Παρασκευή 27 Οκτωβρίου 2023

ΕΠΟΣ ΤΟΥ 40 : ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΕΜΙΚΟ ΝΑΥΤΙΚΟ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ ΤΟΥ Α/ΓΕΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ

γράφει ο Φιλίστωρ

Πρόλογος - Η προετοιμασία του Ελληνικού ναυτικού (1922-1940)

Μετά την εκστρατεία στην Μ. Ασία (1922), καταβλήθηκε προσπάθεια ανακαίνισης των περισσότερων πολεμικών μονάδων, τα «Αβέρωφ» και «Έλλη» επισκευάστηκαν στη Γαλλία, τα τέσσερα αντιτορπιλικά στην Αγγλία, ενώ όλα τα υπόλοιπα στην Ελλάδα. Επίσης παραγγέλθηκαν και έξι υποβρύχια στη Γαλλία, από τα οποία αξίζει να σημειωθούν τα «Παπανικολής» και «Κάτσωνης». Τα υπόλοιπα τέσσερα όμοιου τύπου υποβρύχια ήταν τα "Νηρεύς", "Πρωτεύς", "Γλαύκος" και "Τρίτων", τα οποία ναυπηγήθηκαν στην Ναντ, ενώ στις 17 Νοεμβρίου 1930 πραγματοποιήθηκε η ύψωση της ελληνικής σημαίας στη Βρέστη της Γαλλίας.  Η εκπαίδευση των αξιωματικών ενισχυόταν περιοδικά με αγγλικές αποστολές, ενώ η θητεία των κληρωτών ναυτών ορίστηκε σε 18μήνη. Από το 1928, με την πρωθυπουργία του Ε. Βενιζέλου, εμπεδώνεται ο γενικότερος φιλειρηνικός προσανατολισμός της περιόδου, με την οριστική εγκατάλειψη της Μεγάλης Ιδέας και την αισθητή μείωση των δαπανών για την άμυνα.

 Μετά την πτώση του Βενιζέλου το 1932, το αποτυχημένο Βενιζελικό κίνημα του 1935 που απέδειξε τη γύμνια των ενόπλων δυνάμεων αλλά και τις διεθνείς εξελίξεις με την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, η κυβέρνηση Τσαλδάρη αποφάσισε να διαθέσει μεγάλα κονδύλια για την άμυνα. Τον Ιούλιο του 1935 η κυβέρνηση Τσαλδάρη έλαβε την ιστορική απόφαση να διαθέσει συνολικά 5 δις δρχ σε βάθος 5ετίας για τον επανεξοπλισμό του στρατού. Αλλά η αναδιοργάνωση των ενόπλων δυνάμεων προωθήθηκε ριζικά από την κυβέρνηση Μεταξά την περίοδο 1936-1940. Μετά από συντονισμένη εργασία του νέου Α/ΓΕΣ Αλέξανδρου Παπάγου και του επιτελείου, υποβλήθηκε νέο σχέδιο επανεξοπλισμού των Ελληνικών ενόπλων δυνάμεων αξίας 11 δις δρχ. Στο πλαίσιο αυτό υλοποιήθηκε σχέδιο επανεξοπλισμού του Ελληνικού Ναυτικού καθώς παραγγέλθηκαν στην Αγγλία δύο αντιτορπιλικά, τα «Β. Γεώργιος» και «Β. Όλγα», αγοράστηκαν τέσσερα ναρκαλιευτικά, δώδεκα υδροπλάνα και ένα πετρελαιοφόρο και άρχισε η εκπόνηση επιτελικών σχεδίων και προγραμμάτων για την ενίσχυση του Πολεμικού Ναυτικού και την προετοιμασία του για τον επερχόμενο πόλεμο. Οργανώθηκε η παράκτια άμυνα σύμφωνα με την κατανομή των ακτών της χώρας σε έξι Ναυτικές Αμυντικές Περιοχές, οι οποίες με πενιχρά οικονομικά μέσα, επάνδρωσαν οχυρωματικά και έργα αντιαεροπορικής άμυνας στην ξηρά και οργάνωσαν πεδία ναρκών και ανθυποβρυχιακά φράγματα για προστασία ζωτικών λιμένων και βάσεων σε όλη την επικράτεια, με αποτέλεσμα την ικανοποιητική τους χρησιμοποίηση με την έναρξη του πολέμου.

Η σύνθεση του Ελληνικού Στόλου στις 28 Οκτωβρίου 1940

Το μικρό Ελληνικό Στόλο, που κλήθηκε να αντιμετωπίσει τον πανίσχυρο και σύγχρονο Ιταλικό, αποτελούσαν κυρίως τα ακόλουθα μάχιμα Πολεμικά Πλοία:
· 1 Θωρηκτό 30 ετών, σε κακή κατάσταση, ιδίως των Λεβήτων (ΑΒΕΡΩΦ)
· 1 Θωρηκτό παροπλισμένο (ΚΙΛΚΙΣ)
· 2 Αντιτορπιλικά Αγγλικής κατασκευής, σύγχρονα, 2 περίπου ετών (Β.ΓΕΩΡΓΙΟΣ-Β.ΟΛΓΑ)
· 4 Αντιτορπιλικά Ιταλικής κατασκευής, 7 περίπου ετών, αλλά με προβληματικό υλικό (ΨΑΡΑ-ΣΠΕΤΣΑΙ-ΥΔΡΑ-ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΗΣ)
· 4 Αντιτορπιλλικά Αγγλικής κατασκευής, 30 περίπου ετών (ΛΕΩΝ-ΠΑΝΘΗΡ-ΑΕΤΟΣ-ΙΕΡΑΞ)
· 6 Υποβρύχια Γαλλικής κατασκευής, εκ των οποίων τα 4 μεγαλύτερα περίπου 13 ετών (ΠΡΩΤΕΥΣ-ΓΛΑΥΚΟΣ-ΤΡΙΤΩΝ-ΝΗΡΕΥΣ) και 2 μικρότερου μεγέθους, περίπου 14 ετών (ΚΑΤΣΩΝΗΣ-ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ)
· 4 Τορπιλοβόλα 350 τόννων, 35 ετών (ΘΥΕΛΛΑ-ΣΦΕΝΔΟΝΗ-ΝΙΚΗ-ΑΣΠΙΣ)
· 4 Τορπιλοβόλα, 240 τόννων, 26 περίπου ετών (ΠΡΟΥΣΑ-ΠΕΡΓΑΜΟΣ-ΚΥΖΙΚΟΣ-ΚΙΟΣ)
· 5 Τορπιλοβόλα 125 τόννων, 26 ετών (ΚΥΔΩΝΙΑΙ-ΑΙΓΛΗ-ΑΛΚΥΩΝΗ-ΑΡΕΘΟΥΣΑ-ΔΩΡΙΣ)
· 4 Ναρκαλιευτικά (ΑΛΙΑΚΜΩΝ-ΑΞΙΟΣ-ΝΕΣΤΟΣ-ΣΤΡΥΜΩΝ)
· 1 Πλωτό Συνεργείο, 20 ετών (ΗΦΑΙΣΤΟΣ)

Βασιλιάς Γεώργιος Β΄ - Α/ΓΕΝ Αλέξανδρος Σακελλαρίου    
 
 
Χαράματα 28ης Οκτωβρίου 1940 - Το Ελληνικό ναυτικό τίθεται σε επιφυλακή

Μετά την ύπουλη βύθιση του αντιτορπιλικού «Έλλη» στο λιμάνι της Τήνου, στις 15-8-1940, από το Ιταλικό υποβρύχιο «DELFINO», το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού προέβη στην επίσπευση της συμπλήρωσης των προκαταρκτικών φάσεων της πολεμικής κινητοποίησης. Αμέσως μετά την επίσημη κήρυξη πολέμου από την Ιταλία, το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό τέθηκε σε επιφυλακή μέσα σε έξι ώρες. Τα δέκα αντιτορπιλικά του στόλου κινήθηκαν για να εξασφαλίσουν τις θαλάσσιες συγκοινωνίες του στρατού ξηράς, ενώ τα υποβρύχια κινήθηκαν για περιπολίες σε τομείς που είχαν καθοριστεί πριν την έναρξη του πολέμου. Την πρώτη νύχτα του πολέμου το ναυτικό τοποθέτησε νάρκες στον Θερμαϊκό κόλπο και στη Μήλο. Μέσα σε τέσσερις μέρες από την έναρξη της επιστράτευσης, είχαν επανδρωθεί όλα τα παράκτια πολυβολεία, τα τορπιλοβόλα και όλα τα βοηθητικά σκάφη που διέθετε ο Στόλος.  

Η πρώτη ενέργεια του Α/ΓΕΝ Αλέξανδρου Σακελλαρίου ήταν να αποκαταστήσει επικοινωνία με με τον αρχηγό του Αγγλικού Στόλου στην Μεσόγειο. Ακολούθως έθεσε όλα τα μέσα του Στόλου για τη μεταφορά Ελληνικών μονάδων και εφοδίων στο μέτωπο της Ηπείρου. Σύμφωνα με τον Σακελλαρίου το Ελληνικό Ναυτικό κατάφερε με συνεχείς αποστολές νηοπομπών να μεταφέρει στο μέτωπο 80.000 στρατιώτες, 120.000 υποζύγια και χιλιάδες τόννους πυρομαχικών ρουχισμού και πολεμικού υλικού. Τις νηοπομπές αυτές συνόδευαν ακατάπαυστα μονάδες του Στόλου και κυρίως αντιτορπιλικά, αλλά τα δρομολόγια των πλοίων ήταν ιδιαίτερα δύσκολα καθώς γίνονταν υπό δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι αποστολές αυτές είχαν 100% επιτυχία, χωρίς να σημειωθεί καμία απώλεια πλοίου η φορτίου. Η πρώτη απώλεια νηοπομπής σημειώθηκε μόλις στις 5 Απριλίου 1941, μετά την κήρυξη του πολέμου κατά της Ελλάδας και από τη Γερμανία, νότια της Κρήτης από Γερμανικά βομβαρδιστικά.

Αναμφίβολα η πιο σημαντική θαλάσσια μεταφορά που διεξήγαγε το πολεμικό ναυτικό ήταν η μεταφορά της μεραρχίας Κρήτης από τη Σούδα στην ενδοχώρα. Το ΓΕΝ διέθεσε όλες τις διαθέσιμες μονάδες του καθώς η μεταφορά κινδύνευε από κάποια πιθανή Ιταλική επίθεση με βάση τα Ιταλοκρατούμενα Δωδεκάνησα, και η νηοπομπή έφτασε στον προορισμό της χωρίς προβλήματα. Η απόλυτη επιτυχία στην αποστολή νηοπομπών μοιάζει απίστευτη καθώς οι Ιταλοί διέθεταν στην Αδριατική πάνω από 150 σκάφη με πολλά υποβρύχια ανάμεσα τους. Επίσης τα Ελληνικά αντιτορπιλικά δεν διέθεταν συστήματα ανίχνευσης υποβρυχίων άρα ουσιαστικά τους ήταν αδύνατο να προστατέψουν επαρκώς τα Ελληνικά μεταγωγικά. Το γεγονός της απόλυτης Ελληνικής αβλαβούς διέλευσης μοιάζει ανεξήγητο ακόμη και για τον ίδιο τον Σακελλαρίου.


Οι επιθετικές ενέργειες των αντιτορπιλικών του Ελληνικού Ναυτικού   

Αλλά το πολεμικό μας ναυτικό δεν παρέμεινε παθητικός θεατής στον πόλεμο της Αδριατικής παρά τη συντριπτική υπεροπλία δυνάμεων της Ιταλίας, που ήταν η ναυτική υπερδύναμη της εποχής. Την πρώτη καταδρομική ενέργεια του Ελληνικού στόλου στον Β΄παγκόσμιο πόλεμο την διεξήγαγε ο αντιπλοίαρχος Κώνστας στις 30 Οκτωβρίου 1940 με τα αντιτορπιλικά "Ψαρά" και "Σπέτσαι". Ο στολίσκος αυτός αιφνιδιαστικά πλησίασε τις ακτές και βομβάρδισε τις φάλαγγες της δεξιάς πτέρυγας του Ιταλικού στρατού που είχε κατεύθυνση προς τα Ιωάννινα. Ο βομβαρδισμός αυτός δεν είχε κανένα απολύτως πρακτικό αποτέλεσμα.

Ακολούθησαν τρεις αιφνιδιαστικές νυχτερινές επιθετικές ενέργειες στολίσκου αντιτορπιλικών στην Αδριατική με επικεφαλής τον Αρχηγό του Στόλου Ναύαρχο Καββαδία, χωρίς όμως αποτέλεσμα καθώς τα Ελληνικά σκάφη δεν ήρθαν σε επαφή με τον εχθρό. Ο Σακελλαρίου θεωρούσε τις καταδρομές αυτές άσκοπες και επικίνδυνες, όμως βρισκόταν υπό τη συνεχή πίεση της κυβέρνησης που του ζητούσε κάποια επιτυχία στη Θάλασσα που θα επέτρεπε να ακουστεί το όνομα του Ελληνικού Ναυτικού στα πολεμικά ανακοινωθέντα εξυψώνοντας το ηθικό των Ελλήνων. Σύμφωνα με τον Σακελλαρίου μία από τις καταδρομές που έγιναν αποφασίστηκε από το υπουργικό συμβούλιο απευθείας! Το βράδυ της 11ης Νοεμβρίου συγκλήθηκε το Ανώτατο Πολεμικό Συμβούλιο για να αποφασίσει επ’ αυτού του ζητήματος. Οι διάλογοι που διεξήχθησαν ήσαν χαρακτηριστικοί ανθρώπων που δεν κατανόησαν ποτέ το ρόλο και την αποστολή του Ναυτικού. Προερχόμενοι οι περισσότεροι από το Στρατό Ξηράς, υφυπουργός των Ναυτικών ήταν ο πρώην Υποστράτηγος Ιπποκράτης Παπαβασιλείου, διατηρούσαν σαφώς δυσμενή εντύπωση για το Ναυτικό, το οποίο θεωρούσαν ως «όπλο πολυτελείας». Η επιχειρηματολογία των δύο Ναυάρχων Α/ΓΕΝ και ΑΣ ότι υπήρχε πιθανότητα μόνο να παρενοχληθεί το ιταλικό ρεύμα εφοδιασμού και όχι να διακοπεί, ενώ διακυβεύονταν πάρα πολλά για το ελληνικό Ναυτικό, δεν έπεισε κανένα.

Ζητούσαν «θυσίες» αδιαφορώντας για τις πραγματικές αλλά σιωπηρές υπηρεσίες τις οποίες προσέφερε το Ναυτικό και έδειχναν ότι είχαν ασυγχώρητη άγνοια της πραγματικότητας. Ιδιαίτερα ο Υφυπουργός των Στρατιωτικών Παπαδήμας, σε μια έξαρση προσβλητικής για το Ναυτικό στάσης, αποτεινόμενος στους συσκεπτομένους ανέφερε: «έφθασε ο καιρός να δείξει επί τέλους το “όπλο πολυτελείας” στον κόσμο την παρουσία του. Εάν δεν μπορεί να εξέλθει ανοιχτά στην Αδριατική και να σταματήσει τις ιταλικές μεταφορές προς την Αλβανία, μου είναι τελείως περιττό».

Έτσι, παρά το ενδεχόμενο της απώλειας των αντιτορπιλικών, χάριν της αμφίβολης πιθανότητας καταστροφής 2 - 3 μεταγωγικών, η επιχείρηση σχεδιάσθηκε για τη νύχτα 14/15 Νοεμβρίου από 5 αντιτορπιλικά τα «Βασιλεύς Γεώργιος», « Βασίλισσα Όλγα», «Ψαρά», «Κουντουριώτης», «Ύδρα». Ο Αρχηγός Στόλου θα επέβαινε στο «Βασίλισσα Όλγα», αλλά κατά την ρυμούλκηση μέσα στον ισθμό της Κορίνθου το «Κουντουριώτης» προσέκρουσε στα τοιχώματα και στρέβλωσε την αριστερή του έλικα. Ο ΑΣ διέταξε την επιστροφή του στο ναύσταθμο και συνέχισε με τα 4. Η παράτολμη επιχείρηση συνεχίσθηκε χωρίς να σημειωθεί καμία συνάντηση και κανένα άλλο επεισόδιο. Τα πλοία ανέβηκαν προς Βορρά, έστριψαν και παρέμειναν αρκετά με πορεία προς Μπρίντιζι και έλαβαν πορεία επιστροφής προς Νότο χωρίς να προκύψει συμβάν. Η κοινή γνώμη και ο Τύπος υποδέχθηκαν την επιδρομή των ελληνικών αντιτορπιλικών με χαρά και ενθουσιασμό. Η επιχείρηση επαινέθηκε περισσότερο από όσο πραγματικά άξιζε. Στους συμμαχικούς κύκλους άφησε πολύ καλές εντυπώσεις, αν και οι Άγγλοι την χαρακτήρισαν “ακραίως ορμητική και ριψοκίνδυνη”.

Η θρυλική δράση των υποβρυχίων

Αναμφίβολα οι μεγαλύτερες επιτυχίες του πολεμικού Ναυτικού στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο έγιναν από τη θρυλική δράση των υποβρυχίων. Τα σκάφη αυτά ήταν πεπαλαιωμένα και σχεδόν ακατάλληλα για δράση κάτω από το νερό. Η αγορά τους από τη Γαλλία δεν είχε γίνει με γνώμονα την ποιότητα τους αλλά την τιμή τους. Όλα τα υποβρύχια είχαν συμπληρώσει ήδη 10ετη υπηρεσία άρα ήταν στο όριο επιχειρησιακής τους δράσης, άρα όφειλαν να παροπλιστούν, κάτι που φυσικά δεν έγινε λόγω των έκτακτων πολεμικών αναγκών. Συνεχώς τα υποβρύχια αυτά εκδήλωναν βλάβες στα συστήματα τους κατά τις περιπολίες τους και αναγκάζονταν να ανεβαίνουν στην επιφάνεια για να τις επισκευάζουν σε περιοχές κοντά στις ζώνες δράσης του εχθρού. Άλλο σοβαρό μειονέκτημα τους ήταν ότι τα υποβρύχια αυτά μπορούσαν να πλεύσουν συνεχόμενα μόνο για δεκατέσσερις ημέρες. Αναλογιζόμενοι ότι χρειάζονταν τέσσερις με έξι μέρες πλεύσης για να βρεθούν στη ζώνη δράσης τους, αυτό σήμαινε ότι είχαν μόλις δέκα μέρες περιθώριο για να εκτελέσουν την αποστολή τους. 

Επίσης ο πλους των υποβρυχίων στους μήνες του χειμώνα ήταν ιδιαίτερα δύσκολος, καθώς λόγω των συνεχών ρευμάτων και της μικρής ορατότητας καθιστούσε δύσκολο στον καπετάνιο να καθορίσει ακριβώς τη θέση του υποβρυχίου του στον χάρτη. Αυτό όμως καθιστούσε την πλεύση των υποβρυχίων ιδιαίτερα επικίνδυνη για τον πρόσθετο λόγο ότι υπήρχαν πυκνά πεδία ναρκών στις ακτές της Αδριατικής και μόνο με απολύτως ακριβή τήρηση του στίγματος του πλοίου στο χάρτη, μπορούσαν τα ελληνικά υποβρύχια να ελιχθούν με ασφάλεια. Οι συνθήκες πλεύσης στα υποβρύχια ήταν αποπνικτικές για τα πληρώματα, ενώ βρίσκονταν υπό αφόρητη ψυχολογική πίεση καθώς γνώριζαν ακόμη και πριν ξεκινήσουν, ότι δεν υπήρχε καμία πιθανότητα το σκάφος τους να μην παρουσιάσει βλάβες. Και όμως παρά τις πρωτοφανείς αντιξοότητες, οι αποστολές εκείνες στέφτηκαν με μεγάλες επιτυχίες για το Ελληνικό πολεμικό Ναυτικό.

Από την πρώτη ημέρα του πολέμου διατέθηκαν τα δύο υποβρύχια "Παπανικολής" και "Νηρεύς" στην Ναυτική Αμυντική Περιοχή με έδρα την Πάτρα για εγκατάσταση περιπολιών στο Ιόνιο. Διάχυτος ήταν ο φόβος ιταλικής αποβατικής ενέργειας στις Δυτικές ακτές της χώρας. Τα δύο υποβρύχια διατάχθηκαν να περιπολήσουν εσωτερικά του δακτυλίου Λευκάδας - Κεφαλονιάς - Ζακύνθου. Και τα δύο ανακλήθηκαν και κατέπλευσαν στον Ναύσταθμο στις 6 Νοεμβρίου έχοντας μια σειρά ζημιών που μείωναν τη μαχητική τους ικανότητα. Μετά τις επισκευές τους, τα υποβρύχια ανέλαβαν δράση με αποστολή να παρενοχλήσουν τις Ιταλικές γραμμές ανεφοδιασμού του Ιταλικού στρατού στην Αλβανία.

Επισκευές στο υποβρύχιο Παπανικολής
Τη πρώτη μεγάλη επιτυχία σημείωσε το υποβρύχιο "Παπανικολής" με κυβερνήτη τον πλωτάρχη Ιατρίδη. Κατά το βράδυ της 23ης Δεκεμβρίου 1940, το υποβρύχιο του αιχμαλώτισε ένα μικρό Ιταλικό φορτηγό. Οι Ιταλοί αιχμάλωτοι μετά από ανάκριση τον πληροφόρησαν για τα μέρη που έπλεαν οι Ιταλικές νηοπομπές. Ακολούθως, τα ξημερώματα της 24ης Δεκεμβρίου το "Παπανικολής" επιτέθηκε αιφνιδιαστικά σε Ιταλική νηοπομπή και βύθισε δύο Ιταλικά μεταγωγικά (Το "Λομπάρντα" και το "Λιγκούρια" 20.000 και 15.000 τόνων αντίστοιχα). Αμέσως μετά κατάφερε να διαφύγει παρά τη σκληρή απηνή καταδίωξη των Ιταλικών αντιτορπιλικών. Αυτό ήταν το πρώτο Ελληνικό ναυτικό κατόρθωμα από την έναρξη του πολέμου και αναμφίβολα το σημαντικότερο κυρίως στον ψυχολογικό τομέα.

Το υποβρύχιο “Κατσώνης” με κυβερνήτη τον Υποπλοίαρχο Σπανίδη εισήλθε στον τομέα του έξω από το Δυρράχιο την 24η Δεκεμβρίου έπειτα από κοπιώδη πλου με ελάχιστη ορατότητα και σφοδρότατη κακοκαιρία. Το πρωί της 26ης επιτίθεται με τορπίλες ανεπιτυχώς σε εμπορικό πλοίο από μεγάλη απόσταση, μεγαλύτερη των 10.000 μέτρων, χωρίς επιτυχία. Το μεσημέρι της 29ης Δεκεμβρίου αντιλαμβάνεται φορτηγό πλοίο εναντίον του οποίου επιτίθεται δια τορπιλών πάλι ανεπιτυχώς. Την 31η Δεκεμβρίου στις 08:20 αντιλαμβάνεται ένα μικρό πετρελαιοφόρο (το Ιταλικό “Quinto” 531 τόννων) εναντίον του οποίου επιτίθεται με τορπίλες και πάλιν όμως ανεπιτυχώς παρά την μικρή απόσταση των περίπου 500 μέτρων. Ο κυβερνήτης τελών σε διέγερση από τις συνεχείς ατυχίες του διατάζει ανάδυση και επίθεση με το πυροβόλο. Το πλήρωμα του πετρελαιοφόρου, πανικόβλητο εγκαταλείπει το πλοίο και πέφτει στη θάλασσα, ενώ προκαλείται πυρκαγιά και το πετρελαιοφόρο βυθίζεται μέσα στα γιουγκοσλαβικά χωρικά ύδατα.

Στα μέσα Ιανουαρίου το υποβρύχιο "Γλαύκος" συνάντησε ανοιχτά της νησίδας Οθωνοί ένα Ιταλικό υποβρύχιο που έπλεε στην επιφάνεια. Αμέσως του επιτέθηκε αιφνιδιαστικά και το βύθισε. Τη νύχτα της 28ης Ιανουαρίου 1941 το "Παπανικολής" βύθισε ακόμη ένα Ιταλικό φορτηγό 10.000 τόνων λίγο έξω από το Πρίντεζι. Στις 28 Φεβρουαρίου το υποβρύχιο "Νηρεύς" βύθισε ένα φορτηγό 10.000 τόννων έξω από τον Αυλώνα. Τέλος στις 23 Μαρτίου το υποβρύχιο "Τρίτων" βύθισε το Ιταλικό μεταγωγικό "Κάρνια" 5.000 τόνων.  

Υποπλοίαρχος Χατζηκωνσταντής
Σε ένα τέτοιο αγώνα όμως δεν θα μπορούσαν να λείψουν και οι απώλειες. Στις 29 Δεκεμβρίου 1940 το υποβρύχιο "Πρωτεύς" με κυβερνήτη των υποπλοίαρχο Χατζηκωνσταντή κατάφερε να εντοπίσει Ιταλική νηοπομπή και να τορπιλίσει το μεταγωγικό "Σαρδηνία" 11.500 τόννων που μετέφερε τμήμα της μεραρχίας των "Λύκων της Τοσκάνης" στην Αλβανία. Το ελληνικό υποβρύχιο είχε πλησιάσει πολύ κοντά στη νηοπομπή με αποτέλεσμα να βληθεί από Ιταλικό αντιτορπιλικό που τη συνόδευε. Το υποβρύχιο βυθίστηκε αύτανδρο μέσα σε λίγες εφιαλτικές στιγμές....

Επίλογος

Είναι αναμφίβολο πως το Έπος του ΄40 έχει μείνει κυρίως γνωστό για τις επιτυχίες του στρατού ξηράς, όπως την απελευθέρωση της Βορείου Ηπείρου και την συντριβή της Εαρινής Ιταλικής επίθεσης. Είναι όμως επίσης σημαντικό να καταγραφεί η σιωπηλή αλλά πολύτιμη συμβολή του Ελληνικού Ναυτικού στην Ελληνική νίκη στα βουνά της Ηπείρου. Το Ελληνικό Ναυτικό παρά την συντριπτική αναλογία δυνάμεων εις βάρος του στην Αδριατική, όχι μόνο κατάφερε να φέρει εις πέρας πολύ σοβαρές αποστολές πολεμικού υλικού και επιμελητείας, αλλά να καταγράψει πολεμικές επιτυχίες που εκ πρώτης όψεως μοιάζουν ακατόρθωτες λόγω των ειδικών συνθηκών κατά τις οποίες έγιναν. Η διοίκηση του ΓΕΝ αλλά και ο ναύαρχος Αλέξανδρος Σακελλαρίου προσωπικά, πιστώνονται στο ενεργητικό τους ότι κατάφεραν να πετύχουν το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα βάσει των σοβαρών περιορισμών που υπήρχαν. Η διοίκηση του Σακελλαρίου υπήρξε χαμηλών τόνων, αλλά ρεαλιστική και ιδιαίτερα αποτελεσματική όσον αφορά τους βασικούς στόχους που είχαν τεθεί.

Το προσωπικό και οι κυβερνήτες των υποβρυχίων Ιατρίδης, Σπανίδης, Ζέπος, Χατζηκωνσταντής συνέχισαν την ναυτική παράδοση των πυρπολητών του 1821, και των κυβερνητών των τορπιλοβόλων στους Βαλκανικούς πολέμους, γράφοντας με ανεξίτηλα γράμματα τα ονόματα τους στο Πάνθεον των Ελλήνων ηρώων.   

Πηγές

Σακελλαρίου Αλέξανδρος, Ένας Ναύαρχος θυμάται, εκδόσεις Γιώτα Σίγμα

Βλάσσης Κωνσταντίνος, Οι εξοπλισμοι της Ελλάδος 1936-1940, εκδόσεις Δούρειος Ίππος

http://defenceline.gr/index.php/history/item/530-nautiko-polemos (του υποναυάρχου ε.α. Σωτήριου Γεωργαιάδη)

https://perialos.blogspot.com/2013/10/40_29.html ( η συμβολή του πολεμικού μας Ναυτικού στο έπος του '40, άρθρο του Αντιναυάρχου ε. α. Ιωάννη Παλούμπη) 

http://www.hellenicnavy.gr (Επίσημη ιστοσελίδα του Ελληνικού πολεμικού Ναυτικού)

ΤΑ Υ/Β ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ, ΚΑΤΣΩΝΗΣ, ΠΡΩΤΕΥΣ ΣΤΑ ΠΕΛΑΓΑ ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΤΟΥ 1940 (Του Αντιναυάρχου ΠΝ (εα) Θωμά Κατωπόδη)

https://www.retromaniax.gr/vb/index.php?/topic/24548

Επίμετρο Πρώτο - Σύντομη βιογραφία του Αλέξανδρου Σακελλαρίου

Ο Αλέξανδρος Σακελλαρίου (1 Ιανουαρίου 1887 – 7 Ιουλίου 1982)[1] ήταν Έλληνας ναύαρχος και πολιτικός, αρχηγός του Βασιλικού Ναυτικού την περίοδο του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Την 1η Ιουλίου 1947 του απονεμήθηκε το ανώτατο ελληνικό πολεμικό παράσημο, ο Σταυρός Ταξιαρχών του Αριστείου Ανδρείας, σε ένδειξη αναγνώρισης του ρόλου του κατά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Γεννήθηκε στη Μάνδρα Αττικής. Εισήχθη στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων το Νοέμβριο του 1902, απ΄ όπου αποφοίτησε τον Ιούλιο του 1906 με το βαθμό του μάχιμου Σημαιοφόρου. Υπηρέτησε στο Βασιλικό Ναυτικό κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους. Το 1918 εκδιώχθηκε από το Ναυτικό εξαιτίας της αρνητικής του στάσης απέναντι στους βενιζελικούς κατά τον Εθνικό Διχασμό. Όπως έγινε με πολλούς άλλους βασιλόφρονες αξιωματικούς, κατατάχθηκε ξανά στο Ναυτικό τη δεκαετία του 1920.

Το Μάρτιο του 1935, έχοντας φτάσει πλέον στο βαθμό του Υποναυάρχου, ήταν διοικητής των ναυτικών δυνάμεων που εστάλησαν με σκοπό την καταστολή της απόπειρας πραξικοπήματος από βενιζελικούς αξιωματικούς. Μετά την καταστολή του πραξικοπήματος, υπηρέτησε ως πρόεδρος του Εκτάκτου Στρατοδικείου που δίκασε τους στασιαστές αξιωματικούς, και εν συνεχεία προήχθη σε αρχηγό της Διοίκησης του Στόλου. Από τη θέση αυτή διαδραμάτισε σημαίνοντα ρόλο κατά το κίνημα του Κονδύλη τον Οκτώβριο του 1935, που είχε ως αποτέλεσμα την κατάργηση της Β΄ Ελληνικής Δημοκρατίας. Το Φεβρουάριο του 1937 έγινε αρχηγός ΓΕΝ. Κατά τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο ο Σακελλαρίου παρέμεινε στη θέση του αρχηγού ΓΕΝ.

Έπειτα από την αυτοκτονία του πρωθυπουργού Αλέξανδρου Κορυζή στις 18 Απριλίου 1941, στη διάρκεια της γερμανικής Κατοχής, ο Σακελλαρίου διορίστηκε από το Βασιλιά Γεώργιο Β΄ υπουργός Ναυτικών και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, με τον Εμμανουήλ Τσουδερό να αναλαμβάνει καθήκοντα πρωθυπουργού (στις 20 Απριλίου). Συνετέλεσε στη διαφυγή του ελληνικού στόλου στην Αίγυπτο στον απόηχο της γερμανικής προέλασης και των ηττών του ελληνικού στόλου. Στο Κάιρο σχηματίστηκε κυβέρνηση σε εξορία που παρέμεινε έως το 1944. Ο Σακελλαρίου παραιτήθηκε από τις κυβερνητικές του θέσεις στις 2 Μαΐου 1942, ωστόσο παρέμεινε επικεφαλής του Ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού κατά τον πόλεμο.

Έπειτα από την Απελευθέρωση, ο Σακελλαρίου κατήλθε ως υποψήφιος στις εκλογές του 1946 και κέρδισε την έδρα της Αττικοβοιωτίας. Επανήλθε για λίγο στο Ναυτικό το Σεπτέμβρη του 1946, προαχθείς αναδρομικά από τις 31 Δεκεμβρίου 1943 στο βαθμό του Αντιναυάρχου, με οριστική ημερομηνία αποστράτευσης αναδρομικά την 1η Ιανουαρίου 1944, με το βαθμό του Ναυάρχου. Στις 29 Ιουλίου 1947 διορίστηκε υπουργός Ανεφοδιασμού και υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Τσαλδάρη. Στην επόμενη κυβέρνηση του Θεμιστοκλή Σοφούλη έγινε ξανά υπουργός Ναυτικών (ως τις 18 Νοεμβρίου 1948).

Στην κυβέρνηση του Πλαστήρα, ο Σακελλαρίου διορίστηκε υπουργός Εθνικής Άμυνας το 1951. Στο αξίωμα αυτό παρέμεινε έως την παραίτησή του, στις 31 Μαρτίου 1952.[7] Απεβίωσε πλήρης ημερών (95 ετών), το 1982.

Επίμετρον Δεύτερο - Απόσπασμα της "Έκθεσης επί της δράσεως του Βασιλικού Ναυτικού κατά τον πόλεμον 1940-1944" του Αντιναυάρχου και Ακαδημαϊκού Δημητρίου Φωκά

Την Έκθεση συνέταξε βάσει επισήμων στοιχείων, ο επί Πρωθυπουργίας Σοφοκλή Βενιζέλου ανακληθείς ως Αντιναύαρχος στην ενέργεια το 1951 για το σκοπό αυτό μετέπειτα Ακαδημαϊκός Δημήτριος Γ. Φωκάς:

· Τό πρόγραμμα αυτό απέβλεπε σαφώς εις τό νά προετοιμάση τήν Ελλάδα ναυτικώς ως σύμμαχον τής Αγγλίας καί νά τήν καταστήση ικανήν νά συνεισφέρη εις τήν συμμαχίαν συνδρομήν, βασιζομένην ιδίως εις τήν πληρεστέραν αξιοποίησιν τής γεωγραφικής θέσεως.
· Οι πενιχροί οικονομικοί πόροι τού κράτους δέν επέτρεπαν σημαντικήν αύξησιν τών ναυτικών δυνάμεων. Περιωρίσθη επομένως η προσπάθεια πρός αύξησιν τού Στόλου εις τήν παραγγελίαν τών δύο αρίστων αντιτορπιλλικών Β.ΓΕΩΡΓΙΟΣ καί Β.ΟΛΓΑ εις Αγγλίαν, συνδεομένη μέ εντατικήν μέριμναν διά τήν τελειοτέραν κατά τό δυνατόν εκπαίδευσιν τού Ναυτικού προσωπικού καί εις τήν ενδελεχεστέραν άσκησιν καί οργάνωσιν τού Στόλου.
· Είχεν επίσης αποφασισθή η κατασκευή δύο ακόμη πανομοιότυπων αντιτορπιλλικών (Β. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ και Β. ΣΟΦΙΑ), άτινα επρόκειτο νά ναυπηγηθούν εις τό νέον Ναυπηγείον τού Σκαραμαγκά, τό οποίον ιδρύετο κατά τήν ιδίαν εκείνην περίοδον. ...
· Δέν έλλειψαν, εννοείται κατά τό διάστημα τούτο συζητήσεις μεταξύ τών μελών τού ΑΝΣ διά τήν αγοράν καί άλλων Πλοίων, ειδικώς δύο Γερμανικών Υποβρυχίων καί τινών Τορπιλλακάτων, αίτινες όμως ένεκα αντιγνωμιών δέν ετελεσφόρησαν.
· Εστράφη δέ ιδιαιτέρως η προσοχή εις τήν οχύρωσιν τών ακτών, τήν δημιουργίαν ασφαλών εσωτερικών θαλασσίων οδών καί βάσεων, ώστε νά καταστή σημαντικωτέρα μέν διά τούς Άγγλους η συμμετοχή τής Ελλάδος εις τήν συμμαχίαν, αφ ετέρου δε νά διασφαλισθούν περισσότερον αι παραίτητοι θαλάσσιοι μεταφοραί, αι απαιτούμεναι τόσον διά τήν κινητοποίησιν καί συγκέντρωσιν στρατού, όσον καί διά τόν εφοδιασμόν τής Χώρας.
Ακολούθως η Έκθεση Φωκά αναφέρεται στο Επιτελικό πρόγραμμα προπαρασκευής της Χώρας για πόλεμο ως ακολούθως:
· Διά τήν από ξηράς άμυναν θά εχρησιμοποιείτο μόνον ο Ελληνικός στρατός. Αβεβαία καί απίθανος εφαίνετο άλλη βοήθεια. Απητείτο επομένως εργασία διά τήν συγκρότησιν αξιομάχου στρατού καί ανάλογον οχύρωσιν πρός άμυναν από επιθέσεως προερχομένης εκ Βουλγαρίας.
· Διά τήν προστασίαν τής Χώρας από αποπείρας καταλήψεως της διά σοβαρών αποβατικών δυνάμεων, θά επήρκει η κάλυψις τού εγγύς ευρισκομένου Αγγλικού Στόλου τής Μεσογείου, όστις θά επροστάτευεν επίσης καί τόν εκ τού εξωτερικού διά θαλάσσης εφοδιασμόν τής Ελλάδος.
· Διά τήν φύλαξιν τών Ελληνικών ακτών από αιφνιδιαστικών επιθέσεων, ορμώμενων είτε από τά Δωδεκάνησα, είτε από τούς Ιταλικούς λιμένας τής Νοτίου Αδριατικής, δέν ήτο δυνατόν νά επιζητηθή η μόνιμος παραμονή Αγγλικών Ναυτικών Δυνάμεων εις Ελληνικά ύδατα. 'Επρεπενεπομένως νά ληφθή πρόνοια οχυρώσεως τών ζωτικότερων σημείων τών Ελληνικών παραλίων, οχυρώσεως ήτις θά ηδύνατο νά κράτηση τάςεπιτιθέμενας εχθρικάς δυνάμεις, μέχρις εμφανίσεως τού καλύπτοντος εξ αποστάσεως Αγγλικού Στόλου.
Εκτός από τα 21 μεγάλα μόνιμα Οχυρά της Γραμμής Μεταξά, που κατασκευάστηκαν από Ελληνικά χέρια και χρήματα την περίοδο 1936-40 κυρίως στα Ελληνοβοολγαρικά σύνορα, τα μεγαλύτερα των οποίων παρέμειναν απόρθητα στις λυσσώδεις Γερμανικές επιθέσεις και προς τους υπερασπιστές τους οι Γερμανοί παρουσίασαν όπλα, έγιναν επίσης και εξοπλίστηκαν πλήρως και τα ακόλουθα 8 μεγάλα Παράκτια Οχυρά:
· Βόρειο Οχυρό Αιγίνης,
· Νότιο Οχυρό Αιγίνης,
· Οχυρό Φλεβών,
· Οχυρό Αράξου,
· Οχυρό Νοτίου Ευβοϊκού,
· Οχυρό Bορείου Ευβοϊκού,
· Οχυρά Καραμπουρνού και Τούζλα στην περιοχή του Μεγάλου Εμβόλου στο Θερμαϊκό Κόλπο.
Για τα εν λόγω Παράκτια Οχυρά σημειώνει η Έκθεση Φωκά:
· Τό έργον υπήρξε κατ' εξοχήν τεχνικόν καί δυσχερές, η δέ επιτυχής πραγματοποίησίς του, συμπεριλαμβανομένης καί τής μεταφοράς καί επιτυχούς εγκαταστάσεως επί κορυφής τής Αιγίνης τών δύο διδύμων πύργων τών 12"/45 τού θωρηκτού ΛΗΜΝΟΣ, ολικού βάρους εκάστου τούτων 900τόνων, απετέλεσε πραγματικόν άθλον, άνευ προηγουμένου εν Ελλάδι καί τίτλον τιμής διά τήν Υπηρεσίαν τού Β. Ναυτικού, όσον καί διά τήνΕλληνικήν Βιομηχανίαν.
· Ούτω κατά τήν έκρηξιν τού Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, τά Οχυρά ευρέθησαν εις ικανοποιητικόν βαθμόν ετοιμότητας, διά νέας δέ εντατικής προσπάθειας τό όλον έργον τής Παρακτίου Αμύνης, πλήν ελαχίστων λεπτομερειών, είχε συμπληρωθεί κατά τάς παραμάνας τού Ελληνοϊταλικού Πολέμου...
Και η Έκθεση Φωκά καταλήγει επί του θέματος της προπαρασκευής του Πολεμικού μας Ναυτικού:
· Εν συμπεράσματι δύναται νά λεχθή ότι, αναλόγως πάντοτε τών διατιθεμένων οικονομικών μεσών τής Χώρας, η προετοιμασία τού Ναυτικού υπήρξε, όσον εστάθη δυνατόν, επαρκής καί ότι επιμελής ημπορεί νά θεωρηθή η επί τού προκείμενου εργασία τού ΓΕΝ.
· "Η εντατική προσπάθεια πρός συμπλήρωσιν τών αναγκών τού Στρατού, είναι αληθές ότι περιώριζε σημαντικώς τάς πιστώσεις τάς διατιθέμενος διά τόΝαυτικόν.
· Αναγκαστικώς λοιπόν περιωρίσθη η τόσον πολυδάπανος άλλοστε, απόκτησις νέων Πλοίων καί αι ολίγοι πιστώσεις διετέθησαν διά τήν εξακολούθησιν τού προγράμματος τών Οχυρώσεων καί τόν εφοδιασμόν τών Πολεμικών Πλοίων καί τών Αμυντικών Συγκροτημάτων μέ τά απαραίτητα πυρομαχικά, τορπίλλας, νάρκας, ανθυποβρυχιακά δίκτυα, υλικά συντηρήσεως καί επισκευής, ιματισμόν, διά τη δημιουργίαν Κέντρου Εκπαιδεύσεως, και διά τήν ίδρυσιν τέλος τού Κρατικού Ναυπηγείου εις τόν Σκαραμαγκάν. Διά τού Ναυπηγείου αυτού, τό οποίονκαταστραφέν δυστυχώς κατά τον πόλεμον δεν επέπρωτο νά λειτουργήση, επροσδοκάτο ότι θα επετυγχάνετο καί η συστηματική ανανέωσιςτών μαχίμων μονάδων τού Στόλου καί η ναυπήγησις εμπορικών πλοίων, αλλά καί η δημιουργία συναφών ιδιωτικών βιομηχανιών καί η παροχή εργασίας εις χιλιάδας εργατών. Στην παγκοσμίως γνωστή και έγκυρη ετήσια έκδοση JANE's FIGHTING SHIPS του 1939, σημειώνεται ότι η Ελλάδα είχε Πρόγραμμα ναυπηγήσεως 12 Αντιτορπιλλικών μεταξύ των ετών 1937-1940 και 2 Υποβρυχίων. Τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, ο Ναύσταθμος Σαλαμίνος καθώς και ο λιμένας του Πειραιώς, κατεστράφησαν από Αγγλοαμερικανικό βομβαρδισμό στις αρχές του 1944, ενώ είχε ήδη κριθεί η τροπή του Πολέμου.
· Δέν πρέπει νά παροράται ότι εις τήν προσπάθειαν αυτήν τής πολεμικής παρασκευής, σημαντικήν δυσκολίαν προσέθετε η έλλειψις επαρκούς εξωτερικού συναλλάγματος. Οι Άγγλοι καί Αμερικανοί απήτουν τήν πληρωμήν τών Ελληνικών παραγγελιών εις Λίρας καί Δολλάρια καί μόνον τά Κράτη τού Άξονος εδέχοντο τό σύστημα τού συμψηφισμού. Αναγκαστικώς λοιπόν εστράφη η Ελλάς διά προμηθείας της πρός τά εκεί καί μόνον μέ τόν τρόπον αυτόν κατέστη δυνατόν νά πραγματοποιηθούν μερικαί Ελληνικαί Πολεμικαί παραγγελίαι, πληρωνόμεναιδι εξαγωγής καπνών, σταφίδων, μεταλλευμάτων καί άλλων προϊόντων τής πτωχής Ελληνικής γής.

Επίμετρον ΤρίτοΟ τελευταίος επιζών του θρυλικού «Παπανικολής» διηγείται πώς βύθισαν ιταλική νηοπομπή το '40 [εικόνες&βίντεο]
Ο τελευταίος επιζών του θρυλικού υποβρυχίου «Παπανικολής» που έδρασε με μεγάλη επιτυχία στον πόλεμο με την Ιταλία, ονομάζεται Νικόλαος Τασιάκος. Σήμερα είναι 100 ετών και διηγείται με ενάργεια όλες τις ηρωικές στιγμές που βίωσε γράφοντας ιστορία με το «Παπανικολής» στο Β' παγκόσμιο πόλεμο. Η πολιτεία τον τίμησε σε ειδική εκδήλωση στο υπουργείο Αμυνας, με τον Δημήτρη Αβραμόπουλο, κατά την τελευταία ημέρα άσκησης των καθηκόντων του ως ΥΕΘΑ, να απονέμει στον Σημαιοφόρο ε.α. Νικόλαο Τασιάκο, τον «Σταυρό Αξίας και Τιμής Α’ Τάξεως» για τις διακεκριμένες υπηρεσίες του προς τις Ένοπλες Δυνάμεις και την πατρίδα. Επίσης, στον κ. Τασιάκο, ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού Ευάγγελος Αποστολάκης δώρισε ένα πιστό αντίγραφο του υποβρυχίου «Παπανικολής» και ένα καπέλο του πληρώματος, ενώ ο σημερινός κυβερνήτης του σύγχρονου «Πανανικολή», ο αντιπλοίαρχος Επαμεινώνδας Κοντογιάννης, τον προσκάλεσε να επισκεφτεί το υποβρύχιο.
Αν και στεριανός τον τράβηξε η θάλασσα
Ο βετεράνος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου Νικόλαος Τασιάκος, ήταν σχεδόν αμούστακο παιδί όταν έφυγε από το χωριό του, την ορεινή Δρακότρυπα, στο νομό Καρδίτσης, για να αναζητήσει μια καλύτερη τύχη... Αν και «στεριανός», τον «τράβηξε» η θάλασσα και κατετάγη στη Σχολή Τορπιλών και Ναρκών στο Σκαραμαγκά. Η μοίρα τον έφερε να υπηρετήσει στον θρυλικό «Παπανικολή» και να πάρει μέρος σε μία από τις πιο ένδοξες σελίδες της ιστορίας!
Όπως διηγείται ο ίδιος, όταν ξέσπασε ο πόλεμος ήταν μόλις 25 ετών και εκείνος, όπως όλα τα μέλη του πληρώματος δέχτηκαν με χαρά το κάλεσμα της πατρίδας. «Όταν φτάσαμε στη βάση υποβρυχίων, οι σειρήνες από όλα τα καράβια δεν σταματούσαν. Η μπάντα του ναυτικού έπαιζε συνέχεια. Σήκωσαν τον κυβερνήτη από τους ώμους, και από τη βάση, από τον μόλο, τον πήγαν στο ναυπηγείο. Δεν μπορώ να σας περιγράψω τι ακριβώς αισθανόταν ο κόσμος» περιγράφει ο ίδιος.
Ο θυμός για τον τορπιλισμό της «Ελλης»
«Ήταν 27 Οκτωβρίου του '40. Κυριακή απόγευμα» θυμάται συγκεκριμένα ο «μπάρμπα-Νίκος».. «Ο δεύτερος κυβερνήτης του Παπανικολή μού έδωσε έναν κατάλογο για να ειδοποιήσω τα πληρώματα που ήταν έξω, λόγω Σαββατοκύριακου. Πράγματι τους ειδοποίησα όλους και την Δευτέρα το πρωί μας ανακοίνωσαν ότι κηρύχθηκε ο πόλεμος Ιταλίας- Ελλάδος.. Ο κυβερνήτης μας ρώτησε αν κάποιος θέλει να μείνει έξω, στη στεριά. Δεν έφυγε κανείς. Πετάξαμε τα καπέλα μας, με συναισθήματα οργής, αλλά και χαράς συνάμα. Οργής επειδή μας είχαν τορπιλίσει την «'Έλλη» στην Παναγία της Τήνου και μαυροφόρεσαν περίπου 28 σπίτια, χήρες και ορφανά» λέει.
Στη mare nostrum ελληνικό υποβρύχιο; Αδύνατον!
«Εις τάξιν απάρσεως, εφοδιαστήκαμε με τορπίλες και βγήκαμε περιπολία στην Αδριατική, έξω από τα ιταλικά νερά. Η επόμενη έξοδός μας ήταν παραμονές των Χριστουγέννων του 1940 και ενώ στο αλβανικό μέτωπο ο στρατός μας σημείωνε τεράστιες επιτυχίες. Την τρίτη ημέρα της περιπολίας μας, στις 22 Δεκεμβρίου του ’40, συναντήσαμε ένα ιταλικό φορτηγό, το «Αντουανέτα», το οποίο ήταν φορτωμένο με εφόδια για την Αλβανία. Το εμβολίσαμε και επειδή δεν βούλιαζε το κάψαμε. Το πλήρωμα, που αποτελούνταν από έξι άτομα, το αιχμαλωτίσαμε. Θυμάμαι ότι οι ιταλοί δεν πιστεύανε ότι είμαστε Έλληνες και θεωρούσαν ότι είμαστε Εγγλέζοι. «Στη mare nostrum, στη δική μας θάλασσα δεν είναι δυνατόν να κυκλοφορεί ελληνικό υποβρύχιο» μας έλεγαν.
Οι φωνές και τα κλάματα των Ιταλών αιχμαλώτων
«Οι φωνές και τα κλάματα των Ιταλών είναι κάτι που δεν μπορώ να σας τα περιγράψω. Εντολή του κυβερνήτη μας Μ. Ιατρίδη, ήταν να μην πειράξουμε κανέναν. Το πλήρωμα μια γροθιά ήμασταν όλοι. Σ' ένα υποβρύχιο, όταν είμαστε στα 50-60 μέτρα βάθος, ένα λάθος χειριστού θα ήταν το φέρετρο για όλους. Και το φέρετρο εκεί δεν ξεχωρίζει κυβερνήτες κι εμάς. Ήμασταν στο σιδερένιο κλουβί. Ένα λάθος αν κάναμε εκεί χανόμασταν όλοι». Ο Ιταλός κυβερνήτης, αιχμάλωτος στα χέρια τους, αποδείχθηκε ιδιαιτέρως χρήσιμος! «Στο πλήρωμά μας ήταν και ένας Κερκυραίος - Μικάλεφ τον λέγανε- που ήξερε ιταλικά και μέσω αυτού μάθαμε από τον κυβερνήτη του πλοίου, ότι την άλλη μέρα θα περνούσε για την Αλβανία μεγάλη νηοπομπή..» θυμάται.
«Μας έδωσε την πληροφορία ότι οι νηοπομπές που έβγαιναν από την Ιταλία για να βοηθήσουν το στρατό στην Αλβανία δεν έβγαιναν από το Πρίντεζι για να 'χτυπήσουν' γραμμή προς Αυλώνα. Έβγαιναν από το Πρίντεζι, έστριβαν αριστερά, έβαζαν πλώρη προς τη Βενετία και Τεργέστη, το βορειότερο μέρος της Αδριατικής και από εκεί 'χτυπούσαν' προς τις Δαλματικές Ακτές της τότε Γιουγκοσλαβίας και κατέβαιναν γιαλό-γιαλό και έφταναν στην Αυλώνα, στην Αλβανία. Γι' αυτό όλα τα υποβρύχια, όσα έκαναν περιπολία στην περιοχή αυτή, κανένα δεν έβρισκε να χτυπήσει καράβι» σημειώνει.
Ο Ιταλός κυβερνήτης τους έδωσε και μία άλλη πληροφορία – «θησαυρό», όπως αποδείχθηκε.. «Μας λέει, αύριο, θα βγει μια μεγάλη νηοπομπή. Θα ήταν πλοία επιφανείας αντιτορπιλικά, θα ήταν και αεροπλάνα. Θα συνοδεύονταν και από υδροπλάνα. Ο κυβερνήτης μας ήταν αποφασισμένος. Αν δεν τύχαινε αυτό ήταν αποφασισμένος να μπούμε στο λιμάνι της Αυλώνας. Έξι τορπίλες που είχαμε, θα τις ρίχναμε και τις έξι και ό,τι βγει.. Ήταν αποφασισμένος να χτυπήσουμε την Αυλώνα και δεν έχει σημασία αν θα χανόμασταν. Το ευτύχημα ήταν ότι έλαβε την πληροφορία αυτή και παραμονές Χριστουγέννων ακριβώς πιάσαμε έξω από το Πρίντεζι. Μόλις βγήκαν από εκεί για να στρίψουν αριστερά προς το βορρά, μπήκαμε στη μέση.. Όταν έφτασαν σε απόσταση βολής ρίξαμε τέσσερις τορπίλες.
Και οι 4 τορπίλες βρήκαν στόχο
Και οι τέσσερις πήγαν διάνα!» λέει με συγκίνηση και περηφάνια. «Ακούσαμε τους κρότους από τις επιτυχίες των στόχων» συμπληρώνει, «και μείναμε στα τριάντα μέτρα. Οι Ιταλοί μας βομβάρδιζαν συνεχώς με βόμβες βυθού, οι οποίες ήταν ρυθμισμένες να σκάζουν στα 100 μέτρα, είχαν ακτίνα δράσεως 50 μέτρα κι έτσι εμείς που ήμασταν στα 30, ήμασταν κατά κάποιο τρόπο ασφαλείς. Μας έριξαν πολλές βόμβες οι Ιταλοί. Και τα αεροπλάνα μας βομβαρδίζανε και τα αντιτορπιλικά».
Πώς γλυτώσαμε από τις βόμβες βυθού
«Θυμάμαι πολύ καλά» συνεχίζει, «ήμουν στο σταθμό διαταγών εν ώρα συναγερμού, από πάνω ακριβώς στην πρύμνη του υποβρυχίου εκάθησε μια βόμβα. Ειδοποίησα το κέντρο ότι ύποπτο αντικείμενο βρίσκεται στην πρύμνη μας, αμέσως έκανε κλίση το υποβρύχιο και κατρακύλησε η βόμβα αυτή, αλλά δεν έσκαγε οπουδήποτε, έπρεπε να φτάσει σε ένα συγκεκριμένο βάθος -στα 100 μέτρα- όπου η πίεση του νερού ήταν υψηλή και εκεί έσκασε» λέει.
Αφηγείται πώς γλύτωσαν: «Είχαμε κάνει «κράτει» τις μηχανές για να μην ακούγεται θόρυβος και τα υπόγεια ρεύματα μας παρέσυραν προς βορρά σχεδόν στα παράλια της Γιουγκοσλαβίας στο ύψος του Αη Γιάννη της Μεδούης. Θα κόντευαν μεσάνυχτα όταν βγήκαμε στην επιφάνεια για αλλαγή αέρος και τότε εντοπίσαμε πού ακριβώς ήμασταν. Πρέπει να προσθέσω ότι τα υποβρύχιά μας δεν ήταν σύγχρονα και δεν είχαν μεγάλες δυνατότητες αυτονομίας από άποψη αέρα, είχαμε βέβαια κάποια φίλτρα καθαρισμού, ποτάσες τα λέγαμε, αλλά έπρεπε κάθε 17-18 ώρες να αναδυόμαστε για την ανανέωσή του.
Να προσθέσω ακόμα ότι ο «Παπανικολής» είχε αγορασθεί από τη Γαλλία το 1926 ως εκπαιδευτικό σκάφος. Αφού πήραμε το στίγμα και ανανεώσαμε τον αέρα βάλαμε πλώρη εν καταδύσει για τους Οθωνούς, το νησάκι κοντά στην Κέρκυρα που αποτελεί το δυτικότερο άκρο της ελληνικής επικράτειας, με σκοπό εν συνεχεία την επιστροφή μας στη βάση μας τον Ναύσταθμο της Σαλαμίνας».
Η μεγαλειώδης υποδοχή
Η υποδοχή τους στη στεριά ήταν μεγαλειώδης! «Το ωραιότερο ήταν που, λόγω Παρασκευής, βγήκαμε αμέσως έξω και όταν φτάσαμε με τη βενζίνα στον Πειραιά, ακούσαμε ανακοινωθέν της Ιταλίας. 'Εβυθίσθη το ελληνικό υποβρύχιο Παπανικολής'. Βάλαμε τα γέλια» λέει και αφηγείται συγκεκριμένα:
«Ο κυβερνήτης Μίλτων Ιατρίδης είχε ενημερώσει τη Διοίκηση για τον τορπιλισμό των ιταλικών πλοίων και πήραμε την εντολή να πάμε στον Πειραιά όπου μας υποδέχτηκαν με μεγάλες τιμές. Η μπάντα του ναυτικού παιάνιζε εμβατήρια και πατριωτικά τραγούδια. Η επιτυχία μας είχε σκορπίσει μεγάλον ενθουσιασμό και σε συνδυασμό με τις νίκες του στρατού μας, είχε γεμίσει τον κόσμο με αισιοδοξία. Τα πληρώματα των πλοίων ζητωκραύγαζαν, άρπαξαν τον πλοίαρχο, τον σήκωσαν ψηλά στα χέρια και τον ανεβάσανε στο αρχηγείο. Την ίδια μέρα ο πλωτάρχης - κυβερνήτης του σκάφους μας προβιβάστηκε σε αντιπλοίαρχο επ’ ανδραγαθία και σε όλο το πλήρωμα απονεμήθηκαν τιμητικές διακρίσεις. Ήταν μια αξέχαστη ημέρα που χαράχτηκε βαθιά στη μνήμη μας. Η επιτυχία μας λειτούργησε και ως στοιχείο άμιλλας ανάμεσα στους κυβερνήτες όλων των πολεμικών σκαφών γιατί ήταν το πρώτο μεγάλο πολεμικό γεγονός στη θάλασσα και πολλοί ήταν εκείνοι που θα ήθελαν να βρίσκονται στη θέση του Μ. Ιατρίδη..».
«Για μένα η μεγαλύτερη περιουσία και το πολυτιμότερο πράγμα που έχω είναι το παράσημο εξαίρετων πράξεων εν καιρώ πολέμου που μου έδωσε η πατρίδα» λέει πάντα με συγκίνηση.
Η δράση του θρυλικού υποβρυχίου μεταφέρθηκε και στη μεγάλη οθόνη με την ομώνυμη ταινία  «Υποβρύχιον Παπανικολής» που γυρίστηκε το 1971. 
Στο βίντεο που ακολουθεί ο Νικόλαος Τασιάκος διηγείται τις ηρωικές στιγμές που έζησε στο θρυλικό υποβρύχιο «Παπανικολής».
Κινηματογράφος: Υποβρύχιο "Παπανικολής" (1971)
Υπόθεση: 28 Οκτωβρίου 1940. Οι Ιταλοί κηρύσσουν τον πόλεμο στην Ελλάδα. Το υποβρύχιο Παπανικολής με κυβερνήτη τον πλωτάρχη Μίλτο Ιατρίδη αποπλέει το απόγευμα της ίδιας μέρας από το Ναύσταθμο για περιπολία στον Πατραϊκό κόλπο καθώς η παλαιότητα του αναγκάζει το Γ.Ε.Ν. να μην του αναθέσει αποστολή στην ανοιχτή θάλασσα. Όταν όμως ο Στρατός που πολεμάει στην Αλβανία ζητάει την άμεση βοήθεια του Ναυτικού, το Πολεμικό Συμβούλιο αποφασίζει να στείλει τον «γερασμένο» Παπανικολή στην Αδριατική Θάλασσα ώστε να αναλάβει δράση στα Στενά του Οτράντο. Ένα κομβικό σημείο καθώς από εκεί το Ιταλικό Ναυτικό τροφοδοτεί το στρατό του στο ελληνοαλβανικό μέτωπο.
Αρχικά συλλαμβάνεται το πλήρωμα ενός ιταλικού καϊκιού (που μετέφερε τρόφιμα για το ιταλικό ιππικό) οι οποίοι αποκαλύπτουν τις διαδρομές του Ιταλικού Ναυτικού από την Ιταλία προς τα λιμάνια της Αλβανίας. Ο Ιατρίδης με τον «Παπανικολή», παρά τις δυσκολίες με τα υποθαλάσσια ναρκοπέδια της περιοχής, γράφει νέες σελίδες δόξας στο έπος του ʼ40 εμβολίζοντας και καταστρέφοντας ολοκληρωτικά τη μεγάλη Ιταλική νηοπομπή με το πολεμικό υλικό, ανακόπτοντας έτσι την ενίσχυση του Ιταλικού Στρατού. Για την επιτυχία του αυτή, προάγεται σε Αντιπλοίαρχο και ο «Παπανικόλης» περνάει στο πάνθεον της ιστορίας ως το θρυλικό υποβρύχιο του ʼ40.
Παράλληλα όμως με τα ιστορικά στοιχεία, βλέπουμε και τη δύσκολη καθημερινότητα του πληρώματος μέσα στον υποβρύχιο, τη στενή σχέση που δημιουργείται ανάμεσα στο πλήρωμα και τον καλόκαρδο κυβερνήτη Ιατρίδη, αλλά και το αισθηματικό κομμάτι που δεν απολείπει ακόμα και σε καιρό πολέμου
Ηθοποιοί:
Πλωτάρχης Μίλτος Ιατρίδης, κυβερνήτης του υποβρυχίου: Κώστας Καζάκος
(πλήρωμα του «Παπανικολή»)
Υποπλοίαρχος Βασίλης Ασλάνογλου: Γιάννης Φέρτης
Ανθυποπλοίαρχος Μπότσαρης: Παύλος Λιαρος
δίοπος Κατσικογιάννης: Γιάννης Μαλούχος
αρχικελευστής: Νίκος Λυκομήτρος
δίοπος: Ηλίας Καπετανίδης
Υποπλοίαρχος μηχανικός: Γιάννης Κωστόγλου
ναύτης: Μίμης Χρυσομάλλης
(αξιωματικοί Γενικού Επιτελείου Ναυτικού)
Υποναύαρχος-διοικητής στολίσκου υποβρυχίων: Νίκος Βασταρδής
Υποναύαρχος-διοικητής ΓΕΝ: Κώστας Παληός
Αρχιπλοίαρχος ΓΕΝ: Κοσμάς Κοσμόπουλος
Ναύαρχος-πρόεδρος πολεμικού συμβουλίου: Σταύρος Φαρμάκης
Πλοίαρχος-διοικητής ναυτικής βάσης Πατρών: Δημήτρης Βεάκης
κυβερνήτης υποβρυχίου «Νηρεύς»: Γιώργος Κυριακίδης
υφυπουργός Ναυτικών: Σταύρος Ξενίδης
(Ιταλοί κρατούμενοι)
Μηχανικός ιταλικού πλοίου: Αρτέμης Μάτσας
Κυβερνήτης ιταλικού πλοίου: Χρήστος Μάντζαρης
Λένα Ιατρίδη, σύζυγος του Ιατρίδη: Αιμιλία Υψηλάντη
αρραβωνιαστικιά του ανθυποπλοιάρχου Μπότσαρη: Άννα Βαγενά
(λοχαγός) αξιωματικός για την παραλαβή των Ιταλών κρατουμένων: Κώστας Παπαχρήστος
εκφωνητής ραδιοφώνου: Ντάνος Λυγίζος
στρατιώτης στην ταβέρνα: Τίμος Περλέγκας
τραγουδίστρια: Νέλλη Γκίνη
Σκηνοθεσία: Γιώργος Ζερβουλάκος
Παραγωγή: Καραγιάννης-Καρατζόπουλος
Σενάριο: Δημήτρης Ζαννίδης
tips για την ταινία:
Η ταινία βασίζεται στην δράση του θρυλικού υποβρυχίου «Παπανικολής» κατά τη διάρκεια του Ελληνο-Ιταλικού πολέμου 1940. Όμως προς χάριν κινηματογραφικής αδείας, εκτός από τα αληθινά γεγονότα, το σενάριο εμπεριέχει και στοιχεία μυθοπλασίας (κυρίως στο αισθηματικό κομμάτι). 
Λέγεται πως η σκηνή με τα κέρματα που κόλλησαν στην εικόνα του Αγ.Νικολάου είναι αληθινό περιστατικό, το οποίο ήταν καταγεγραμμένο στον ημερολόγιο του πλοίου που υποχρεούται να ενημερώνει καθημερινώς ο κυβερνήτης. 
Αν και στους τίτλους αναφέρεται το όνομα Βασίλης Μαλούχος, ο δίοπος Κατσικογιάννης είναι ο Γιάννης Μαλούχος και όχι ο Βασίλης. (ο Γιάννης Μαλούχος που έπαιζε και στην Αλίκη στο Ναυτικό). 
Τέταρτο - Για το τέλος μια πινελιά -κλασσικής πια- μεταπολιτευτικής νεοελληνικής ξεφτίλας 
Η γελοιοποίηση του ανδριάντα του Ιατρίδη

ΘΕΜΑΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου