Η επόμενη σημαντική τομή στην ιστορία
της πόλης ήταν η συμμετοχή τους στις ετοιμασίες για τον αγώνα και
καταστροφή του Αϊβαλιού από τον οθωμανικό στρατό και η εγκατάλειψή του
το 1821.
Όπως αναφέρεται και στην ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ (τόμος 1ος ) του ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ ΤΡΙΚΟΥΠΗ,
…….αι Κυδωνίαι ήταν «πόλις περιέχουσα ψυχάς 30.000………γνωσταί
δια την αυτονομίαν και ευνομίαν, δια τα φιλανθρωπικά καταστήματα, δια
το φιλοσοφικόν σχολείον και την φιλοκαλίαν και ευζωίαν των κατοίκων»…….
αλλά οι Κυδωνίες ήσαν ακόμη η πόλη που είχε περίπου 400 Φιλικούς, οι περισσότεροι δε ήταν από τις σημαντικότερες οικογένειες της πόλης, όπως οι:
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΑΠΑΝΔΡΟΣ
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ
ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ
ΠΕΤΡΟΣ ΚΟΤΖΑΣ
ΧΑΤΖΗ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
ΟΙ ΠΙΝΕΡΛΙΔΕΣ
ΟΙ ΠΑΤΕΡΑΙΟΙ
ΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΑΚΑΙΟΙ
ΟΙ ΓΟΝΑΤΑΔΕΣ
ΟΙ ΑΜΜΑΝΙΤΑΙ
ΟΙ ΣΑΛΤΑΙΟΙ
Ο ΠΙΣΣΑΣ
Γνωστή είναι εξ
άλλου η αλληλογραφία του Υψηλάντη, εκ μέρους της ανωτάτης αρχής, προς
τον Χατζή Αθανάσιο για οικονομική βοήθεια προς την Φιλική εταιρεία με
ημερομηνία 4-7-1819.
Σε άλλη επιστολή του ο Υψηλάντης προς τον εν Σμύρνη έφορο Μιχαήλ Ναύτη γράφει:
«Διωρήσαμεν
τους εν Χίω, Σάμω Πάτμω και Κυδωνίαις εγκριτωτέρους των μελών να
συναθροίσωσι των αδελφών τας εισφοράς και να εμβάσουν εις τους εν Σμύρνη
εφόρους»
4.1 Τα γεγονότα
Καθώς η μεγάλη μέρα πλησίαζε, οι
Κυδωνείς, όπως γράφει και ο Σπυρίδων Τρικούπης, λόγω της θέσεως της
πόλεως, φρόντιζαν να καθησυχάζουν τις υποψίες των Τούρκων (όπως ακριβώς
έκαναν στις παραμονές της επανάστασης και οι Έλληνες του Μωριά, της
Ρούμελης και αλλού). Έτσι έστειλαν τον προεστό Χατζή Θανάση στην
Πέργαμο για να πείσει τους Τούρκους να ανακαλέσουν τα άτακτα τουρκικά
σώματα, αλλά οι Τούρκοι πληροφορημένοι ότι κάτι έτρεχε, δεν πείσθηκαν.
Μέσα στην πολιτεία οι ψυχές μέρα με
την μέρα ατσαλώνανε, καταφεύγοντας στην αρχή στην συγκέντρωση χρημάτων
και στην αποστολή με αυτά στον Μωριά όπλων και πολεμοφοδίων και
περιμένοντας την μεγάλη ώρα.
Το μήνυμα τις επανάστασης του Μαρτίου έφθασε γρήγορα και εκεί. Τώρα περίμεναν το σύνθημα.
Τελικά τις πρώτες ημέρες του Μαΐου του 1821 εμφανίστηκε μπρος στο
λιμάνι των Κυδωνιών μια μικρή μοίρα του επαναστατικού στόλου. Ο
δυσκίνητος οθωμανικός στόλος δεν μπόρεσε να εμποδίσει τις ναυτικές
επιδείξεις των ελληνικών πλοίων. Ανενόχλητα αυτά, επιτέθηκαν σε δύο
εξοπλισμένα τουρκικά μεταγωγικά που μετέφεραν στρατό από την Πέργαμο
και πήγαιναν στην Πελοπόννησο. Συνελήφθησαν και τα δύο μπρος στο λιμάνι
και πυρπολήθηκαν, το δε πλήρωμα τους, εξοντώθηκε όλο. Αυτά και άλλα
παρόμοια γεγονότα κατατάραξαν την οθωμανική κυβέρνηση και δόθηκε διαταγή
στους πασάδες της Προύσας και του Αιδινίου να λάβουν μέτρα. Έτσι στα
μέσα Μαΐου του 1821 στρατοπέδευσε έξω από την πόλη στην περιοχή
Αγιασματίου μια δύναμη 700 σπαχήδων. Μαζί με αυτούς συγκεντρώθηκαν
πολλοί άτακτοι μωαμεθανοί από τις πλησίον κωμοπόλεις, ενώ ο αρχηγός των
σπαχήδων ζήτησε από τους Αιβαλιώτες να του παραδώσουν συγκεκριμένο
αριθμό όπλων, από τα οποία βέβαια [μια και ο αριθμός ήταν υπερβολικός]
μόνο μικρό μέρος μπορούσαν να συγκεντρώσουν.
Ενώ γίνονταν διαπραγματεύσεις, οι συγκεντρωμένοι άτακτοι
επιτίθεντο στους Αιβαλιωτες που ζούσαν στην ύπαιθρο και τους σκότωναν ή
τους λήστευαν, ο δε διοικητής των σπαχήδων ζητούσε επίμονα περισσότερες
ενισχύσεις από τον πασά της Προύσας, για να αντιμετωπίσει τους άοπλους
στην πραγματικότητα Κυδωνιάτες.
Την 17η
Μαΐου 1821 ο Παπανικολής ανατίναξε το δίκροτο εμπρός στο λιμάνι της
Ερεσού και ο έντρομος στόλος του εχθρού κατέφυγε στον Ελλήσποντο. Οι
Τούρκοι άρχισαν να συγκεντρώνουν ενισχύσεις και ο κάμπος του
Αγιασμάτιου γέμισε με ζειμπέκους και ταγκαλάκια που περίμεναν να πέσουν
στο Αιβαλί σαν τα κοράκια για φόνο και πλιάτσικο. Στις πολιτεία οι
άνδρες που χρησιμοποιούνταν για προστασία από ληστές και για απονομή
δικαιοσύνης δεν ήταν παραπάνω από 250 παλικάρια υπό τον Γιώργο Σάλτα.
Πρώτο τους μέλημα ήταν να οργανώσουν ταμπούρια μπάς και κρατήσουν την
πόλη.
Ο Δαούτ πασάς έχοντας πλέον ισχυρότατη
δύναμη να παρατάξει απέναντι στις ελάχιστες δυνάμεις των ελαφρά
οπλισμένων του Γιώργη Σάλτα ζήτησε 40.000 γρόσια σαν στρατιωτική
εισφορά της πόλης για τον πόλεμο του Σουλτάνου. Όμως ποίος θα έδινε αυτά
τα χρήματα όταν στην πόλη υπήρχαν μόνο φτωχοί άνθρωποι, καθώς οι
πλούσιοι είχαν ήδη καταφύγει στην Λέσβο, τα Μοσχονήσια και αλλού. Βγήκε
τότε ο Φιλικός Χατζηπαρασκευάς Σαλτέλης για να εξηγήσει:
« Πέστε στον Δαούτ πασά πως δεν υπάρχουν γρόσια... Αν κτυπήσει την πολιτεία θα τον πολεμήσουμε»
Εν τω μεταξύ όσοι άμαχοι είχαν μείνει
τρέξανε να σωθούν από την θάλασσα με ότι πλεούμενα υπήρχαν και όσοι
μπορούσαν περνούσαν απέναντι στα Μοσχονήσια.
Ο Γιώργης Σάλτας μοίρασε στα παλικάρια του μπαρούτι και βόλια και
πιάσανε τη δημοσιά για τον Αη Δημήτρη. Στον Ταξιάρχη ταμπουρώθηκε ο
Δημήτριος Οικονόμου, στην Μητρόπολη ταμπουρώθηκε ο Κάπανδρος και οι
Πισσαίοι ενώ ο Άγγελος Ζωντανός με καμιά πενηνταριά παλικάρια φύλαγε τον
κατάγιαλο και παράστεκε στο φευγιό του κόσμου.
Μέσα σ’
εκείνη την ώρα της αγωνίας ο Κωνσταντίνος Τόμπρας πήρε τον Δημήτριο
Τζίτζιρα και τους Αμμανίτες και πήγαν στον Ιάκωβο Τομπάζη ζητώντας να
στείλει σκαμπαβίες να πάρουν τα πιεστήρια και τα μολυβένια στοιχεία του
τυπογραφείου, πράγμα που έγινε μπορετό την άλλη μέρα στις 2 Ιουνίου
1821. Όταν όμως είδαν οι Τούρκοι τους ναύτες με τις σκαμπαβίες να
φτάνουν στο γιαλό αρχίσανε το ντουφεκίδι. Ακούγοντας τους πυροβολισμούς
έτρεξαν σε ενίσχυσή τους οι Αιβαλιώτες και οι Τούρκοι υποχώρησαν,
βάζοντας φωτιά στο τυπογραφείο. Μετά από υποσχέσεις του Δαούτ πασά για
παράδες και πλιάτσικο γύρισαν ξανά και πολέμησαν για δύο ώρες. Όμως οι
ναύτες του Τομπάζη και οι Αιβαλιώτες τους έβαλαν στη μέση. Έτσι όταν
τα ταγκαλάκια βάρεσαν τα τουμπερλέκια και σαν δαιμονισμένοι ξεχύθηκαν
στις ρούγες και κάναν γιουρούσι με τα γιαταγάνια, οι Ψαριανοί και οι
Σπετσιώτες τους άφησαν να σκορπιστούν και έπειτα τους έσφαξαν σαν τα
τραγιά. Γέμισαν κουφάρια οι ρούγες, καθώς υποχωρούσαν οι Τούρκοι.
Καίγοντας και κλέβοντας έφτασαν στον Άγιο Χαράλαμπο. Τότε ο Ζωντανός με
τους δικούς του, αφήνοντας τον καταγιαλό τους ξετρύπωνε από τα σπίτια
και τους σκότωνε τις δε μαντήλες με το πλιάτσικο τα στοίβαξαν σε δύο
μουλάρια.
Από την
άλλη οι σπαχήδες έφεραν σε δύσκολη θέση τον Δημήτριο Οικονόμου, μέχρι
που φάνηκε ο Γεώργιος Σάλτας και υποχώρησαν, αλλά στην υποχώρηση ένα
βόλι πήρε κατάστηθα τον Γιώργη Σάλτα.
Η πολιτεία είχε παραδοθεί στην
καταστροφή Παντού φωτιά και ερήμωση. Περασμένα μεσάνυχτα δύο
τσιρνίκια με Αιβαλιώτες Φιλικούς βλέπουν Τούρκους να κατηφορίζουν στα
χαλάσματα για πλιάτσικο. Αγρίεψε το μάτι τους, τους πλησιάζουν στο
Ταλιάνι και με λύσσα πέφτουν στους ζειμπέκους και τους λιανίζουν. Όμως
το Αιβαλί δεν υπήρχε πια.
Στις συγκρούσεις που γίνηκαν οι
απώλειες των Τούρκων ήταν πάνω από 1.500 νεκροί ενώ ήταν
απροσδιόριστος ο αριθμός των τραυματιών. Οι έλληνες μαχητές είχαν 150
νεκρούς και τραυματίες. Η λύσσα των Τούρκων για τα συμβάντα ξέσπασε κατά
των δύστυχων Ελλήνων κατοίκων στα πέριξ χωριά.
Σαν ξημέρωσε τα πλεούμενα με τον κόσμο και τους μαχητές εγκατέλειψαν την ερημωμένη και δηωμένη πολιτεία τους. Η προσφυγιά που την γνώρισε και θα την γνωρίσει πολλές φορές αυτή η πολιτεία, τράβηξε κατά την υπόλοιπη Ελλάδα. Όμως
αυτοί ήσαν τα παλικάρια που στελέχωσαν τα άτακτα και τα τακτικά
επαναστατικά σώματα. Παντού πολέμησαν οι Αιβαλιώτες. Όλοι οι οπλαρχηγοί,
ο Κολοκοτρώνης, ο Λόντος, ο Πανουργιάς, ο Κριεζώτης, ο Φλέσσας, ο
Πλαπούτας, ο Νικηταράς, ο Καρατάσος και τόσοι άλλοι είχαν παλικάρια από
το Αιβαλί. Υπό τον Γιατράκο αγωνίσθηκε σαν οπλαρχηγός ο Χατζή Αποστόλης
με δικό του σώμα από 80 Αιβαλιώτες, ο Δημήτριος Κάπανδρος διεκρίθηκε σε
πολλές μάχες με τους 50 Κυδωνιάτες του, 300 Αιβαλιώτες με δικό τους
σώμα μαχόντουσαν στους αμπελώνες του Άργους κατά του Δράμαλη, 100 υπό
τον Κριεζή μετείχαν στην άμυνα της Ακροπόλεως κατά του Κιουταχή, ενώ
μόλις έγινε το πρώτο τακτικό σώμα στην Καλαμάτα το 1821 από τον
συνταγματάρχη Βαλέστ, κατετάχθηκαν αμέσως 60 Κυδωνιείς που σιγά σιγά
ανήλθαν σε 200. Οι περισσότεροι από αυτούς υπό την αρχηγία του Ταρέλλα
έπεσαν στην μάχη του Πέτα, ενώ τον Βαλέστ στην εκστρατεία του στην
Κρήτη τον ακολούθησαν 25 Αιβαλιώτες.
Οι προσωπικές ανδραγαθίες των μαχητών από τις Κυδωνίες υπήρξαν φωτεινά παραδείγματα φιλοπατρίας και παλικαριάς.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΑΛΤΕΛΗΣ
: Περικυκλωμένος στο φρούριο των Ψαρών έβαλε φωτιά στην πυρίτιδα, σαν
άλλος Σαμουήλ και συναποθνήσκει με άλλους πατριώτες παίρνοντας στον
όλεθρο και τους εισορμήσαντες εχθρούς .
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΣΑΛΤΕΛΗΣ :
Διακρίθηκε στους πολιτικούς αγώνες, ακολούθησε τον Μιαούλη σε όλες τις
εκστρατείες σαν γραμματέας και σε όλη την διάρκεια του αγώνα προσεφερε
στην πατριδα μαζί με τον αδελφό του τον ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ.
ΑΓΓΕΛΟΣ ΖΩΝΤΑΝΟΣ : Σκοτώθηκε μαζί με πολλούς άλλους Κυδωνείς στη μάχη του Πέτα, αγωνιζόμενος στο τάγμα των φιλελλήνων υπό τον Νόρμαν.
ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΑΜΜΑΝΙΤΗΣ: Έπεσε στη μάχη του Πέτα κρατώντας την σημαία, μαχόμενος με το σώμα του Γιατράκου.
ΓΑΒΡΙΗΛ ΑΜΜΑΝΙΤΗΣ: Διέπρεψε στους στρατιωτικούς και πολιτικούς αγώνες και υπέκυψε από τις ταλαιπωρίες.
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΖΙΤΖΙΡΑΣ: ( Ο la Cigale του Διδότου) Έπεσε ένδοξα στην επίθεση κατά της Ακροπόλεως, εισορμώντας πρώτος σ’ αυτήν.
Πρεσβύτερος ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΙΣΣΑΣ
: Αγωνίσθηκε στην Πελοπόννησο υπό τις διαταγές του Κυριακούλη
Μαυρομιχάλη, στην Κρήτη υπό τον Μπαλέστρα με τον τακτικό του Φαβιέρου
και έπεσε μαχόμενος στην Κάρυστο.
ΝΙΚΟΛΑΟΣ και ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ ΠΙΣΣΑΣ :
Φιλικοί και οι δύο διακρίθηκαν κατά την μάχη των Κυδωνιών, ο Νικόλαος
έπεσε στο Άργος και ο Ευστράτιος συμμετείχε στην εκστρατεία της Κρήτης
υπό τον Βαλέστ. Υπό τον Φαβιέρο διακρίθηκε σε όλες τις επιχειρήσεις
σαν ταγματάρχης. Κατά την είσοδο προς βοήθεια των πολιορκούμενων από
τον Κιουταχή στην Ακρόπολη συμμετείχαν και οι δύο αδελφοί του ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ και ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ. Ο
Αθανάσιος διακρίθηκε κατά την εκστρατεία του Φαβιέρου στην Χίο (1828)
και ιδιαίτερα στην μάχη της Τουρλωτής. Ο Ευστράτιος άφησε χειρόγραφα
απομνημονεύματα, όπου υπάρχει διεξοδική περιγραφή της καταστροφής των
Κυδωνιών, αλλά και διηγήσεις από τις επιχειρήσεις που μετείχε με τους
αδελφούς του.
ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ ΠΕΤΡΙΔΗΣ :
Κατέφυγε στην αρχή στα Ψαρά, μετά στην Άνδρο και έπειτα στην Τήνο,
όπου δίδασκε σε σχολείο μέχρι το 1841. Στην Συνέλευση στο Άργος,
παρέστη σαν ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΣ ΤΩΝ ΚΥΔΩΝΙΕΩΝ. Η Ελληνική κυβέρνηση εκτιμώσα την επί μακρόν εθνική υπηρεσία του μετά την απελευθέρωση, του χορήγησε σύνταξη.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΟΜΠΡΑΣ:
Ο Κωνσταντίνος Τόμπρας με υποτροφία της διοίκησης της πόλεως των
Κυδωνιών εστάλη πριν τα γεγονότα του 1821 να σπουδάσει στην Ευρώπη το
επάγγελμα του Τυπογράφου, προκειμένου να μεταλαμπαδεύσει τις γνώσεις του
και σε άλλους Ελληνόπαιδες. Οταν οι τούρκοι κατελαβαν την πολη
πακετάρισε κατάλληλα τα τυπογραφικά εργαλεία και μηχανήματα του
τυπογραφείου της Ακαδημίας και προσπάθησε να τα διασώσει με την βοήθεια
του Ιακώβου Τομπάζη. Στα Ψαρά όπου κατέφυγε, κλήθηκε μετά από λίγες
μέρες από τον Δημήτριο Υψηλάντη που είχε φέρει από την Τεργέστη πλήρες
τυπογραφείο. Έτσι ο Τόμπρας υπήρξε ο πρώτος διευθυντής τυπογραφείου της αγωνιζομένης Ελλάδος,
που λειτουργούσε στην Καλαμάτα. Εκεί τυπώνονταν τα πρώτα επίσημα
έγγραφα και η εφημερίδα ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΑΛΠΙΓΓΑ. Το τυπογραφείο αυτό
μεταφέρθηκε στην Κόρινθο και καταστράφηκε από τον Δράμαλη. Από το 1824
στην Ύδρα διεύθυνε το νέο τυπογραφείο καθ όλη την διάρκεια του αγώνα.
Κάποτε την πατρίδα μας [πρωτού να γεμισει τζίπ και μερσεντές με δανεικα], τοτε που εφθασε νικηφόρα ως την Άγκυρα, την λέγαμε υποτιμητικά και "Ψωροκώστενα". Αλλα ποιά ηταν αυτη η ψωροκώστενα; Στα
1821 οταν καταστράφηκε η πόλη των Κυδωνιών η ΠΑΝΩΡΑΙΑ ΧΑΤΖΗΚΩΣΤΑ, μια όμορφη αρχόντισσα με πολύ περιουσία, σώθηκε πάμφτωχη και ολομόναχη στα Ψαρά. Απο κεί πήγε στην πρωτεύουσα του Ελληνικού κράτους, το Ναύπλιο, όπου και για να
ζήσει ξενόπλενε και πολλές φορές δεχόταν το έλεος και την συμπόνια των
συνανθρώπων της. Η ίδια τόσο πολύ υπέφερε που παραμέλησε
εντελώς την εμφάνιση της. Αυτή όμως η κουρελιασμένη γυναίκα έκρυβε μέσα της την
αρχόντισσα και κυρίως την πατριώτισσα.
------------------------------------------
Αυτή εν ολίγοις υπήρξε η συμβολή των Κυδωνιών στο μεγάλο απελευθερωτικό αγώνα της Ελλάδος.
Στα 1826 έγινε έρανος στο Ναύπλιο για
να βοηθήσουν το μαχόμενο Μεσολόγγι. Ετσι στήθηκε στη κεντρική πλατεία ένα
τραπέζι και οι υπεύθυνοι του εράνου ζητούσαν από τους καταστραμμένους,
πεινασμένους και χαροκαμένους Έλληνες να βάλουν πάλι το χέρι στην τσέπη για να
βοηθήσουν τους μαχητές και τους αποκλεισμένους του Μεσολογγίου, αλλά ποιος είχε
και ποιος θα έδινε από αυτό το φτωχομάνι. Κανείς δεν πλησίαζε το τραπέζι, όλων
τα σπίτια τα έφερναν δύσκολα πέρα. Τότε η φτωχότερη όλων η χήρα Χατζηκώσταινα
έβγαλε το ασημένιο δαχτυλίδι από το δάχτυλό της και ένα γρόσι που είχε στην
τσέπη της και τα ακούμπησε στο τραπέζι της ερανικής επιτροπής. «ΤΟ ΔΙΛΕΠΤΟ ΤΗΣ ΧΗΡΑΣ» ξύπνησε την συνείδηση
των πεινασμένων και κάποιος φώναξε «Δέστε η πλύστρα Ψωροκώσταινα πρώτη πρόσφερε
τον οβολό της». Αμέσως το φιλότιμο ηλέκτρισε τους φτωχούς και το τραπέζι γέμισε
λίρες, γρόσια και χρυσαφικά.
Η πλύστρα Πανωραία όμως δεν έδινε
μόνο μαθήματα πατριωτισμού αλλά και ανθρωπιάς. Οταν ο Καποδίστριας ίδρυσε
ορφανοτροφείο προσφέρθηκε γριά πιά και με σαλεμένο τον νου από τον πόνο και τις
στερήσεις να πλένει τα ρούχα των ορφανών χωρίς καμιά αμοιβή.
Ομως πως έγινε πανελλήνια γνωστό το
παρατσούκλι της Πανωραίας;
Στην εποχή του Καποδίστρια σε μια
συνεδρίαση της Συνέλευσης, κάποιος παρομοιάσε το Ελληνικό Δημόσιο με την
Ψωροκώσταινα, ο συσχετισμός άρεσε και κάθε φορά που αναφερόντουσαν στο θέμα του
Δημοσίου το ονόμαζαν «Ψωροκόσταινα».
Αργότερα οι Βαυαροί, προκειμένου να
χλευάσουν το Ελληνικό κράτος για την φτώχια του και την οπισθοδρομικότητα του
ονόμασαν υβριστικά την Ελλάδα, «Ψωροκώσταινα» .
Τέτοιοι ήταν οι Αιβαλιώτες. Πανω από οτιδηποτε η αγάπη για την πατρίδα.
Επιστολή των προσφύγων από τις Κυδωνιές και
τα Μοσχονήσι Προς το
Βουλευτικό
Οι
εν Αιγίνη πρόσφυγες Κυδωνιείς προς το Βουλευτικόν
Προστρέχομεν λοιπόν υπό την σκέπην της φιλεύσπλαχνου
μητρός μας και θερμοίς δακρύοις παρακαλούμεν ελέω όμματι, να επίβλεψη εις τας
απείρους δυστυχίας μας.
Ηξεύρει καλώς
ότι είμεθα άνθρωποι χωρίς πατρίδα, χωρίς υποστατικά, χωρίς οσπήτιον,
χωρίς ένδυμα, αν με το μικρότατον και ψευδές εμπόριόν μας, ή με τα μικρά μας
πλοία κερδίσωμεν μικρόν τι κέρδος, πού
τάχα πρώτον να το δώσωμεν, εις τροφήν των παίδων και γυναικών; εις ενδύματα;
εις ενοίκιον; η, εις άλλα καθημερινά αναγκαία.
Λάβετε λοιπόν, λάβετε την ενδεχομένην δι' ημάς
υπεράσπισιν, ελευθερώσατε μας από τας των Αιγινητών πολλάς καταχρήσεις,
επιτάξατε αυτούς να απέχωσι του λοιπού από ημάς και να μη μας ζητούσιν ό,τι
θέλει το κέφι των...
εν Αιγίνη. 29 Σεπτεμβρίου 1825
Οι εν Αιγίνη παροικούντες Κυδωνιείς και Μοσχονησιώται
οι ευπειθέστατοι πατριώται.
------------------------------------------
ΑΙΩΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ
http://ioniotis.blogspot.gr/