Ο
Ανδρέας Παναγίδης γεννήθηκε από φτωχή και πολύτεκνη οικογένεια. Ήταν το
μικρότερο από τα τέσσερα παιδιά του Γρηγόρη Παναγίδη Βούτουρου από το
Παλιομέτοχο και της Δέσποινας Χατζηκυριάκου, επίσης από το Παλιομέτοχο.
Είχε καημό να συνεχίσει το σχολείο και να πάει στο Γυμνάσιο αλλά ο πατέρας του δεν μπορούσε να τον στείλει γιατί τον χρειαζόταν στις γεωργικές ασχολίες αλλά και οικονομικά δεν μπορούσε. Γι’ αυτό συνέχισε για δεύτερη χρονιά την έκτη τάξη ελπίζοντας ότι ο πατέρας του ίσως θα μπορούσε να τον στείλει στο Γυμνάσιο.
Η πρώτη δράση του Παναγίδη ήταν η ύψωση της ελληνικής σημαίας. Σε έρευνα που έκαμε Άγγλος στρατιώτης στην τσάντα του, στον τόπο της εργασίας του, αμέσως μετά την εκτέλεση των Καραολή και Δημητρίου, βρήκε μια ελληνική σημαία και ζήτησε από τον Ανδρέα να του σκουπίσει με αυτή τα παπούτσια του. Τόση ήταν η προσβολή που ένιωσε ο Ανδρέας, ώστε ήλθε στα χέρια μαζί του κτυπώντας τον άγρια. Όταν πήγε στο σπίτι, έστειλε τη γυναίκα του και του έφερε τα περίστροφά του που της είχε δώσει να του κρύψει. Την επομένη, όταν πήγε στη δουλειά του στο αεροδρόμιο, μαζί με το Μιχαήλ Κουτσόφτα και έναν άλλο αγωνιστή, επιτέθηκαν και σκότωσαν τον Άγγλο σμηναγό Πάτρικ Τζων Χέιλ μέσα στο γραφείο του. Συνελήφθησαν και καταδικάστηκαν σε θάνατο. Απαγχονίστηκαν και οι δυο με το Στέλιο Μαυρομμάτη.
Είναι συγκινητική, όσο λίγα κείμενα της περιόδου, η αποχαιρετιστήρια επιστολή του προς τη γυναίκα του και τα παιδιά του. Γι' αυτό παρατίθεται στο μεγαλύτερο μέρος της:
«Aξιολάτpευτά μου παιδιά, πολυαγαπημένη μου γυναίκα, Χαίρετε. Αυτήν την στιγμήν που σας γράφω είναι Τρίτη, 10 η ώρα βράδυ. Ακριβώς πριν τρία λεπτά μας ειδοποίησαν ότι χαράματα της Παρασκευής 21.9.1956, θα εκτελεσθούμε. Ίσως, όταν διαβάζετε αυτό το γράμμα, εγώ να μην υπάρχω αναμεταξύ στους ζωντανούς. Λατρευτά μου παιδιά, σας αφήνω για πάντα, στην τόσο νεαρή μου ηλικία. Στα 22 μου χρόνια πεθαίνω για χάρη μιας μεγάλης ιδέας. Σας εύχομαι, αγαπημένα μου παιδιά, να γινήτε καλοί Χριστιανοί και καλοί Έλληνες Κύπριοι. Ακολουθήστε πάντα τον δρόμο της αρετής. Να είσθε πάντα βέβαιοι ότι σας αγάπησα τόσο θερμά και με μια απέραντη πατρική αγάπη. Αλλά δυστυχώς σας αφήνω, χωρίς να σας δω να μεγαλώνετε, όπως το ονειρευόμουν... ...Κι εσύ, πολυαγαπημένη μου Γιαννούλα, σου ζητώ για τελευταία χάρη να περνάς καλά με τα παιδιά μας. Αγάπα τα θερμά, τόσο πολύ, και για μένα. Και εγώ από ψηλά θα σας στέλλω τις πιο θερμές μου ευχές. Και να σεβαστής και το δικό μου όνομα. Βλέπεις ότι η μοίρα θέλησε να μας πικράνει στα πρώτα χρόνια του γάμου μας. Αυτή τη στιγμή που σου γράφω, ένα χαμόγελο γλυκύ στολίζει τα χείλη μου, γιατί είμαι ευτυχισμένος που αφήνω τα παιδιά μου σε μια καλή μητέρα. Η ψυχή μου είναι γεμάτη μια αληθινή χαρά, γιατί είμαι υπερήφανος για σένα. Μη δώσεις καμιά ματιά στο παρελθόν, αλλά κοίταζε το παρόν. Σου ζητώ συγγνώμη και συγχώρεση για ό, τι σου έφταιξα Γιαννούλα. ...'Έχετε γεια, μια και για πάντα, αγαπημένες μου υπάρξεις. Με φιλιά και αγάπη, ο σύζυγος σου και ο αγαπητός σας πατέρας Ανδρέας Σ. Παναγίδης»
Στις 21 Σεπτεμβρίου, ο Ανδρέας Παναγίδης, πατέρας τριών παιδιών , απαγχονιζόταν. Ηταν 22 χρονών
ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΜΝΗΜΕΣ Ε.Ο.Κ.Α.
ΑΙΩΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ
Είχε καημό να συνεχίσει το σχολείο και να πάει στο Γυμνάσιο αλλά ο πατέρας του δεν μπορούσε να τον στείλει γιατί τον χρειαζόταν στις γεωργικές ασχολίες αλλά και οικονομικά δεν μπορούσε. Γι’ αυτό συνέχισε για δεύτερη χρονιά την έκτη τάξη ελπίζοντας ότι ο πατέρας του ίσως θα μπορούσε να τον στείλει στο Γυμνάσιο.
Η πρώτη δράση του Παναγίδη ήταν η ύψωση της ελληνικής σημαίας. Σε έρευνα που έκαμε Άγγλος στρατιώτης στην τσάντα του, στον τόπο της εργασίας του, αμέσως μετά την εκτέλεση των Καραολή και Δημητρίου, βρήκε μια ελληνική σημαία και ζήτησε από τον Ανδρέα να του σκουπίσει με αυτή τα παπούτσια του. Τόση ήταν η προσβολή που ένιωσε ο Ανδρέας, ώστε ήλθε στα χέρια μαζί του κτυπώντας τον άγρια. Όταν πήγε στο σπίτι, έστειλε τη γυναίκα του και του έφερε τα περίστροφά του που της είχε δώσει να του κρύψει. Την επομένη, όταν πήγε στη δουλειά του στο αεροδρόμιο, μαζί με το Μιχαήλ Κουτσόφτα και έναν άλλο αγωνιστή, επιτέθηκαν και σκότωσαν τον Άγγλο σμηναγό Πάτρικ Τζων Χέιλ μέσα στο γραφείο του. Συνελήφθησαν και καταδικάστηκαν σε θάνατο. Απαγχονίστηκαν και οι δυο με το Στέλιο Μαυρομμάτη.
Είναι συγκινητική, όσο λίγα κείμενα της περιόδου, η αποχαιρετιστήρια επιστολή του προς τη γυναίκα του και τα παιδιά του. Γι' αυτό παρατίθεται στο μεγαλύτερο μέρος της:
«Aξιολάτpευτά μου παιδιά, πολυαγαπημένη μου γυναίκα, Χαίρετε. Αυτήν την στιγμήν που σας γράφω είναι Τρίτη, 10 η ώρα βράδυ. Ακριβώς πριν τρία λεπτά μας ειδοποίησαν ότι χαράματα της Παρασκευής 21.9.1956, θα εκτελεσθούμε. Ίσως, όταν διαβάζετε αυτό το γράμμα, εγώ να μην υπάρχω αναμεταξύ στους ζωντανούς. Λατρευτά μου παιδιά, σας αφήνω για πάντα, στην τόσο νεαρή μου ηλικία. Στα 22 μου χρόνια πεθαίνω για χάρη μιας μεγάλης ιδέας. Σας εύχομαι, αγαπημένα μου παιδιά, να γινήτε καλοί Χριστιανοί και καλοί Έλληνες Κύπριοι. Ακολουθήστε πάντα τον δρόμο της αρετής. Να είσθε πάντα βέβαιοι ότι σας αγάπησα τόσο θερμά και με μια απέραντη πατρική αγάπη. Αλλά δυστυχώς σας αφήνω, χωρίς να σας δω να μεγαλώνετε, όπως το ονειρευόμουν... ...Κι εσύ, πολυαγαπημένη μου Γιαννούλα, σου ζητώ για τελευταία χάρη να περνάς καλά με τα παιδιά μας. Αγάπα τα θερμά, τόσο πολύ, και για μένα. Και εγώ από ψηλά θα σας στέλλω τις πιο θερμές μου ευχές. Και να σεβαστής και το δικό μου όνομα. Βλέπεις ότι η μοίρα θέλησε να μας πικράνει στα πρώτα χρόνια του γάμου μας. Αυτή τη στιγμή που σου γράφω, ένα χαμόγελο γλυκύ στολίζει τα χείλη μου, γιατί είμαι ευτυχισμένος που αφήνω τα παιδιά μου σε μια καλή μητέρα. Η ψυχή μου είναι γεμάτη μια αληθινή χαρά, γιατί είμαι υπερήφανος για σένα. Μη δώσεις καμιά ματιά στο παρελθόν, αλλά κοίταζε το παρόν. Σου ζητώ συγγνώμη και συγχώρεση για ό, τι σου έφταιξα Γιαννούλα. ...'Έχετε γεια, μια και για πάντα, αγαπημένες μου υπάρξεις. Με φιλιά και αγάπη, ο σύζυγος σου και ο αγαπητός σας πατέρας Ανδρέας Σ. Παναγίδης»
Στις 21 Σεπτεμβρίου, ο Ανδρέας Παναγίδης, πατέρας τριών παιδιών , απαγχονιζόταν. Ηταν 22 χρονών
ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΜΝΗΜΕΣ Ε.Ο.Κ.Α.
ΑΙΩΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου