Σάββατο 8 Απριλίου 2017

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑΣ ΤΟΥ ΙΩΝΟΣ ΔΡΑΓΟΥΜΗ ΤΟ 1920 - ΜΠΕΝΑΚΗΣ, ΓΥΠΑΡΗΣ, ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗΣ

Απόσπασμα από το βιβλίο του Δημοσθένη Κούκουνα "ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ" (Ariston Books, Λωζάννη 2017). 
 
Για ποικίλους λόγους η δολοφονία του Ίωνος Δραγούμη, πέρα από το γεγονός ότι αυτή καθεαυτή αποτελεί ένα αίσχος, είναι μία από τις δραματικότερες στιγμές της νεοελληνικής ιστορίας. Ο τόσο άδικος εξολοθρεμός ενός αγνού και μεγάλου Έλληνα, που ήθελε πάντα στη σύντομη ζωή του «να πεθάνει όρθιος», ως γεγονός προκάλεσε μια αλυσίδα αντιδράσεων με απρόσμενες διαστάσεις. Ενώ ο ίδιος ονειρευόταν και ευχόταν κάθε ενέργειά του να ωφελεί το Έθνος και ενώ πάντα ήταν έτοιμος να υποβληθεί σε οποιαδήποτε θυσία γι’ αυτό, ακόμη και με τη ζωή του, η κατάληξη ήταν εντελώς αντίθετη από τις προσδοκίες του.

Πλήθος ανάστατων Αθηναίων έξω από την πατρική κατοικία του επί της λεωφόρου Αμαλίας, που μόλις έχουν πληροφορηθεί την τραγική είδηση της δολοφονίας του Ίωνα Δραγούμη.


Το γεγονός της δολοφονίας του μπορεί να άφησε άναυδη την κοινή γνώμη της εποχής και να διέτρεξε σαν ηλεκτρισμός την εθνική συνείδηση, στην πραγματικότητα όμως λειτούργησε σαν δυναμιτιστική έκρηξη που συμπαρέσυρε τα πάντα. Μόλις είχε γνωσθεί η απόπειρα δολοφονίας του πρωθυπουργού Ελευθ. Βενιζέλου στον σταθμό της Λυόν στο Παρίσι, που εκτελέσθηκε από τους αξιωματικούς Τσερέπη και Κυριάκη. Την επομένη της υπογραφής της Συνθήκης των Σεβρών, οι δύο φανατισμένοι αντιβενιζελικοί αξιωματικοί είχαν επιχειρήσει τη δολοφονία του μεγάλου πολιτικού. Με τα πρώτα τηλεγραφήματα, το νέο διέτρεξε την Αθήνα και προκάλεσε βρασμό. Η έξαψη αυτή, καθώς μάλιστα οι πρώτες ειδήσεις ανέφεραν ότι σκοτώθηκε ο Βενιζέλος, οδήγησε σε βίαια επεισόδια στο κέντρο της Αθήνας εναντίον κάθε γνωστού αντιβενιζελικού στόχου. Κάποιοι πολίτες είχαν μεταβληθεί σε όχλο, που κατέστρεφε γραφεία εφημερίδων και σπίτια πολιτικών ηγετών...
Αυτή ήταν η εικόνα της Αθήνας, όταν ο Ίων Δραγούμης, ο μόνος από τους 16 πολιτικούς ηγέτες της αντιπολίτευσης που δεν κρύφτηκε, κατευθυνόταν στο γραφείο του περιοδικού που εξέδιδε τότε, την «Πολιτική Επιθεώρηση», για να γράψει ένα άρθρο που να καταγγέλλει την απόπειρα δολοφονίας κατά του Βενιζέλου. Ανεξάρτητα από τη θέλησή του, όχι μόνο δεν πρόλαβε να πλησιάσει το γραφείο του, αλλά βρέθηκε στο επίκεντρο μιας άλλης πολιτικής δολοφονίας, αυτή τη φορά με θύμα τον ίδιο.
Μπορεί η αφορμή να ήταν η αναστάτωση από την είδηση για τη δολοφονία (που τελικά ήταν απόπειρα) κατά του Βενιζέλου, αλλά η εκτέλεση του Δραγούμη δεν είναι βέβαιο ότι είχε ως κύριο χαρακτηριστικό την εκδίκηση. Αν η εκτέλεση διατάχθηκε, εκείνοι που το αποφάσισαν είχαν ήδη πληροφορηθεί ότι ο Βενιζέλος δεν είχε σκοτωθεί. Κάπου κάποιοι επωφελήθηκαν για να περάσουν τα όρια από τον «βρασμό» στην «προμελέτη».
Ούτως ή άλλως μια τέτοια αποτρόπαιη πράξη είναι αναμφίβολα καταδικαστέα, πρωτίστως για την ηθική της διάσταση, αλλά η δολοφονία του συγκεκριμένου προσώπου μόνον από ταπεινές και σκοταδιασμένες ψυχές μπορούσε να αποφασισθεί. Έχουν περάσει τόσα χρόνια από τότε και η ψυχή του Δραγούμη δεν έχει βρει την ησυχία της, καθώς τα τρία κύρια πρόσωπα των δολοφόνων δεν έχουν φωτισθεί απόλυτα και φυσικά δεν έχουν λογοδοτήσει.
Παρ’ όλα αυτά, στο διάστημα που μεσολάβησε, η προσωπικότητα του Δραγούμη έχει αναδειχθεί ευρύτερα, το έργο του έχει μελετηθεί, ενώ ακόμη και σήμερα διακρίνεται για τη φρεσκάδα και τη διαχρονική ποιότητά του. Μπορεί το νήμα της ζωής του να αφαιρέθηκε με τέτοιο βάρβαρο τρόπο σε ηλικία ακμής, μόλις 42 ετών, όταν είχε ακόμη πολλά να προσφέρει, αλλά τα μηνύματά του αγκαλιάζουν όλο και περισσότερο – θα το πούμε απλά – όσους αγαπούν και νοιάζονται για την Ελλάδα.
Μέσα στον επάρατο Εθνικό Διχασμό των ημερών εκείνων, ο Ίων Δραγούμης δεν είχε χάσει τον καθαρό του δρόμο και δεν είχε εμπλακεί σε μικροψυχίες, παρά τις πιεστικές προκλήσεις που δεχόταν με τις ατέρμονες σε βάρος του πολιτικές διώξεις. Η πολιτική πραγματικότητα τον είχε απογοητεύσει, αλλά αισθανόταν μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής του, εκείνο το καυτό μεσημέρι της 31ης Ιουλίου 1920, την ιδιαίτερη ευθύνη του χαρισματικού πολιτικού άνδρα που, πάνω απ’ όλα, ακόμη και πάνω από την ίδια την ύπαρξή του, έχει την Ελλάδα και τον Ελληνισμό.
Γι’ αυτό και γίνεται λόγος για μεγάλη ντροπή, όταν αναφερόμαστε στη δολοφονία του. Αν εμείς οι Έλληνες, βενιζελικοί ή αντιβενιζελικοί της εποχής, θέλαμε να βγάλουμε τα μάτια μας, βρήκαμε τον ιδανικότερο τρόπο. Ο πιο αδυσώπητος εχθρός δεν θα μπορούσε να εμπνευσθεί ένα τέτοιο χτύπημα που υπήρξε καθοριστικό για την πορεία του Έθνους μας.
Ωστόσο η δολοφονία του Δραγούμη δεν ήταν ο κορμός μιας ανθελληνικής προδοσίας. Ήταν απλώς το στίγμα της μικροψυχίας που κορυφώθηκε αξιοποιώντας μια δεδομένη συγκυρία.

Και, ως προς τα πραγματικά γεγονότα, είτε μέσα από δικαστικές αποφάσεις είτε μέσα από άλλα αναμφισβήτητα τεκμήρια ή προσωπικές μαρτυρίες, έχει διαμορφωθεί από την ιστορική έρευνα το πλαίσιο. Και στο πλαίσιο αυτό εντοπίζονται τρία συγκεκριμένα πρόσωπα ως πρωταγωνιστές: Εμμανουήλ Μπενάκης, Παύλος Γύπαρης και ένας λιγότερο επώνυμος υπαξιωματικός ονόματι Σαρτζέτης ή Σαρτζετάκης...

 
ΑΕΡΑ
ΑΙΩΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου