Τετάρτη 15 Απριλίου 2020

ΟΙ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΥ ΤΟΥ ΕΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΥ (1910-1995) ΑΠΟ ΤΗΝ ΗΡΩΙΚΗ ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΟΧΥΡΟΥ ΙΣΤΙΜΠΕΗ ΤΗΣ ΓΡΑΜΜΗΣ ΜΕΤΑΞΑ (6-7 ΑΠΡΙΛΙΟΥ1941), ΟΠΩΣ ΕΣΩΘΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΥΙΟ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ

Την 4ην Αυγούστου 1939 επαρουσιάσθην εις τον Διοικητήν του VI Σ.Τ Συνταγματάρχην  Γιαντζήν  Δημήτριον ένα εκ των ικανοτέρων και λαμπροτέρων Συνταγματαρχών του στρατού μας εις το Νέον  ΠΕΤΡΙΤΣΙΟΝ. Με εδέχθη με αμέτρητον καλωσύνην και μου εγνώρισε ότι θα με τοποθετούσε εις τον Λόχο ΒΥΡΩΝΕΙΑΣ όστις θα με διόριζε Διμοιρίτην της Διμοιρίας ΑΚΡΙΤΟΧΩΡΙΟΥ-ΡΟΥΠΕΣΚΟΥ. Ετηλεφώνησε εις τον διοικητήν του Λόχου Λοχαγόν Βερυβάκη Δημήτριον όστις απέστηλε ίππον και ημίονον, εφόρτωσα τας αποσκευάς μου ίππευσα και ανεχώρησα δια ΒΥΡΩΝΙΑΝ. Μετά 2ωρον επαρουσιάσθην εις  τον Διοικ. του Λόχου εγνωρίσθημεν και μέ διέταξε ν’ αναχωρήσω δια ΑΚΡΙΤΟΧΩΡΙΟΝ όπου ήτο η χειμερινή έδρα της Διμοιρίας μου. Εκεί θα διανυκτέρευα και την πρωίαν της επομένης θα ανεχωρούσα διά  ΡΟΥΠΕΣΚΟ κείμενον εις υψόμετρον 1700 μετρ. επί του απροσίτου όρους  ΜΠΕΛΛΕΣ. Εκεί ήτο η θερινή έδρα  της Διμοιρίας μου, ήτις είχε αποσπαστεί εις τα μεθοριακά φυλάκια επί της οροθετικής προς ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΝ δια την φρούρηση των συνόρων. Διανυκτέρευσα εις ΑΚΡΙΤΟΧΩΡΙΟΝ και την επομένην ανεχώρησα δια  ΡΟΥΠΕΣΚΟ εφφίπως και με ανηφορικήν πορείαν 5 ωρών επί ημιονικής οδού έφθασα εις ΡΟΥΠΕΣΚΟ, συνήντησα τον προκάτοχόν μου Διμοιρήτην, όστις μ’ ενημέρωσε δια την αποστολήν και την Ζ.Ε της Διμοιρίας και συνεφωνήσαμε να επισκευθώμεν τα φυλάκια την επομένη δια να με ενημερώσει και επί τούτων και την επομένη να αναχωρήσει δια την νέαν του θέσιν. Ούτω και εγένετο.

  Από της 7ης Αυγούστου 1939 ανέλαβον την Διοίκησιν της Διμοιρίας  ΡΟΥΠΕΣΚΟ επί της οροθετικής επί ΜΠΕΛΛΕΣ προς ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ. Την 12ην  Αυγούστου 1939 συνηντήθην επί του φυλακίου τυχαίως με τον Βούλγαρον  Διμοιρίτη Υπολοχαγόν ΑΛΕΞΑΝΤΡΩΦ. Ομιλήσαμε Γαλλικά και συνεφωνήσαμεν κάθε διαφοράν μεθοριακήν να την επιλύωμεν ειρηνικώς ώστε να διατηρώμεν φιλικάς σχέσεις. Η κατάσταση της Διμοιρίας ήτο απελπιστική .Υπήρχε εις θάλαμος οπλιτών, ένα μαγειρείον και υποτυπώδης στάβλος. Θάλαμος Διμοιρίτου δεν υπήρχε. Ο Διμοιρίτης διέμενε επί σκηνής και επειδή συχνά αύτη παρεσύρετο υπό των σφοδρών ανέμων διέμενε εντός του θαλάμου των οπλιτών πράγμα απαράδεκτον. Συνεκέντρωσα μερικάς λαμαρίνας, βρήκα ένα κτήστην και κατασκεύασα ένα οικίσκον και διέμενα κεχωρισμένως και ανέτως.

   Εν τω μεταξύ ο Ευρωπαϊκός ορίζων ολονέν εθολούτο. Διαφαίνοντο καθαρά αι προθέσεις του ΧΙΤΛΕΡ ότι θα επιτεθή κατά της Ευρώπης και ότι ο πόλεμος ήτο αναπόφευκτος και λίαν προσεχής. Ο Διοικητής της VI Μεραρχίας ο οποίος επιθεώρησε την Διμοιρίαν και τα φυλάκια μου ανεκοίνωσεν ότι ο πόλεμος θα είναι λίαν προσεχής και η Διμοιρία θα διαχειμάση εις την θερινήν επί ΡΟΥΠΕΣΚΟ θέσιν της και πιθανόν να συμπτύξη τα φυλάκια εις αυτήν με συνεχή επιτήρησιν επί μεθορίου.

   Την 28ην Αυγούστου 1939 έλαβον επιστολήν του αδελφού μου Ιωάννη όστις με επληροφούσε ότι ο Πατήρ μου έχε αποβιώσει εξ’ αιφδινίου θανάτου.

συγκοπής την 22/8/39 την παραμονή της πανηγύρεως του χωριού μας εις Άνω Κάμπον επί παρουσία της μητρός μου καθ’ ην ώραν ετοιμάζετο ν’ ανέλθη στο χωριό δια την Πανήγυριν. Η κηδεία του εγένετο την ημέρα της πανηγύρεως πάνδημος.

  Την πρωίαν της 1ης Σεπτεμβρίου ο Διοικητής του λόχου μου Βερυβάκης Δημήτριος μ’ επληροφορούσε ότι ο Χίτλερ εισέβαλεν εις την Πολωνίαν και ότι η Αγγλία και η Γαλλία δια τελεσιγράφου απήτησαν να αποσύρη τα εισβάλλοντα Στρατεύματα και εν αρνήσει θα τού κηρύξουν τον πόλεμον. Ούτος φυσικά απέρριψε το τελεσίγραφον και ο πόλεμος ως γνωστόν εκηρύχθει με τα γνωστά επακόλουθα.

  Την 15ην Νοεμβρίου 1939 κατόπιν αμοιβαίας συμφωνίας των συνοριακών τομέων τα οροθετικά φυλάκια του Μπέλες απεσύροντο προς διαχείμανσιν εις τας χειμερινάς θέσεις. Ο VI απεφάσισε τα φυλάκια να διαχειμάσουν επί Ρουπέσκο. Ετσι τον τραχύ χειμώνα 1939/1940 τον περάσαμε επί Ρουπέσκο εις υψόμετρον 1.800μετ. Εν τω μεταξύ είχον περατωθεί τα πλήστα των προ τετραετίας αρξαμένων οχυροματικών έργων της  Γραμμής  Μεταξά. Έτσι τα προς Βουλγαρίαν σύνορά μας από τούς Βουλγάρους ήσαν απόρθητα.  Σκοπός της κατασκευής των οχυρών τα οποία εστοίχισαν δύο κρατικούς προϋπολογισμούς ήτο εν περιπτώσει επιθέσεως της Βουλγαρίας, άμυνα επί οχυρών μέχρις επιστρατεύσεως και συνκεντρώσεως, αντεπίθεσις και εισβολή. Χαρακτηριστικό είναι ότι έγιναν τα οχυρά χωρίς πρόσθετη φορολογίαν, χωρίς δάνειον, αλλά με την οικονομία και τα χρήματα του εράνου της αεροπορίας ως μ’ εβεβαίωσεν ο αείμνηστος Αρχιεπίσκοπος Χρυσάνθος.



Η ζωή ήτο αυτόχρημα σκληρή και ζοφερά. Διαρκής πτώσις χιόνος και ομίχλη εσκέπαζον την περιοχή του Ρουπέσκο. Ανεμοθύελαι συχνά εμαίνοντο. Λύκοι επετίθοντο συχνά στα ζώα. Μία περίοδον η ομίχλη παρέμενε συνεχώς 12 ημέρας πυκνότατη ώστε να μην δύνασε να δεις πέραν των 4-6μετρ.Αι περιπολίαι εβάδιζαν τη οδηγία μίτου συρματίνου προσδεδεμένου επί πασσάλου μεγάλου ύψους. Είτινα σημεία το ύψος χιόνος υπερέβαινε τα 2,5μετρ.Το νερό της πηγής είχε κρυσταλλώσει και επίναμεν λιωμένο χιόνι. Κλεισμένοι διαρκώς. Μόνη απασχόλησης το διάβασμα αλλά και πάλιν έπληττον. Τούς στρατιώτας τούς επέτρεπα να παίζουν να παίζουν τάβλι και χαρτιά άνευ χρημάτων. Η άλλη των αποσχόλησις ήτο φρουρά και περιπολία εγγύς της Διμοιρίας. Έτσι πέρασε ο καιρός μέχρι της 30ης Μαρτίου 1940.Την ημέραν εκείνην ο Διοικητής του Λόχου μ’ επληροφόρει ότι θ’ απέστελεν αντικαταστάτην μου τον Ανθυπολοχαγόν Δράκον Αθανάσιον ίνα με αντικαταστήση διότι εγώ θα μετατιθέμην του Λόχου εις τον λόχον Ν. Πετρτσίου όστις ήτο Λόχος της έδρας του τομέως ούτινος και την Διοίκησιν θ’ ανελάμβανον προκειμένου να εκπαιδεύσω εις τα «Νέα όπλα» όλους τούς εφέδρους οπλίτας και Αξιωματικούς της περιοχής επί ένα μήνα διότι εν περιπτώσει επιστρατεύσεως αυτοί ως εγγύτεροι θα έσπευδον να επανδρώσουν τας Μονάδας. Πράγματι την επομένη ημέραν ήλθε ο κ.Δράγος παρέδωσα εν τάχυ και απήλθον εις Νέον Πετρίτσιον όπου την επομένην παρέλαβον τον λόχον απο τον συμαθητήν μου Υπολοχαγόν ΣΙΣΚΟΝ ΑΘΑΝΑΣΙΟΝ. Μετά τινάς ημέρας προσήλθεν η πρώτη εκπαιδευομένη σειρά ης η εκπαίδευσις επερατώθη μετά ένα μήνα και ούτω καθ’ εξής εσυνεχίσθη η εκπαίδευση μέχρι 11ης Οκτωβρίου οπότε δια διαταγής του VI Συν.Τομ. μετατέθην εις οχυρόν ΙΣΤΙ-ΜΠΕΗ ίνα αναλάβω την Διοίκησιν λόχου. Την επομένην 12/10/40 παρουσιάσθην εις τον Διοικητήν του οχυρού Ταγματαχην Πεζικού ΠΙΚΟΥΛΑΚΗΝ ΞΑΝΘΟΝ όστις μοί ανέθεσε την διοίκησιν του Β’ Λόχου, όστις ήτο μετωπικώς. Απηρτίζετο από 3 Διμοιρίες. Αι δύο ήσαν εντός του κυρίως οχυρού η δε ετέρα απείχε 300μετ. Βορείως και εκαλείτο «ανεξάρτητος» αλλά εις την ουσίαν ήτο εξηρτημένη από το Λόχον. Την διοικούσε ο ανθυπολοχαγός Όμηρος Παπαδόπουλος. Είχε 15 πολυβολεία εξ ων τα 10 ήσαν δίδυμα ήτοι εν συνόλω 25 πολυβόλα Sain-Etien.

Το οχυρόν ΙΣΤΙ-ΜΠΕΗ ήτο ένα από τα οχυρά της γραμής ΜΕΤΑΞΑ επί του ΜΠΕΛΛΕΣ άνωθεν της κωμοπόλεως του ΝΕΟΥ ΠΕΤΡΙΤΣΙΟΥ και συνεδέετο με αυτήν δι’ αμαξιτού δρόμου. Ωραία κτήρια μέσα στα έλατα εξασφαλίζουν άνετο στρατωνισμό στους Αξιωματικούς και οπλίτας δια τον καιρό της ειρήνης. Θάλαμοι οπλιτών, υπνωτήρια και λέσχη Αξιωματικών, κέντρων ψυχαγωγίας, αναρρωτήριον, λουτρά, κλίβανος, μαγειρεία, στάβλοι δια τα ζώα, αποθήκαι παντοειδούς υλικού. Περιφραγμένο με πολλές σειρές συρματοπλέγματος, ναρκοπέδιον, καμουφλάρισμα τέλειο, που αποκρύπτει επιμελώς όλα τα έργα. βρίσκεται σε βάθος 15-20 ματ, υπό την επιφάνεια της γης. Υπάρχει μία κεντρική στοά. Οι τοίχοι τσιμεντένιοι, λευκοί, φωτιζόμενοι με λάμπες για να φωτίζουν το δρόμο και διάφορες επιγραφές που μας οδηγούν, στα καταφύγια στις δευτερεύουσες στοές και στα πολυβολεία. Είναι ένας αληθινός λαβύρινθος και στις αρχές χρειάζεται κανείς οδηγό να οδηγηθή εκεί που θέλει.


Υπάρχουν και βαγονάκια ντικοβίλ δια την μεταφορά υλικού κυρίως πυρομαχικών. Εκτός των πολυβολείων υπάρχουν ολμοβολεία, πυροβολείο, παρατηρητήρια, μαγειρεία, τηλεφωνικά κέντρα, αναρρωτήριον και θάλαμοι. Υπάρχουν και τεράστια εξαεριστικά μηχανήματα δια την ανανέωση του αερισμού. Οι θάλαμοι δίδουν την εντύπωση καμπίνας πλοίου. Το οχυρό έχει και ασύρματο. Η θέσις κάθε έργου είναι επιλεγμένη σύμφωνα με την αποστολή του. Εξωτερικώς όμως το οχυρό ήτο ατελείωτο και είχε πολύ δουλειά. Δεν είχε πεδία βολής. Έπρεπε να κοπούν δένδρα σε μεγάλη απόσταση ώστε και πεδίον οράσεως να υπάρχη και εμπόδια ν’ αποτελούν. Αντερείσματα να εξαφανιστούν και χαράδρες να γεμιστούν να μην υπάρχουν νεκρές γωνίες, μέρη δηλαδή που δεν μπορούν να βάλουν τα πολυβόλα. Ούτε μέρα δεν πέρασε χωρίς δουλειά ακόμα και με το δριμύτατο ψύχος του τρομερού υψομέτρου των 1540 μετ. Που η θερμοκρασία ενίοτε κατήρχετο τον χειμώνα τούς –20 βαθ. Μεταξύ του ναρκοπεδίου και του συρματοπλέγματος υπήρχε και η αντιαρματική τάφρος βάθους 4 μετ. που μαζί με την χαράδρα μπροστά στο οχυρό αποτελούσαν τέλειαν Αντιαρματική άμυνα, έργο και αυτό της φρουράς.

  Η δύναμης του οχυρού ήτο 2 Λόχοι και εις ουλαμός πυροβολικού. Εκ των λόχων ο εις ο ιδικός μου μετωπικός, ο έτερος νωτιαίος τον είχε ο Λοχαγός Παπαδόπουλος Θεμιστοκλής. Εκτός της εργασίας είχομεν και 3ωρον εκπαίδευσιν καθημερινώς. Πλέον της εργασίας και εκπαιδεύσεως διετίθετο και χρόνος ασφαλείας ως σκοποί, περίπολοι, ενέδρες, έφοδοι, και άλλες εργασίες. Καταντούσε να μην μπορούμε να κοιμηθούμε πέραν των 6 ωρών. Συχνά εγίνοντο συναγερμοί. Αθόρυβα Αξιωματικοί και στρατιώται έτρεχαν εις τας θέσεις των και σε ολίγα λεπτά δια τηλεφώνου εδίδετο αναφορά στον Διοικητή του οχυρού «Έτοιμος».


Διηκητής Λόχου Προκαλύψεως Ν.Πετριτσίου Αυγ.1940

  Εις τας 29/1/1941 ανηγγέλθη ο αιφνίδιος θάνατος του Δικτάτορος Ι.Μεταξά. Αι συνέπειαι του θανάτου αυτού εν τω μέσω του πολέμου ήσαν οδυνηραί! Ο Ι.Μεταξάς απέθανεν εις το Απόγειον της δόξας και του μεγαλείου του, αλλά το ηθικόν του στρατού και λαού κατέπεσεν. Ανεπληρώθει από τον Κορυζήν όστις με την είσοδο των Γερμανών εις την Αθήνα αυτοκτόνησεν.

  Ο θρίαμβος των Ελληνικών στρατευμάτων στην Αλβανία και ο ψυχικός σύνδεσμος που ανεπτήχθη μεταξύ των 350 Αξιωματικών και στρατιωτών του οχυρού συνετέλεσε εις την δημιουργίαν ενός ηθικού αρίστου,  το οποίον συνέβαλε τα μέγιστα εις την επακολουθήσασα μάχην της 6-4-41 ότε επετέθησαν κατά του οχυρού οι Γερμανοί. 

ΕΠΙΘΕΣΙΣ ΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΩΝ 6-4-41 


  Κατά Μάρτιον ανηγγέλθει η προσχώρησις της Βουλγαρίας εις τον άξονα και η συμφωνία αυτής μετά της Γερμανίας ότι της επέτρεπε την διέλευσιν των στρατευμάτων δια των εδαφών της δια την κατά της Ελλάδος επίθεσιν, εκείνη δε θ’ απέσυρε τα ιδικά της 40χιλ. όπισθεν των συνόρων της.

