Το πλέον συναρπαστικό επεισόδιο του Ελληνο-Ιταλικού πολέμου 1940 - 41 υπήρξε η μάχη της Πίνδου, όταν εκδηλώθηκε εισβολή της επίλεκτης 3ης Ιταλικής Μεραρχίας Αλπινιστών «Julia» μιας «αντρίκειας μεραρχίας» κατά τη ρήση του Μουσολίνι, βαθιά στο έδαφός μας, στις δυσπρόσιτες και πανύψηλες βουνοκορφές της πολυπτυχούς Πίνδου. Όσο όμως θεαματική ήταν η τολμηρή εισχώρησή της, τις πρώτες ημέρες του Πολέμου, τόσο συνταρακτικότερη υπήρξε η εν συνεχεία συντριβή της.
H επίλεκτη μεραρχία των Ιταλών Τζούλια άρχισε στις απόκρημνες βουνοκορφές της βόρειας Πίνδου την επίθεσή της εναντίον της χώρας μας, για να προελάσει γρήγορα προς τα Γιάννενα, όπως πίστευε το Ιταλικό Επιτελείο, και να διευκολύνει τον "άνετο περίπατο" των υπολοίπων Ιταλικών μεραρχιών προς την Αθήνα. Η έκπληξη όμως των "γενναίων" του Μουσολίνι γρήγορα μετατράπηκε σε απογοήτευση, όταν οι ταμπουρωμένοι Έλληνες φαντάροι των φυλακίων, δεν τους προσέφεραν την υποδοχή που ήθελαν, αλλά πυκνά πυρά. Αλήθεια τι υποδοχή περίμεναν;
Ως γνωστό, το βάρος της άμυνας το έφερε η μεραρχία Ηπείρου, που είχε τη τύχη μόνη από τις μεγάλες δυνάμεις να υπερασπίζεται τη τιμή και την εδαφική ακεραιότητα της χώρας, με κύρια αποστολή "την κάλυψη της κεντρικής Ελλάδος από την κατεύθυνση Ιωάννινα - Ζυγός Μετσόβου" και δευτερεύουσα "την προάσπιση εθνικού εδάφους", και η οποία με απόφαση του διοικητή της υποστράτηγου Χαράλαμπου Κατσιμήτρου, δεν εγκατέλειψε την προωθημένη αμυντική γραμμή και αγωνίσθηκε χωρίς να παραχωρίσει εθνικό έδαφος.
Θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθεί η ουσιαστκή συμβολή στον αγώνα του ηρωικού αποσπάσματος του συνταγματάρχη Δαβάκη, που αμυνόμενο σθεναρά με λίγους στρατιώτες, με πενιχρά μέσα αλλά με μεγάλη αυτοθυσία, απέκρουσε τις αλλεπάλληλες επιθέσεις του εχθρού και έδωσε πολύτιμο χρόνο στον Ελληνικό στρατό να ανασυνταχθεί και να αντεπιτεθεί καταδιώκοντας τους εισβολείς εκείθεν των Αλβανικών συνόρων, στα ιστορικά χώματα της Βορείου Ηπείρου. Παρατίθεταı ένα τμήμα της υπ' αρıθμόν πρωτ. 30904 γενıκής δıαταγής της VIII Μεραρχίας της 30 Οκτωβρίου 1940.
''Μαχόμεθα εναντίον εχθρού υπούλου καı ανάνδρου όστıς άνευ ουδεμıάς αφορμής μας επετέθη αıφνıδıαστıκώς ίνα μας υποδουλώσεı. Μαχόμεθα δıα τας εστίας μας καı τας οıκογενείας μας καı δıα την ελευθερίαν μας. Αξıωματıκοί καı Οπλίταı, κρατήσατε σταθερώς καı αποφασıστıκώς τας θέσεıς καı έχετε πάντοτε το βλέμμα προς τα εμπρός, δıότı εντός ολίγου θα αναλάβωμεν αντεπίθεσıν ίνα εκδıώξωμεν τον εχθρόν εκ του πατρίου εδάφους το οποίον εμόλυνεν δıα της παρουσίας του.
Εγγύς είναı η ημέρα καθ' ήν ο άνανδρος καı δεıλός εχθρός θα ρıφθεί εıς την θάλασσαν. Κρατήστε ıσχυρώς τας θέσεıς καı τούτο θα πραγματοποıηθεί συντόμως. Η παρούσα να κοıνοποıηθεί εıς άπαντας τους υφ' υμάς Αξıωματıκούς καı οπλίτας. Καı τμήμα της Ημερησίας Δıαταγής της εν λόγω Μεραρχίας της 18 Νοεμβρίου 1940: Στρατıώταı, Ενθυμηθείτε όσα μου λέγατε κατά τας επıθεωρήσεıς μου, πότε θα επıτεθεί τε να καταδıώξητε τον εχθρόν. Εμπρός λοıπόν! Με τη βοήθεıα καı του θεού, όστıς προστατεύεı τον ıερόν καı δίκαıον αγώνα μας, καταδıώξατε απηνώς τον εχθρόν, τον άνανδρον καı δεıλόν εχθρόν.
Τον εγνωρίσατε καλά ήδη. Είναı θρασύδεıλος καı ύπουλος. Συντρίψατέ τον με τα αμείληκτα κτυπήματά σας. Η Πατρίς παρακολουθεί υπερήφανος τον τίμıον αγώνα σας. Η Δόξα σας αναμένεı. Κατά την αντεπίθεση της 1ης Νοεμβρίου, από το ηρωıκό απόσπασμα Πίνδου επετεύχθη η ανακατάληψη της Γραμμής "Γύφτıσσα - Οξυά" συνελήφθησαν τρείς Ιταλοί αξıωματıκοί καı δıακόσıοı είκοσı δύο οπλίτες, περıήλθαν δε στα Ελληνıκά τμήματα 140 κτήνη καı αρκετά εφόδıα, αλλά εκεί άφησε την τελευταία του πνοή καı ο πρώτος Έλληνας αξıωματıκός του πολέμου, ο Υπολοχαγός Αλέξανδρος Δıάκος''.
Υπτγος Χ. Κατσıμήτρος
Πολλά έχουν γραφεί για το θρυλικό αυτό επεισόδιο του πολέμου, κυρίως από Ιταλικής πλευράς, προφανώς λόγω της πανωλεθρίας που υπέστη τότε η Julia. Από τα πλέον αξιόλογα δημοσιεύματα είναι τα απομνημονεύματα του Ιταλού αρχιστράτηγου των δυνάμεων στην Αλβανία της περιόδου 28 Οκτωβρίου – 14 Νοεμβρίου, Sebastiano Visconti Praska υπό τον πομπώδη τίτλο Io ho aggredito la Grecia (εγώ εισέβαλα στην Ελλάδα), Μιλάνο 1946, στο οποίο περιλαμβάνονται οι πολεμικές εκθέσεις του στρατηγού Mario Jirotti διοικητή της Julia για την παραπάνω περίοδο.
Οι εκθέσεις αυτές παρατίθενται παρακάτω σε αυτοτελή μετάφραση και εκτός του ότι έχουν την αξία ιστορικού «ντοκουμέντου» διότι προέρχονται από έναν από τους κύριους πρωταγωνιστές της μάχης, παρουσιάζουν και την πλευρά των αντιμαχομένων. Για την πληρέστερη κατατόπιση αναφέρονται πληροφορίες για τα σχέδια και τις δυνάμεις των αντιπάλων, όπως και για την περιοχή των επιχειρήσεων.
Οι Ιταλοί
Οι Ιταλοί γενικά είχαν διαιρέσει το μέτωπο των επιχειρήσεων σε τρεις τομείς. Στην Ήπειρο, όπου θα εφάρμοζαν την κύρια επιθετική τους προσπάθεια, στη Δυτική Μακεδονία, όπου αρχικά θα τηρούσαν αμυντική στάση και στην Πίνδο, η οποία θα αποτελούσε το συνδετικό κρίκο των προηγουμένων, αλλά και μια άκρως επικίνδυνη σφήνα στα πλευρά των δυνάμεών μας της Ηπείρου και Δυτ. Μακεδονίας. Στην Πίνδο θα ενεργούσε η 3η Μεραρχία Αλπινιστών Julia υπό το στρατηγό Mario Jirotti, συνολικής δύναμης περίπου 10.800 ανδρών ενεργού στρατού. Η Μεραρχία αυτή περιελάμβανε:
- Δύο Διοικήσεις Συνταγμάτων (το 8ο και 9ο)
- Έξι Πυροβολαρχίες Ορειβατικού Πυροβολικού
- Λοιπές Μονάδες Υποστήριξης Μάχης και Διοικητικής Μέριμνας.
Οι Έλληνες
Έναντι της Julia, είχε αναπτυχθεί «απόσπασμα Πίνδου» υπό τον συνταγματάρχη Κωνσταντίνο Δαβάκη, δύναμης περίπου 2.500 ανδρών, που είχαν επιστρατευθεί προ διμήνου και περιελάμβανε:
- Δύο Τάγματα Πεζικού (1 ακόμη έφθασε το απόγευμα της 28ης Οκτ. στο Επταχώρι)
- Ένα Λόχο Προκαλύψεως της VIIIης Μεραρχίας
- Μία Πυροβολαρχία Ορειβατικού Πυροβολικού
Κατείχε με αραχνοΰφαντη αμυντική διάταξη, τη γραμμή Σμόλικας – Σταυρός – Γράμμος, έκτασης σε τοπογραφική απόσταση 35 περίπου χλμ. (στην πραγματικότητα ήταν υπερδιπλάσια) και σε βάθος κυμαινόμενο από 10 - 15 χλμ., με αποστολή την άμυνα επί της τοποθεσίας συνόρων, καθώς και τη σύνδεση και εξασφάλιση των πλευρών των δυνάμεών μας της Ηπείρου και Δυτ. Μακεδονίας.
Ήταν εμφανής ο θανάσιμος κίνδυνος διαχωρισμού και εγκλωβισμού των κύριων δυνάμεών μας, αλλά και καταφανής η σαφής υπεροχή των Ιταλών σε προσωπικό και μέσα, καθώς και η πλημμελής κάλυψη από τις διατιθέμενες δυνάμεις μας της Πίνδου, προφανώς εκτιμώντας το έδαφος ως αδιάβατο, «φυσικώς οχυρώτατον από αμυντικής απόψεως» και ενδεχομένως υποτιμώντας τις δυνατότητες κίνησης των αλπινιστών επί παντοδαπού εδάφους.
Ο Εφιάλτης της Πίνδου
Η εποποιία της Πίνδου, όπως την έχουμε βαφτίσει, είχε αρχίσει λίγο μετά τις πέντε το πρωί στις 28 Οκτωβρίου. Στον Σταθμό Διοικήσεως του Δαβάκη, στο Επταχώρι, ένας παγωμένος αέρας κατέβαινε από τον Γράμμο ενώ το χωριό κοιμόταν σκεπασμένο από την καταχνιά του ποταμού. Του Σαραντάπορου. Το σκοτάδι ήταν ακόμα πηχτό, όταν το τηλέφωνο στο Υπασπιστήριο άρχισε να χτυπάει. Ο διοικητής του ΤΣΔΜ στρατηγός Πιτσίκας ειδοποιούσε από την Κοζάνη τον Δαβάκη ότι στις 06:00 το πρωί θ' άρχιζε η Ιταλική επίθεση.
Είχε καταφθάσει ο ίδιος ο στρατηγός Βασίλειος Βραχνός, διοικητής της Ι Μεραρχίας μαζί με το επιτελείο του. Η παρουσία του συμβόλιζε τη μεγάλη κινητοποίηση που είχε διατάξει το Γενικό Στρατηγείο για να φράξει την εισβολή στην Πίνδο. Αλλά ο συμβολισμός ήταν ακόμα συμβολισμός... Η Ι Μεραρχία βρισκόταν ακόμα "εν κινήσει" και ο εφιάλτης της Πίνδου θα κρατούσε ακόμα τέσσερις ολόκληρες μέρες. Μέχρι και τις 3 Νοεμβρίου...
Πολεμικές Εκθέσεις Στρατηγού Jirotti
(Αφήγηση του Ιταλού Στρατηγού Visconti Praska)
«Η δράση της μεραρχίας Julia, περιγράφεται στην πρώτη, αυθεντική και ειλικρινή έκθεση, την οποία μου υπέβαλε ο διοικητής της, στρατηγός Τζιρόττι. Η Μεραρχία Αλπινιστών Julia είχε λάβει την εξής αποστολή: Να εξορμήσει από την περιοχή Ερσέκας – Λεσκοβικίου, να καταλάβει τις διαβάσεις του Μετσόβου και του Δρίσκου για να εμποδίσει τη διαφυγή προς ανατολάς των εχθρικών δυνάμεων της Ηπείρου και να απαγορεύσει την άφιξη τυχόν εχθρικών ενισχύσεων από τις περιοχές της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας».
Κατόπιν νεώτερης διαταγής της Ανώτατης Στρατιωτικής Διοίκησης των Ιταλικών Δυνάμεων στην Αλβανία, ετίθετο θέμα τιμής για την Julia να ενεργήσει με μεγάλη αποφασιστικότητα και ταχύτητα, έχοντας υπόψη ότι, αν και πίσω της έμενε κενό, όφειλε να κοιτάζει μόνο μπροστά της και να μεταφέρει μαζί της όλα τα αναγκαία καθώς και την τύχη της. Το ένα (9ο Τακτικό Συγκρότημα Αλπινιστών) με δύο Τάγματα (Τα Vicenza και L’ Aquila) και δύο πυροβολαρχίες, ενεργώντας στη δεξιά κατεύθυνση, έπρεπε να αχθεί στο Μέτσοβο, διερχόμενο δυτικά του Σμόλικα.
Το άλλο (8ο Τακτικό Συγκρότημα Αλπινιστών), με τρία Τάγματα (Tolmetzo, Jemona και Tsivilante) και 3 Πυροβολαρχίες, ενεργώντας στην αριστερή κατεύθυνση, είχε τον ίδιο αντικειμενικό σκοπό, το Μέτσοβο, υπερβαίνοντας όμως ανατολικά το Σμόλικα». Το Τάγμα Tolmetzo του τελευταίου Τακτικού Συγκροτήματος (8ου) είχε ως αποστολή την κάλυψη του αριστερού (ανατ.) πλευρού της Μεραρχίας, με δρομολόγιο 3 αρχικώς ανεξάρτητο». Κάθε Τακτικό Συγκρότημα είχε στη διάθεσή του δύο δρομολόγια, ένα ημιονικό και ένα μονοπάτι.
Τα διατεθέντα δρομολόγια στο κάθε συγκρότημα συνέκλιναν στους ενδιάμεσους αντικειμενικούς σκοπούς, ώστε να είναι δυνατή η συνταύτιση προσπαθειών μεταξύ των Ταγμάτων και του ίδιου Τακτικού Συγκροτήματος, στα εδάφη τακτικής σημασίας». Μετά την υπέρβαση του Σμόλικα, η συνεργασία μεταξύ των δύο Τακτικών συγκροτημάτων καθίστατο ευχερέστερη. Η διοίκηση της Μεραρχίας 4 εκινείτο με το 8ο ΤΣ. Τα Τμήματα είχαν παραλάβει ξηρά τροφή 5 ημερών και ζωοτροφές για 4 ημέρες.
Όλα τα μη απολύτως απαραίτητα υλικά είχαν μείνει πίσω στην περιοχή Διοικητικής Μέριμνας, οι αποσκευές των Αξκών είχαν περιορισθεί στις απολύτως αναγκαίες και τα μεταγωγικά μετέφεραν ζωοτροφές, τρόφιμα και πυρομαχικά. Οι ατμοσφαιρικές συνθήκες, από αρκετές ημέρες, ήταν πολύ δυσμενείς και παρέμειναν αμετάβλητες κατά τις επτά πρώτες ημέρες των επιχειρήσεων, με κύριο χαρακτηριστικό τη συνεχή βροχή, που προκάλεσε την πλημμύρα των χειμάρρων και ειδικότερα του Σαρανταπόρου και του Αώου ποταμού.
Τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου η Μεραρχία διέβη τα Eλληνο-Αλβανικά σύνορα, συγκροτημένη σε 5 φάλαγγες. Οι θέσεις του εχθρού στα σύνορα ανατράπηκαν γρήγορα και κυριεύθηκαν ποσότητες πυρομαχικών, τυφεκίων, πολυβόλων, καθώς και διάφορα υλικά, ενώ οι απώλειές μας ήταν ελαφρές. Ακολούθως, οι φάλαγγες διάνοιξαν τον δρόμο μέχρι το Σαραντάπορο. Το 9ο ΤΣ Αλπινιστών συνάντησε ελαφρά αντίσταση, ενώ το 8ο ΤΣ αλπινιστών, ειδικώς στα αντερείσματα του Στράκου και στις πλαγιές της Πέτρας Μούκα, υποχρεώθηκε να δώσει δυνατές μάχες για να διανοίξει το δρόμο.
Ο Σαραντάπορος ήταν πλημμυρισμένος, γι' αυτό η κίνηση καθυστέρησε μία νύχτα και κατέστη αναγκαίο να κατασκευασθεί μία γέφυρα κοντά στο Φιτόκ. Τελικά, το πρωί της 31ης Οκτωβρίου, όλες οι φάλαγγες πέρασαν το χείμαρρο και προχώρησαν προς τους αντικειμενικούς σκοπούς τους». Ενώ το 9ο ΤΣ προωθείτο χωρίς να αντιμετωπίσει αξιόλογη αντίσταση και με ελαφρότατες απώλειες.
Το 8ο ΤΣ αναγκάσθηκε να δώσει την πρώτη σημαντική μάχη στην περιοχή της Φούρκας και μία δεύτερη, ακόμη πιο σκληρή, στη ζώνη της Σαμαρίνας, διότι ο εχθρός, υποστηριζόμενος από πυροβολικό, αμυνόταν κατά μέτωπο, αλλά κυρίως επιτίθετο με σφοδρότητα κατά του αριστερού (ανατολικού) πλευρού και των νώτων μας, με τον τομέα της Μακεδονίας. Από τη Σαλαμίνα, η αριστερή φάλαγγα δεν κατόρθωσε να υπερβεί το διάσελο Λημέρι – Γομάρα, λόγω αφ’ ενός της ισχυρής κατοχής του απ’ τον εχθρό και αφ’ ετέρου των προσβολών από τα ελληνικά αεροσκάφη.
Γι' αυτό, κατέστη αναγκαίο για τη συνέχιση της κίνησης, να διοχετευθεί όλη η δύναμη του Τακτικού Συγκροτήματος δια του μοναδικού δυσπρόσιτου μονοπατιού, το οποίο από τη Σαμαρίνα οδηγεί στη Βρυάζα διαμέσου των ανατολικών καταπτώσεων του Σμόλικα. Το εσπέρας της 2ας Νοεμβρίου, η Βρυάζα κατελήφθη από το Τάγμα Chivilande, υποστηριζόμενο από μία Πυροβολαρχία και ακολουθούμενο από τη διοίκηση της Μεραρχίας, το δε πρωί της 3ης Νοε έφθασε και το Τάγμα Tolmetzo με την Πυροβολαρχία του.
Το Τάγμα Jemona, το οποίο εκμεταλλεύθηκε τη νύχτα για να απαγκιστρωθεί, έμεινε ως οπισθοφυλακή στις ανατολικές υπώρειες του Σμόλικα. Για να αποφευχθεί εχθρική επίθεση στην εξέχουσα της Βρυάζας και για να προσεγγισθεί το άκρο αριστερό δρομολόγιο, κατέστη αναγκαίο να καταληφθούν η Γομάρα και η Βασιλίτσα, γεγονός που πραγματοποιήθηκε κατά τη νύχτα της 4ης Νοε. Εν τω μεταξύ όμως, ο εχθρός επετίθετο κατά των ανατολικών υπωρειών του Σμόλικα και το Τάγμα Jemona υποχρεώθηκε να δώσει σκληρές μάχες για τη διατήρησή τους.
Το 9ο ΤΣ έφθασε στον Αώο ποταμό στη ζώνη Πάδες – Παλαιοσέλι, τον οποίο δεν μπόρεσε να διαβεί, εξαιτίας του όγκου των υδάτων του ορμητικού χειμάρρου και των σφοδρών πυρών πυροβολικού και πολυβόλων, ταγμένων στην αριστερή όχθη του ποταμού. Προσπάθεια να κατασκευασθεί μικρή γέφυρα ματαιώθηκε, λόγω του ισχυρού ρεύματος το οποίο την παρέσυρε. Για να συνεχισθεί η προώθηση, το 9ο ΤΣ θα έπρεπε να χρησιμοποιήσει το δεξιό (δυτικό) δρομολόγιο του 8ου ΤΣ, αλλά για να μετατοπισθεί στη ζώνη της Βρυάζας, ήταν υποχρεωμένο να διασχίσει την όδευση Πάδες – Βρυάζα.
Επειδή όμως αυτή βαλλόταν δραστικά από πυροβολικό και πολυβόλα, ταγμένα στην αριστερή όχθη του Αώου ποταμού, αναγκάσθηκε να παραμείνει στις θέσεις του. Με την έλευση του σκότους την 3 Νοεμβρίου, η κατάσταση είχε διαμορφωθεί ως εξής:
8ο ΤΣ:
- Τάγμα Chivilante και πυροβολαρχία, πλησίον του Αώου ποταμού. (Η διαταγή να εγκατασταθεί στη ράχη των υψωμάτων 1870, 1609 δεν έφθασε εγκαίρως).
- Τάγμα Tolmetzo, κινούμενο προς κατάληψη της ζώνης Γομάρα - Βασιλίτσα.
- Τάγμα Jemona, πιεζόμενο ισχυρά από τον εχθρό, στις νοτιοανατολικές υπώρειες του Σμόλικα.
- Ομάδα Πυροβολικού Coneliano, με δύο Πυροβολαρχίες, ταγμένες στη ράχη αμέσως δυτικά της Βρυάζας.
- Διοίκηση Μεραρχίας και στοιχεία Διοικητικής Μερίμνης στη Βρυάζα.
9ο ΤΣ:
- Τάγμα Vicenza’ και Πυροβολαρχία στη ζώνη Παλαιοσέλι.
- Τάγμα L’ Aquila και Πυροβολαρχία, στη ζώνη Πάδες.
Λαμβανομένης υπόψη της κόπωσης των τμημάτων εξ αιτίας των μακρών πορειών, των μεγάλων εδαφικών διακυμάνσεων και των αντίξοων καιρικών συνθηκών, καθώς και ότι στη Μεραρχία από διημέρου είχε αναγγελθεί ο ανεφοδιασμός σε τρόφιμα από αέρος, ο Διοικητής της Μεραρχίας διέταξε στάση επί μία ημέρα και για τον πρόσθετο λόγο της ανάγκης αναδιοργάνωσης των Μονάδων. Κατά τη διάρκεια της 4ης Νοεμβρίου, για να διευκολυνθεί η σύνδεση του 9ου ΤΣ με το 8ο ΤΣ, έγινε απόπειρα κατάληψης της ράχης του υψ. 1744, (ΒΑ της Λαΐστας) με ένα τμήμα του 8ου ΤΣ.
Αλλά δεν κατέστη δυνατή η διάβαση του Αώου ποταμού, λόγω του όγκου των υδάτων και των πυκνών πυρών των εχθρικών πολυβόλων. Το πρωί της 5ης Νοεμβρίου, ο εχθρός ενέτεινε την πίεση στις κλιτύες ανατολικά του Σμόλικα και μετά από 7 ώρες συγκρούσεων, επέτυχε να καταλάβει το 1609 υψ., προσπαθώντας να προωθήσει τμήματα ενισχυμένα με πολυβόλα στην περιοχή της Βρυάζας. Εκεί όμως απωθήθηκε από στοιχεία της Διοικήσεως του Τάγματος Τζεμόνα, υποστηριζόμενα από τα εύστοχα πυρά Πυροβολαρχίας.
Ο εχθρός ακολούθως έθεσε τον κατοικημένο τόπο της Βρυάζας κάτω από πυρά όλμων 81 χιλ., τα οποία εκτός των άλλων, έπληξαν το Στρατηγείο και το Κέντρο Επικοινωνιών της Μεραρχίας. Ήταν εμφανής η πρόθεση του αντιπάλου να εισχωρήσει μεταξύ του 9ου και 8ου ΤΣ, για να τα διαχωρίσει. Προς το σκοπό αντιμετώπισης της νέας αυτής απειλής, η Διοίκηση της μεραρχίας διέταξε το 9ο ΤΣ να προωθήσει το Τάγμα L’Aquila διά της κορυφογραμμής στις ΝΑ κλιτύες του Σμόλικα και να προσβάλει τον εχθρό.
Ο οποίος ασκούσε πίεση επί των στοιχείων του Τάγματος Jemona, αλλά και για να συμμορφωθεί στις διαταγές της Ανώτατης Στρατιωτικής Διοίκησης των ιταλικών δυνάμεων στην Αλβανία η οποία καθόριζε: να αναχαιτισθεί ο εχθρός, να συγκεντρωθούν δυνάμεις στη ζώνη της Βρυάζας και να εξασφαλισθούν οι γραμμές των επικοινωνιών με Κόνιτσα. Στο μεταξύ, εχθρικές επιθέσεις εκδηλώθηκαν μεταξύ Γομάρας και Βασιλίτσας και το Τάγμα Chivilande (το οποίο κατόπιν διαταγής της Μεραρχίας είχε μετακινηθεί από τον Αώο ποταμό στη ράχη των υψ. 1870, 1609) διαπίστωσε προσπάθεια κύκλωσής του από τα αριστερά, από δύναμη περίπου ενός Τάγματος του αντιπάλου.
Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες, η Διοίκηση της Μεραρχίας ανέφερε στην Ανώτατη Διοίκηση των Ιταλικών Δυνάμεων της Αλβανίας ότι η κατάσταση της Διοίκησης της Μεραρχίας και του 8ου ΤΣ είχε καταστεί αφόρητη και ότι μόνο η κατοχή των ΝΑ υπωρειών του Σμόλικα υπό του 9ου ΤΣ, μπορούσε να επιτρέψει τη συνένωση των δύο Τακτικών Συγκροτημάτων. Το πρωί της 6ης Νοεμβρίου εντάθηκαν οι επιθέσεις του εχθρού στους τομείς των Ταγμάτων Tolmetzo, Chivilande και Jemona και προς αντιμετώπισή τους.
Σχεδιάσθηκε η εκτόξευση επίθεσης από το Σαραντάπορο προς τη ράχη του υψ. 1874 (στις δυτικές υπώρειες του Σμόλικα) με το Τάγμα Vicenza του 9ου ΤΣ, που προωθήθηκε γι’ αυτόν το σκοπό. Λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης να εξασφαλισθούν οι γραμμές επικοινωνιών με την Κόνιτσα και δεδομένων των σπάνιων ανεφοδιασμών από αέρος, η Διοίκηση της Μεραρχίας αποφάσισε να συνενώσει το 8ο ΤΣ με το 9ο ΤΣ και εξέδωσε διαταγές ώστε, κατά τη διάρκεια της νύχτας της 7ης Νοε, το 8ο ΤΣ να απαγκιστρωθεί και διά του δρομολογίου Βρυάζα – Πάδες να αχθεί στη ζώνη της Αρμάτας και να εγκατασταθεί αμυντικά, συνδεόμενο με το Τάγμα L’Aquila.
Την 14:00 της 6ης Νοε. η Διοίκηση της Μεραρχίας με το Στρατηγείο και με στοιχεία υπηρεσιών άρχισε την κίνηση προς Πάδες και Ελεύθερο, όπου έφθασε την 13.00 της 17ης Νοε. Το 8ο ΤΣ, κατόπιν μιας σειράς αιματηρών συγκρούσεων, κατόρθωσε τελικά ν’ απαγκιστρωθεί από τον εχθρό και να αχθεί στη ζώνη της Αρμάτας, όπου είχε εντολή να συγκρατήσει τον εχθρό, ο οποίος το προσέβαλε στα νώτα και στο αριστερό πλευρό, ενώ ταυτόχρονα εκτοξεύονταν σφοδρά πυρά πολυβόλων κατά του δεξιού πλευρού.
Το 9ο ΤΣ, στο μεταξύ, μαχόταν στο Σμόλικα και στις δυτικές υπώρειες του. Τις απογευματινές ώρες της 7ης Νοεμβρίου, η Διοίκηση της Μεραρχίας έλαβε στο Ελεύθερο, έγγραφη διαταγή της Ανώτατης Διοίκησης, να συγκεντρωθεί στην περιοχή της Κόνιτσας και να αποφράξει τη γραμμή Αώος ποταμός – Γκραπενίτσα – Ράχες Μεσορράχης». Κατ’ ακολουθία προς αυτήν την εντολή, η Διοίκηση της Μεραρχίας διέταξε το 8ο ΤΣ να διαρρεύσει το συντομότερο διά του δρομολογίου Πάδες – Ελεύθερο – αυχένας Χρηστοβασίλη στην Κόνιτσα και το 9ο ΤΣ, λιγότερο δοκιμασθέν, να εξασφαλίσει την άμυνα των ράχεων του αυχένα Χρηστοβασίλη, για να καλύψει την κίνηση του 8ου Τ.Σ.
Στις 8, 9 και 10 Νοεμβρίου, το 8ο ΤΣ συνέχισε την κίνηση, όπως είχε καθορισθεί, ενώ το 9ο ΤΣ διατηρούσε τον αυχένα Χρηστοβασίλη, ισχυρά πιεζόμενο υπό του εχθρού από την κατεύθυνση της Μεσορράχης και από τα αντερείσματα του Κλέφτη (Υψ. 1847). Όλη η κίνηση του 8ου ΤΣ από τη ζώνη Αρμάτας προς την Κόνιτσα πραγματοποιήθηκε διά των διαφόρων ατραπών που οδηγούσαν από την Αρμάτα στα αντερείσματα εκατέρωθεν του αυχένα Χρηστοβασίλη, κάτω από πυκνά πυρά πυροβολικού και πολυβόλων..
Κατά τη διέλευση της εξέχουσας του Ελεύθερου, το εχθρικό Πεζικό, το οποίο συνέδραμαν και οι κάτοικοι της περιοχής, επιτέθηκε κατά των φαλαγγών μας. Οι Μονάδες, μολονότι εξασθενημένες από την έλλειψη τροφής περίπου από 8ημέρου και ισχυρά πιεζόμενες, αντέδρασαν με αδάμαστη θέληση και πέτυχαν να διανοίξουν αρκετές διαβάσεις κατόπιν μαχών που διήρκεσαν μέχρι την 19:00 και με την εξαιρετικά αποτελεσματική υποστήριξη των Πυροβολαρχιών της Ομάδος Πυροβολικού Κονελιάνο, που έβαλαν μέχρι και το τελευταίο βλήμα.
Κάτω απ' αυτές τις τρομερές συνθήκες, οι αξιωματικοί και οι οπλίτες δοκιμάσθηκαν σκληρά, ενώ μεγάλο μέρος των υποζυγίων απωλέσθηκε. Το 8ο ΤΣ με τη Διοίκηση της Μεραρχίας υπέστησαν το μεγαλύτερο βάρος του αγώνα. Από την 28η Οκτωβρίου μέχρι την 10 Νοεμβρίου μάχονταν και πορεύονταν για να διανοίξουν το δρόμο, εις ένα πρώτο χρόνο για να αχθούν στη Βωβούσα και εις ένα δεύτερο για να φθάσουν στην Κόνιτσα, δεχόμενοι συνεχείς επιθέσεις από τον εχθρό στα πλευρά και στα νώτα.
Εάν οι τροφές, μετά την πέμπτη ημέρα του αγώνα, δεν είχαν λείψει, ο αγώνας θα μπορούσε να συνεχισθεί, επειδή, παρά τις σοβαρές απώλειες, οι αξιωματικοί και οι οπλίτες είχαν επιδείξει μέχρι και την τελευταία στιγμή αξιοθαύμαστη σταθερότητα. Στις συνεχείς μάχες που έλαβαν χώρα, ο εχθρός υπέστη σημαντικές απώλειες και αρκετές φορές οι Μονάδες του 8ου ΤΣ κυρίευσαν υλικά στρατοπεδείας, εφόδια και πάσης φύσεως υλικά του εχθρού, απωθώντας τον με ακατάβλητο σθένος.
Το 9ο ΤΣ δοκιμάσθηκε λιγότερο απ’ ό,τι το 8ο ΤΣ, επειδή μέχρι τη Βωβούσα δεν είχε παρά να ανατρέψει ασθενείς εχθρικές αντιστάσεις κατά μέτωπο. Τις μεγαλύτερες απώλειες υπέστη κατά τη διατήρηση του αυχένα Χρηστοβασίλη, τον οποίο κράτησε παρά την ισχυρή πίεση του αντιπάλου, με χαρακτηριστική την επιμονή των Αλπινιστών, την οποία επέδειξαν συνεχώς κατά την εν συνεχεία συνεργασία με τη Μεραρχία Μπάρι για την κάλυψη της Κόνιτσας. Το εσπέρας της 10ης Νοεμβρίου, η Μεραρχία συγκεντρώθηκε στην Κόνιτσα με τη Διοίκηση της Μεραρχίας στη γέφυρα του Περατίου.
Την 11η Νοεμβρίου, σύμφωνα με τη ληφθείσα διαταγή της Ανώτατης Διοίκησης, το 9ο ΤΣ θα παρέμενε μέχρι νεωτέρας διαταγής στη ζώνη της Κόνιτσας, ενώ η Διοίκηση της Μεραρχίας με τα στοιχεία Διοικητικής Μέριμνας έπρεπε να μετακινηθούν στην Πρεμετή, κίνηση η οποία βρισκόταν ήδη σε εξέλιξη, καθόσον αφορούσε στα στοιχεία των υπηρεσιών που είχαν παραμείνει στην Ερσέκα''.
O Στρατηγός Praska καταλήγει:
«Η αριστερή πτέρυγα στην Ήπειρο είχε συναντήσει ισχυρή εχθρική αντίσταση στη ζώνη του Καλπακίου, την οποία η έλλειψη ενισχύσεων και η ανεπαρκής αεροπορική υποστήριξη δεν επέτρεψαν να αντιμετωπίσει σε σύντομο χρονικό διάστημα. Η θέση της Μεραρχίας Τζούλια, με τη συνεχιζόμενη άφιξη Ελληνικών δυνάμεων, κινδύνευσε να καταστεί επισφαλής. Επιπλέον ο ανεφοδιασμός σε τρόφιμα της Μεραρχίας έγινε δυσχερής και επείγων, λόγω της απώλειας μέρους των υποζυγίων, ενώ ο ανεφοδιασμός από αέρος διαγραφόταν προβληματικός και ανεπαρκής.
Είναι πάντοτε μία οδυνηρή στιγμή για ένα Διοικητή, όταν είναι υποχρεωμένος να εκδώσει διαταγή συμπτύξεως, συνιστά όμως και καθήκον, το οποίο ο Διοικητής πρέπει να εκτελέσει με αποφασιστικότητα. Δεν μπορούσε κανείς να ζητήσει από το γενναίο Τζιρόττι και τους αλπινιστές του τίποτε περισσότερο από αυτό που είχαν επιτελέσει». Διέταξα την Julia να μετακινηθεί στην Κόνιτσα, ακόμη σε Ελληνικό έδαφος, έχοντας δεινοπαθήσει από τα πλήγματα που της κατάφεραν πολύ ευέλικτες μονάδες του εχθρού, από όλες τις κατευθύνσεις και την ενημέρωσα ότι στην κατεύθυνση της κίνησής της θα συναντούσε τη Μεραρχία Bari.
Η Σύγκρουση
Η Ιταλική επίθεση εκδηλώθηκε στις 05:00 το πρωί της 28ης Οκτωβρίου 1940. Τα Ελληνικά τμήματα του κεντρικού τομέα αναγκάστηκαν αρχικά να συμπτυχθούν το ίδιο απόγευμα στην γραμμή Πάτωμα - Μούκα - Επάνω Αρένα, ενώ τα υπόλοιπα τμήματα διατήρησαν τις θέσεις τους. Τις επόμενες ημέρες η Ιταλική επίθεση εκδηλώθηκε με σφοδρότητα: το Απόσπασμα Πίνδου, μετά από σκληρό αγώνα και αντίξοες καιρικές συνθήκες και απέναντι σε αριθμητικά υπέρτερο αντίπαλο αναγκάστηκε να συμπτυχθεί στη γραμμή Σαμαρίνα - Κούτσουρο - Τσούκα.
Την 1η Νοεμβρίου το Ελληνικό στρατηγείο έδωσε εντολή στην 1η Μεραρχία, που είχε στο μεταξύ προωθηθεί στη θέση Επταχώρι, να καταλάβει τις προσφάτως καταληφθείσες θέσεις των Ιταλικών μονάδων. Η αντεπίθεση εκδηλώθηκε την 07:00 π.μ. εναντίον του αριστερού πλευρού της μεραρχίας Τζούλια. Παρόλο που η αντεπίθεση ήταν περιορισμένη το ίδιο βράδυ το μέτωπο σταθεροποιήθηκε και το ηθικό της Ελληνικής πλευράς αναπτερώθηκε.