Κυριακή 29 Οκτωβρίου 2023

ΠΟΥ ΚΡΥΒΟΝΤΑΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ; - Εἷς οἰωνός ἄριστος ἀμύνεσθαι περί πάτρης ΟΜΗΡΟΣ, Ἰλιάς, Ραψωδία Μ

Τῆς Ἰωάννας Γ. Καραγκιούλογλου
νομικού και επιστήμων οικονομικής και κοινωνικής διοικήσεως

Ἡ ἑλληνική φλόγα πάντοτε ἐτίθετο στήν ὑπηρεσία μιᾶς ἰδέας: ἀπό τό «Θνήσκου ὑπέρ Πατρίδος», τό «Ἐν Τούτῳ Νίκα» καί τό «Ἤ τάν ἤ ἐπί τᾶς», μέχρι τό «Ἐλευθερία ἤ Θάνατος» καί τό «Ὄχι» – Ὁ Χίτλερ ἔχασε γιατί τόν καθυστέρησαν οἱ Ἕλληνες

ΕΛΛΗΝΕΣ. Τό Ἔθνος πού στόλισε τήν Ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος μέ τίς πιό λαμπρές σελίδες. Τό Ἔθνος πού, μόλις πρίν ἀπό λίγες δεκαετίες, ρίχτηκε στήν μάχη τῆς Λευτεριᾶς καί νίκησε, ὅταν ὁλόκληρη ἡ πλούσια καί πολιτισμένη Εὐρώπη εἶχε χάσει τό ἠθικό της καί εἶχε σκλαβωθεῖ, ἐνῷ ἡ Ἀγγλία, γονατισμένη καί μόνη, ἀγκομαχοῦσε.

Εἴμαστε ἐκεῖνοι πού διαχρονικά διατηροῦμε τήν φλόγα πού πάντα μπαίνει ἐθελοντικά στήν ὑπηρεσία τῆς Ἰδέας.

Τό φαινόμενο αὐτό παρουσιάζεται ἐδῶ καί χιλιάδες χρόνια. Καί μᾶς ὑποχρεώνει νά παραδεχθοῦμε ὅτι δέν εἶναι προϊόν τῆς τύχης. Ἀποτελεῖ τήν φυσιολογική κατάσταση τοῦ ξεχωριστοῦ φαινομένου πού ὀνομάζεται Ἑλληνισμός.

Θνῆσκε ὑπέρ πατρίδος.

Ἤ τάν ἤ ἐπί τᾶς.

Ἐν Τούτῳ Νίκα.

Ἐλευθερία ἤ Θάνατος.

Τό σύμβολο τῆς Δόξας καί τῆς Ὑπάρξεως μᾶς ἐγείρει τά πιό εὐγενῆ αἰσθήματα. Ἀνακαλεῖ τίς πλέον ἱερές ἀναμνήσεις.

Ὅπου κυματίζει, θάμβος καί ἀγαλλίαση. Σείονται οἱ τάφοι. Σκιρτοῦν τά ὀστᾶ τῶν Ἡρώων.

Συνυφασμένη μέ τήν Ζωή καί τόν Θάνατο, ἡ Γαλανόλευκη ἀγκαλιάζει ἀναρίθμητες ψυχές μαρτύρων. Ἀποκρυσταλλώνει τήν Ἀθανασία.

Καί ὅμως. Ἐν ἔτει 2023, μέσα στήν γενική ἀποθάρρυνση, μέσα στήν μετριότητα τῆς ζωῆς καί τό ἄδοξο παρόν μας, βρισκόμαστε ἐνώπιον τοῦ ἡρωικοῦ ΟΧΙ. Καλούμαστε νά τιμήσουμε ἕναν μεγάλο πόλεμο, μία πάλη γιγάντων. Τόν Ἀγῶνα τῶν Ἑλλήνων, πού μᾶς χάρισε τήν Ἐλευθερία. Τήν Ἐλευθερία πού ἐπιτρέπει σήμερα σέ προνομιούχους ἐπισήμους νά καταθέτουν ἕναν στέφανο καί μία λέξη γιά τό Ἔπος τοῦ ’40, τότε πού ἡ δόξα τῶν λησμονημένων ἐποχῶν κατοικοῦσε ἀκόμα στήν Ἑλλάδα.

Ὅταν ὁλόκληρος ὁ κόσμος εἶχε πτοηθεῖ ἀπό τούς θριάμβους τοῦ Χίτλερ, ὅταν ἡ Σοβιετική Ἕνωση ἀνέμενε πρωτοβουλία ἐκ μέρους τοῦ Χίτλερ, ὅταν ἀκόμα καί οἱ ΗΠΑ τηροῦσαν στάση ἀναμονῆς, ὅταν ὁ Ἄξονας εἶχε κυριαρχήσει ἐπί τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἠπείρου, ἡ Ἑλλάς ὄρθωσε τό Ἀνάστημά της. Ἀρνήθηκε νά ὑπακούσει στίς ἐντολές τῶν ἰσχυρῶν καί, ὅταν δέχθηκε ἐπίθεση, ἀντιστάθηκε.

Ἄνοιξε μέτωπο. Κατάφερε νά ἀντεπιτεθεῖ. Ἀνέτρεψε τούς εἰσβολεῖς καί ἔδωσε τό σύνθημα τῆς Νίκης στήν Οἰκουμένη.

Ἡ μικρή Ἑλλάς κατάφερε νά ἀντισταθεῖ ἀπό τήν 28η Ὀκτωβρίου τοῦ 1940 ἕως τά τέλη Ἀπριλίου τοῦ 1941. Ἡ ὑλική βοήθεια τῆς Μεγάλης Βρεταννίας ἦταν πολύ μικρή. Ἡ βοήθεια τῆς Ἑλλάδος στόν Παγκόσμιο Ἀγῶνα ἦταν μεγάλη, ἀπό κάθε ἄποψη. Ἠθικῶς, ἡ Ἑλλάς χάρισε στούς πνευματικῶς καί ψυχικῶς ἐλεύθερους ἀνθρώπους τήν πρώτη νίκη. Στρατιωτικῶς, ἀνάγκασε τόν Χίτλερ νά ἀναβάλει γιά πολλές ἑβδομάδες τήν εἰσβολή του στήν Σοβιετική Ἕνωση. Οἱ ἱστορικά ἀποφασιστικές ἑβδομάδες τῆς Ἑλληνικῆς Ἀντίστασης στούς Ἰταλούς ἀνάγκασαν τόν Χίτλερ νά ἐκστρατεύσει κατά τῆς Ἑλλάδος, καθιστῶντας γεωγραφικῶς καί πρακτικῶς ἀδύνατη τήν ἄφιξή του στήν Μόσχα πρίν ἀπό τόν Νοέμβριο τοῦ ’41. Ὁ στρατός του καθηλώθηκε ἀπό τόν Χειμῶνα. Οἱ φοβερές λάσπες καθιστοῦσαν ἀδύνατο τόν ἀνεφοδιασμό. Τό χιόνι καί ὁ πάγος ἐξουθένωναν τό σῶμα καί τήν θέληση. Ὁ Χίτλερ ἀπέτυχε, διότι δέν ξεκίνησε ἐγκαίρως. Καί δέν ξεκίνησε ἐγκαίρως, διότι τόν ἐμπόδισαν οἱ Ἕλληνες νά ξεκινήσει.

83 ἔτη μετά, μέ πρόδηλο τόνο εἰρωνείας, πλανᾶται τό ἐρώτημα.

– Ποῦ εἶναι κρυμμένοι οἱ μεγάλοι πατριῶτες καί ἥρωες τῆς μικρῆς καί ἀπρόοπτης Ἑλλάδος;

Ἡ ἀπάντηση εἶναι ἁπλή.

Οἱ ἥρωες δέν προϋπάρχουν. Γίνονται μέσα ἀπό τίς περιστάσεις. Ὑπάρχει μέσα τους κάτι τό τολμηρό καί ἡρωικό. Ὑπάρχει ἐκεῖνο πού διακρίνει τούς ἀνδρείους ἀπό τούς δειλούς. Ἐκεῖνο πού διακρίνει τούς ἰδιοτελεῖς καί ἐγωιστές ἀπό τούς κοινωνούς τοῦ γενικοῦ καλοῦ. Ἡ ἀτμόσφαιρα εἶναι πού ἐκκολάπτει τόν ἐν δυνάμει ὑφιστάμενο ἡρωισμό. Αὐτό συμβαίνει μέσα στόν ἄνθρωπο πού, ἀπό τήν μία στιγμή στήν ἄλλη, ἐγκαταλείπει τήν κοινωνική του θέση, τήν ζωή καί τήν οἰκογένειά του, τά πάντα, γιά νά τιμήσει τόν Τρόπο. Ἐκεῖ μέσα ὑπάρχει ἀκμαῖο τό σπέρμα τοῦ ἡρωισμοῦ. Καί ὅσο ἡ θυσία γίνεται ὑπέρ τοῦ Σκοποῦ τόσο πιό ὁρατό γίνεται ἐκεῖνο πού ὀνομάζουμε Ἐθνικό Ἰδεῶδες.

Φίλτατε Ἀναγνώστη,

Τό οἰκεῖο ἱστορικό καί κοινωνικό αὐτό φαινόμενο δέν πρέπει νά φοβίζει, ἀλλά νά τονώνει. Καί, ὅταν τά ἐλαττώματά μας μᾶς κλονίζουν καί μᾶς πικραίνουν, ὅσοι ἀγαποῦν καί ἀγωνίζονται γιά τήν Ἑλλάδα, πρέπει πάντα νά τό ἐνθυμοῦνται.

Τό ὁρόσημο τῆς 28ης Ὀκτωβρίου ἀρκεῖ γιά νά συνειδητοποιήσει κανείς τήν μοῖρα τῆς Ἑλλάδος. Τοποθετημένη μεταξύ Δύσης καί Ἀνατολῆς, εἶναι τό σύνορο τοῦ Πολιτισμοῦ. Εἶναι Ἐκείνη πού διαχρονικά δέχεται τίς ἐπιθέσεις τῶν βαρβάρων πού ἐπιστρέφουν γιά νά καταλύσουν τόν Πολιτισμό. Ὅμως, εἶναι Ἐκείνη πού θέτει καί τά ὅρια.

Ἡ Ἑλλάδα ἦταν ἐκείνη πού μέ τούς Μηδικούς Πολέμους διέσωσε τόν θησαυρό πού ὀνομάζουμε σήμερα εὐρωπαϊκό πολιτισμό. Ἡ Ἑλλάδα ἦταν ἐκείνη πού γιά πάνω ἀπό χίλια χρόνια ἔφραζε τίς πύλες τῆς Νότιας Εὐρώπης καί διεφύλαττε τήν ἀρχέγονη κληρονομιά. Ἀλλά καί στούς μεταγενέστερους χρόνους, ἀνάλογους ἄθλους κατέκτησε ἡ Ἑλλάδα. Μπορεῖ νά ἦταν σκλαβωμένη. Μπορεῖ νά τελοῦσε ὑπό βαρβαρική κατοχή. Μπορεῖ καί νά φαινόταν πώς θά ἔσβηνε γιά πάντα.

Ὅμως. Ἡ Ἑλληνική Ψυχή, μαζί μέ τήν Ἀρετή καί τήν Δύναμη, πάντα ἀναζωπυρώνετο μέσα ἀπό τήν τέφρα, ὁδηγῶντας τόν Ἑλληνισμό καί τήν Ἱστορία πρός νέα πεπρωμένα. Ἔτσι γεννήθηκε καί τό Ἔπος τοῦ ’40.

Ἐνῷ ἅπαντες Εὐρωπαῖοι εἶχαν γονατίσει, ἡ Ἑλλάδα ἦταν ἐκείνη πού προσέφερε στήν Δύση τήν πρώτη Νίκη. Ἡ Ἑλλάδα ἐξουθένωσε καί γελοιοποίησε μία Ἀξονική δύναμη. Ἦταν ἐκείνη πού κατακρήμνισε τόν «γίγαντα» Μουσσολίνι. Ἑλληνίδες καί Ἕλληνες, ἑνωμένοι, μέ ἕναν πρωτοφανῆ Ἡρωισμό, πολέμησαν ἐνάντια σέ δύο αὐτοκρατορίες. Ἕνα ἑκατομμύριο ἦταν οἱ θυσιασθέντες γιά τήν Ἐλευθερία τῆς Πατρίδος. Μπορεῖ σήμερα νά μήν εἶναι παρόντες, δέν εἶναι ὅμως καί ἀπόντες. Ὅσα κατέκτησαν οἱ ἡρωίδες καί οἱ ἥρωες τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔπους μέ αἷμα καί ἀνείπωτες θυσίες, εἶχαν τήν Τιμή καί τήν Εὐλογία νά τά καρπωθοῦν οἱ ἑπόμενες γενεές. Τό πῶς τά διαχειρίστηκαν ὅμως εἶναι μία ἄλλη ὑπόθεση. Ἐν ἔτει 2023, βρισκόμαστε στό σημεῖο ὅπου καλούμαστε νά ὑπερασπίσουμε τό Ἑλληνικόν τῆς Ἑλλάδος. Εἶναι ἀνάγκη ἐπιτακτική νά ἀπαντήσουμε στήν μόνη γλῶσσα πού ἀντιλαμβάνονται. Ἐάν θέλουμε νά λεγόμαστε Ἕλληνες, δέν ἔχουμε δικαίωμα νά στεκόμαστε στό πεδίο τῆς παρατήρησης. Ὀφείλουμε νά ἀνέβουμε στό ἐπίπεδο τῆς Συλλογικῆς Συνείδησης.

Τό πρόβλημά μας, τό πρόβλημά τους ἐπί τῆς οὐσίας, εἶναι ἡ Ἕνωση τῶν Ἑλλήνων. Τό πρόβλημα εἶναι ἡ συνένωση τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους γιά τήν δημιουργία ἑνός Ἑλληνικοῦ Ἰσχυροῦ Κράτους. Τῆς Ἑλληνικῆς Πολιτείας. Μίας Μεσογειακῆς Ὑπερδύναμης τῶν πενῆντα ἑκατομμυρίων.

Ὁ μόνος τρόπος γιά νά διορθωθεῖ τό Κράτος καί νά ἐπιβιώσει τό Ἔθνος εἶναι ἡ τελετουργική πράξη τῆς Καθάρσεως. Εἶναι ἡ Ἰδέα πού θά ἐμφυσήσει τήν ἀπαραίτητη Πνοή στόν Ἑλληνισμό, ὥστε, σύσσωμος, νά κινηθεῖ πρός μία κατεύθυνση.

Πάντα αὐτός ἦταν ὁ Ἑλληνικός Ἆθλος.

Ἡ Ἐπιστροφή στόν Τρόπο.


ΑΙΩΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ

Σάββατο 28 Οκτωβρίου 2023

(ΕΠΟΣ ΤΟΥ '40) ΑΓΝΩΣΤΟΙ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ : Η ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗ ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΑΣΤΕΛΛΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΜΑΧΗ ΣΤΟΥΣ ΒΟΥΛΙΑΡΑΤΕΣ

από το βιβλίο - προσωπική μαρτυρία του Δημήτριου Γ. Μαστέλλου
"Οδοιπορικό του έπους 1940", Εκδόσεις ΠΕΛΑΣΓΟΣ
 
 
Η βροχή συνεχίστηκε μέχρι τις 7 η ώρα το πρωί. Ξημέρωσε μία θολή συννεφιασμένη ημέρα αλλά επιτέλους η βροχή είχε κοπάσει.
Τότε ακούσαμε βόμβο αεροπλάνων. Ήτο ένα ανιχνευτικό Ελληνικό. Μετά παρέλευσιν δευτερολέπτων άρχισε μπαράζ βαρέως πυροβολικού και δικού μας εχθρικού: προοίμιον επιθέσεως.

Κατά τις 7:45 π.μ. ο λοχαγός διέταξε να βγάλουμε ανιχνευτάς προς αναγνώρισιν εδάφους...
...Τότε προχωρήσαμε ο Νικολάου και εγώ με κάθε επιφύλαξη και προσοχή, δεδομένου ότι στα εκατό μέτρα βασίλευε πανδαιμόνιο από τις οβίδες. Χαλούσε ο κόσμος! Ήτο αδύνατον να προχωρήσουμε από τα διασταυρούμενα πυρά!
Ήτο η ώρα οκτώ παρά ένα λεπτό. Ο λοχαγός μας με το επιτελείο του ήτο πίσω μας, επάνω σε μία μεγάλη πέτρα. Καθώς ήτο ψηλός και λεβέντης εφάνταζε ωσάν Ολύμπιος Ζευς!

5 Δεκεμβρίου 1940, ώρα 8 το πρωί! Αριστερά μας, ψηλά στο ύψωμα ήτο το 12ο Σύνταγμα Πατρών και δεξιά μας προς Κακαβιά το 39ο Σύνταγμα Μεσολογγίου.                   

Οκτώ η ώρα ακριβώς ακούστηκε η βροντερή φωνή του λοχαγού: «Εφ’ όπλου λόγχη!» και ταυτοχρόνως είχε δοθεί η ίδια εντολή σε όλη τη γραμμή από κορυφής έως Κακαβιάς από το στρατηγείο.
Την ίδια στιγμή οι σαλπιγγταί έδιναν με τις σάλπιγγες το σύνθημα «προχωρείτε – προχωρείτε»!!! Ανατρίχιασα! Ανάμικτα συναισθήματα κυριαρχούσαν μέσα μου. Ενθουσιασμός, συγκίνηση κι αυτό το δυνατό συναίσθημα ότι υπερασπιζόμουν αυτήν την στιγμή ότι ιερότερο είχα: την τιμή και το δίκαιο της πατρίδας μου! Όλα αυτά με γέμισαν έναν αυθορμητισμό, που πιστεύω ότι όλοι μας έτσι σκεπτόμαστε: να ριχτούμε στη μάχη και να νικήσουμε με κάθε τρόπο τον εχθρό!

Οι αλαλαγμοί μας έφθαναν στον ουρανό. Κι έτσι μ’ αυτό το σύνθημα ξεκινήσαμε αλαλάζοντες συνθήματα ενθουσιώδη όπως: «Αέρα – αέρα! Στην θάλασσα τους Ιταλούς! Ζήτω η Ελλάς! Ζήτω η Βόρειος Ήπειρος!» και προχωρούσαμε προς κατάληψη του χωριού.

Όταν φθάσαμε στα πρώτα σπίτια του χωριού Βουλιαράτες, απευθύνεται σε μένα αγριεμένος ο ανθυπολοχαγός Καρβέλης και μου λέει:
«Προχώρα στο κέντρο του χωριού και εγώ πάω δεξιά να πιάσω τα μεταγωγικά με κανόνια ορειβατικού πυροβολικού που είχαν κυκλώσει οι δικοί μας».
Ήτο η τελευταία στιγμή που είδα τον Καρβέλη. Χάθηκε τρέχοντας από τα μάτια μου, καθώς προχωρούσα προσεκτικά προς το κέντρο του χωριού εκτελώντας τη διαταγή του. Οι άνδρες είχαν μοιραστεί. Κάποιοι τον ακολούθησαν, άλλοι προχωρούσαμε μαζί ακροβολισμένοι, κοντά στα σπίτια, στον δρόμο του χωριού, προς τα εκεί που πιστεύαμε ότι θα βρούμε την πλατεία. Νοιώθαμε πίσω από τα παραθυρόφυλλα μάτια να μας παρακολουθούν... Ελπίζαμε ότι θα ήταν φιλικά... και τότε άρχιζαν να τερετίζουν τα μυδραλιοβόλα.                             

Όλμοι έπεφταν από παντού, εμείς προσπαθούσαμε να καλυφθούμε χωρίς να διαλυθούμε, να οχυρωθούμε κάπου και να απαντήσουμε στα πυρά. Με κοφτές διαταγές ένας λοχίας μας οδήγησε προς το ύψωμα Άγιος Αθανάσιος από τη μια πλαγιά του χωριού. Πυροβολούσαμε προς το σημείο που φαίνονταν τα εχθρικά πυρά. Κάποιοι από τους δικούς μας που είχαν προηγηθεί και βρίσκονταν στην άλλη πλευρά του χωριού χωρίς να τους έχουν πάρει είδηση οι Ιταλοί, έκαναν αιφνιδιαστική έφοδο. 

Το τι έγινε δεν περιγράφεται! Μπροστά στα μάτια μας καθώς ξεχυθήκαμε και εμείς με «Αέρα, Αέρα!», ξετυλίχθηκαν στιγμές ηρωισμού. Η μάχη προχωρούσε, εμείς προωθούμεθα για να ενωθούμε με τους υπολοίπους. Ένας δικός μας, τόσο μπαρουτοκαπνισμένος, ώστε δεν μπορούσα να διακρίνω τα χαρακτηριστικά του, είχε πιάσει κάποιους Ιταλούς αιχμαλώτους. Υπό την απειλή του όπλου του, οδηγούσε τρεις – τέσσερις φρατέλλους προς ένα δίπατο σπίτι. Ήσαν αξιοθρήνητοι. Με τα χέρια ψηλά έκλαιγαν και κάτι έλεγαν σιγανά. Σαν παρακάλια μου φάνηκαν. Όλα αυτά τα είδα και τα αντελήφθην με την άκρη των ματιών μου σε κλάσματα δευτερολέπτων. Συνέχισα να τρέχω μαζί με τους άλλους κρατώντας το όπλο μου στο χέρι στο ύψος του ποδιού μου. 
Εκείνη τη στιγμή έκρηξη, λάμψη, πόνος, όλα μαζί και μετά σκοτάδι...

Όταν συνήλθα, ο πόνος μου τρύπαγε το μυαλό. Ήμουν μόνος, δεν ήξερα τι είχε γίνει στη μάχη και το πόδι μου αιμορραγούσε και πονούσε αβάσταχτα. Είχα παγώσει και με δυσκολία προσπάθησα να τραβήξω από το γυλιό μου κάτι από το κουτί πρώτων βοηθειών για να δέσω το πόδι μου. Βλέποντας το αίμα να τρέχει ένοιωσα στο στόμα μου μία λιγούρα, στα μάτια μου μία θολούρα, μία ζάλη... Μόνος εκεί, μέσα στη λάσπη στην παγωνιά, έκλαψα καθώς θυμώμουν τα λόγια του πατέρα μου για τις κακουχίες... Τότε άκουσα λίγο πιο πέρα βογγητά. Και συνειδοτοποίησα ότι η μάχη είχε σταματήσει, δεν ακούγονταν ούτε πυροβολισμοί, ούτε όλμοι, ούτε τίποτα. Αγωνία με κυρίευσε για την έκβαση της. Κοίταξα γύρω μου για το όπλο μου. Ήτο πιο πέρα διαλυμμένο. Ο όλμος το είχε διαλύσει πριν με κτυπήσει...

-Συνάδελφε, με ακούς; Άκουσα λίγο πιο κάτω μία φωνή. Τα χείλη μου ήταν ξερά, προσπάθησα να μιλήσω, μα η φωνή μου δεν έβγαινε.
-Ζεις ρε; Ξαναφώναξε πάλι.
-Ζω! Απάντησα με κόπο. Προσπάθησα να κουνηθώ λίγο αλλά ο πόνος μου έκοψε την ανάσα.
Άκουγα τον άλλον να έρχεται σκυφτά προς το μέρος μου βογγώντας σιγανά.
-Που κτύπησες εσύ; Τον ρώτησα χαμηλόφωνα.
- Στο χέρι. Εσύ;
- Στο πόδι!
Είχε πια πλησιάσει.
-Συνάδελφε! Αφού δεν μας φάγανε οι παλιομακαρονάδες, πάλι καλά!
Τον ρώτησα για τη μάχη. Δεν ήξερε κι αυτός σίγουρα.
-Μάλλον νικήσαμε, μου απάντησε, αφήνοντας έναν βαθύ αναστεναγμό.

Το χέρι του κρεμόταν και μία άσχημη πληγή φαινόταν μέσα από το σκισμένο και καμμένο του μανίκι. Τον βοήθησα να το δέσει, ώστε να σταματήσουμε την αιμορραγία. Τον έλεγαν Κώστα κι ήταν από ένα χωριό της Κορίνθου. Τότε, αφού δέσαμε το χέρι του όσο καλύτερα μπορούσαμε, σχίσαμε με την ξιφολόγχη του τη σκελέα μου. Το πόδι αιμορραγούσε συνεχώς. Έπρεπε να το δέσουμε. Από το γυλιό τραβήξαμε μία φανέλλα. Την κόψαμε στα δύο και δέσαμε το πόδι επάνω και κάτω από το γόνατο σφιχτά. Προσπάθησα να τεντώσω λίγο το πόδι μου κρατώντας το με το χέρι μου, μήπως έτσι αντιληφθώ το μέγεθος της... ζημιάς. Τότε ένοιωσα έναν πόνο οξύ, διαπεραστικό και ταυτοχρόνως, κάτι να πέφτει στη χούφτα μου...

Ήτο το βλήμα που με είχε κτυπήσει! Από μία παραξενιά της τύχης κρατούσα στο χέρι μου το γύρισμα της ζωής μου! Το έβαλα μ’ ένα μικρό, ίσως μοιρολατρικό χαμόγελο στον γυλιό μου... Ήθελα να το φυλάξω αυτό το βλήμα, που είχε απ’ ότι φαίνεται εξοστρακιστεί στο όπλο μου – το οποίον και διέλυσε – πριν με κτυπήσει, ως ενθύμιον αυτής της μάχης, ως παράσημο της δικής μου συνεισφοράς αίματος για την αγαπημένη μου πατρίδα και την ελευθερία της, για τα ιερά μου ιδανικά!

Το έφερα μαζί μου σαν γύρισα ζωντανός αργότερα και το έχω για να θυμάμαι τα γεγονότα αυτά, να το δείχνω στα παιδιά μου και τα εγγόνια μου και να τους διηγούμαι αυτή την ιστορία, όπως έφερε ο μακαρίτης ο πατέρας μου τα παράσημα του από τις νίκες που του θύμιζαν τις ηρωικές και συνάμα τραγικές στιγμές εκείνων των μαχών το 1912, 1913 έως και το 1917... Όστροβον, Σόροβιτς, Κορυτσά! Κιλκίς – Λαχανά, Κρέσνα – Τσουμαγιά! Δάκρυα κυλούσαν στα μάτια μου, συναισθανόμενος την συνέχεια, την αλυσίδα, την διάρκεια των υπέρ της Πίστεως και της Πατρίδος Αγώνων των Ελλήνων!
Ήτο η σειρά της δικής μου της γενιάς!!!

Τότε από το ύψωμα ακούσαμε ελληνικές φωνές και είδαμε δικούς μας στρατιώτες να προχωρούν παρατεταγμένοι προς το χωριό. Φωνάξαμε να μας βοηθήσουν, μα οι φωνές μας από την αιμορραγία, τον πόνο είχαν εξασθενήσει... Αλλά και από την φασαρία που έκαναν οι ίδιοι δεν ήτο δυνατόν να μας ακούσουν.
Τους βλέπαμε να απομακρύνονται και απογοητευθήκαμε!

-Μήπως σε κρατάνε τα πόδια σου να πας εσύ να τους φθάσεις; Ρώτησα τον συνάδελφο. Κούνησε το κεφάλι του αρνητικά.
- Δεν σ’αφήνω μόνο σου, μου είπε. Με συγκίνησε η αυταπάρνηση και η ευγένεια της ψυχής του! Δεν κοίταξε τον εαυτό του όπως ίσως θα έκαναν οι περισσότεροι... Έμεινε πίσω για μένα!
Ειλικρινώς, τα πιο ζεστά και βαθειά ανθρώπινα αισθήματα ευγνωμοσύνης κατέκλυσαν την ψυχήν μου! Τότε ο συνάδελφος Κώστας, έσκυψε και δείχνοντας μου την πλάτη του μου είπε:
-Ανέβα Μίμη στην πλάτη μου και κρατήσου καλά. Αν μείνουμε εδώ να περιμένουμε, θα παγώσουμε από το κρύο. Ας προσπαθήσουμε μόνοι μας να πάμε σε κάποιο σπίτι και μετά βλέπουμε... 
Είχε δίκαιο. Με κόπο και πόνο και μετά από πολλές αποτυχημένες προσπάθειες κατόρθωσα να ανέβω στην πλάτη του. Το χέρι του πονούσε, το πόδι μου το ίδιο και είχαμε αρχίσει να μουδιάζουμε από το κρύο, αλλά τα καταφέραμε... 

Η βροχή είχε ξαναρχίσει... Τα γκρίζα σύννεφα και η ομίχλη μας τριγύριζαν σαν σάβανο. Σαν μεθυσμένοι κατηφορήσαμε προς το χωριό... Το θέαμα για κάποιον τρίτο θα ήτο κωμικοτραγικό. Οι πόνοι μας γίνονταν αβάσταχτοι. Ο Κώστας είχε λαχανιάσει. Η αιμορραγία στο χέρι του, το βάρος μου και το κρύο τον είχαν εξουθενώσει... Το καταλάβαινα και η ευγνωμοσύνη μου για την πράξη του πλημμύριζε την ψυχή μου. Θα μπορούσε να με είχε αφήσει εκεί που με βρήκε... Ή να φύγει μόνος του και να προσπαθήσει να ειδοποιήσει για μένα... Ή... Πολλά τα «ή»... Όμως όχι! 
Βρισκόμαστε κι οι δυο, ο ένας επάνω στον άλλον σ’ ένα λασπωμένο χωματόδρομο, ενός Βορειοηπειρωτικού χωριού, τραυματισμένοι, εξαντλημένοι, ανήμποροι πλέον μα όμως αλληλέγγυοι και Δόξα τω Θεώ, ζωντανοί! Η Μεγαλόχαρη μας είχε σκεπάσει και μας είχε σώσει.

Μπροστά μας υψωνόταν ένα μεγάλο πέτρινο σπίτι με πολλά παράθυρα από την πλευρά του δρόμου και μία τεράστια ξύλινη αυλόπορτα. Κτυπήσαμε δυνατά και κροταλίσαμε το σιδερένιο ζεμπερέκι. Σε λίγο ακούστηκαν βήματα στην εσωτερική αυλή και σύρτες να τραβιούνται. Η πόρτα μισάνοιξε, ένα κεφάλι πρόβαλε λίγο διστακτικά πίσω από το πορτόφυλλο και αμέσως, ω του θαύματος, η πόρτα άνοιξε!
Μία ψηλή, γεροδεμένη αρχοντογυναίκα στεκόταν στην είσοδο. Μας κοίταξε καλά και σταδιακά πέρασαν από το πρόσωπο της διάφορες εκφράσεις. Συγκινημένη γονάτισε επάνω στις λασπωμένες πέτρες της αυλής κι έσκυψε το αρχοντικό της μαντηλοφορεμένο κεφάλι και φίλησε τα πόδια μας.

- Μα τι κάνετε εκεί; Ρωτήσαμε με όση φωνή μας είχε απομείνει μ’ ένα στόμα κι οι δυο.

- Είχα ορκιστεί να φιλήσω τα πόδια των ελευθερωτών μας! Τα πόδια των πρώτων Ελλήνων στρατιωτών που θα έφθαναν στο χωριό μας, στο σπιτικό μας ελευθερωτές!

Τα μάτια μας έσταζαν δάκρυα. Τέτοια υποδοχή δεν τη φανταζόμαστε. Δάκρυα κυλούσαν κι από τα δικά της μάτια... Σηκώθηκε, άνοιξε διάπλατα την πόρτα της κι άπλωσε τα χέρια της σε μια κίνηση, σε μια αγκαλιά να περάσουμε.
 - Περάστε παλληκάρια μας! Περάστε αδέρφια μας! Περάστε ελευθερωτές μας!

Τότε κατάλαβε το πόσο τραυματισμένοι είμαστε. Έβαλε μια φωνή και μας βοήθησε να φθάσουμε στη σκάλα. Εκεί έγειρε ο Κώστας και με ακούμπησε όσο πιο σιγά μπορούσε στα σκαλοπάτια. Έβγαλε ένα βαθύ αναστεναγμό και σωριάστηκε πλάι μου ξέπνοος από την τόση υπεράνθρωπη προσπάθεια που είχε καταβάλει!
Για πότε γέμισε η σκάλα, η αυλή φωνές και πρόσωπα δεν καταλάβαμε. Σαν να σήμανε συναγερμός! Μας ελευθέρωσαν από τους γυλιούς, τις μουσκεμένες χλαίνες, τα κράνη και τα αμπέχωνα...

Σε λίγο ο ψυχογυιός της αρχόντισσας έκοβε μ’ ένα ψαλίδι το παντελόνι μου. Η εικόνα που παρουσίαζε το πόδι μου με άφησε άφωνο. Ήτο καταμέλανο κι αιμορραγούσε σε πολλά σημεία. Αλλά το κυρίως τραύμα ήτο στο γόνατο. Το κοίταζα κι έκανα το σταυρό μου... «Παναγία μου! Άγιε μου Γεράσιμε κι Άγιε μου Βλάση!» ψιθύρισα. Θα ξαναπερπατήσω; Θα μείνω κουτσός ή μήπως και μου κόψουν το ποδι; Οι σκέψεις θόλωσαν το μυαλό μου. Ανησύχησα πολύ για το πόδι μου. Μα οι περιποιήσεις και η αγάπη με την οποία μας περιέβαλαν αυτοί οι άνθρωποι μας έκαναν τόση εντύπωση. 

Σε λίγο μας έπλυναν με ζεστό νερό, μας έδωσαν καθαρά ρούχα να φορέσουμε και μας έβαλαν σε κρεβάτια να αναπαυθούμε και να κοιμηθούμε. Τα λευκά σεντόνια έτριζαν από καθαριότητα, κολλαρισμένα και μοσχοβολούσαν λεβάντα. Μας σκέπασαν με υφαντές κουβέρτες. Το πόδι μου το είχαν τυλίξει με επιδέσμους και ένα αφέψημα που μου είχαν δώσει είχε λιγοστέψει τους πόνους μου.

Ο Νικολιός ο παραγυιός είχε πάει στην πλατεία να ειδοποιήσει τον στρατό για μας. Το τι γινόταν στην πλατεία, μας είπε όταν γύρισε, χαλασμός! Γλέντι τρικούβερτο! Οι χωριανοί πανηγύριζαν την ελευθερία τους! Μα και στο σπίτι του νοικοκύρη Γιάννη Ζιόγκα που ήτο στην Αμερική και είμαστε φιλοξενούμενοι του καθώς μας είπαν, έγινε μεγάλο γλέντι! Αργότερα μας έφεραν να φάμε. 

Ω Θεέ μου μεγαλεία! Από μία μεγάλη πορσελάνινη σουπιέρα μας σέρβιραν αχνιστή κοτόσουπα με τραχανά, αυγοκομμένη! Με λεμόνι και πιπεράκι! Τρώγοντας κάναμε κι εμείς γλέντι! Νηστικοί, πεινασμένοι, κακοπαθημένοι, μας φάνηκε ότι δεν είχαμε ξαναφάει πιο νόστιμη σούπα! Αλολούθησε ο μεζές... πανδεσία! Ούτε στα πλουσιότερα ανάκτορα, ούτε τα πολυτελέστερα εδέσματα δεν θα μας έκαναν τόση ευχαρίστηση κι εντύπωση! 
Ποτέ δεν θα ξεχάσω τη φιλοξενία τους, την αγάπη τους, την προσφορα τους, τον Ελληνισμό τους! Ας είναι καλά όσοι απ’ αυτούς τους ανθρώπους ζούνε, κι ο Κύριος ας αναπαύει τις ψυχές των κεκοιμημένων... που μας άνοιξαν το σπίτι τους και την καρδιά τους.

Η οικοδέσποινα έδωσε το πρόσταγμα να μας αφήσουν να κοιμηθούμε. Πριν φύγει μας έδωσε πάλι το αφέψημα και πράγματι κοιμηθήκαμε βαριά σαν μολύβι! Ήτο η κούραση, ήτο η αϋπνία τόσων ημερών, το αίμα που είχα χάσει, ο πόνος που με κατέβαλε, η συγκίνηση; Δεν ξέρω... Κοιμήθηκα σαν μωρό!

Το πρωί μας ξύπνησαν οι ζητοκραυγές απ’ το δρόμο. Μπήκε η νοικοκυρά και άνοιξε διάπλατα τα παράθυρα. Του Αγίου Νικολάου σήμερα και οι καμπάνες κτυπούσαν χαρμόσυνα! Σύρθηκα μέχρι το παράθυρο.  Ο Κώστας είχε ήδη πιάσει θέση. Τι ήταν εκείνο που αντικρύσαμε Θεέ μου; Όλο το χωριό είχε ξεχυθεί στους δρόμους! 
Σε κάθε παράθυρο ανέμιζε από μία ελληνική σημαία! Τις είχαν υφάνει στους αργαλειούς, τις φύλαγαν στην κασέλα τους γι’ αυτήν την ώρα, την ώρα της λευτεριάς! Μ’ αυτό τον βαθιά κρυφό πόθο ζούσαν οι Βορειοηπειρώτες! Και τώρα βίωναν οι άνθρωποι σαν σε όνειρο, αυτό που χρόνια περίμεναν: την λευτεριά τους!!!
Στο αρχοντόσπιτο, οι περιποιήσεις έδιναν και έπαιρναν. Μας έφεραν ζεστό, φρεσκοαρμεγμένο γάλα, καφέ, χονδρές φέτες ψωμί, τουλουμίσιο τυρί και μέλι. Όταν αποφάγαμε και πήραμε και πάλι το ευπρόσδεκτο πια αναλγητικό αφέψημα, η οικοδέσποινα μας είπε ότι περίμεναν με λαχτάρα να μας δουν κάποιοι συγχωριανοί της.
- Εμάς;
- Ναι! Διοτί σε σας βλέπουμε τους ελευθερωτές! Τα παιδιά μας! Αυτούς που τραυματίστηκαν απελευθερώνοντας το χωριό μας!
Αυτό που ακολούθησε ήτο πάνω από τη φαντασία μας. Παρέλασε όλη η γειτονιά να μας ευχηθεί τα δέοντα. Με περηφάνια και συγκίνηση δεχθήκαμε τις εκδηλώσεις αγάπης και πατριωτικού ενθουσιασμού των κατοίκων του χωριού... 
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα έφθασαν και οι τραυματιοφορείς του λόχου να μας μεταφέρουν στο πρόχειρο ιατρείο που είχε συσταθεί για την περίθαλψη των τραυματιών. Έτσι με συγκίνηση και αισθήματα ευγνωμοσύνης, αποχαιρετίσαμε την φιλόξενη ευεργέτιδα μας, την οικογένεια της και το σπιτικό της που μας αγκάλιασε με τόση στοργή και φροντίδα. Ποτέ δεν θα ξεχάσω αυτούς τους ανθρώπους. Θα τους ευγνωμονώ όσο ζω και θα προσεύχομαι γι’ αυτούς.
Το μικρό διάλλειμα της ανάπαυλας, των περιποιήσεων, της ζεστασιάς, της οικογενειακής θαλπωρής τελείωσε... Πίσω στη ζωή του πολεμιστού τώρα. 
Στο αντίσκηνο που λειτουργούσε σαν ιατρείο ο γιατρός μας εξέτασε. Έβγαλε την σφαίρα από το χέρι του Κώστα, τον έρραψε, τον περιποιήθηκε και τον έστειλε να του γράψουν αναρρωτική άδεια. Μετά γύρισε σ’ εμένα. Με κατάπληξη με άκουσε να του διηγούμαι για το πως έπεσε το θραύσμα της οβίδας μέσα στη χούφτα μου. Και με ακόμα μεγαλύτερη κατάπληξη διεπίστωσε ότι το γόνατο και τα κόκκαλα δεν είχαν πειραχτεί! Έκανε τον σταυρό του! Δεν είχε ξαναδεί τέτοιο διαμπερές τραύμα που να μην έχουν πειραχτεί τα οστά ή τα νεύρα! Μου είπε ότι ήμουν τυχερός στην ατυχία μου και με περιποιήθηκε με μεγάλη προσοχή.
- Άγιο είχες! μου ειπε χαμογελώντας. Με καθησύχασαν τα λόγια και η συμπεριφορά του κι ευχαρίστησα και πάλι την Παναγία, τον Άγιο Γεράσιμο και τον Άγιο Βλάσιο, πολιούχους του Ξυλοκάστρου και προστάτες μου. Και βέβαια τον Άγιο Σάββα που γιόρταζε την ημέρα που τραυματίστηκα!
Από κει και μετά οι διαδικασίες ακολούθησαν τον δρόμο τους με ρυθμούς χελώνας, πολλά εμπόδια και δυσκολίες λόγω των συνθηκών πολέμου και του χειμώνα που έπεφτε βαρύς. Διακομισθήκαμε στο Στρατιωτικό Νοσοκομείο Ιωαννίνων και από κει στο Μεσολόγγι.
Εδώ θα ήθελα να σταθώ στον αποχαιρετισμό μου με τον Κώστα, ο οποίος έφυγε από τα Γιάννενα για το σπίτι του με άδεια ενός μηνός. Πέσαμε ο ένας στην αγκαλιά του άλλου και κλαίγαμε σαν μικρά παιδιά. Είναι αλήθεια ότι ο τραυματισμός μου με είχε κάνει πολύ ευσυγκίνητο.
- Μου έσωσες τη ζωή, ο Θεός να σου δίνει πάντα υγεία κι ευτυχία κι ότι   άλλο επιθυμείς, του ευχήθηκα με ευγνωμοσύνη. Καλήν αντάμωσιν!
- Το ίδιο θα έκανες κι εσύ, μου απάντησε ταπεινά. Περαστικά! Και καλήν αντάμωσιν!
-Στη Ρώμη! του φώναξα, καθώς ανέβαινε στο καμιόνι που θα τον κατέβαζε πιο κάτω.
-Στη Ρώμη! φώναξε κι εκείνος κουνώντας μου το γερό του χέρι σε αποχαιρετισμό.
Αυτή ήτο και η τελευταία φορά που τον είδα. Ο Κώστας, ο σωτήρας μου, μετά την ανάρρωση ξαναγύρισε στο μέτωπο και όπως έμαθα αργότερα από την οικογένεια του όταν τον αναζήτησα μετά το πέρας του πολέμου, σκοτώθηκε από τους Γερμανούς κατά την εαρινή επίθεση τον Απρίλιο του 1941. Αιωνία του η μνήμη! Άγιο το χώμα που τον σκέπασε, αυτόν τον καλό Σαμαρείτη, τον απλό Έλληνα Στρατιώτη με την μεγάλη καρδιά! Τον ήρωα της πατρίδος!



ΑΙΩΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ




Παρασκευή 27 Οκτωβρίου 2023

ΕΠΟΣ ΤΟΥ 40 : Η ΑΓΝΩΣΤΗ ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ ΤΟ 1940-1941


Του Θεοφάνη Μαλκίδη


Η ΘΡΑΚΗ ΣΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ  1940-1941: Από τον Ανθυπολοχαγό Θεόδωρο Κανδηλάπτη μέχρι τον υποστράτηγο Ιωάννη Ζήση 

Όπως και σε άλλες στιγμές της ιστορίας μας, η Θράκη παρέμεινε και παραμένει στο περιθώριο της αναφοράς και της ανάδειξης της σημασίας της. Έτσι  πέρα από την τραγουδίστρια της νίκης Σοφία Βέμπο (από την Καλλίπολη της Ανατολικής Θράκης) η οποία σηματοδοτεί και νοηματοδοτεί με τα τραγούδια της το έπος του 1940-1941, έχει ενδιαφέρον  να επισημάνουμε πως όλη η Θράκη συνέβαλε τα μέγιστα, στην επικράτηση εναντίον του φασισμού, εναντίον των εισβολέων και των κατοχικών δυνάμεων των Ιταλών, των Γερμανών και  των Βουλγάρων.

Να αναφέρουμε  το περίφημο 29ο Σύνταγμα Πεζικού που ιδρύθηκε κατά την διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων στην Έδεσσα και μετεγκαταστάθηκε πριν τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στην Κομοτηνή. Αυτό ήταν που την 28η Οκτωβρίου όταν είδε το μέτωπο να ανοίγει στην Βόρειο Ήπειρο, προετοιμάστηκε από Θρακιώτες στρατεύσιμους και αναχώρησε την 17η Νοεμβρίου 1940 για το μέτωπο όπου  έδωσε μάχες στο Πόγραδετς, στο Τεπελένι και στην Κλεισούρα. Εκεί στις 28 Φεβρουαρίου 1941 έπεσε ο Θεόδωρος Κανδηλάπτης, ένας ακόμη ηρωικός ανθυπολοχαγός όπως αναφέρει στο σχετικό άσμα  ο Οδυσσέας Ελύτης.

Αποτέλεσμα εικόνας για Εχίνος οχυρό

Στις μάχες αυτές  χάθηκαν  2-3 χιλιάδες Έλληνες στρατιωτικοί, μεταξύ των οποίων και  από το 29ο Σύνταγμα Πεζικού το οποίο σήμερα έχει μετονομαστεί στην 29η Ταξιαρχία Πεζικού με την ονομασία ΠΟΓΡΑΔΕΤΣ. Στο ημερολόγιο του Ιωάννη Βάρσου  ο οποίος ήταν υπολοχαγός στο Σύνταγμα  αναφέρονται πολύ σημαντικά σημεία αυτών των μαχών.

Έχει επίσης  ενδιαφέρον ότι εκείνο το διάστημα η ταξιαρχία με την ονομασία «Νέστος» και η ταξιαρχία με την ονομασία «Έβρος» ήταν αυτές που συγκράτησαν τις φασιστικές  δυνάμεις εισβολείς.

Να αναφέρουμε επίσης μια πραγματικά άγνωστη παράμετρο αυτής της ιστορίας, ότι η ταξιαρχία «Έβρος» που είχε πεδίο δράσης από την λίμνη Βιστωνίδα μέχρι τον Έβρο, είχε διοικητή τον υποστράτηγο Ιωάννη Ζήση. Αυτός ο άνθρωπος μαζί  με τους υπόλοιπους Έλληνες πολέμησε στην μάχη των οχυρών στον Εχίνο και στην Νυμφαία και όταν συνθηκολόγησε η πατρίδα μας τον Απρίλιο του 1941 προσπάθησε  μέσω Τουρκίας  να πάει στην Μέση Ανατολή.

Στις 7 Απριλίου 1941, κατέφυγε στην ουδέτερη Τουρκία. Εκεί πέρασαν πρώτα δύο τάγματα και την επομένη πέρασε και το τρίτο τάγμα, ένα τμήμα του επιβιβάστηκε στην Μάκρη, στο ατμόπλοιο «ΕΣΠΕΡΟΣ» και οδηγήθηκε στο εσωτερικό. Έτσι, την 8 Απριλίου 1941, όλη η Ταξιαρχία Έβρου βρισκόταν σε τουρκικό έδαφος και συγκεκριμένα στην πόλη Ύψαλα (πόλη που βρίσκεται δίπλα στον Έβρο, στην δίοδο των Κήπων). Σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, παρέδωσαν τον οπλισμό τους και τότε οι Τούρκοι ανακοίνωσαν ότι θα παρέμεναν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, ως το τέλος του πολέμου. Ο Ιωάννης Ζήσης μη δεχόμενος να παραδώσει τον οπλισμό του αυτοκτόνησε στις 9 Απριλίου στα Ύψαλα.

https://averoph.files.wordpress.com/2014/04/1de25-zisis.jpg

Από εδώ αρχίζει το δράμα της Ταξιαρχίας του Έβρου, η οποία έμεινε σε στρατόπεδο της Ζίγδης επί 2,5 μήνες και ύστερα από επίμονες προσπάθειες των προξενικών αρχών Ελλάδας και Αγγλίας, επιτράπηκε σε αξιωματικούς και 1300 περίπου οπλίτες, να πάνε στη Μέση Ανατολή τον Ιούλιο του 1941, με επικεφαλείς τους ταγματάρχες Καραθανάση και Καλομοίρη.Οι υπόλοιποι (χίλιοι περίπου) επέστρεψαν στην Ελλάδα, τον Φεβρουάριο του 1942, με τον λοχαγό Γιωτόπουλο.

Αυτοί οι άνδρες της Ταξιαρχίας του Έβρου, μαζί με τους λιγοστούς Αιγυπτιώτες Έλληνες που είχαν συγκροτήσει την «Δωδεκανησιακή Φάλαγγα», που την εκπαίδευε ο συνταγματάρχης του ιππικού Χαρ Οικονομόπουλος, αποτέλεσαν τον πυρήνα του Ελληνικού στρατού της Μέσης Ανατολής. Στην συνέχεια, κατέφθασαν αρχικά από την Κρήτη και μετά από όλη την Ελλάδα και ιδίως από τα νησιά, φυγάδες που εντάχθηκαν στον στρατό αυτό.

Ο Αλ. Ζαούσης γράφει: «Υπηρέτησα εις το Όρος Μπέλες και διέφυγα αμέσως με άλλους Αξιωματικούς και μέσω Αγ. Όρους, Λήμνου-Μυτιλήνης-Χίου έφθασα στο Τσεσμέ της Τουρκίας, την 4η Μαΐου 1941 και την επομένη εις Πέργαμο, όπου ήδη ευρίσκετο ολόκληρη η Ταξιαρχία Έβρου. Με την είσοδο των Γερμανών εις την Θράκη, η Ταξιαρχία εισήλθε εις το τουρκικό έδαφος και αφοπλίστηκε από τους τούρκους…..»

Επίσης δεν πρέπει να ξεχνάμε και την μάχη των οχυρών όπου ήταν μια ένδοξη σελίδα στην ιστορία των Θρακών πολεμιστών που   από το Ρούπελ μέχρι τον Εχίνο και τη Νυμφαία υπερασπίστηκαν  την ιδιαίτερη πατρίδα τους .
Το 29ο Σύνταγμα Πεζικού αντιστάθηκε για τέσσερις μέρες  στον Εχίνο, με πάρα πολλά θύματα μεταξύ των οποίων και συμπατριώτες μας μουσουλμάνοι, ενώ αντίσταση για τρεις μέρες προέβαλλε  και  στην Νυμφαία. Τελικά οι Γερμανοί δεν κατόρθωσαν να  κυριεύσουν τα οχυρά και τα  προσπέρασαν συνεχίζοντας την προέλασή τους.

Στη συνέχεια η Θράκη, πλην της γραμμής των ελληνοτουρκικών συνόρων στον Έβρο, καταλήφθηκε από τους Βούλγαρους, οι οποίοι προέβησαν σε ενσωμάτωση της περιοχής, προσδοκώντας τον πλήρη εκβουλγαρισμό της. Τα θύματα της γερμανικής και βουλγαρικής κατοχής στη Θράκη  ήταν χιλιάδες, όπως και οι πρόσφυγες που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την περιοχή, μέχρι και την απελευθέρωσή τους.

http://malkidis.blogspot.com/2020/10/1940-1941_29.html#more

ΕΠΟΣ ΤΟΥ 40 : 28 ΔΡΑΜΑΤΙΚΑ ΜΕΡΟΝΥΧΤΑ ΩΣ ΤΗΝ 28η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940


Του 

Ιστορικού – Διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας του Πανεπιστημίου Νεάπολις Πάφου

Πρόλογος – ο ύπουλος τορπιλισμός της Έλλης στο λιμάνι της Τήνου και η Ιταλική επιθετική κλιμάκωση (15 Αυγούστου - 30 Σεπτεμβρίου 1940)

Στις 14 Ιουνίου 1940 τα γερμανικά στρατεύματα εισήλθαν θριαμβευτικά στο Παρίσι ολοκληρώνοντας την απροσδόκητη και ταχεία κατάρρευση των Συμμαχικών στρατευμάτων στο Δυτικό Μέτωπο. Τέσσερις μέρες νωρίτερα, η Ιταλία του Moussolini είχε εισβάλει στην Γαλλία εισερχόμενη στον πόλεμο στο πλευρό της Γερμανίας του Hitler. Μετά τη Δουνκέρκη και την συνθηκολόγηση της Γαλλίας, ουσιαστικά όλη η Ευρώπη έχει κύψει τον αυχένα στους Γερμανούς πλην των Άγγλων που όμως είχαν βρεθεί σε απελπιστική κατάσταση.[1] Aπό τις αρχές Ιουλίου δέχονταν αεροπορικές επιθέσεις στα αστικά τους κέντρα, στο πλαίσιο της έναρξης της περίφημης "Μάχης της Αγγλίας". 

Μετά την ειρηνική κατάληψη της Αλβανίας τον Απρίλιο του 1939 από την Ιταλία, οι διμερείς σχέσεις της με την Ελλάδα επιδεινώνονταν σταθερά και εξανάγκασαν την ελληνική κυβέρνηση να αναθεωρήσει το αμυντικό της σχεδιασμό αναδιατάσσοντας τις δυνάμεις της με ισομερή σχεδόν πρόβλεψη διάταξης μονάδων στην ελληνοαλβανική και ελληνοβουλγαρική μεθορίους. Κορυφαίο γεγονός της Ιταλικής επιθετικότητας υπήρξε ο άνανδρος τορπιλισμός του εύδρομου Έλλη στο λιμάνι της Τήνου κατά τον εορτασμό της Κοίμησης της Θεοτόκου στις 15 Αυγούστου 1940. Τον τορπιλισμό διενήργησε το Ιταλικό υποβρύχιο Delfino υπό τον Πλωτάρχη Giuseppe Aicardi, και το πλοίο βυθίστηκε υπό δραματικές συνθήκες παρά τις προσπάθειες αυτοθυσίας του πληρώματος που είχε 9 νεκρούς και 24 τραυματίες. Η εθνικότητα του υποβρυχίου έγινε αμέσως γνωστή στην ελληνική κυβέρνηση από τα θραύσματα της τορπίλης που βρέθηκαν, αλλά δεν δημοσιοποιήθηκε έτσι ώστε να αποφευχθεί η τελική ρήξη με την Ιταλία και να κερδηθεί χρόνος για καλύτερη στρατιωτική παρασκευή.[2]

Χίτλερ - Μουσολίνι στο Μόναχο 18 Ιουνίου 1940
Ο άνανδρος τορπιλισμός της Έλλης αποτελούσε το προανάκρουσμα μιας ιταλικής επίθεσης που είχε σχεδιαστεί να εκτελεστεί στα τέλη Αυγούστου, αλλά εμποδίστηκε από την Γερμανία που δεν επιθυμούσε να ανοίξει ένα νέο μέτωπο στα Βαλκάνια.[3] Η Ελλάδα τήρησε ψύχραιμη στάση έναντι της ιταλικής προκλητικότητας, η οποία προκάλεσε την ζωηρή επιδοκιμασία της Αγγλίας με δεκάδες θετικά δημοσιεύματα στις στήλες του αγγλικού Τύπου.[4] Στις 26 Αυγούστου ο Τσώρτσιλ απέστειλε προσωπικό μήνυμα στον πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά με το οποίο εξέφραζε τον θαυμασμό του για την αποφασιστικότητα και την δεξιοτεχνία με την οποία χειρίστηκε την κατάσταση.[5] Ο Μεταξάς σε νέα του συνομιλία με τον πρέσβη της Αγγλίας στην Ελλάδα Palairet, διατρανώνει την θέλησή του "να αντισταθεί σε κάθε ενέργεια του ΄Άξονος κατά της Ελλάδος" ξεκαθαρίζοντας ότι "προτιμά την καταστροφή από την ταπείνωση".[6] Το ίδιο περιεχόμενο είχε και η δήλωση του Μεταξά στον Αμερικάνο πρεσβευτή Mc Vee στις 29 Αυγούστου του 1940. Σύμφωνα με τηλεγράφημα του τελευταίου στον πρόεδρο Roosevelt, ο Έλληνας πρωθυπουργός σε ιδιωτική συζήτηση του δήλωσε ότι "Αν η χώρα μου υποστεί επίθεση από οποιονδήποτε θα πολεμήσει ως τον τελευταίο άνδρα, την τελευταία γυναίκα το τελευταίο παιδί".[7] Αναμφίβολα η ελληνική κοινή γνώμη είχε εξαγριωθεί από τον ύπουλο τορπιλισμό, αλλά συνάμα προετοιμάστηκε ψυχολογικά για την επικείμενη αναμέτρηση.
Στις 13 Σεπτεμβρίου 1940 ο α΄ γραμματέας της ελληνικής πρεσβείας στο Βερολίνο Αλέξης Κύρου συναντήθηκε με τον επικεφαλής των γερμανικών μυστικών υπηρεσιών ναύαρχο Kanaris. Ο Kanaris του μετέφερε ότι η Γερμανία επενέβη αποφασιστικά και αθόρυβα στην Ιταλία για να διασώσει την Ελλάδα και έτσι η ακεραιότητά της έχει εξασφαλιστεί ως το τέλος του πολέμου. Ακολούθως του σύστησε να βελτιώσει η Ελλάδα τις διμερείς της σχέσεις με την Ιταλία και πρότεινε στην ελληνική κυβέρνηση να μεσολαβήσει ο ίδιος για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός.[8] 

Η απάντηση του Μεταξά προς τον Kanaris ήταν μάλλον επιθετική. Αρχικά παρατήρησε ότι κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει την μεταπολεμική εικόνα της Ευρώπης καθώς ο πόλεμος βρισκόταν σε εξέλιξη. Ακολούθως, υπογράμμισε ότι η Ελλάδα απέφυγε κάθε κίνηση που θα μπορούσε να εκληφθεί ως πρόκληση από την Ιταλία, αλλά ταυτόχρονα σημείωσε "είμεθα έτοιμοι ψυχικώς και υλικώς προς αγώνα υπέρ των όλων αδιαφορούντες διά τα αποτελέσματα αυτού και προτιμώντες πλήρη καταστροφήν παρά υποδούλωσιν και ατίμωσιν...".[9]

Τα πρώτα 14 μερόνυχτα αγωνίας (1 Οκτωβρίου - 14 Οκτωβρίου 1940)


Στις 1 Οκτωβρίου η κυβέρνηση λαμβάνει μήνυμα από τον πρέσβη στην Ρώμη
Ι. Πολίτη που ενημερώνει ότι η Ιταλία ετοιμάζεται να παρουσιάσει διάφορα αιτήματα στην ελληνική κυβέρνηση και να φτάσει μέχρι πολέμου αν αυτά δεν ικανοποιηθούν. Ο Πολίτης διαβεβαίωσε τον συνομιλητή του ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν θα παζαρέψει οποιαδήποτε παρέκκλιση από την ουδετερότητά της, λαμβάνοντας τα εύσημα του Μεταξά για την απάντηση αυτή. [10]

Μεταξάς- Grazzi
Στις 2 Οκτωβρίου μεταφέρονται στην ελληνική κυβέρνηση καθησυχαστικές πληροφορίες από γερμανικές πηγές, που διαβεβαίωναν ότι αποκλείεται η Ιταλία να επιτεθεί στην Ελλάδα. Αλλά στα ελληνοαλβανικά σύνορα συνεχίζονταν οι ιταλικές στρατιωτικές συγκεντρώσεις, αναγκάζοντας το Μεταξά να υπογράψει την μυστική επιστράτευση της ΙΧ Μεραρχίας.[11] Ο Άγγελος Βλάχος, νέος υπάλληλος στο Διπλωματικό Σώμα στην υπηρεσία αποκρυπτογραφήσεων του Υπουργείου Εξωτερικών, εισήλθε στο πρωθυπουργικό γραφείο με τα νέα των μετακινήσεων. «...έμπαινα μέσα σ’ ένα μισοσκόταδο, όπου η μόνη φωτισμένη μορφή ήταν του Μεταξά καθισμένου στο γραφείο του και οι άλλες, ο Μανιαδάκης, ο Μαυρουδής, ο Παπάγος, ο Μελάς κι ένας άλλος στρατιωτικός τον οποίον δεν ήξερα (ήταν ο Πιτσίκας, Διοικητής Στρατιάς Ηπείρου), έμοιαζαν, απολύτως ακίνητες, σαν άυλα φάσματα, συγκεντρωμένα γύρω από τον ταγό, περιμένοντας ένα νεύμα του για να δράσουν. Άρχισα να διαβάζω. [. . .] ακούστηκε, μεσ’ από το μισοσκόταδο, ανυπόμονη, σχεδόν επιτιμητική, η φωνή του αγνώστου μου στρατιωτικού: “Kύριε Πρόεδρε! Θα διατάξετε επί τέλους επιστράτευση!”. Και τότε ο Μεταξάς αποκρίθηκε έντονα: “Άκουσε Πιτσίκα! Δεν κινδυνεύεις εσύ να σε βγάλει προδότη η Ιστορία! Κινδυνεύω εγώ! Αν διατάξω επιστράτευση, για έναν στρατιώτη που στέλνω στα σύνορα ο Μουσολίνι θα στέλνει δύο και τότε η ελάχιστη ελπίδα που έχουμε να μην επιτύχει το σχέδιό τους θα εξατμισθεί!”».[12]

Στις 3 Οκτωβρίου ο Μεταξάς σημειώνει στο ημερολόγιό του ότι δεν είχε λάβει ακόμη κανένα ιταλικό τελεσίγραφο, αλλά υπήρχε απόλυτη σιωπή, κάτι που εκτιμούσε ως ανησυχητικό. Η ατμόσφαιρα στη Χώρα είχε γίνει βαριά, ειδικά για όσους βρίσκονταν σε θέσεις ευθύνης.[13] Την ίδια ημέρα, το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών προώθησε στην ιταλική πρεσβεία σημείωμα για μια σειρά παραβιάσεων του ελληνικού εναερίου χώρου από ιταλικά πολεμικά αεροπλάνα στις 23, 24, 27 Σεπτεμβρίου και 1 Οκτωβρίου, στην αμυντική ζώνη της βόρειας και νότιας Αίγινας, του Ξυλοκάστρου Κορινθίας και του ναυτικού οχυρού Φλεβών.[14] Στις 3 Οκτωβρίου ο Ιταλός πρέσβης στην Ελλάδα Grazzi ενημέρωνε την Ρώμη ότι η Ελλάδα είχε μερικώς επιστρατευτεί μυστικά και είχε υπό τα όπλα 250.000 οπλίτες με φανερή πρόθεση να αντισταθεί εναντίον κάθε επιβουλής και έχοντας την αμέριστη λαϊκή υποστήριξη.[15]

Στις 4 Οκτωβρίου η ελληνική κυβέρνηση ενημερώθηκε για την ουδετερότητα της Ισπανίας του Franco έναντι των εμπολέμων, αλλά ταυτόχρονα για νέες απειλητικές συγκεντρώσεις ιταλικών στρατευμάτων στα σύνορα.[16] Την ίδια ημέρα το Ανώτατο Συμβούλιο Εθνικής Αμύνης συνεδρίασε στην Αθήνα προκειμένου να λάβει αποφάσεις για την μεταφορά από την Αγγλία υλικών στην Ελλάδα για τα υπό ναυπήγηση 2 αντιτορπιλικά του Βασιλικού Ναυτικού (Βασιλεύς Κωνσταντίνος, Βασίλισσα Σοφία).[17]

Οι απειλητικές συγκεντρώσεις Ιταλικών στρατευμάτων συνεχίστηκαν και στις 5 Οκτωβρίου, με τον Μεταξά να σημειώνει στο ημερολόγιό του ότι "Όπως και να έχη το πράγμα, εμείς είμεθα έτοιμοι και αποφασισμένοι."[18] 

Στις 8 Οκτωβρίου, το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών προώθησε στην ιταλική πρεσβεία σημείωμα για επανειλημμένες παραβιάσεις του ελληνικού εναερίου χώρου από ιταλικά πολεμικά αεροπλάνα στις 3, 5 και 6 του μηνός σε Εύβοια, κόλπο Καλλονής Λέσβου και Ηράκλειο Κρήτης, και υπερπτήσεων στους άξονες Αμοργός-Ζάκυνθος, Μαντούδι-Ωρεοί Ευβοίας, Κέρκυρα-Αμοργός (και αντίστροφα) ακόμα και στην απαγορευμένη στρατιωτική ζώνη άνωθεν της νότιας Αίγινας.[19] Την ίδια ημέρα o Mussolini έμαθε για την κατάληψη της Ρουμανίας από τους Γερμανούς προκειμένου να προστατέψουν τις πετρελαιοπηγές του Πλοέστι και έγινε έξαλλος καθώς είχε βρεθεί προ τετελεσμένων. Ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, δίνοντας την τελική ώθηση στον Ιταλό δικτάτορα να εισβάλει στην Ελλάδα χωρίς να ενημερώσει τους Γερμανούς συμμάχους του.[20]

Η ψυχολογία του Μεταξά ήταν πολύ κακή, καθώς ο ίδιος βρισκόταν (εύλογα) σε μια συνεχή αγωνία και αδιάκοπο εκνευρισμό. Στις 10 Οκτωβρίου ο Μεταξάς περιγράφει τον θυμό του στο ημερολόγιό του για το γεγονός ότι εν αναμονή ενός πολέμου με μια Mεγάλη Δύναμη είχε να διευθετήσει ζητήματα εσωτερικής (μικρο)πολιτικής. Την επομένη τσακώθηκε έντονα με την κόρη του για οικογενειακό τους ζήτημα, καθώς ο ίδιος είχε χάσει την υπομονή του με όλα γύρω του. Στις 12 Οκτωβρίου ενώ προσπαθούσε να συμφιλιωθεί με την κόρη του, ξέχασε ότι είχε επείγουσα συνάντηση με τον Άγγλο πρέσβη Palairet στο γραφείο του![21] 

Στις 13 Οκτωβρίου ο Έλληνας πρέσβης στη Βουδαπέστη Σκέφερις τηλεγράφησε ότι στους κύκλους του Yπουργείου Eξωτερικών της Ουγγαρίας, θεωρείτo επικείμενη η επίθεση της Ιταλίας κατά της Ελλάδας. Την ίδια στιγμή άλλη πηγή ενημέρωνε τον Μεταξά ότι οι ιταλικές πολεμικές ετοιμασίες αφορούσαν την εκστρατεία στην Αίγυπτο.[22]

Στις 14 Οκτωβρίου, το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών προώθησε στην ιταλική πρεσβεία σημείωμα για παραβιάσεις του ελληνικού εναερίου χώρου από ιταλικά πολεμικά αεροπλάνα στις 9 και 12 του μηνός σε Ηράκλειο Κρήτης, νήσο Ψυττάλεια όπως και υπερπτήσεις πολεμικών και πολιτικών αεροπλάνων στις 9 και 11 του μηνός κατά τους άξονες Λεχαινά-Άστρος, Ποντικονήσι-Ηγουμενίτσα, Αμοργός-Κεφαλλονιά.[23] Την ίδια ημέρα, το Ανώτατο Συμβούλιο Εθνικής Αμύνης σε συνεδρίασή του έλαβε περαιτέρω αποφάσεις για την μεταφορά υλικών που προορίζονταν για τα ναυπηγούμενα αντιτορπιλικά, αλλά και υλικά και εξοπλισμό της Βασιλικής Αεροπορίας.[24]

Η κορύφωση του δράματος και η μεγάλη στιγμή (15 Οκτωβρίου - ξημερώματα 28ης Οκτωβρίου 1940)

Sir Michael Palairet
Στις 15 Οκτωβρίου 1940 στο γραφείο του Benito Mussolini στη Ρώμη πραγματοποιήθηκε κρίσιμη σύσκεψη, στην οποία ελήφθησαν οι τελικές αποφάσεις για την επίθεση εναντίον της Ελλάδας. Παρόντες στη σύσκεψη ήταν, εκτός του Ιταλού δικτάτορα, ο υπουργός Εξωτερικών Ciano, ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού Badoglio, ο Ιταλός τοποτηρητής στην Αλβανία Jacomoni, ο διοικητής των Ενόπλων Δυνάμεων στην Αλβανία Prasca και άλλοι αξιωματούχοι. Μέσα σε κλίμα έκδηλου ενθουσιασμού ο Duce ανακοίνωσε την απόφασή του για την κήρυξη πολέμου εναντίον της Ελλάδας, απόφαση που, όπως είπε, είχε ωριμάσει μέσα του «επί πολύ καιρό». Ο αντικειμενικός σκοπός της επιχείρησης θα ήταν σε πρώτο στάδιο η κατάληψη της Ηπείρου, της Μακεδονίας ως τη Θεσσαλονίκη και των Επτανήσων. Σε δεύτερη φάση θα καταλαμβανόταν όλη η ελληνική επικράτεια και ως μέρα έναρξης της επίθεσης επελέγη η 26η Οκτωβρίου 1940,[26] ενώ ζήτησε από τον Ciano να σκηνοθετηθεί ένα επεισόδιο στην ελληνοαλβανική μεθόριο στις 24 Οκτωβρίου ώστε να δικαιολογηθεί η εισβολή.[27] Ήταν φανερό όμως πως τα πρόχειρα ιταλικά σχέδια υπερτιμούσαν τις ιταλικές δυνάμεις που είχαν ελλιπή προετοιμασία, υποτιμούσαν τις αντίστοιχες ελληνικές που είχαν ενδυναμωθεί την τελευταία διετία, αλλά και μια σειρά από άλλους σημαντικούς παράγοντες της εκστρατείας (καιρός, ορεινή τοποθεσία κ.τ.λ.) που κανείς από τους παριστάμενους δεν τόλμησε να θίξει στον Mussolini.[28]

Ο τοποτηρητής Jacomoni, σε μυστικό υπόμνημά του προς τον υπουργό Αλβανικών Υποθέσεων, Benini, στις 19 Οκτωβρίου 1940, μεταξύ των άλλων γράφει: “…Από την άλλη προετοιμάζω αλβανικά στοιχεία, εξακριβωμένα θαρραλέα, ειδικά Τσαμουριώτες, τα οποία θα έχουν ως αποστολή να εισέλθουν κρυφά στο ελληνικό έδαφος και εκεί, την ώρα που θα επιτεθεί ο στρατός μας, θα διαπράξουν με τη βοήθεια των πέρα από τα σύνορα φίλων τους τις παρακάτω πράξεις: καταστροφή τηλεγραφικών και τηλεφωνικών συρμάτων, εξάλειψη των φυλακίων και των παρατηρητηρίων κατά μήκος των συνοριακών γραμμών (…)”. Τελικά για τεχνικούς λόγους η εισβολή στην Ελλάδα αναβλήθηκε για την 28η Οκτωβρίου και συνεπακόλουθα το μεθοριακό επεισόδιο για την 26η.

Από τις 17 έως τις 23 Οκτωβρίου παρατηρήθηκε μια γενική παύση όλων των επιθετικών κινήσεων της Ιταλίας προς την Ελλάδα. Ο Μεταξάς προσπάθησε να πείσει τον εαυτό του ότι τελικά ίσως δεν εκδηλωνόταν η ιταλική επίθεση. Στις 20 Οκτωβρίου μετέβη οικογενειακώς στην Πάρνηθα για αναψυχή και στις 21 Οκτωβρίου στο Βασιλικό Θέατρο. Στις 19 Οκτωβρίου στην τελευταία του συνεδρίαση, το Ανώτατο Συμβούλιο Εθνικής Αμύνης ασχολήθηκε με ζητήματα παθητικής αεράμυνας της χώρας.[29]


Στις 23 Οκτωβρίου 1940 ο Έλληνας πρεσβευτής στην Ρώμη, καλά πληρο­φορημένος τηλεγραφούσε στην Ελληνι­κή κυβέρνηση ότι: «κατά πληροφορίες στρατιωτικής πηγής, η εναντίον της Ελλάδος ενέργεια έχει προσδιορισθεί για τις 25 έως 28 Οκτωβρίου...». Ιταλικά αναγνωριστικά αεροπλάνα πετούσαν πάνω από την Ελλάδα φωτογραφίζοντας καθετί που είχε στρατιωτικό ενδιαφέρον αλλά και γενικότερα πόλεις, χωριά, διαβάσεις κ.τ.λ. Σταδιακά όλοι οι ανώτεροι Έλληνες αξιωματούχοι του Κράτους είχαν πεισθεί ότι η Ιταλική επίθεση ήταν θέμα χρόνου.[30]

Στις 24 Οκτωβρίου ο Μεταξάς σημειώνει στο ημερολόγιό του ότι σύμφωνα με φήμες που κυκλοφορούσαν, η Ιταλία θα κήρυσσε τον πόλεμο στην Ελλάδα την επομένη. «Φήμαι ότι αύριο πρωί αρχίζει Ιταλία επίθεσιν εναντίον μας. Από Αμερική, Πάλαιρετ. Από Ρώμην. Από Ιωάννινα».[31] Ο Μεταξάς ενημέρωσε όλους τους Αρχηγούς των επιτελείων να μην μετακινούνται εκτός Αθηνών, ή αν υπάρξει τέτοια ανάγκη να ενημερώσουν που θα βρίσκονται ώστε να μπορεί να γίνει άμεση επικοινωνία μαζί τους σε περίπτωση άμεσης ανάγκης.[32] Τέλος σημειώνει στο ημερολόγιό του: «Ελάβαμεν όλα τα μέτρα μας». 

Στις 25 Οκτωβρίου ο Μεταξάς ενημερώθηκε ότι στην αριστερή πτέρυγα της ιταλικής παράταξης προωθήθηκε ένα σύνταγμα έναντι των συνόρων με καταφανή επιθετική πρόθεση.[33] Στο Υπουργικό Συμβούλιο της 25ης Οκτωβρίου, ο Μεταξάς ενημέρωσε τους υπουργούς του για τις απειλητικές συγκεντρώσεις Ιταλικών στρατευμάτων στα σύνορα που έπειθαν ότι ήταν πολύ πιθανή μια επίθεση. Για την σχεδιαζόμενη επίθεση υπήρχαν πληροφορίες από τις ελληνικές πρεσβείες του εξωτερικού, αλλά η κυβέρνηση δεν σκόπευε όχι μόνο να συζητήσει ουσιαστική παραχώρηση ελληνικών εδαφών, αλλά ούτε και να προβεί σε συμβολική κίνηση ικανοποίησης των Ιταλών.[34]

Από την παράσταση Μαντάμ Μπατερφλαϋ το 1940

Το βράδυ της 25ης Οκτωβρίου 1940 έγινε η περίφημη πρεμιέρα της ιταλικής παράστασης Μαντάμ Μπατερφλαϋ με την παρουσία του
Antonio Puccini γιού του μεγάλου συνθέτη, στη σκηνή του Βασιλικού Θεάτρου. Η παράσταση είχε προγραμματιστεί πριν τον τορπιλισμό της Έλλης και την επιδείνωση των σχέσεων των δύο Χωρών, ενώ ανάμεσα στους καλεσμένους ήταν και ο περίφημος Ιταλός συγγραφέας Curzio Malaparte. Ο Μεταξάς αρνήθηκε να παραστεί, όπως και όλο το Υπουργικό Συμβούλιο, εκτός του υφυπουργού Εξωτερικών Μαυρουδή και του υφυπουργού Τύπου Νικολούδη.[35]

Στις 26 Οκτωβρίου ο πρεσβευτής στην Ρώμη Πολίτης ανέφερε, ότι διετάχθη η αναστολή εξυπηρέτησης της αεροπορικής γραμμής Αθηνών – Ρόδου μέχρι νεοτέρας. Σημείωνε επίσης, ότι ταξιδιώτης που έφθασε από την Ρόδο στην Ρώμη με το τελευταίο αεροπλάνο είπε ότι αυτό δεν προσέγγισε την Αθήνα λόγω του ότι όπως εξήγησε ο κυβερνήτης του αεροπλάνου, οι σχέσεις με την Ελλάδα «εισήλθον εις κρίσιν».[36] Το βράδυ της 26ης Οκτωβρίου 1940 έγινε δεξίωση στην ιταλική πρεσβεία προς τιμήν του Antonio Puccini και της συζύγου του. Κατά την διάρκεια της δεξίωσης ο Ιταλός πρέσβης Grazzi συνεχώς έλειπε από τους καλεσμένους του, καθώς στο επάνω όροφο υπαγορευόταν από τη Ρώμη το πολεμικό τελεσίγραφο που θα επιδίδετο στην Ελλάδα το επόμενο βράδυ.[37] Ο Νικολούδης επεσήμανε την συνεχή απουσία του και τον εκνευρισμό του,[38] ενώ κατά την διάρκεια της δεξίωσης ενημερώθηκε τηλεφωνικά για την νέα προβοκάτσια των Ιταλών στην ελληνοαλβανική μεθόριο.[39]

Τη νύχτα της 26ης προς 27η Οκτωβρίου το ιταλικό Πρακτορείο Stefani μετέδωσε ότι ένοπλη ελληνική συμμορία επιτέθηκε με πυροβολισμούς και χειροβομβίδες εναντίον αλβανικών φυλακίων πλησίον της Κορυτσάς. Είναι η τελευταία πράξη του προβοκατόρικου σχεδίου του Jacomoni, προκειμένου να δικαιολογήσει την εισβολή στην Ελλάδα. Το προηγούμενο βράδυ, σύμφωνα με όσα μετέδιδε το πρακτορείο, είχε γίνει έκρηξη τριών βομβών κοντά στο γραφείο του Ιταλού λιμενάρχη στους Αγίους Σαράντα και οι αρχές αναζητούσαν τους «Έλληνες ή Βρετανούς πράκτορες που τις έβαλαν». [40]

Ο Γεώργιος Σεφέρης το 1940

Ο Νικολούδης από την δεξίωση την Ιταλική πρεσβεία, τηλεφώνησε στον Μεταξά τα ξημερώματα της 27ης Οκτωβρίου και του ανέφερε το περιστατικό κρίνοντας ότι ήταν πολύ σημαντικό. Ο Μεταξάς συνδύασε όλες τις πληροφορίες αλλά και τις φήμες για την πιθανή ημερομηνία εισβολής και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι εκείνη την νύχτα θα γινόταν η κήρυξη πολέμου. Στις 27 Οκτωβρίου στις 04.00 τα ξημερώματα το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων με εντολή του Μεταξά διέψευσε κατηγορηματικά και τις δύο ειδήσεις για τα επεισόδια στην ελληνοαλβανική μεθόριο. Ο ίδιος ξάπλωσε να κοιμηθεί στις 05.00, αλλά δεν τα κατάφερε για περισσότερο από 2 ώρες.[41]

Η Κυριακή 27 Οκτωβρίου 1940 αναμφίβολα υπήρξε η κορύφωση του δράματος για την ελληνική ηγεσία και τους αξιωματούχους του Στρατού και του Κράτους. Το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων με συνεχείς ανακοινώσεις του τροφοδοτούσε την ελληνική και τη διεθνή Κοινή Γνώμη για τις δραματικές εξελίξεις στην Ήπειρο. Η ελληνική κυβέρνηση είχε στραμμένη την προσοχή της στην μεθόριο όπου τις απογευματινές ώρες συναντήθηκαν Έλληνες και Ιταλοί αξιωματικοί για να δοθούν αμοιβαίες εξηγήσεις για το επεισόδιο. Λίγες ώρες μετά, ένας Ιταλός ανθυπασπιστής μετέβη ως εκπρόσωπος στην Ελληνική πλευρά των συνόρων, αλλά δεν έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για συζήτηση και διευθέτηση του ζητήματος που είχε ανακύψει. Μέχρι τις 23.00 το βράδυ η ελληνική κυβέρνηση η ελληνική κυβέρνηση είχε θετικές πληροφορίες για μετακινήσεις ιταλικών μονάδων προς την ελληνική μεθόριο. Οι συνεργάτες του Μεταξά τον προέτρεψαν να αποσυρθεί για να ξεκουραστεί. Λίγο μετά αφού είχε αποχωρήσει, έφτασε η είδηση μέσα από την ιταλική πρεσβεία ότι επίκειται Ιταλική κήρυξη πολέμου εντός λίγων ωρών. Αποφασίστηκε όμως να μην ειδοποιηθεί ο πρωθυπουργός καθώς όμοιες ειδήσεις είχαν μεταδοθεί πολλές φορές εκείνες τις ταραγμένες ημέρες.[42]

Το αυτοκίνητο του Μεταξά έφυγε από το πρωθυπουργικό γραφείο για την Κηφισιά μέσα στη νύχτα, χωρίς ο επιβαίνον να έχει ενημερωθεί για την σημαντικότερη -αν και μη διασταυρωμένη- πληροφορία εκείνων των ημερών. Όσα ακολούθησαν είναι Ιστορία…

Πηγές

Beevor Antony, Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος, εκδόσεις Γκοβόστη, Αθήνα 2018.

Grazzi Emanuele, Η αρχή του τέλους, εκδόσεις Εστία, Αθήνα 1980.

Βλάσσης Κωνσταντίνος, Οι εξοπλισμοί της Ελλάδος 1936-1940, εκδόσεις Δούρειος Ίππος, Αθήνα 2013.

Βλάχου Αγγέλου, Μια φορά κι ένα καιρό ένας διπλωμάτης, Α΄ Τόμος Ακόλουθος, εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα, 1984.

Κολιόπουλος Ιωάννης, Η δικτατορία του Μεταξά και ο πόλεμος του ΄40, εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1994.

Κορόζης Αθανάσιος, Οι Πόλεμοι του 1940 – 41 – επιτυχίαι και ευθύναι, Αθήνα 1957.

Λάμψας Γιάννης, Πολιτικά αινίγματα ΄40-΄41, εκδόσεις Ελληνική Ευρωεκδοτική, Αθήνα 1991.

Μεταξάς Ιωάννης, Το προσωπικό του ημερολόγιο (τόμος Δ2), εκδόσεις Γκοβόστη, χ.χ.

1940: Οι παραμονές του πολέμου μέσα από το ημερολόγιο του Γ. Σεφέρη και τα τηλεγραφήματα του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων,(https://www.ogdoo.gr/erevna/thema/1940-mesa-apo-to-imerologio-tou-g-seferi) . 

Νούσκας Κωνσταντίνος (υποστράτηγος ε.α.), Ενώ πλησίαζε η 28η Οκτωβρίου 1940, από το περιοδικό ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ (τεύχος 226-227- έτος 1991).

Νικολάου Χαράλαμπος, (Ταξίαρχου ε.α., τ. καθηγητή Στρατιωτικής Ιστορίας ΣΣΕ), Ποιος ο ρόλος της Αλβανίας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, https://www.istorikathemata.com/2010/10/28-1940.html.

Παπαδάκης Βασίλειος, Διπλωματική Ιστορία του ελληνικού πολέμου 1940-1945, Αθήνα 1957. https://anemi.lib.uoc.gr/metadata/c/3/5/metadata-446-0000003.tkl.

Σακελλαρίου Αλέξανδρος, Ένας ναύαρχος θυμάται...(τόμος Α΄), εκδόσεις Γιώτα Σίγμα επε, χ.χ.

Σβολόπουλος Κωνσταντίνος, Η ελληνική εξωτερική πολιτική (1900-1945), εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 2005.

Ιστορικό Λεύκωμα, 28η Οκτωβρίου 1940, εκδόσεις Μέτρον, Αθήνα 2007.



[1] Beevor Antony, Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος, σελ. 168.

[2] Σβολόπουλος Κωνσταντίνος, Η ελληνική εξωτερική πολιτική (1900-1945), σελ. 274.

[3] Ό.π., σελ. 272.

[4] Παπαδάκης Βασίλειος, Διπλωματική Ιστορία του ελληνικού πολέμου 1940-1945, σελ. 32.

[5] Κολιόπουλος Ιωάννης, Η δικτατορία του Μεταξά και ο πόλεμος του ΄40, σελ. 202.

[6] Λάμψας Γιάννης, Πολιτικά αινίγματα 1940-1941, σελ. 22.

[7] Ό.π., σελ. 26.

[8] Ό.π., σελ. 80. Ο Kanaris μάλλον μετέφερε ακριτομυθίες από τις γερμανικές διαπραγματεύσεις με την Ιταλία κατά τις οποίες ο Mussolini χαρακτήρισε την Ελλάδα ως πρόβλημα που θα έβρισκε την λύση του στην «τράπεζα της ειρήνης», βλ. Κολιόπουλος Ιωάννης, Η δικτατορία του Μεταξά και ο πόλεμος του ΄40, σελ. 203.

[9] Λάμψας Γιάννης, Πολιτικά αινίγματα 1940-41, σελ. 82.

[10] Μεταξάς Ιωάννης, Το προσωπικό του ημερολόγιο (τόμος Δ2), σελ. 508-509.

[11] Ό.π., σελ. 509.

[12] Βλάχου Άγγελου, Μια φορά κι ένα καιρό ένας διπλωμάτης, (Α΄ Τόμος Ακόλουθος), Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα, 1984, σελ. 56, όπου και: «Βγήκα από το πρωθυπουργικό γραφείο συγκλονισμένος και καθώς, μετά από λίγο, οι άλλοι συνάδελφοι έφυγαν κι έμεινα μόνος για να χτυπήσω το τηλεγράφημα στη μηχανή, ο νους μου πήγε πίσω μακριά σ’ άλλες στιγμές που βρήκαν τον Ελληνισμό εν αγωνία. Προδότης ο Θεμιστοκλής αν δεν είχε επιτύχει η παγίδα που είχε στήσει στον Ξέρξη, προδότης ο Παυσανίας στις Πλαταιές, αν διατάζοντας, νύχτα, μυστικά, αλλαγή μετώπου, επικίνδυνη για όλη την παράταξη, δεν είχε προκαλέσει την ίδια κίνηση του εχθρού κι έτσι βρέθηκαν οι δύο αντίπαλοι στις ίδιες αντίστοιχες θέσεις, προδότης ο Κολοκοτρώνης που αρνήθηκε πεισματικά να προσπαθήσει να εμποδίσει τον Δράμαλη να ξεχυθεί στον κάμπο του Άργους για να τον εξασθενήσει, να τον κάνει να εξαντλήσει τα εφόδιά του κι ύστερα να του επιτεθεί κόβοντάς του την υποχώρηση στα Δερβενάκια. Τιμή σ’ εκείνους που, όταν βλέπουν ότι δεν υπάρχει άλλη πιθανή σωτηρία παρά το ριψοκίνδυνο τέχνασμα και τα έχουν όλα σταθμίσει, κατορθώνουν να υπερνικήσουν το άγχος τους και το άγχος των γύρω τους κι αποδέχονται το ενδεχόμενο της αυτοθυσίας».

[13] Σακελλαρίου Αλέξανδρος, Ένας ναύαρχος θυμάται..., σελ. 225.

[14] Κορόζη Αθανασίου συνταγματάρχου, Οι Πόλεμοι του 1940 – 41 – επιτυχίαι και ευθύναι, Τόμος Β΄, σελ. 218-219.

[15] Grazzi Emanuele, Η αρχή του τέλους, σελ. 234-235.

[16] Μεταξάς Ιωάννης, Το προσωπικό του ημερολόγιο (τόμος Δ2), σελ. 509.

[17] Βλάσσης Κωνσταντίνος, Οι εξοπλισμοί της Ελλάδος 1936-1940, σελ. 466-468. Το ΑΣΕΑ πραγματοποίησε 75 συνεδριάσεις μεταξύ 11 Ιανουαρίου 1936 – 19 Οκτωβρίου 1940, κατά την διάρκεια των οποίων υπό την προεδρία του πρωθυπουργού η πολιτικοστρατιωτική ηγεσία ελάμβανε αποφάσεις κυρίως επί εξοπλιστικών προγραμμάτων των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Εν τέλει δεν κατέστη δυνατή η ολοκλήρωση της ναυπήγησης των 2 αντιτορπιλλικών.

[18] Μεταξάς Ιωάννης, Το προσωπικό του ημερολόγιο (τόμος Δ2), εγγραφή 5ης Οκτωβρίου, σελ. 509.

[19] Κορόζης Αθανάσιος , Οι Πόλεμοι του 1940 – 41 – επιτυχίαι και ευθύναι, Τόμος Β΄, σελ. 219-220.

[20] Beevor Antony, Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος, σελ. 190.

[21] Μεταξάς Ιωάννης, Το προσωπικό του ημερολόγιο (τόμος Δ2), εγγραφή 12ης Οκτωβρίου, σελ. 510.

[23] Κορόζης Αθανάσιος, Οι Πόλεμοι του 1940 – 41 – επιτυχίαι και ευθύναι (Τόμος Β΄), σελ. 221-222.

[24] Βλάσσης Κωνσταντίνος, Οι εξοπλισμοί της Ελλάδος 1936-1940, σελ. 470-476. 

[25] Κορόζης Αθανάσιος, Οι Πόλεμοι του 1940 – 41 – επιτυχίαι και ευθύναι (Τόμος Β΄), σελ. 221-222.

[26] Σβολόπουλος Κωνσταντίνος, Η ελληνική εξωτερική πολιτική (1900-1945), σελ. 279.

[27] Για μια λεπτομερή παρουσίαση των πρακτικών του Πολεμικού Συμβουλίου δες Παπαδάκης Βασίλειος, Οι παραμονές της 28ης Οκτωβρίου 1940, σελ. 79-90.

[28] Beevor Antony, Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος, σελ. 190.

[29] Βλάσσης Κωνσταντίνος, Οι εξοπλισμοί της Ελλάδος 1936-1940, σελ. 481-488.

[30] Σακελλαρίου Αλέξανδρος, Ένας ναύαρχος θυμάται..., σελ. 226.

[31] Μεταξάς Ιωάννης, Το προσωπικό του ημερολόγιο (τόμος Δ2), σελ. 512 εγγραφή 24ης Οκτωβρίου.

[32] Σακελλαρίου Αλέξανδρος, Ένας ναύαρχος θυμάται..., σελ. 228.

[33] Μεταξάς Ιωάννης, Το προσωπικό του ημερολόγιο (τόμος Δ2), σελ. 513.

[34] Αναμνήσεις Αμβρόσιου Τζίφου, υπουργού εμπορικής ναυτιλίας την περίοδο 1938-1941. Ο πρεσβευτής στην Ρώμη Πολίτης ανέφερε: «Εξακολουθούν αι φήμαι περί επικειμένης καθ’ ημών επιθέσεως κατά δε πληροφορίας στρατιωτικής πηγής προστίθεταιο ήδη και χρονικός προσδιορισμός μεταξύ 25 και 28 τρέχοντος μηνός διά την εκδήλωσιν της εναντίον της Ελλάδος, ενεργείας». Από την πλευρά του, ο πρεσβευτής στην Βέρνη Ψαρούδας ενημέρωνε: «Κατά πληροφορίας εκ Βερολίνου, η επίθεσις κατά της Ελλάδος είναι ζήτημα ημερών». Παρομοίως, ο γενικός πρόξενος Τιράνων Αργυρόπουλος, ενημέρωνε μεταξύ άλλων: «Διάχυτος είναι η γνώμη ότι ευρισκόμεθα εις τα πρόθυρα ιταλικής δράσης», βλ. Κορόζη Αθανασίου συνταγματάρχου, Οι Πόλεμοι του 1940 – 41 – επιτυχίαι και ευθύναι, Τόμος Β΄, σελ. 222-223.

[35] Το πρωί της 25ης Οκτωβρίου στο τελευταίο Υπουργικό Συμβούλιο ο Μεταξάς είπε στους υπουργούς του: «επειδή όλοι σας θα έχετε ίσως λάβει προσκλήσεις και εννοώ πόσο δυσάρεστο είναι διά τον καθένα σας είναι να δεχθεί το φιλί του Ιούδα, καθορίζω εγώ τα εξής: ο ίδιος δεν θα δεχθώ και από τους υπουργούς θα πάν μόνο δύο, οι υφυπουργοί Εξωτερικών και Τύπου και κανείς άλλος», βλ.  Μεταξάς Ιωάννης, Το προσωπικό του ημερολόγιο (τόμος Δ2), σελ. 744.

[36] Κορόζης Αθανάσιος, Οι Πόλεμοι του 1940 – 41 – επιτυχίαι και ευθύναι, (Τόμος Β΄), σελ. 223.

[37] Grazzi Emanuele, Η αρχή του τέλους, σελ. 271-272.

[38] «Αισθανόμουν να μου σφίγγεται η καρδιά και το πρόσωπό μου να κοκκινίζει στη σκέψη ότι, ενώ εδίδετο μια θαυμάσια γιορτή προς τιμήν της ιταλικής τέχνης, είχε ήδη ωριμάσει στην Ιταλία το σχέδιο να μαχαιρώσουν τη φτωχή εκείνη χώρα» , βλ. Grazzi Emanuele, Η αρχή του τέλους, σελ. 269.

[39] Μαρτυρία Γιάννη Μπαστιά γιού του Κωστή στον δημοσιογράφο Γιώργο Λεονταρίτη. Από Γεώργιος Λεονταρίτης, Η Μπάτερφλϋ του πολέμου, σελ. 24-28.

[40] Νύχτα Σαββάτου προς Κυριακή (26-27). «Κατά τη μία μού τηλεφώνησαν την είδηση του «Στέφανι»: Μια συμμορία ελληνική μπήκε στο αλβανικό έδαφος και χτυπήθηκε με τους Ιταλούς κατά τα μέρη της Βίγλιστας. Δύο μπόμπες στην κατοικία του Ιταλού διοικητή στους Αγίους Σαράντα. Οι δράστες, λένε οι Ιταλοί, είναι Έλληνες ή Άγγλοι κατάσκοποι. Ο Νικολούδης είναι στην ιταλική πρεσβεία που έχει δεξίωση, ύστερα από την πρεμιέρα μιας όπερας του Πουτσίνι στο "Βασιλικό". Είπα να τον ειδοποιήσουν αμέσως. Οι διαψεύσεις βγήκαν τη νύχτα, καθαρές και ξάστερες». Γιώργος Σεφέρης-Μέρες Γ΄(1934-1940), εκδόσεις Ίκαρος.

[41] Μεταξάς Ιωάννης, Το προσωπικό του ημερολόγιο (τόμος Δ2), σελ. 513-514.

[42] Παπαδάκης Βασίλειος, Διπλωματική Ιστορία του ελληνικού πολέμου 1940-1945, σελ. 99-101.


https://www.istorikathemata.com/2020/10/28-28-1940.html