   Επί 25 ημέρες από της εισόδου των Γερμανικών στρατευμάτων φάλαγγες 2-3 χιλιάδων αυτοκινήτων καθημερινώς εκινούντο από τα στενά της Κρέσνας προς νότο με στρατεύματα και παντοειδές υλικόν. Είναι φανερόν ότι οι Γερμανοί πραγματοποιούν στρατηγικήν συγκέντρωσιν της 6ης Στρατιάς υπό τον Φον Λίστ δια την επίθεσιν κατά της Ελλάδος. Εις τον έναντι του οχυρού ημών χώρον και του βορείως συνεχομένου μικρού οχυρού δυνάμεως Λόχου 120 ανδρών και 4 αξιωματικών ΚΕΛ-ΚΑΓΙΑ έχει συγκεντρωθή μία των καλλιτέρων Γερμανικών Μεραρχιών. Αναρίθμητα πυροβόλα ακάλυπτα με μεγάλους σωλήνες. Πλήθος αεροπλάνων προσγειώνονται σ’ άγνωστα μέχρι τότε αεροδρόμια. Μερικά παραβιάζουν τον εναέριον χώρον μας και εκτελούν καταπτώσεις σε μεγάλο ύψος. Έναντι του τεραστίου όγκου υλικού πυροβολικού και αεροπορίας ημείς διαθέτομεν (2) ορειβατικά και εν Αντιαεροπορικό πυροβόλον των 37χιλ πού δύναται μέχρι ύψους 1500 περίπου μέτρων.

    Αφού εσταμάτησαν οι μετακινήσεις ήρχισαν εντατικαί αναγνωρίσεις των Γερμανών αξιωματικών επί της μεθορίου με βουλγαρικάς στολάς. Επί 3 η 4 ημέρας εσυνεχίσθησαν οι αναγνωρίσεις, έκαμαν σχεδιαγράμματα, εφωτογράφιζον το έδαφος, εμετρούσαν αποστάσεις με τηλέμετρα, επεσήμαιναν τας θέσεις των πολυβολείων. Ουδεμία αντίδρασις ηδυνάμεθα να εκδηλώσωμεν καίτοι οι σκοποί των ήσαν πασιφανώς επιθετικοί, διότι αι διαταγαί άνωθεν ήσαν αυστηρώς απαγορευτικοί, να μην δώσουμε καμία αφορμή πολέμου.

  Από την 3ην Απριλίου 1941 εσταμάτησε κάθε κίνησις την ημέρα. Την νύκτα ακούονται κτυπήματα των Γερμανών που εργάζονται μέσα στο δάσος, που έχουν τοποθετήσει τα όπλα πού μετ’ ολίγον θα εκσπάσουν την φωτιά και το σίδερο επάνω μας.

  Από την πλευρά μας και ημείς εργαζόμεθα αδιαλείπτως δια την πλήρωση και προσθήκη αμυντικών έργων μας. Το ηθικόν είναι άριστον καίτοι ξέρουμε καλά όλοι όταν θα γίνη εναντίον μας η επίθεσις θα είναι ζήτημα αν θα σωθούμε μερικοί. Τούτο το διεπίστωσε και ο Διοικητής της Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας Αντιστράτηγος Κ.Μπακόπουλος που επεσκεύθει το οχυρόν στις 2 Απριλίου. Εις την πολεμικήν έκθεσιν σελ.78 παρ. 3 γράφει: «Εκεί όμως όπου υπερέβη παν όριον ο ενθουσιασμός και αι εκδηλώσεις υπό των ανδρών και αξιωματικών ήτο το οχυρόν ΙΣΤΙΜΠΕΙ υπό τον Ταγματάρχην Πικπουλάκην Ξάνθον. Οι άνδρες εν συνεχεία έψαλλον τον Εθνικόν Ύμνον και διάφορα πατριωτικά άσματα. Τόσον αι ζητωκραυγαί όσον και τα άσματα ηκούοντο υπό των Γερμανών και Βουλγάρων, οίτινες μετ’ ενδιαφέροντος και περιεργείας παρηκολούθουν καθ΄ ομάδας προσβλέποντες προς το οχυρόν».



  Περί το λυκαυγές της Κυριακής της 6ης Απριλίου ώρα πέντε περίπου ακούγεται παντού μέσα στο οχυρό το σύνθημα του συναγερμού «Στα όπλα, Στα όπλα».Οι Γερμανοί επιτίθενται. Ανέρχομαι με την ομάδα Διοικήσεως στο παρατηριόν μου. Ο τηλεφωνητής μεταφέρει τον πίνακα εκεί. Ακούω πανδαιμόνιον όπλων βαλλόντων πολυβόλων, πυροβόλων και αεροπλάνα να σειρινίζουν και να ρίπτουν επί του οχυρού βόμβας τεραστίας ημίσεως τόνου και ίσως μεγαλυτέρας. Διατάσσω συναγερμόν, αλλά ουδέν πυροβόλον η όλμος θα βάλει άνευ διαταγής. Οι Γερμανοί έκαμων προπαρασκευήν πυροβολικού και αεροπορίας. Έβλεπα βροχήν τροχειοδεικτικών βλημάτων ευθυτενούς τροχειάς που εσκόπευαν κατά των φαντωμάτων των πολυβολείων. Η προπαρασκευή συνεχίστηκε για αρκετή ώρα. Τα δικά μας πολυβόλα σιγούσαν, που και που ερρίπτετο καμία ριπή δια να αναλαμβάνεται ή να συντηρείται το ηθικό μας. Σύννεφα χωμάτων και καπνού σηκώνονται μπροστά μας στα φαντώματα και μας τυφλώνουν. Δεν βλέπουμε ούτε ένα μέτρον μπροστά μας .Τα αέρια της βολής να ζαλίζουν μερικούς μαχητάς. Τα κουδούνια των τηλεφώνων ηχούν συνεχώς και δαιμονιωδώς. Αναφορές για την κατάστασιν, απώλειαι, αιτήσεις αντικαταστάσεως.



  Κατά την διάρκεια της πρώτης μισής ώρας 15 τραυματίαι οι καλύτεροι του λόχου και 4 νεκροί του παρακειμένου πολυβολείου προς το παρατηρητήριον μου. Είχε εισέλθει δια της θυρίδος βλήμα πολυβόλου ευθυτενούς τροχειάς, διερράγει εντός αυτού και επολτοποίησε σχεδόν πάντας. Μετέβην εκεί. Όλος ο χώρος του πολυβολείου ήτο γεμάτος σάρκες, αίματα κρανεία. Φοβερόν το θέαμα. Το αίμα των αθανάτων αυτών ηρώων έρευσε από την κλίμακα πολλών σκαλιών εις το καταφύγιον. Αυτό ήτο λουτρόν αίματος. Έπρεπε να έχη μεγάλην ψυχικήν αντοχήν δια να αντέξη κανείς εις το μακάβριον εκείνο θέαμα. Διέταξα και αντικατεστάθησαν αφού προχείρως επλύναμε πρότερον το καταφύγιον δια να μην αποθαρρύνωμεν τούς αντικαταστάτας.  Μεθ’ ο μετέβην εις το παρατηρητήριον. Σε λίγο παρατηρώ να σκάζουν σ’ όλη την έκτασιν του μετώπου του λόχου καπνογόνα βλήματα. Το αναφέρω εις τον Διοικητήν του οχυρού με την εισήγησιν ότι η βολή αυτή απέβλεπεν εις την τύφλωσιν των παρατηρητηρίων και των πολυβολείων και απεσκόπει εις την κάλυψην της επιθέσεως των Γερμανών κατά των θέσεων μας. Ο Διοικητής  συνεφώνησε και με ηρώτησε τι πρέπει να πράξω. Του απήντησα ότι τοιαύτη περίπτωση είχε προβλέφθη. Θα εγένετο επισημασμένη βολή των πολυβόλων, να διατάξη και αυτός τους όλμους να βάλουν και όταν αρθή το νέφος καπνού θα γίνη άμεσος εσκοπευμένη βολή. Τούτο και εγένετο. Ο κρότος των πολυβόλων ήτο εκκωφαντικός. Αι πέριξ δειράδες και τα φαράγγια αντηχούσαν από τον κρότον των μυδραλίων μας που εθέρισαν αλύπητα τα πυκνά κύματα των επιτιθεμένων Γερμανών. Οι 350 του ΙΣΤΙΜΠΕΙ ολομόναχοι, χωρίς αεροπορίαν, χωρίς πυροβολικόν , χωρίς πεζικόν έγραφαν εκεί υψηλά εις την απρόσιτον κορυφήν του ΜΠΕΛΛΕΣ νέας Θερμοπύλας με το σύνθημα «Σήμερα δεν θα περάσετε» αμιλλώμενοι τούς ένδοξους συναδέλφους Αλβανομάχους με τον πόθον να αναδειχθώσιν υπέρτεροι εκείνων έναντι υπερτέρου και γενναιοτέρου στρατού ως ήτο ο Γερμανικός Στρατός. Ύστερα από 30 λεπτά εσηκώθη το νέφος καπνού δεν εφαίνετο τίποτε άλλο στο εξωτερικό συρματόπλεγμα από τα πτώματα των πολυάριθμων νεκρών. Ήτο φανερόν ότι η πρώτη επίθεσις των αηττήτων μέχρι τότε Γερμανών είχε αποτύχει με τεράστίας απωλείας εις νεκρούς και τραυματίες. Υπήρχον και τινές ημέτεροι τραυματίαι. Η χαρά του λόχου ήταν απερίγραπτη και ζητωκραυγές ηκούοντο σε όλο το οχυρό. Ανέφερα το γεγονός στο Διοικητή του οχυρού όστις με παλλομένη από συγκίνηση φωνή συνεχάρει το Λόχον και με πληροφόρησε πως ο γενναίος Έφεδρος Ανθυπολοχαγός του Πυροβολικού ΠΑΠΑΡΡΙΖΟΣ ΔΗΜ. με το μοναδικό μας αντιεροπορικόν πυροβόλο των 37χιλ. κατέρριψε επί του οχυρού ένα αεροσκάφος καθέτου εφορμήσεως Στούκας και ένα από τα ορειβατικά μας πυροβόλα κατεστράφη, αλλά η κατάσταση εξελίσετο ευνοϊκά μέχρις ώρας.

  Μετά δίωρον περίπου ήτο περί την 10ην πρωινήν επιτίθενται με 80 αεροπλάνα Στούκος κατά του οχυρού και το βομβαρδίζουν αλύπητα. Μία βόμβα καταστρέφει το αντιαεροπορικό μας πυροβόλο των 37χιλ. και έτσι σταμάτησε πια η αντιαεροπορική μας άμυνα. Τα εχθρικά  Στούκας επέρχονται αφόβως κατ’ αλλεπάλληλα κύματα και κατά εκατοντάδες. Η δική μας αεροπορία απουσιάζει παντελώς. Ανενόχλητοι τώρα κατεβαίνουν κατά δεκάδες οι αλεξιπτωτισταί-Δυναμιτισταί και αρχίζουν το φοβερό τους έργο. Άλλοι κρατούν πολυβόλα, άλλοι χειροβομβίδες ειδικές, άλλοι δυναμίτας και άλλοι αγνώστους πολεμικάς μηχανάς. Τα παρατηρητήρια και δύο σκοποί που ήσαν εκτός οχυρού σε κατάλληλον θέσιν αναφέρουν  ότι 200 περίπου αλεξοπτωτισταί είχον κατέλθη και ευρίσκοντο επί του οχυρού. Αναφέρεται η πληροφορία στον Διοικητή του οχυρού όστις αιτείται επειγόντως από την Διοίκηση του Τομές την εκτέλεσιν της σχεδιασθείσης αντεπιθέσεως επί του οχυρού, υπό του τάγματος πεζικού Γεραμάνη όπερ ευρίσκετο εγκατεστημένον επί δεσπόζοντος υψώματος (Τραπέσκας) υποστηριζόμενο υπό πυροβολαρχίας. Ο Τομεύς εγνώρισεν εις το οχυρόν ότι η αντεπίθεσις διετάχθει και δέον να αναμένεται. Οι αλεξιπτωτισταί άλλοι ήλθον εγγύς των φαντωμάτων των πολυβολείων και δια χειροβομβίδων δυναμιτών και πιστολισμών ημπόδιζον τούς χειριστάς πολυβόλων να βάλουν, άλλοι με τρύπανα προσπαθούσαν ματαίως ν’ ανοίξουν οπάς εντός των πολυβολείων ίνα τα ανατινάξουν. Οι στρατιώτες προσπαθούσαν να εμποδίσουν τούς αλεξιπτωτιστάς ρίπτοντες χειροβομβίδας δια μέσου των πλευρικών οπών. Αγών τραχύς και άπελπις. Η πληροφορία ότι θα εγίνετο αντεπίθεσις επί του οχυρού και θα τους απήλλασεν από τους αλεξιπτωτιστάς τους ενέπλησεν χαράς. Δυστυχώς παρά τας επανειλημμένας εκκλήσεις του οχυρού προς τον Τομέα η αντεπίθεσις δεν εξετελέσθη διότι είχε δοθή Διαταγή της Ανωτέρας Διοίκησης να συμπτυχθή το Τάγμα Γεραμάνη προς την γραμμήν ΚΡΟΥΣΙΩΝ. Η διαταγή αντεπιθέσεως εκοινοποιήθη εις ημάς μόνον δι’ ενίσχυσιν του ηθικού.

  Οι υπερασπισταί του οχυρού εξακολουθούν να μάχονται κατά των αλεξιπτωτιστών με ηρωισμόν .Η κατάστασις παρερχομένης της ώρας επιδεινούται διότι γίνεται και νέα κάθοδος αυτών. Παρ’ όλας τας απωλείας των προχωρούν πρός τας εισόδους του οχυρού. Κατά την κρίσιμον αυτήν στιγμήν τα πλείστα των πολυβόλων σταματούν την βολήν λόγω υπερθερμάνσεως των μηχανισμών των, αντιμετωπίζονται με τα εφεδρικά πεπαλαιωμένα οπλοπολυβόλα 1915 και τα νεοφερμένα Αμερικανικά αυτόματα Τόμσον. Σε λίγο εγένετο αποθέρμανσις και αλλαγή κανών πολυβόλων και αρχίζει η μετωπική βολή διότι νέον κύμα Γερμανών δυνάμεως λόχου εφορμά αριστερά προς την 34 πυραμίδα. Σε λίγο αναχαιτίζεται και η επίθεσις αυτή.

    Διήλθε αρκετή ώρα ήρεμος. Πυροβόλα, πολυβόλα, αεροπλάνα του εχθρού εσταμάτησαν. Αίφνης αρχίζει καταιγιστική βολή πυροβόλων ευθυτενούς τροχιάς μεγάλου διαμετρήματος εις τα φαντώματα των πολυβολείων. Οι δυναμιτισταί ήρχισαν έντονον δράσιν. Με μηχανικά τρύπανα προσπαθούν ν’ ανοίξουν οπάς στο μπετόν αρμέ και με δυναμίτας να καταστρέψουν τα έργα. Ακούονται ευκρινώς τα τρυπάνια που εργάζονται. Οι δυναμιτισταί με ειδικά μηχανήματα ρίπτουν εκ του ασφαλούς μέσα στα πολυβολεία δυναμίτες από τα φαντώματα. Μία δέσμη δυναμίτιδος κατάφεραν να την ρίψουν και στο δικό μου παρατηρητήριο. Ψύχραιμος δεκανέας που ήτο κοντά μου είχε την ετοιμότητα να φωνάξη «πετάξτε την έξω Κύριε Λογαγέ».Αμέσως την επήρα και την επέταξα έξω από το φάντωμα και προτού προλάβω να τραβήξω τα χέρια μου μέσα ετραυματίσθην ελαφρώς στο αριστερό χέρι. Επεδέθην προχείρως και εσυνέχισα τον αγώνα. Επισκέπτομαι ακολούθως ένα ένα τα πολυβολεία για να τονώσω το ηθικό των στρατιωτών διότι διεδόθη ότι ετραυματίσθην σοβαρώς και απεχώρισα της μάχης. Εις ένα πολυβολείον δεν ενθυμούμαι αριθμόν που μετέβην εν συνεχεία εισήλθε θραύσμα πυροβόλου ευθυτενούς τροχειάς όπερ εποστρακισθέν με εκτύπησε εις τα πλευρά αριστερά με συνέπεια να ραγισθή ως είπεν ο ιατρός ένα πλευρό. Επόνεσα αρκετά αλλά συνεκράτησα τον πόνον, επεδέθην και συνέχισα μαχόμενος. Εις τας 4 μ.μ οι αλεξιπτωτισταί κατόρθωσαν να καταστρέψουν τον προβολέα, να εξουδετερώσουν δύο μετωπικά πολυβολεία του Α! Νωτιαίου Λόχου του Λοχαγού Θεμ.Παπαδόπουλου, ο οποίος υπέστην και ισχυρόν νευρικόν κλονισμόν. Το μόνον ορειβατικό πυροβόλο των 75 που μας απέμεινε, ύστερα από μία μονομαχία ας πούμε με τον γενναίο Ανθυπολοχαγό πυροβολικού ΖΑΧΑΡΑΚΗ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ με τα πυροβόλα των Γερμανών που αδιαφορούντες δια τας απωλείας των, έτασσον αδιακόπως εις το έναντι του οχυρού ισοϋψές ύψωμα της 34 πυραμίδος όπερ κατέλαβον πρότινος, αναγκάζεται να σιωπήση από έλλειψιν πυρομαχικών.

  Η κατάσταση του οχυρού γίνεται σοβαρά. Η αντεπίθεσις του τάγματος ΓΕΡΑΜΑΝΗ πού ασφαλώς θα μας έσωζε, δεν εκδηλώνεται. Το πυροβολικόν υποστηρίξεως εκτός οχυρού εσίγησε κατόπιν διαταγής ν’ αποσυρθούν τα εκτός οχυρού τμήματα υποστηρίξεως εις την Β! ΓΡΑΜΗΝ ΚΡΟΥΣΙΩΝ ΟΡΕΩΝ-ΣΤΥΜΩΝ

  Αποφασίζω να εξέλθω του οχυρού επικεφαλής τμήματος δυνάμεως Διμοιρίας περίπου 15-20 ανδρών και να επιτεθώ κατά των αλεξιπτωτιστών που είχαν

κατακλήσει το οχυρόν. Το αναφέρω στον Διοικητήν του οχυρού, ο οποίος ύστερα από πολλούς δισταγμούς αποφασίζει να επιστρέψη την έξοδο. Κάμνω επιλογήν των πλέον γενναίων στρατιωτών, τους οπλίζω με αυτόματα και άφθονα πυρομαχικά και χειροβομβίδας και εξήλθον. Οι αλεξιπτωτισταί αμέσως μας αντελήφθησαν και ήρχισαν να μας βάλουν καταιγιστικώς εξ όλων των πλευρών. Αρχίσαμε τον αγώνα στήθος προς στήθος.


Οι Γερμανοί ήσαν καμουφλαρισμένοι επάνω στα πολυβολεία ξαπλωμένοι και εφαίνοντο σαν νεκροί. Αίφνης εγείροντο και έβαλον. Ημείς προφυλασσόμεθα με κινητούς χαλύβδινους θώρακας που τους μετακινούσαμε βήμα προς βήμα και κινούμεθα κυκλικώς. Η είσοδος προστατεύετο δι οπλοπολυβόλου αυτομάτου. Με ριπάς και χειροβομβίδας απομακρύναμε τους αλεξιπτωτιστάς από δύο πολυβολεία. Οι Γερμανοί βάλλονται και από τους δικούς τους από την οροθετική που είχον στόχο ημάς, μόλις εγένετο αντιληπτή η εξοδός μας από το οχυρό και ήρχισεν η δράσις μας. Η δράσις αυτή εσυνεχίσθη επί ημίσιαν και πλέον ώραν. Ο Διοικητής ανησυχήσας δια την τύχη μου διαβλέπονκαι το άνισον του αγώνος, διέταξε την διακοπήν του και την επιστροφήν μας εις το οχυρόν. Επληροφορήθην απο τον Διοικητήν πως ένα ολμβολείον μας εσώθη χάρις εις την ψυχραιμίαν και ετοιμότητα του αλησμονήτου ανθυπολοχαγού Δημητρίου Βασιλιά  Διμοιρίτου όλμων BRANT και ενός στρατιώτου. Και οι δύο όπως πρωτύτερα και εγώ άρπαξαν με τα χέρια τους το κιβώτιο με τους δυναμίτες που έριξαν οι Γερμανοί μέσα στο ολμοβολείο και το πέταξαν έξω από την θυρίδα βολής, διασώσαντες ούτω εκ της βεβαίας καταστροφής και τούς υπηρέτας και τον όλμον.

  Επακολουθεί ανάπαυλα. Διατάσω να μοιρασθή Κονιάκ, σταφίδα, κονσέρβα και ψωμί στους στρατιώτας που ήσαν νηστικοί ως την ώραν εκείνην. Έτσι δίδεται και σε εμένα η ευκαιρία να ξεκουρασθώ ολίγον. Αναλογίζομαι για μιά στιγμή την περασμένη ζωή μου και με καταλαμβάνουν ζοφεραί σκέψεις δια το άδηλον μέλλον. Είναι πραγματικότητα συλλογίστηκα πώς η Ανωτάτη Διοίκηση μας άφησε εκεί ως τμήμα υπέρτατης θυσίας δια να διεκδικήσουμε την τιμήν των όπλων εκεί που η πατρίς εξώδευσεν άφθονο χρήμα από το υστέριμά της, εκεί που η γενιά μας έπρεπε να γράψη νέες θερμοπύλες. Με τα βίας συνεκράτησα τα δάκριά μου. Είναι και ο Αξιωματικός άνθρωπος με αδυναμίες όπως όλοι οι συνάνθρωποί του. Οι στρατιώτες όμως στη μάχη, τον φαντάζονται πολύ διαφορετικό. Τον θέλουν άτρωτον από τας εχθρικάς σφαίρας και ανάλγητον εις τας φρικαλεότητας χωρίς συναισθήματα δια το οικογενιακόν του περιβάλλον. Αυτό είναι ένα από τα δύσκολα καθήκοντα του Αξιωματικού, να φαίνεται στά μάτια των στρατιωτών του όχι εκείνος που είναι, αλλά εκείνος που αυτοί φαντάζονται.

  Είναι περασμένες 5 μ.μ. Με καλεί στο τηλέφωνο ο Διοικητής του οχυρού. Μου γνωστοποιεί ότι εις  το δεξιό οχυρών  ΚΕΛ-ΧΑΓΙΑ να εκτελεσθή σχεδιασθείσα επί τούτου μεμακρυσμένη « βολή αριθμός 3» .Διατάσσω τον Ανθυπολοχαγό Όμηρο Παπαδόπουλο της δεξιάς Διμοιρίας να εκτελέση την βολήν. Ήτο η μοιραία βολή που έδωσε τέλος μέσα σε ένα λεπτό εις την ζωήν τεσσάρων εκ των καλυτέρων στρατιωτών του. Ο εχθρός με μίαν καταπληκτηκήν ευστοχίαν επιτυνχάνει να βάλη απο εν βλήμα των 105 εις τα φαντώματα δύο πολυβολείων. Μεγάλο το πλήγμα ηθικού που υπέστη η Διμοιρία αυτή.

  Εξακολουθούμε να ελπίζουμε ότι η αντεπίθεσις θα εγένετο και ο εχθρός θα εξεδιώκετο του οχυρού. Αι ώραι περνούν και μάτην αναμένομεν. Οι δυναμιτισταί αφού ενισχύθησαν, έδρασαν εντονώτερον και η επίθεσις δεν δε εκδηλώνεται υπεθέταμεν. Το δεξιό οχυρό ΚΕΛ-ΚΑΓΙΑ βρισκόταν στην ίδια κατάσταση. Το αριστερό μας ΠΟΠΟΤΛΙΒΙΤΣΑ δεν φαίνεται διότι το δάσος που μας χωρίζει έχει πάρει φωτιά και καίγεται. Μάτην κάνουμε έκκλησιν με τον ασύρματον «Το οχυρό Ιστίμπεϊ κινδυνεύει αποστήλατε επειγόντως ενισχύσεις».Κανείς δεν απαντά εις τας εκκλήσεις. Αρχίζομεν να προαισθανόμεθα την τύχη του οχυρού μας.

  Έχει ήδη νυκτώσει. Αρχίζει ο σκληρότερος αγών. Οι Γερμανοί αφού εξουδετέρωσαν το έργο του προβολέως με κιβώτια δυναμίτιδος, επλάτυναν το άνοιγμα του φαντώματος και άρχισαν να κατεβαίνουν στις στοές του οχυρού. Αποσύρονται τα πολυβόλα στους διαδρόμους και σβήνουν τα φώτα. Οι πολυβοληταί οχυρώνονται πίσω από γαιόσακους στις γωνίες των κεντρικών διαδρόμων. Οι Γερμανοί αχού εισέλθει στον διάδρομο και οχυρώθηκαν και αυτοί πίσω απο πέτρες που μετέφερον απ’ έξω εις απόστασιν ολίγων μέτρων από τους πολυβολητάς. Οι Γερμανοί αποπειρώνται εφόρμησιν. Οι σκοπευταί βάλουν με όλην την δυνατήν ταχυβολίαν και άνω των 100 φονεύονται σ΄ ένα λεπτό, σε μιά λίμνη αίματος. Ακούοντο οι βόγγοι των τραυματιών. Ο πόλεμος προκαλεί φρίκην. Αλλ’ αυτό που γίνεται στον πόλεμο των στοών είναι απερίγραπτον. Οι στοές είχαν γεμίσει ανθρώπινα πτώματα, που κολυμπούσαν στο αίμα. Τα πολυβόλα έβαλον μέσα στις στοές ακαταπαύστως και συχνά ακούοντο φοβερές εκρήξεις δυναμίτιδος των Γερμανών. Ο εχθρός βλέποντας ότι απέτυχε στην προσπάθειά του να εισδύση στο οχυρό αλλάσσει σχέδιον. Με ειδικά τρυπάνια προσπαθεί να καταστρέψη το οχυρό, αλλά δεν το κατορθώνει. Σε λίγο το ΚΕΧ-ΚΑΓΙΑ μας καλεί επειγόντως. Αφού έκαψαν την πόρτα με φλογοβόλα διοχέτευσαν εντός αυτού αέρια. Η πληροφορία του γειτονικού οχυρού ήτο τρομερή. Ποτέ δεν περιμέναμε ότι ο εχθρός θα παραβίαζε διεθνείς συνθήκας περί απαγορεύσεως χρησιμοποιήσεως πολεμικών χημικών ουσιών. Είναι μεσάνυκτα. Κανείς δεν κοιμάται. Τα πολυβόλα μας έχουν τοποθετηθεί σε νέες ασφαλέστερες θέσεις εντός των στοών. Οι αξιωματικοί γυρίζουν συνεχώς από θέσεως εις θέσιν ενθαρρύνοντες δια της παρουσίας των τους μαχητάς. Συχνά επισκεπτώμεθα και τους τραυματίας μας. Κανείς δεν μπορεί να μείνη ασυγκίνητος στο περιβάλλον του Αναρρωτηρίου. Ο Ιατρός κ.Κανδυλάρος χειρουργεί συνεχώς χωρίς ανάπαυλα. Πολλλοί ζητούν να μου εμπιστευθούν τα μυστικά τους επειδή προαισθάνονται ότι σε λίγο θα ευρίσκονται εκεί όπου αναπαύονται οι ήρωες.

  Ήλθε η άλλη ημέρα. Στις 6 το ΚΕΛ-ΚΑΓΙΑ παραδίδεται. Κόβονται τα καλώδια. Η κατάστασις του οχυρού χειροτερεύει περί την μεσημβρίαν. Ο Διοικητής του οχυρού εκτιμήσας την κατάσταση εξήγαγε το συμπέρασμα ότι η τύχη του οχυρού είχε κριθή από της προηγουμένης. Η παράταση του αγώνος εις ουδέν είχε να οφελήση. Αποφασίζει να συγκαλέση συμφώνως προς τον κανονισμόν των φρουρίων συμβούλιον απάντων των αξιωματικών δια την λήψιν αποφάσεων. Δι’ αγγελιοφόρου μας καλεί εις το Γραφείον του. Η λύπη δια δυσμενή τροπή του αγώνος μας και η εξαντλητική κούραση είναι ζωγραφισμένη στα πρόσωπα όλων μας. Με φωνή παλλόμενη από συγκίνηση μας εκθέτει την κατάστασιν του οχυρού και ζητεί ονομαστικά την γνώμη ενός εκάστου αξιωματικού. Κανένας όμως δεν ομιλεί. Γνωρίζουμε πάντες ότι η αντίστασις μας εκάμφθη έναντι των Γερμανών και ο αγών μας είχε καταστή άπελπις. Κανείς δεν θέλει να προτείνη συνθηκολόγισιν. Η θέσις του Διοικητού μας είχε καταστή δυσκολοτάτη. Από το ένα μέρος η ευθύνη δια τούς άνδρας που έχει υπό φας διαταγές του, από το άλλο μέρος η κατάσταση του οχυρού. Δια τούτο μας ζητεί επίμονα την γνώμην μας. Επιμένει εις την έκφρασιν γνώμης μετά παρρησίας αν πρέπει να γίνη η συνθηκολόγησις τώρα η πρέπει να παραταθή ο αγών μέχρις εσχάτων. Καθ’ όν χρόνο διαρκούσε η σύσκεψις του συμβολίου οι Γερμανοί διοχέτευσαν αέρια εντός του οχυρού. Φθάνουν τα πρώτα θύματα. Ο ιατρός γνωματεύει «θάνατος από αέρια» !

  Με πλήρη συναίσθησιν της ιστορικής ευθύνης μας και της κρισιμότητος της καταστάσεως του οχυρού πού ήταν σχεδόν άχρηστο και εφ’ όσον τα όπλα ηλαττώθησαν και τα πυρομαχικά έβαινον προς εξάντλησιν, άνευ αντικαταστάσεως αποφασίζουμεν ομοφώνως:

    1.Να αμυνθώμεν και την δευτέραν ημέραν με ότι μας απέμεινε.

    2.Αν μπορούμε να διαφύγουμεν προς Νότον συμπτυσσόμενοι το εσπέρας.

    3.Τέλος αν η φυγή είναι αδύνατος και δεν βοηθηθώμεν έξωθεν πράγμα   

       απίθανον, να συνθηκολογίσωμεν υπό όρους:

       (α) Να είμεθα αιχμάλωτοι των Γερμανών και όχι των Βουλγάρων.

       (β) Να ενταφιάσωμε τούς νεκρούς μας με τας δέουσας τιμάς.

       (γ) Να μετακινήσουμε τούς τραυματίες μας εις Γερμανικόν Νοσοκομείον

        προς νοσηλείαν.

       (δ) Διαμονή εις το αυτό στρατόπεδο με τους στρατιώτας μας.

Εξουσιοδοτήσαμε τον Διοικητήν να λάβη απόφαση την στιγμή που θα έκρινε αυτός κατάλληλον.

  Ο αγών εν το μεταξύ συνεχίζεται. Ο εχθρός ρίπτει συνεχώς αέρια και οι προσωπίδες μετά δυσκολίας μας προστατεύουν. Σύνδεσμος δεν υπάρχει με κανένα τμήμα. Η μεραρχία αφού αναγκάστηκε να μας εγκαταλείψη συνεπτύχθη. Δια μίαν ακόμα φοράν ο Διοικητής μας καλεί και μας ανακοινώνη ότι η κατάστασις είναι τοιαύτη, που τον αναγκάζει παρ΄ όλην την λύπην που δοκιμάζει να προτείνη συνθηκολόγησιν. Μας ερωτά δια τελευταίαν φοράν αν έχομεν αντίρρησιν. Ένας αξιωματικός κάμνει αμέσως αναγνώρισιν των θέσεων του εχθρού και συντόμως αναφέρει. Το οχυρόν εκυκλώθη πανταχόθεν και επάνω σ’ αυτό ευρίσκονται ισχυρότατες δυνάμεις. Ο ασύρματος σε λίγο εκπέμπει: «Οχυρόν Ιστίμπεϊ εις εξαιρετικώς κρίσιμον κατάστασιν. Άμυνα οχυρού κατόπιν αγώνος εντός στοών και καταστροφή 9/10 του οπλισμού αδύνατος». 

  Από την δύναμη του οχυρού το 1/3 περίπου (25) νεκροί και (80) τραυματίαι ευρίσκοντο εκτός μάχης. Από τα (40) πολυβόλα απέμειναν (4), όλμοι (2).Αυτή ήτο η κατάστασις του οχυρού όταν απεφασίσθη η συνθηκολόγησίς του. Καταστρέφουμε κάθε όπλο που είχε απομείνει και σε λίγο την 17ην ώραν της 7ης Απριλίου 1941, λευκή σημαία υψώνεται στην κορυφή του Ιστίμπεϊ δια να δώση το θλιβερό σήμα της συνθηκολογήσεως.

  Οι Γερμανοί πολεμισταί, εκτιμώντες την ηρωική άμυνα του οχυρού αποδέχονται τους όρους, μας συνχαίρουν δια την άμυνα, την οποίαν ομολογούν ότι ποτέ δεν εφαντάζοντο και εις ένδειξη τιμής παρατάσσουν ένα μικρόν τμήμα προ της εισόδου και παρουσιάζουν όπλα κατά την έξοδό μας.

  Μόλις βγήκαμε από το οχυρό συγκεκινημένοι όλοι με δάκρυα, ενταφιάσαμε τους τετιμημένους νεκρούς μας και ετοποθετήσαμεν επί φορείων τους μη δυνάμενους να βαδίσουν τραυματίας.

  Αι απώλειαι των Γερμανών σε νεκρούς και τραυματίας υπερέβησαν τους 400 κατά την ομολογίαν των ιδίων προς τον γνωρίζοντα καλώς την Γερμανικήν έφ. Ανθυπίατρον κ. Κονδυλώροον.

  Αξιωματικοί και Στρατιώται λυπημένοι αλλά υπερήφανοι διότι επράξαμεν το καθήκον μας οδηγήθημεν αιχμάλωτοι εις Βουλγαρίαν.          

ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ


  Η συμπεριφορά των πρώτων Γερμανικών τμημάτων ήτο αρίστη. Ήσαν ευγενέστατοι ως αρμόζει εις γενναίον στρατόν μεγάλου και πεπαιδευμένου έθνους ως ήτο το Γερμανικόν. Όταν επροχωρήσαμεν αρκετά κατερχόμενοι προς το Βουλγαρικόν Πετρίτσιον άρχισεν αιφνιδίως η βάρβαρος συμπεριφορά. Ένας Γερμανός Αξιωματικός μου αρπάζει βιαίως τας διόπτρας λέγοντάς μου γαλλιστί δια να δικαιολογηθή «Pour vous monsiieur la gerre est finis» (για σας Κύριε ο πόλεμος ετελείωσε).Ούτε ευχαριστώ τυπικώς τουλάχιστον. Το ίδιο έκαμαν και άλλοι Αξιωματικοί. Επήραν απ’ όλους τους Αξιωματικούς τις διόπτρες των. Γερμανοί Στρατιώται ορμούν επάνω στους στρατιώτας μας τους ερευνούν και παίρνουν κάθε τιμαλφές αντικείμενον, δακτυλίδια, ωρολόγια, κουβέρτες, ταυτότητες κ.λ.π. Σε ένα σημείο μας σταματούν και παίρνουν τα φορεία των τραυματιών δια να τα χρησιμοποιήσουν για δικούς τους τραυματίας. Αναγκαζόμεθα να τους μεταφέρωμεν μέχρι Βουλγαρικού Πετριτσίου επί των ώμων μας τούς βαρέως τραυματίας και οι ελαφρότερον εκινήθησαν πεζή. Βρεχόμενοι συνεχίζαμε την πορείαν μας προς Βουγαρικόν Πετρίτσιον. Οι δειλοί Βούλγαροι που απεσύρθησαν 40χιλ. όπισθεν των συνόρων τους στο Πετρίτσι μας ειρωνεύοντο . Ειρωνεύοντο ημάς που πριν ολίγας ημέρας μας έτρεμον, όταν μας έβλεπον εις την οροθετικήν γραμμή και εκρύβοντο στα χαρακώματά τους.

  Επί τέλους φθάσαμε στο Πετρίτσι. Μας οδηγούν σε μία ανοικτή μάνδρα που λέγεται στρατόπεδο, ενώ η βροχή συνεχίζεται, πέσαμε στον ύπνο μέσα στην λάσπη σαν πεθαμένοι εξαντλημένοι από την κούραση του αγώνος και της πορείας. Τούς τραυματίας μας τούς επήγαμε σ’ ένα Σχολείο που το είχον κάνει πρόχειρον Νοσοκομείον και χειρουργείον οι Γερμανοί. Εκεί χειρουργούσαν συνεχώς δικούς τους τραυματίας της μάχης των οχυρών. Περί το μεσονύκτιον μας ειδοποιούν ότι θ’ αναχωρήσουμεν δια τα στρατόπεδα στγκεντρώσεως της Γερμανίας. Ευχαριστήθημεν πολύ από την πληροφορίαν διότι επιθυμούσαμε να φύγωμεν από το μιαρό έδαφος των προαιωνίων εχθρών μας Βουλγάρων. Η παραμονή μας σ’ αυτή την βάρβαρον και μισαράν χώραν μας κατέθλιβεν δεινώς.

  Μας στοιβάζουν τέλος μέσα σε κάτι ανοικτά βαγονάκια (Ντεκοβίλ) που τα σέρνει μία μηχανή με ταχύτητα μουλαριού περί την μεσημβρίαν της 8ης Απριλίου 1941 εφθάσαμε στην Κόρνα Τσουμαγιά. Ταξίδι κουραστικό και μαρτυρικό. Όρθιοι στα βαγονάκια υπό συνεχή βροχήν αρκετές ώρες. Η μηχανή έκαιγε ξύλα και αναμμένα κομματάκια πέφτανε συνεχώς επάνω μας. Οι Βούλγαροι έδειχναν τώρα εις ημάς τους άοπλους αιχμαλώτους την γενναιότητά τους, αφού δεν είχαν το θάρρος να εξέλθουν ανοικτά στον πόλεμο και να μετρηθούν μαζί μας εις το πεδίον της τιμής. Απ’ όπου περνούσαμε, σε κάθε σταθμό που σταματούσαμε μας ύβριζον χυδαιότατα και  πετούσαν επάνω μας ξύλα, πέτρες, ακαθαρσίες και μας απειλούσαν με τσεκούρια και μαχαίρια. Στην Κόρνα Άνω Τζουμαγιά συγκεντρώνονται όλοι οι Βούλγαροι και αρχίζουν να μας Κοροϊδεύουν και να μας φοβερίζουν ότι θα μας σφάξουν. Η ελπίς πως συντόμως θα φεύγαμε δια την Γερμανίαν μας έδιδε θάρρος. Σε λίγη όμως ώρα διαψεύδεται και η ελπίς μας αυτή. Μας οδηγούν σ΄ ένα εκτεταμένο χωράφι. Σύντομα τοποθετούν γύρω, γύρω συρματοπλέγματα και μας ανακοινώνουν, ότι αυτό αποτελεί το στρατόπεδο αιχμαλώτων. Παραβιάζεται το Διεθνές Δίκαιον, οι όροι συνθηκολγήσεως. Αδίκως διαμαρτυρόμεθα.

  Το απόγευμα της 9ης Απριλίου, έρχεται στο στρατόπεδό μας, ένας Βούλγαρος Στρατηγός με το πολυτελέστατο αυτοκίνητό του. Με ύφος αύθάδες και υπεροπτικόν, ζητεί να γνωρίση τον Διοικητήν του οχυρού. Παρουσιάζεται ο Ταγματάρχης κ.ΠΙΚΟΥΛΑΚΗΣ έχοντας δια διερμηνέα τον εκ Σιδηροκάστρου καταγόμενον Ανθυπασπιστήν κ.Χαντζήν Δημήτριον. Ερωτά «Σεις βρεθήκατε παλικάρια να κλείσετε το δρόμο στους Γερμανούς; Δεν ξεύρατε ότι θα σας εσάρωναν και θα περνούσαν; Ημείς γιατί τ’ ανοίξαμε και επέρασαν;» .Με ύφος υπερήφανον και σεμνόν ο κ.ΠΙΚΟΥΛΑΚΗΣ απαντά: «Αν είμεθα Βούλγαροι και ημείς θα επράτταμεν το ίδιο. Αλλά είμεθα Έλληνες. Η Ιστορία μας πουθενά δεν αναφέρει ότι Έλληνες παραδίδουν αμαχητί  την Πατρίδα τους σε κανένα κατακτητή και δεν γίνονται εθελονταί σκλάβοι κανενός».Κατόπιν ο Βούλγαρος Στρατηγός ζητεί επιτακτικά ένα στέμμα από Ελληνικό Στρατιωτικό πηλήκιο δια ενθύμιον. Ο κ.ΠΙΚΟΥΛΑΚΗΣ απαντά: «Εγώ είμαι αιχμάλωτος των Γερμανών και όχι των Βουλγάρων. Στέμμα δεν σου δίδω. Αν θέλεις πάρε με την βία μόνος σου από ένα στρατιώτη στέμμα δια να δείξης εδώ την παληκαριά σου που δεν είχες το θάρρος να δείξης στο πεδίο της Μάχης» !Ντροπιασμένος ο Βούλγαρος Στρατηγός απεχώρησε υβρίζοντας τους Έλληνας, εισήλθε στο αυτοκίνητο και εξηφανίσθη.

  Η κατάσταση είναι τραγική και ανυπόφορος. Οι εμπαιγμοί και οι βρισιές των Βουλγάρων ξεπερνούν κάθε όριον. Το κρύο είναι πολύ διαπεραστικό, βροχή και χιόνι πέφτουν μαζί και το στρατόπεδο έχει μεταβληθή σε απέραντο λασπότοπο. Ούτε σκηνάς ούτε αντίσκηνα έχουν στημένα, ούτε χλαίνες έχουν μήτε κουβέρτες. Ουδέν τρόφιμον διενεμήθη και η πείνα μαζί με το κρύο ήρχισε να μας εξαντλή. Αποκαμωμένοι από την κούραση και εξαντλημένοι από την πείνα καθισμένοι πάνω εις την λάσπην ακουμπισμένοι ο ένας επάνω στον άλλο για να ζεσταθούμε μας παίρνει ένας ύπνος ψεύτικος ενίοτε με εφιάλτες. Το απόγευμα διεμαρτηρήθημεν εντόνως εις τον Στρατοπεδάρχην δια την μεταχείρησιν , τας εγκαταστάσεις και διότι μας εγκατέλυψαν νηστικούς.

  Συνέχεια προς το δικό μας Στρατόπεδο βρίσκεται το Στρατόπεδο των Γιουγκοσλάβων. Έχουν εκεί συγκεντρωμένους πολλές χιλιάδες Αξιωματικούς και οπλήτας. Ημείς ήμεθα ελάχιστοι.

  Αλλά όλα αυτά δεν ικανοποιούν τους δεσμοφύλακας και βασανιστάς μας Γερμανούς. Θέλουν να μας τρομοκρατήσουν. Διατάσουν συγκέντρωσιν Αξιωματικών και διατάσσεται εις Γερμανός υπαξιωματικός να μας κάμη σωματικήν έρευνα. Απέναντί μας είχε έλθει ένα βουλγαρικό απόσπασμα 10 ανδρών και εγέμισεν τα όπλα του επί παρουσία μας. Συγχρόνως βλέπομεν πιο κάτω 20-25 Γιουγκοσλάβους ν’ ανοίγουν λάκκους. Όλοι υποθέσαμεν ότι θα μας εκτελέσουν επειδή διεμαρτυρήθημεν δια την μεταχείρισιν και δια την προσβολήν πού υπέστη ο Βούλγαρος Στρατηγός. Ο Ταγματάρχης ΠΙΚΟΥΛΑΚΗΣ σιωπηρώς μας ενεθάρρυνε λέγοντας ότι αυτόν μόνον θα εκτελούσαν δια να τρομοκρατήσουν ημάς τους υπολοίπους. Έβγαλε το ωρολόγιον τσέπης και το έδωσε στον λοχαγό Θεμιστοκλή Παπαδόπουλο λέγοντας «Σε παρακαλώ όταν με το καλό γυρίσης στην Πατρίδα δώσε το στην γυναίκα μου και πες της να προσέχη τα κορίτσια».

  Μετά την έρευναν μας διέταξαν να κινηθώμεν περιβαλλόμενοι απο την Βουλγαρικήν φρουράν. Εξήλθομεν του Στρατοπέδου και εβαδίσαμεν μέσω των χωραφιών από ένα καρόδρομο. Είχε αρχίσει να νυκτώνη. Όλοι ενομίζαμεν ότι βαδίζαμεν δια τον τόπον εκτελέσεως. Οι στρατιώται όταν είδαν ότι μας πήραν ήρχισαν να κλαίνε γιατί έχανον τους αρχηγούς των που μοιράστηκαν τούς κίνδυνους την δόξαν και τας ταλαιπωρίας. Επικεφαλής της θλιβεράς αυτής κουστωδίας ήτο ο Γερμανός Στρατοπεδάρχης. Μετά πάροδον ημισείας ίσως και πλέον ώρας πορείας καταφθάνει έφιππος αγγελιοφόρος Γερμανός και κάτι ψιθυρίζει στον Στρατοπεδάρχη. Διατάσσεται η επιστροφή μας στο Στρατόπεδο και το Βουλγαρικό απόσπασμα αποχωρεί. Εκείνη η νύκτα ήταν ζοφερά. Υποθέταμεν ότι λόγω της επελθούσης νυκτός η εκτέλεσις θα εγένετο την επομένην πρωίαν. Οι λάκκοι είχον ανοιχθή. Επεράσαμεν μία νύκτα μελλοθανάτου. Είναι αδύνατον να φαντασθή κανείς τα κυριαρχούντα συναισθήματα ενός μελλοθανάτου. Όλη μου η ζωή περνούσε κινηματογραφικά από τον νου μου. Επειδή το μέλλον ετερματίζετο το παρελθόν με επαρηγόρη. Προσπαθούσα να ενθυμούμαι όλες τις χαρές και τις απολαύσεις σαν να ήθελα ν’ αποθάνω ευχαριστημένος έστω και τόσον πρόωρα.

  Με αγωνία περιμέναμε να ξημερώσει .Η νύκτα εφαίνετο ατελείωτος. Κάποτε εδέησε να έλθη η ημέρα δια να τελειώση το μαρτύριο της αγωνίας και της αναμονής. Περνούσαν οι ώρες και τίποτε δεν εγίνετο. Το απόγευμα ήλθε εις είσοδο ένα αυτοκίνητο κλούβα με Βουλγάρους φρουρούς και Γερμανό οδηγό. Μας επιβίβασαν όλους τούς αξιωματικούς και μας μετέφερον εις ένα Σχολείον ενός χωριού ονομαζομένου Γενί-Τσεφλίκ αν δεν απατώμαι. Είχον εκκενώσει τα θρανία, έστρωσαν το πάτωμα με άχυρα και ξαπλώσαμε και κοιμηθήκαμε τον γλυκύτερον ύπνον της ζωής μας και ας ήμεθα νηστικοί δύο μέρες τελείως. Εις το υπόγειον είχον στιβαχθή ο ένας πάνω στον άλλο οι Γιουγκοσλάβοι Αξιωματικοί. Αυτοί ετύνχανον χειροτέρας ημών μεταχειρίσεως υπό των Γερμανών διότι είχον παρασπονδήσει την τελευταία στιγμήν. Εκεί εμείναμεν όλας τας ημέρας της αιχμαλωσίας. Η τροφή μας ήτο ολίγο ψωμί 60 ή 70 δράμια και 3-4 κρεμμύδια. Η πείνα μας είχε εξαντλήσει τελείως και φοβούμεθα ότι θα πεθαίναμε. Οι κόχες των ματιών μας ήρχισαν να βαθουλώνουν και να μαυρίζουν.

  Οι στρατιώται μας έμεναν στο ύπαιθρο, στο άθλιο Στρατόπεδο της Κόρνα Τσουμαγιά διατρεφόμενοι με λίγα δράμια μπομπότα βουλγαρική και 2-3 κρεμμύδια.

  Μάτην παρακαλούσαμε και ζητούσαμεν επιμόνως απο τους Γερμανούς, εν ονόματι του Διεθνούς Δικαίου και του Ανθρωπισμού, ανθρωπίνην μεταχείρισιν ημών και των στρατιωτών μας. Κάθε φορά λαμβάνουμε εκδικητικήν άρνησιν του Στρατοπεδάρχου «Πως θέλετε ανθρώπινη μεταχείρισιν αφού μας πολεμήσατε και αφού και τώρα οι στρατιώται σας μας πολεμούν στον Όλυμπο και παντού μέσα στην Ελλάδα;».Ημείς απαντούσαμεν: «Ημείς και όλοι Έλληνες στρατιώται πράττουν το καθήκον τους έναντι της πατρίδος των, όπως το πράττετε και εσείς έναντι της δικής σας. Ημείς ζητούμεν εφαρμογήν των Διεθνών συνθηκών και κυρίως της Γενεύης περί μεταχειρίσεως των αιχμαλώτων πολέμου, την οποίαν η πατρίδα σας έχει υπογράψει και σεις παραβιάζετε».Αυτό απεθερίωνε τον κτηνάνθρωπο Πρώσσο δια να σκληρύνη έτι περισσότερον την βάρβαρον συμπεριφοράν του.

  Έπειτα από τέσσαρες ημέρες μας επισκέφθη ένας Πρώσσος λοχαγός, ο οποίος μας είπε με δηκτικότητα «Από σας κανένας δεν μοιάζει εις τούς αρχαίους Έλληνας που ισχυρίζεσθε ότι είσθε απόγονοι».Τότε ο αείμνηστος ανθυπολοχαγός Πεζικού Βασιλιάς του απήντησεν ότι «μπορεί να μην μοιάζουμε στην μορφή με τους αρχαίους Έλληνας, αλλά η Ψυχή και το Πνεύμα παραμένουν τα ίδια». Ετοιμάζετο ν’ αποχωρίση ύστερα από την απάντησιν, οπότε επεμβαίνω και συμπληρώνω: «Πλανάται αν οι αρχαίοι Έλληνες είχον όλοι την κατατομήν του Ερμού του Πραξιτέλους. Αν αυτό συνέβαινε τότε ο Ερμής θα ήτο άνευ αξίας διότι θα παρίστανε ένα κοινόν άνθρωπο της εποχής εκείνης. Έχει αξίαν διότι παριστά το ίνδαλμα της ανδρικής ωραιότητος. Αφού λοιπόν οι αρχαίοι δεν είχον κλασικήν μορφήν οία φαντάζεται διατί να έχουν οι νέοι».

  Η Γερμανική προπαγάνδα εργάσθηκε πολύ προ της επιθέσεως δια την καλλιέργεια της θεωρίας του Φαλμεράϋερ στα τμήματα του Γερμανικού Στρατού που θα επετίθεντο εις την Ελλάδα. Δέκα ημέρας προ της επιθέσεως συνελάβαμεν Γερμανόν Στρατιώτην εντός των συνόρων μας και ευρέθη έπ’ αυτού μικρόν βιβλιάριον το οποίον έγραφεν ότι οι σημερινοί Έλληνες είναι κατ’ όνομα Έλληνες. Δεν έχουν τίποτε από τους αρχαίους προγόνους των. Διάφοροι λαοί οι Ρωμαίοι, οι Σλάβοι, οι Τούρκοι τούς κατέκτησαν επί πολλούς αιώνας και τους ηλλοίωσαν φυλετικώς και πνευματικώς. Είναι μάλλον Σλάβοι παρά Έλληνες διότι έπ’ αρκετούς αιώνας υπέστησαν μίξιν μετ’ αυτών. Έτσι ο Χίτλερ εξηφάνισε κάθε συμπάθειαν ην έτρεφον εκ παραδόσεως οι Γερμανοί προς τους Έλληνας ως κληρονόμους του αρχαίου πνεύματος και πολιτισμού.

  Εις το Στρατόπεδο εκείνο εμείναμε (12) ημέρας. Όλως απροσδοκήτως εδόθη διαταγή επιστροφής στην Ελλάδα. Ο Χίτλερ διέταξε ο Ελληνικός στρατός δεν θα κρατηθή αιχμάλωτος πολέμου και όλοι οι συλληφθέντες Αξιωματικοί και Στρατιώται να αφεθούν ελεύθεροι και να παρασχεθή κάθε διαθέσιμο μεταφορικό μέσο για να επαναπατρισθούν. Μας εφαίνετο απίστευτο. Όμως ήτο αληθές. Η χαρά μας ότι θα ελευθερούμεθα και θα απηλλασσόμεθα από το μιαρό Βουλγαρικό περιβάλλον ήτο απερίγραπτος.

  Μας εφόρτωσαν και πάλιν στο Ντεκοβίλ και επιστρέψαμε στο Βουλγαρικό Πετρίτσιον όπου περάσαμε δύο ταλαιπώρους νύκτας. Ελλείψει μεταφορικών μέσων διετάχθη η πορεία πεζή δια την Ελλάδα. Η βροχή και η εξάντλησις δεν μας απασχολούσαν, βαδίζαμε γρήγορα, γρήγορα, να πατήσουμε σ’ ελληνικά χώματα, έστω και αν τα εβάρυναν τα στίφη των Ούννων, ν’ αναπνεύσουμεν τον ελληνικό αέρα, να ακούσωμεν Έλληνας ομιλούντας, να ίδωμεν Έλληνας αδελφούς. Εις την Βουλγαρίαν όλα ήσαν κατάμαυρα. Πότε βαδίσαμεν 40 χιλιόμετρα και φθάσαμεν στο Σιδηρόκαστρο ούτε το αντελήφθημεν. Τα πόδια μας είχαν κάνει φτερά. Μόλις περάσαμε την Κούλα και επατήσαμεν το Ελληνικό έδαφος η ανακούφισίς μας ήτο αφάνταστος. Το απόγευμα φθάσαμε στο Σιδηρόκαστρο. Ο πληθυσμός με κάθε τρόπο εκδηλώνει την αγάπη και την συμπάθειά του. Ο καθένας μας προσφέρει ότι μπορεί. Ύστερα από συνεχή πορεία φθάνομε νύκτα εις τας Σέρρας. Σ΄ όλο το διάστημα μας συνοδεύουν Γερμανοί. Οι στρατιώται στρατωνίζονται εις τούς στρατώνας του 19ου Συντάγματος Πεζικού και οι Αξιωματικοί εις τας αποθήκας της Γκλέν, όπου ευρίσκοντο και άλλοι συνάδελφοι των οχυρών.

  Εις τας 10 Μαΐου διετάχθη η μεταφορά μας εις Θεσσαλονίκην. Μερικές ημέρες ενωρίτερα οι Βούλγαροι εισήλθον εις το Σιδηρόκαστρον,  τας Σέρρας, την Δράμα και την Καβάλαν προς γενικήν απογοήτευσιν πάντων των κατοίκων οι οποίοι και άλλοτε εις το παρελθόν είχον γευθή τα αγαθά της Βουλγαρικής κατοχής και ξεύρουν τι τούς περιμένει.

  Στις 12 Μαΐου 1941 επιβιβαζόμεθα σιδηροδρόμου και αναχωρούμεν δια Θεσσαλονίκην. Εφθάσαμεν άνευ συνοδείας και διετάχθημεν από το Ελληνικό Φρουραρχείον ν’ αποβάλωμεν την στολήν. Εκεί βρήκα φιλοξενίαν από την παλαιά οικοδέσποινα κ. Πιπίνα Γρηγοριάδου η οποία μου έδωσε ένα κουστούμι του ανδρός της και εφόρεσα. Μετά τινάς ημέρας μ’ ένα πετρελαιοκίνητο καΐκι ανεχώρησα μετ΄ άλλων συναδέλφων εις Χαλκίδα και εκείθεν σιδηροδρομικώς εις Αθήνας.

Έτσι ετελείωσε η περιπέτεια της αιχμαλωσίας μου.
  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου