Τα έργα του Ησίοδου παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον λόγο της συγκέντρωσης των Ελληνικών μυθολογικών παραδόσεων και την γλαφυρότητα με την οποία περιγράφει, και με την παιδική αφέλεια που τον διακρίνει, τις συνθήκες της καθημερινότητας στην μακρινή αυτή εποχή.
Το “Έργα και Ημέραι” αποτελείται από 828 εξάμετρους στίχους με κύρια θέματα την δουλειά την δικαιοσύνη και την άμιλλα, ένας στοχασμός του ποιητή πάνω στην κοινωνική ζωή που αποτελεί μια πολύτιμη μαρτυρία σχετικά με την Ελληνική σκέψη της εποχής και την καθημερινή ζωή . Η ¨Θεογονία¨ των 1022 εξάμετρων στοίχων μπορεί να χαρακτηριστεί ως την ¨Ιερά Γραφή¨ των αρχαίων Ελλήνων καθώς ο Ησίοδος ασχολείται με την κοσμογονία και την καταγωγή των θεών. Τέλος στο “Ασπίς Ηρακλέους”, ποίημα 480 εξάμετρων στίχων, σχεδιάζει ανάγλυφα τις δύο όψεις του ανθρώπινου βίου, τον Πόλεμο και την Ειρήνη.
Το πρώτο που θα μπορούσε να παρατηρήσει κανείς είναι η θεοκρατική αντίληψη που επικρατεί στο έργο του “Έργα και Ημέραι”. Ο Ησίοδος συμβουλεύει τον αδελφό του Πέρση να υπακούει στο δίκαιο και στον νόμο που όρισε ο γιος του Κρόνου (Δίας) στους ανθρώπους αντίθετα με τα ψάρια, τα θηρία και τα πουλιά που τρώνε το ένα το άλλο γιατί σε αυτά το δίκαιο δεν υπάρχει. Οι συνθήκες κάτω από της οποίες η ετερόνομη “Κοινωνία” της εποχής του Ησίοδου (~850 - 950 π.χ.), στην οποία ο νόμος- θεσμός πρέπει να έχει έρθει από αλλού για να κατοχυρωθεί, μετατράπηκε στην Πόλη του 5ου αιώνα που αυτοθεσμίζεται και που οι ίδιοι οι Πολίτες κάνουν τους νόμους τους και τους σέβονται, αποτελεί αντικείμενο μελέτης αναρίθμητων ερευνητών και στην πραγματικότητα είναι αυτό που πρωτο-ξεχώρισε τους Έλληνες από τους υπόλοιπους λαούς. Ο Κορνήλιος Καστοριάδης εξετάσει συνοπτικά μερικές αιτιακές ερμηνείες του φαινομένου αυτού (γεωγραφική διάρθρωση, δουλεία και παραγωγικές σχέσεις, οπλιτική φάλαγγα κ.α.) στο βιβλίο του “Η Αρχαία Ελληνική Δημοκρατία και η σημασία της για μας σήμερα”, εκδόσεις 'Ύψιλον, 1999.
Ένα δεύτερο σημείο που τουλάχιστον για εμένα αξίζει να σχολιαστεί είναι το πως κατά την αντίληψη του Ησίοδου, ή των ποιητών των οποίων τα έργα “συναρμολόγησε” ο Ησίοδος για να γράψει την Θεογονία, το ¨ερωτικό σμίξιμο¨ μεταξύ των θεών ήταν επιτρεπτό και κατά κάποιο τρόπο φυσιολογικό. Για παράδειγμα ο Δίας έσμιξε με την σύζυγό του Ήρα και γεννήθηκαν η Ήβη και ο Άρης, ενώ και οι δύο είχαν γεννηθεί από τη Ρέα που έσμιξε με τον Κρόνο, όπου και οι ίδιοι ήταν παιδιά της Γης και του Ουρανού. Το ίδιο η Κητώ με τον Φόρκυν, και οι δύο από το σμίξιμο του Πόντου με την Γη, από όπου γεννήθηκαν οι Γοργόνες, ο Κέρβερος, η Λερναία Ύδρα κ.α.
Ο κατακλυσμός, κατά τον Ησίοδο του Δευκαλίωνα, είναι ένα από τα κοινά χαρακτηριστικά των περισσοτέρων θρησκειών. Είναι κάτι σαν τους “Βάρβαρους” του Καβάφη που τελικά έφτασαν... τελικά από κάπου πρέπει να ξεκινήσει κανείς. Η δημιουργία της γυναίκας είναι ένα δεύτερο. “Το “κακό” που σκαρφίστηκε ως αντίποινα ο θεός για τους ανθρώπους. “Από το χώμα έπλασε ο “Αμφιγυήεις” (Ήφαιστος) τον τέλειο δόλο, τον ακαταμάχητο για τους ανθρώπους, ομοίωμα σεμνής παρθένου με προσταγή του Κρονίδου (Δία) και η Αθηνά την έζωσε με φόρεμα ολόλευκο και την στόλισε με χρυσό στεφάνη. Γιατί από αυτήν κατάγεται το γένος το ολέθριο το θηλυκό που είναι μεγάλη συμφορά για τους θνητούς άνδρες γιατί δεν συμβιβάζονται με την καταραμένη φτώχεια, παρά μόνο με τα πλούτη”, (Θεογονία, 570-590).
Οι θεοί και οι θνητοί έχουν την ίδια καταγωγή. Στο “Έργα και Ημέραι” όμως θεμελιώνει την απαισιοδοξία του για την ανθρώπινη μοίρα με την κατάπτωση των γενών από την Χρυσή εποχή των αθανάτων στην σημερινή εποχή που ζει το Σιδερένιο γένος των ανθρώπων και δεν παύει μέρα και νύχτα κόπους και βάσανα να υποφέρει (106-201). Για την ανακούφιση και όχι την αποφυγή προτείνει την έντιμη εργασία και την αδέκαστη δικαιοσύνη. Η απαισιοδοξία και η ματαιοδοξία της ζωής είναι ένα στοιχείο που παραμένει αναλλοίωτο στην αρχαία Ελληνική σκέψη. Η προσέγγιση στην ανθρώπινη ασημαντότητα, η τραγικότητα της εφήμερης ανθρώπινης ζωής μέσα από την αιώνια πάλη ανάμεσα στο κράτος και στο άτομο, στον ανθρώπινο και στο φυσικό νόμο, η απόλυτη άρνηση της μεταθανάτιας λύτρωσης. Η κατάλυση των φυσικών νόμων είναι η θεία τραγωδία. Δεν υπάρχει φυγή από τον κόσμο και τον θάνατο. Ο θάνατος δίνει νόημα στη ζωή και προσδιορίζει την ανθρώπινη κατάσταση. Αυτό το γεγονός της θνησιμότητας οδηγεί στην αναζήτηση υπαρξιακού νοήματος και στο “ευ ζην” (Πλάτωνας -Κριτίας). Η μετά θάνατον ζωή δεν υπάρχει ή εάν υπάρχει είναι πολύ χειρότερη από την επίγεια (ο Αχιλλέας λέει στον Οδυσσέα ότι θα προτιμούσε να ήταν δούλος στην γη παρά βασιλιάς των νεκρών στον Άδη).
Από τον μύθο της Πανδώρας. “Οι θεοί έχουνε κρυμμένα τα αγαθά της ζωής από τους ανθρώπους, αλλιώς εύκολα θα μπορούσες με μιας μέρας εργασία να τάχης όλα ολόκληρο το χρόνο“, (Έργα και Ημέραι 42-105). Ο κόσμος δεν είναι καμωμένος για τους ανθρώπους. Οι θεοί αδυνατούν να απαλλάξουν τον άνθρωπο από τα δεινά της ζωής. Επεμβαίνουν μόνον εάν κάποιος τους ζημιώσει ή ασεβήσει είς βάρος τους. Οι ίδιοι οι θεοί δεν είναι παντοδύναμοι και υπόκεινται σε μία απρόσωπη μοίρα (ο Ησίοδος περιγράφει με γλαφυρότητα στη “Θεογονία” τα παθήματα του Ουρανού, του Κρόνου και του Δία).
Κεντρική ιδέα στην αρχαία ελληνική αντίληψη είναι η ιδέα του Χάους. Σύμφωνα με την “Θεογονία” τα πάντα ξεκινούν από το απόλυτο μηδέν, το κενό, το Χάος, το οποίο όμως δεν παρουσιάζεται με την σημερινή έννοια της “αταξίας” αλλά με την έννοια της “άλλης” πλευράς του κόσμου, το απύθμενο βάθος, ο Τάρταρος.
Τέλος είναι αξιοσημείωτη η προσπάθεια, ακόμα και με αθέμιτα μέσα, για την διατήρηση της εξουσίας. Από τον Ουρανό που έκρυβε τα παιδιά του στης Γης τα σπλάχνα, στον Κρόνο που έτρωγε τα παιδιά του και τελικά στον Δία που “έριξε” στην κοιλιά του την πρώτη του σύζυγο, την Μήτιν, όταν ήταν έτοιμη να γεννήσει την Αθηνά, κατά τις συμβουλές της Γης και του Ουρανού. Σύμφωνα με τον μύθο ήταν πεπρωμένο να γεννηθούν από αυτήν σοφώτατα παιδιά που θα έχουν ίση με τον πατέρα τους σοφία και δύναμη. Σύμφωνα με τον Μανώλη Τσάμη στην “Ελληνική Θρησκευτική Παράδοση” ο μύθος αποκαλύπτει την συγκλονιστική δημιουργική αρχή πως ότι γεννιέται κάποτε θνήσκει διότι ο χρόνος που το έφερε σε ένα κύκλο ζωής κάποτε το καταβροχθίζει. Εδώ θα διαφωνήσω και θα υποθέσω ότι ο μύθος πλάστηκε έτσι διότι οι Αρχαίοι Έλληνες έδιναν ανθρώπινη διάσταση και ελαττώματα στους θεούς τους. Δεν αντιπροσώπευσαν ποτέ την εξιδανικευμένη αφηρημένη έννοια που τους έδωσαν οι υπόλοιπες θρησκείες. Μπορεί να ήταν παντοδύναμοι και παντογνώστες αλλά ποτέ δεν παρουσιάστηκαν ως αλάνθαστοι και όπως προανέφερα υπόκεινται και οι ίδιοι σε μία απρόσωπη μοίρα.
Απεικόνιση του Γενεαλογικού δέντρου της “Θεογονίας”.
Το “Έργα και Ημέραι” αποτελείται από 828 εξάμετρους στίχους με κύρια θέματα την δουλειά την δικαιοσύνη και την άμιλλα, ένας στοχασμός του ποιητή πάνω στην κοινωνική ζωή που αποτελεί μια πολύτιμη μαρτυρία σχετικά με την Ελληνική σκέψη της εποχής και την καθημερινή ζωή . Η ¨Θεογονία¨ των 1022 εξάμετρων στοίχων μπορεί να χαρακτηριστεί ως την ¨Ιερά Γραφή¨ των αρχαίων Ελλήνων καθώς ο Ησίοδος ασχολείται με την κοσμογονία και την καταγωγή των θεών. Τέλος στο “Ασπίς Ηρακλέους”, ποίημα 480 εξάμετρων στίχων, σχεδιάζει ανάγλυφα τις δύο όψεις του ανθρώπινου βίου, τον Πόλεμο και την Ειρήνη.
Το πρώτο που θα μπορούσε να παρατηρήσει κανείς είναι η θεοκρατική αντίληψη που επικρατεί στο έργο του “Έργα και Ημέραι”. Ο Ησίοδος συμβουλεύει τον αδελφό του Πέρση να υπακούει στο δίκαιο και στον νόμο που όρισε ο γιος του Κρόνου (Δίας) στους ανθρώπους αντίθετα με τα ψάρια, τα θηρία και τα πουλιά που τρώνε το ένα το άλλο γιατί σε αυτά το δίκαιο δεν υπάρχει. Οι συνθήκες κάτω από της οποίες η ετερόνομη “Κοινωνία” της εποχής του Ησίοδου (~850 - 950 π.χ.), στην οποία ο νόμος- θεσμός πρέπει να έχει έρθει από αλλού για να κατοχυρωθεί, μετατράπηκε στην Πόλη του 5ου αιώνα που αυτοθεσμίζεται και που οι ίδιοι οι Πολίτες κάνουν τους νόμους τους και τους σέβονται, αποτελεί αντικείμενο μελέτης αναρίθμητων ερευνητών και στην πραγματικότητα είναι αυτό που πρωτο-ξεχώρισε τους Έλληνες από τους υπόλοιπους λαούς. Ο Κορνήλιος Καστοριάδης εξετάσει συνοπτικά μερικές αιτιακές ερμηνείες του φαινομένου αυτού (γεωγραφική διάρθρωση, δουλεία και παραγωγικές σχέσεις, οπλιτική φάλαγγα κ.α.) στο βιβλίο του “Η Αρχαία Ελληνική Δημοκρατία και η σημασία της για μας σήμερα”, εκδόσεις 'Ύψιλον, 1999.
Ένα δεύτερο σημείο που τουλάχιστον για εμένα αξίζει να σχολιαστεί είναι το πως κατά την αντίληψη του Ησίοδου, ή των ποιητών των οποίων τα έργα “συναρμολόγησε” ο Ησίοδος για να γράψει την Θεογονία, το ¨ερωτικό σμίξιμο¨ μεταξύ των θεών ήταν επιτρεπτό και κατά κάποιο τρόπο φυσιολογικό. Για παράδειγμα ο Δίας έσμιξε με την σύζυγό του Ήρα και γεννήθηκαν η Ήβη και ο Άρης, ενώ και οι δύο είχαν γεννηθεί από τη Ρέα που έσμιξε με τον Κρόνο, όπου και οι ίδιοι ήταν παιδιά της Γης και του Ουρανού. Το ίδιο η Κητώ με τον Φόρκυν, και οι δύο από το σμίξιμο του Πόντου με την Γη, από όπου γεννήθηκαν οι Γοργόνες, ο Κέρβερος, η Λερναία Ύδρα κ.α.
Ο κατακλυσμός, κατά τον Ησίοδο του Δευκαλίωνα, είναι ένα από τα κοινά χαρακτηριστικά των περισσοτέρων θρησκειών. Είναι κάτι σαν τους “Βάρβαρους” του Καβάφη που τελικά έφτασαν... τελικά από κάπου πρέπει να ξεκινήσει κανείς. Η δημιουργία της γυναίκας είναι ένα δεύτερο. “Το “κακό” που σκαρφίστηκε ως αντίποινα ο θεός για τους ανθρώπους. “Από το χώμα έπλασε ο “Αμφιγυήεις” (Ήφαιστος) τον τέλειο δόλο, τον ακαταμάχητο για τους ανθρώπους, ομοίωμα σεμνής παρθένου με προσταγή του Κρονίδου (Δία) και η Αθηνά την έζωσε με φόρεμα ολόλευκο και την στόλισε με χρυσό στεφάνη. Γιατί από αυτήν κατάγεται το γένος το ολέθριο το θηλυκό που είναι μεγάλη συμφορά για τους θνητούς άνδρες γιατί δεν συμβιβάζονται με την καταραμένη φτώχεια, παρά μόνο με τα πλούτη”, (Θεογονία, 570-590).
Οι θεοί και οι θνητοί έχουν την ίδια καταγωγή. Στο “Έργα και Ημέραι” όμως θεμελιώνει την απαισιοδοξία του για την ανθρώπινη μοίρα με την κατάπτωση των γενών από την Χρυσή εποχή των αθανάτων στην σημερινή εποχή που ζει το Σιδερένιο γένος των ανθρώπων και δεν παύει μέρα και νύχτα κόπους και βάσανα να υποφέρει (106-201). Για την ανακούφιση και όχι την αποφυγή προτείνει την έντιμη εργασία και την αδέκαστη δικαιοσύνη. Η απαισιοδοξία και η ματαιοδοξία της ζωής είναι ένα στοιχείο που παραμένει αναλλοίωτο στην αρχαία Ελληνική σκέψη. Η προσέγγιση στην ανθρώπινη ασημαντότητα, η τραγικότητα της εφήμερης ανθρώπινης ζωής μέσα από την αιώνια πάλη ανάμεσα στο κράτος και στο άτομο, στον ανθρώπινο και στο φυσικό νόμο, η απόλυτη άρνηση της μεταθανάτιας λύτρωσης. Η κατάλυση των φυσικών νόμων είναι η θεία τραγωδία. Δεν υπάρχει φυγή από τον κόσμο και τον θάνατο. Ο θάνατος δίνει νόημα στη ζωή και προσδιορίζει την ανθρώπινη κατάσταση. Αυτό το γεγονός της θνησιμότητας οδηγεί στην αναζήτηση υπαρξιακού νοήματος και στο “ευ ζην” (Πλάτωνας -Κριτίας). Η μετά θάνατον ζωή δεν υπάρχει ή εάν υπάρχει είναι πολύ χειρότερη από την επίγεια (ο Αχιλλέας λέει στον Οδυσσέα ότι θα προτιμούσε να ήταν δούλος στην γη παρά βασιλιάς των νεκρών στον Άδη).
Από τον μύθο της Πανδώρας. “Οι θεοί έχουνε κρυμμένα τα αγαθά της ζωής από τους ανθρώπους, αλλιώς εύκολα θα μπορούσες με μιας μέρας εργασία να τάχης όλα ολόκληρο το χρόνο“, (Έργα και Ημέραι 42-105). Ο κόσμος δεν είναι καμωμένος για τους ανθρώπους. Οι θεοί αδυνατούν να απαλλάξουν τον άνθρωπο από τα δεινά της ζωής. Επεμβαίνουν μόνον εάν κάποιος τους ζημιώσει ή ασεβήσει είς βάρος τους. Οι ίδιοι οι θεοί δεν είναι παντοδύναμοι και υπόκεινται σε μία απρόσωπη μοίρα (ο Ησίοδος περιγράφει με γλαφυρότητα στη “Θεογονία” τα παθήματα του Ουρανού, του Κρόνου και του Δία).
Κεντρική ιδέα στην αρχαία ελληνική αντίληψη είναι η ιδέα του Χάους. Σύμφωνα με την “Θεογονία” τα πάντα ξεκινούν από το απόλυτο μηδέν, το κενό, το Χάος, το οποίο όμως δεν παρουσιάζεται με την σημερινή έννοια της “αταξίας” αλλά με την έννοια της “άλλης” πλευράς του κόσμου, το απύθμενο βάθος, ο Τάρταρος.
Τέλος είναι αξιοσημείωτη η προσπάθεια, ακόμα και με αθέμιτα μέσα, για την διατήρηση της εξουσίας. Από τον Ουρανό που έκρυβε τα παιδιά του στης Γης τα σπλάχνα, στον Κρόνο που έτρωγε τα παιδιά του και τελικά στον Δία που “έριξε” στην κοιλιά του την πρώτη του σύζυγο, την Μήτιν, όταν ήταν έτοιμη να γεννήσει την Αθηνά, κατά τις συμβουλές της Γης και του Ουρανού. Σύμφωνα με τον μύθο ήταν πεπρωμένο να γεννηθούν από αυτήν σοφώτατα παιδιά που θα έχουν ίση με τον πατέρα τους σοφία και δύναμη. Σύμφωνα με τον Μανώλη Τσάμη στην “Ελληνική Θρησκευτική Παράδοση” ο μύθος αποκαλύπτει την συγκλονιστική δημιουργική αρχή πως ότι γεννιέται κάποτε θνήσκει διότι ο χρόνος που το έφερε σε ένα κύκλο ζωής κάποτε το καταβροχθίζει. Εδώ θα διαφωνήσω και θα υποθέσω ότι ο μύθος πλάστηκε έτσι διότι οι Αρχαίοι Έλληνες έδιναν ανθρώπινη διάσταση και ελαττώματα στους θεούς τους. Δεν αντιπροσώπευσαν ποτέ την εξιδανικευμένη αφηρημένη έννοια που τους έδωσαν οι υπόλοιπες θρησκείες. Μπορεί να ήταν παντοδύναμοι και παντογνώστες αλλά ποτέ δεν παρουσιάστηκαν ως αλάνθαστοι και όπως προανέφερα υπόκεινται και οι ίδιοι σε μία απρόσωπη μοίρα.
Απεικόνιση του Γενεαλογικού δέντρου της “Θεογονίας”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου