Πέμπτη 10 Ιουνίου 2010

10 ΙΟΥΝΙΟΥ 1944 - Η ΣΦΑΓΗ ΤΟΥ ΔΙΣΤΟΜΟΥ

Ένα από τα πιο αποτρόπαια εγκλήματα των Ναζί στη κατεχόμενη Ελλάδα.
Το πρωί της 10ης Ιουνίου 1944 γερμανική στρατιωτική φάλαγγα των Ες-Ες ξεκίνησε από τη Λιβαδειά για την Αράχοβα, με σκοπό την εκκαθάριση της περιοχής από τις αντάρτικες δυνάμεις.

Στο Δίστομο ενώθηκε με άλλη γερμανική ομάδα που είχε ξεκινήσει από την Άμφισσα και προχώρησαν προς το Στείρι.

Οι κάτοικοι έλαβαν εντολή να μην απομακρυνθούν από το χωριό, μέχρι την επιστροφή των γερμανικών δυνάμεων.
Στη θέση Καταβόθρα οι Γερμανοί δέχθηκαν επίθεση από αντάρτες του ΕΛΑΣ. Μετά από σύντομη, αλλά σφοδρή μάχη, αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν, αφήνοντας στο πεδίο της μάχης 15 νεκρούς και άλλους τόσους τραυματίες.

Οι γερμανικές απώλειες ανήλθαν σε 6 νεκρούς και 15 τραυματίες.
Οι Γερμανοί απέδωσαν την επίθεση του ΕΛΑΣ σε ειδοποίηση των κατοίκων του Δίστομου και επέστρεψαν στο χωριό για να εκδικηθούν.

Με διαταγή του διοικητή τους, υπολοχαγού Χανς Ζάμπελ, το Δίστομο πυρπολήθηκε και 218 κάτοικοι (114 γυναίκες και 104 άντρες) εκτελέστηκαν απάνθρωπα.

Μεταξύ των νεκρών, 45 παιδιά και έφηβοι και 20 βρέφη.
Η πρωτοφανής θηριωδία έγινε αμέσως γνωστή μέσω του BBC στο εξωτερικό και προκάλεσε την κατακραυγή της διεθνούς κοινής γνώμης.

Η γερμανική διοίκηση της Αθήνας επέρριψε την ευθύνη αποκλειστικά στους κατοίκους του Δίστομου, επειδή όπως ανέφερε σε ανακοίνωσή της, δεν συμμορφώθηκαν με τις στρατιωτικές εντολές.
Μετά την αποχώρηση των Γερμανών από την Ελλάδα, το ελληνικό γραφείο εγκληματιών πολέμου μπόρεσε να ανακαλύψει τον υπεύθυνο της σφαγής.

Οι γαλλικές αρχές τον παρέδωσαν στις ελληνικές, οι οποίες τον προφυλάκισαν.
Τον Αύγουστο του 1949 ομολόγησε την έκταση των γερμανικών θηριωδιών στο Δίστομο, αλλά δικαιολογήθηκε ότι εκτελούσε διαταγές ανωτέρων του.

Κατά τη διάρκεια της προφυλάκισής του, ο Ζάμπελ εκδόθηκε προσωρινά στη Δυτική Γερμανία για άλλη υπόθεση, αλλά δεν επέστρεψε ποτέ στην Ελλάδα για να αντιμετωπίσει τις συνέπειες των πράξεών του.

Οταν οι αυλές γέµισαν µνήµατα

Του Δηµήτρη Ν. Μανιάτη

Μόνη της έξω από το σπίτι. Στον τοίχο διαβάζει κανείς: «Εντός της  οικίας  εξετέλεσαν οι βάρβαροι ολόκληρον ΟΙΚΟΓΕΝΝ Λ. Ν. ΣΤΑΥΡΟΥ...»
«Είναι απίστευτη η βαρβαρότητα που επέδειξαν τα SS. Με φαλτσέτες έγδαραν το δέρµα νηπίων».
Συγκλονιστικές µαρτυρίες επιζώντων από την κτηνώδη σφαγή του 1944 καταγράφονται στο νέο βιβλίο του Γιώργου Χ. Θεοχάρη.
«Οταν τελείωσα το Δηµοτικό Σχολείο στο Δίστοµο έπρεπε να πάω Γυµνάσιο στη Λιβαδειά. Εκείνη την εποχή το ταξίδι µε το λεωφορείο από το Δίστοµο - Λιβαδειά ήταν πολύ µεγάλο και διαρκούσε τρεις ώρες. Οταν κατεβήκαµε µε τον πατέρα µου απ’ το λεωφορείο στις 10 το πρωί είδα κοπέλες µε πολύχρωµες φούστες. Ρώτησα τότε: “Γιατί φοράνε τέτοια χρώµατα, πατέρα, εδώ;” Ώς τότε στο Δίστοµο δεν είχα δει γυναίκα να µη φοράει µαύρα λόγω του Ολοκαυτώµατος του 1944», θυµάται ο Θανάσης Πανουργιάς, σήµερα δήµαρχος Διστόµου και τότε νέο παιδί.

Και αυτή η µαρτυρία στα «ΝΕΑ» αποτυπώνει τον εφιάλτη του Ολοκαυτώµατος της 10ης Ιουνίου 1944 στο Δίστοµο, όπου 223 κάτοικοι _ ανάµεσά τους γέροντες, γυναίκες και νήπια _ σφαγιάστηκαν από το 4ο Σύνταγµα Αστυνοµίας των SS σε αντίποινα για τις απώλειες που είχαν οι Γερµανοί από αντάρτες του 11ου Λόχου του 3ου Τάγµατος του 34ου Συντάγµατος του ΕΛΑΣ. Ποιο ήταν όµως το κίνητρο για µια τέτοια έκδοση και µάλιστα 66 χρόνια µετά την πρωτοφανή σφαγή; «Θεωρήσαµε σκόπιµο οτιδήποτε ήταν σκόρπιο και καταγεγραµµένο να συγκεντρωθεί σε έναν τόµο ώστε να έχουν πρόσβαση οι νέοι αλλά και να αποτελέσει εργαλείο ώστε να ασχοληθούν και άλλοι επιστηµονικά µε το Ολοκαύτωµα. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο έχουµε καταγράψει από απλές µαρτυρίες ανθρώπων µέχρι λογοτεχνικές προσεγγίσεις, τον αγώνα για τις αποζηµιώσεις αλλά και ταυτόχρονα πώς πέρασε διαχρονι κά µέσα από τον Τύπο το ζήτηµα», εξηγεί ο εκδότης της Σύγχρονης Εκφρασης (ιδιοκτήτης και του οµώνυµου βιβλιοπωλείου της Λιβαδειάς) Νίκος Λαµπρόπουλος. Στο βιβλίο συµπεριλαµβάνονται ορισµένες µαρτυρίες επιζησάντων που κόβουν την ανάσα αλλά και σηµαντικά ντοκουµέντα που τεκµηριώνουν τη θηριωδία. Οπως η εµπιστευτική έκθεση του κατοχικού νοµάρχη Βοιωτίας Ιωάννη Γεωργόπουλου προς το υπουργείο Εσωτερικών που παροµοιάζει τις στιγµές µε «την νύκτα του Αγίου Βαρθολοµαίου και αυτούς τους Σικελικούς Εσπερινούς».

Από την άλλη ο Γιώργος Χ. Θεοχάρης που έκανε την έρευνα και επιµελήθηκε τον τόµο έχει τις δικές του µνήµες που τον οδήγησαν στην ενασχόληση µε το τραγικό γεγονός. «Τρία γεγονότα µε συνδέουν µε τη σφαγή. Τρεις µέρες πριν από το Ολοκαύτωµα, ένας δωσίλογος από το χωριό µου, τη Δεσφίνα, ο Χαράλαµπος Στέφος, έφερε τους Γερµανούς µέσα στο χωριό και εκεί οι δυνάµεις κατοχής αντιµετώπισαν αµούστακα παιδιά της ΕΠΟΝ Λιβαδειάς τα οποία θερίστηκαν όλα. Επίσης, τα πρώτα θύµατα των Γερµανών εκείνο το µαύρο Σάββατο του Ολοκαυτώµατος ήταν ένας γέροντας και δύο κοπέλες, συγχωριανοί µου, που έβοσκαν τις γαλοπούλες τους στην περιοχή Καταβόθρα και λίγο προτού µπουν στο Δίστοµο οι δυνάµεις των SS. Θυµάµαι ακόµη τα σηµάδια στον τοίχο του Γυµνασίου Διστόµου (σηµερινό Μουσείο Θυµάτων Ναζισµού) από την εκτέλεση των δώδεκα οµήρων της 10ης Ιουνίου», περιγράφει ο συγγραφέας που ασχολείται µε το Ολοκαύτωµα από τις αρχές της δεκαετίας του 1990.

Τι είναι αυτό όµως που κάνει τόσο πρωτόγνωρα φρικιαστικό το Ολοκαύτωµα στο Δίστοµο και το ξεχωρίζει από εκείνο των Καλαβρύτων, του Κοµµένου Αρτας, του Κυριακίου και άλλων _ που µάλιστα τα θύµατα ήταν περισσότερα; «Δεν είναι ο αριθµος των θυµάτων. Είναι το µέγεθος της βαρβαρότητας που επέδειξαν τα SS. Είχαµε ακόµη και κρούσµατα νεκροφιλίας. Με φαλτσέτες έγδαραν το δέρµα νηπίων. Είναι χαρακτηριστικό πως µετά τη σφαγή οι αυλές των σπιτιών γέµισαν µε µνήµατα αφού ήταν τόσο πολλά τα πτώµατα», λέει ο κ. Θεοχάρης.

Η ιστορία µιας φωτογραφίας

Η πασίγνωστη φωτογραφία της µαυροφορεµένης γυναίκας από το Δίστοµο έχει κάνει τον γύρο του κόσµου. Ποια είναι όµως η ιστορία της; Λίγους µήνες µετά τη Σφαγή, ο Dmitri Κessel, ανταποκριτής του περιοδικού «Life» επισκέφθηκε το Δίστοµο για ρεπορτάζ. Τη στιγµή του κλικ της φωτογραφικής µηχανής η Μαρία Παντίσκα — πέθανε το 2009 — στέκεται όρθια µπροστά σε µια σκάφη και πλένει τα µαύρα ρούχα της στην αυλή. Η φωτογραφία δηµοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό «Life» στις 29 Νοεµβρίου του 1944. Ο τίτλος του κειµένου ήταν «Τι έκαναν οι Γερµανοί στην Ελλάδα» και η λεζάντα ανέφερε: «Η Μαρία Παντίσκα ακόµη κλαίει µε λυγµούς, δύο µήνες αφότου οι Γερµανοί σκότωσαν τη µητέρα της σε σφαγή στην ελληνική πόλη Δίστοµο».

http://mennipos.pblogs.gr/2008/06/276506.html
http://www.tanea.gr/default.asp?pid=2&ct=4&artid=4576802


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου