγενών τους υπό τη μορφή αντιγράφων. Αποτελείται από 55 δακτυλογραφημένες σελίδες, 3 εκ των οποίων η πρώτη φέρει τον τίτλο Ἰ. Ἀργυρόπουλος. Ἰατρός, η δεύτερη κάτω από φωτογραφία του Ιωάννη Αργυρόπουλου τον πλήρη τίτλο Ἐξιστόρησις τοῦ Βίου καὶ τῆς Ἐθνικῆς Δράσεως τοῦ Ἰωάννου Κ. Ἀργυροπούλου, ἰατροῦ, ὑπὸ τοῦ υἱοῦ του Κωνσταντίνου Φαρμακοποιοῦ και η τελευταία είναι αντίγραφο άρθρου του Χρ. Λαμπρινού με τίτλο «Τὰ πάντα γιὰ τὴν Μακεδονία. Ἕνας αφανὴς ἥρωας.
Η σύνταξη του κειμένου της βιογραφίας του πατέρα του ολοκληρώθηκε από τον Κωνσταντίνο Αργυρόπουλο πιθανόν το έτος 1971. Ο ίδιος παρακαλούσε επίμονα, όπως γράφει, τον πατέρα του κατά το τελευταίο έτος της ζωής του να γράψει τα απομνημονεύματά του, δυστυχῶς ὅμως τὸν ἐπρόλαβεν ὁ θάνατος. Αν και δεν προχώρησε ποτέ στην τυπογραφική έκδοση της εξιστόρησης αυτής, φρόντισε εντούτοις για την ευρύτερη διάδοση της στον κύκλο των συγγενών τους υπό τη μορφή αντιγράφων. Αποτελείται από 55 δακτυλογραφημένες σελίδες, 3 εκ των οποίων η πρώτη φέρει τον τίτλο Ἰ. Ἀργυρόπουλος. Ἰατρός, η δεύτερη κάτω από φωτογραφία του Ιωάννη Αργυρόπουλου τον πλήρη τίτλο Ἐξιστόρησις τοῦ Βίου καὶ τῆς Ἐθνικῆς Δράσεως τοῦ Ἰωάννου Κ. Ἀργυροπούλου, ἰατροῦ, ὑπὸ τοῦ υἱοῦ του Κωνσταντίνου Φαρμακοποιοῦ και η τελευταία είναι αντίγραφο άρθρου του Χρ. Λαμπρινού με τίτλο «Τὰ πάντα γιὰ τὴν Μακεδονία. Ἕνας αφανὴς ἥρωας.
Ὁ ἰατρὸς Ἰωάν. Ἀργυρόπουλος καὶ ἡ μεγάλη προσφορά του» (εφημ.
Μακεδονία, Κυριακή 7 Ἀπριλίου 1974)4. Στις σελίδες 39 έως και 49
παρατίθενται όσα έχουν γραφεί για τον Αργυρόπουλο σε διάφορα βιβλία και
περιοδικά, καθώς και μια ομιλία του Αλέξανδρου Ωρολογά με το ψευδώνυμο
Αλεξ. Κούστας, που εκφωνήθηκε την 24η Φεβρουαρίου 1954 στον ραδιοφωνικό
σταθμό Θεσσαλονίκης. Μέσα λοιπόν από τα γραπτά του Κωνσταντίνου
Αργυρόπουλου και τις λοιπές ελάχιστες όμως πηγές θα επιχειρήσουμε μια
πληρέστερη κατά το δυνατό παρουσίαση της ζωής και της εθνικής δράσης του
Μακεδόνα ιατρού. Ο Κωνσταντίνος Αργυρόπουλος αναφέρεται συχνά στις
σελίδες αυτές στην αξία του έργου του πατέρα του. Μάλιστα προσφέρει
πλήθος από άγνωστες και πολύτιμες πληροφορίες για την επαναστατική
κινητοποίηση του ελληνισμού της Μακεδονίας και για την ιστορία της
Κλεισούρας κατά την προαπελευθερωτική περίοδο.
Για την οικογένεια Αργυρόπουλου ιδιαίτερα διαφωτιστικά είναι τα στοιχεία
που διασώζονται σε ένα προχειρογραμμένο φυλλάδιο του 1958, που
συνέγραψε ο φαρμακοποιός Κωνσταντίνος Αργυρόπουλος. Το παλαιότερο γνωστό
πρόσωπο της οικογένειας είναι ο Αργύριος Μπούρδας, που με την Αγνή
Παπαγιάννη απέκτησαν έναν γιο, τον Κωνσταντίνο ή Κωττούλα, και μία κόρη
τη Μαλαματή ή Ματή, σύζυγο κάποιου Λαλιώτη. Ο Κωττούλας παντρεύτηκε με
την Αγνή Γ. Σιμώτα και απέκτησαν τέσσερα παιδιά, τον Αργύριο, τον
Ιωάννη, την Κυράνω και την Κατερίνα. Ο Ιωάννης Αργυρόπουλος γεννήθηκε το
1852 στο Βογατσικό Καστοριάς, στα σχολεία του οποίου έλαβε την εγκύκλια
παιδεία. Στη συνέχεια μετέβη στην Αθήνα και στον εκεί εγκατεστημένο
αδελφό του Αργύριο, ο οποίος του διέθεσε τα απαιτούμενα χρήματα για τις
μετέπειτα σπουδές του στο Γυμνάσιο και για την εγγραφή του στην ιατρική
σχολή του πανεπιστημίου. Ο πατέρας τους Κωττούλας
δε βρισκόταν πια στη ζωή, καθώς είχε δολοφονηθεί στην Πλεύνα της Βουλγαρίας, και την επιμέλεια του Ιωάννη είχε αναλάβει ο μεγαλύτερος αδελφός του. Τιμώντας τον ο Ιωάννης μετέτρεψε το αρχικό επίθετο της οικογένειας, το Μπούρδας, σε Αργυρόπουλος. Από τις αδερφές τους, η Κατερίνα, παντρεύτηκε με τον βογατσιώτη Δημήτριο Τσούρκα, πατέρα του ιδρυτή και πρώτου διευθυντή του περιοδικού Μακεδονικὴ Ζωὴ Κλεόβουλου Τσούρκα, ενώ η Κυράνω πέθανε σε νεαρή ηλικία.
Στην ιατρική σχολή ο Αργυρόπουλος προσελήφθη ως βοηθός του καθηγητή της χειρουργικής Ιωάννου από την Κορησό Καστοριάς και ειδικεύτηκε στην παθολογία και τη μαιευτική. Μάλιστα για να ανταποκριθεί στα μεγάλα έξοδα προμηθευόταν ανθρώπινα οστά από το νεκροταφείο και αφού τα συναρμολογούσε σε σκελετό, τα μεταπωλούσε στους φοιτητές για μελέτη. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του μετακλήθηκε στην Κωνσταντινούπολη από τον αδελφό του Αργύριο, ο οποίος τελειώνοντας τις σπουδές του πάνω στη ζωγραφική είχε εγκατασταθεί μόνιμα εκεί και είχε προσληφθεί στην υπηρεσία του Σουλτάνου ως αρχιζωγράφος των ανακτόρων. Εκεί ο Ιωάννης Αργυρόπουλος έλαβε την άδεια εξασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος και άνοιξε ιατρείο στη συνοικία Μπαλατά το 1874.
δε βρισκόταν πια στη ζωή, καθώς είχε δολοφονηθεί στην Πλεύνα της Βουλγαρίας, και την επιμέλεια του Ιωάννη είχε αναλάβει ο μεγαλύτερος αδελφός του. Τιμώντας τον ο Ιωάννης μετέτρεψε το αρχικό επίθετο της οικογένειας, το Μπούρδας, σε Αργυρόπουλος. Από τις αδερφές τους, η Κατερίνα, παντρεύτηκε με τον βογατσιώτη Δημήτριο Τσούρκα, πατέρα του ιδρυτή και πρώτου διευθυντή του περιοδικού Μακεδονικὴ Ζωὴ Κλεόβουλου Τσούρκα, ενώ η Κυράνω πέθανε σε νεαρή ηλικία.
Στην ιατρική σχολή ο Αργυρόπουλος προσελήφθη ως βοηθός του καθηγητή της χειρουργικής Ιωάννου από την Κορησό Καστοριάς και ειδικεύτηκε στην παθολογία και τη μαιευτική. Μάλιστα για να ανταποκριθεί στα μεγάλα έξοδα προμηθευόταν ανθρώπινα οστά από το νεκροταφείο και αφού τα συναρμολογούσε σε σκελετό, τα μεταπωλούσε στους φοιτητές για μελέτη. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του μετακλήθηκε στην Κωνσταντινούπολη από τον αδελφό του Αργύριο, ο οποίος τελειώνοντας τις σπουδές του πάνω στη ζωγραφική είχε εγκατασταθεί μόνιμα εκεί και είχε προσληφθεί στην υπηρεσία του Σουλτάνου ως αρχιζωγράφος των ανακτόρων. Εκεί ο Ιωάννης Αργυρόπουλος έλαβε την άδεια εξασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος και άνοιξε ιατρείο στη συνοικία Μπαλατά το 1874.
Στην Κωνσταντινούπολη ο ιατρός εισήλθε στους πνευματικούς και
πατριωτικούς κύκλους και για πολλά χρόνια αργότερα διετέλεσε αρθρογράφος
και ανταποκριτής της μαχητικής ελληνικής εφημερίδας Νεολόγος. Οι
γνωριμίες του με τους εκεί εγκατεστημένους Δυτικομακεδόνες τον ώθησαν να
εγγραφεί στη Μακεδονική Φιλεκπαιδευτική Αδελφότητα και μάλιστα να
εκλεγεί και μέλος της επιτροπής αναδιαρθρώσεως του κανονισμού της τον
Αύγουστο του 187413. Μεταξύ των Δυτικομακεδόνων γνώρισε και πολλούς
Κλεισουριώτες που εργάζονταν εκεί. Αυτοί εξασφαλίζοντας του ετήσια
προκαταβαλλόμενη αμοιβή τον έπεισαν να εγκατασταθεί στην Κλεισούρα, που
την εποχή εκείνη είχε περίπου 6.500 κατοίκους και είχε σημειώσει μεγάλη
ακμή με το διαμετακομιστικό εμπόριο.
Το 1886 παντρεύτηκε με την κλεισουριώτισσα Ασπασία Π. Παπαπέτρου, με την
οποία απέκτησε τέσσερις γιους, τον Κωνσταντίνο (1887–1984)16, τον
Χαρίλαο (1891–1952)17, τον Γεώργιο (1898–1969)18, τον Μιλτιάδη
(1900–1978)19, τον Δημήτριο (1904–1937) και μια κόρη την Ιφιγένεια. Στην
Κλεισούρα όμως παράλληλα με την εργασία του ανέλαβε και τα ηνία της
τοπικής εθνικής κίνησης εναντίον των ρουμανιζόντων 21. Ο ιατρός – με το όνομα αυτό ήταν γνωστός στην ευρύτερη περιφέρεια – επιστατούσε στη μεταφορά όπλων, την κατάρτιση ομάδων για την απόκρουση των κομιτατζήδων και τη συλλογή πληροφοριών για τις κινήσεις των Τούρκων και των Βουλγάρων. Γράφει χαρακτηριστικά ο γιος του: Ἡ πρὸς τὴν πατρίδα γάπη του, ὑπερίσχυεν πολλάκις τοῦ πρὸς τὴν οἰκογένειάν του καθήκοντός του, διότι, ἐνῶ αἱ αμοιβαὶ ἐκ τῆς ἐργασίας του ἦσαν αρκεταί, δὲν κατόρθωσεν νὰ σχηματίσῃ χρηματικὸν κεφάλαιον, διότι ἐξόδευε τὰ χρήματά του κατὰ τὰς πολλὰς συλλήψεις καὶ φυλακίσεις του, διὰ τὴν ἐξυπηρέτησιν τῶν ἐθνικῶν συναισθημάτων του.
Η εμπλοκή του Αργυρόπουλου στη διαμάχη των Κλεισουριέων εξαιτίας της ρουμανικής προπαγάνδας είχε ως αποτέλεσμα τη συκοφάντησή του από τον Αβδελλιώτη ρουμανοδιδάσκαλο Απόστολο Μαργαρίτη (1832–1903), που ήταν εγκατεστημένος στην Κλεισούρα από τον Νοέμβριο του 1855 μαζί με την οικογένειά του. Ο Μαργαρίτης λοιπόν κατήγγειλε στις τουρκικές αρχές ότι ο Αργυρόπουλος ήταν αναμιγμένος στην οργάνωση επανάστασης εναντίον της τουρκικής κυβέρνησης.
Ο ιατρός που είχε ήδη μυηθεί στη Νέα Φιλική Εταιρεία από τον ίδιο τον εμπνευστή της Αναστάσιο Πηχεώνα και τον Νικόλαο Φιλιππίδη συνέχισε τον αγώνα του και μάλιστα στήριζε και τροφοδοτούσε τα ανταρτικά σώματα της περιοχής. Στον αγώνα κατά των ρουμανιζόντων της Κλεισούρας μπαίνει τον Φεβρουάριο του 1862 και ο Πηχεώνας, όταν διορίζεται δημοδιδάσκαλος στα ελληνικά σχολεία της Κλεισούρας, όπου έρχεται σε σύγκρουση με τον διαβόητο πράκτορα των Ρουμάνων και τέως ελληνοδιδάσκαλο Μαργαρίτη, ο οποίος συνεργαζόταν στενά με τους προξένους της Αυστρίας και της Ρωσίας, αλλά και τον ιεραπόστολο των Λαζαριστών ιερωμένο Faverial στο Μοναστήρι με απώτερο σκοπό τον προσηλυτισμό σλαβόφωνων και των βλαχόφωνων της ευρύτερης περιοχής. Τα προβλήματα μάλιστα που δημιουργούσε ο «απόστολος» των ρουμανιζόντων και οι ομοϊδεάτες του στην Κλεισούρα και στα λαμπρά εκπαιδευτικά της ιδρύματα απασχόλησαν συχνά τον τύπο της εποχής.
τοπικής εθνικής κίνησης εναντίον των ρουμανιζόντων 21. Ο ιατρός – με το όνομα αυτό ήταν γνωστός στην ευρύτερη περιφέρεια – επιστατούσε στη μεταφορά όπλων, την κατάρτιση ομάδων για την απόκρουση των κομιτατζήδων και τη συλλογή πληροφοριών για τις κινήσεις των Τούρκων και των Βουλγάρων. Γράφει χαρακτηριστικά ο γιος του: Ἡ πρὸς τὴν πατρίδα γάπη του, ὑπερίσχυεν πολλάκις τοῦ πρὸς τὴν οἰκογένειάν του καθήκοντός του, διότι, ἐνῶ αἱ αμοιβαὶ ἐκ τῆς ἐργασίας του ἦσαν αρκεταί, δὲν κατόρθωσεν νὰ σχηματίσῃ χρηματικὸν κεφάλαιον, διότι ἐξόδευε τὰ χρήματά του κατὰ τὰς πολλὰς συλλήψεις καὶ φυλακίσεις του, διὰ τὴν ἐξυπηρέτησιν τῶν ἐθνικῶν συναισθημάτων του.
Η εμπλοκή του Αργυρόπουλου στη διαμάχη των Κλεισουριέων εξαιτίας της ρουμανικής προπαγάνδας είχε ως αποτέλεσμα τη συκοφάντησή του από τον Αβδελλιώτη ρουμανοδιδάσκαλο Απόστολο Μαργαρίτη (1832–1903), που ήταν εγκατεστημένος στην Κλεισούρα από τον Νοέμβριο του 1855 μαζί με την οικογένειά του. Ο Μαργαρίτης λοιπόν κατήγγειλε στις τουρκικές αρχές ότι ο Αργυρόπουλος ήταν αναμιγμένος στην οργάνωση επανάστασης εναντίον της τουρκικής κυβέρνησης.
Ο ιατρός που είχε ήδη μυηθεί στη Νέα Φιλική Εταιρεία από τον ίδιο τον εμπνευστή της Αναστάσιο Πηχεώνα και τον Νικόλαο Φιλιππίδη συνέχισε τον αγώνα του και μάλιστα στήριζε και τροφοδοτούσε τα ανταρτικά σώματα της περιοχής. Στον αγώνα κατά των ρουμανιζόντων της Κλεισούρας μπαίνει τον Φεβρουάριο του 1862 και ο Πηχεώνας, όταν διορίζεται δημοδιδάσκαλος στα ελληνικά σχολεία της Κλεισούρας, όπου έρχεται σε σύγκρουση με τον διαβόητο πράκτορα των Ρουμάνων και τέως ελληνοδιδάσκαλο Μαργαρίτη, ο οποίος συνεργαζόταν στενά με τους προξένους της Αυστρίας και της Ρωσίας, αλλά και τον ιεραπόστολο των Λαζαριστών ιερωμένο Faverial στο Μοναστήρι με απώτερο σκοπό τον προσηλυτισμό σλαβόφωνων και των βλαχόφωνων της ευρύτερης περιοχής. Τα προβλήματα μάλιστα που δημιουργούσε ο «απόστολος» των ρουμανιζόντων και οι ομοϊδεάτες του στην Κλεισούρα και στα λαμπρά εκπαιδευτικά της ιδρύματα απασχόλησαν συχνά τον τύπο της εποχής.
ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ
ΑΙΩΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου